2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αποστολή» σημαίνει την ποσότητα ζώων ή προϊόντων ζωικής προέλευσης που καλύπτεται με τα ίδια εμπορικά έγγραφα ή κτηνιατρικά πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που προβλέπονται από την κτηνιατρική νομοθεσία ή τους περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμους του 1996 μέχρι 2002 και μεταφέρεται με τα ίδια μέσα μεταφοράς από την ίδια χώρα ή από μέρος τρίτης χώρας·
«Απόφαση 97/794/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο 97/794/ ΕΚ Απόφαση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 1997 περί καθορισμού ορισμένων λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της Οδηγίας 91/496/ ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους κτηνιατρικούς ελέγχους σε ζώντα ζώα που εισάγονται από τρίτες χώρες (EE L 323 της 26.11.1997, σ. 31)·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος που ενεργούν διά του Διευθυντή ή οποιουδήποτε άλλου λειτουργού των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, ή οποιουδήποτε άλλου κτηνίατρου, εξουσιοδοτημένων από αυτόν·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«εγκατάσταση» σημαίνει οποιοδήποτε εγκεκριμένο χώρο όπου παράγονται, υφίστανται επεξεργασία, αποθηκεύονται, μεταφέρονται και διατίθενται προϊόντα ζωικής προέλευσης·
«εισαγωγή» σημαίνει την εισαγωγή ζώων ή/και προϊόντων ζωικής προέλευσης στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας από τρίτες χώρες (και ο όρος εισαγωγέας θα ερμηνεύεται ανάλογα)·
«εκμετάλλευση» σημαίνει τα γεωργικά υποστατικά όπου κρατούνται, εκτρέφονται ή μεταφέρονται ζώα και περιλαμβάνει τα μέσα μεταφοράς ζώων·
«έλεγχος» σημαίνει το φυσικό έλεγχο ή/και κάθε διοικητική πράξη ή διαδικασία που εκτελείται κατόπιν οδηγιών, που αφορά ζώα ή/και προϊόντα ζωικής προέλευσης και αποβλέπει άμεσα ή έμμεσα στην εξασφάλιση της προστασίας της δημόσιας υγείας και της υγείας των ζώων·
«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει αυτόν τον οποίο ορίζει ο Υπουργός σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου·
«επίσημος κτηνίατρος» σημαίνει οποιοδήποτε κτηνίατρο που υπηρετεί στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή οποιοδήποτε ιδιώτη κτηνίατρο που εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή για την εφαρμογή των προνοιών του παρόντος Νόμου·
«επιχειρηματίας» σημαίνει τον ιδιοκτήτη ή τον υπεύθυνο εγκατάστασης ή εκμετάλλευσης·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«ζώα» σημαίνει ζώα των ακόλουθων οικογενειών, γενών ή ειδών:
(i) βοοειδή, περιλαμβανομένων και των βουβαλιών,
(ii) αιγοειδή,
(iii) προβατοειδή,
(iv) χοίρους,
(ν) ψάρια και ζώντα δίθυρα μαλάκια,
(vi) πτηνά, δηλαδή ορνιθοειδή, γάλους, μελεαγρίδες, ορτύκια, πέρδικες, χήνες, πάπιες, στρουθοκάμηλους,
(vii) κουνέλια,
(viii) είδη τριχωτού θηράματος, άγριου ή εκτρεφόμενου,
(ix) ερπετά,
(x) πιθηκοειδή·
«Κανονισμός 2406/96/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 2406/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Νοεμβρίου 1996 περί Καθορισμού Κοινών Προδιαγραφών Εμπορίας Ορισμένων Αλιευτικών Προϊόντων (EE L 334 της 23.12.1996, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 2495/2001)·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κτηνιατρικός επιθεωρητής» σημαίνει τον υπάλληλο των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ο οποίος συνδράμει τον επίσημο κτηνίατρο στην άσκηση των εξουσιών του και στην εκτέλεση των αποφάσεών του·
«κτηνιατρική νομοθεσία» σημαίνει το σύνολο της εκάστοτε σε ισχύ στη Δημοκρατία εναρμονιστικής και μη, πρωτογενούς και δευτερογενούς, νομοθεσίας που ρυθμίζει ειδικά θέματα κτηνιατρικής φύσης και στοχεύει στην προστασία της υγείας και ευημερίας των ζώων και της δημόσιας υγείας, καθώς και την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων και τις εξουσίες και αρμοδιότητες των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, να επιλαμβάνονται ζητημάτων κτηνιατρικής φύσης·
«κτηνίατρος» σημαίνει κτηνίατρο εγγεγραμμένο δυνάμει των προνοιών των περί της Ασκήσεως της Κτηνιατρικής και της Εγγραφής Κτηνιάτρων Νόμων του 1990 μέχρι 2002·
«Οδηγία 64/433/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των υγειονομικών όρων παραγωγής και διάθεσης στην αγορά νωπού κρέατος (EE L 121 της 27.7.1964, σ. 2012, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 95/23/ΕΚ)·
«Οδηγία 71/118/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 71/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα υγειονομικά προβλήματα παραγωγής και εμπορίας νωπού κρέατος πουλερικών (EE L 55 της 8.3.1971, σ. 23 όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 97/79/ΕΚ)·
«Οδηγία 72/462/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 1972 περί των υγειονομικών προβλημάτων και των υγειονομικών μέτρων κατά τις εισαγωγές ζώων του βόειου και χοίρειου είδους και νωπών κρεάτων προελεύσεως τρίτων χωρών (EE L 302 της 31.12.1972, σ. 28, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 1452/2001/ΕΚ)·
«Οδηγία 90/425/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 90/425/ΕΟΚ σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (EE L 224 της 18.08.1990, σ. 29, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Απόφαση 94/ 339/ΕΚ)·
«Οδηγία 91/493/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 91/493/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1991 περί καθορισμού υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των αλιευτικών προϊόντων (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 15, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 97/79/ΕΚ)·
«Οδηγία 91/495/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 91/495/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά του κρέατος κουνελιών και του κρέατος εκτρεφόμενων θηραμάτων (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 41, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 94/65/ΕΟΚ)·
«Οδηγία 91/496/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1991 για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των Οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 56, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Απόφαση 97/794)·
«Οδηγία 92/45/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 92/ 45/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1992 για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τη θανάτωση άγριων θηραμάτων και την εμπορία κρέατος των (EE L 268 της 14.9.1992, σ. 35, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 97/79)·
«Οδηγία 92/118/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1992 για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο Κεφάλαιο I του Παραρτήματος Α της Οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της Οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (EE L 62 της 15.3.1993, σ. 49, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 99/724/ΕΚ)·
«Οδηγία 96/23/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και τα προϊόντα τους και κατάργησης των Οδηγιών 85/358/ΕΟΚ και 86/469/ΕΟΚ και αποφάσεων 89/187/ΕΟΚ και 91/664/ΕΟΚ (EE L 125 της 23.5.1996, σ. 10)·
«παρτίδα» σημαίνει την ποσότητα προϊόντων ζωικής προέλευσης που λαμβάνονται κάτω από τις ίδιες πρακτικά συνθήκες·
«προϊόντα ζωικής προέλευσης» σημαίνει όλα τα είδη κρεάτων (βόειο κρέας, χοίρειο κρέας, κρέας αιγοπροβάτων, κρέας αλόγων, κρέας κοτόπουλου, κρέας κουνελιών, κρέας μικρών και μεγάλων πτερωτών θηραμάτων, κρέας αγριόχοιρου), τον κεϊμά, τα αλιευτικά προϊόντα, τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας, το γάλα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα προϊόντα αυγών, το μέλι, τα ζώντα δίθυρα μαλάκια, τα αλλαντικά και τα παρασκευάσματα κρέατος·
«προσωπικό επιθεώρησης» σημαίνει το επίσημο κτηνίατρο ή τον κτηνιατρικό επιθεωρητή·
«συνοριακός σταθμός ελέγχου» σημαίνει το συνοριακό σταθμό ελέγχου όπως αυτός ορίζεται στον περί Κτηνιατρικών Ελέγχων στο Ενδοκοινοτικό Εμπόριο και την Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες Ζώων και Ζωικών Προϊόντων καθώς και άλλα Συναφή Θέματα Νόμο του 2002·
«σφαγείο» σημαίνει τον χώρο για σφαγή ζώων ο οποίος έχει εγκριθεί και αποτελεί μέρος της εγκατάστασης, σύμφωνα με τον περί Υγιεινής του Κρέατος Νόμο του 1979 και 1981 και τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού και οποιοδήποτε Νόμο τον τροποποιεί ή τον αντικαθιστά·
«τέλος» σημαίνει οποιοδήποτε ποσό επιβάλλεται και εισπράττεται από την αρμόδια αρχή για ελέγχους και επιθεωρήσεις που διενεργούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«τρίτη χώρα» σημαίνει τη χώρα που δεν είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.