4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο πωλητής πρέπει να παραδίδει στον καταναλωτή αγαθά που είναι σύμφωνα προς τους όρους της σύμβασης πώλησης.
(2) Τα καταναλωτικά αγαθά τεκμαίρονται ότι είναι σύμφωνα προς τους όρους της σύμβασης, εάν-
(α) Ανταποκρίνονται στην περιγραφή που έχει γίνει από τον πωλητή και έχουν τις ιδιότητες του αγαθού εκείνου που ο πωλητής είχε παρουσιάσει στον καταναλωτή ως δείγμα ή υπόδειγμα
(β) είναι κατάλληλα για κάθε ειδική χρήση την οποία επιζητεί ο καταναλωτής και την οποία γνωστοποίησε στον πωλητή κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, ο δε πωλητής την αποδέχθηκε
(γ) είναι κατάλληλα για τις χρήσεις για τις οποίες προορίζονται συνήθως τα αγαθά του ίδιου τύπου
(δ) έχουν τη συνήθη ποιότητα και τις επιδόσεις ενός αγαθού του ίδιου τύπου τις οποίες μπορεί ευλόγως να αναμένει ο καταναλωτής, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του αγαθού και τις δημόσιες δηλώσεις του πωλητή, του παραγωγού ή του αντιπροσώπου του για τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των αγαθών, ιδίως στο πλαίσιο της διαφήμισης ή της επισήμανσης.
(3) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (2), η ποιότητα των αγαθών περιλαμβάνει ειδικότερα-
(α) Τη διαθεσιμότητα ανταλλακτικών, εξαρτημάτων και ειδικευμένων τεχνικών, στις περιπτώσεις που απαιτείται,
(β) την ασφάλεια των αγαθών, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 2 των περί Ασφάλειας Καταναλωτικών Προϊόντων Νόμων του 1994 έως 1998 και στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτών,
(γ) την εύλογη αντοχή στο χρόνο και στη χρήση,
(δ) την εμφάνιση και την τελική επεξεργασία, και
(ε) την ανυπαρξία ελαττωμάτων.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, δεν υφίσταται έλλειψη συμμόρφωσης προς τους όρους της σύμβασης εάν, κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, ο καταναλωτής εγνώριζε ή δεν μπορούσε ευλόγως να αγνοεί την έλλειψη της συμμόρφωσης ή εάν η έλλειψη συμμόρφωσης οφείλεται σε υλικά που προμηθεύει ο καταναλωτής.
(5) Ο πωλητής δεν ευθύνεται για τις δημόσιες δηλώσεις, που αναφέρονται στο εδάφιο (2), παράγραφος (δ), εάν-
(α) Αποδεικνύει ότι δε γνώριζε και δεν μπορούσε ευλόγως να γνωρίζει τη σχετική δήλωση,
(β) αποδεικνύει ότι είχε διορθωθεί η σχετική δήλωση μέχρι τη στιγμή σύναψης της σύμβασης, ή
(γ) αποδεικνύει ότι η απόφαση για την αγορά του καταναλωτικού αγαθού δεν μπορούσε να επηρεαστεί από τη δήλωση.
(6) Η έλλειψη συμμόρφωσης που απορρέει από κακή εγκατάσταση του καταναλωτικού αγαθού εξομοιούται με έλλειψη συμμόρφωσης προς τους όρους της σύμβασης, όταν η εγκατάσταση αποτελεί μέρος της σύμβασης πώλησης του αγαθού και έχει πραγματοποιηθεί από τον πωλητή ή με ευθύνη του. Τούτο ισχύει εξίσου όταν το αγαθό, το οποίο προοριζόταν να εγκατασταθεί από τον καταναλωτή, εγκαταστάθηκε από τον καταναλωτή η δε κακή εγκατάσταση οφείλεται σε ελλιπείς, ανακριβείς ή λανθασμένες οδηγίες εγκατάστασης:
Νοείται ότι οδηγίες εγκατάστασης, που δεν παρέχονται τουλάχιστο σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κυπριακής Δημοκρατίας, νοουμένου ότι πρόκειται για επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα θεωρούνται ως ελλιπείς.