4.-(1) Το μηνιαίο ύψος της κοινωνικής σύνταξης στην περίπτωση προσώπου το οποίο δε δικαιούται από οποιαδήποτε πηγή σύνταξη η άλλη παρόμοια πληρωμή είναι ίσο με το εβδομήντα τοις εκατό του εκάστοτε μηνιαίου ανώτατου ποσού της βασικής παροχής σύνταξης γήρατος το οποίο θα μπορούσε να καταβληθεί σε δικαιούχο σύνταξης γήρατος χωρίς εξαρτώμενο.
(2) Στην περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο δικαιούται από οποιαδήποτε πηγή σύνταξη ή άλλη παρόμοια πληρωμή της οποίας το μηνιαίο ύψος είναι κατώτερο του ύψους της κοινωνικής σύνταξης το οποίο καθορίζεται στο εδάφιο (1), το μηνιαίο ύψος της κοινωνικής σύνταξης είναι τόσο, ώστε προστιθέμενο στο μηνιαίο ύψος της σύνταξης ή άλλης παρόμοιας πληρωμής να μην υπερβαίνει το καθοριζόμενο στο εδάφιο (1) μηνιαίο ύψος.
(3) Για σκοπούς καθορισμού του μηνιαίου ποσού της κοινωνικής σύνταξης, με βάση το εδάφιο (2) για οποιοδήποτε έτος λαμβάνεται υπόψη το μηνιαίο ύψος της σύνταξης ή άλλης παρόμοιας πληρωμής το οποίο καταβλήθηκε στο δικαιούχο το Νοέμβριο του προηγούμενου χρόνου. Αν η σύνταξη ή άλλη παρόμοια πληρωμή χορηγήθηκε μετά το Νοέμβριο, λαμβάνεται υπόψη το μηνιαίο ύψος της μέσα στον πρώτο μήνα της χορήγησής της.
(4) Το μηνιαίο ύψος της κοινωνικής σύνταξης στρογγυλεύεται στο πλησιέστερο σεντ.
(5) Το Δεκέμβριο κάθε χρόνου χορηγείται πρόσθετη κοινωνική σύνταξη ίση με το ένα δωδέκατο του ολικού ποσού της σύνταξης, το οποίο πληρώθηκε για το χρόνο εκείνο. Σε περίπτωση που η πληρωμή της κοινωνικής σύνταξης τερματίζεται πριν από το Δεκέμβριο, η πρόσθετη σύνταξη πληρώνεται μέσα στο μήνα τερματισμού.