Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο—
(α) «Οδηγία 75/442 του Συμβουλίου περί των Στερεών Αποβλήτων» (OJL194 της 15.7.1975, σ. 39),
(β) «Οδηγία 91/156 του Συμβουλίου για τροποποίηση της Οδηγίας 75/442 περί Στερεών Αποβλήτων» (OIL078 της 26.3.1991, σ. 32),
(γ) «Απόφαση 94/3 της Επιτροπής για Θέσπιση Καταλόγου Αποβλήτων» (OJL005 της 20.12.1993, σ. 15),
(δ) «Οδηγία 91/689 του Συμβουλίου για τα Επικίνδυνα Απόβλητα» (OIL377 της 31.12.1991, σ. 20),
(ε) «Απόφαση 94/904 του Συμβουλίου για Θέσπιση Καταλόγου Επικίνδυνων Αποβλήτων» (OJL356 της 31.12.1994, σ. 14),
(στ) «Οδηγία 96/59 του Συμβουλίου για τη Διάθεση των Πολυχλωροδιφαινυλίων και Πολυχλωροτριφαινυλίων» (PCB/PCT) (OIL 243 της 24.9.1996, σ. 31),
(ζ) «Οδηγία 75/439 του Συμβουλίου για τη Διάθεση των Χρησιμοποιημένων Ορυκτελαίων» (OJL 194 της 25.7.1975, σ. 23), και τροποποιητικές Οδηγίες του Συμβουλίου 87/101 (OJL042 της 12.2.1987, σ. 43) και 91/692 (OIL377 της 31.12.1991, σ. 48),
(η) «Οδηγία 91/157 του Συμβουλίου για Ηλεκτρικές Στήλες και Συσσωρευτές Ενέργειας που περιέχουν Ορισμένες Επικίνδυνες Ουσίες» (OIL 181 της 4.7.1986 σ. 6) και Οδηγία εφαρμογής 93/86 της 23.10.1993, σ. 51),
(θ) «Οδηγία 96/61 του Συμβουλίου σχετικά με την Ολοκληρωμένη Πρόληψη και Έλεγχο της Ρύπανσης» (OJL257 της 10.10.1996, σ. 26),
(ι) «Οδηγία του Συμβουλίου 99/31 σχετικά με την Υγειονομική Ταφή των Αποβλήτων» (OJL182 της 16.7.1999, σ. 1), και
Για σκοπούς εφαρμογής της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Συμβουλίου για την Παρακολούθηση και τον Έλεγχο των Μεταφορών Αποβλήτων στο Εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας καθώς και κατά την Είσοδο και Έξοδό τους» (OJL030 της 6.2.1993, σ.1). Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμος του 2002.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια—
«αξιοποίηση» σημαίνει κάθε εργασία που προβλέπεται στο Παράρτημα II Β·
«απόβλητο» σημαίνει κάθε ουσία ή αντικείμενο που εμπίπτει στις κατηγορίες του Παραρτήματος I και το οποίο ο κάτοχος του απορρίπτει ή προτίθεται ή υποχρεούται να απορρίψει, αλλά δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε ραδιενεργό ουσία ή ραδιενεργό αντικείμενο·
«αποκατάσταση» σημαίνει το σύνολο των εργασιών με τις οποίες εξασφαλίζεται ότι ο χώρος ή η εγκατάσταση διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων δεν εγκυμονεί πλέον κινδύνους για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον και επαναφέρεται στην αρχική του κατάσταση.
«απόσυρση» σημαίνει κάθε μέτρο που στοχεύει στο να εμποδίσει τη διανομή, την έκθεση και την προσφορά στους καταναλωτές ηλεκτρικής στήλης ή συσσωρευτή που δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή των περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών.
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή τον Υπουργό Εσωτερικών, αναλόγως της περιπτώσεως, όπως καθορίζεται στο άρθρο 4.
«αρχή τοπικής διοίκησης» σημαίνει δήμο ή κοινοτικό συμβούλιο.
«Αρχιεπιθεωρητής» σημαίνει τον Αρχιεπιθεωρητή που διορίζεται με βάση το άρθρο 35(1)·
«διάθεση» σημαίνει κάθε εργασία που προβλέπεται στο Παράρτημα II Α·
«διάθεση ηλεκτρικής στήλης ή συσσωρευτή στην αγορά» σημαίνει παροχή ηλεκτρικής στήλης ή συσσωρευτή από πρόσωπο στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος σε τρίτο πρόσωπο στη Δημοκρατία ή ο εφοδιασμός του έναντι αμοιβής ή δωρεάν και περιλαμβάνει την περίπτωση που ηλεκτρική στήλη ή συσσωρευτής εισάγεται για πρώτη φορά στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με εισαγωγή από τρίτη χώρα στη Δημοκρατία.
«διαχείριση» σημαίνει τη συλλογή, τη μεταφορά, την αξιοποίηση και τη διάθεση των αποβλήτων, περιλαμβανομένης της εποπτείας των εργασιών αυτών, και της επίβλεψης των χώρων απόρριψης των αποβλήτων·
«επικίνδυνα απόβλητα» σημαίνει—
(α) τα απόβλητα που περιλαμβάνονται σε Κατάλογο ο οποίος θα καταρτιστεί σύμφωνα με το άρθρο 3 και θα βασίζεται στα Παραρτήματα III και IV του παρόντος Νόμου, εφόσον παρουσιάζουν μια ή περισσότερες από τις ιδιότητες που απαριθμούνται στο Παράρτημα V· και
(β) όλα τα άλλα απόβλητα τα οποία, κατά τη γνώμη του Υπουργού, παρουσιάζουν οποιαδήποτε από τις ιδιότητες που απαριθμούνται στο Παράρτημα V,
αλλά δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε ραδιενεργό ουσία ή ραδιενεργό αντικείμενο.
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
«Κανονισμός 259/93» [Διαγράφηκε]·
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου, 2006 σχετικά με τις μεταφορές αποβλήτων», όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«κάτοχος» σημαίνει τον παραγωγό των αποβλήτων ή το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει στην κατοχή του τα απόβλητα·
«κοινό» σημαίνει ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και περιλαμβάνει τις ενώσεις, οργανώσεις και ομάδες που αυτά σχηματίζουν, σύμφωνα με τη νομοθεσία ή πρακτική·
«κράτος αποστολής» σημαίνει κάθε κράτος προς το οποίο προβλέπεται να λάβει ή λαμβάνει χώρα η εκκίνηση μεταφοράς αποβλήτων·
«μεταφορά» σημαίνει το σύνολο των εργασιών μετακίνησης των αποβλήτων από τα μέσα συλλογής στις εγκαταστάσεις διάθεσης, αξιοποίησης ή μεταφόρτωσης·
«μεταφόρτωση» σημαίνει τις εργασίες φόρτωσης των αποβλήτων από τα μέσα συλλογής σε άλλα μέσα μεταφοράς μεγαλύτερης χωρητικότητας τα οποία μπορούν να φέρουν μηχανισμό συμπίεσης εφόσον οι φυσικές ή χημικές ιδιότητες των αποβλήτων το επιτρέπουν και ο όρος περιλαμβάνει κινητή ή μόνιμη εγκατάσταση μεταφόρτωσης·
«μετέπειτα φροντίδα» σημαίνει το σύνολο των εργασιών για τη συντήρηση και παρακολούθηση του χώρου διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων που πρέπει να εκτελούνται μετά την οριστική παύση λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων προκειμένου να διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας·
«οικιακά απόβλητα» σημαίνει τα απόβλητα που προέρχονται από κατοικίες ή από μέρος οικοδομής στο οποίο υπάρχουν διευκολύνσεις για διαμονή και διατροφή, περιλαμβανομένων των οργανικών αποβλήτων κουζίνας που μπορούν να λιπασματοποιηθούν, εξαιρουμένων όμως των αποβλήτων που απορρίπτονται απευθείας στα αποχετευτικά συστήματα, των επικίνδυνων αποβλήτων και των στερεών μη οργανικών αποβλήτων που συλλέγονται χωριστά με σκοπό να ανακυκλωθούν·
«παραγωγός» σημαίνει πρόσωπο του οποίου η δραστηριότητα παρήγαγε απόβλητα ή πρόσωπο που έχει πραγματοποιήσει εργασίες προεπεξεργασίας, ανάμειξης ή άλλες εργασίες οι οποίες οδηγούν σε μεταβολή της φύσης ή της σύνθεσης των αποβλήτων·
«συλλογή» σημαίνει την περισυλλογή, διαλογή ή ανάμειξη των αποβλήτων για τη μεταφορά τους·
«Συμβουλευτική Επιτροπή Διαχείρισης Αποβλήτων» ή «ΣΕΔΑ» σημαίνει την επιτροπή που ιδρύεται με βάση το άρθρο 33 του παρόντος Νόμου·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«υφιστάμενες εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων» σημαίνει τις εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων οι οποίες έχουν αρχίσει τη λειτουργία τους πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου·
«φορέας εκμετάλλευσης» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο λειτουργεί ή ελέγχει την εγκατάσταση, ή στο οποίο έχει εκχωρηθεί αποφασιστική οικονομική εξουσία για την τεχνική λειτουργία της εγκατάστασης·
«χώρος διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων» σημαίνει το χώρο όπου μία αδειοδοτημένη βάσει των άρθρων 11, 12, 19 ή 20 του παρόντος Νόμου εγκατάσταση ή επιχείρηση διενεργεί εργασίες διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων.
3.—(1) Ο Υπουργός με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας γνωστοποιεί Κατάλογο αποβλήτων περιλαμβανομένων και επικίνδυνων αποβλήτων·
(2) Ο Υπουργός μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να αποφασίσει βάσει τεκμηριωμένων στοιχείων που θα προσκομίσει ο κάτοχος ενός συγκεκριμένου αποβλήτου, ότι το απόβλητο αυτό ενώ αναφέρεται στον Κατάλογο αποβλήτων του εδαφίου (1) ως επικίνδυνο, δεν παρουσιάζει καμία από τις ιδιότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα V του παρόντος Νόμου.
(3) Ο Υπουργός μπορεί με γνωστοποίηση να καθορίσει ως επικίνδυνα και οποιαδήποτε άλλα απόβλητα που αναφέρονται στον Κατάλογο αποβλήτων ως μη επικίνδυνα, εάν παρουσιάζουν κάποια από τις ιδιότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα V του παρόντος Νόμου.
(4) Ο Υπουργός κοινοποιεί κάθε χρόνο τις αποφάσεις που λαμβάνει με βάση τα εδάφια (2) και (3) στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
4.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου ορίζεται ο Υπουργός Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2), για τις οποίες αρμόδια αρχή ορίζεται ο Υπουργός Εσωτερικών.
(2) Ο Υπουργός Εσωτερικών ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου μόνο στις περιπτώσεις που το θέμα αφορά τα απόβλητα που εμπίπτουν σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που καθορίζονται στην πρώτη στήλη του Παραρτήματος VI και τις εργασίες διαχείρισης των αποβλήτων αυτών οι οποίες καθορίζονται στη δεύτερη στήλη του ίδιου Παραρτήματος.
(3) Ο παρών Νόμος δε θίγει τις αρμοδιότητες και εξουσίες των αρχών τοπικής διοίκησης που απορρέουν από τον περί Δήμων Νόμο του 1985 έως 2002 και τον περί Κοινοτήτων Νόμο του 1999 έως 2002 σχετικά με τη διαχείριση συγκεκριμένων τύπων αποβλήτων, η διαχείριση όμως των αποβλήτων αυτών θα γίνεται με βάση τις αρχές και τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
5.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, εκδίδει Κανονισμούς που απαιτούνται για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού και γενικά για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1) οι Κανονισμοί αυτοί μπορούν να προβλέπουν για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα θέματα:
(α) Τη ρύθμιση της διαχείρισης συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων·
(β) τη ρύθμιση της αδειοδότησης και λειτουργίας επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων
(γ) την επιβολή τελών ή άλλων οικονομικών επιβαρύνσεων, συμπεριλαμβανομένων των τελών κατανάλωσης, σε κατόχους συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», όπως αυτή εξειδικεύεται στο άρθρο 16 του παρόντος Νόμου·
(δ) την παροχή κινήτρων για μείωση των αποβλήτων στο μέρος παραγωγής των και για την ανάκτηση και την επαναχρησιμοποίησή τους·
(ε) τη θέσπιση λεπτομερών διαδικασιών για την ενημέρωση και τις διαβουλεύσεις με το κοινό, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 9Α, περιλαμβανομένων δημόσιων ακροάσεων.
(3) Κανονισμοί οι οποίοι εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο μπορούν να εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να εκδίδει διατάγματα με τα οποία ρυθμίζονται τεχνικής και διοικητικής φύσεως θέματα.
(4) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (3) τα διατάγματα αυτά μπορούν να προβλέπουν για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα θέματα:
(α) Τον καθορισμό ελέγχων και επιθεωρήσεων σε χώρους διαχείρισης ή παραγωγής αποβλήτων·
(β) τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη διαχείριση συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων·
(γ) τον καθορισμό εθνικού σχεδίου για τη διαχείριση συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων·
(δ) την κατάρτιση προγραμμάτων διαχείρισης συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων καθώς και την πληροφόρηση και συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία κατάρτισης των προγραμμάτων αυτών·
(ε) την πληροφόρηση και συμμετοχή του κοινού σε σχέδια διευθέτησης ή αποκατάστασης υφιστάμενων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων διαχείρισης αποβλήτων·
(στ) τον καθορισμό προθεσμιών εντός των οποίων διενεργούνται ορισμένες ενέργειες που προβλέπονται στους Κανονισμούς·
(ζ) τον καθορισμό του τύπου, του περιεχομένου και της διαδικασίας υποβολής αιτήσεων ή άλλων εντύπων-
(η) την κατάταξη εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων διαχείρισης αποβλήτων σε συγκεκριμένες κατηγορίες-
(θ) την εξειδίκευση τεχνικών λεπτομερειών και προδιαγραφών για εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων-
(ι) τον καθορισμό κριτηρίων αποδοχής συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων σε συγκεκριμένες εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων·
(ια) τον καθορισμό μεθόδων μέτρησης αναφοράς και τεχνικών προτύπων·
(ιβ) τη διάθεση καταλόγου ονομασιών παραγωγής πυκνωτών, ρυθμιστών εντάσεως και πηνίων αυτεπαγωγής, που περιέχουν πολυχλωροδιφαινύλια και πολυχλωροτριφαινύλια·
(ιγ) την επισήμανση, υπό τους κατάλληλους όρους και προϋποθέσεις, άλλων λιγότερο επικίνδυνων υποκατάστατων των πολυχλωροδιφαινυλίων και πολυχλωροτριφαινυλίων·
(ιδ) τον καθορισμό ειδικών μέτρων για την ενθάρρυνση της δημιουργίας επιχειρήσεων που θα ασχολούνται με τη διαχείριση συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων· και
(ιε) την εξαίρεση των χώρων ταφής αδρανών αποβλήτων γενικά, ή συγκεκριμένου τέτοιου χώρου ειδικά, από την υποχρέωση τήρησης συγκεκριμένων υποχρεώσεων.
(5) Όταν ο Κυπριακός Οργανισμός Πιστοποίησης και Ελέγχου της Ποιότητας (ΚΟΠΕΠ) ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας αρμόδιος για την τυποποίηση, εγκρίνει την υιοθέτηση ευρωπαϊκών και διεθνών προτύπων τα οποία αναφέρονται ή αφορούν σε απόβλητα, η αρμόδια αρχή μπορεί, με σχετικό διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να επιβάλλει την υποχρεωτική εφαρμογή των προτύπων αυτών.
6.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Δήμων Νόμου του 1985 έως 2002 και του περί Κοινοτήτων Νόμου του 1999 έως 2002, κάθε κάτοχος αποβλήτων ο οποίος δεν κατέχει άδεια για διαχείριση αποβλήτων που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οφείλει—
(α) Ενόσω κατέχει το απόβλητο να μεριμνά ώστε αυτό να μή προκαλεί οποιοδήποτε κίνδυνο στη δημόσια υγεία ή στο περιβάλλον και να μή δημιουργεί οχληρία σε οποιοδήποτε πρόσωπο·
(β) να παραδίδει το απόβλητο χωρίς καθυστέρηση σε πρόσωπο που κατέχει άδεια διαχείρισης αποβλήτων.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμού ο οποίος ρυθμίζει θέματα σχετικά με απόβλητα, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να τοποθετεί, εγκαταλείπει, ρίπτει ή αποθηκεύει απόβλητα σε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο, ή να εξουσιοδοτεί ή ανέχεται οποιαδήποτε από τις πράξεις αυτές, εκτός εάν
(α) Κατέχει άδεια διαχείρισης αποβλήτων που εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο· ή
(β) η τοποθέτηση, εγκατάλειψη, ρίψη ή αποθήκευση γίνεται σε χώρο ελεγχόμενο από πρόσωπο που κατέχει άδεια διαχείρισης αποβλήτων και με τη συγκατάθεση του προσώπου αυτού.
7.—(1) Η αρμόδια αρχή, μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων, ετοιμάζει κανονισμούς τους οποίους υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο για έκδοση οι οποίοι προβλέπουν τη λήψη μέτρων—
(α) Για την προώθηση της πρόληψης ή της μείωσης της παραγωγής και της βλαπτικότητας των αποβλήτων, ιδίως με—
(i) Την ανάπτυξη καθαρών τεχνολογιών με τις οποίες μπορεί να γίνει οικονομικότερη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων,
(ii) την τεχνική τελειοποίηση και τη διάθεση στην αγορά προϊόντων που είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να μη συμβάλλουν καθόλου ή να συμβάλλουν όσο το δυνατό λιγότερο, λόγω της παραγωγής, της χρήσης ή της τελικής τους διάθεσης, στην αύξηση της ποσότητας ή της βλαπτικότητας των αποβλήτων και των κινδύνων ρύπανσης,
(iii) την ανάπτυξη κατάλληλων τεχνικών για την τελική διάθεση των επικίνδυνων ουσιών που περιέχονται, στα απόβλητα τα οποία προορίζονται για αξιοποίηση,
(iv) την αξιοποίηση των αποβλήτων με ανακύκλωση, επαναχρησιμοποίηση ή ανάκτηση ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που έχει στόχο την παραγωγή δευτερογενών πρώτων υλών, ή
(ν) τη χρησιμοποίηση των αποβλήτων ως πηγή ενέργειας·
(β) τα οποία να εξασφαλίζουν ότι η διαχείριση των αποβλήτων θα πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία του ανθρώπου και χωρίς να χρησιμοποιούνται διαδικασίες ή μέθοδοι που ενδέχεται να βλάψουν το περιβάλλον, ιδίως δε—
(i) χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα ή το έδαφος, ούτε για την πανίδα και τη χλωρίδα,
(ii) χωρίς να προκαλούνται ενοχλήσεις από το θόρυβο ή τις οσμές,
(iii) χωρίς να βλάπτονται οι τοποθεσίες και τα τοπία που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον·
(γ) για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου και κατάλληλου δικτύου εγκαταστάσεων διάθεσης και αξιοποίησης των αποβλήτων το οποίο, λαμβανομένων υπόψη και των γεωγραφικών συνθηκών—
(i) θα επιτρέπει τη διάθεση ή αξιοποίηση των αποβλήτων σε εγκαταστάσεις που λειτουργούν για το σκοπό αυτό χρησιμοποιώντας τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες και τις καταλληλότερες μεθόδους εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.
(ii) θα έχει ως στόχο να καταστεί η Δημοκρατία αυτάρκης στον τομέα της διάθεσης και αξιοποίησης των αποβλήτων.
(2) Οι κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το εδάφιο (1) μπορούν να εξουσιοδοτούν την αρμόδια αρχή να εκδίδει διατάγματα τα οποία να προβλέπουν τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο.
(3) Ο Υπουργός ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που πρόκειται να υποβληθούν στο Υπουργικό Συμβούλιο προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της παραγράφου (α) του εδαφίου (1).
8.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας η οποία ρυθμίζει οποιαδήποτε από τα θέματα που καθορίζονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά την υποβολή κοινής πρότασης από τον Υπουργό και τον Υπουργό Εσωτερικών και κατόπιν σχετικής προς τούτο γνωμοδότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων, μπορεί να εκδώσει κανονισμούς με τους οποίους να καθορίζεται Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών για τη διαχείριση των αποβλήτων.
(2) Το Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών διαχείρισης αποβλήτων που προβλέπεται στο εδάφιο (1) δυνατό να προβλέπει—
(α) Γενικές τεχνικές προδιαγραφές των μέσων συλλογής και μεταφοράς αποβλήτων·
(β) διαδικασίες που θα πρέπει να ακολουθούνται κατά τη συλλογή και μεταφορά αποβλήτων·
(γ) όρους καταλληλότητας και κριτήρια συγκριτικής αξιολόγησης και επιλογής των θέσεων των εγκαταστάσεων διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων·
(δ) γενικές τεχνικές προδιαγραφές των εγκαταστάσεων διάθεσης και αξιοποίησης αποβλήτων·
(ε) μεθόδους και τρόπους διενέργειας ελέγχων από την ίδια την εγκατάσταση ή επιχείρηση κατά τη διάρκεια λειτουργίας της·
(στ) προδιαγραφές των ληπτέων προφυλάξεων στον τομέα της ασφάλειας του απασχολούμενου προσωπικού·
(ζ) προδιαγραφές του απαιτούμενου εξοπλισμού άμεσης επέμβασης και αναγκαίες ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιηθούν προκειμένου να αντιμετωπιστούν περιστατικά έκτακτης ανάγκης ή σοβαρού κινδύνου για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον-
(η) τους απαιτούμενους όρους για τον τερματισμό της λειτουργίας εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων·
(θ) γενικές προδιαγραφές αποκατάστασης των χώρων ή των εγκαταστάσεων διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων·
(ι) κριτήρια καθορισμού της χρονικής διάρκειας της μετέπειτα φροντίδας των εγκαταστάσεων ή των χώρων μετά τον τερματισμό της λειτουργίας τους-
(ια) μεθόδους συντήρησης και παρακολούθησης καθώς και διενέργειας των σχετικών ελέγχων κατά το στάδιο της μετέπειτα φροντίδας των εγκαταστάσεων ή των χώρων τους·
(ιβ) κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορίζεται το ύψος, το είδος και η διαδικασία καταβολής της εγγύησης για το κόστος των εργασιών της μετέπειτα φροντίδας του χώρου ή της εγκατάστασης διαχείρισης αποβλήτων καθώς και για την αντιμετώπιση των δαπανών τις οποίες θα συνεπάγεται η πρόκληση οποιουδήποτε περιστατικού ρύπανσης· και
(ιγ) το περιεχόμενο και τις προδιαγραφές της μελέτης κατασκευής, οργάνωσης, λειτουργίας και μετέπειτα φροντίδας, η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή βάσει του άρθρου 11 (2) από κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση προκειμένου να της χορηγηθεί άδεια για τη διαχείριση αποβλήτων.
9.—(1) Για την επίτευξη των στόχων οποιωνδήποτε κανονισμών που εκδίδονται με βάση το άρθρο 7, το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση που υποβάλλεται από κοινού από τον Υπουργό και τον Υπουργό Εσωτερικών η οποία διαμορφώνεται ύστερα από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων, εκδίδει κανονισμούς με τους οποίους καθορίζει Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων.
(2) Η Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων καλύπτει το σύνολο των επιμέρους κατηγοριών αποβλήτων του Καταλόγου, που καταρτίζεται δυνάμει του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου, τα οποία παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τη Δημοκρατία, στοχεύοντας στην ολοκληρωμένη διαχείρισή τους στο σύνολο της επικράτειας της και περιλαμβάνει υποχρεωτικά ειδικό κεφάλαιο για τη διαχείριση των συσκευασιών και των απορριμμάτων συσκευασίας, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνονται για την πρόληψη και επαναχρησιμοποίηση τους. Επίσης, η Στρατηγική διαχείρισης αποβλήτων περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο για την εφαρμογή μέτρων μείωσης των βιοαποδομήσιμων οικιακών αποβλήτων που προορίζονται για χώρους ταφής, μέσω ιδίως της ανακύκλωσης, λιπασματοποίησης ή παραγωγής βιομεθανίου ή ανάκτησης υλικών και ενέργειας.
(3) Η Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων καταρτίζεται βάσει των τεχνικών, οικονομικών, περιβαλλοντικών, χωροταξικών, κοινωνικών και άλλων συνθηκών που επικρατούν στη Δημοκρατία, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις προδιαγραφές που καθορίζει το Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών διαχείρισης αποβλήτων, εφόσον το Πλαίσιο αυτό καταρτιστεί.
(4) Η Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων θα περιλαμβάνει κυρίως—
(α) Τον τύπο, την ποσότητα και την προέλευση των αποβλήτων που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διαχείρισης,
(β) τους στόχους που τίθενται ως προς τη μείωση, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση των αποβλήτων,
(γ) τις μεθόδους διαχείρισης που θα εφαρμοστούν, με ειδική αναφορά στη συλλογή, μεταφορά, αξιοποίηση ή διάθεση των αποβλήτων,
(δ) όλες τις ειδικές διατάξεις που αφορούν συγκεκριμένους τύπους αποβλήτων,
(ε) τον αριθμό των εγκαταστάσεων αξιοποίησης και διάθεσης που θα απαιτηθούν για την κάλυψη των αναγκών διαχείρισης των αποβλήτων,
(στ) τις προτεινόμενες θέσεις των εγκαταστάσεων αξιοποίησης και διάθεσης αποβλήτων,
(ζ) τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για τη διαχείριση των αποβλήτων,
(η) την εκτίμηση του κόστους των εργασιών αξιοποίησης και διάθεσης των αποβλήτων, και
(θ) τα κατάλληλα μέτρα για την ενθάρρυνση της ορθολογικής οργάνωσης της συλλογής, της διαλογής και της επεξεργασίας των αποβλήτων.
(5) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση στις διατάξεις του κυρωτικού της Σύμβασης για τον Έλεγχο της Διασυνοριακής Διακίνησης Επικίνδυνων Αποβλήτων, η μεταφορά αποβλήτων απαγορεύεται να πραγματοποιείται κατά τρόπο αντίθετο με τις διατάξεις της Στρατηγικής Διαχείρισης Αποβλήτων.
(6) Η Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων γνωστοποιείται στην Επιτροπή.
9Α.-(1) Για τους σκοπούς των άρθρων 9Β, 9Γ, 9Δ, 9Ε και 9ΣΤ -
“κοινό” σημαίνει ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, καθώς και ενώσεις, οργανώσεις ή ομάδες αυτών˙
“Περιβαλλοντική Αρχή” σημαίνει την Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος˙
“σχέδιο και/ ή πρόγραμμα” σημαίνει τη Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων, που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 9 και τα προγράμματα, που αναφέρονται στην παράγραφο (1) του Κανονισμού 7 των περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών του 2003.
(2) Τα άρθρα 9Β, 9Γ, 9Δ, 9Ε και 9ΣΤ εφαρμόζονται στα σχέδια και/ή προγράμματα, εξαιρουμένων αυτών που αναφέρονται στο εδάφιο (3).
(3) Τα άρθρα 9Β, 9Γ, 9Δ, 9Ε και 9ΣΤ δεν εφαρμόζονται στα σχέδια και/ή προγράμματα -
(α) τα οποία σχεδιάστηκαν προκειμένου να εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς εθνικής άμυνας ή για να εφαρμοστούν σε περίπτωση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης˙
(β) αναφορικά με τα οποία η συμμετοχή του κοινού διασφαλίζεται δυνάμει του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Σχέδια και/ ή Προγράμματα Νόμου του 2005 ή δυνάμει του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου του 2004.
9Β.-(1) Ο Υπουργός διασφαλίζει ότι παρέχεται έγκαιρα και αποτελεσματικά στο κοινό η δυνατότητα να συμμετάσχει στην προετοιμασία, τροποποίηση ή αναθεώρηση των σχεδίων και/ ή προγραμμάτων.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), ο Υπουργός, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο, ενημερώνει το κοινό –
(α) για κάθε πρόταση που αφορά τέτοια σχέδια και/ή προγράμματα ή την τροποποίηση ή την αναθεώρησή τους,
(β) ότι οι πληροφορίες που σχετίζονται με την εν λόγω πρόταση διατίθενται στο κοινό κατά της εργάσιμες μέρες και ώρες στα γραφεία της Περιβαλλοντικής Αρχής, και
(γ) ότι οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να υποβάλει στην Περιβαλλοντική Αρχή απόψεις ή παραστάσεις, αναφορικά με το περιεχόμενο της πρότασης, εντός 35 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης.
(3) Η Περιβαλλοντική Αρχή δημοσιεύει στο διαδίκτυο σχετική ανακοίνωση, σε κάθε περίπτωση που υποβάλλονται από τον Υπουργό ή προς τον Υπουργό -
(α) προτάσεις που αφορούν σχέδιο και/ή πρόγραμμα ή την τροποποίηση ή την αναθεώρησή τους. και
(β) απόψεις οποιουδήποτε προσώπου σχετικά με θέμα που αφορά τις προτάσεις.
(4) Το κοινό, με το οποίο ο Υπουργός διαβουλεύεται, περιλαμβάνει-
(α) το κοινό που επηρεάζεται ή είναι δυνατό να επηρεασθεί ή του οποίου διακυβεύονται συμφέροντα από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με ένα σχέδιο και/ ή πρόγραμμα, και
(β) μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος.
9Γ.-(1) Μετά από αιτιολογημένη εισήγηση της Περιβαλλοντικής Αρχής, που υποβάλλεται κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή και τη Συμβουλευτική Επιτροπή Διαχείρισης Αποβλήτων, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει για τη διενέργεια δημόσιας ακρόασης, για πρόταση που υποβάλλεται στις περιπτώσεις σημαντικών σχεδίων και/ ή προγραμμάτων, προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία λήψης απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 9Δ.
(2) Οι στόχοι, τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας, η ίδια η διαδικασία, το ενδιαφερόμενο κοινό και άλλα θέματα σχετικά με τις δημόσιες ακροάσεις, καθορίζονται με κανονισμούς, που εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5.
9Δ. Πριν τη λήψη απόφασης, αναφορικά με σχέδιο και/ή πρόγραμμα, το Υπουργικό Συμβούλιο, στην περίπτωση της Στρατηγικής Διαχείρισης Αποβλήτων, ή ο Υπουργός, στην περίπτωση των προγραμμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο (1) του Κανονισμού 7 των περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών του 2003, λαμβάνει δεόντως υπόψη τις απόψεις ή παραστάσεις που εκφράζονται σύμφωνα με το άρθρο 9Β και τα αποτελέσματα της δημόσιας ακρόασης, που τυχόν διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 9Γ.
9Ε. Αφού το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο Υπουργός, ανάλογα με την περίπτωση, λάβει τελική απόφαση σχετικά με το σχέδιο και/ή πρόγραμμα, ενημερώνει το κοινό, δημοσιοποιώντας τη λήψη απόφασης με γνωστοποίηση, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και στο διαδίκτυο, και γνωστοποιεί ότι οι ακόλουθες πληροφορίες είναι καταχωρημένες στο Αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 9ΣΤ και γνωστοποιεί τον τόπο και το χρόνο, που μπορούν να πάρουν τις ακόλουθες πληροφορίες –
(α) περιγραφή του σχεδίου και/ή προγράμματος, όπως αυτό εγκρίθηκε˙
(β) συνοπτική δήλωση σχετικά με –
(i) τον τρόπο, με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη στις τελικές αποφάσεις οι τυχόν απόψεις ή παραστάσεις που έχουν εκφρασθεί, σύμφωνα με το άρθρο 9Β, και τα αποτελέσματα της δημόσιας ακρόασης, που τυχόν διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 9Γ˙
(ii) τους λόγους και τις εκτιμήσεις, πάνω στις οποίες βασίστηκαν οι τελικές αποφάσεις που λήφθηκαν.
9ΣΤ. Η Περιβαλλοντική Αρχή τηρεί Αρχείο, στο οποίο καταχωρίζονται –
(α) οι προτάσεις που αφορούν σχέδια και/ή προγράμματα, περιλαμβανομένης της τροποποίησης ή αναθεώρησής τους˙
(β) οι απόψεις ή παραστάσεις οποιουδήποτε προσώπου, που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 9Β˙ και
(γ) οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9Ε.
(2) Το Αρχείο βρίσκεται στη διάθεση του κοινού και μπορεί να τύχει επιθεώρησης κατά τις εργάσιμες μέρες και ώρες.
(3) Η λήψη πληροφοριών από το Αρχείο διέπεται από τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου του 2004.
10. Κάθε κάτοχος αποβλήτων υποχρεούται—
(α) Να παραδίδει τα απόβλητα σε αδειοδοτημένο βάσει του άρθρου 11 ή 19 ιδιωτικό ή δημόσιο φορέα συλλογής ή σε αδειοδοτημένη βάσει των άρθρων 11 ή 12 ή 19 ή 20 εγκατάσταση ή επιχείρηση που διεξάγει τις εργασίες που προβλέπονται στο Παράρτημα II Α ή ΙΙ Β, ή
(β) να εξασφαλίζει ο ίδιος την αξιοποίηση ή τη διάθεση των αποβλήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και με τρόπο που καθορίζεται σε άδεια που εκδίδεται για τον σκοπό αυτό βάσει των άρθρων 11 ή 19.
11.—(1) Κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση η οποία—
(α) Ασχολείται με τη συλλογή και τη μεταφορά αποβλήτων,
(β) μεριμνά για τη διάθεση ή την αξιοποίηση των αποβλήτων για λογαριασμό τρίτων (εργολάβοι ή μεσίτες),
(γ) διεξάγει τις εργασίες που αναφέρονται στο Παράρτημα II Α ή II Β, ή
(δ) προβαίνει η ίδια σε αξιοποίηση ή διάθεση των αποβλήτων της στους χώρους παραγωγής,
οφείλει, πριν αρχίσει τις δραστηριότητές της, να εξασφαλίσει άδεια διαχείρισης αποβλήτων από την αρμόδια αρχή.
(2) Για τη χορήγηση της άδειας που αναφέρεται στο εδάφιο (1), απαιτείται η υποβολή αίτησης προς την αρμόδια αρχή, η οποία πρέπει να συνοδεύεται από την πολεοδομική άδεια, (εφόσον η προτεινόμενη διαχείριση των αποβλήτων προϋποθέτει ανάπτυξη ακίνητης ιδιοκτησίας για την οποία απαιτείται η έκδοση πολεοδομικής άδειας με βάση το σχετικό Νόμο), και από οποιαδήποτε άλλη άδεια απαιτείται βάσει της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας, και από μελέτη της κατασκευής, οργάνωσης, λειτουργίας και, εφόσον απαιτείται, αποκατάστασης και μετέπειτα φροντίδας του χώρου της σχετικής εγκατάστασης. Η μελέτη αυτή πρέπει να είναι σύμφωνη—
(α) Με τα προβλεπόμενα στη Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων,
(β) με τα προβλεπόμενα στο Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών Διαχείρισης Αποβλήτων που προβλέπεται στο άρθρο 8, εφόσον αυτό καταρτιστεί, και
(γ) με τους όρους που είναι δυνατό να επιβάλλονται με βάσει το εδάφιο (4)(γ) του άρθρου 11 του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001.
(3) Η αίτηση για την έκδοση της άδειας διαχείρισης αποβλήτων υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται με διάταγμα της αρμόδιας αρχής το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(4) Η ανωτέρω άδεια χορηγείται από την αρμόδια αρχή, μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων, εντός τριών μηνών από την υποβολή του συνόλου των απαιτούμενων βάσει του εδαφίου (2) στοιχείων από τον ενδιαφερόμενο. Η άδεια περιλαμβάνει όρους οι οποίοι ρυθμίζουν τουλάχιστο τα ακόλουθα:
(α) Τους τύπους και τις ποσότητες των αποβλήτων,
(β) τη μέθοδο συλλογής, μεταφοράς, διάθεσης ή αξιοποίησης των αποβλήτων,
(γ) τις τεχνικές προδιαγραφές,
(δ) τον τόπο διάθεσης ή αξιοποίησης των αποβλήτων,
(ε) την τήρηση των διατάξεων της σχετικής με την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων κείμενης νομοθεσίας,
(στ) το απαιτούμενο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, και
(ζ) τις υποχρεώσεις για εργασίες αποκατάστασης και μετέπειτα φροντίδας του χώρου:
Νοείται ότι εάν η ανωτέρω άδεια αφορά τη χρήση αποβλήτων ως καυσίμου ή άλλου μέσου παραγωγής ενέργειας, τότε η αρμόδια αρχή, προτού χορηγήσει την άδεια, διαβουλεύεται με τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.
(5) Στην άδεια καθορίζεται η χρονική διάρκεια ισχύος της, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
(6) Η αρμόδια αρχή μπορεί να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ιδίως όταν η προτεινόμενη μέθοδος συλλογής, μεταφοράς, διάθεσης ή αξιοποίησης κριθεί απαράδεκτη από την άποψη της προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.
(7) Πριν από την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης, πραγματοποιείται επί τόπου έλεγχος από την αρμόδια αρχή ή από εξουσιοδοτημένο από αυτή πρόσωπο, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πληρούνται οι όροι της σχετικής άδειας και εάν το προσωπικό είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο. Η εγκατάσταση ή επιχείρηση δεν μπορεί να αρχίσει τη λειτουργία της εάν προηγουμένως δε λάβει από την αρμόδια αρχή σχετική έγκριση βάσει των αποτελεσμάτων του διενεργηθέντος ελέγχου.
(8) Η άδεια μπορεί να ανανεώνεται μετά από υποβολή σχετικής αίτησης προς την αρμόδια αρχή, τουλάχιστον έξι μήνες πριν τη λήξη της ισχύος της.
(9) Καθ' όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας, σε περίπτωση αλλαγής των συνθηκών οι οποίες δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν κατά το χρόνο που οι όροι της άδειας καθορίσθηκαν για πρώτη φορά, ή σε περίπτωση θέσπισης νεώτερης νομοθεσίας, η αρμόδια αρχή δύναται να τροποποιεί ή να συμπληρώνει τους όρους της άδειας.
(10) Για την έκδοση άδειας σε εγκατάσταση που αναφέρεται στο Παράρτημα VII, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τόσο τις διατάξεις του Μέρους IV του περί Ελέγχου της Ρύπανσης των Νερών Νόμου του 2002 όσο και τις διατάξεις του περί Ελέγχου της Ρύπανσης της Ατμόσφαιρας Νόμου του 2002.
(11) Προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας διαχείρισης αποβλήτων με βάση το παρόν άρθρο είναι η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο στην αρμόδια αρχή εγγύησης για το κόστος των εργασιών αποκατάστασης και μετέπειτα φροντίδας του χώρου της εγκατάστασης διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων καθώς και των δαπανών για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε περιστατικού ρύπανσης που δυνατό να προκληθεί από τις δραστηριότητες της εγκατάστασης.
(12) Η χορήγηση άδειας διαχείρισης αποβλήτων με βάση το παρόν άρθρο, δεν απαλλάσσει τον αιτούντα από την υποχρέωση λήψης άλλων αδειών ή εγκρίσεων που προβλέπονται βάσει άλλης εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας.
12.—(1) Εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις που εκτελούν οποιαδήποτε από τις εργασίες που αναφέρονται στα εδάφια (1) ή (2) του άρθρου 11, οι οποίες άρχισαν τη λειτουργία τους πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, υποχρεούνται εντός έτους από την παραπάνω ημερομηνία να υποβάλουν αίτηση προκειμένου να τους παραχωρηθεί η προβλεπόμενη βάσει του άρθρου 11 άδεια διαχείρισης αποβλήτων.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση της αρμόδιας αρχής, μπορεί να καθορίζει με κανονισμούς ειδικά μέτρα για κατηγορίες υφιστάμενων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων διαχείρισης αποβλήτων, καθώς και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την υλοποίησή τους, το οποίο δεν συμπίπτει απαραίτητα με το οριζόμενο στο παρόν άρθρο.
13.—(1) Η αρμόδια αρχή πραγματοποιεί τακτικούς και έκτακτους ελέγχους σε κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση στην οποία έχει χορηγήσει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 11 ή το άρθρο 12, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν η λειτουργία της είναι σύμφωνη με τους όρους που έχουν προβλεφθεί στη σχετική άδεια. Οι ανωτέρω τακτικοί και έκτακτοι έλεγχοι διενεργούνται και κατά το στάδιο της μετέπειτα φροντίδας μετά τον τερματισμό της λειτουργίας των εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων.
(2) Οι πιο πάνω εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις υποχρεούνται να παρέχουν κάθε δυνατή διευκόλυνση στην αρμόδια αρχή ή σε πρόσωπα δεόντως εξουσιοδοτημένα από αυτή για τη διενέργεια των ελέγχων, ώστε να προβαίνουν σε εξέταση, έλεγχο, έρευνα ή δειγματοληψία και να συγκεντρώνουν τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκτέλεση του έργου τους.
(3) Σε περίπτωση που κατά τη λειτουργία της εγκατάστασης ή επιχείρησης διαπιστωθούν από τους ελέγχους που διενεργούνται δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή τη δημόσια υγεία, η αρμόδια αρχή καθορίζει το είδος και το χρονοδιάγραμμα των επανορθωτικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η ευθύνη και οι δαπάνες υλοποίησης των αναγκαίων επανορθωτικών μέτρων βαρύνουν αποκλειστικά την εγκατάσταση ή επιχείρηση.
(4) Αποτελεί αδίκημα η άρνηση ή η παράλειψη συμμόρφωσης με τα επανορθωτικά μέτρα και το χρονοδιάγραμμα που ορίζεται βάσει του εδαφίου (3).
(5) Εάν από τον πιο πάνω έλεγχο διαπιστωθεί ότι η εγκατάσταση ή επιχείρηση λειτουργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των κατ' εξουσιοδότηση του εκδοθέντων Κανονισμών ή οποιασδήποτε άλλης εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας, η αρμόδια αρχή δύναται να ανακαλέσει τη σχετική άδεια διαχείρισης αποβλήτων.
14.—(1) Κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση που αδειοδοτείται σύμφωνα με τα άρθρα 11 ή 12, υποχρεούται—
(α) Να τηρεί Μητρώο στο οποίο να σημειώνονται η ποσότητα των αποβλήτων, η φύση και η προέλευσή τους και, όπου χρειάζεται, ο προορισμός, η συχνότητα συλλογής, το μέσο μεταφοράς και ο τρόπος επεξεργασίας τους, για τα απόβλητα που αναφέρονται στο Παράρτημα I και τις εργασίες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΑ ή ΙΙΒ,
(β) να διαβιβάζει τις πληροφορίες της παραγράφου (α) στην αρμόδια αρχή κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους καθώς και κάθε φορά που αυτό ζητείται από την αρμόδια αρχή.
(2) Το ακριβές περιεχόμενο του Μητρώου καθώς και η διαδικασία τήρησής του καθορίζονται με διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
15.—(1) Κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων μετά τη λήξη της σχετικής άδειας που προβλέπεται στα άρθρα 11 και 12 και γενικά μετά την παύση λειτουργίας της για οποιοδήποτε λόγο, υποχρεούται να αποκαταστήσει—
(α) Κάθε ζημιά που ενδεχομένως έχει προκληθεί στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία από τη λειτουργία της, και
(β) το φυσικό περιβάλλον με τη διαμόρφωση και ένταξη του χώρου των εγκαταστάσεων στο περιβάλλον ώστε να επιτυγχάνεται η διατήρηση και βελτίωση του τοπίου, σύμφωνα με τους όρους της άδειας:
Νοείται ότι η ευθύνη και οι δαπάνες υλοποίησης των μέτρων αποκατάστασης βαρύνουν αποκλειστικά την εγκατάσταση ή επιχείρηση.
(2) Εφόσον η εγκατάσταση ή επιχείρηση διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες αποκατάστασης του χώρου βάσει του εδαφίου (1), ακολουθεί η διαδικασία τερματισμού της λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης ως εξής, δηλαδή:
(α) Η εγκατάσταση ή επιχείρηση υποβάλλει στην αρμόδια αρχή αίτηση τερματισμού της λειτουργίας της, συνοδευόμενη από στοιχεία και εκθέσεις που τεκμηριώνουν ότι περατώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης βάσει των όρων που έχουν τεθεί στην άδεια που χορηγήθηκε με βάση το άρθρο 11 ή 12·
(β) η αρμόδια αρχή διενεργεί επιθεώρηση της εγκατάστασης ή επιχείρησης και αφού αξιολογήσει τα ανωτέρω στοιχεία και τις εκθέσεις, χορηγεί έγκριση για τον τερματισμό της λειτουργίας της εγκατάστασης η οποία καθορίζει υποχρεωτικά και τη χρονική διάρκεια της μετέπειτα φροντίδας του χώρου, καθώς και το χρόνο και τον τρόπο επιστροφής της εγγύησης που καταβλήθηκε με βάση το άρθρο 11.
(3) Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι οι εργασίες αποκατάστασης δεν έχουν ολοκληρωθεί ή δεν ανταποκρίνονται στους όρους που έχουν επιβληθεί με την άδεια διαχείρισης αποβλήτων, επιβάλλονται τα αναγκαία μέτρα καθώς και χρονικό όριο εντός του οποίου η εγκατάσταση υποχρεούται να συμμορφωθεί με τα μέτρα αυτά.
(4) Αποτελεί αδίκημα η μη συμμόρφωση με τα ανωτέρω επιβαλλόμενα μέτρα εντός του οριζόμενου χρονικού ορίου. Στην περίπτωση αυτή καταπίπτει αυτόματα και η κατατεθείσα, βάσει του άρθρου 11 εγγύηση υπέρ της Δημοκρατίας.
(5) Μετά τη χορήγηση της έγκρισης τερματισμού λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης βάσει του εδαφίου (2), οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές της εν λόγω εγκατάστασης ή επιχείρησης είναι υπεύθυνοι, σύμφωνα με τους όρους της χορηγηθείσας βάσει των άρθρων 11 ή 12 άδειας, για τη μετέπειτα φροντίδα του χώρου, όπου η συγκεκριμένη δραστηριότητα ήταν εγκατεστημένη. Η μετέπειτα φροντίδα του χώρου περιλαμβάνει τη συντήρηση του χώρου, καθώς και την παρακολούθηση και διενέργεια των σχετικών ελέγχων και πραγματοποιείται βάσει των όρων της χορηγηθείσας άδειας διαχείρισης αποβλήτων.
(6) Αποτελεί αδίκημα η μη συμμόρφωση με τους όρους που έχουν επιβληθεί για την μετέπειτα φροντίδα του χώρου, όπου η δραστηριότητα ήταν εγκατεστημένη.
(7) Οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές της εγκατάστασης υποχρεούνται να διαβιβάζουν τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της μετέπειτα φροντίδας στην αρμόδια αρχή κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους ή συχνότερα εάν αυτό τους ζητηθεί.
(8) Σε περίπτωση που από τη διενέργεια των ανωτέρω ελέγχων διαπιστωθούν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές γνωστοποιούν · στην αρμόδια αρχή τα αποτελέσματα των ελέγχων, προκειμένου αυτή να καθορίσει το είδος και το χρονοδιάγραμμα των επανορθωτικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν.
(9) Η ευθύνη και οι δαπάνες υλοποίησης των πιο πάνω επανορθωτικών μέτρων βαρύνουν αποκλειστικά και μόνο τους ιδιοκτήτες ή διαχειριστές της εν λόγω εγκατάστασης ή επιχείρησης διάθεσης ή αξιοποίησης αποβλήτων.
16.—(1) Κατά την εφαρμογή του παρόντος Νόμου οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για την αποφυγή στρεβλώσεων στην αγορά και τις συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού, να εφαρμόζεται η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
(2) Σύμφωνα με την πιο πάνω αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» η δαπάνη για τη διάθεση των αποβλήτων βαρύνει—
(α) Τον κάτοχο των αποβλήτων ο οποίος τα παραδίδει σε φορέα συλλογής ή σε εγκατάσταση ή επιχείρηση διάθεσης αποβλήτων· και
(β) τους προηγούμενους κατόχους ή τον παραγωγό του προϊόντος που παράγει τα απόβλητα.
(3) Κατά την παραχώρηση οποιασδήποτε άδειας με βάση τον παρόντα Νόμο, στις διαδικασίες αδειοδότησης και τα συστήματα τελών, επιβαρύνσεων ή προστίμων εφαρμόζεται η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
(4) Για την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» μπορούν να λαμβάνονται υπόψη οι ποιοτικοί στόχοι για το περιβάλλον, όροι στις άδειες που αφορούν την ποιότητα και ποσότητα των αποβλήτων που απορρίπτονται ή δημιουργούνται, πρότυπα προϊόντων και πρότυπα παραγωγικής διαδικασίας.
(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδώσει κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος άρθρου και ειδικώτερα κανονισμούς που προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα εφαρμογής της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Οι κανονισμοί εκδίδονται ύστερα από εισήγηση του Υπουργού και μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων.
(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδώσει κανονισμούς για την επιβολή τελών, συμπεριλαμβανομένων και τελών κατανάλωσης, καθώς και κάθε άλλη οικονομική επιβάρυνση, σε κατόχους αποβλήτων ή σε παραγωγούς προϊόντων που προορίζονται να γίνουν απόβλητα, με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
17. Για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων ισχύουν οι οριζόμενες στο Μέρος II του παρόντος Νόμου διατάξεις, όπως εξειδικεύονται ή διευρύνονται στα παρακάτω άρθρα του Μέρους III. Τα μη επικίνδυνα στερεά οικιακά απόβλητα εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους.
18.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας η οποία ρυθμίζει οποιαδήποτε από τα θέματα που καθορίζονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων, μπορεί να εκδώσει κανονισμούς με τους οποίους να καθορίζεται Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών για τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων.
(2) Το Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων προβλέπει όσα ορίζονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 8 , και επιπλέον—
(α) Τις προδιαγραφές συσκευασίας και επισήμανσης των επικίνδυνων αποβλήτων κατά τη συλλογή, προσωρινή αποθήκευση και μεταφορά τους, σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
(β) τα κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορίζεται το ύψος της ασφάλειας καθώς και της κάλυψης ζημιών προς τρίτους που προκαλούνται από επικίνδυνα απόβλητα· και
(γ) τις προδιαγραφές για την αντιμετώπιση περιπτώσεων έκτακτης ανάγκης ή σοβαρού κινδύνου από επικίνδυνα απόβλητα.
19.—(1) Για την τήρηση των διατάξεων των άρθρων 7(1)(β) και (γ) και 9, κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση—
(α) Που ασχολείται με τη συλλογή και τη μεταφορά επικίνδυνων αποβλήτων,
(β) που φροντίζει για τη διάθεση ή την αξιοποίηση επικίνδυνων αποβλήτων για λογαριασμό τρίτων (εργολάβοι ή μεσίτες),
(γ) που διεξάγει τις εργασίες που αναφέρονται στο Παράρτημα II Α ή II Β για επικίνδυνα απόβλητα, και
(δ) που εξασφαλίζει η ίδια την αξιοποίηση ή τη διάθεση των επικίνδυνων αποβλήτων της στους χώρους παραγωγής,
οφείλει πριν κάνει έναρξη των δραστηριοτήτων της να εξασφαλίσει άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων από τον Υπουργό.
(2) Για τη χορήγηση από τον Υπουργό της αναφερόμενης στο εδάφιο (1) άδειας, απαιτείται η υποβολή προς τον Υπουργό της οριζόμενης στο εδάφιο (2) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου αίτησης και μελέτης, καθώς και κάθε επιπλέον εγγράφου, μελέτης ή σχεδίου το οποίο προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία για τις εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων. Η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από την πολεοδομική άδεια, (εφόσον η προτεινόμενη διαχείριση των αποβλήτων προϋποθέτει ανάπτυξη ακίνητης ιδιοκτησίας για την οποία απαιτείται η έκδοση πολεοδομικής άδειας με βάση τη σχετική νομοθεσία), καθώς και από οποιαδήποτε άλλη άδεια απαιτείται βάσει της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας για την εγκαθίδρυση ή λειτουργία της εγκατάστασης ή επιχείρησης.
(3) Όσον αφορά την υποβαλλόμενη μελέτη κατασκευής, οργάνωσης, λειτουργίας, και εφόσον απαιτείται αποκατάστασης και μετέπειτα φροντίδας, πρέπει να είναι σύμφωνη—
(α) Με το Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων που προβλέπεται στο άρθρο 18 του παρόντος Νόμου, και
(β) με τα προβλεπόμενα στη Στρατηγική Διαχείρισης Αποβλήτων, και
(γ) με τους όρους που μπορεί να επιβάλλονται από την περιβαλλοντική έγκριση βάσει του εδαφίου 4(γ) του άρθρου 11 του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001.
(4) Η αίτηση για την έκδοση της άδειας διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων υποβάλλεται στον Υπουργό κατά τον τύπο και περιέχει τις ειδικότερες πληροφορίες, που καθορίζονται με το διάταγμα που εκδίδει ο Υπουργός με βάση το εδάφιο (3) του άρθρου 11.
(5) Η ανωτέρω άδεια χορηγείται από τον Υπουργό μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων, εντός διαστήματος τεσσάρων μηνών από την υποβολή από τον ενδιαφερόμενο του συνόλου των απαιτούμενων βάσει του εδαφίου (2) στοιχείων. Η άδεια περιλαμβάνει όρους οι οποίοι πρέπει να ρυθμίζουν τουλάχιστο τα ακόλουθα, δηλαδή:
(α) Τους τύπους και τις ποσότητες των επικίνδυνων αποβλήτων που θα διαχειρίζεται η εγκατάσταση ή επιχείρηση,
(β) τις προδιαγραφές συσκευασίας και επισήμανσης των επικίνδυνων αποβλήτων προκειμένου για τη συλλογή, προσωρινή αποθήκευση και μεταφορά τους,
(γ) τη μέθοδο συλλογής, προσωρινής αποθήκευσης, μεταφοράς, διάθεσης ή αξιοποίησης των επικίνδυνων αποβλήτων,
(δ) τις τεχνικές προδιαγραφές της εγκατάστασης ή επιχείρησής,
(ε) τη θέση του χώρου εγκατάστασης της δραστηριότητας,
(στ) τις ληπτέες προφυλάξεις στον τομέα της ασφάλειας,
(ζ) τα μέτρα για την αντιμετώπιση περιπτώσεων έκτακτης ανάγκης ή σοβαρού κινδύνου,
(η) το απαιτούμενο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, και
(θ) τις υποχρεώσεις αποκατάστασης και μετέπειτα φροντίδας του χώρου.
(6) Στην άδεια καθορίζεται η χρονική διάρκεια ισχύος της, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε χρόνια.
(7) Επιπλέον, για την άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων ισχύουν τα οριζόμενα στο εδάφιο (9) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου.
(8) Για τις εγκαταστάσεις του Παραρτήματος VII που αφορούν στη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων, ισχύουν οι διατάξεις του εδαφίου (11) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου.
(9) Ο Υπουργός οφείλει, να αρνηθεί τη χορήγηση της άδειας διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων εάν—
(α) Διαπιστώσει ότι η προτεινόμενη μέθοδος συλλογής, μεταφοράς, διάθεσης ή αξιοποίησης κριθεί απαράδεκτη λόγω των κινδύνων που προκαλεί στο περιβάλλον και στη δημόσια υγεία·
(β) ο αιτητής δεν καταθέσει στον Υπουργό εγγύηση η οποία να καλύπτει το κόστος αποκατάστασης και μετέπειτα φροντίδας του χώρου της εγκατάστασης του καθώς και τις δαπάνες αντιμετώπισης οποιουδήποτε περιστατικού ρύπανσης που δυνατό να προκληθεί από την εγκατάσταση· και
(γ) η εγκατάσταση δε διαθέτει ασφάλιση έναντι τυχόν ζημιάς που θα προηγηθεί σε τρίτους από τις δραστηριότητές της· το ύψος της ασφάλισης καθορίζεται με βάση τα κριτήρια που θέτει για το σκοπό αυτό το Πλαίσιο Τεχνικών Προδιαγραφών διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων.
20.—(1) Εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις που ασχολούνται με τις εργασίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 19 και οι οποίες άρχισαν τη λειτουργία τους πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, υποχρεούνται εντός έτους από την παραπάνω ημερομηνία να υποβάλλουν αίτηση προκειμένου να τους παραχωρηθεί από τον Υπουργό η προβλεπόμενη βάσει του άρθρου 19 άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από εισήγηση του Υπουργού, μπορεί να καθορίζει με κανονισμούς ειδικά μέτρα για κατηγορίες υφιστάμενων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων, καθώς και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την υλοποίησή τους, το οποίο δεν είναι απαραίτητο να συμπίπτει με το οριζόμενο στο παρόν άρθρο.
21.—(1) Οι εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις που συλλέγουν, μεταφέρουν, διαθέτουν ή αξιοποιούν επικίνδυνα απόβλητα απαγορεύεται να αναμειγνύουν τις διάφορες κατηγορίες επικίνδυνων αποβλήτων ή να αναμειγνύουν επικίνδυνα με μη επικίνδυνα απόβλητα.
(2) Κατά παρέκκλιση από το εδάφιο (1), η ανάμειξη επικίνδυνων αποβλήτων με άλλα επικίνδυνα απόβλητα ή με άλλα απόβλητα, ουσίες ή ύλες, επιτρέπεται μόνο εάν υπάρχει συγκεκριμένη πρόβλεψη στους όρους της χορηγηθείσας βάσει των άρθρων 19 ή 20 άδειας ή μετά από ειδική έγκριση που χορηγείται στην εγκατάσταση ή επιχείρηση από τον Υπουργό για το σκοπό αυτό, εφόσον του προσκομισθούν τα σχετικά στοιχεία και μελέτες που αποδεικνύουν την αναγκαιότητα μίας τέτοιας ενέργειας προκειμένου να τηρηθούν οι διατάξεις που προβλέπει το άρθρο 7 εδάφιο (1)(β) του παρόντος Νόμου, και ιδίως προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες ασφάλειας κατά τη διάθεση ή την αξιοποίηση των αποβλήτων αυτών.
(3) Σε περίπτωση που τα επικίνδυνα απόβλητα είναι ήδη αναμεμειγμένα με άλλα απόβλητα, ουσίες ή ύλες, χωρίς υπαίτια ευθύνη της εγκατάστασης, πρέπει να πραγματοποιείται διαχωρισμός, εάν αυτό είναι εφικτό από τεχνική και οικονομική άποψη, και, εφόσον χρειάζεται προκειμένου να τηρηθούν οι διατάξεις που προβλέπει το άρθρο 7 εδάφιο (1)(β) του παρόντος Νόμου.
22.—(1) Οι διατάξεις του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου ισχύουν και για τους παραγωγούς ή κατόχους επικίνδυνων αποβλήτων.
(2) Όσον αφορά τους τακτικούς και έκτακτους ελέγχους που διενεργεί ο Υπουργός δυνάμει του άρθρου 13 σε επιχειρήσεις συλλογής ή μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων, ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στον έλεγχο της προέλευσης και του προορισμού των επικίνδυνων αποβλήτων.
23.—(1) Κάθε παραγωγός ή κάτοχος επικίνδυνων αποβλήτων, καθώς και κάθε αδειοδοτημένη βάσει των άρθρων 19 ή 20 εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων υποχρεούται—
(α) Να τηρεί Μητρώο επικίνδυνων αποβλήτων το οποίο να περιλαμβάνει όσα προβλέπονται στο άρθρο 14(1)(α), το ακριβές περιεχόμενο του οποίου καθώς και η διαδικασία τήρησης του καθορίζονται με διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
(β) να διαβιβάζει τις πληροφορίες της παραγράφου (α) στον Υπουργό κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους καθώς και κάθε φορά που αυτό ζητείται από τον Υπουργό· και
(γ) να χορηγεί στον Υπουργό ή σε προηγούμενο κάτοχο των επικίνδυνων αποβλήτων έγγραφα αποδεικτικά της εκτέλεσης των εργασιών διαχείρισης των επικίνδυνων αποβλήτων όταν αυτά ζητούνται.
(2) Το Μητρώο επικίνδυνων αποβλήτων τηρείται—
(α) Από τους παραγωγούς ή κατόχους επικίνδυνων αποβλήτων και τις αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων επί πέντε τουλάχιστον έτη, και
(β) από τις αδειοδοτημένες επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις συλλογής ή μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων επί δύο τουλάχιστον έτη, και
(γ) από τις αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διάθεσης επικίνδυνων αποβλήτων καθ' όλη τη διάρκεια ζωής της εγκατάστασης ή επιχείρησης και εφόσον παύσει η λειτουργία τους οριστικά, υποχρεούνται να παραδίδουν το εν λόγω Μητρώο στον Υπουργό.
24.—(1) Κάθε φορά που επικίνδυνα απόβλητα μεταφέρονται σε επιχείρηση ή εγκατάσταση διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων, πρέπει να συνοδεύονται από Έντυπο αναγνώρισης και παρακολούθησης μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων.
(2) Το Έντυπο του εδαφίου (1) συμπληρώνεται από τον παραγωγό ή κάτοχο των επικίνδυνων αποβλήτων, από την επιχείρηση μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων και από την επιχείρηση ή εγκατάσταση διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων.
(3) Τόσο το περιεχόμενο του Εντύπου αναγνώρισης και παρακολούθησης μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων όσο και η διαδικασία συμπλήρωσής του καθορίζονται με διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(4) Τα συμπληρωμένα Έντυπα αναγνώρισης και παρακολούθησης μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων πρέπει να διατηρούνται από τον παραγωγό ή κάτοχο των επικίνδυνων αποβλήτων, από την επιχείρηση μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων και από την επιχείρηση ή εγκατάσταση διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων για τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα που απαιτούνται για την τήρηση του Μητρώου επικίνδυνων αποβλήτων, όπως αυτά ορίζονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 23.
(5) Οι παραγωγοί ή κάτοχοι επικίνδυνων αποβλήτων, οι επιχειρήσεις μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων και οι επιχειρήσεις ή εγκαταστάσεις διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων διαβιβάζουν κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους, καθώς και κάθε φορά που αυτό ζητείται από τον Υπουργό, αντίγραφα των Εντύπων αναγνώρισης και παρακολούθησης μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων.
25.—(1) Κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων οφείλει, μετά τη λήξη της σχετικής άδειας που προβλέπεται στα άρθρα 19 ή 20 και γενικά μετά την παύση λειτουργίας της, να αποκαταστήσει—
(α) Κάθε ζημιά που ενδεχομένως έχει προκληθεί στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία από τη λειτουργία της·
(β) το φυσικό περιβάλλον, με τη διαμόρφωση και ένταξη του χώρου των εγκαταστάσεων στο περιβάλλον ώστε να επιτυγχάνεται η διατήρηση και βελτίωση του τοπίου,
σύμφωνα με τους όρους της άδειας διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων που χορηγήθηκε βάσει των άρθρων 19 ή 20 του παρόντος Νόμου:
Νοείται ότι η ευθύνη και οι δαπάνες υλοποίησης των μέτρων αποκατάστασης βαρύνουν αποκλειστικά την εγκατάσταση ή επιχείρηση.
(2) Εφόσον η εγκατάσταση ή επιχείρηση διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες αποκατάστασης του χώρου βάσει του εδαφίου (1), ακολουθεί η διαδικασία τερματισμού της λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης ως εξής, δηλαδή:
(α) Η εγκατάσταση ή επιχείρηση υποβάλλει στον Υπουργό αίτηση τερματισμού της λειτουργίας της συνοδευόμενη από στοιχεία και εκθέσεις που τεκμηριώνουν ότι περατώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης βάσει των όρων που έχουν τεθεί στην άδεια που χορηγήθηκε με βάση το άρθρο 19 ή 20·
(β) ο Υπουργός διενεργεί επιθεώρηση της εγκατάστασης ή επιχείρησης και αφού αξιολογήσει τα ανωτέρω στοιχεία και τις εκθέσεις, χορηγεί έγκριση για τον τερματισμό της λειτουργίας της εγκατάστασης η οποία καθορίζει υποχρεωτικά και τη χρονική διάρκεια της μετέπειτα φροντίδας του χώρου, καθώς και το χρόνο και τον τρόπο επιστροφής της καταβληθείσας βάσει του άρθρου 19 εγγύησης.
(3) Σε περίπτωση που ο Υπουργός διαπιστώσει ότι οι εργασίες αποκατάστασης δεν έχουν ολοκληρωθεί ή δεν ανταποκρίνονται στους όρους, που έχουν επιβληθεί με την άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων, επιβάλλει τα αναγκαία μέτρα καθώς και χρονικό όριο εντός του οποίου η εγκατάσταση υποχρεούται να συμμορφωθεί με τα μέτρα αυτά.
(4) Αποτελεί αδίκημα η μη συμμόρφωση με τα επιβαλλόμενα μέτρα εντός του οριζόμενου από τον Υπουργό χρονικού ορίου. Στην περίπτωση αυτή καταπίπτει αυτόματα και η κατατεθείσα, βάσει του άρθρου 19 εγγύηση υπέρ της Δημοκρατίας.
(5) Μετά τη χορήγηση της έγκρισης τερματισμού λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης βάσει του εδαφίου (2), οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές της εν λόγω εγκατάστασης ή επιχείρησης είναι υπεύθυνοι, σύμφωνα με τους όρους της χορηγηθείσας βάσει των άρθρων 19 ή 20 άδειας, για τη μετέπειτα φροντίδα του χώρου όπου η συγκεκριμένη δραστηριότητα ήταν εγκατεστημένη. Η μετέπειτα φροντίδα του χώρου περιλαμβάνει τη συντήρηση του χώρου, την παρακολούθηση και τη διενέργεια των σχετικών ελέγχων και πραγματοποιείται βάσει των όρων της χορηγηθείσας άδειας διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων.
(6) Αποτελεί αδίκημα η μη συμμόρφωση με τους όρους που έχουν επιβληθεί για τη μετέπειτα φροντίδα του χώρου, όπου η δραστηριότητα ήταν εγκατεστημένη.
(7) Οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές της εγκατάστασης υποχρεούνται να διαβιβάζουν τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της μετέπειτα φροντίδας στον Υπουργό, κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους ή συχνότερα εάν αυτό ζητηθεί από τον Υπουργό.
(8) Σε περίπτωση που από τη διενέργεια των ανωτέρω ελέγχων διαπιστωθούν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία, οι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές γνωστοποιούν στον Υπουργό τα αποτελέσματα των ελέγχων, προκειμένου ο Υπουργός να καθορίσει το είδος και το χρονοδιάγραμμα των επανορθωτικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν.
(9) Η ευθύνη και οι δαπάνες υλοποίησης των πιο πάνω επανορθωτικών μέτρων βαρύνουν αποκλειστικά τους ιδιοκτήτες ή διαχειριστές της εν λόγω εγκατάστασης ή επιχείρησης διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων.
26. Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ή σοβαρού κινδύνου λόγω ατυχήματος, η εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων ενημερώνει αμέσως τον Υπουργό και ταυτόχρονα θέτει σε εφαρμογή τα μέτρα για την αντιμετώπιση περιπτώσεων έκτακτης ανάγκης ή σοβαρού κινδύνου που καθορίζονται στους όρους της άδειας σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος Νόμου. Επιπλέον, και ανάλογα με το μέγεθος του κινδύνου, με απόφαση του Υπουργού λαμβάνονται τα αναγκαία, ανάλογα με την περίπτωση, συμπληρωματικά μέτρα, περιλαμβανομένων και προσωρινών παρεκκλίσεων από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, προκειμένου τα επικίνδυνα απόβλητα να μην αποτελέσουν απειλή κατά του πληθυσμού ή του περιβάλλοντος. Στις περιπτώσεις αυτές, ο Υπουργός ενημερώνει την Επιτροπή για τις εν λόγω παρεκκλίσεις.
27.—(1) Ο Υπουργός διαβιβάζει στην Επιτροπή, για κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση διάθεσης ή αξιοποίησης επικίνδυνων αποβλήτων η οποία κατέχει άδεια με βάση το παρόν Μέρος, τις ακόλουθες πληροφορίες, δηλαδή:
(α) Όνομα και διεύθυνση της εγκατάστασης·
(β) μέθοδο διάθεσης ή αξιοποίησης των επικίνδυνων αποβλήτων που εφαρμόζει· και
(γ) τύπο και ποσότητα επικίνδυνων αποβλήτων που μπορούν να διατεθούν ή αξιοποιηθούν από την εγκατάσταση.
(2) Ο Υπουργός ανακοινώνει κάθε χρόνο στην Επιτροπή τις μεταβολές που σημειώθηκαν όσον αφορά τις πληροφορίες που ορίζονται στο εδάφιο (1).
28.—(1) Ο Υπουργός συνεργάζεται με τον Υπουργό Οικονομικών για την εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης που κυρώθηκε με τον Κυρωτικό της Σύμβασης για τον Έλεγχο της Διασυνοριακής Διακίνησης Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμο του 1992, καθώς και για την παρακολούθηση και τον έλεγχο των διαμετακομίσεων, εισαγωγών και εξαγωγών επικίνδυνων αποβλήτων.
(2) Η Δημοκρατία δύναται να συνάπτει συμφωνίες με τρίτες χώρες που δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη στην πιο πάνω Σύμβαση, για την εξαγωγή συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων.
29.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 28, οποιαδήποτε διαμετακόμιση, εισαγωγή ή εξαγωγή αποβλήτων κοινοποιείται στον Υπουργό πριν από την πραγματοποίησή της.
(2) Ο Υπουργός μπορεί να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να καθορίζει τον τύπο της κοινοποίησης ή τα στοιχεία που αυτή πρέπει να περιέχει.
30. Ο Υπουργός μπορεί να εκδώσει διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με το οποίο καθορίζει τη διαδικασία παροχές έγκρισης για τη διαμετακόμιση, εισαγωγή ή εξαγωγή αποβλήτων τα οποία προορίζονται για διάθεση ή αξιοποίηση.
31. Με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ο Υπουργός καθορίζει συστήματα παρακολούθησης, ελέγχου και επιθεώρησης των διαμετακομήσεων, των εισαγωγών και των εξαγωγών αποβλήτων καθώς επίσης οποιαδήποτε μέτρα κρίνει κατάλληλα για τη διαφύλαξη, προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος.
32.—(1) Προκειμένου να τεθούν σε εφαρμογή στη Δημοκρατία οι αρχές της εγγύτητας, της προτεραιότητας αξιοποίησης και της αυτάρκειας, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ο Υπουργός μπορεί να λαμβάνει μέτρα για τη γενική ή μερική απαγόρευση των μεταφορών αποβλήτων ή να προβάλλει συστηματικά αντιρρήσεις για οποιαδήποτε από τις εν λόγω μεταφορές. Ειδικότερα, ο Υπουργός με διάταγμα δύναται να απαγορεύει την εισαγωγή, εξαγωγή και διαμετακόμιση μέσω της Δημοκρατίας συγκεκριμένων κατηγοριών αποβλήτων. Ο Υπουργός κοινοποιεί τα μέτρα που λαμβάνει σύμφωνα με το παρόν άρθρο στην Επιτροπή.
(2) Σε περίπτωση επικίνδυνων αποβλήτων που δημιουργούνται σε κράτος αποστολής που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε τόσο μικρή συνολική ποσότητα κατ' έτος ώστε η πρόβλεψη νέων ειδικευμένων εγκαταστάσεων διάθεσης αποβλήτων σε αυτό το κράτος δε θα ήταν οικονομικά συμφέρουσα, δεν εφαρμόζεται το εδάφιο (1).
33.—(1) Ιδρύεται επιτροπή με την ονομασία «Συμβουλευτική Επιτροπή Διαχείρισης Αποβλήτων» (ΣΕΔΑ) στην οποία συμμετέχουν με έναν εκπρόσωπο—
(α) Η Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
(β) το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων-
(γ) το Υπουργείο Εσωτερικών-
(δ) το Υπουργείο Υγείας-
(ε) το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού-
(στ) το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων-
(ζ) η Ένωση Δήμων
(η) η Ένωση Κοινοτήτων
(θ) η Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών και Οικολογικών Οργανώσεων, και
(ι) το Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου.
(2) Το καθένα από τα Υπουργεία, η Ένωση Δήμων και η Ένωση Κοινοτήτων μπορεί να εκπροσωπείται στην κάθε συνεδρία της ΣΕΔΑ από διαφορετικό εκπρόσωπο.
(3) Ο καθένας από τους πιο πάνω εκπροσώπους μπορεί να συνοδεύεται κατά τις συνεδρίες της ΣΕΔΑ από έναν ή δύο επιστημονικούς ή τεχνικούς συμβούλους.
(4) Πρόεδρος της ΣΕΔΑ είναι ο εκπρόσωπος της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος και σε περίπτωση απουσίας του εκλέγεται από τα υπόλοιπα μέλη άλλος εκπρόσωπος για να προεδρεύσει της συνεδρίας.
(5) Σε κάθε συνεδρία της ΣΕΔΑ, η παρουσία πέντε μελών αποτελεί απαρτία νοουμένου ότι ένα από αυτά είναι ο εκπρόσωπος της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος ή ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εσωτερικών .
(6) Οι συνεδρίες της ΣΕΔΑ συγκαλούνται από τον Πρόεδρο. Οποιοδήποτε μέλος μπορεί να ζητήσει έκτακτη συνεδρία αφού δηλώσει τους λόγους που την επιβάλλουν και το θέμα που πρέπει να συζητηθεί. Η έκτακτη συνεδρία συγκαλείται από τον Πρόεδρο μέσα σε 14 ημέρες από την ημερομηνία που ζητήθηκε η σύγκληση της.
(7) Ο Πρόεδρος της ΣΕΔΑ μεριμνά ώστε για κάθε συνεδρία στην οποία θα συζητηθεί θέμα που αφορά εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης αποβλήτων, καλούνται έγκαιρα για να συμμετάσχουν στη συνεδρία εκπρόσωπος του Επάρχου και εκπρόσωπος της αρχής τοπικής διοίκησης στην περιοχή της οποίας ασκεί τις εργασίες της η εγκατάσταση ή επιχείρηση. Οι εκπρόσωποι έχουν δικαίωμα να εκφράσουν τις απόψεις των κατά τη συνεδρία, χωρίς όμως να έχουν δικαίωμα ψήφου.
(8) Η ΣΕΔΑ έχει αρμοδιότητα να συμβουλεύει την αρμόδια αρχή αναφορικά—
(α) Με τον καθορισμό των όρων στις άδειες που χορηγούνται με βάση τον παρόντα Νόμο·
(β) με οποιοδήποτε θέμα που αφορά την έκδοση κανονισμών ή διαταγμάτων με βάση το Νόμο·
(γ) με οποιαδήποτε μέτρα που επιβάλλεται να ληφθούν για μείωση της παραγωγής αποβλήτων και της ορθής διαχείρισης και διάθεσής των.
(9) Εάν οποιοδήποτε θέμα που θα συζητηθεί σε συνεδρία της ΣΕΔΑ αφορά θέμα που αναφέρεται στην παράγραφο (8), ο Πρόεδρος της ΣΕΔΑ μεριμνά ώστε η ειδοποίηση για τη συνεδρία αυτή να αποσταλεί χωρίς καθυστέρηση ώστε να παραληφθεί από τα μέλη της επτά τουλάχιστο μέρες πριν από τη συνεδρία.
(10) Στην πιο πάνω ειδοποίηση αναφέρονται λεπτομέρειες σχετικές με το κάθε θέμα που θα συζητηθεί και κάθε εργασία που θα διεξαχθεί και ιδιαίτερα λεπτομέρειες που αφορούν οποιοδήποτε από τα θέματα της παραγράφου (8) ανωτέρω.
(11) Η ειδοποίηση για τη συνεδρία της ΣΕΔΑ μαζί με ημερήσια διάταξη και αντίγραφα των σχετικών εγγράφων, αποστέλλονται επίσης σε κάθε Έπαρχο, Δήμο ή Κοινοτικό Συμβούλιο εφόσον τα θέματα που θα συζητηθούν αφορούν άμεσα ή άμεσα την περιοχή δικαιοδοσίας τους.
34. Κατά την άσκηση των εξουσιών της, η αρμόδια αρχή είναι υποχρεωμένη, πριν τη χορήγηση οποιασδήποτε άδειας ή έγκρισης με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, να λαμβάνει υπόψη τις θέσεις και εισηγήσεις οποιασδήποτε αρχής τοπικής διοίκησης στα διοικητικά όρια της οποίας πρόκειται να εγκατασταθεί η προς αδειοδότηση εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης αποβλήτων.
35.—(1) Για σκοπούς αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει τούτου εκδιδόμενων Κανονισμών ή διαταγμάτων και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή μπορεί, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να ορίσει λειτουργό του Υπουργείου του οποίου προΐσταται ως Αρχιεπιθεωρητή ο οποίος να ενεργεί υπό την επίβλεψη και τις οδηγίες της, καθώς επίσης άλλους λειτουργούς του ίδιου Υπουργείου ως Επιθεωρητές οι οποίοι να ενεργούν υπό την επίβλεψη και τις οδηγίες του Αρχιεπιθεωρητή.
(2) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή μπορεί ύστερα από σχετικές γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτεί γραπτώς οποιαδήποτε πρόσωπα που δεν υπηρετούν στη δημόσια υπηρεσία, τα οποία κρίνει ότι κατέχουν κατάλληλα προσόντα, να ασκούν τέτοιες από τις εξουσίες και τα καθήκοντα των Επιθεωρητών και να υπόκεινται σε τέτοιους όρους, όπως θα καθορίζεται στην εξουσιοδότηση.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτείται με βάση το εδάφιο (2), θα υπόκειται στις οδηγίες και τον έλεγχο του Αρχιεπιθεωρητή και η εξουσιοδότηση μπορεί να τερματίζεται σύμφωνα με τους όρους που διαλαμβάνονται σ' αυτή.
(4) Κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με βάση το εδάφιο (2), μπορεί να λαμβάνει αμοιβή ανάλογη με τις υπηρεσίες που παρέχει, η οποία καθορίζεται από την αρμόδια αρχή, αναλόγως της περιπτώσεως, σε συνεννόηση με τον Υπουργό Οικονομικών.
(5) Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι Επιθεωρητές και τα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται με βάση το εδάφιο (2) οφείλουν—
(α) Να επιδεικνύουν δελτίο ταυτότητας που εκδίδει η αρμόδια αρχή, στο οποίο αναγράφεται η ιδιότητά τους· και
(β) να ενεργούν μόνο στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που ο Νόμος παρέχει στην αρμόδια αρχή η οποία τους έχει ορίσει.
36.—(1) Οι Επιθεωρητές πραγματοποιούν τακτικούς και έκτακτους ελέγχους των εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων για να διαπιστώνεται κατά πόσο οι εργασίες διαχείρισης, περιλαμβανομένων και των εργασιών αποκατάστασης των χώρων μετά τον τερματισμό της λειτουργίας των εγκαταστάσεων, εκτελούνται σύμφωνα με τους όρους της άδειας διαχείρισης αποβλήτων και τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Κατά τη διενέργεια των πιο πάνω ελέγχων, ο Επιθεωρητής μπορεί—
(α) Να εισέρχεται σε οποιαδήποτε υποστατικά εγκαταστάσεων στα οποία διενεργείται ή υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι διενεργείται δραστηριότητα ή λαμβάνει χώρα διεργασία η οποία αποτελεί ή δυνατό να αποτελεί παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου· ή είσοδος στα υποστατικά μπορεί να γίνει ενόσω βρίσκεται σε εξέλιξη η δραστηριότητα ή η διεργασία ή σε οποιοδήποτε χρόνο εφόσον υπάρχει εύλογη υποψία ότι σ' αυτά υφίσταται άμεσος κίνδυνος σοβαρής προσωπικής βλάβης οποιουδήποτε προσώπου·
(β) να διενεργεί δοκιμές ή μετρήσεις τις οποίες κρίνει αναγκαίες στην εκτέλεση των καθηκόντων του·
(γ) να επιθεωρεί, εξετάζει και ελέγχει τη λειτουργία οποιωνδήποτε κατασκευών, μηχανημάτων, συσκευών ή εξοπλισμού που βρίσκεται στα υποστατικά εγκατάστασης και να προβαίνει σε κινηματογραφήσεις ή φωτογραφίσεις εφόσον τις κρίνει αναγκαίες·
(δ) να αξιώνει την παρουσίαση και να προβαίνει σε επιθεώρηση οποιωνδήποτε βιβλίων ή εγγράφων που αφορούν ή σχετίζονται με την εγκατάσταση και τα οποία θεωρεί ότι περιέχουν πληροφορίες χρήσιμες για σκοπούς διερεύνησης οποιουδήποτε θέματος που αφορά την εγκατάσταση·
(ε) να παραλαμβάνει και μεταφέρει οποιοδήποτε αντικείμενο ή ουσία ή δείγμα ουσίας που κρίνει ότι είναι αναγκαίο για σκοπούς διερεύνησης αδικήματος ή για σκοπούς απόδειξης ενώπιον δικαστηρίου·
(στ) να αξιώνει από το φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης ή τον κάτοχο των υποστατικών στα οποία ευρίσκεται η εγκατάσταση, ή από τους αντιπροσώπους ή εργοδοτουμένους των που είναι παρόντες, όπως—
(i) του παράσχουν ασφαλή πρόσβαση σε οποιοδήποτε μέρος των υποστατικών·
(ii) θέσουν στη διάθεσή του εύλογες διευκολύνσεις ή μέσα για τη διενέργεια δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων που κρίνει αναγκαίες για σκοπούς ελέγχου ή για διερεύνηση πιθανού αδικήματος ή παράβασης όρου της άδειας·
(iii) του παράσχουν οποιεσδήποτε πληροφορίες που δυνατό να κατέχουν ή στις οποίες δυνατό να έχουν πρόσβαση και τις οποίες θεωρεί χρήσιμες για το σκοπό έρευνας που διενεργεί·
(ζ) να αξιώνει όπως τα υποστατικά ή οποιοδήποτε μέρος τους, ή οποιαδήποτε μηχανήματα, συσκευές, εξοπλισμός ή ουσίες που βρίσκονται σ' αυτά, παραμείνουν ως έχουν για όσο χρόνο θεωρεί εύλογα αναγκαίο για σκοπούς ελέγχου, δοκιμής, μέτρησης ή εξέτασης, νοουμένου ότι η συμμόρφωση με την αξίωση αυτή δε συνεπάγεται τον τερματισμό ή τη διακοπή οποιασδήποτε ουσιώδους λειτουργίας της εγκατάστασης·
(η) να αξιώνει από οποιοδήποτε πρόσωπο για το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι είχε απασχοληθεί στα υποστατικά της εγκατάστασης ή είχε σχέση με οποιαδήποτε δραστηριότητα ή διεργασία σ' αυτά εντός της περιόδου των τελευταίων τριών μηνών, όπως του παράσχει οποιεσδήποτε πληροφορίες που δυνατό να κατέχει ή στις οποίες έχει πρόσβαση, εφόσον αυτές είναι σχετικές με το σκοπό της έρευνας που διενεργεί.
(3) Εάν ο Επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιαδήποτε εγκατάσταση λειτουργεί ή πρόκειται να λειτουργήσει κατά τρόπο ο οποίος δημιουργεί κίνδυνο ρύπανσης του περιβάλλοντος ή κίνδυνο στη δημόσια υγεία λόγω ενδεχόμενης πυρκαγιάς, έκρηξης ή απόρριψης οποιασδήποτε ουσίας ή αποβλήτου, τότε έχει εξουσία να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης ή, εάν αυτός απουσιάζει, σε οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία ή επίβλεψη της εγκατάστασης, ειδοποίηση με την οποία—
(α) Αναφέρει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι υφίσταται ο κίνδυνος·
(β) παρέχει οδηγίες για τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων εξάλειψης ή μείωσης του κινδύνου·
(γ) ορίζει χρονική περίοδο εντός της οποίας πρέπει να ληφθούν τα μέτρα· και
(δ) αξιώνει όπως η λειτουργία της εγκατάστασης τερματιστεί μετά τη λήξη της πιο πάνω περιόδου εφόσον δε ληφθούν τα μέτρα που όρισε και ο κίνδυνος εξακολουθεί να υφίσταται.
(4) Εάν ο Επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι ο κίνδυνος που αναφέρεται στο εδάφιο (3) είναι άμεσος και γι' αυτό το λόγο επιβάλλεται η άμεση αντιμετώπισή του, τότε με την ειδοποίηση που επιδίδει μπορεί να αξιώνει όπως τερματιστεί αμέσως η λειτουργία της εγκατάστασης ή οποιασδήποτε διεργασίας σ' αυτή και όπως μη επαναρχίσει εκτός εάν ληφθούν τα μέτρα που αναφέρονται στην ειδοποίηση και εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν τον κίνδυνο.
(5) Εάν κατά την είσοδο του στα υποστατικά οποιασδήποτε εγκατάστασης για σκοπούς εκτέλεσης των καθηκόντων του, ο επιθεωρητής θεωρεί ότι είναι αναγκαία η παρουσία και άλλου προσώπου που θα τον υποβοηθήσει στο έργο του, τότε μπορεί να συνοδεύεται είτε από αστυνομικό είτε από άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από τον ίδιο ή τον Αρχιεπιθεωρητή και ο κάτοχος της άδειας διαχείρισης των αποβλήτων ή ο αντιπρόσωπος του, οφείλει σε τέτοια περίπτωση να επιτρέψει την είσοδο στα υποστατικά και του εν λόγω προσώπου.
36Α.-(1) Ο Επιθεωρητής, αφού διαπιστώσει ότι ηλεκτρική στήλη ή συσσωρευτής δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και/ή των περί Στερεών και Επικινδύνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών επιδίδει ειδοποίηση σε πρόσωπο, το οποίο διαθέτει ηλεκτρική στήλη ή συσσωρευτή στην αγορά και/ή στον αποδέκτη των ηλεκτρικών στηλών ή συσσωρευτών, ανάλογα με την περίπτωση, με την οποία του επισημαίνει την παράβαση και τον καλεί να συμμορφωθεί με τις εν λόγω διατάξεις, μέσα σε χρονικό διάστημα που καθορίζεται στην ειδοποίηση, ανάλογα με τη φύση της παράβασης.
(2) Στην ειδοποίηση συμμόρφωσης περιλαμβάνονται-
(α) τα μέτρα, στα οποία προτίθεται να προβεί ο Επιθεωρητής σε περίπτωση που το πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δεν συμμορφωθεί·
(β) τα μέτρα, στα οποία το πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) οφείλει να προβεί για να θεωρηθεί ότι συμμορφώνεται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή των περί Στερεών και Επικινδύνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών· και
(γ) την προθεσμία, εντός της οποίας το πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), οφείλει να παραθέσει τις απόψεις του για την εν λόγω παράβαση, είτε προφορικώς είτε γραπτώς, στον Επιθεωρητή.
(3) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, ο Επιθεωρητής δύναται να λάβει οποιαδήποτε μέτρα κρίνει κατάλληλα, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, περιλαμβανομένης της ειδοποίησης αναστολής ή απόσυρσης.
36Β.-(1) Στην περίπτωση που, βάσει του εδαφίου (3) του άρθρου 36Α, ο Επιθεωρητής αποφασίζει να προχωρήσει με ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης, επιδίδει στο πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 36Α-
(α) ειδοποίηση αναστολής, η οποία απαγορεύει στο πρόσωπο στο οποίο επιδίδεται, τη διάθεση στην αγορά της Δημοκρατίας της ηλεκτρικής στήλης ή του συσσωρευτή που δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και/ή των περί Στερεών και Επικινδύνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών για περίοδο που καθορίζεται σε αυτή, και που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες από την ημερομηνία επίδοσης της, ή
(β) ειδοποίηση απόσυρσης της ηλεκτρικής στήλης ή του συσσωρευτή από την αγορά της Δημοκρατίας.
(2) Στην ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης πρέπει να-
(α) περιγράφεται επαρκώς η υπό απόσυρση ηλεκτρική στήλη ή ο συσσωρευτής παραθέτοντας προς τούτο τις αναφερόμενες στο εδάφιο (3) πληροφορίες που είναι σε γνώση του Επιθεωρητή, και
(β) εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους επιδίδεται, και οι λόγοι για τους οποίους ο Επιθεωρητής θεωρεί ότι υπήρξε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή των περί Στερεών και Επικινδύνων Αποβλήτων (Ηλεκτρικές Στήλες ή Συσσωρευτές) Κανονισμών.
(3) Οι πληροφορίες τις οποίες ο Επιθεωρητής αναφέρει στην ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) είναι οι ακόλουθες:
(α) Το είδος της ηλεκτρικής στήλης ή του συσσωρευτή ή της κατηγορίας αυτών, και την ονομασία υπό την οποία πωλείται η ηλεκτρική στήλη ή ο συσσωρευτής ή η κατηγορία,
(β) το εμπορικό ή βιομηχανικό σήμα ή εμπορική επωνυμία της ηλεκτρικής στήλης ή του συσσωρευτή ή της κατηγορίας αυτών,
(γ) ένδειξη της παρτίδας στην οποία ανήκει η ηλεκτρική στήλη ή ο συσσωρευτής ή της κατηγορίας αυτών.
(4) Ο Επιθεωρητής δύναται, μέσω της ειδοποίησης αναστολής ή απόσυρσης, που επιδίδει δυνάμει του εδαφίου (1), να απαιτεί από το πρόσωπο στο οποίο επιδίδεται, να τον τηρεί ενήμερο για το χώρο που βρίσκεται η ηλεκτρική στήλη ή ο συσσωρευτής, κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής ή απόσυρσης.
(5) Πρόσωπο που δεν συμμορφώνεται με την ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης η οποία του επιδίδεται από τον Επιθεωρητή, δυνάμει του εδαφίου (1), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 41 του βασικού νόμου.
37.—(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο Επιθεωρητής διαπιστώσει παραβίαση οποιουδήποτε όρου της άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων, μπορεί να επιδώσει στον φορέα εκμετάλλευσης ειδοποίηση βελτίωσης η οποία—
(α) Θα αναφέρει ότι ο Επιθεωρητής διαπίστωσε παραβίαση όρου της άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων,
(β) θα αναφέρει τον ή τους όρους της άδειας που έχουν παραβιαστεί, και
(γ) θα καθορίζει χρονική περίοδο, όχι μικρότερη από 21 ημέρες, μέσα στην οποία η παράβαση πρέπει να αρθεί.
(2) Σε περίπτωση που ο Επιθεωρητής διαπιστώσει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης δεν έχει συμμορφωθεί με τα μέτρα που ορίζονται στην ειδοποίηση βελτίωσης εντός της καθοριζόμενης χρονικής περιόδου, ή αν ο Επιθεωρητής έχει τη γνώμη ότι η εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων λειτουργεί ή πρόκειται να λειτουργήσει με τρόπο που ενδέχεται λόγω πυρκαγιάς, έκρηξης ή εκπομπής οποιασδήποτε τοξικής ουσίας, ή λόγω σοβαρής παραβίασης όρου της άδειας να δημιουργήσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης οποιουδήποτε προσώπου ή του περιβάλλοντος, μπορεί να επιδώσει στο φορέα εκμετάλλευσης, ή αν αυτός απουσιάζει, σε οποιοδήποτε πρόσωπο είναι υπεύθυνο για την εγκατάσταση ή επιχείρηση, απαγορευτική ειδοποίηση.
(3) Η πιο πάνω απαγορευτική ειδοποίηση—
(α) Θα αναφέρει ότι ο Επιθεωρητής έχει την πιο πάνω γνώμη,
(β) θα αναφέρει τους λόγους οι οποίοι, κατά την άποψη του Επιθεωρητή, δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο,
(γ) μπορεί να δίνει οδηγίες για συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για εξάλειψη ή μείωση του κινδύνου, και
(δ) θα ορίζει—
(ϊ) χρονική περίοδο μετά την παρέλευση της οποίας η εγκατάσταση θα παύσει να λειτουργεί αν δεν εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο και αν δε ληφθούν τα μέτρα για τα οποία έδωσε οδηγίες σύμφωνα με την παράγραφο (γ), ή
(ii) σε περίπτωση που ο Επιθεωρητής έχει τη γνώμη ότι ο κίνδυνος είναι άμεσος, τα μέτρα τα οποία πρέπει να ληφθούν αμέσως για να σταματήσει το συντομότερο δυνατό η λειτουργία της εγκατάστασης ή επιχείρησης καθώς και ότι η εγκατάσταση δεν πρέπει να επαναλειτουργήσει μέχρις ότου εκλείψουν οι λόγοι που δημιουργούν ή πρόκειται να δημιουργήσουν τον προαναφερθέντα κίνδυνο και ληφθούν τα μέτρα για τα οποία έδωσε οδηγίες σύμφωνα με την παράγραφο (γ).
(4) Αποτελεί αδίκημα η άρνηση ή η παράλειψη συμμόρφωσης προς την απαγορευτική ειδοποίηση καθώς και η παράλειψη συμμόρφωσης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα ή μέσα στο χρόνο που ορίζεται στην ειδοποίηση βελτίωσης.
38. Κάθε εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων που προτίθεται να προβεί σε επεκτάσεις, τροποποιήσεις ή άλλες αλλαγές στην εγκατάσταση είναι υποχρεωμένη να υποβάλλει αίτηση για τη χορήγηση νέας άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων πριν προβεί στις εν λόγω επεκτάσεις, τροποποιήσεις ή αλλαγές:
Νοείται ότι εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι η προτεινόμενη επέκταση, τροποποίηση ή αλλαγή δεν είναι ουσιώδης μπορεί να εκδώσει γραπτή βεβαίωση με την οποία να απαλλάσσει την εγκατάσταση ή επιχείρηση από την υποχρέωση εξασφάλισης της νέας άδειας.
39.—(1) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή μπορεί να ακυρώσει, ανακαλέσει ή τροποποιήσει οποιοδήποτε όρο έχει τεθεί ή να προσθέσει νέο όρο σε άδεια διαχείρισης αποβλήτων ή άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων.
(2) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τη σχετική απόφαση για ακύρωση, ανάκληση ή τροποποίηση άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή άδειας διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων ή όρων των αδειών αυτών ύστερα από σχετική γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων.
(3) Εάν σε συνεδρία της ΣΕΔΑ προς εξέταση θέματος που αναφέρεται πιο πάνω, προκύψει οποιαδήποτε διαφωνία ως προς την εισήγηση που θα υποβληθεί στην αρμόδια αρχή, το μέλος που διαφωνεί μπορεί να ζητήσει από τον Πρόεδρο όπως το θέμα παραπεμφθεί προς εξέταση και οριστική επίλυση στο Υπουργικό Συμβούλιο. Σε τέτοια περίπτωση, ο Πρόεδρος προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες προς παραπομπή του θέματος στο Υπουργικό Συμβούλιο μέσω της αρμόδιας αρχής.
40.—(1) Σύμφωνα με Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, η αρμόδια αρχή τηρεί αρχείο, στο οποίο καταχωρούνται λεπτομέρειες για τα θέματα που καθορίζονται σε αυτούς, περιλαμβανομένων και θεμάτων που αφορούν—
(α) Τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί για τη χορήγηση άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων.
(β) τις άδειες διαχείρισης αποβλήτων και άδειες διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων που έχουν χορηγηθεί καθώς και οποιεσδήποτε μεταγενέστερες τροποποιήσεις τους.
(γ) τα αποτελέσματα των ελέγχων ή των μετρήσεων που διεξάγονται στις εγκαταστάσεις ή επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων.
(2) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης για τη χορήγηση άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων, η αρμόδια αρχή μπορεί, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Ελεύθερης Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που Σχετίζονται με Θέματα Περιβάλλοντος Νόμου του 2000, να επιτρέψει εξαίρεση από την καταχώρηση στο αρχείο οποιασδήποτε κατηγορίας πληροφοριών, η δημοσίευση της οποίας μπορεί κατά τη γνώμη του—
(α) Να βλάψει σε βαθμό πέραν του εύλογου μέτρου ιδιωτικό συμφέρον, με την αποκάλυψη πληροφοριών αναφορικά με εμπορικό μυστικό· ή
(β) να βλάψει το δημόσιο συμφέρον.
(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί της Ελεύθερης Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που Σχετίζονται με Θέματα Περιβάλλοντος Νόμου του 2000, κάθε πρόσωπο δικαιούται έπειτα από αίτηση, ο τύπος της οποίας καθορίζεται με απόφαση της αρμόδιας αρχής, να λαμβάνει αντίγραφο οποιασδήποτε καταχώρησης του Αρχείου, έναντι καταβολής τέλους που καθορίζεται στην ίδια απόφαση.
41.—(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο—
(α) Προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή παράληψη που σύμφωνα με το Νόμο ή με οποιουσδήποτε κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση το Νόμο αποτελεί αδίκημά· ή
(β) αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς απαγόρευση ή υποχρέωση η οποία του επιβάλλεται από το Νόμο ή από οποιουσδήποτε κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση το Νόμο· ή
(γ) αρνείται ή παραλείπει να τηρήσει οποιοδήποτε όρο άδειας η οποία του χορηγήθηκε με βάση το Νόμο ή από οποιουσδήποτε κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση το Νόμο,
είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές.
(2) Εάν κατά την εκδίκαση οποιουδήποτε από τα ανωτέρω αδικήματα, υπάρχει ισχυρισμός ότι η διάπραξή του προκαλεί ή πρόκειται να προκαλέσει ρύπανση του περιβάλλοντος, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει προσωρινό διάταγμα με το οποίο να απαγορεύει τη συνέχιση ή επανάληψη της πράξης ή παράλειψης η οποία προκαλεί τη ρύπανση, μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης.
(3) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατόπιν αίτησης είτε του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας είτε από μέρους και εξ ονόματος της ενδιαφερόμενης αρχής τοπικής διοίκησης.
(4) Οι προϋποθέσεις εκδόσεως τέτοιου διατάγματος διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, το άρθρο 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και τους σχετικούς περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς.
(5) Το προσωρινό διάταγμα που αναφέρεται στο εδάφιο (1) μπορεί να εκδοθεί και μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση κατ' εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Στην περίπτωση αυτή για σκοπούς καταχώρησης ενστάσεως ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του αντιδίκου λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το Δικαστήριο δεν υπερβαίνει τις δεκατέσσερις ημέρες.
(6) Αν το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (1), δεν υπακούει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
(7) Εάν για τη διάπραξη οποιουδήποτε από τα πιο πάνω αδικήματα ευθύνεται οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση, σύμπραξη ή ανοχή—
(α) Οποιουδήποτε από τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του εν λόγω νομικού προσώπου, ή
(β) του γενικού διευθυντή ή του διευθυντή ή του διευθύνοντος συμβούλου του νομικού προσώπου, τότε η ποινική δίωξη για το αδίκημα μπορεί να στραφεί εναντίον του νομικού προσώπου και όλων ή οποιουδήποτε από τα πιο πάνω πρόσωπα.
41Α-(1) Αν ο Αρχιεπιθεωρητής ή οποιοσδήποτε Επιθεωρητής που έχει οριστεί με βάση το άρθρο 35, έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει ή έχει διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 6 ή των παραγράφων (α) και/ή (γ), του εδαφίου (1) του άρθρου 41, έχει εξουσία να προβεί σε εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος:
(2) Για τους σκοπούς της εξώδικης ρύθμισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής επιδίδει στο πρόσωπο που πιστεύει ότι διέπραξε το αδίκημα σχετική ειδοποίηση στην οποία καθορίζεται το αδίκημα και ο χρόνος της διάπραξής του, καθώς επίσης και το χρηματικό ποσό που το πρόσωπο αυτό καλείται να καταβάλει.
(3) Αν η πράξη ή η παράλειψη την οποία ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής θεωρεί σύμφωνα με το εδάφιο (1) ότι συνιστά αδίκημα, επαναληφθεί για δεύτερη φορά ή δεν τερματιστεί εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης εξωδίκου, τότε ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής καθορίζει ποσό εξώδικου προστίμου, διπλάσιο του ποσού που καθορίστηκε κατά την πρώτη παράβαση και σε περίπτωση που η πράξη ή η παράλειψη επαναληφθεί για τρίτη φορά, τότε ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν η πράξη ή η παράλειψη την οποία ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής θεωρεί σύμφωνα με το εδάφιο (1) ότι συνιστά αδίκημα, δεν τερματιστεί σύμφωνα με τις οδηγίες του εντός σαράντα οκτώ ωρών, τότε για κάθε μέρα που η πράξη ή η παράλειψη συνεχίζεται ή επαναλαμβάνεται, θεωρείται ότι διαπράττεται νέο αδίκημα για το οποίο ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής μπορεί, είτε να προβαίνει σε ξεχωριστή εξώδικη ρύθμιση, όπως προβλέπεται στα εδάφια (1) ή (2), είτε να προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για δίωξη του παραβάτη ενώπιον δικαστηρίου.
(5) Κάθε ποσό που καταβάλλεται με βάση τα εδάφια (1) ή (2), θεωρείται χρηματική ποινή που επιβλήθηκε λόγω καταδίκης για το σχετικό αδίκημα.
(6) Με την καταβολή του ποσού που αναφέρεται πιο πάνω, ο Αρχιεπιθεωρητής ή ο Επιθεωρητής εκδίδει σχετική απόδειξη στο πρόσωπο που το καταβάλλει, στην οποία αναγράφονται και τα εξής, δηλαδή –
(α) το όνομα του προσώπου που πιστεύεται ότι διέπραξε το αδίκημα·
(β) συνοπτική αναφορά του αδικήματος·
(γ) ο τόπος και η ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος· και
(δ) το ποσό που καταβλήθηκε.
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), αν το χρηματικό ποσό που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (4) καταβληθεί πριν από την πάροδο δεκατεσσάρων ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της ειδοποίησης, ουδεμία ποινική δίωξη ασκείται αναφορικά με τη διάπραξη του σχετικού αδικήματος.
(8) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), μετά την εξώδικη ρύθμιση του αδικήματος, την καταβολή του ποσού και την έκδοση της απόδειξης όπως αναφέρεται πιο πάνω, δε χωρεί οποιαδήποτε περαιτέρω ποινική διαδικασία σχετικά με το αδίκημα και η προσαγωγή στο Δικαστήριο της απόδειξης που αναφέρεται στο εδάφιο (6) αποτελεί πλήρη απόδειξη των γεγονότων που αναφέρονται σ΄ αυτήν και συνεπάγεται την απαλλαγή του κατηγορουμένου.
(9) Η εξώδικη ρύθμιση αδικήματος και η καταβολή του σχετικού ποσού σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις δε θεωρείται ως καταδίκη. Σε περίπτωση, όμως, καταδικαστικής απόφασης για διάπραξη άλλου παρόμοιου αδικήματος, το δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη τα πιο πάνω γεγονότα για σκοπούς επιμέτρησης της ποινής.
42.—(1) Σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προκαλεί ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή που παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή του Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 και ανεξάρτητα από την αστική ή ποινική ευθύνη που του καταλογίζεται, επιβάλλεται, ως διοικητική κύρωση, με απόφαση της αρμόδιας αρχής, πρόστιμο μέχρι του ποσού των 200.000 λιρών. Σε περίπτωση εξαιρετικά σοβαρής ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος και ιδίως σε περίπτωση που από το είδος ή την ποσότητα των ρύπων ή από την έκταση και την σημασία της υποβάθμισης του περιβάλλοντος προκαλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ή ευρείας οικολογικής διατάραξης ή καταστροφής, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής μπορεί να επιβάλει πρόστιμο μέχρι του ποσού των 2.000.000 λιρών.
(2) Εάν εγκατάσταση ή επιχείρηση διαχείρισης αποβλήτων προκαλεί μόλυνση ή ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η αρμόδια αρχή μπορεί να προβεί στην προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της έως ότου ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποτραπεί η μόλυνση ή η ρύπανση ή η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Η αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να προβεί στην οριστική διακοπή της λειτουργίας εγκατάστασης ή επιχείρησης διαχείρισης αποβλήτων και την ανάκληση της χορηγηθείσας βάσει των άρθρων 11, 12, 19 ή 20 του παρόντος Νόμου άδειας, εάν η εγκατάσταση ή επιχείρηση παραλείπει να συμμορφωθεί προς τα υποδεικνυόμενα από την αρμόδια αρχή μέτρα ή εάν η λήψη αποτελεσματικών μέτρων είναι ανέφικτη.
(3) Εάν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι και ιδίως σε περίπτωση που από το είδος ή από την έκταση και τη σημασία της μόλυνσης ή της ρύπανσης ή της υποβάθμισης προκαλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ή ευρείας οικολογικής διατάραξης ή καταστροφής, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της αρμόδιας αρχής, μετά την επιβολή της προσωρινής ή οριστικής απαγόρευσης της λειτουργίας της εγκατάστασης ή επιχείρησης διαχείρισης αποβλήτων, μπορεί να επιβάλει και πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τις 20.000 λίρες για κάθε ημέρα παράβασης της απαγόρευσης λειτουργίας.
(4) Η διαδικασία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων, που προβλέπονται στα παραπάνω εδάφια του παρόντος άρθρου, αρχίζει με την κοινοποίηση στον παραβάτη σχετικής έκθεσης που συντάσσεται από την αρμόδια αρχή και έγγραφης κλήτευσης προς τον παραβάτη να υποβάλλει τις απόψεις του εντός διαστήματος πέντε ημερών από την κοινοποίηση της κλήτευσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του παραβάτη, για πέντε επιπλέον ημέρες.
(5) Το πρόστιμο που αναφέρεται στα εδάφια (1), (3) και (4), αποτελεί διοικητικό πρόστιμο και εισπράττεται ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(6) Σε περίπτωση κατά την οποία πράξη ή παράλειψη νομικού προσώπου επιφέρει την επιβολή διοικητικού προστίμου, την ευθύνη για την πράξη ή παράλειψη και για καταβολή του διοικητικού προστίμου, φέρουν εκτός από τα ίδια τα νομικά πρόσωπα, τα πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (7) του άρθρου 41.
43.—(1) Για την υποβολή αίτησης για τη χορήγηση άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων με βάση τα άρθρα 11, 12, 19 και 20 του παρόντος Νόμου ή για τη χορήγηση από την αρμόδια αρχή οποιασδήποτε έγκρισης ή συγκατάθεσης που απαιτείται ή κρίνεται αναγκαία με βάση τις διατάξεις του Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006, η αρμόδια αρχή δύναται—
(α) Να επιβάλλει τέλος που κρίνει επαρκές για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγεται η εξέταση της αίτησης ή η διαδικασία χορήγησης της ανωτέρω έγκρισης ή συγκατάθεσης,
(β) για όσο χρονικό διάστημα παραμένει σε ισχύ η άδεια διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων, να επιβάλλει ετήσιο τέλος για την κάλυψη των εξόδων της συνήθους παρακολούθησης και διεξαγωγής μετρήσεων των αποβλήτων.
(2) Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης εγκατάστασης ή επιχείρησης που εμπίπτει στις πρόνοιες του παρόντος Νόμου εγκαθιστά εξοπλισμό μέτρησης ή και καταγραφής οποιασδήποτε ουσίας ή παραμέτρου στα απόβλητα, είτε οικειοθελώς είτε σύμφωνα με όρο της άδειας διαχείρισης αποβλήτων ή επικίνδυνων αποβλήτων, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιστρέψει μέρος του ετήσιου τέλους το οποίο θεωρεί εύλογο.
(3) Το ύψος των τελών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορούν να διαφέρουν κατά περίπτωση.
44. Οι τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες για την προσαρμογή των Παραρτημάτων του παρόντος Νόμου στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο και τη συμμόρφωση με διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας θεσπίζονται με Διάταγμα του Υπουργού που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Σε κάθε άλλη περίπτωση οι τροποποιήσεις αυτές θεσπίζονται με κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(Άρθρο 2)
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ
Q1 Υπολείμματα παραγωγής ή κατανάλωσης που δεν διευκρινίζονται παρακάτω
Q2 Προϊόντα μη σύμφωνα με τα πρότυπα
Q3 Προϊόντα που έχουν υπερβεί το όριο διατήρησής τους
Q4 Ύλες που έχουν κατά τύχη εκχυθεί, απωλεσθεί ή για τις οποίες έχει σημειωθεί κάποιο περιστατικό, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους εξοπλισμού κλπ., ο οποίος έχει μολυνθεί εξ αιτίας αυτού του περιστατικού
Q5 Ύλες που έχουν μολυνθεί ή ρυπανθεί ύστερα από ηθελημένες δραστηριότητες (π.χ. υπολείμματα εργασιών καθαρισμού, υλικά συσκευασίας, περιέκτες, κλπ.)
Q6 Μη χρησιμοποιήσιμα στοιχεία (π.χ. άδειες ηλεκτρικές στήλες, εξαντλημένοι καταλύτες κλπ.)
Q7 Ουσίες που έχουν γίνει ακατάλληλες προς χρήση (π.χ. μολυσμένα οξέα, μολυσμένοι διαλύτες, εξαντλημένα άλατα βαφής μετάλλων κλπ.)
Q8 Υπολείμματα βιομηχανικών μεθόδων (π.χ. σκωρίες, υποστήματα απόσταξης κλπ.)
Q9 Υπολείμματα μεθόδων για την καταπολέμηση της ρύπανσης (π.χ. ιλύς πλυσίματος αερίων, σκόνες φίλτρων αέρος, φθαρμένα φίλτρα κλπ.)
Q10 Υπολείμματα κατεργασίας μετάλλων, (π.χ. ρινίσματα τόρνευσης ή φραζαρίσματος κλπ.)
Q11 Υπολείμματα εξόρυξης και προετοιμασίας πρώτων υλών (π.χ. υπολείμματα μεταλλευτικής ή πετρελαϊκής εκμετάλλευσης κλπ.) .
Q12 Μολυσμένη ύλη (π.χ. έλαιο που έχει ρυπανθεί από πολυχλωριωμένο διφαινύλιο (PCB) κλπ.)
Q13 Κάθε ύλη, ουσία ή προϊόν του οποίου η χρήση απαγορεύεται από τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας
Q14 Προϊόντα που δεν μπορούν να χρησιμεύσουν στον κάτοχο τους (π.χ. απορρίμματα γεωργίας, κατοικιών, γραφείων, καταστημάτων, εργαστηρίων κλπ.)
Q15 Μολυσμένες ύλες, ουσίες ή προϊόντα που προέρχονται από δραστηριότητες αποκατάστασης γαιών
Q16 Κάθε ουσία, ύλη ή προϊόν τα οποία δεν καλύπτονται από τις προαναφερόμενες κατηγορίες.
(Άρθρο 2)
ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ
Σημείωση: Σκοπός του παρόντος παραρτήματος είναι η απαρίθμηση των εργασιών διάθεσης αποβλήτων που εκτελούνται στην πράξη. Τα απόβλητα πρέπει να διατίθενται με τρόπο που να μη θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και χωρίς να χρησιμοποιούνται διαδικασίες ή μέθοδοι που μπορούν να βλάψουν το περιβάλλον.
D1 Εναπόθεση εντός ή επί του εδάφους (π.χ. σε χώρους ταφής αποβλήτων κλπ.)
D2 Επεξεργασία στο έδαφος (π.χ. βιοαποικοδόμηση υγρών αποβλήτων ή λυματολάσπης στο έδαφος κλπ.)
D3 Βαθεία έγχυση (π.χ. έγχυση ρευστών αποβλήτων σε γεωτρήσεις, αλατούχα κοιτάσματα ή φυσικούς χώρους εναπόθεσης κλπ.)
D4 Επιφανειακή διασπορά (π.χ. εναπόθεση υγρών αποβλήτων ή λυματολάσπης σε φρέατα, τέλματα ή λιμνοθάλασσες κλπ.)
D5 Ειδικά σχεδιασμένοι χώροι ταφής (π.χ. τοποθέτηση σε σειρά χωριστών διαμερισμάτων που καλύπτονται και δεν επικοινωνούν ούτε μεταξύ τους ούτε με το περιβάλλον κλπ.)
D6 Απόρριψη σε υδατικό σύστημα πλην των θαλασσών/ωκεανών
D7 Απόρριψη σε θάλασσες/ωκεανούς, συμπεριλαμβανομένης της ταφής στο θαλάσσιο βυθό
D8 Βιολογική επεξεργασία που δεν αναφέρεται σε άλλο σημείο του παρόντος παραρτήματος, η οποία έχει αποτέλεσμα το σχηματισμό τελικών ενώσεων ή μειγμάτων που διατίθενται με κάποιον από τους τρόπους που αναφέρονται στα σημεία D1 έως D12
D9 Φυσικοχημική επεξεργασία που δεν αναφέρεται σε άλλο σημείο του παρόντος Παραρτήματος και η οποία έχει ως αποτέλεσμα το σχηματισμό τελικών ενώσεων ή μειγμάτων που διατίθενται με κάποιον από τους τρόπους που αναφέρονται στις παραγράφους D1 έως D12 (π.χ. εξάτμιση, ξήρανση, διαπύρωση κλπ.)
D10 Καύση στο έδαφος
D11 Καύση στη θάλασσα
D12 Μόνιμη αποθήκευση (π.χ. εναπόθεση δοχείων σε ορυχείο κλπ.)
D13 Ανάμειξη αποβλήτων πριν υποβληθούν σε μια από τις εργασίες που αναφέρονται στα σημεία D1 έως D12
D14 Επανασυσκευασία αποβλήτων πριν υποβληθούν σε μια από τις εργασίες που αναφέρονται στα σημεία D1 έως D13
D15 Αποθήκευση, εν αναμονή μιας από τις εργασίες που αναφέρονται στις παραγράφους D1 έως D14 (εκτός από την προσωρινή εναποθήκευση, κατά τη διάρκεια της συλλογής, στο χώρο όπου παράγονται τα απόβλητα)
(Άρθρο 2)
ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΑΝΑΚΤΗΣΗΣ
Σημείωση: Με το παρόν Παράρτημα αποσκοπείται η καταγραφή εργασιών ανάκτησης όπως αυτές εκτελούνται στην πράξη. Τα απόβλητα πρέπει να ανακτώνται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς τη χρησιμοποίηση διαδικασιών ή μεθόδων που μπορούν να βλάψουν το περιβάλλον.
R1 Χρήση ως καυσίμου ή άλλου μέσου παραγωγής ενέργειας
R2 Ανάκτηση/αναγέννηση διαλυτών
R3 Ανακύκλωση/ανάκτηση οργανικών ουσιών που δεν χρησιμοποιούνται ως διαλύτες (συμπεριλαμβανομένων των εργασιών λιπασματοποϊησης και άλλων διεργασιών μετατροπής βιολογικού χαρακτήρα)
R4 Ανακύκλωση/ανάκτηση μετάλλων και μεταλλικών ενώσεων
R5 Ανακύκλωση/ανάκτηση άλλων ανοργάνων υλών
R6 Αναγέννηση οξέων ή βάσεων
R7 Ανάκτηση ενώσεων που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση της ρύπανσης
R8 Ανάκτηση ενώσεων από καταλύτες
R9 Επαναδιύλιση χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων ή άλλου είδους επαναχρησιμοποίηση χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων
R10 Εμπλουτισμός εδάφους με θετικά αποτελέσματα για τη γεωργία και το περιβάλλον
R11 Χρήσεις καταλοίπων από τις εργασίες που αναφέρονται στα σημεία R1 έως R10
R12 Ανταλλαγή αποβλήτων προκειμένου να υποβληθούν σε κάποια από τις εργασίες που αναφέρονται στις παραγράφους R1 έως R11
R13 Συσσώρευση υλικών που προορίζονται να υποβληθούν σε μια από τις εργασίες που αναφέρονται στις παραγράφους R1 έως R12 (εκτός από την προσωρινή εναποθήκευση, κατά τη διάρκεια της συλλογής,. στο χώρο όπου παράγονται).
(Άρθρο 2)
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ Ή ΓΕΝΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΤΑΣΣΟΝΤΑΙ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΟΥΣ Ή ΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ (*)
(Τα απόβλητα είναι δυνατό να παρουσιάζονται σε υγρή ή στερεά μορφή ή ως ιλύς)
Μέρος Α
Απόβλητα που παρουσιάζουν κάποια από τις ιδιότητες που αναγράφονται στον κατάλογο του παραρτήματος V και τα οποία συνίστανται από:
1. Ανατομικά μέρη: απόβλητα νοσοκομείων ή άλλων ιατρικών δραστηριοτήτων
2. Φαρμακευτικά προϊόντα, φάρμακα, κτηνιατρικά προϊόντα
3. Προϊόντα συντήρησης του ξύλου
4. Βιοκτόνα και φυτοφάρμακα
5. Κατάλοιπα προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως διαλύτες
6. Οργανοαλογονούχες ουσίες που δεν χρησιμοποιούνται ως διαλύτες εκτός των αδρανών πολυμερισμένων υλών
7. Κυανιούχα άλατα βαφής μετάλλων
8. Ορυκτέλαια και ορυκτές ελαιώδεις ουσίες (π.χ. ιλύς κατεργασίας μετάλλων κ.λπ.)
9. Μείγματα ελαίου/νερού ή υδρογονάνθρακα/νερού, γαλακτώματα
10. Ουσίες που περιέχουν PCB ή/και PCT (π.χ. διηλεκτρικά κ.λπ.)
11. Πισσώδεις ουσίες που προέρχονται από εργασίες διύλισης, απόσταξης ή πυρόλυσης (π.χ. υποστήματα απόσταξης κ.λπ.)
12. Μελάνες, χρωστικές ουσίες, πηγμέντα, βαφές, λάκες, βερνίκια
13. Ρητίνες, λατέξ, πλαστικοποιητές ουσίες, κόλλες/συγκολλητικές ουσίες
14. Μη αναγνωριζόμενες ή/και νέες χημικές ουσίες που δεν προέρχονται από δραστηριότητες έρευνας, ανάπτυξης και εκπαίδευσης και των οποίων οι επιπτώσεις στον άνθρωπο ή/και στο περιβάλλον δεν είναι γνωστές (π.χ. απόβλητα εργαστηρίου κ.λπ.)
15. Πυροτεχνικά προϊόντα και άλλες εκρηκτικές ύλες
16. Χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη φωτογραφία και στην επεξεργασία φωτογραφικών προϊόντων
17. Κάθε υλικό μολυσμένο από ένα προϊόν της οικογένειας των πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων
18. Κάθε υλικό μολυσμένο από ένα προϊόν της οικογένειας των πολυχλωριωμένων διβενζο-παρα-διοξινών
Μέρος Β
Απόβλητα που περιέχουν ένα από τα συστατικά του παραρτήματος IV, έχουν τις ιδιότητες του παραρτήματος V και συνίστανται σε:
19. Σάπωνες, λιπαρές ουσίες, κηρούς ζωικής ή φυτικής προέλευσης
20. Μη αλογονούχες οργανικές ουσίες που δεν χρησιμοποιούνται ως διαλύτες
21. Ανόργανες ουσίες χωρίς μέταλλα ή μεταλλικές ενώσεις
22. Σκωρίες ή/και τέφρες
23. Γαίες, άργιλος ή άμμος, συμπεριλαμβανομένης της ιλύος από τον καθαρισμό βυθών
24. Μη κυανιούχα άλατα βαφής μετάλλων
25. Μεταλλικές σκόνες ή κονιορτοί
26. Εξαντλημένα καταλυτικά υλικά
27. Υγρά ή ιλύες που περιέχουν μέταλλα ή μεταλλικές ενώσεις
28. Απόβλητα επεξεργασίας για την καταπολέμηση της ρύπανσης (π.χ. σκόνες φίλτρων αέρος κ.λπ.) εκτός των σημείων 29, 30 και 33
29. Ιλύες πλύσης αερίων
30. Ιλύες εγκαταστάσεων καθαρισμού υδάτων
31. Κατάλοιπα από τη διαδικασία αφαίρεσης του άνθρακα
32. Κατάλοιπα στηλών ιοντοεναλλαγής
33. Ιλύς καθαρισμού που δεν έχει υποστεί επεξεργασία ή που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη γεωργία
34. Κατάλοιπα καθαρισμού δεξαμενών ή/και υλικού
35. Μολυσμένο υλικό
36. Μολυσμένα δοχεία (π.χ. συσκευασίες, φιάλες αερίου κ.λπ.) που περιείχαν ένα ή περισσότερα από τα συστατικά που αναφέρονται στο παράρτημα IV
37. Συσσωρευτές και άλλα ηλεκτρικά στοιχεία
38. Φυτικά έλαια
39. Αντικείμενα που προέρχονται από την επιλεκτική συλλογή οικιακών αποβλήτων, τα οποία παρουσιάζουν ένα από τα χαρακτηριστικά του Παραρτήματος V
40. Κάθε άλλο απόβλητο που περιέχει οποιοδήποτε από τα συστατικά που απαριθμούνται στο παράρτημα IV και οποιαδήποτε από τις ιδιότητες του Παραρτήματος V.
* Ορισμένες επαναλήψεις ως προς τους γενικούς τύπους αποβλήτων του Παραρτήματος III γίνονται σκοπίμως.
(Άρθρο 2)
ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΠΟΥ ΚΑΘΙΣΤΟΥΝ ΤΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ III Β ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΟΤΑΝ ΤΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ ΑΥΤΑ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ V (*)
Απόβλητα που έχουν ως συστατικά:
C1 Το βηρύλλιο, ενώσεις βηρυλλίου
C2 Τις ενώσεις βαναδίου
C3 Τις ενώσεις εξασθενούς χρωμίου
C4 Τις ενώσεις κοβαλτίου
C5 Τις ενώσεις νικελίου
C6 Τις ενώσεις χαλκού
C7 Τις ενώσεις ψευδαργύρου
C8 Το αρσενικό, ενώσεις αρσενικού
C9 Το σελήνιο, ενώσεις σεληνίου
C10 Τις ενώσεις αργύρου
C11 Το κάδμιο, ενώσεις καδμίου
C12 Τις ενώσεις κασσιτέρου
C13 Το αντιμόνιο, ενώσεις αντιμονίου
C14 Το τελούριο, ενώσεις τελουρίου
C15 Τις ενώσεις βαρίου, εκτός του θειικού βαρίου
C16 Τον υδράργυρο, ενώσεις υδραργύρου ,
C17 Το θάλλιο, ενώσεις θαλλίου
C18 Το μόλυβδο, ενώσεις μολύβδου
C19 Τα ανόργανα θειούχα άλατα
C20 Τις ανόργανες ενώσεις φθορίου, εκτός του φθοριούχου ασβεστίου
C21 Τα ανόργανα κυανιούχα άλατα
C22 Τα εξής αλκαλικά μέταλλα ή αλκαλικές γαίες: λίθιο, νάτριο, κάλιο, ασβέστιο, μαγνήσιο σε καθαρή μορφή
C23 Τα όξινα διαλύματα ή τα οξέα σε στερεά μορφή
C24 Τα βασικά διαλύματα ή οι βάσεις σε στερεά μορφή
C25 Τον αμίαντο (σκόνη και ίνες)
C26 Το φωσφόρο: ενώσεις φωσφόρου εκτός των ανόργανων φωσφορικών αλάτων
C27 Τα μεταλλοκαρβονύλια
C28 Τα υπεροξείδια
C29 Τα χλωρικά άλατα
C30 Τα υπερχλωρικά άλατα
C31 Τα νιτρίδια
C32 Τα PCB ή/και PCT
C33 Τα φαρμακευτικά ή κτηνιατρικά προϊόντα
C34 Τα βιοκτόνα και τα φυτοφάρμακα (π.χ. τα παρασιτοκτόνα κ.λπ.)
C35 Τις μολυσματικές ουσίες
C36 Τα κρεόζωτα
C37 Τα ισοκυανικά και τα θειοκυανικά άλατα
C38 Τις κυανιούχες οργανικές ενώσεις (π.χ. νιτρίλια κ.λπ.)
C39 Τις φαινόλες και τις φαινολικές ενώσεις
C40 Τους αλογονούχους διαλύτες
C41 Τους μη αλογονούχους οργανικούς διαλύτες
C42 Τις οργανοαλογονούχες ενώσεις, εκτός των αδρανών πολυμερισμένων υλών και των άλλων ουσιών που αναφέρονται στο παρόν Παράρτημα
C43 Τις αρωματικές ενώσεις, τις πολυκυκλικές και ετεροκυκλικές οργανικές ενώσεις
C44 Τις αλειφατικές αμίνες
C45 Τις αρωματικές αμίνες
C46 Τους αιθέρες
C47 Τις εκρηκτικές ουσίες, εκτός των ουσιών που αναφέρονται σε άλλο σημείο του παρόντος Παραρτήματος
C48 Τις οργανικές ενώσεις θείου
C49 Όλα τα προϊόντα της οικογένειας των πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων
C50 Όλα τα προϊόντα της οικογένειας των πολυχλωριωμένων διβενζο-παραδιοξίνων
C51 Τους υδρογονάνθρακες και τις οξυγονούχες, αζωτούχες ή/και θειούχες ενώσεις τους που δεν αναφέρονται αναλυτικά στο παρόν Παράρτημα.
* Ορισμένες επαναλήψεις ως προς τα σημεία του Παραρτήματος IV γίνονται σκοπίμως.
(Άρθρο 2)
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ
Η1 «Εκρηκτικό»: ουσίες και παρασκευάσματα που μπορούν να εκραγούν . όταν έλθουν σε επαφή με φλόγα ή που είναι περισσότερο ευαίσθητες στις κρούσεις και τις τριβές από το δινιτροβενζόλιο.
Η2 «Οξειδωτικό»: ουσίες και παρασκευάσματα τα οποία, όταν έλθουν σ' επαφή με άλλες ουσίες, ιδίως εύφλεκτες ουσίες, παρουσιάζουν ισχυρή. εξώθερμο αντίδραση.
Η3-Α «Πολύ εύφλεκτο»: ουσίες και παρασκευάσματα:
- σε υγρή κατάσταση, των οποίων το σημείο ανάφλεξης είναι κατώτερο των 21 °C (συμπεριλαμβανομένων των εξαιρετικά εύφλεκτων υγρών) ή - που μπορούν να θερμανθούν και τελικά να αναφλεγούν στον αέρα υπό κανονική θερμοκρασία χωρίς τη βοήθεια ενέργειας ή - σε στερεά κατάσταση, που μπορούν να αναφλεγούν εύκολα με σύντομη επενέργεια μιας πηγής ανάφλεξης και τα οποία εξακολουθούν να καίγονται ή να καταναλώνονται μετά την απομάκρυνση της πηγής ανάφλεξης ή - σε αέρια κατάσταση, που είναι εύφλεκτα στον αέρα υπό κανονική πίεση ή - τα οποία, όταν έλθουν σε επαφή με το νερό ή με υγρό αέρα, δημιουργούν ευκόλως εύφλεκτα αέρια σε επικίνδυνες ποσότητες.
Η3-Β «Εύφλεκτο»: υγρές ουσίες και παρασκευάσματα των οποίων το σημείο ανάφλεξης είναι τουλάχιστον 21 °C και δεν υπερβαίνει τους 55 °C.
Η4 «Ερεθιστικό»: μη διαβρωτικές ουσίες και παρασκευάσματα οι οποίες, σε άμεση, παρατεταμένη ή επανειλημμένη επαφή με το δέρμα ή τους βλεννογόνους, μπορούν να προκαλέσουν φλεγμονή.
Η5 «Επιβλαβές»: ουσίες και παρασκευάσματα των οποίων η εισπνοή, κατάποση ή εισχώρηση στο δέρμα είναι δυνατόν να συνεπάγεται περιορισμένους κινδύνους.
Η6 «Τοξικό»: ουσίες και παρασκευάσματα των οποίων η εισπνοή, κατάποση ή εισχώρηση στο δέρμα είναι δυνατόν να συνεπάγεται σοβαρούς κινδύνους, παροδικού ή χρόνιου χαρακτήρα, ή ακόμη και το θάνατο (συμπεριλαμβανομένων των πολύ τοξικών ουσιών και παρασκευασμάτων).
Η7 «Καρκινογόνο»: ουσίες ή παρασκευάσματα οι οποίες, με εισπνοή, κατάποση ή εισχώρηση στο δέρμα μπορούν να προκαλέσουν καρκίνο ή να αυξήσουν τη συχνότητά του.
Η8 «Διαβρωτικό»: ουσίες και παρασκευάσματα οι οποίες, σε επαφή με ζωντανούς ιστούς, μπορούν να ασκήσουν καταστρεπτική επίδραση σ' αυτούς.
Η9 «Μολυσματικό»: ύλες που περιέχουν ανθεκτικούς μικροοργανισμούς ή τις τοξίνες τους, οι οποίοι είναι γνωστό ή. υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύεται ότι προκαλούν ασθένειες στον άνθρωπο ή σε άλλους ζώντες οργανισμούς.
Η10 «Τερατογόνο»: ουσίες ή παρασκευάσματα οι οποίες, μέ εισπνοή, κατάποση ή εισχώρηση στο δέρμα, μπορούν να δημιουργήσουν μη κληρονομικές συγγενείς δυσμορφίες ή να αυξήσουν τη συχνότητά τους.
Η11 «Μεταλλαξογόνο»: ουσίες ή παρασκευάσματα οι οποίες, με εισπνοή, κατάποση ή εισχώρηση στο δέρμα, μπορούν να προκαλέσουν κληρονομικά γενετικά ελαττώματα ή να αυξήσουν τη συχνότητά τους.
Η12 Ουσίες ή παρασκευάσματα τα οποία, όταν έλθουν σε επαφή με το νερό, τον αέρα ή με ένα οξύ, εκλύουν τοξικό ή πολύ τοξικό αέριο..
Η13 Ουσίες ή παρασκευάσματα τα οποία, μετά από διάθεση, μπορούν να δημιουργήσουν, με οποιοδήποτε μέσο, μια άλλη ουσία, π.χ. ένα προϊόν έκπλυσης, το οποίο έχει ένα από τα χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν προηγουμένως..
Η14 «Οικοτοξικό»: ουσίες και παρασκευάσματα που παρουσιάζουν ή είναι δυνατόν να παρουσιάσουν άμεσο ή μελλοντικό κίνδυνο για έναν ή περισσότερους τομείς του περιβάλλοντος.
Σημείωση:
Όσον αφορά τα σημεία Η3 έως Η8, Η10 και Η11, για να θεωρηθεί ένα απόβλητο ότι εμπίπτει στον αντίστοιχο χαρακτηρισμό, το απόβλητο αυτό θα πρέπει να έχει μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες ιδιότητες:
-έχει σημείο ανάφλεξης < 55° C
-περιέχει μια ή περισσότερες ουσίες που ταξινομούνται ως πολύ τοξικές σε ολική συγκέντρωση >0,1%
-περιέχει μια ή περισσότερες ουσίες που ταξινομούνται ως τοξικές σε ολική συγκέντρωση >3%
-περιέχει μια ή περισσότερες ουσίες που ταξινομούνται ως επιβλαβείς σε ολική συγκέντρωση > 25%
-περιέχει μία ή περισσότερες διαβρωτικές ουσίες που ταξινομούνται ως R35 σε ολική συγκέντρωση >1%
-περιέχει μια ή περισσότερες διαβρωτικές ουσίες που ταξινομούνται ως R34 σε ολική συγκέντρωση >5%
-περιέχει μια ή περισσότερες ερεθιστικές ουσίες που ταξινομούνται ως R41 σε ολική συγκέντρωση > 10%
-περιέχει μια ή περισσότερες ερεθιστικές ουσίες που ταξινομούνται ως R36, R37, R38 σε ολική συγκέντρωση > 20%
-περιέχει μια ουσία γνωστή ως καρκινογόνο κατηγορίας 1 ή 2 σε συγκέντρωση >0,1%
-περιέχει μία ουσία γνωστή ως καρκινογόνο κατηγορίας 3 σε συγκέντρωση >1%
-περιέχει μία ουσία τοξική στην αναπαραγωγή κατηγορίας 1 ή 2 ταξινομημένη ως R60, R61 σε συγκέντρωση > 0,5%
-περιέχει μία ουσία τοξική στην αναπαραγωγή κατηγορίας 3 που ταξινομείται ως R62, R63 σε συγκέντρωση > 5%
-περιέχει μεταλλαξιογόνο ουσία κατηγορίας 1 ή 2 ταξινομημένη ως R46 σε συγκέντρωση >0,1%
-περιέχει μεταλλαξιογόνο ουσία κατηγορίας 3 ταξινομημένη ως R40 σε συγκέντρωση >1%
Για τα χαρακτηριστικό Η2, Η9 και Η12 έως Η14 δεν προβλέπονται προδιαγραφές προς το παρόν.
Η παρούσα Σημείωση δεν ισχύει για καθαρά κράματα μετάλλων (τα οποία δεν έχουν μολυνθεί από επικίνδυνες ουσίες), λόγω του ότι τα χαρακτηριστικά των κραμάτων είναι τέτοια ώστε μπορεί να μην είναι δυνατόν να καθοριστούν με ακρίβεια οι ιδιότητες τους χρησιμοποιώντας τις προς το παρόν διαθέσιμες συμβατικές μεθόδους.
Παράρτημα VI
(Άρθρο 4)
Κατηγορίες αποβλήτων και εργασίες διαχείρισης που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Υπουργού Εσωτερικών
Κατηγορίες αποβλήτων | Εργασίες διαχείρισης |
1. Οικιακά απόβλητα· 2. Απόβλητα ρούχων ή υφασμάτων· 3. Χώματα και πέτρες· 4. Υπολείμματα από τον καθαρισμό δρόμων· 5. Απόβλητα κήπων, πάρκων ή νεκροταφείων· 6. Μη επικίνδυνα απόβλητα κατεδαφίσεων. |
1. Εργασίες διάθεσης που προσδιορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΑ με τους κωδικούς D1, D2, D5, D8 και D15· 2. Εργασίες ανάκτησης που προσδιορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΒ με των κωδικό R3· 3. Εργασίες ανάκτησης που προσδιορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΒ με των κωδικό R13, μόνο εφόσον προορίζονται να υποβληθούν στην εργασία με τους κωδικούς R3, R4 και R5 του ίδιου Παραρτήματος· 4. Εργασίες διάθεσης μη επικίνδυνων αποβλήτων εκσκαφών, κατασκευών και κατεδαφίσεων με τις εργασίες που προσδιορίζονται με τον κωδικό D1 στο Παράρτημα ΙΙΑ. |
(Άρθρο 11)
ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ
1. Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ή την αξιοποίηση των επικίνδυνων αποβλήτων (όπως αυτά ορίζονται στο Δεύτερο Πίνακα του Παραρτήματος I του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001) και χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων (δηλαδή κάθε χρησιμοποιημένου ημίρευστου ή ρευστού προϊόντος που συντίθεται εν όλω ή εν μέρει από ορυκτό ή συνθετικό ορυκτέλαιο, περιλαμβανομένων και των πετρελαιοειδών καταλοίπων των δεξαμενών, των. μιγμάτων ελαίου και ύδατος και των γαλακτωμάτων), όπως οι εγκαταστάσεις αυτές ορίζονται στον Έβδομο Πίνακα του Παραρτήματος I του ιδίου πιο πάνω Νόμου και ενέργειές που μπορούν να οδηγήσουν σε αξιοποίηση των αποβλήτων χωρίς να προκαλείται κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία και χωρίς να χρησιμοποιούνται διαδικασίες ή μέθοδοι που θα μπορούσαν να βλάψουν το περιβάλλον και που αφορούν την ανάκτηση ή αναγέννηση διαλυτών, την αναγέννηση οξέων ή βάσεων, την αξιοποίηση προϊόντων που χρησιμεύουν για τη δέσμευση των ρύπων, την αναγέννηση ή άλλη επαναχρησιμοποίηση ελαίων και την κύρια χρήση των αποβλήτων ως καύσιμο ή ως άλλο μέσο παραγωγής ενέργειας), ημερήσιας δυναμικότητας άνω των 10 τόνων.
2. Εγκαταστάσεις καύσης αστικών αποβλήτων (δηλαδή κάθε τεχνικός εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για την καύση των αστικών απορριμμάτων, με ή χωρίς ανάκτηση της παραγόμενης Θερμότητας καύσης, εκτός από τις εγκαταστάσεις που προορίζονται ειδικά για την καύση των ιλύων καθαρισμού, των χημικών, τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων, των απορριμμάτων που προέρχονται από ιατρικές δραστηριότητες νοσοκομείων ή άλλων ειδικών απορριμμάτων, στην ξηρά όπως και στη θάλασσα, ακόμη και όταν στις εγκαταστάσεις αυτές μπορούν να καίγονται και αστικά απορρίμματα" ο παρών ορισμός καλύπτει το χώρο και το σύνολο της εγκατάστασης που αποτελείται από τον καυστήρα και τα συστήματα τροφοδοσίας του με απορρίμματα, με καύσιμα και με αέρα, καθώς και τις συσκευές και εγκαταστάσεις για τον έλεγχο των λειτουργιών της καύσης και τη συνεχή καταγραφή και παρακολούθηση των συνθηκών καύσης) με ωριαία δυναμικότητα άνω των 3 τόνων.
3. Εγκαταστάσεις για την εξάλειψη ακίνδυνων αποβλήτων (κατηγορίες 8 και 9 του Έβδομου Πίνακα του Παραρτήματος Ι του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001), με ημερήσια δυναμικότητα άνω των 50 τόνων.
4. Χώροι ταφής που δέχονται άνω των 10 τόνων την ημέρα ή ολικής χωρητικότητας άνω των 25 000 τόνων, εκτός από τους χώρους ταφής αδρανών απορριμμάτων.
(1) Με την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.185(I)/2011], οι περί Στερεών και Επικίνδυνων Αποβλήτων Νόμοι του 2002 έως 2011 καταργούνται.
(2) Κανονισμοί, διατάγματα, γνωστοποιήσεις, διορισμοί, εξουσιοδοτήσεις, εγκρίσεις, πιστοποιητικά ή άλλες πράξεις που έγιναν με βάση τον δυνάμει του εδαφίου (1) καταργηθέντα Νόμο, εξακολουθούν να ισχύουν στο βαθμό που δεν συγκρούονται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.185(I)/2011], μέχρις ότου ανακληθούν ή αντικατασταθούν.
(3) Άδειες που εκδόθηκαν με βάση τον δυνάμει του εδαφίου (1) καταργηθέντα Νόμο, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου λήξουν, ανακληθούν, τροποποιηθούν ή ανασταλούν προσωρινά δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 31 ή ανανεωθούν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25(5).