7.-(1) Σε περίπτωση που διαπιστωθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ότι ο αγνοούμενος κρατικός υπάλληλος ή ο αγνοούμενος υπάλληλος οργανισμού δημόσιου δικαίου που έχει συμπληρώσει την ηλικία αφυπηρέτησης, δε βρίσκεται στη ζωή, τότε αν πρόκειται για έγγαμο αγνοούμενο υπάλληλο, η καταβολή της σύνταξης στους διαχειριστές της περιουσίας του τερματίζεται κα αρχίζει η καταβολή σύνταξης στη χήρα και στα τέκνα του σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του οικείου νόμου, ενώ, αν πρόκειται για άγαμο αγνοούμενο υπάλληλο, η καταβολή της σύνταξης στους διαχειριστές της περιουσίας του τερματίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο έχει διαπιστώσει ότι ο εν λόγω αγνοούμενος υπάλληλος δε βρίσκεται στη ζωή.
(2) Σε περίπτωση που διαπιστωθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ότι ο αγνοούμενος υπάλληλος ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία αφυπηρέτησης, δε βρίσκεται στη ζωή, τότε αν πρόκειται για έγγαμο αγνοούμενο υπάλληλο, καταβάλλεται στη χήρα και στα τέκνα του σύνταξη σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του οικείου νόμου.
(3) Αν το Υπουργικό Συμβούλιο διαπιστώσει ότι ο αγνοούμενος υπάλληλος, έγγαμος ή άγαμος, ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία αφυπηρέτησης, δε βρίσκεται στη ζωή, μπορεί με απόφαση του να εγκρίνει τη χορήγηση φιλοδωρήματος στο νόμιμο προσωπικό αντιπρόσωπο του σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου.