42.—(1) Σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προκαλεί ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή που παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμού 259/93 και ανεξάρτητα από την αστική ή ποινική ευθύνη που του καταλογίζεται, επιβάλλεται, ως διοικητική κύρωση, με απόφαση της αρμόδιας αρχής, πρόστιμο μέχρι του ποσού των 200.000 λιρών. Σε περίπτωση εξαιρετικά σοβαρής ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος και ιδίως σε περίπτωση που από το είδος ή την ποσότητα των ρύπων ή από την έκταση και την σημασία της υποβάθμισης του περιβάλλοντος προκαλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ή ευρείας οικολογικής διατάραξης ή καταστροφής, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής μπορεί να επιβάλει πρόστιμο μέχρι του ποσού των 2.000.000 λιρών.
(2) Εάν εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης αποβλήτων προκαλεί μόλυνση ή ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η αρμόδια αρχή μπορεί να προβεί στην προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της έως ότου ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποτραπεί η μόλυνση ή η ρύπανση ή η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να προβεί στην οριστική διακοπή της λειτουργίας εγκατάστασης ή επιχείρησης διαχείρισης αποβλήτων και την ανάκληση της χορηγηθείσας βάσει των άρθρων 11, 12, 19 ή 20 του παρόντος Νόμου άδειας, εάν η εγκατάσταση ή επιχείρηση παραλείπει να συμμορφωθεί προς τα υποδεικνυόμενα από την αρμόδια αρχή μέτρα ή εάν η λήψη αποτελεσματικών μέτρων είναι ανέφικτη.
(3) Εάν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι και ιδίως σε περίπτωση που από το είδος ή από την έκταση και τη σημασία της μόλυνσης ή της ρύπανσης ή της υποβάθμισης προκαλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ή ευρείας οικολογικής διατάραξης ή καταστροφής, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής, μετά την επιβολή της προσωρινής ή οριστικής απαγόρευσης της λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης διαχείρισης αποβλήτων, μπορεί να επιβάλει και πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τις 20.000 λίρες για κάθε ημέρα παράβασης της απαγόρευσης λειτουργίας.
(4) Η διαδικασία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων, που προβλέπονται στα παραπάνω εδάφια του παρόντος άρθρου, αρχίζει με την κοινοποίηση στον παραβάτη σχετικής έκθεσης που συντάσσεται από την αρμόδια αρχή και έγγραφης κλήτευσης προς τον παραβάτη να υποβάλλει τις απόψεις του εντός διαστήματος πέντε ημερών από την κοινοποίηση της κλήτευσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του παραβάτη, για πέντε επιπλέον ημέρες.
(5) Το πρόστιμο που αναφέρεται στα εδάφια (1), (3) και (4), αποτελεί διοικητικό πρόστιμο και εισπράττεται ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(6) Σε περίπτωση κατά την οποία πράξη ή παράλειψη νομικού προσώπου επιφέρει την επιβολή διοικητικού προστίμου, την ευθύνη για την πράξη ή παράλειψη και για καταβολή του διοικητικού προστίμου, φέρουν εκτός από τα ίδια τα νομικά πρόσωπα, τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (7) του άρθρου 41.