14.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) μέχρι (4), κάθε εταιρεία έχει καθήκον και οφείλει να διασφαλίζει ότι τα μέλη του πληρώματος κάθε επιβατηγού πλοίου είναι σε θέση να επικοινωνούν χρησιμοποιώντας μια κοινή γλώσσα ή γλώσσα εργασίας για σκοπούς αποτελεσματικού συντονισμού σε κατάσταση ανάγκης.
(2) Η κοινή γλώσσα, ή γλώσσες εργασίας, ορίζονται από την εταιρεία και κάθε ναυτικός οφείλει να κατανοεί και, αν χρειαστεί, να δίνει διαταγές και οδηγίες και να προβαίνει σε αναφορές στην γλώσσα αυτή.
(3) Εάν η γλώσσα εργασίας δεν είναι η Ελληνική, όλα τα έγγραφα, σχέδια και κατάλογοι των οποίων απαιτείται η ανάρτηση, περιλαμβάνουν μετάφραση στη γλώσσα εργασίας.
(4) Σε κάθε επιβατηγό πλοίο, η εταιρεία διασφαλίζει ότι καταχωρείται η γλώσσα εργασίας του εν λόγω πλοίου στο ημερολόγιο του και ότι το προσωπικό του εν λόγω πλοίου, που στους πίνακες κατανομής πληρώματος έχει οριστεί να βοηθήσει τους επιβάτες σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, είναι ευχερώς αναγνωρισμένο και έχει ικανότητες επικοινωνίας επαρκείς για το σκοπό αυτό, λαμβανομένου υπόψη ενός κατάλληλου και επαρκούς συνδυασμού οποιωνδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:
(α) της ή των γλωσσών που αντιστοιχούν στις κύριες εθνικότητες μεταξύ των επιβατών οι οποίοι συνήθως ταξιδεύουν σε μια συγκεκριμένη διαδρομή·
(β) της πιθανότητας ότι η ικανότητα χρησιμοποίησης στοιχειώδους αγγλικού λεξιλογίου για τις βασικές οδηγίες επιτρέπει την επικοινωνία με επιβάτη που χρειάζεται βοήθεια, ανεξάρτητα από το εάν ο επιβάτης και το συγκεκριμένο μέλος του πληρώματος ομιλούν μια κοινή γλώσσα·
(γ) της ενδεχόμενης ανάγκης επικοινωνίας σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, με άλλο τρόπο (π.χ. με επίδειξη ή χειρονομίες ή επισήμανση των θέσεων αναγραφής των οδηγιών, των σημείων συνάθροισης, των σωστικών συσκευών ή των διαδρομών εκκένωσης), εφόσον η λεκτική επικοινωνία είναι πρακτικά ανεφάρμοστη·
(δ) της έκτασης της παροχής πλήρων οδηγιών ασφαλείας στους επιβάτες στη μητρική τους γλώσσα ή στις μητρικές τους γλώσσες·
(ε) των γλωσσών στις οποίες μπορούν να μεταδίδονται ανακοινώσεις σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή ασκήσεων ώστε να παρέχεται αποφασιστικής σημασίας καθοδήγηση στους επιβάτες και να διευκολύνονται τα μέλη του πληρώματος κατά την παροχή βοήθειας στους επιβάτες.
(5) Κάθε εταιρεία διασφαλίζει ότι σε όλα τα υπόλοιπα πλοία, ο πλοίαρχος, οι αξιωματικοί και οι κατώτεροι ναυτικοί είναι σε θέση να επικοινωνούν μεταξύ τους σε κοινή γλώσσα ή κοινές γλώσσες εργασίας και ότι έχουν ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα μέσα για την αποτελεσματική προφορική επικοινωνία σχετικά με την ασφάλεια, μεταξύ των μελών του πληρώματος του πλοίου, ιδίως όσον αφορά την ορθή και έγκαιρη λήψη και κατανόηση μηνυμάτων και οδηγιών.
(6) Κάθε εταιρεία έχει καθήκον και οφείλει να διασφαλίζει ότι για κάθε της πλοίο υπάρχουν κατάλληλα μέσα επικοινωνίας μεταξύ του πλοίου και των κατά ξηράν αρχών και ότι η εν λόγω επικοινωνία διενεργείται σύμφωνα με το Κεφάλαιο V, Κανονισμός 14, παράγραφος 4 της Σύμβασης SOLAS.