1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Διατήρησης και Διασφάλισης των Δικαιωμάτων των Εργοδοτουμένων κατά τη Μεταβίβαση Επιχειρήσεων, Εγκαταστάσεων ή Τμημάτων Επιχειρήσεων ή Εγκαταστάσεων, Νόμος του 2000.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
"εκδοχέας" σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που, λόγω της μεταβίβασης κατά την έννοια των εδαφίων (1), (2) και (3) του άρθρου 3, αποκτά την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης·
"εκπρόσωποι των εργοδοτουμένων" σημαίνει τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων που προβλέπονται από τη νομοθεσία ή την πρακτική·
"εκχωρητής" σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που, λόγω της μεταβίβασης κατά την έννοια των εδαφίων (1), (2) και (3) του άρθρου 3, χάνει την ιδιότητα του εργοδότη στην επιχείρηση, την εγκατάσταση ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης·
"εργοδοτούμενος" σημαίνει πρόσωπο εργαζόμενο για άλλο πρόσωπο είτε δυνάμει σύμβασης εργασίας ή μαθητείας είτε κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες να μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου·
"οικονομικοί, τεχνικοί ή οργανωτικοί λόγοι" σημαίνει τους λόγους που καθορίζονται στην παράγραφο (γ) του άρθρου 18 των περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμων του 1967 έως (Αρ. 2) του 2001.
3.—(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται επί μεταβιβάσεων επιχειρήσουν, εγκαταστάσεων ή τμημάτων επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων σε άλλο εργοδότη, που προκύπτουν από νομική μεταβίβαση ή συγχώνευση.
(2) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (1) και των ακόλουθων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ως μεταβίβαση κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, θεωρείται η μεταβίβαση μιας οικονομικής οντότητας που διατηρεί την ταυτότητά της, η οποία νοείται ως σύνολο οργανωμένων πόρων με σκοπό την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας, ανεξάρτητα εάν αυτή η δραστηριότητα είναι κύρια ή δευτερεύουσα.
(3) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες ανεξάρτητα εάν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα ή όχι:
(4) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε μεταβίβαση κυπριακού ποντοπόρου σκάφους το οποίο αποτελεί μέρος μεταβίβασης, επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης κατά την έννοια των διατάξεων των εδαφίων (1), (2) και (3), υπό τον όρο ότι ο εκδοχέας έχει την έδρα του ή η μεταβιβασθείσα επιχείρηση, εγκατάσταση, ή το τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης παραμένει εντός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(5) Ο παρών Νομός δεν εφαρμόζεται όταν το αντικείμενο της μεταβίβασης αποτελείται αποκλειστικά από ένα ή περισσότερα ποντοπόρα σκάφη.
4.—(1) Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του εκχωρητή, που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση που υφίσταται κατά την ημερομηνία της μεταβίβασης, μεταβιβάζονται, με τη μεταβίβαση αυτή, στον εκδοχέα:
Νοείται ότι ο εκχωρητής και ο εκδοχέας μπορούν να συμφωνήσουν ότι μετά την ημερομηνία της μεταβίβασης εξακολουθούν να ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, ως προς τις υποχρεώσεις που γεννήθηκαν πριν από τη μεταβίβαση και απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή εργασιακή σχέση, οι οποίες υφίσταντο κατά την ημερομηνία της μεταβίβασης.
(2) Μετά τη μεταβίβαση, ο εκδοχέας διατηρεί τους όρους εργασίας που έχουν συμφωνηθεί με συλλογική σύμβαση, κατά το ίδιο μέτρο που αυτοί εφαρμόζονταν και έναντι του εκχωρητή, σύμφωνα με τη συλλογική σύμβαση ή την πρακτική, μέχρι την ημερομηνία της καταγγελίας ή της λήξης της συλλογικής σύμβασης ή της έναρξης της ισχύος ή εφαρμογής άλλης συλλογικής σύμβασης, με ελάχιστη περίοδο διατήρησης των όρων εργασίας ένα χρόνο.
(3) (α) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται επί των δικαιωμάτων των εργοδοτουμένων σε παροχές λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή προς επιζώντες βάσει συμπληρωματικών συστημάτων επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής συνταξιοδότησης, που ισχύουν εκτός των προβλεπόμενων συστημάτων από τη νομοθεσία περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
(β) Οι εργοδοτούμενοι που έχουν ήδη εγκαταλείψει την επιχείρηση του εκχωρητή κατά τη στιγμή της μεταβίβασης, διατηρούν τα κεκτημένα δικαιώματά τους ή εκείνα που πρόκειται να αποκτηθούν για παροχές λόγω γήρατος ή αναπηρίας, περιλαμβανομένων και των -παροχών προς επιζώντες βάσει συμπληρωματικών συστημάτων επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής συνταξιοδότησης.
5.—(1) Η μεταβίβαση μιας επιχείρησης, μιας εγκατάστασης ή ενός τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης δε συνιστά από μόνη της λόγο απόλυσης για τον εκχωρητή ή τον εκδοχέα:
Νοείται ότι η παρούσα διάταξη δεν εμποδίζει απολύσεις που είναι δυνατό να προκύψουν από λόγους οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανωτικούς, οι οποίοι συνεπάγονται μεταβολές του εργατικού δυναμικού.
(2) Αν η σύμβαση εργασίας ή η εργασιακή σχέση καταγγελθεί λόγω του ότι η μεταβίβαση συνεπάγεται ουσιαστική μεταβολή των όρων εργασίας σε βάρος του εργοδοτουμένου, υπαίτιος για την καταγγελία της σύμβασης εργασίας ή της εργασιακής σχέσης θεωρείται ο εργοδότης.
6. Τα άρθρα 4 και 5 δεν εφαρμόζονται στη μεταβίβαση επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης, όταν ο εκχωρητής υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης, εκκαθάρισης ή σε οποιαδήποτε άλλη ανάλογη διαδικασία αφερεγγυότητας, η οποία κινήθηκε με σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του εκχωρητή και η οποία διεξάγεται υπό την εποπτεία του αρμόδιου δυνάμει Νόμου οργάνου.
7.—(1)(α) Όταν κατά τη μεταβίβαση η επιχείρηση, η εγκατάσταση ή τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης διατηρεί την αυτονομία της, το καθεστώς, η εκπροσώπηση και η άσκηση του λειτουργήματος των εκπροσώπων των εργοδοτουμένων που επηρεάζονται από τη μεταβίβαση, διατηρούνται με τους ίδιους όρους και υπόκεινται στις ίδιες συνθήκες με αυτές που ίσχυαν πριν από την ημερομηνία της μεταβίβασης, σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές, διοικητικές διατάξεις ή συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική.
(β) Οι διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται όταν, σύμφωνα με τις υφιστάμενες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική, ή κατόπιν συμφωνίας με τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων, πληρούνται οι αναγκαίοι όροι για το νέο διορισμό εκπροσώπων των εργοδοτουμένων ή την ανασύσταση της εκπροσώπησής τους.
(γ) Όταν η επιχείρηση, εγκατάσταση ή τμήμα επιχείρησης ή εγκατάστασης δε διατηρεί την αυτονομία της, ο εκχωρητής, και ο εκδοχέας λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζονται οι εργοδοτούμενοι οι οποίοι εκπροσωπούνταν πριν από τη μεταβίβαση, έτσι ώστε να εξακολουθούν να εκπροσωπούνται κατάλληλα και κατά την περίοδο που είναι απαραίτητη για την ανασύσταση ή τον διορισμό της αντιπροσωπείας των εργοδοτουμένων, σύμφωνα με το νόμο ή την πρακτική.
(2) Αν η θητεία των εκπροσώπων των εργοδοτουμένων που επηρεάζονται από τη μεταβίβαση λήξει λόγω αυτής της μεταβίβασης, οι εκπρόσωποι αυτοί συνεχίζουν να απολαμβάνουν της προστασίας που προβλέπεται από τις νομοθετικές, κανονιστικές διοικητικές διατάξεις, συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική.
8.—(1)(α) Ο εκχωρητής και ο εκδοχέας υποχρεούνται να πληροφορούν τους εργοδοτουμένους ή τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων τους που επηρεάζονται από τη μεταβίβαση, σχετικά με τα ακόλουθα:
(i) Την ημερομηνία ή την προτεινόμενη ημερομηνία μεταβίβασης·
(ii) τους λόγους της μεταβίβασης·
(iii) τις νομικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της μεταβίβασης για τους εργοδοτουμένους· και
(iν) τα προβλεπόμενα μέτρα που θα ληφθούν όσον αφορά τους εργοδοτουμένους.
(β) Ο εκχωρητής υποχρεούται να γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου στους εργοδοτουμένους ή εκπροσώπους των εργοδοτουμένων του έγκαιρα, πριν από την πραγματοποίηση της μεταβίβασης.
(γ) Ο εκδοχέας υποχρεούται να γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου στους εργοδοτουμένους ή στους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων του έγκαιρα και οπωσδήποτε πριν οι εργοδοτούμενοι του επηρεαστούν άμεσα από τη μεταβίβαση, ως προς τους όρους εργασίας.
(δ) Οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο ισχύουν ανεξάρτητα από το αν η απόφαση που καταλήγει σε μεταβίβαση έχει ληφθεί από τον εργοδότη ή από επιχείρηση που ελέγχει τον εργοδότη.
(2) Κατά την εξέταση των καταγγελιών για παραβιάσεις των απαιτήσεων πληροφόρησης και διαβούλευσης, οι οποίες προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο, δε γίνεται δεκτό ως δικαιολογία, επιχείρημα που βασίζεται στο γεγονός ότι δεν παρασχέθηκαν οι πληροφορίες από επιχείρηση που ελέγχει τον εργοδότη.
(3) Όταν ο εκχωρητής ή ο εκδοχέας προτίθενται να λάβουν μέτρα αλλαγής του εργασιακού καθεστώτος των εργοδοτουμένων τους, υποχρεούνται να προβούν σε προηγούμενη έγκαιρη διαβούλευση για τα μέτρα αυτά με τους εργοδοτουμένους ή με τους εκπροσώπους τους με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας.
(4) Η πληροφόρηση και η διαβούλευση πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστο τα μέτρα που προβλέπονται όσον αφορά τους εργοδοτουμένους και να διεξάγονται έγκαιρα πριν από την πραγματοποίηση της μεταβίβασης.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία σε μια επιχείρηση ή εγκατάσταση δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των εργοδοτουμένων, για λόγους που δεν εξαρτώνται από αυτούς, πρέπει να παρέχονται έγκαιρα στους ίδιους τους εργοδοτουμένους όλες οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.
8Α. Αρμόδιο Δικαστήριο προς επίλυση διαφορών αστικής φύσεως που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών.
9.—(1) Οποιοσδήποτε εργοδότης προσφεύγει καταχρηστικά σε διαδικασία αφερεγγυότητας με σκοπό να στερηθούν οι εργοδοτούμενοι των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή προστίμου που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων κάθε επηρεαζόμενου εργοδοτουμένου σε αποζημιώσεις.
(2) Οποιοσδήποτε εργοδότης παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 8 σε σχέση με την πληροφόρηση και διαβούλευση είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή προστίμου που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
10.—(1) Σε περίπτωση που τερματίζεται η εργασιακή σχέση λόγω της μεταβίβασης της επιχείρησης είτε από τον εκχωρητή είτε από τον εκδοχέα και αυτό δεν οφείλεται σε λόγους οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανώσεως, που προϋποθέτουν μεταβολές στο επίπεδο της απασχόλησης, η απόλυση είναι παράνομη και ο εργοδοτούμενος δικαιούται σε αποζημίωση υπολογιζόμενη σύμφωνα με τα έτη υπηρεσίας και τους όρους εργασίας που ίσχυαν στην επιχείρηση του εκχωρητή, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των διατάξεων των περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμων του 1967 έως 1994.
(2) Απόλυση λόγω της μεταβίβασης που πραγματοποιείται πριν τη μεταβίβαση, θεωρείται ως απόλυση λόγω της μεταβίβασης.
(3) Σε περίπτωση που ο εργοδότης τερματίζει την εργασιακή σχέση για οικονομικούς, τεχνικούς ή οργανωτικούς λόγους, πριν ή μετά τη μεταβίβαση της επιχείρησης, ο εργοδοτούμενος δικαιούται σε πληρωμή βάσει των διατάξεων των περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμων του 1967 έως 1994.