21.—(1) Το ποσό του φόρου εισροών το οποίο δικαιούται υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο να εκπέσει κατά το τέλος οποιασδήποτε περιόδου είναι τόσο ποσό του φόρου εισροών του για την περίοδο (δηλαδή του φόρου εισροών επί συναλλαγών, αποκτήσεων και εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν από το πρόσωπο αυτό κατά την περίοδο) όσο είναι επιτρεπόμενο από ή με βάση Κανονισμούς ως αποδιδόμενο σε συναλλαγές που εμπίπτουν στο εδάφιο (2) πιο κάτω.
(2) Οι συναλλαγές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες συναλλαγές που πραγματοποιούνται ή πρόκειται να πραγματοποιηθούν από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση της επιχείρησής του:
(α) Φορολογητέες συναλλαγές˙
(β) συναλλαγές εκτός των κρατών μελών που θα ήταν φορολογητέες συναλλαγές αν πραγματοποιούνταν στο εσωτερικό των κρατών μελών.
(γ) συναλλαγές που εμπίπτουν στην παράγραφο 1 και υποπαραγράφους (α) μέχρι (ε) της παραγράφου 3 του Πίνακα Β του Έβδομου Παραρτήματος εφόσον ο λήπτης είναι εγκατεστημένος εκτός των κρατών μελών ή οι υπηρεσίες αυτές συνδέονται άμεσα με αγαθά που εξάγονται σε χώρα εκτός των κρατών μελών.
(2Α) Παραδόσεις οι οποίες θεωρούνται ότι πραγματοποιούνται από το λήπτη σύμφωνα με το άρθρο 11Α, λαμβάνονται υπόψη ως παραδόσεις που πραγματοποιούνται από αυτόν για σκοπούς υπολογισμού οποιουδήποτε ποσού Φ.Π.Α. που δικαιούται δυνάμει του εδαφίου (1), μόνο κατά το χρόνο που θεωρούνται ότι πραγματοποιούνται οι εν λόγω παραδόσεις δυνάμει κανονισμών που εκδίδονται με βάση το άρθρο 9.
(3) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν την εξασφάλιση δίκαιης και λογικής απόδοσης φόρου εισροών σε συναλλαγές που εμπίπτουν στο εδάφιο (2) πιο πάνω, και τέτοιοι Κανονισμοί μπορεί να προβλέπουν—
(α) Καθορισμό μιας αναλογίας με αναφορά στην οποία ο φόρος εισροών για οποιαδήποτε καθορισμένη φορολογική περίοδο αποδίδεται προσωρινά σε εκείνες τις συναλλαγές˙
(β) αναπροσαρμογή του φόρου που αποδόθηκε προσωρινά για οποιεσδήποτε καθορισμένες φορολογικές περιόδους ή μέρη τους, σύμφωνα με αναλογία που καθορίζεται με παρόμοιο τρόπο για οποιαδήποτε μακρύτερη περίοδο αποτελούμενη από εκείνες τις περιόδους ή μέρη τους˙
(γ) την καταβολή πληρωμών σε σχέση με φόρο εισροών, από τον Έφορο σε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο (ή σε πρόσωπο που ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο) ή από υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο (ή πρόσωπο που ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο)στον Έφορο, σε περιπτώσεις που τα γεγονότα αποδεικνύουν ανακριβή τον υπολογισμό με βάση τον οποίο έγινε η απόδοση˙ και
(δ) αποκλεισμό του φόρου εισροών επί συναλλαγής την οποία, δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου, πρόσωπο πραγματοποιεί προς τον εαυτό του από το να είναι επιτρεπόμενος επειδή αποδίδεται σε εκείνη τη συναλλαγή.
(4) Κανονισμοί δυνάμει του εδαφίου (3) πιο πάνω μπορεί να προβλέπουν διαφορετικά για διαφορετικές περιστάσεις και, ιδιαίτερα (αλλά χωρίς επηρεασμό της γενικότητας εκείνου του εδαφίου) για διαφορετικές περιγραφές αγαθών ή υπηρεσιών˙ και μπορεί να περιέχουν παρεμπίπτουσες και συμπληρωματικές διατάξεις που κρίνει το Υπουργικό Συμβούλιο αναγκαίες ή σκόπιμες.