42Δ (1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
“αστικό ταξί” σημαίνει μηχανοκίνητο όχημα δημόσιας χρήσης αναφορικά με το οποίο έχει χορηγηθεί άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί δυνάμει των προνοιών του εκάστοτε ισχύοντος περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου·
“Επιτροπή” σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·
“σχετική δραστηριότητα” σημαίνει άσκηση επιχείρησης που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών και των συνοδευόμενων αποσκευών τους με αστικό ταξί·
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του Πρώτου Παραρτήματος του βασικού νόμου και ιδιαίτερα αυτών που αφορούν την υποχρέωση εγγραφής, πρόσωπα που αποκλειστικά ασκούν τη σχετική δραστηριότητα υποχρεούνται να ενταχθούν στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί και οφείλουν να καταβάλλουν στον Έφορο ένα ετήσιο κατ’ αποκοπή ποσό Φ.Π.Α. για κάθε άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί που κατέχουν:
(3) Πρόσωπο το οποίο υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί με βάση το εδάφιο (2) πιο πάνω εγγράφεται στο Μητρώο του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί το οποίο τηρείται από τον Έφορο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:
(4) (α) Το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α., το οποίο οφείλει να καταβάλλει στον Έφορο πρόσωπο που υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, προσδιορίζεται σε £300 (τριακόσιες λίρες Κύπρου) για κάθε άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί που κατέχει.
(β) Το κατ’ αποκοπήν αυτό ποσό Φ.Π.Α. προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη μακροοικονομικά και στατιστικά στοιχεία του κλάδου οικονομικής δραστηριότητας των αστικών ταξί, τις εισροές της δραστηριότητας και του αντίστοιχου Φ.Π.Α. που τις επιβαρύνει και τις εκροές της δραστηριότητας και του αντίστοιχου Φ.Π.Α. που αναλογεί.
(γ) Ο Έφορος κοινοποιεί στην Επιτροπή το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται για το ειδικό καθεστώς αστικών ταξί και διαβουλεύεται με την Επιτροπή αναφορικά με αυτό.
(δ) Σε περίπτωση που χορηγείται άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί κατά τη διάρκεια του έτους, το κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. υπολογίζεται και καταβάλλεται για όσα δωδέκατα αντιστοιχούν στους μήνες κυκλοφορίας του αστικού ταξί:
(ε) Κατά τη μεταβίβαση της άδειας οδικής χρήσης αστικού ταξί το πρόσωπο που μεταβιβάζει καθώς και το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάζεται η άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί ταυτόχρονα και από κοινού οφείλουν να ειδοποιούν ανάλογα τον Έφορο:
(5) (α) Οι διατάξεις των άρθρων 6, 19, 20, 21 και 45 του βασικού νόμου δεν εφαρμόζονται για τα πρόσωπα που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α. αστικών ταξί.
(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α), τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 46, 47 και 48 του βασικού νόμου.
(6) Δεν υπάγονται και δεν εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί πρόσωπα που ασκούν σχετικές δραστηριότητες και τα οποία -
(α) Ασκούν παράλληλα οποιεσδήποτε άλλες δραστηριότητες και πραγματοποιούν οποιεσδήποτε άλλες φορολογητέες συναλλαγές, ή
(β) τους έχει χορηγηθεί ή μεταβιβαστεί και είναι κάτοχοι πέραν των δύο (2) αδειών οδικής χρήσης αστικού ταξί:
(7) (α) Πρόσωπο που υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί μπορεί να μετατάσσεται στο καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων και αντιστρόφως, μετά την υποβολή ειδοποίησης στον Έφορο τις πρώτες τριάντα μέρες κάθε έτους.
(β) Η μετάταξη ισχύει από την έναρξη του έτους κατά το οποίο υποβάλλεται η ειδοποίηση και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο πενταετίας από την ημερομηνία της μετάταξης στο καθεστώς υποκειμένου στο φόρο προσώπου.
(γ) Αν κατά τη διάρκεια του έτους συντρέξει μια από τις προϋποθέσεις του εδαφίου (6) η ένταξη του προσώπου στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί ακυρώνεται την τελευταία μέρα του μήνα μέσα στον οποίο έχει συντρέξει η προϋπόθεση και από την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα το πρόσωπο αυτό υποχρεούται να εγγραφεί στο Μητρώο Φ.Π.Α. του καθεστώτος των υποκειμένων στο φόρο προσώπων.
(8) Στην περίπτωση μετάταξης από το ειδικό καθεστώς αστικών ταξί στο καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων, τα μετατασσόμενα πρόσωπα δικαιούνται να εκπέσουν στην πρώτη φορολογική τους δήλωση το φόρο εισροών με τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της σχετικής δραστηριότητας, κατά το μέρος του φόρου που αναλογεί στα υπόλοιπα έτη πενταετούς περιόδου από την ημερομηνία απόκτησής τους.
(9) Σε περίπτωση μετάταξης από το καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, τα μετατασσόμενα πρόσωπα έχουν υποχρέωση να καταβάλουν στην τελική τους φορολογική δήλωση το φόρο εισροών, τον οποίο έχουν επιβαρυνθεί και εκπέσει για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία της σχετικής δραστηριότητας, κατά το μέρος του φόρου που αναλογεί στα υπόλοιπα έτη πενταετούς περιόδου από την ημερομηνία ανάκτησής του.
(10) (α) Το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. αποτελεί Φ.Π.Α. οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία από τα πρόσωπα που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α. αστικών ταξί και αναφορικά με την ανάκτηση και είσπραξη του ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου (4) του Δέκατου Παραρτήματος του βασικού νόμου.
(β) Κάθε πρόσωπο που καθυστερεί ή παραλείπει να υποβάλει στον Έφορο τα καθορισμένα από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (11) έντυπα του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί μέσα στα καθορισμένα χρονικά πλαίσια, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση πενήντα λιρών (£50) για κάθε μήνα που διαρκεί ή παράλειψη.
(γ) Κάθε πρόσωπο που παραλείπει να υποβάλει στον Έφορο το καθορισμένο από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (11) έντυπο καταβολής του κατ’ αποκοπήν ποσού Φ.Π.Α. του ειδικού καθεστώτος αστικών ταξί μέσα στα καθορισμένα χρονικά πλαίσια, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση τριάντα λιρών (£30).
(δ) Κάθε πρόσωπο που παραλείπει να καταβάλει στον Έφορο το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. μέσα στα καθορισμένα από Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (11) χρονικά πλαίσια και τρόπο, υπόκειται σε πρόσθετο φόρο ίσο προς δέκα τοις εκατόν (10%) του οφειλόμενου κατ’ αποκοπήν ποσού Φ.Π.Α.
(ε) Κάθε πρόσωπο που υπόκειται σε πρόσθετο φόρο δυνάμει της παραγράφου (δ) πιο πάνω, καταβάλλει στον Έφορο τόκο προς εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως επί του καταβλητέου κατ’ αποκοπή ποσού Φ.Π.Α. (περιλαμβανομένου και του πρόσθετου φόρου) από την ημέρα που το εν λόγω ποσό κατέστη οφειλόμενο.
(11) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που να καθορίζουν:
(α) Τον τύπο και τον τρόπο με τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση για την υποχρεωτική ένταξη ή ακύρωση της ένταξης ή παραμονής στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί, ή ειδοποίηση για μετάταξη από το ειδικό καθεστώς αστικών ταξί στο καθεστώς των υποκειμένων στο φόρο προσώπων και αντίστροφα ή για την ταυτόχρονη και από κοινού ειδοποίηση για μεταβίβαση άδειας οδικής χρήσης αστικού ταξί από το πρόσωπο που μεταβιβάζει καθώς και από το πρόσωπο προς το οποίο μεταβιβάζεται η άδεια οδικής χρήσης αστικού ταξί·
(β) τον τύπο και τον τρόπο με τον οποίο καταβάλλεται το ετήσιο κατ’ αποκοπήν ποσό Φ.Π.Α. από τα πρόσωπα που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί·
(γ) την υποχρέωση προσώπου που υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αστικών ταξί να εκδίδει απόδειξη Φ.Π.Α·
(δ) τη ρύθμιση οποιωνδήποτε θεμάτων αναφορικά με την εφαρμογή και λειτουργία του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. αστικών ταξί.