9ΚΕ.-(1) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας έχουν αρμοδιότητα και ευθύνη αναφορικά με ανήλικους αιτητές.
(2) Το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου σχετικά με τους ανηλίκους. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας εξασφαλίζουν στον ανήλικο επίπεδο διαβίωσης κατάλληλο για τη σωματική, διανοητική, ηθική και κοινωνική ανάπτυξή του.
(3) Κατά την εκτίμηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη ιδίως τους ακόλουθους παράγοντες:
(α) Τις δυνατότητες επανένωσης της οικογένειας∙
(β) την ποιότητα ζωής και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη το υπόβαθρο του ανηλίκου∙
(γ) ζητήματα ασφάλειας και προστασίας, ιδίως εάν υπάρχει κίνδυνος να καταστεί ο ανήλικος θύμα εμπορίας προσώπων∙
(δ) τις απόψεις του ανηλίκου, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά του.
(4) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας διασφαλίζουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες αποκατάστασης σε ανηλίκους που είναι θύματα κάθε μορφής κατάχρησης, αμέλειας, εκμετάλλευσης, βασανιστηρίων ή σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή που έχουν υποφέρει από ένοπλες συγκρούσεις, και την παροχή σε αυτούς κατάλληλης ψυχολογικής φροντίδας, καθώς και εξειδικευμένη θεραπεία, εφόσον αυτό απαιτείται.
(5) Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι τα ανήλικα τέκνα των αιτητών ή οι ανήλικοι αιτητές διαμένουν με τους γονείς τους, τα ανήλικα άγαμα αδέλφια τους ή με τον ενήλικο που έχει την ευθύνη τους βάσει νόμου ή πρακτικής, εφόσον αυτό είναι προς το βέλτιστο συμφέρον των εν λόγω ανηλίκων.