9.-(1) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας μπορεί, αν ικανοποιηθεί ότι-
(α) Υφίσταται άμεση και επείγουσα ανάγκη παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας σε σχέση με αδίκημα, προτού εκδοθεί δικαστικό ένταλμα δυνάμει των άρθρων 8 και 19 του παρόντος Νόμου, ή
(β) η ιδιωτική αυτή επικοινωνία διεξάγεται ή αναμένεται να διεξαχθεί με μέσα απαγορευμένα από το νόμο, και
(γ) υφίστανται λόγοι που να πιθανολογούν ότι, αν υποβαλλόταν αίτηση, ο δικαστής θα εξέδιδε δικαστικό ένταλμα για παρακολούθηση της εν λόγω ιδιωτικής επικοινωνίας,
να δώσει οδηγίες για παρακολούθηση της ιδιωτικής αυτής επικοινωνίας από την Αρχή ή όργανο ή πρόσωπο κατόπιν άδειας της Αρχής και με τέτοιους όρους που επιβάλλονται από την Αρχή ή από τον Αρχηγό της Αστυνομίας ή το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων, εφόσον καταχωρηθεί μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από την παροχή τέτοιων οδηγιών του Γενικού Εισαγγελέα, αίτηση δυνάμει των άρθρων 6 και 7 του παρόντος Νόμου για έκδοση δικαστικού εντάλματος που να εγκρίνει την παρακολούθηση. Δικαστικό ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 8.
(2) Στην απουσία δικαστικού εντάλματος που εγκρίνει την παρακολούθηση ή σε περίπτωση άρνησης του Δικαστή να εκδώσει τέτοιο δικαστικό ένταλμα, η παρακολούθηση αυτή τερματίζεται αμέσως και το περιεχόμενο της παρακολούθησης θεωρείται ότι λήφθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου:
Νοείται ότι η παρακολούθηση αυτή δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα.