12Α.-(1) Χώρες στις οποίες γενικά δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος καταδίωξης, σημαίνει χώρες οι οποίες διαφαίνεται σαφώς, με αντικειμενικό και επαληθεύσιμο τρόπο, ότι δεν παράγουν πρόσφυγες ή ότι περιστάσεις οι οποίες μπορεί στο παρελθόν να δικαιολογούσαν την επίκληση του παρόντος Νόμου και της Σύμβασης, έπαψαν να ισχύουν.
(2) Τα πιο κάτω στοιχεία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σωρευτικά για τον καθορισμό οποιασδήποτε χώρας, ως χώρας στην οποία γενικά δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος καταδίωξης:
(α) Ο αριθμός των αιτητών ασύλου και των αναγνωρισμένων προσφύγων που κατέχουν την ιθαγένεια της χώρας αυτής·
(β) οι επίσημες υποχρεώσεις της χώρας που προκύπτουν από την προσχώρησή της σε διεθνείς συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η έμπρακτη τήρηση των υποχρεώσεων αυτών·
(γ) η ύπαρξη και λειτουργία θεσμοθετημένων δημοκρατικών οργάνων, η διεξαγωγή εκλογών για ανάδειξη αξιωματούχων, ο σεβασμός της ελευθερίας έκφρασης και σκέψης καθώς και η δυνατότητα προσφυγής σε ένδικα μέσα για την προστασία και αποτελεσματική άσκηση των βασικών δικαιωμάτων και ελευθεριών·
(δ) η σταθερότητα στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν αναμενόμενες σημαντικές αλλαγές στο άμεσο μέλλον.
(3) Αιτήσεις ασύλου από πρόσωπα που κατέχουν την ιθαγένεια χώρας που θεωρείται χώρα στην οποία γενικά δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος καταδίωξης μπορούν να εξετάζονται κατά τη κρίση του αρμόδιου λειτουργού, με την ταχύρυθμη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12Δ, εκτός εάν τα στοιχεία που υποβάλλει ο αιτητής σύμφωνα με τις διατάξεις του πιο κάτω εδαφίου, αναιρούν τη γενική εκτίμηση για τη χώρα αυτή, οπότε η αίτηση εξετάζεται σύμφωνα με την κανονική διαδικασία του άρθρου 13.
(4) Ανεξάρτητα από τον προσδιορισμό μιας χώρας ως χώρας στην οποία γενικά δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος καταδίωξης, κάθε αίτηση για αναγνώριση προσώπου ως πρόσφυγα το οποίο κατέχει την ιθαγένεια τέτοιας χώρας ή σε περίπτωση που δεν έχει ιθαγένεια, έχει τη συνήθη διαμονή του στη χώρα αυτή, θα εξετάζεται ατομικά με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί από τον αιτητή.