24.—(1) Στις επιχειρήσεις οι οποίες δεν εξαιρούνται με βάση τις πρόνοιες του εδαφίου (3) του άρθρου 4 και οι οποίες αποδεικνύουν ότι πριν από την ψήφιση του παρόντος Νόμου τους είχε χορηγηθεί-
(α) Άδεια οδικής χρήσης που αναφερόταν σε λεωφορείο και αφορούσε σε-
(i) Μεταφορά επιβατών με κόμιστρο κατ' επιβάτη σε αστική ή σε υπεραστική οδική γραμμή·
(ii) περιοδεία τουριστικών ομάδων και μεταφορά ομάδων επιβατών σε εκδρομές καθορισμένου προορισμού·
(iii) μεταφορά επιβατών επί συμβάσει·
(β) άδεια οδικής χρήσης για μεταφορά φορτίου με άδεια μεταφορέως «Α» που αναφερόταν σε φορτηγό μηχανοκίνητο όχημα με μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος ίσο ή μεγαλύτερο των 3,5 τόνων·
(γ) άδεια οδικής χρήσης για διεθνείς οδικές μεταφορές,
και ασκούσαν τις δημόσιες μεταφορές ως κύριό τους επάγγελμα τα τελευταία τρία χρόνια, χορηγείται άδεια τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου.
(2) Όλες οι επιχειρήσεις οι οποίες εμπίπτουν στις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και επιθυμούν να ασκούν μελλοντικά το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων ή επιβατών, για εσωτερικές ή διεθνείς οδικές μεταφορές, ανάλογα με την άδεια οδικής χρήσης που τους είχε χορηγηθεί, οφείλουν, μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύ ο παρών Νόμος, να υποβάλουν αίτηση στο Συμβούλιο για να αποκτήσουν άδεια άσκησης του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων ή επιβατών για εσωτερικές ή διεθνείς οδικές μεταφορές.
(3) Όλες οι επιχειρήσεις στις οποίες χορηγείται άδεια με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου-
(α) Οφείλουν, όσον αφορά στα εχέγγυα αξιοπιστίας, να πληρούν τις διατάξεις του άρθρου 7 κατά τη χορήγηση της άδειας,
(β) οφείλουν, όσον αφορά στην κατάλληλη οικονομική επιφάνεια, να πληρούν τις διατάξεις του άρθρου 8 το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 2005, και
(γ) οφείλουν, όσον αφορά στην επαγγελματική επάρκεια, να πληρούν τις διατάξεις του άρθρου 9 κατά τη χορήγηση της άδειας, νοουμένου ότι για τους οδικούς μεταφορείς που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου η προβλεπόμενη στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 προϋπόθεση της επαγγελματικής επάρκειας συνίσταται στην κατοχή των γνώσεων που αντιστοιχούν στο επίπεδο εκπαίδευσης που προβλέπεται στους Κανονισμούς, στα θέματα που απαριθμούνται σ' αυτούς και διαπιστώνεται με υποχρεωτική προφορική εξέταση.