9ΚΔ.-(1) Για την αποτελεσματική εφαρμογή του άρθρου 9ΚΓ, απαιτείται ατομική εκτίμηση για να διαπιστωθεί κατά πόσο συγκεκριμένο πρόσωπο είναι αιτητής με ειδικές ανάγκες υποδοχής και, εάν είναι, για να προσδιοριστούν αυτές οι ειδικές ανάγκες υποδοχής. Κατά τη διενέργεια της προαναφερόμενης εκτίμησης, απαιτείται ατομική συνεκτίμηση για να διαπιστωθεί κατά πόσο το ίδιο πρόσωπο είναι αιτητής που χρήζει ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων και, εάν είναι, για να προσδιοριστούν οι διαδικαστικές του ανάγκες και να τύχει της αναγκαίας υποστήριξης και των ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων. Οι εν λόγω εκτιμήσεις διενεργούνται χωρίς επηρεασμό της εκτίμησης των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Οι ατομικές εκτιμήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) διενεργούνται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος κατά τα αρχικά στάδια υποβολής της αίτησης, χωρίς η εμβέλεια αυτής της εκτίμησης να περιορίζεται κατ’ ανάγκην στα αναφερόμενα στο ειδικό έντυπο που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3).
(3) Για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου -
(α) Ο υπεύθυνος στο χώρο υποβολής της αίτησης συμπληρώνει ειδικό έντυπο, ο τύπος του οποίου αποφασίζεται από τον Προϊστάμενο, στο οποίο αναφέρει τυχόν ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες του αιτητή καθώς και τη φύση των αναγκών αυτών, όπου αυτό είναι εφικτό∙
(β) στο πλαίσιο των αρχικών ιατρικών εξετάσεων στις οποίες υποβάλλεται ο αιτητής δυνάμει του άρθρου 9Ζ, ο εξετάζων ιατρός, ψυχολόγος ή άλλος ειδικός ετοιμάζει έκθεση για την ύπαρξη τυχόν ειδικών αναγκών υποδοχής ή/ και διαδικαστικών αναγκών του αιτητή καθώς και τη φύση των αναγκών αυτών∙
(γ) σε περίπτωση που ο αιτητής φιλοξενείται σε κέντρο φιλοξενίας, οι κοινωνικοί λειτουργοί και ψυχολόγοι που εργάζονται σε αυτό διαπιστώνουν, μετά από διεξαγωγή προσωπικών συνεντεύξεων με τον κάθε διαμένοντα, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την εισδοχή του αιτητή στο κέντρο φιλοξενίας, κατά πόσο οι διαμένοντες στο κέντρο φιλοξενίας αντιμετωπίζουν οποιεσδήποτε ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες και ετοιμάζουν σχετική έκθεση στην οποία αναφέρουν και τη φύση τέτοιων ενδεχόμενων αναγκών∙
(δ) οι λειτουργοί των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, σε περίπτωση που ο αιτητής παρουσιαστεί ενώπιόν τους, εντοπίζουν όπου είναι δυνατό τυχόν ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες του αιτητή και ενημερώνουν γραπτώς την Υπηρεσία Ασύλου για την ύπαρξη καθώς και τη φύση τέτοιων ενδεχόμενων αναγκών∙
(ε) σε περίπτωση που οποιαδήποτε αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, κατά την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου, διαπιστώσει την ύπαρξη τυχόν ειδικών αναγκών υποδοχής ή/ και διαδικαστικών αναγκών του αιτητή, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα την Υπηρεσία Ασύλου.
(4)(α) Τα έντυπα και οι εκθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (3) κοινοποιούνται άμεσα στην Υπηρεσία Ασύλου σε σφραγισμένο φάκελο.
(β) Η Υπηρεσία Ασύλου-
(i) Αποφασίζει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, για την ανάγκη παροχής ειδικών αναγκών υποδοχής ή/ και διαδικαστικών αναγκών, αναφέροντας στην εν λόγω απόφαση τη φύση τέτοιων ενδεχόμενων αναγκών, αφού λάβει υπόψη της τις πληροφορίες και τα στοιχεία που περιέχονται στα έντυπα και στις εκθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (3), και
(ii) παραπέμπει τον αιτητή με ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες στις αρμόδιες αρχές για σκοπούς εφαρμογής του εδαφίου (6).
(γ) Η Υπηρεσία Ασύλου αν το κρίνει αναγκαίο, διεξάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτητή αναφορικά με τις ειδικές ανάγκες υποδοχής του ή/και διαδικαστικές ανάγκες του ή/και ζητεί συμβουλές από εμπειρογνώμονες επί ειδικών ζητημάτων.
(5) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και σε περίπτωση που οι ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες εμφανιστούν σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας διεθνούς προστασίας. Σε περίπτωση που αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, κατά την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου, διαπιστώσει σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας διεθνούς προστασίας την ύπαρξη ειδικών αναγκών του αιτητή, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα την Υπηρεσία Ασύλου, η οποία και αποφασίζει για την ανάγκη παροχής ειδικών αναγκών υποδοχής ή/και διαδικαστικών αναγκών σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4).
(6) Σε αιτητή που διαπιστώνεται ότι είναι αιτητής με ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες σύμφωνα με το παρόν άρθρο, οι αρμόδιες αρχές -
(α) Παρέχουν υποστήριξη, η οποία λαμβάνει υπόψη τις ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες του αιτητή καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας διεθνούς προστασίας∙ και
(β) μεριμνούν για την κατάλληλη παρακολούθηση της κατάστασής του.
(7) Μόνο ευάλωτα πρόσωπα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9ΚΓ θεωρούνται ότι έχουν ειδικές ανάγκες υποδοχής και επωφελούνται της ειδικής στήριξης που παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.