7.—(1)(α) Όταν κατά τη μεταβίβαση η επιχείρηση, η εγκατάσταση ή τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης διατηρεί την αυτονομία της, το καθεστώς, η εκπροσώπηση και η άσκηση του λειτουργήματος των εκπροσώπων των εργοδοτουμένων που επηρεάζονται από τη μεταβίβαση, διατηρούνται με τους ίδιους όρους και υπόκεινται στις ίδιες συνθήκες με αυτές που ίσχυαν πριν από την ημερομηνία της μεταβίβασης, σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές, διοικητικές διατάξεις ή συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική.
(β) Οι διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται όταν, σύμφωνα με τις υφιστάμενες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική, ή κατόπιν συμφωνίας με τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων, πληρούνται οι αναγκαίοι όροι για το νέο διορισμό εκπροσώπων των εργοδοτουμένων ή την ανασύσταση της εκπροσώπησής τους.
(γ) Όταν η επιχείρηση, εγκατάσταση ή τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης δε διατηρεί την αυτονομία της, ο εκχωρητής, και ο εκδοχέας λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζονται οι εργοδοτούμενοι οι οποίοι εκπροσωπούνταν πριν από τη μεταβίβαση, έτσι ώστε να εξακολουθούν να εκπροσωπούνται κατάλληλα και κατά την περίοδο που είναι απαραίτητη για την ανασύσταση ή τον διορισμό της αντιπροσωπείας των εργοδοτουμένων, σύμφωνα με το νόμο ή την πρακτική.
(2) Αν η θητεία των εκπροσώπων των εργοδοτουμένων που επηρεάζονται από τη μεταβίβαση λήξει λόγω αυτής της μεταβίβασης, οι εκπρόσωποι αυτοί συνεχίζουν να απολαμβάνουν της προστασίας που προβλέπεται από τις νομοθετικές, κανονιστικές διοικητικές διατάξεις, συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική.