6.-(1) Η ιδιότητα του πρόσφυγα παύει να υφίσταται όταν αυτός-
(α) Εκουσίως χρησιμοποιεί εκ νέου την προστασία της χώρας της ιθαγένειας, ή
(β) ενώ είχε απωλέσει την ιθαγένεια της χώρας του, εκουσίως την αποκτά εκ νέου, ή
(γ) έχει αποκτήσει νέα ιθαγένεια και του παρέχεται προστασία από τη χώρα της νέας αυτής ιθαγένειας, ή
(δ) εκουσίως επανεγκαθίσταται στη χώρα, την οποία προηγουμένως είχε εγκαταλείψει λόγω του προσδιοριζόμενου στο εδάφιο (1) του άρθρου 3, φόβου, ή
(ε) επειδή οι συνθήκες, οι οποίες τον κατέστησαν πρόσφυγα, έπαυσαν να ισχύουν, δε δικαιούται να συνεχίζει να αρνείται την προστασία της χώρας της ιθαγένειας του:
(στ) στην περίπτωση ανιθαγενή, εάν αποκτήσει τη δυνατότητα να επιστρέψει στη χώρα της πρώην συνήθους διαμονής του διότι έχουν παύσει να υφίστανται οι συνθήκες που οδήγησαν στην αναγνώρισή του ως πρόσφυγα.
(1Α) Για την εφαρμογή των παραγράφων (ε) και (στ) του εδαφίου (1), εξετάζεται κατά πόσο η μεταβολή των συνθηκών είναι τόσο ουσιαστικής και μη προσωρινής φύσεως, ώστε ο φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί διώξεις να μην μπορεί πλέον να θεωρείται βάσιμος.
(2) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος, μετά από διερεύνηση της υπόθεσης σύμφωνα με την κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων του άρθρου 13 κατ΄αναλογία, διαπιστώσει ότι συντρέχει μια από τις προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο εδάφιο (1), αποφασίζει αιτιολογημένα την παύση της ιδιότητας του πρόσφυγα για το εν λόγω πρόσωπο.
(3) Με την παύση τερματίζεται οποιαδήποτε άδεια διαμονής, που είχε χορηγηθεί στο εν λόγω πρόσωπο λόγω της ιδιότητας του ως πρόσφυγα και το πρόσωπο αυτό οφείλει να παραδώσει το δελτίο ταυτότητας πρόσφυγα και τα ταξιδιωτικά έγγραφα πρόσφυγα, που εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 22.