13.—(1) Κάθε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, το οποίο παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, είναι ένοχο αδικήματος και επί τη καταδίκη του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές.
(2) Όταν αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, διαπράττεται με τη συγκατάθεση ή ανοχή ή οφείλεται σε αμέλεια, οποιουδήποτε διευθύνοντος συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή άλλου παρόμοιου αξιωματούχου νομικού προσώπου, το πρόσωπο αυτό καθώς και το νομικό πρόσωπο είναι ένοχο του αδικήματος τούτου και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που προβλέπει ο παρών Νόμος για το συγκεκριμένο αδίκημα.