6.—(1) Κάθε επιχείρηση που εδρεύει στην επικράτεια της Δημοκρατίας δικαιούται να αποκτήσει άδεια εφόσον ικανοποιήσει το Συμβούλιο ότι-
(α) Πληροί τα εχέγγυα της αξιοπιστίας όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 7·
(β) διαθέτει κατάλληλη οικονομική επιφάνεια όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 8·
(γ) πληροί την προϋπόθεση της επαγγελματικής επάρκειας όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 9.
(2) Αν η αιτήτρια επιχείρηση είναι φυσικό πρόσωπο που δεν πληροί την προϋπόθεση (γ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο δύναται να της επιτρέψει να ασκήσει το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων ή επιβατών νοουμένου ότι θα υποδείξει άλλο πρόσωπο το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις (α) και (γ) του ίδιου εδαφίου και το οποίο θα διευθύνει πραγματικά και μόνιμα τις δραστηριότητες της επιχείρησης.
(3) Αν η αιτήτρια επιχείρηση δεν είναι φυσικό πρόσωπο θα πρέπει-
(α) Η προϋπόθεση (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου να πληρούται από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διευθύνουν πραγματικά και μόνιμα τις μεταφορικές δραστηριότητες της επιχείρησης καθώς και από όλους τους ιδιοκτήτες που μετέχουν πραγματικά και μόνιμα στις δραστηριότητές της, και
(β) η προϋπόθεση (γ) του ίδιου εδαφίου να πληρούται από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διευθύνουν πραγματικά και μόνιμα τις μεταφορικές δραστηριότητες της επιχείρησης.
(4) Το Συμβούλιο οφείλει να επιβεβαιώνει τακτικά, και τουλάχιστο μια φορά ανά πενταετία, ότι ο αδειούχος εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο:
Νοείται ότι σε περίπτωση που η προϋπόθεση της οικονομικής επιφάνειας δεν πληρούται κατά τη στιγμή του ελέγχου, η γενική όμως οικονομική κατάσταση της επιχείρησης προσφέρει προοπτικές ότι η προϋπόθεση αυτή θα πληρωθεί ξανά και διαρκώς με βάση ένα οικονομικό πρόγραμμα, σε προβλεπτό μέλλον, το Συμβούλιο μπορεί να παραχωρεί συμπληρωματική προθεσμία, η οποία δε θα υπερβαίνει το ένα έτος κατά τη λήξη της οποίας θα επανεξετάσει το θέμα.