Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Προστασίας του Απόρρητου της Ιδιωτικής Επικοινωνίας (Παρακολούθηση Συνδιαλέξεων και Πρόσβαση σε Καταγεγραμμένο Περιεχόμενο Ιδιωτικής Επικοινωνίας) Νόμος του 1996.

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

“αδίκημα” σημαίνει αδίκημα, το οποίο περιλαμβάνεται στην υποπαράγραφο Β της παραγράφου 2 του Άρθρου 17 του Συντάγματος·

“ανακριτής” σημαίνει μέλος της Αστυνομίας που διερευνά τη διάπραξη αδικήματος ή/και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται να διενεργεί ανακρίσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου·

“Αστυνομία” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου.

“δημόσιος λειτουργός” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 4 του Ποινικού Κώδικα

“Δικαστής” σημαίνει Πρόεδρο Επαρχιακού Δικαστηρίου ή Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή και έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τα άρθρα 2 και 4 του περί Δικαστηρίων Νόμου, και “Δικαστήριο” “ποινική διαδικασία” και “πολιτική διαδικασία” έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από το άρθρο 2 του περί Δικαστηρίων Νόμου:

Νοείται ότι για σκοπούς του παρόντος Νόμου ποινική ή πολιτική διαδικασία σημαίνει μόνο τη διαδικασία εκείνη που είναι σχετική με το αδίκημα ή τους λόγους για τους οποίους εκδόθηκε δικαστικό ένταλμα.

“δικαστικό ένταλμα” σημαίνει ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 8 ή 21, 22 και 23 του παρόντος Νόμου·

“εγκατάσταση” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 4 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου∙

“εξοπλισμός τερματικών” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 4 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου∙

“εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών” περιλαμβάνει κάθε μηχάνημα, συσκευή ή εξάρτημα το οποίο χρησιμοποιείται σε σχέση με υπηρεσία τηλεπικοινωνιών∙

“εξουσιοδοτημένο πρόσωπο” σημαίνει μέλος της Αστυνομίας ή της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών το οποίο είναι δεόντως εξουσιοδοτημένο, σύμφωνα με το άρθρο 6Α·

“επισύνδεση” σημαίνει παράλληλη σύνδεση τρίτου προσώπου σε δίκτυο επικοινωνιών κατά τρόπο που να παρακολουθεί διεξαγόμενη επικοινωνία και να λαμβάνει το περιεχόμενο και τα στοιχεία αυτής σε πραγματικό χρόνο∙

“Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα” σημαίνει τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 19 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο·

“Επίτροπος” σημαίνει τον Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 5 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου·

“ηλεκτρονική επικοινωνία” σημαίνει οποιαδήποτε πληροφορία ανταλλάσσεται ή μεταφέρεται με οποιαδήποτε ηλεκτρονικά μέσα και περιλαμβάνει την τηλετυπική επικοινωνία, την επικοινωνία δεδομένων μέσω δικτύων, την κρυπτογραφημένη επικοινωνία, την επικοινωνία μέσω διαδικτύου, την ασύρματη επικοινωνία, την επικοινωνία κλειστών ομάδων, τη δορυφορική επικοινωνία, την επικοινωνία κάθε μορφής μισθωμένων κυκλωμάτων, την τηλεο-μοιοτυπική επικοινωνία και την τηλεδιάσκεψη∙

“ηλεκτρονική, μηχανική, ηλεκτρομαγνητική, ακουστική ή άλλη συσκευή ή μηχάνημα” σημαίνει οποιαδήποτε συσκευή ή μηχάνημα που χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για υποκλοπή ή παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας, αλλά δεν περιλαμβάνει-

(α) οποιοδήποτε τηλεφωνικό ή άλλο όργανο ή εργαλείο ή συσκευή ή εξοπλισμό τερματικών ή ραδιοεξοπλισμό ή εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών ή εγκατάσταση ή διευκόλυνση ή οποιοδήποτε συστατικό τους προμηθεύεται ο συνδρομητής από τον παροχέα ή από πρόσωπο κατόπιν ειδικής άδειας του παροχέα και με τέτοιους όρους που μπορεί να επιβληθούν από τον Επίτροπο, σύμφωνα με τις πρόνοιες των εν ισχύι νόμων, και χρησιμοποιείται από τον συνδρομητή ή τον κάτοχο ειδικής άδειας ή τον παροχέα κατά τη συνήθη πορεία των εργασιών τους,

(β) ακουστική συσκευή ή εργαλείο ή μηχάνημα το οποίο χρησιμοποιείται από τον παροχέα για διόρθωση υποτονικού ή κάτω του συνήθους ήχου σε επίπεδο όχι καλύτερο του συνήθους, για εξυπηρέτηση του συνδρομητή˙

“θιγέν πρόσωπο” σημαίνει πρόσωπο το οποίο συμμετείχε σε ιδιωτική επικοινωνία που έτυχε υποκλοπής ή παρακολούθησης ή το πρόσωπο εναντίον του οποίου κατευθυνόταν τέτοια υποκλοπή ή παρακολούθηση ή, για σκοπούς έκδοσης και εκτέλεσης εντάλματος πρόσβασης σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο (iv) του άρθρου 22˙

“ιδιωτική επικοινωνία” σημαίνει οποιαδήποτε προφορική ή γραπτή ή άλλης μορφής επικοινωνία ή οποιαδήποτε τηλεπικοινωνία ή ηλεκτρονική επικοινωνία γίνεται από πρόσωπο κάτω από περιστάσεις κατά τις οποίες είναι λογικό το πρόσωπο αυτό να αναμένει ότι δε θα υποκλαπεί ή θα παρακολουθηθεί από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, εκτός από εκείνο το οποίο σκοπείται να λάβει την επικοινωνία αυτή και περιλαμβάνει τη ραδιοεπικοινωνία και την ενσύρματη επικοινωνία˙

«καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας” σημαίνει περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας οποιασδήποτε μορφής, το οποίο βρίσκεται καταγεγραμμένο ή αποθηκευμένο σε οποιοδήποτε έγγραφο, συσκευή ή αντικείμενο και περιλαμβάνει επικοινωνία καταγεγραμμένη σε επιστολές, ηλεκτρονικά μηνύματα και μηνύματα μέσω υπηρεσίας σύντομων μηνυμάτων (sms) ή μέσω υπηρεσίας μηνυμάτων πολυμέσων (mms) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (emails) ή άλλων μηνυμάτων διαδικτύου·

“Κυπριακή Υπηρεσία Πληροφοριών” ή “ΚΥΠ” σημαίνει την ανεξάρτητη αρχή που καθιδρύθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 του περί Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) Νόμου∙

“παρακολούθηση” σημαίνει την ακουστική ή άλλως πως λήψη του περιεχομένου οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας με τη χρήση οποιασδήποτε ηλεκτρονικής, μηχανικής, ηλεκτρομαγνητικής, ακουστικής ή άλλης συσκευής ή μηχανήματος και περιλαμβάνει ακρόαση, μαγνητοφώνηση ή οποιασδήποτε άλλης μορφής καταγραφή ή λήψη του περιεχομένου της επικοινωνίας αυτής είτε στο σύνολο είτε εν μέρει είτε ως προς την ουσία είτε τη σημασία ή την έννοια ή το σκοπό της˙

“παροχέας” έχει την έννοια που αποδίδεται στους ορισμούς των όρων «παροχέας», «παροχέας καθολικής τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας», «παροχέας οικείου δικτύου κινητής τηλεφωνίας» και «παροχέας φιλοξενούντος δικτύου κινητής τηλεφωνίας»  από τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμο·

“περιεχόμενο” [Διαγράφηκε]˙

“περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας” σημαίνει οτιδήποτε περιέχεται σε ιδιωτική επικοινωνία και δεν περιλαμβάνει τα δεδομένα ως αυτά ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου·

“ραδιοεξοπλισμός” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 4 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου·

“ραδιοεπικοινωνία” σημαίνει τηλεπικοινωνία που πραγματοποιείται με τη βοήθεια των ραδιοηλεκτρικών κυμάτων˙

“συνδρομητής” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί  Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου∙

“σύστημα παρακολούθησης” σημαίνει το σύστημα που χρησιμο-ποιείται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας και τον Διοικητή της ΚΥΠ για την παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου  8∙

“τηλεπικοινωνία” σημαίνει οποιαδήποτε ενσύρματη, ασύρματη, ραδιοηλεκτρική, οπτική ή μέσω άλλου ηλεκτρομαγνητικού συστήματος, μεταβίβαση, εκπομπή ή λήψη σημείων, σημάτων, κειμένων, εικόνων και ήχων, ή πληροφορία οποιασδήποτε φύσεως˙

“Τμήμα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών” σημαίνει το Τμήμα Ηλεκτρο-νικών Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων∙

“Τριμελής Επιτροπή” σημαίνει την Τριμελή Επιτροπή η οποία διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) Νόμου και καθορίζεται στο άρθρο 17Α του παρόντος Νόμου ως αρμόδια για τη διασφάλιση του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας∙

“υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών” σημαίνει υπηρεσίες η παροχή των οποίων συνίσταται εν όλω ή εν μέρει στη μεταφορά σημάτων σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπερι-λαμβανομένων των υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, υπηρεσιών διαδικτύου και υπηρεσιών μετάδοσης σε δίκτυα που χρησιμο-ποιούνται για ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις, καθώς και υπηρεσίες ραδιοπλοηγήσεως, εξερευνήσεως του διαστήματος, μετεωρολογικές και άλλες  υπηρεσίες∙

“υποκλοπή” σημαίνει παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙

“χρήστης” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ Ή ΥΠΟΚΛΟΠΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Αδικήματα

3.-(1) Εκτός όπου ειδικά προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, κάθε πρόσωπο το οποίο-

(α) εσκεμμένα υποκλέπτει ή παρακολουθεί ή με οποιοδήποτε τρόπο αποκτά πρόσβαση ή αποπειράται να υποκλέψει ή να παρακολουθήσει ή με οποιοδήποτε τρόπο να αποκτήσει πρόσβαση ή προκαλεί ή επιτρέπει ή εξουσιοδοτεί οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να υποκλέψει ή να παρακολουθήσει ή να αποκτήσει πρόσβαση ή να αποπειραθεί να υποκλέψει ή να παρακολουθήσει ή να αποκτήσει πρόσβαση στο περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας· ή

(β) εσκεμμένα χρησιμοποιεί, αποπειράται να χρησιμοποιήσει ή προκαλεί ή επιτρέπει ή εξουσιοδοτεί οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να χρησιμοποιήσει ή να αποπειραθεί να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε ηλεκτρονική, μηχανική, ηλεκτρομαγνητική, ακουστική ή άλλη συσκευή ή μηχάνημα, προς το σκοπό υποκλοπής ή παρακολούθησης ή πρόσβασης στο περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας· ή

(γ) εσκεμμένα αποκαλύπτει ή αποπειράται να αποκαλύψει σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας, γνωρίζοντας ή έχοντας λόγο να γνωρίζει ότι η πληροφορία λήφθηκε από υποκλοπή ή παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας· ή

(δ) εσκεμμένα χρησιμοποιεί ή αποπειράται να χρησιμοποιήσει το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας, γνωρίζοντας ή έχοντας λόγο να γνωρίζει ότι η πληροφορία λήφθηκε από υποκλοπή ή παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας,

είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000)  ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται σε σχέση με πρόσωπο το οποίο-

(α) Έχει την προηγούμενη ρητή έγκριση για παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο της ιδιωτικής επικοινωνίας από το πρόσωπο που προβαίνει ή έχει προβεί στην επικοινωνία αυτή και από το πρόσωπο το οποίο έλαβε ή σκοπείται να λάβει την επικοινωνία αυτή ή από το ένα από τα δύο σε περίπτωση άσεμνων, ενοχλητικών ή απειλητικών ανώνυμων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων˙

(β) προβαίνει σε καταγραφή αριθμών τηλεφωνικών κλήσεων, αφού προηγουμένως εξασφαλίσει διάταγμα δικαστηρίου ή εφόσον  πρόκειται για σκοπούς χρέωσης και είναι εν γνώσει του προσώπου που προβαίνει στην επικοινωνία αυτή˙

(γ) προβαίνει σε παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας, σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση η οποία δόθηκε δυνάμει του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου ή καλόπιστα υποβοηθεί με οποιοδήποτε τρόπο στην παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα το οποίο ή τα οποία έχει εύλογη και πιθανή αιτία να πιστεύει ότι ενεργούν σύμφωνα με τέτοια εξουσιοδότηση ή έγκριση˙

(δ) προβαίνει σε παρακολούθηση του περιεχόμενου ιδιωτικής επικοινωνίας με τρίτα πρόσωπα ατόμων που τελούν σε φυλάκιση ή προφυλάκιση σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Φυλακών Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου.

(ε) είναι αξιωματούχος ή μέλος ή υπάλληλος του παροχέα ή πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατόπιν άδειας του παροχέα και με τέτοιους όρους που επιβλήθηκαν από τον Επίτροπο σύμφωνα με τις διατάξεις των εν ισχύι νόμων, ασχολείται με την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και/ή υπηρεσιών διαδικτύου προς το κοινό και προβαίνει σε παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας, εφόσον η παρακολούθηση αυτή είναι τυχαία και απόλυτα αναγκαία για σκοπούς παροχής τέτοιων υπηρεσιών ή για σκοπούς συντήρησης ή ελέγχου της ποιότητας εξοπλισμού τερματικών ή ραδιοεξοπλισμού ή εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών∙

(στ) είναι αξιωματούχος ή μέλος ή υπάλληλος του παροχέα ή πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατόπιν άδειας του παροχέα και με τέτοιους όρους που επιβλήθηκαν από τον Επίτροπο σύμφωνα με τις διατάξεις των εν ισχύι νόμων και παρείχε πληροφορίες, διευκολύνσεις ή τεχνική βοήθεια για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8∙

(ζ) είναι δημόσιος λειτουργός ο οποίος κατά την άσκηση των συνήθων καθηκόντων του έλαβε γνώση του περιεχομένου παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας η οποία πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση που δόθηκε δυνάμει διατάξεων του παρόντος Νόμου ή μαρτυρίας που προκύπτει από τέτοια παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας και αποκάλυψε το περιεχόμενο αυτό σε άλλο δημόσιο λειτουργό:

Νοείται ότι η αποκάλυψη αυτή θα τύχει απόλυτα εμπιστευτικής χρήσης και η αποκάλυψη αυτή είναι κατάλληλη και απαραίτητη για την αναγκαία άσκηση των επίσημων καθηκόντων του δημόσιου λειτουργού ο οποίος προβαίνει στην αποκάλυψη και του δημόσιου λειτουργού ο οποίος τη λαμβάνει˙

(η) είναι δημόσιος λειτουργός ο οποίος κατά την άσκηση των συνήθων καθηκόντων του έλαβε γνώση του περιεχομένου παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση που δόθηκε δυνάμει διατάξεων του παρόντος Νόμου ή μαρτυρίας που προκύπτει από τέτοια παρακολούθηση και έκανε χρήση του περιεχομένου αυτού, νοουμένου ότι η χρήση αυτή είναι απόλυτα εμπιστευτική και κατάλληλη και απαραίτητη για την αναγκαία άσκηση των επίσημων καθηκόντων του˙

(θ) έλαβε οποιαδήποτε πληροφορία σχετική με παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας ή το περιεχόμενο αυτής ή μαρτυρία που προκύπτει από τέτοια παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας και αποκαλύπτει αυτήν, καταθέτοντας ως μάρτυρας σ’ οποιαδήποτε ποινική ή πολιτική διαδικασία ενώπιον αρμόδιου δικαστηρίου, νοουμένου ότι η εν λόγω παρακολούθηση ή πρόσβαση πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση που δόθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή κατόπιν προηγούμενης ρητής έγκρισης του προσώπου που προέβη στην επικοινωνία και του προσώπου που έλαβε αυτή ή από το ένα από τα δύο σε περίπτωση άσεμνων, ενοχλητικών ή απειλητικών ανώνυμων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων˙

(ι) αποκτά πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση, η οποία δόθηκε δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 21, 22 και 23, ή καλόπιστα υποβοηθεί με οποιοδήποτε τρόπο στη λήψη του περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας από άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα που έχουν εύλογη και πιθανή αιτία να πιστεύουν ότι ενεργούν σύμφωνα με τέτοια εξουσιοδότηση ή έγκριση.

(3) Στις περιπτώσεις που η ιδιωτική επικοινωνία γίνεται από περισσότερα από ένα πρόσωπα ή σκοπείται να λάβουν την επικοινωνία περισσότερα από ένα πρόσωπα, η απαιτούμενη από το εδάφιο (2)(α) προηγούμενη ρητή έγκριση για παρακολούθηση δέον να ληφθεί από όλα τα πρόσωπα που προβαίνουν στην επικοινωνία και από όλα τα πρόσωπα που σκοπείται να λάβουν αυτή ή από το ένα από αυτά σε περίπτωση άσεμνων, ενοχλητικών ή απειλητικών ανώνυμων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων.

Συσκευές ή μηχανήματα υποκλοπών ή παρακολουθήσεων

4.-(1) Κανένας δεν μπορεί να εισάγει, κατασκευάζει, διαφημίζει, πωλεί ή άλλως πως διαθέτει ηλεκτρονική, μηχανική, ηλεκτρομαγνητική, ακουστική ή άλλη συσκευή ή μηχάνημα που γνωρίζει ή οφείλει να γνωρίζει ότι έχει πρωτίστως σχεδιαστεί, παραχθεί, προσαρμοστεί ή κατασκευαστεί, για να επιτρέψει ή να διευκολύνει την υποκλοπή ή παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας:

Νοείται ότι, η εξαγωγή, η κατασκευή για σκοπούς εξαγωγής και η κατασκευή για σκοπούς διάθεσης στον Αρχηγό της Αστυνομίας και/ή στον Διοικητή της ΚΥΠ στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιτρέπεται κατόπιν άδειας του Τμήματος Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών:

Νοείται περαιτέρω ότι, παροχέας δύναται να εισάγει, να κατέχει ή να χρησιμοποιεί ηλεκτρονική, μηχανική, ηλεκτρομηχανολογική, ακουστική ή άλλη συσκευή ή μηχάνημα ή κατάλληλη υποδομή και/ή λογισμικό για επισύνδεση που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας η οποία επιτρέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, αφού προηγουμένως ενημερώσει την ΚΥΠ, την Αστυνομία και τον Επίτροπο και εξασφαλίσει την έγκρισή τους, παρέχοντας όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν το είδος του εξοπλισμού, τον τόπο και τρόπο εγκατάστασής του, καθώς και τον προμηθευτή του:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε σχέση με το σύστημα παρακολούθησης που χρησιμοποιείται από τον Αρχηγό Αστυνομίας και τον Διοικητή της ΚΥΠ για την παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 8 του παρόντος  Νόμου, καθώς και στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 76 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου.

(2) Κάθε πρόσωπο που παραβαίνει τις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο ποινές.

(3) [Διαγράφηκε].

Κατάσχεση ή/και δήμευση συσκευών ή μηχανημάτων υποκλοπών ή παρακολουθήσεων

5. Οποιαδήποτε ηλεκτρονική, μηχανική, ηλεκτρομαγνητική, ακουστική ή άλλη συσκευή ή μηχάνημα χρησιμοποιείται, εισάγεται, κατασκευάζεται, διαφημίζεται, πωλείται ή άλλως πως διατίθεται κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 3 και 4 του παρόντος Νόμου μπορεί να κατασχεθεί ή/και να δημευθεί.

Υποχρεώσεις παροχέα

5Α.-(1) Κάθε παροχέας διατηρεί κατάλληλη υποδομή και/ή λογισμικό για επισύνδεση και παρέχει άμεσα τις απαραίτητες διευκολύνσεις προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας και/ή τον Διοικητή της ΚΥΠ στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων και των εξουσιών τους που απορρέουν από την έκδοση δικαστικού εντάλματος σύμφωνα με το άρθρο 8.

(2) Κάθε παροχέας και οι εργαζόμενοι σε αυτόν λαμβάνουν όλα τα δέοντα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, για να διασφαλίσουν την τήρηση του απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας, στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων τους που απορρέουν από τις διατάξεις του εδαφίου (1), και την εμπιστευτικότητα οποιασδήποτε πληροφορίας περιέρχεται εις γνώση τους συνεπεία της άσκησης των καθηκόντων τους.

(3) Κάθε παροχέας ενημερώνει τον Αρχηγό της Αστυνομίας ή τον Διοικητή της ΚΥΠ, ανάλογα με την περίπτωση, για τη μεταφορά (φορητότητα) σε άλλον παροχέα τηλεφωνικού αριθμού που βρίσκεται υπό παρακολούθηση:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που παροχέας χρησιμοποιεί μεθόδους κωδικοποίησης και/ή συμπίεσης και/ή κρυπτογράφησης, κατά την εκτέλεση του εντάλματος που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 παραδίδει ή διαβιβάζει τα ζητούμενα στοιχεία σε αποκωδικοποιημένη μορφή συνοδευόμενα από το πρωτότυπο σε οποιαδήποτε μορφή αυτό έχει ληφθεί.

Αίτηση για εξουσιοδότηση παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας

6.-(1) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας δύναται, κατόπιν υποβολής γραπτού αιτήματος του Αρχηγού της Αστυνομίας ή του Διοικητή της ΚΥΠ ή οποιουδήποτε ανακριτή, να υποβάλει μονομερή αίτηση (ex parte) στο Δικαστήριο, ζητώντας έκδοση δικαστικού εντάλματος το οποίο να εξουσιοδοτεί ή να εγκρίνει ή να παρατείνει την παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.

(2) Καμία αίτηση υπό ή εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας δεν μπορεί να υποβληθεί και καμία εξουσιοδότηση ή έγκριση δεν μπορεί να δοθεί από Δικαστή για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, παρά μόνο στις περιπτώσεις που η παρακολούθηση της ιδιωτικής επικοινωνίας είναι αναγκαία-

(α) Προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας· ή

(β) προς την αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων τα οποία περιλαμβάνονται στην υποπαράγραφο Β της παραγράφου 2 του Άρθρου 17 του Συντάγματος.

Εξουσιοδοτημένα πρόσωπα

6Α.-(1) Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπαρχηγού της Αστυνομίας, και ο Διοικητής της ΚΥΠ, ανάλογα με την περίπτωση, εκδίδουν γραπτή εξουσιοδότηση για μέλη της υπηρεσίας τους ή πρόσωπα που εκτελούν καθήκοντα για την υπηρεσία τους βάσει της οποίας τα μέλη ή τα πρόσωπα αυτά δύνανται, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να προβαίνουν σε παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας και/ή να αποκτούν πρόσβαση στο σύστημα παρακολουθήσεων για σκοπούς διεκπεραίωσης των απαιτούμενων τεχνικών εργασιών προς παρακολούθηση της ιδιωτικής επικοινωνίας.

(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) γραπτή εξουσιοδότηση ισχύει για περίοδο δύο (2) ετών, με δυνατότητα ανανέωσής της για δύο (2) περαιτέρω διετείς περιόδους:

Νοείται ότι, η γραπτή εξουσιοδότηση δύναται να ανακληθεί από τον εκδότη της οποτεδήποτε αυτό κριθεί αναγκαίο:

Νοείται περαιτέρω ότι, η γραπτή εξουσιοδότηση που εκδόθηκε από τον Αρχηγό της Αστυνομίας ανανεώνεται ή ανακαλείται με τη σύμφωνη γνώμη του Υπαρχηγού της Αστυνομίας.

(3) Ο Αρχηγός της Αστυνομίας και/ή ο Διοικητής της ΚΥΠ υποβάλλει κατάλογο με τα στοιχεία των εξουσιοδοτηθέντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου  (1) προσώπων, στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και στην Τριμελή Επιτροπή και σε περίπτωση ανανέωσης ή  ανάκλησης των εν λόγω εξουσιοδοτήσεων, προβαίνουν σε άμεση ενημέρωσή τους.

(4) Εξουσιοδοτημένο πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τους όρους δικαστικού εντάλματος παρακολούθησης που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες  ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Περιεχόμενο αιτήσεως

7.-(1) Αίτηση για την έκδοση δικαστικού εντάλματος προς εξουσιοδότηση, έγκριση ή παράταση παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας υποβάλλεται εγγράφως, υπογράφεται υπό ή εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και συνοδεύεται από ένορκο δήλωση αρμόδιου δημόσιου λειτουργού, η οποία-

(α) Σε περίπτωση που η εξουσιοδότηση ή έγκριση ή παράταση παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας είναι αναγκαία για την αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων, περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες και στοιχεία:

(i) Την ιδιότητα του αρμόδιου δημόσιου λειτουργού·

(ii) πλήρη και εμπεριστατωμένη έκθεση γεγονότων και περιστατικών στα οποία βασίζεται ο αιτητής, για να δικαιολογήσει την πεποίθησή του ότι το ζητούμενο δικαστικό ένταλμα πρέπει να εκδοθεί, η οποία περιλαμβάνει-

(αα) λεπτομέρειες του αδικήματος το οποίο διαπράχθηκε, διαπράττεται ή αναμένεται να διαπραχθεί·

(ββ) γενική περιγραφή της φύσης και του τόπου, εφόσον αυτά είναι γνωστά, απ’ όπου ζητείται να διενεργηθεί η παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας·

(γγ) γενική περιγραφή του είδους της ιδιωτικής επικοινωνίας, όπως και του τρόπου με τον οποίο θα διενεργηθεί η παρακολούθηση·

(δδ) την ταυτότητα του προσώπου το οποίο διέπραξε ή διαπράττει το αδίκημα ή αναμένεται να το διαπράξει, εφόσον είναι γνωστή, και του οποίου ζητείται η παρακολούθηση της ιδιωτικής επικοινωνίας ·

(εε) το όνομα, τη διεύθυνση και το επάγγελμα, εφόσον είναι γνωστά, όλων των προσώπων των οποίων η παρακολούθηση της ιδιωτικής επικοινωνίας εύλογα πιστεύεται ότι μπορεί να υποβοηθήσει στη διερεύνηση του αδικήματος·

(στστ) πλήρη και εμπεριστατωμένη έκθεση για το κατά πόσο έχουν δοκιμαστεί και άλλες συνήθεις ανακριτικές ή διερευνητικές διαδικασίες και απέτυχαν ή φαίνεται λογικό ότι δεν αναμένεται να επιτύχουν, εάν δοκιμαστούν, ή είναι επικίνδυνες για την πρόσφορη διερεύνηση του αδικήματος ή το επείγον της περίπτωσης είναι τέτοιο, ώστε δεν ήταν πρακτικό να διεκπεραιωθούν οι έρευνες ή οι ανακρίσεις για το αδίκημα με τη χρήση άλλων διαδικασιών·

(iii) την υπολογιζόμενη χρονική διάρκεια της παρακολούθησης και εφόσον δικαιολογείται από τη φύση της έρευνας για το αδίκημα ο μη αυτόματος τερματισμός της παρακολούθησης με τη λήψη του περιγραφόμενου είδους της ιδιωτικής επικοινωνίας, πλήρη περιγραφή των γεγονότων τα οποία στηρίζουν εύλογη υποψία ή πεποίθηση ότι δυνατόν να επακολουθήσουν και πρόσθετες ιδιωτικές επικοινωνίες του ίδιου είδους·

(iv) πλήρη και εμπεριστατωμένη έκθεση των γεγονότων που αφορούν όλες τις προηγούμενες γνωστές αιτήσεις που καταχωρίσθηκαν στο Δικαστήριο για εξουσιοδότηση ή παράταση παρακολουθήσεων, στις οποίες εμπλέκονται οποιαδήποτε πρόσωπα αναφέρονται και στην παρούσα αίτηση που συμπεριλαμβάνει και την απόφαση του αρμόδιου Δικαστή σε καθεμία από αυτές· και

(v) έκθεση στην οποία παρατίθενται τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα από την παρακολούθηση ή λογική επεξήγηση για τους λόγους αποτυχίας λήψης τέτοιων αποτελεσμάτων, όταν η αίτηση αφορά παράταση της ισχύος δικαστικού εντάλματος·

(β) σε περίπτωση που η εξουσιοδότηση ή έγκριση ή παράταση παρακολούθησης ιδιωτικής επικοινωνίας είναι αναγκαία προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας, περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες και στοιχεία:

(i) Την ιδιότητα του αρμόδιου δημόσιου λειτουργού·

(ii) πλήρη και εμπεριστατωμένη έκθεση γεγονότων και περιστατικών στα οποία βασίζεται ο αιτητής, για να δικαιολογήσει την πεποίθησή του ότι το αιτούμενο δικαστικό ένταλμα πρέπει να εκδοθεί·

(iii) γενική περιγραφή του είδους της ιδιωτικής επικοινωνίας, καθώς και του τρόπου με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η παρακολούθηση·

(iv) την υπολογιζόμενη χρονική διάρκεια της παρακολούθησης και εφόσον δικαιολογείται από τη φύση της έρευνας ο μη αυτόματος τερματισμός της παρακολούθησης με τη λήψη του περιγραφόμενου είδους της ιδιωτικής επικοινωνίας, πλήρη περιγραφή των γεγονότων τα οποία στηρίζουν εύλογη υποψία ή πεποίθηση ότι δυνατόν να επακολουθήσουν και πρόσθετες ιδιωτικές επικοινωνίες του ίδιου είδους·

(v) έκθεση στην οποία παρατίθενται τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα από την παρακολούθηση ή λογική εξήγηση για την αποτυχία λήψης τέτοιων αποτελεσμάτων, όταν η αίτηση αφορά παράταση της ισχύος δικαστικού εντάλματος:

Νοείται ότι, ο Δικαστής δύναται να ζητήσει από τον αιτητή την παροχή περαιτέρω λεπτομερειών ή στοιχείων ή μαρτυρίας προς υποστήριξη της αίτησης υπό μορφήν συμπληρωματικής ενόρκου δηλώσεως ή ενόρκου μαρτυρικής καταθέσεως ή άλλως πως.

Έκδοση δικαστικού εντάλματος παρακολούθησης

8.-(1) Ο Δικαστής μπορεί να εκδώσει δικαστικό ένταλμα παρακολούθησης, όπως ζητήθηκε με την αίτηση ή με τέτοιες τροποποιήσεις ή με τέτοιους όρους που ο ίδιος κρίνει αναγκαίους με το οποίο να εξουσιοδοτεί την παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας, αν ικανοποιηθεί ότι με βάση τα γεγονότα τα οποία υποβλήθηκαν από τον αιτητή-

(α) υπάρχει εύλογη υποψία ότι πρόσωπο διαπράττει, διέπραξε ή αναμένεται να διαπράξει αδίκημα ή υπάρχει εύλογη υποψία ότι κινδυνεύει η ασφάλεια της Δημοκρατίας˙


(β) υπάρχει εύλογη υποψία ότι συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με το αδίκημα ή υπάρχει εύλογη υποψία ότι συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με τον κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας˙

(γ) [Διαγράφηκε]˙

(δ) [Διαγράφηκε]˙

(ε) είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης η έκδοση του ανωτέρω δικαστικού εντάλματος.

(2) Δικαστικό ένταλμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) δυνατό να περιέχει τέτοιους όρους και προϋποθέσεις, ανάλογα με το σκοπό της αίτησης, όπως ο Δικαστής κρίνει σκόπιμο και περιγράφει-

(α) Την ταυτότητα του προσώπου, αν είναι γνωστή, για το οποίο ζητείται η παρακολούθηση της ιδιωτικής επικοινωνίας του, σε περίπτωση που η παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας είναι αναγκαία προς αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων˙

(β) τη φύση και τον τόπο, αν είναι γνωστά, απ’ όπου σκοπείται να παρακολουθείται η ιδιωτική επικοινωνία, τα οποία καθορίζονται από τον αιτητή, σε περίπτωση που η παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας είναι αναγκαία προς αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων˙

(γ) το είδος της ιδιωτικής επικοινωνίας της οποίας ζητείται η παρακολούθηση και σε περίπτωση που η παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας είναι αναγκαία προς αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων, τα αδικήματα με τα οποία αυτή σχετίζεται˙

(δ) τον τρόπο με τον οποίο σκοπείται να πραγματοποιηθεί η παρακολούθηση˙

(ε) το όργανο ή το πρόσωπο το οποίο είναι υπεύθυνο για την παρακολούθηση˙

(στ) τη χρονική περίοδο για την οποία παραχωρείται η εξουσιοδότηση που περιλαμβάνει διαταγή κατά πόσο η παρακολούθηση τερματίζεται αυτόματα ή όχι, όταν η περιγραφόμενη ιδιωτική επικοινωνία ληφθεί.

(3) Δικαστικό ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, κατόπιν σχετικής αίτησης του αιτητή, διατάσσει τον παροχέα ή πρόσωπο που ενεργεί κατόπιν άδειας του παροχέα να παράσχει, χωρίς καθυστέρηση, στον αιτητή ή στον Αρχηγό της Αστυνομίας ή στον Διοικητή της ΚΥΠ όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, διευκολύνσεις και τεχνική βοήθεια για την εκτέλεση του δικαστικού εντάλματος.

(4) Το δικαστικό ένταλμα μπορεί να εξουσιοδοτήσει είσοδο σ’ οποιαδήποτε υποστατικά καθορίζονται σ’ αυτό με σκοπό την εγκατάσταση, συντήρηση, χρησιμοποίηση ή απομάκρυνση οποιουδήποτε εξοπλισμού τερματικών ή ραδιοεξοπλισμού ή εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών, ο οποίος χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση, τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε εν ισχύι νόμου.

(5) Κανένα δικαστικό ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν εξουσιοδοτεί ή εγκρίνει την παρακολούθηση οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας για χρονική περίοδο μεγαλύτερη από την αναγκαία, κατά την κρίση του Δικαστή, για επίτευξη του στόχου της εξουσιοδότησης και, εν πάση περιπτώσει, για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες. Παρατάσεις του δικαστικού εντάλματος μπορεί να δοθούν από καιρό σε καιρό κατόπιν αιτήσεως που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 7, και εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι λόγοι που περιγράφονται στο εδάφιο (1). Η χρονική περίοδος κάθε παράτασης δεν είναι μεγαλύτερη από την αναγκαία, κατά την κρίση του Δικαστή, για επίτευξη του στόχου αυτής και, εν πάση περιπτώσει, δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες.

Αίτημα δικαστικής συνδρομής που αφορά παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας

8Α. Σε περίπτωση που χώρα της αλλοδαπής υποβάλει εγγράφως αίτημα συνδρομής προς εξασφάλιση μαρτυρίας εντός της Δημοκρατίας σχετικά με διαδικασία που έχει αρχίσει ενώπιον δικαστηρίου της εν λόγω χώρας ή σχετικά με ποινική ανάκριση που διεξάγεται στην εν λόγω χώρα και το αίτημα αφορά παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας η οποία επιτρέπεται βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 9 και 10 του περί Διεθνούς Συνεργασίας σε Ποινικά Θέματα Νόμου.

Έναρξη παρακολούθησης πριν από την έκδοση δικαστικού εντάλματος

9. [Διαγράφηκε]
Παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας που διεξάγεται με παράνομα μέσα

10. [Διαγράφηκε]
Παρακώλυση εκτέλεσης δικαστικού εντάλματος

11. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Εκθέσεις αναφορικά με παρακολούθηση

12. O Δικαστής, εκδίδοντας το δικαστικό ένταλμα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8, μπορεί να δώσει οδηγίες να ενημερώνεται ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας από τον Αρχηγό της Αστυνομίας ή τον Διοικητή της ΚΥΠ, ανάλογα με την περίπτωση, με τακτικές εβδομαδιαίες εκθέσεις, ή κατά τέτοια τακτά χρονικά διαστήματα, όπως κρίνει σκόπιμο, που να αναφέρονται στην πρόοδο που έχει επιτελεστεί σχετικά με την παρακολούθηση που εξουσιοδοτήθηκε ή εγκρίθηκε και την ανάγκη συνέχισης της.

Αποτύπωση, φύλαξη του περιεχομένου της ιδιωτικής επικοινωνίας

13.-(1) Το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας που λαμβάνεται από παρακολούθηση που εξουσιοδοτήθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 αποτυπώνεται, καταγράφεται ηλεκτρονικά ή άλλως πως ή ηχογραφείται ή μαγνητοσκοπείται σε δίσκο ή λογισμικό πρόγραμμα, μαγνητοταινία ή οποιαδήποτε άλλη ταινία ή έντυπο ή κείμενο ή μηχάνημα ή συσκευή κατάλληλα προς τούτο ή καταγράφεται ηλεκτρονικά με οπτικό ή άλλο μέσο. Η αποτύπωση, καταγραφή ή ηχογράφηση ή μαγνητοσκόπηση αυτή θα γίνεται με τέτοιο τρόπο που να προστατεύει το περιεχόμενο της ιδιωτικής επικοινωνίας από οποιαδήποτε αλλοίωση, διαρροή, τροποποίηση ή άλλη παρέμβαση.

(2) Σε περίπτωση δικαστικού εντάλματος που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας που είναι αναγκαία προς αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων, αμέσως μετά την εκπνοή του δικαστικού εντάλματος ή οποιωνδήποτε παρατάσεων του, η αποτύπωση, καταγραφή, ηχογράφηση ή μαγνητοσκόπηση του περιεχομένου της ιδιωτικής επικοινωνίας τίθεται στη διάθεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ο οποίος δίνει οδηγίες για την ασφαλή φύλαξη της και δεν καταστρέφεται, εκτός κατόπιν σχετικών οδηγιών του Γενικού Εισαγγελέα, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).

(3) Αποτύπωση, καταγραφή, ηχογράφηση ή μαγνητοσκόπηση, εν όλω ή εν μέρει, που αναφέρεται στο εδάφιο (2) και η οποία κατά την κρίση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας δεν υποβοηθεί ή δεν σχετίζεται ή δεν είναι αναγκαία προς αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων, καταστρέφεται.

(3Α)  Σε περίπτωση δικαστικού εντάλματος που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας που είναι αναγκαία προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας, το περιεχόμενο της ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο αποτυπώνεται, καταγράφεται, ηχογραφείται ή μαγνητοσκοπείται, όπως ορίζεται στο εδάφιο (1), καταστρέφεται εντός ενός (1) έτους από την εκπνοή του δικαστικού εντάλματος παρακολούθησης, εκτός εάν ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας εγκρίνει την παράταση του χρόνου διατήρησής του, κατόπιν υποβολής αιτιολογημένου αιτήματος του Αρχηγού της Αστυνομίας ή του Διοικητή της ΚΥΠ.

(4) Το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας που έχει ληφθεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου καταστρέφεται.

Αποκάλυψη περιεχομένου αιτήσεων και δικαστικών ενταλμάτων

14.-(1) Αιτήσεις που καταχωρήθηκαν και δικαστικά εντάλματα που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 6, 7 και 8 σφραγίζονται από το Δικαστή, ο οποίος δίνει οδηγίες για την ασφαλή φύλαξη τους.

(2) Αποκάλυψη ή χρήση του περιεχομένου τέτοιων αιτήσεων ή/και δικαστικών ενταλμάτων μπορεί να γίνει κατόπιν οδηγιών του δικαστηρίου μόνο ύστερα από σχετική αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου προσώπου που να δικαιολογεί τέτοια αποκάλυψη ή χρήση ενώπιον οποιασδήποτε ποινικής ή πολιτικής διαδικασίας:

Νοείται ότι, το περιεχόμενο αιτήσεων και δικαστικών ενταλμάτων προς παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας αναγκαίας προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας δεν αποκαλύπτεται ή χρησιμοποιείται, εφόσον αυτό ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια της Δημοκρατίας.

Λήψη ιδιωτικής επικοινωνίας που σχετίζεται με άλλα αδικήματα

15. Αν κατά την παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας που λαμβάνει χώρα σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση κατόπιν δικαστικού εντάλματος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8, το άτομο που προβαίνει στην παρακολούθηση λαμβάνει ιδιωτική επικοινωνία η οποία σχετίζεται με άλλο αδίκημα από αυτό που περιγράφεται ή με οποιοδήποτε αδίκημα, σε περίπτωση που το δικαστικό ένταλμα αφορά ιδιωτική επικοινωνία η παρακολούθηση της οποίας είναι αναγκαία προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας, το περιεχόμενο της επικοινωνίας αυτής θεωρείται ότι λήφθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι καταχωρείται, το συντομότερο δυνατό, συμπληρωματική αίτηση δυνάμει των άρθρων 6 και 7 του παρόντος Νόμου για έκδοση δικαστικού εντάλματος που εγκρίνει την παρακολούθηση και εκδίδεται το σχετικό δικαστικό ένταλμα.

Χρήση μαρτυρίας που λήφθηκε έπειτα από παρακολούθηση ενώπιον ποινικής ή πολιτικής διαδικασίας

16.-(1) Το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο λήφθηκε έπειτα από υποκλοπή ή παρακολούθηση ή μαρτυρία που πηγάζει από τέτοια υποκλοπή ή παρακολούθηση, δεν μπορεί να γίνει δεχτό ως μαρτυρία ενώπιον οποιασδήποτε ποινικής ή πολιτικής διαδικασίας, αν η εν λόγω υποκλοπή ή παρακολούθηση έλαβε χώρα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, το περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας μεταξύ δικηγόρου και πελάτη το οποίο αποτελεί επαγγελματικό απόρρητο, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δικηγόρων Νόμου και τους περί Δεοντολογίας των Δικηγόρων Κανονισμούς, δεν δύναται να γίνει αποδεκτό ως μαρτυρία σε οποιαδήποτε ποινική ή πολιτική διαδικασία.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε εν ισχύι Νόμου, το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο λήφθηκε έπειτα από παρακολούθηση ή μαρτυρία που πηγάζει από τέτοια παρακολούθηση, η οποία έλαβε χώρα σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση που δόθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 ή σύμφωνα με προηγούμενη ρητή έγκριση που δόθηκε από το πρόσωπο που προέβη στην επικοινωνία ή από το πρόσωπο που έλαβε αυτή, μπορεί να γίνει δεχτό ως μαρτυρία ενώπιον οποιασδήποτε ποινικής ή πολιτικής διαδικασίας:

Νοείται ότι κάθε πρόσωπο που θίγηκε ή ενδιαφερόμενο μέρος στην εν λόγω διαδικασία εφοδιάζεται μέσα σε εύλογο χρόνο με αντίγραφο του σχετικού δικαστικού εντάλματος και την αίτηση, που συνοδεύει, δυνάμει του οποίου εξουσιοδοτήθηκε ή εγκρίθηκε η παρακολούθηση, εκτός αν το θιγέν πρόσωπο ή το ενδιαφερόμενο μέρος απουσιάζει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής:

Νοείται επίσης ότι το περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο λήφθηκε έπειτα από παρακολούθηση ή μαρτυρία που πηγάζει από τέτοια παρακολούθηση, η οποία έλαβε χώρα, σύμφωνα με προηγούμενη ρητή έγκριση που δόθηκε από το πρόσωπο που προέβη στην επικοινωνία ή από το πρόσωπο που έλαβε αυτή, μπορεί να μη γίνει δεχτό ως μαρτυρία, αν το δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι αυτό είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε εν ισχύι νόμου, το πρόσωπο που θίγηκε μπορεί, σε οποιαδήποτε ποινική ή πολιτική διαδικασία, να προσβάλει ως μη αποδεκτή μαρτυρία το περιεχόμενο οποιασδήποτε ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο λήφθηκε έπειτα από υποκλοπή ή παρακολούθηση ή μαρτυρία που πηγάζει από τέτοια υποκλοπή ή παρακολούθηση για τους λόγους ότι-

(α) Το περιεχόμενο της ιδιωτικής επικοινωνίας λήφθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου0

(β) η παρακολούθηση έλαβε χώρα με τρόπο που δεν αναφερόταν στο δικαστικό ένταλμα.

(4) Το δικαστήριο, κατόπιν αιτήσεως του θιγέντος προσώπου, μπορεί, κατά την κρίση του, να διατάξει να προσκομιστούν σ’ αυτό ή στο δικηγόρο του για έρευνα τέτοια αποσπάσματα περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας η οποία λήφθηκε έπειτα από υποκλοπή ή παρακολούθηση ή μαρτυρία που πηγάζει από τέτοια υποκλοπή ή παρακολούθηση, τα οποία κρίνει ότι πρέπει να γνωστοποιηθούν στο πρόσωπο που ζημιώθηκε για σκοπούς απονομής δικαιοσύνης.

Κοινοποίηση προς το θιγέν πρόσωπο

17.-(1) Μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει εν πάση περιπτώσει τις ενενήντα (90) ημέρες από την έκδοση του δικαστικού εντάλματος, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 ή που δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες από την εκτέλεση δικαστικού εντάλματος δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 21, 22 και 23, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κοινοποιεί προς το θιγέν πρόσωπο αν αυτό είναι γνωστό και, αν αυτό κατοικεί, διαμένει ή βρίσκεται στη Δημοκρατία, έκθεση η οποία περιγράφει τα ακόλουθα:

(α) Το γεγονός της έκδοσης του δικαστικού εντάλματος,

(β) την ημερομηνία έκδοσης του δικαστικού εντάλματος και την καθοριζόμενη στο ένταλμα χρονική περίοδο εντός της οποίας δόθηκε εξουσιοδότηση ή έγκριση παρακολούθησης ή πρόσβασης στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, και

(γ) το γεγονός ότι κατά την ανωτέρω περίοδο έλαβε χώρα ή όχι παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας.

(2) Το δικαστήριο, κατόπιν αίτησης του θιγέντος προσώπου, δύναται, κατά την κρίση του, να διατάξει να προσκομιστούν σε αυτό ή στο δικηγόρο του για έρευνα τέτοια αποσπάσματα περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας η οποία λήφθηκε έπειτα από παρακολούθηση ή πρόσβαση στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, τα οποία κρίνει ότι πρέπει να γνωστοποιηθούν στο θιγέν πρόσωπο για σκοπούς απονομής της δικαιοσύνης, εκτός αν αυτά έχουν ήδη καταστραφεί σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 13 ή έχουν ήδη επιστραφεί και τυχόν αντίγραφά τους έχουν καταστραφεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του παρόντος Νόμου.

(3) Κατόπιν μονομερούς (ex parte) αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, το δικαστήριο δύναται κατά καιρούς να αναβάλλει την ημερομηνία κοινοποίησης προς το θιγέν πρόσωπο της έκθεσης που προβλέπεται στο εδάφιο (1), αν κρίνει ότι απαιτείται προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας υγείας ή των δημόσιων ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων ή των ελευθεριών ή της υπόληψης άλλων και προς παρεμπόδιση της αποκάλυψης πληροφοριών που λήφθηκαν εμπιστευτικά ή προς το δημόσιο συμφέρον ή για την ανάγκη προστασίας του ανακριτικού έργου.

(3Α) Σε περίπτωση δικαστικού εντάλματος που αφορά παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας που είναι αναγκαία προς το συμφέρον της Δημοκρατίας, το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν μονομερούς αίτησης (ex parte) του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, να διατάξει τη μη κοινοποίηση προς το θιγέν πρόσωπο της έκθεσης που προβλέπεται στο εδάφιο (1), εφόσον ικανοποιηθεί ότι αυτό ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια της Δημοκρατίας.

(4) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται, σε περίπτωση που ο Δικαστής αρνείται την έκδοση δικαστικού εντάλματος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8.

ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Τριμελής Επιτροπή

17Α.-(1) Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου αξιολογείται από την Τριμελή Επιτροπή, η οποία ελέγχει, μεταξύ άλλων, και την τήρηση των όρων και της διαδικασίας άρσης του απορρήτου προς εκτέλεση δικαστικού εντάλματος παρακολούθησης το οποίο εκδίδεται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Χωρίς επηρεασμό των εξουσιών ελέγχου του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η Τριμελής Επιτροπή προς εκπλήρωση της καθοριζόμενης στο εδάφιο (1) αποστολής της, επιπροσθέτως των καθοριζομένων στο άρθρο 6 του περί της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) Νόμου, δύναται να-

(α) Διενεργεί αυτεπάγγελτα ή κατόπιν καταγγελίας τακτικούς και έκτακτους ελέγχους σε εγκαταστάσεις, τεχνικό εξοπλισμό, αρχεία, δεδομένα και έγγραφα της ΚΥΠ και της Αστυνομίας,

(β) λαμβάνει πληροφορίες σχετικές με την απορρέουσα εκ του εδαφίου (1) αποστολή της από την Αστυνομία, την ΚΥΠ, τους παροχείς υπηρεσιών, άλλες δημόσιες υπηρεσίες, υπηρεσίες του ευρύτερου δημόσιου τομέα και ιδιωτικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή άλλες υπηρεσίες που σχετίζονται με την επικοινωνία,

(γ) καλεί σε ακρόαση οποιοδήποτε αναφερόμενο στην παράγραφο (β) πρόσωπο, υπάλληλο ή εκπρόσωπο υπηρεσιών και κάθε άλλο πρόσωπο το οποίο κρίνει ότι μπορεί να συμβάλει στην εκπλήρωση της αποστολής της:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που η Τριμελής Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχει ενδεχόμενο παραβίασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου η οποία συνιστά ποινικό αδίκημα ή οποιασδήποτε άλλης παραβίασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου συναφούς με το δικαίωμα επικοινωνίας, ενημερώνει, ανάλογα με την περίπτωση, τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ή τον Επίτροπο για την εκτέλεση των εξουσιών τους που απορρέουν από το Σύνταγμα και τους νόμους.

(3)(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο Αρχηγός Αστυνομίας ενημερώνει τον επικεφαλής της Τριμελούς Επιτροπής με τακτικές τριμηνιαίες εκθέσεις για κάθε περίπτωση δικαστικού εντάλματος το οποίο εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8 και το οποίο αφορά παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας που είναι αναγκαία προς αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη αδικημάτων.

(β) Η Τριμελής Επιτροπή, επιπροσθέτως της προβλεπόμενης στο εδάφιο (6) ετήσιας έκθεσης, συντάσσει και υποβάλλει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ετήσια ειδική έκθεση στην οποία περιλαμβάνονται τα στοιχεία που προκύπτουν από τις υποβαλλόμενες σε αυτήν δυνάμει της παραγράφου (α) τριμηνιαίες εκθέσεις.

(4) Η Τριμελής Επιτροπή για σκοπούς επιτέλεσης της καθοριζόμενης στο εδάφιο (1) αποστολής της, αφού διαβουλευθεί με τον Αρχηγό της Αστυνομίας και τον Διοικητή της ΚΥΠ, συντάσσει εσωτερικούς κανονισμούς,.

(5) Η Τριμελής Επιτροπή τηρεί αρχείο εξουσιοδοτημένων προσώπων τα οποία ορίζονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6Α.

(6) Η Τριμελής Επιτροπή συντάσσει ετήσια έκθεση στην οποία περιγράφει το έργο της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, διατυπώνει παρατηρήσεις και συστάσεις, επισημαίνει παραλείψεις και προτείνει τυχόν ενδεικνυόμενες νομοθετικές τροποποιήσεις στον τομέα της διασφάλισης του απορρήτου της επικοινωνίας.

(7) Η έκθεση που συντάσσεται σύμφωνα με το εδάφιο (6) υποβάλλεται στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας και κοινοποιείται στον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, στον Αρχηγό της Αστυνομίας και στον Διοικητή της ΚΥΠ.

ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑ
Αίτηση για εξουσιοδότηση επιθεώρησης και λήψης αντιγράφων τηλεγραφήματος

18. [Διαγράφηκε]
Έκδοση δικαστικού εντάλματος για επιθεώρηση ή λήψη αντιγράφων τηλεγραφήματος

19. [Διαγράφηκε]
Εφαρμογή διατάξεων που αφορούν παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας και στην περίπτωση τηλεγραφημάτων

20. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ IVA ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Αίτηση για πρόσβαση σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας

21.(1) Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας δύναται να υποβάλει μονομερή (ex parte) αίτηση στο Δικαστήριο, ζητώντας έκδοση δικαστικού εντάλματος, με το οποίο εξουσιοδοτείται ή εγκρίνεται η πρόσβαση, η επιθεώρηση και η λήψη καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας από ή εκ μέρους του ιδίου ή του Αρχηγού της Αστυνομίας ή οποιουδήποτε ανακριτή.

(2) H προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση δύναται να υποβληθεί αναφορικά με περιεχόμενο επικοινωνίας, που βρίσκεται καταγεγραμμένο σε έγγραφα ή σε συσκευές ή σε αντικείμενα που έχουν περιέλθει ή πρόκειται να περιέλθουν στην κατοχή της Αστυνομίας ή οποιουδήποτε ανακριτή, κατόπιν εκτέλεσης δικαστικού εντάλματος έρευνας, το οποίο εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 27, 28, 29 και 30 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή κατόπιν έγκρισης από το Δικαστή αιτήματος, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, ή κατόπιν εκτέλεσης αιτήματος δικαστικής συνδρομής είτε από την αρμόδια αρχή ξένης χώρας είτε από την αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, δυνάμει των διατάξεων του περί Διεθνούς Συνεργασίας σε Ποινικά Θέματα Νόμου ή με βάση διεθνείς συμβάσεις στις οποίες προσχώρησε η Κυπριακή Δημοκρατία ή με τη γραπτή συγκατάθεση του  κατόχου τους ή με άλλο νόμιμο τρόπο.

(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση δύναται να περιλαμβάνει, εάν είναι αναγκαίο, τα ακόλουθα αιτήματα:

(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου,  αίτημα για πρόσβαση σε  δεδομένα, ως αυτά ορίζονται στον πιο πάνω Νόμο, τα οποία εύλογα πιστεύεται ότι βρίσκονται καταγεγραμμένα σε έγγραφα ή σε συσκευές ή σε αντικείμενα που έχουν περιέλθει ή πρόκειται να περιέλθουν στην κατοχή της Αστυνομίας ή οποιουδήποτε ανακριτή, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2)· ή/και

(β) αίτημα εξουσιοδότησης για είσοδο και έρευνα σε οποιοδήποτε τόπο, στον οποίο εύλογα  πιστεύεται ότι υπάρχουν έγγραφα ή συσκευές ή αντικείμενα επί των οποίων βρίσκεται καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας και την κατάσχεση και κατακράτηση αυτών, μέχρι την αποπεράτωση οποιασδήποτε ποινικής ή άλλης διαδικασίας, η οποία δυνατόν να διεξαχθεί σε σχέση με αυτά.

(4) Καμιά αίτηση από ή εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας δεν μπορεί να υποβληθεί και καμιά εξουσιοδότηση ή έγκριση δεν μπορεί να δοθεί από Δικαστή για πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, παρά μόνο στις περιπτώσεις που αυτό είναι αναγκαίο-

(α) Προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας· ή

(β) για την αποτροπή, διερεύνηση ή δίωξη σε σχέση με αδικήματα, τα οποία περιλαμβάνονται στην υποπαράγραφο Β της παραγράφου 2 του Άρθρου 17 του Συντάγματος.

Περιεχόμενο αίτησης

22. Η αίτηση για την έκδοση δικαστικού εντάλματος για εξουσιοδότηση ή έγκριση πρόσβασης, επιθεώρησης και λήψης καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας γίνεται εγγράφως, υπογράφεται από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή, εκ μέρους αυτού, από Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και συνοδεύεται από ένορκο δήλωση αρμόδιου δημόσιου λειτουργού, η οποία περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες και τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Την ιδιότητα του αρμόδιου δημόσιου λειτουργού·

(β) πλήρη και εμπεριστατωμένη έκθεση γεγονότων και περιστατικών, στα οποία βασίζεται ο αιτητής για να δικαιολογήσει την πεποίθησή του ότι το ζητούμενο δικαστικό ένταλμα πρέπει να εκδοθεί, η οποία έκθεση περιλαμβάνει-

(i) λεπτομέρειες του αδικήματος, το οποίο εύλογα πιστεύεται ότι διαπράχθηκε, διαπράττεται ή αναμένεται να διαπραχθεί, ή περιγραφή του κινδύνου που πιστεύεται ότι υπάρχει για την ασφάλεια της Δημοκρατίας, ανάλογα με την περίπτωση,

(ii) γενική περιγραφή του είδους της ιδιωτικής επικοινωνίας και των εγγράφων ή των συσκευών ή των αντικειμένων επί των οποίων βρίσκεται αποθηκευμένο ή καταγεγραμμένο το περιεχόμενό της,

(iii) τον τρόπο με τον οποίο τα έγγραφα ή οι συσκευές  ή τα αντικείμενα επί των οποίων βρίσκεται αποθηκευμένο το περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, περιήλθαν ή πρόκειται να περιέλθουν στην κατοχή της Αστυνομίας ή οποιουδήποτε ανακριτή, ανάλογα με την περίπτωση,

(iv) την ταυτότητα, εάν είναι γνωστή, του προσώπου που εύλογα πιστεύεται ότι διέπραξε ή διαπράττει ή αναμένεται να διαπράξει το αδίκημα και στο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας του οποίου ζητείται η πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη,

(v) το όνομα, τη διεύθυνση και το επάγγελμα, εάν είναι γνωστά, όλων των προσώπων, η πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη του καταγεγραμμένου περιεχομένου επικοινωνίας των οποίων εύλογα πιστεύεται ότι μπορεί να βοηθήσει στην αποτροπή, στη διερεύνηση ή στη δίωξη αδικήματος ή να χρησιμεύσει προς το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας·

(γ) το πρόσωπο το οποίο θα διενεργήσει την πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη του καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας·

(δ) το αίτημα, εάν είναι αναγκαίο, για πρόσβαση σε δεδομένα, ως αυτά ορίζονται στον περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμο, τα οποία εύλογα πιστεύεται ότι βρίσκονται καταγεγραμμένα σε έγγραφα ή σε συσκευές ή σε αντικείμενα, στα οποία  βρίσκεται καταγεγραμμένο περιεχόμενο  ιδιωτικής επικοινωνίας∙

(ε) το αίτημα, εάν είναι αναγκαίο, εξουσιοδότησης για είσοδο και έρευνα σε οποιοδήποτε καθορισμένο στο ένταλμα τόπο, και κατάσχεση εγγράφων ή συσκευών ή αντικειμένων που βρίσκονται σε αυτόν, στα οποία εύλογα πιστεύεται ότι βρίσκεται καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας και κατακράτηση αυτών, μέχρι την αποπεράτωση οποιασδήποτε ποινικής ή άλλης διαδικασίας, η οποία δυνατόν να διεξαχθεί σε σχέση με αυτά·

(στ) εμπεριστατωμένη έκθεση που να δικαιολογεί τη ζητούμενη με την αίτηση χρονική διάρκεια της πρόσβασης, επιθεώρησης και λήψης καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας και σε περίπτωση που η αίτηση αφορά παράταση της ισχύος του δικαστικού εντάλματος, έκθεση στην οποία παρατίθεται λογική εξήγηση για την αποτυχία λήψης τέτοιων αποτελεσμάτων:

Νοείται ότι, ο Δικαστής δύναται να ζητήσει από τον αιτητή την παροχή περαιτέρω λεπτομερειών ή στοιχείων ή μαρτυρίας για υποστήριξη της αίτησης, με τη μορφή συμπληρωματικής ενόρκου δηλώσεως ή ενόρκου μαρτυρικής καταθέσεως ή άλλως πως.

Έκδοση δικαστικού εντάλματος πρόσβασης σε καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας

23.(1) Ο Δικαστής δύναται να εκδώσει το αναφερόμενο στα άρθρα 21 και 22 δικαστικό ένταλμα, όπως αυτό ζητήθηκε με την αίτηση ή με τέτοιες τροποποιήσεις ή με τέτοιους όρους που ο ίδιος κρίνει αναγκαίους, εάν ικανοποιηθεί ότι, με βάση τα γεγονότα τα οποία υποβλήθηκαν από τον αιτητή-

(α) Υπάρχει εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι πρόσωπο διέπραξε, διαπράττει ή αναμένεται να διαπράξει αδίκημα ή υπάρχει εύλογη υποψία ή πιθανότητα να κινδυνεύει η ασφάλεια της Δημοκρατίας.

(β) υπάρχει εύλογη υποψία ή πιθανότητα ότι συγκεκριμένη ιδιωτική επικοινωνία συνδέεται ή είναι συναφής με το αδίκημα ή με τον κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας.

(γ) η έκδοση του δικαστικού εντάλματος είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου, με το δικαστικό ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δύναται να εξουσιοδοτείται πρόσβαση σε  δεδομένα, ως αυτά ορίζονται στον περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμο, τα οποία εύλογα πιστεύεται ότι βρίσκονται καταγεγραμμένα σε συσκευές ή αντικείμενα, τα οποία έχουν περιέλθει ή πρόκειται να περιέλθουν στην κατοχή της Αστυνομίας ή οποιουδήποτε ανακριτή, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 21.

(3) Ο Δικαστής δύναται, περαιτέρω, με δικαστικό ένταλμα, που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, να εξουσιοδοτήσει, υπό τους όρους  και  τις προϋποθέσεις που ο ίδιος κρίνει σκόπιμο-

(α) Είσοδο και έρευνα σε οποιοδήποτε τόπο καθορίζεται σε αυτό, και

(β) κατάσχεση οποιωνδήποτε εγγράφων ή συσκευών ή αντικειμένων, που βρίσκονται στον εν λόγω τόπο, στα οποία εύλογα πιστεύεται ότι βρίσκεται καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας και κατακράτηση αυτών, μέχρι την αποπεράτωση οποιασδήποτε ποινικής ή άλλης διαδικασίας, η οποία δυνατόν να διεξαχθεί σε σχέση με αυτά.

(4)(α) Δικαστικό ένταλμα που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος άρθρου εξουσιοδοτεί ή εγκρίνει την πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας εντός χρονικής περιόδου η οποία, κατά την κρίση του Δικαστή, είναι αναγκαία για την επίτευξη του στόχου της εξουσιοδότησης και η οποία δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες:

Νοείται ότι το δικαστικό ένταλμα εκτελείται άπαξ.

(β) Παράταση ανεκτέλεστου δικαστικού εντάλματος δυνατό να εγκριθεί από το Δικαστή μέχρι δύο φορές κατόπιν συμπληρωματικής αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22-

(i) για χρονική περίοδο η οποία κάθε φορά κρίνεται αναγκαία από το Δικαστή για επίτευξη του στόχου αυτής και η οποία δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες. και

(ii) εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι λόγοι που αναφέρονται στο εδάφιο (1).

Λήψη ιδιωτικής επικοινωνίας που σχετίζεται με άλλα αδικήματα

24.Εάν κατά την πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας που λαμβάνει χώρα σύμφωνα με εξουσιοδότηση ή έγκριση, κατόπιν δικαστικού εντάλματος που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 21, 22 και 23, λαμβάνεται ιδιωτική επικοινωνία, η οποία σχετίζεται με άλλο αδίκημα από αυτό που περιγράφεται στο δικαστικό ένταλμα, το περιεχόμενο της επικοινωνίας αυτής θεωρείται ότι λήφθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι υποβάλλεται, το συντομότερο δυνατό, συμπληρωματική αίτηση δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 21, 22 και 23 για έκδοση δικαστικού εντάλματος, που να εγκρίνει την πρόσβαση, επιθεώρηση και λήψη του καταγεγραμμένου περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας και εκδίδεται το σχετικό δικαστικό ένταλμα.

Διάθεση εγγράφων, συσκευών ή αντικειμένων και καταστροφή περιεχομένου ιδιωτικής επικοινωνίας

25.(1) Όταν διαπιστωθεί, με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ότι το περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, το οποίο έχει ληφθεί βάσει δικαστικού εντάλματος, όπως καθορίζεται στα άρθρα 21, 22 και 23, δεν συνδέεται με τη διάπραξη του αδικήματος ή τον κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας, για τα οποία έχει εκδοθεί το ένταλμα, οποιοδήποτε έγγραφο, συσκευή ή αντικείμενο επί του οποίου βρίσκεται καταγεγραμμένο το εν λόγω περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, επιστρέφεται στο πρόσωπο, στην κατοχή του οποίου βρισκόταν όταν παραλήφθηκε και οποιοδήποτε αντίγραφο του περιεχομένου της ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο αναπαράχθηκε καταστρέφεται.

(2) Στην περίπτωση διακοπής της διαδικασίας διερεύνησης αδικήματος, για τo οποίo έχει εκδοθεί το δικαστικό ένταλμα, οποιοδήποτε έγγραφο, συσκευή ή αντικείμενο επί του οποίου βρίσκεται καταγεγραμμένο περιεχόμενο  ιδιωτικής  επικοινωνίας, το οποίο αποτελείμέρος μαρτυρίας, επιστρέφεται στο πρόσωπο, στην κατοχή του οποίου βρισκόταν όταν παραλήφθηκε και οποιοδήποτε αντίγραφο του περιεχομένου της ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο αναπαράχθηκε καταστρέφεται εντός ευλόγου χρόνου που καθορίζεται από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

(3) Οποιοδήποτε έγγραφο, συσκευή ή αντικείμενο επί του οποίου βρίσκεται καταγεγραμμένο περιεχόμενο ιδιωτικής επικοινωνίας, το οποίο αποτελεί μέρος μαρτυρίας, στην περίπτωση περάτωσης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου, επιστρέφεται στο πρόσωπο, το οποίο, κατά την κρίση του δικαστηρίου, έχει δικαίωμα σε αυτό και οποιοδήποτε αντίγραφο του περιεχομένου της ιδιωτικής επικοινωνίας το οποίο αναπαράχθηκε καταστρέφεται.

ΜΕΡΟΣ V ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Διαδικαστικοί Κανονισμοί

26. Το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να εκδίδει Διαδικαστικούς Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου, ο οποίος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Εφαρμογή των διατάξεων του περί Φυλακών Νόμου και Κανονισμών

26Α. Καμία διάταξη του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζει ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει την εφαρμογή των διατάξεων του περί Φυλακών Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή την εφαρμογή των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών που προνοούν για την επέμβαση στο δικαίωμα επικοινωνίας προσώπων που τελούν υπό  φυλάκιση ή προφυλάκιση.

Ο περί Ασυρμάτου Τηλεγραφίας Νόμος

27. [Διαγράφηκε]
Κανένας επηρεασμός του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου

27A. Καμιά διάταξη του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζει ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρεάζει την εφαρμογή των διατάξεων του περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμου.

Καταργήσεις

28. [Διαγράφηκε]
Σημείωση
21 του Ν. 13(Ι)/2020Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 13(Ι)/2020]

21. Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 13(Ι)/2020] τίθεται σε ισχύ, ευθύς ως η προβλεπόμενη δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 του περί της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) Νόμου Τριμελής Επιτροπή, διορισθεί.