Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο—
«Οδηγία 96/43/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1996 για τροποποίηση και κωδικοποίηση της Οδηγίας 85/73/ΕΟΚ για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των ζώντων ζώων και ορισμένων ζωικών προϊόντων και για τροποποίηση των Οδηγιών 90/675/ΕΟΚ και 91/496/ΕΟΚ» (EE L 162 της 01.07.1996, σ. 1).
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αποστολή» σημαίνει την ποσότητα ζώων ή προϊόντων ζωικής προέλευσης που καλύπτεται με τα ίδια εμπορικά έγγραφα ή κτηνιατρικά πιστοποιητικά ή άλλα έγγραφα που προβλέπονται από την κτηνιατρική νομοθεσία ή τους περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμους του 1996 μέχρι 2002 και μεταφέρεται με τα ίδια μέσα μεταφοράς από την ίδια χώρα ή από μέρος τρίτης χώρας·
«Απόφαση 97/794/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο 97/794/ ΕΚ Απόφαση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 1997 περί καθορισμού ορισμένων λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της Οδηγίας 91/496/ ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους κτηνιατρικούς ελέγχους σε ζώντα ζώα που εισάγονται από τρίτες χώρες (EE L 323 της 26.11.1997, σ. 31)·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος που ενεργούν διά του Διευθυντή ή οποιουδήποτε άλλου λειτουργού των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, ή οποιουδήποτε άλλου κτηνίατρου, εξουσιοδοτημένων από αυτόν·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«εγκατάσταση» σημαίνει οποιοδήποτε εγκεκριμένο χώρο όπου παράγονται, υφίστανται επεξεργασία, αποθηκεύονται, μεταφέρονται και διατίθενται προϊόντα ζωικής προέλευσης·
«εισαγωγή» σημαίνει την εισαγωγή ζώων ή/και προϊόντων ζωικής προέλευσης στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας από τρίτες χώρες (και ο όρος εισαγωγέας θα ερμηνεύεται ανάλογα)·
«εκμετάλλευση» σημαίνει τα κτηνιατρικά υποστατικά όπου κρατούνται, εκτρέφονται ή μεταφέρονται ζώα και περιλαμβάνει τα μέσα μεταφοράς ζώων·
«έλεγχος» σημαίνει το φυσικό έλεγχο ή/και κάθε διοικητική πράξη ή διαδικασία που εκτελείται κατόπιν οδηγιών, που αφορά ζώα ή/και προϊόντα ζωικής προέλευσης και αποβλέπει άμεσα ή έμμεσα στην εξασφάλιση της προστασίας της δημόσιας υγείας και της υγείας των ζώων·
«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει αυτόν τον οποίο ορίζει ο Υπουργός σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου·
«επίσημος κτηνίατρος» σημαίνει οποιοδήποτε κτηνίατρο που υπηρετεί στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή οποιοδήποτε ιδιώτη κτηνίατρο που εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή για την εφαρμογή των προνοιών του παρόντος Νόμου·
«επιχειρηματίας» σημαίνει τον ιδιοκτήτη ή τον υπεύθυνο εγκατάστασης ή εκμετάλλευσης·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«ζώα» σημαίνει ζώα των ακόλουθων οικογενειών, γενών ή ειδών:
(i) βοοειδή, περιλαμβανομένων και των βουβαλιών,
(ii) αιγοειδή,
(iii) προβατοειδή,
(iv) χοίρους,
(ν) ψάρια και ζώντα δίθυρα μαλάκια,
(vi) πτηνά, δηλαδή ορνιθοειδή, γάλους, μελεαγρίδες, χήνες, πάπιες,
(vii) κουνέλια,
(viii) είδη τριχωτού ή πτερωτού θηράματος, άγριου ή εκτρεφόμενου,
(ix) ερπετά,
(x) πιθηκοειδή,
(xi) ιπποειδή·
«Κανονισμός 2406/96/ΕΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Κανονισμός 2406/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Νοεμβρίου 1996 περί Καθορισμού Κοινών Προδιαγραφών Εμπορίας Ορισμένων Αλιευτικών Προϊόντων (EE L 334 της 23.12.1996, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 2495/2001)·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κτηνιατρικός επιθεωρητής» σημαίνει τον υπάλληλο των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ο οποίος συνδράμει τον επίσημο κτηνίατρο στην άσκηση των εξουσιών του και στην εκτέλεση των αποφάσεών του·
«κτηνιατρική νομοθεσία» σημαίνει το σύνολο της εκάστοτε σε ισχύ στη Δημοκρατία εναρμονιστικής και μη, πρωτογενούς και δευτερογενούς, νομοθεσίας που ρυθμίζει ειδικά θέματα κτηνιατρικής φύσης και στοχεύει στην προστασία της υγείας και ευημερίας των ζώων και της δημόσιας υγείας, καθώς και την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων και τις εξουσίες και αρμοδιότητες των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, να επιλαμβάνονται ζητημάτων κτηνιατρικής φύσης·
«κτηνίατρος» σημαίνει κτηνίατρο εγγεγραμμένο δυνάμει των προνοιών των περί της Ασκήσεως της Κτηνιατρικής και της Εγγραφής Κτηνιάτρων Νόμων του 1990 μέχρι 2002·
«Οδηγία 64/433/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των υγειονομικών όρων παραγωγής και διάθεσης στην αγορά νωπού κρέατος (EE L 121 της 27.7.1964, σ. 2012, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 95/23/ΕΚ)·
«Οδηγία 71/118/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 71/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα υγειονομικά προβλήματα παραγωγής και εμπορίας νωπού κρέατος πουλερικών (EE L 55 της 8.3.1971, σ. 23 όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 97/79/ΕΚ)·
«Οδηγία 72/462/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 1972 περί των υγειονομικών προβλημάτων και των υγειονομικών μέτρων κατά τις εισαγωγές ζώων του βόειου και χοίρειου είδους και νωπών κρεάτων προελεύσεως τρίτων χωρών (EE L 302 της 31.12.1972, σ. 28, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και τον Κανονισμό 1452/2001/ΕΚ)·
«Οδηγία 90/425/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 90/425/ΕΟΚ σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (EE L 224 της 18.08.1990, σ. 29, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Απόφαση 94/ 339/ΕΚ)·
«Οδηγία 91/493/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 91/493/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1991 περί καθορισμού υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των αλιευτικών προϊόντων (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 15, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 97/79/ΕΚ)·
«Οδηγία 91/495/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 91/495/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά του κρέατος κουνελιών και του κρέατος εκτρεφόμενων θηραμάτων (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 41, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 94/65/ΕΟΚ)·
«Οδηγία 91/496/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1991 για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των Οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 56, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Απόφαση 97/794)·
«Οδηγία 92/45/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 92/ 45/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1992 για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τη θανάτωση άγριων θηραμάτων και την εμπορία κρέατος των (EE L 268 της 14.9.1992, σ. 35, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 97/79)·
«Οδηγία 92/118/ΕΟΚ» σημαίνει την κοινοτική πράξη με τίτλο Οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1992 για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο Κεφάλαιο I του Παραρτήματος Α της Οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της Οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (EE L 62 της 15.3.1993, σ. 49, όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την Οδηγία 99/724/ΕΚ)·
«Οδηγία 96/23/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και τα προϊόντα τους και κατάργησης των Οδηγιών 85/358/ΕΟΚ και 86/469/ΕΟΚ και αποφάσεων 89/187/ΕΟΚ και 91/664/ΕΟΚ (EE L 125 της 23.5.1996, σ. 10)·
«παρτίδα» σημαίνει την ποσότητα προϊόντων ζωικής προέλευσης που λαμβάνονται κάτω από τις ίδιες πρακτικά συνθήκες·
«προϊόντα ζωικής προέλευσης» σημαίνει όλα τα είδη κρεάτων (βόειο κρέας, χοίρειο κρέας, κρέας αιγοπροβάτων, κρέας αλόγων, κρέας κοτόπουλου, κρέας κουνελιών, κρέας μικρών και μεγάλων πτερωτών ή/και τριχωτών θηραμάτων), τον κεϊμά, τα αλιευτικά προϊόντα, τα προϊόντα υδατοκαλλιέργειας, το γάλα, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα προϊόντα αυγών, το μέλι, τα ζώντα δίθυρα μαλάκια, τα αλλαντικά και τα παρασκευάσματα κρέατος·
«προσωπικό επιθεώρησης» σημαίνει το επίσημο κτηνίατρο ή τον κτηνιατρικό επιθεωρητή·
«συνοριακός σταθμός ελέγχου» σημαίνει το συνοριακό σταθμό ελέγχου όπως αυτός ορίζεται στον περί Κτηνιατρικών Ελέγχων στο Ενδοκοινοτικό Εμπόριο και την Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες Ζώων και Ζωικών Προϊόντων καθώς και άλλα Συναφή Θέματα Νόμο του 2002·
«σφαγείο» σημαίνει τον χώρο για σφαγή ζώων ο οποίος έχει εγκριθεί και αποτελεί μέρος της εγκατάστασης, σύμφωνα με τον περί Υγιεινής του Κρέατος Νόμο του 1979 και 1981 και τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού και οποιοδήποτε Νόμο τον τροποποιεί ή τον αντικαθιστά·
«τέλος» σημαίνει οποιοδήποτε ποσό επιβάλλεται και εισπράττεται από την αρμόδια αρχή για ελέγχους και επιθεωρήσεις που διενεργούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«τρίτη χώρα» σημαίνει τη χώρα που δεν είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
3. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται για την εξασφάλιση της ανεξάρτητης χρηματοδότησης των επιθεωρήσεων και ελέγχων των ζώων ή/και προϊόντων ζωικής προέλευσης τα οποία αναφέρονται στο Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III.
4. Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 8, 9 και 10, η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλη σύμφωνα με τις λεπτομερείς διατάξεις του Παραρτήματος I, Παραρτήματος II και Παραρτήματος III:
5. Τα τέλη καταβάλλονται από τους επιχειρηματίες, εκτός εάν καθορίζεται άλλως πως στο Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III και ο επιχειρηματίας δύναται να ανακτήσει το πληρωθέν τέλος όπως προβλέπεται στα προαναφερθέντα Παραρτήματα.
6. Τα τέλη εισπράττονται σε συγκεκριμένους χώρους όπως αυτοί καθορίζονται στο Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III:
7.-(1) Η ισοτιμία μετατροπής σε κυπριακές λίρες των ποσών σε Ευρώ που προβλέπονται στα Παραρτήματα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, είναι, για κάθε χρόνο, εκείνη που δημοσιεύεται την πρώτη εργάσιμη μέρα του μήνα Σεπτέμβρη του προηγούμενου χρόνου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C.
(2) Το ύψος των τελών που ορίζεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III, δημοσιεύεται κάθε δεύτερη βδομάδα του Δεκέμβρη κάθε έτους με γνωστοποίηση του Διευθυντή στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με περίοδο ισχύος από την 1η Ιανουαρίου μέχρι 31η Δεκεμβρίου του επόμενου έτους:
8. Τα τέλη ορίζονται κατά τρόπο ώστε να καλύπτουν τα ακόλουθα έξοδα που βαρύνουν την αρμόδια αρχή:
(α) Μισθοί και εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων του προσωπικού της αρμόδιας αρχής που εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο,
(β) διοικητικά έξοδα που σχετίζονται με τη διενέργεια των ελέγχων και επιθεωρήσεων, στα οποία μπορούν να προστίθενται και τα έξοδα που απαιτούνται για την ενδο-υπηρεσιακή εκπαίδευση των επίσημων κτηνιάτρων και κτηνιατρικών επιθεωρητών, για τη διενέργεια των ελέγχων και επιθεωρήσεων που αναφέρονται στο Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III
9.-(1) Απαγορεύεται οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση επιστροφή από την αρμόδια αρχή των τελών που έχουν εισπραχθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Η τυχόν υιοθέτηση από την αρμόδια αρχή των ποσών που αναφέρονται στο Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III, δε θεωρείται ως έμμεση επιστροφή κατά την εκτίμηση συγκεκριμένων περιπτώσεων.
10. Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλλει τέλος το ύψος του οποίου είναι ανώτερο των ποσών που προβλέπονται στο Παράρτημα I, Παράρτημα ΙΙ και Παράρτημα III, υπό την προϋπόθεση ότι το συνολικό τέλος που εισπράττεται δε θα υπερβαίνει το πραγματικό κόστος των εξόδων επιθεώρησης.
11.-(1) Τα τέλη που επιβάλλει η αρμόδια αρχή με βάση τον παρόντα Νόμο, αντικαθιστούν κάθε άλλο υγειονομικό φόρο ή τέλος που εισπράττεται από οποιαδήποτε άλλη αρχή της Δημοκρατίας για τις επιθεωρήσεις και τους ελέγχους που αναφέρονται στο Παράρτημα I, Παράρτημα II και Παράρτημα III καθώς και για την πιστοποίησή τους και οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη για επιβολή υγειονομικού φόρου ή τέλους θεωρείται καταργηθείσα.
(2) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλει επιπρόσθετα τέλη για την καταπολέμηση των επιζωοτικών και των ενζωοτικών ασθενειών, σύμφωνα με τον περί Υγείας των Ζώων Νόμο του 2001.
12. Τα τέλη τα οποία επιβάλλει η αρμόδια αρχή-
(α) Για τους ελέγχους σε εισαγόμενα ζώα ή/και προϊόντα ζωικής προέλευσης, θεωρούνται ως πληρωτέα την ημερομηνία που ελέγχεται η παρτίδα στο συνοριακό σταθμό ελέγχου και εγκρίνεται από επίσημο κτηνίατρο η αποστολή,
(β) για τους ελέγχους σε ζώα ή/και προϊόντα ζωικής προέλευσης, θεωρούνται ως πληρωτέα με τη διενέργεια των ελέγχων, και σε περίπτωση που τέτοια τέλη δεν καταβληθούν εντός εύλογου χρόνου, δύναται να ανακτηθούν με ένδικα μέσα, ως οφειλόμενο χρέος προς τη Δημοκρατία.
13.-(1) Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τακτικά την Επιτροπή σχετικά με-
(α) Την κατανομή και χρησιμοποίηση των τελών και πρέπει να είναι σε θέση να αιτιολογήσει τη μέθοδο υπολογισμού της,
(β) τις ισοτιμίες μετατροπής που υιοθετεί κάθε χρόνο σύμφωνα με το εδάφιο (1), του άρθρου 7,
(γ) τον ή τους τόπους είσπραξης των τελών δίνοντας τις απαιτούμενες εξηγήσεις.
(2) Στο πλαίσιο των επιτόπιων ελέγχων που διενεργεί, η Επιτροπή μπορεί να εξακριβώνει, σε συνεργασία με την αρμόδια αρχή, την εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(3) Εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι, σε κράτος μέλος, οι έλεγχοι δεν διενεργούνται με ικανοποιητικό τρόπο έτσι ώστε τα τέλη που προβλέπονται από το εν λόγω κράτος μέλος να μην καλύπτουν τα κόστα των ελέγχων ή να τα καλύπτουν ανεπαρκώς, τότε μπορεί να προσφύγει στις σχετικές διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας ή οποιονδήποτε άλλων διοικητικών διευθετήσεων που στοχεύουν στην εναρμόνιση με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 89/608/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Νοεμβρίου 1989 για την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και τη συνεργασία των αρχών αυτών με την Επιτροπή, με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της κτηνιατρικής και ζωοτεχνικής νομοθεσίας» (EE L 351 της 2.12.1989, σ. 34).
14.-(1) Ο Διευθυντής ορίζει επίσημους κτηνίατρους και κτηνιατρικούς επιθεωρητές ως εξουσιοδοτημένους λειτουργούς, πρόσωπα τα οποία, κατά την κρίση του, είναι τα πιο κατάλληλα πρόσωπα για την άσκηση των καθηκόντων και την εκτέλεση των εξουσιών που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο.
(2) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός κατά την εφαρμογή των εξουσιών του όπως προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο οφείλει να παρουσιάζει γραπτή απόδειξη του ορισμού του ως εξουσιοδοτημένου λειτουργού, εφόσον του ζητηθεί από ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
(3) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός κατά την εφαρμογή των εξουσιών όπως προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο, δύναται να συνοδεύεται από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εντεταλμένο προς τον σκοπό τούτο από την Επιτροπή.
(4) Για την αυστηρή άσκηση των καθηκόντων και εξουσιών του παρόντος Νόμου, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται:
(α) Σε οποιαδήποτε κατάλληλη ώρα, να εισέρχεται σε οποιοδήποτε κτίριο ή χώρο και σε οποιοδήποτε όχημα, πλοίο, αεροσκάφος ή άλλο τροχοφόρο μέσο (εκτός εάν το κτίριο, ο χώρος, το όχημα, το πλοίο, το αεροσκάφος ή το τροχοφόρο μέσο συνιστά κατοικία) όπου εύλογα υποψιάζεται ότι υπάρχουν ή υπήρχαν ζώα ή/και προϊόντα ζωικής προέλευσης στα οποία εφαρμόζεται ο παρόντας Νόμος,
(β) να εξετάζει αυτά τα ζώα ή/και προϊόντα ζωικής προέλευσης στους χώρους που αναφέρονται στην παράγραφο (α) ή σε οποιοδήποτε άλλο χώρο,
(γ) να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο βρίσκεται στο κτίριο, το χώρο, το όχημα, το πλοίο, το αεροσκάφος ή το τροχοφόρο μέσο, καθώς και από τον ιδιοκτήτη ή υπεύθυνο αυτού, ή από υπάλληλο που εργοδοτείται σε σχέση με αυτό, να του δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες και να του παρουσιάσει οποιαδήποτε βιβλία, πιστοποιητικά, έγγραφα και άλλα στοιχεία τα οποία εύλογα θεωρεί αναγκαία για τους σκοπούς της άσκησης των καθηκόντων του.
(5) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται περαιτέρω, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου να εισπράττει τα τέλη που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο.
15. Πρόσωπο το οποίο παρεμποδίζει εξουσιοδοτημένο λειτουργό στην εκτέλεση ή άσκηση των καθηκόντων ή εξουσιών του ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε οδηγία ή απαίτηση που του δίδεται σύμφωνα με τα εδάφια (3), (4) και (5) του άρθρου 14 ή δίδει σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό πληροφορίες που γνωρίζει ότι είναι ουσιαστικά ψευδείς ή παραπλανητικές, διαπράττει αδίκημα, και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις Λ.Κ. 2,500 ή και στις δύο αυτές ποινές.
16. Για την περίοδο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου μέχρι την 1η Μαΐου του 2004 τα επιβαλλόμενα τέλη δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, δύναται να αντιστοιχούν με ποσό χαμηλότερο του καθοριζόμενου δυνάμει του εν λόγω άρθρου κατά ποσοστό μέχρι και 50%.
17. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ σε ημερομηνία που θα καθορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και δυνατό να οριστούν διαφορετικές ημερομηνίες για την έναρξη ισχύος διαφορετικών διατάξεων του παρόντος Νόμου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
(Άρθρα 3, 4, 5, 6, 7, 8(β), 9(2), 10, 11)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
Επιβολή τελών για εισαγωγή. | 1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλη στα κρέατα που εμπίπτουν στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με την Οδηγία 64/433/ΕΟΚ, την Οδηγία 71/118/ΕΟΚ, την Οδηγία 91/495/ΕΟΚ και την Οδηγία 92/45/ΕΟΚ, για τα έξοδα των ελέγχων και επιθεωρήσεων που συνδέονται με τις διαδικασίες σφαγής. |
Ποσό το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
2. Τα προβλεπόμενα. στην παράγραφο 1 του παρόντος Κεφαλαίου τέλη, υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος Κεφαλαίου, καθορίζονται με βάση τα ακόλουθα: (α) Βόειο κρέας από: (i) ενήλικα βοοειδή: 4,5 ευρώ ανά ζώο, (ii) νεαρά βοοειδή: 2,5 ευρώ ανά ζώο, (β) μόνοπλα/ιπποειδή: 4,4 ευρώ ανά ζώο• (γ) χοίρειο κρέας: ζώα με βάρος σφαγίου: (i) κάτω των 25 kg: 0,5 ευρώ ανά ζώο, (ii) 25 kg και άνω: 1,30 ευρώ ανά ζώο, (δ) κρέας αιγοπροβάτων: ζώα με βάρος σφαγίου: (i) κάτω των 12 kg: 0,175 ευρώ ανά ζώο, (ii) 12 έως 18 kg: 0,35 ευρώ ανά ζώο, (iii) άνω των 18 kg: 0,5 ευρώ ανά ζώο, (ε) (i) κρέατα πουλερικών: 0,03 ευρώ ανά πουλερικό, ή (ii) (iiα) για τις κότες και τα κοτόπουλα κρέατος, τα άλλα νεαρά πουλερικά πάχυνσης με βάρος κατώτερο των 2 kg, καθώς και για τις κότες που είναι ακατάλληλες για αναπαραγωγή: 0,01 ευρώ ανά ζώο, (iiβ) για τα άλλα νεαρά πουλερικά πάχυνσης, με βάρος σφαγίου ίσο ή ανώτερου των δύο kg: 0,02 ευρώ ανά ζώο, (iiγ) για τα άλλα ενήλικα πουλερικά βάρους ίσου ή ανώτερο των 5 kg: 0,04 ευρώ ανά ζώο, (στ) (i) κρέας κουνελιών και θηραμάτων, φτερωτών και τριχωτών: τα ποσά που προβλέπει η υποπαράγραφος (ε), της παρούσας παραγράφου, (ii) για τα ακόλουθα χερσαία θηλαστικά: (iiα) αγριόχοιροι: τα ποσά που προβλέπει η υποπαράγραφος (γ), προσαυξημένα με το κόστος τριχινοσκοπικής εξέτασης που προβλέπεται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με την Οδηγία 92/45/ΕΟΚ, όταν τα ποσά αυτά είναι ανεπαρκή, (iiβ) μηρυκαστικά: τα ποσά που προβλέπει η υποπαράγραφος (δ) της παρούσας παραγράφου. |
Ποσό το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή για εργασίες τεμαχισμού.
|
3. (α) Οι έλεγχοι και οι επιθεωρήσεις που συνδέονται με τις εργασίες τεμαχισμού που αναφέρονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 71/118/ΕΟΚ και την Οδηγία 64/433/ΕΟΚ πρέπει να καλύπτονται: (i) Είτε με την προσθήκη στα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος κεφαλαίου, ποσού 3 ευρώ ανά τόνο κρέατος που εισάγεται σε ένα εργαστήριο τεμαχισμού, (ii) είτε με την είσπραξη του πραγματικού κόστους της επιθεώρησης, ανά ώρα εργασίας. (β) Όταν οι εργασίες τεμαχισμού πραγματοποιούνται στην εγκατάσταση στην οποία λαμβάνεται το κρέας, τα ποσά που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (α) της παρούσας παραγράφου μειώνονται έως 55%. (γ) Όταν η αρμόδια αρχή επιλέγει το καθεστώς με βάση τις παρασχεθείσες ώρες εργασίας πρέπει να μπορεί να αποδείξει στην Επιτροπή ότι η επιβολή του τέλους που προβλέπεται στο στοιχείο (ΐ), της υποπαραγράφου (α), της παρούσας παραγράφου, δεν καλύπτει το πραγματικό κόστος. |
Ποσό το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή για αποθήκευση.
|
4. (α) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει ποσό που αντιστοιχεί στο πραγματικό κόστος ελέγχου ή επιθεώρησης του κρέατος που αποθηκεύεται σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 71/118/ΕΟΚ και την Οδηγία 64/433/ΕΟΚ (β) Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου μπορούν να καθορίζονται με απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Επιτροπής, όπως προνοείται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 71/118/ΕΟΚ και την Οδηγία 64/433/ΕΟΚ, προκειμένου ιδίως να ρυθμίζεται η περίπτωση του κρέατος παρέμβασης και του κρέατος που αποθηκεύεται βραχυχρονίως σε διαδοχικές ψυχτικές αποθήκες. |
Κάλυψη αυξημένου κόστους.
|
5. (α) Για να καλυφθούν αυξημένα κόστα, η αρμόδια αρχή μπορεί να αυξάνει, για μια συγκεκριμένη εγκατάσταση, τα ποσά που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και στο στοιχείο (i), της υποπαραγράφου (α), της παραγράφου 3 του παρόντος Κεφαλαίου, τηρουμένων των διατάξεων αυτής της παραγράφου. Οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προς τούτο μπορούν να είναι, εκτός της προβλεπόμενης στην υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 6 του παρόντος Κεφαλαίου, οι ακόλουθες: (i) Υψηλότερα κόστα επιθεώρησης λόγω ιδιαίτερης ανομοιογένειας των ζώων προς σφαγή ως προς την ηλικία, το μέγεθος, το βάρος και την υγεία, (ii) αυξημένος χρόνος αναμονής και μη παραγωγικές περίοδοι χρόνου των εξουσιοδοτημένων λειτουργών λόγω ανεπαρκούς προγραμματισμού από την εγκατάσταση των παραδόσεων ζώων ή λόγω τεχνικών ανεπαρκειών και βλαβών, για παράδειγμα σε παλαιότερες εγκαταστάσεις ή εκμεταλλεύσεις, (iii) συχνή καθυστέρηση της διαδικασίας σφαγής, για παράδειγμα λόγω ανεπαρκούς προσωπικού σφαγείων, που έχει ως συνέπεια τη μειωμένη απασχόληση του προσωπικού επιθεώρησης, (iv) υψηλότερα• κόστα λόγω μετακινήσεων των επιθεωρούντων λειτουργών σε μη εργάσιμο ωράριο, (v) απώλεια χρόνου λόγω συχνής αλλαγής ωραρίου των σφαγών, για την οποία δεν ευθύνεται το προσωπικό επιθεώρησης, (vi) συχνές διακοπές της σφαγής λόγω απαραιτήτων μέτρων καθαρισμού και απολύμανσης, (vii) διεξαγωγή επιθεώρησης σε ζώα τα οποία κατόπιν αιτήματος - του επιχειρηματία σφάζονται εκτός του καθορισμένου ωραρίου σφαγής. Το ύψος των προσαυξήσεων του βασικού επιπέδου του τέλους εξαρτάται από το ύψος του κόστους που πρέπει να καλυφθεί. (β) Εναλλακτικά, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλλει ειδικό τέλος που να καλύπτει το πραγματικό κόστος. |
Εφαρμογή μειωμένου τέλους.
|
6. Εάν το μισθολογικό κόστος, η δομή των εγκαταστάσεων ή των εκμεταλλεύσεων και η σχέση κτηνιάτρων προς επιθεωρητές αποκλίνουν από το μέσο κοινοτικό όρο που εφαρμόζεται για τον υπολογισμό των ποσών που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και στο στοιχείο (i) της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου 3 του παρόντος Κεφαλαίου, η αρμόδια αρχή μπορεί να παρεκκλίνει, εφαρμόζοντας χαμηλότερο τέλος μέχρι το πραγματικό κόστος επιθεώρησης στις ακόλουθες περιπτώσεις: (α) Γενικότερα, όταν το κόστος ζωής και το μισθολογικό κόστος παρουσιάζουν ιδιαίτερα σημαντικές διαφορές, (β) για συγκεκριμένες εγκαταστάσεις, όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: (i) ύπαρξη ελάχιστου αριθμού σφαγών ημερησίως που να επιτρέπει προγραμματιζόμενη απασχόληση του σχετικού προσωπικού επιθεώρησης, (ii) ο αριθμός των ζώων που σφάζονται πρέπει να είναι σταθερός επιτρέποντας ορθολογική απασχόληση του προσωπικού επιθεώρησης δια του εκ των προτέρων προγραμματισμού των παραδόσεων ζώων, (iii) αυστηρή οργάνωση και προγραμματισμός από τον επιχειρηματία, καθώς και ταχεία διεξαγωγή των σφαγών ώστε να επιτρέπεται η μέγιστη χρησιμοποίηση του προσωπικού επιθεώρησης, (iv) δεν πρέπει να υπάρχει χρόνος αναμονής ή μη παραγωγικές περίοδοι χρόνου για το προσωπικό επιθεώρησης, (ν) εξασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής ομοιογένειας των ζώων προς σφαγή ως προς την ηλικία, το μέγεθος, το βάρος και την υγεία. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η εφαρμογή των παρεκκλίσεων της παρούσας παραγράφου να οδηγεί σε μείωση μεγαλύτερη από 55% των επιπέδων της παραγράφου 2, του παρόντος Κεφαλαίου και του στοιχείου (i) της υποπαραγράφου (α) της παραγράφου 3 του παρόντος Κεφαλαίου. |
Διατυπώσεις σχετικά με την είσπραξη τελών.
|
7. (α) (i) Τα τέλη που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 4 του παρόντος Κεφαλαίου εισπράττονται, κατά περίπτωση, στο σφαγείο, το εργαστήριο τεμαχισμού και την ψυκτική αποθήκη. (ii) Τα τέλη που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 4 του παρόντος Κεφαλαίου καταβάλλονται από τον επιχειρηματία που εκτελεί τις προαναφερθείσες εργασίες ο οποίος έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει το τέλος που κατέβαλε για την εν λόγω εργασία από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου εκτελέστηκε η εργασία. (iii) Όταν ο έλεγχος ζώντων πουλερικών πραγματοποιείται στην εγκατάσταση ή εκμετάλλευση προέλευσης, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 71/118/ΕΟΚ, η αρμόδια αρχή μπορεί να εισπράξει στην εγκατάσταση ή εκμετάλλευση προέλευσης ποσό ύψους έως 20% των ποσών που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (ε), της παραγράφου 2, του παρόντος Κεφαλαίου. (β) Κατά παρέκκλιση από τον καθορισμό του τόπου είσπραξης που προβλέπεται στο στοιχείο (ϊ) της υποπαραγράφου (α), της παρούσας παραγράφου, στην περίπτωση εγκαταστάσεων που πραγματοποιούν διάφορες εργασίες και κυκλωμάτων παραγωγής που περιλαμβάνουν πολλές εργασίες, η αρμόδια αρχή μπορεί να εισπράττει, μια μόνο φορά και σε ένα μόνο μέρος, ένα συνολικό τέλος το οποίο περιλαμβάνει τα διάφορα ποσά. (γ) Εάν, το τέλος που εισπράττεται στο σφαγείο καλύπτει το σύνολο των εξόδων επιθεώρησης που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (α) της παρούσας παραγράφου, η αρμόδια αρχή δεν εισπράττει τέλος στο εργαστήριο τεμαχισμού ή στην ψυκτική αποθήκη. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II | |
Επιβολή τέλους για εισαγωγή.
|
1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλος στα κρέατα που εμπίπτουν στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 72/462/ΕΟΚ, με το κεφάλαιο III της Οδηγίας 71/118/ΕΟΚ, με το κεφάλαιο III της Οδηγίας 92/45/ΕΟΚ και με το κεφάλαιο 11 του παραρτήματος I της Οδηγίας 92/118/ΕΟΚ. |
Ύψος τέλους που επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
2. (α) Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1 τέλος καθορίζεται στο ελάχιστο ποσό των 5 ευρώ ανά τόνο (με κόκαλα), με ελάχιστο ποσό 30 ευρώ ανά αποστολή. (β) Η αρμόδια αρχή, μπορεί να παρεκκλίνει από το τέλος που καθορίζεται στην υποπαράγραφο (α) της παρούσας παραγράφου, επιβάλλοντας υψηλότερο τέλος το οποίο μπορεί να φτάνει, μέχρι το ύψος του πραγματικού κόστους του ελέγχου. |
Υποχρέωση καταβολής τελών.
|
3. Το τέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος Κεφαλαίου καταβάλλεται από τον εισαγωγέα ή τον εκτελωνιστή του και εισπράττεται στον τελωνιακό σταθμό όπου υπάγεται ο συνοριακός σταθμός ελέγχου ή στον συνοριακό σταθμό ελέγχου απευθείας. |
Διάθεση μέρους του προϊόντος των τελών για ενίσχυση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. | 4. Η αρμόδια αρχή μπορεί να διαθέσει μέρος του προϊόντος των τελών του παρόντος κεφαλαίου για την ενίσχυση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ώστε να αντιμετωπίζουν άμεσα κάθε περίπτωση εμφάνισης εξωτικής ασθένειας. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III | |
Τμήμα I | |
Επιβολή τέλους σχετικά με ελέγχους που προβλέπονται στο Κεφάλαιο V, σημείο II του Παραρτήματος της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ.
|
1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλος στα αλιευτικά προϊόντα που υπάγονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με το κεφάλαιο I της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ, όσον αφορά τα έξοδα επιθεώρησης που απορρέουν από τους επίσημους ελέγχους οι οποίοι προβλέπονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με το κεφάλαιο V σημείο II του παραρτήματος της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ.
|
Ύψος τέλους το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος Τμήματος.
|
2. (α) 1. Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1 του παρόντος Τμήματος, τέλος καθορίζεται σε 1 ευρώ ανά τόνο αλιευτικών προϊόντων για τους πρώτους 50 τόνους και σε 0,5 ευρώ ανά τόνο πέρα των 50 τόνων. (β) Κατά παρέκκλιση από την υποπαράγραφο (α) της παρούσας παραγράφου, το τέλος που επιβάλλεται για τα ακόλουθα είδη: 1. Ρέγγες του είδους Clupea harengus, 2. Σαρδέλες του είδους Sardina pilchardus, 3. Σκουμπριά του είδους Scomber scombrus, 4. Σκουμπριά του είδους Scomber japonicus, 5. Σαυρίδια του είδους Trachurus spp., 6. Γάβροι του είδους englaulis spp., 7. Μαρίδες του είδους maena smaris, δεν μπορεί να υπερβεί τα 50 ευρώ ανά εκφόρτωση, εφόσον το πραγματικό κόστος δεν υπερβαίνει το ποσό αυτό. |
Διατυπώσεις σχετικά με την είσπραξη του τέλους.
|
3. (α) Η αρμόδια αρχή για αλιευτικά προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος Τμήματος, μπορεί να καθορίζει ένα σύστημα που να επιτρέπει την άθροιση των ποσοτήτων των αλιευτικών προϊόντων για μια συγκεκριμένη περίοδο και ένα σύστημα συγκεντρωτικής είσπραξης που πραγματοποιείται κατά την πρώτη πώληση. (β) Η είσπραξη του προβλεπομένου στην παράγραφο 1 του παρόντος Τμήματος, τέλους δεν επηρεάζει την επιβολή του τέλους που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του παρόντος Τμήματος σε περίπτωση μεταγενέστερης μεταποίησης των αλιευτικών προϊόντων, με την επιφύλαξη της υποπαραγράφου (β) της παραγράφου 9, του παρόντος Τμήματος. (γ) Το τέλος που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (α), της παραγράφου 2, του παρόντος Τμήματος εισπράττεται κατά την πρώτη διάθεση στην αγορά, εκτός εάν έχει ήδη καταβληθεί κατά την εκφόρτωση και βαρύνει πάντοτε τον πρώτο αγοραστή. |
Επιβολή τέλους σχετικά με ελέγχους που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα σημεία I και II του Κεφαλαίου V του Παραρτήματος της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ. | 4. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλος στα αλιευτικά προϊόντα που υπάγονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με το κεφάλαιο I της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ όσον αφορά τα έξοδα επιθεώρησης που απορρέουν από τους επίσημους ελέγχους που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με τα σημεία I και II του κεφαλαίου V του παραρτήματος της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ. |
Ύψος τέλους το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 4, του παρόντος Τμήματος.
|
5. (α) Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 4 του παρόντος Τμήματος, τέλος, καθορίζεται σε 1 ευρώ και επιβάλλεται για κάθε τόνο αλιευτικών προϊόντων που εισάγονται σε μια εγκατάσταση στην οποία γίνεται παρασκευή και ή μεταποίηση τέτοιων προϊόντων προερχομένων από αλιευτικό πλοίο-εργοστάσιο (β) Σε περίπτωση επιθεώρησης αλιευτικού πλοίου- εργοστασΐου στο εξωτερικό, η αρμόδια αρχή επιβάλλει το πραγματικό κόστος για τέτοια επιθεώρηση. Για σκοπούς της παρούσας υποπαραγράφου το πραγματικό κόστος επιθεώρησης επιπρόσθετα από το ύψος του τέλους που επιβάλλεται, περιλαμβάνει οδοιπορικά, εισιτήρια μετάβασης και επιστροφής στον χώρο επιθεώρησης, διανυκτερεύσεις, και οποιαδήποτε κόστα συναφή με τα πιο πάνω. (γ) Με αίτηση της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους, συνοδευομένης από τα αναγκαία δικαιολογητικά, μπορεί να ορισθεί και κατώτερο επίπεδο τελών για τα είδη της υποπαραγράφου (β), της παραγράφου 2, του παρόντος Τμήματος, με απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Επιτροπής. |
Εναλλακτικά καθεστώτα είσπραξης.
|
6. (α) Όταν, έπειτα από διεξοδική εξέταση του κόστους των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Τμήματος, για συγκεκριμένο προϊόν, η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η επιβολή των τελών σύμφωνα με την παράγραφο 2 και την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 3 του παρόντος Τμήματος, δεν καλύπτει το πραγματικό κόστος, δύναται να καθορίσει ένα καθεστώς είσπραξης ανάλογα με τις παρασχεθείσες ώρες εργασίας για το προϊόν αυτό. (β) Όταν, έπειτα από διεξοδική εξέταση του κόστους των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος Τμήματος, για συγκεκριμένο προϊόν, η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η επιβολή των τελών σύμφωνα με την παράγραφο 5 και την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 6 του παρόντος Τμήματος, σε δεδομένη εγκατάσταση δεν καλύπτει το πραγματικό κόστος, δύναται να καθορίσει ένα καθεστώς είσπραξης ανάλογα με τις παρασχεθείσες ώρες εργασίας για τις εγκαταστάσεις μεταποίησης του προϊόντος αυτού. (γ) Εάν η αρμόδια αρχή επιλέξει καθεστώς είσπραξης ανάλογα με τις παρασχεθείσες ώρες εργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει στην Επιτροπή ότι η επιβολή των τελών, που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 2 και στην υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 5, του παρόντος Τμήματος, δεν καλύπτει το πραγματικό κόστος. |
Επιβολή μειωμένου τέλους.
|
7. (α) Η αρμόδια αρχή δύναται να μειώσει το ποσό του τέλους που προβλέπεται στην υποπαράγραφο. (α) της παραγράφου 2, του παρόντος Τμήματος, εφόσον οι ελεγκτικές διαδικασίες των παραγράφων 1 έως 3, του παρόντος Τμήματος διευκολύνονται από: (i) την κατάταξη φρεσκότητας και ή του μεγέθους των ψαριών που πραγματοποιείται σύμφωνα με τον Κανονισμό 2406/96/ΕΚ ή αναγνωρίζεται βάσει των εθνικών κανόνων και/ή (ii) την ομαδοποίηση των συναλλαγών πρώτης πώλησης, ιδίως σε ιχθυαγορά ή σε αγορά χονδρικής πώλησης. (β) Η αρμόδια αρχή δύναται να μειώνει το ποσό του τέλους που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (α), της παραγράφου 5, του παρόντος Τμήματος, όταν: (i) οι εργασίες παρασκευής ή μεταποίησης πραγματοποιούνται σε μέρος όπου γίνεται επίσης και η πρώτη πώληση ή η μεταποίηση και/ή (ii) για μιά συγκεκριμένη εγκατάσταση, οι συνθήκες λειτουργίας και οι παρεχόμενες από τον αυτοέλεγχο εγγυήσεις επιτρέπουν μείωση του προσωπικού επιθεώρησης. (γ) Σε καμία περίπτωση, δεν πρέπει η εφαρμογή των προαναφερόμενων διατάξεων να οδηγεί σε μειώσεις μεγαλύτερες του 55%. (δ) Με αίτηση της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους συνοδευομένης από τα αναγκαία δικαιολογητικά, μπορεί να αποφασισθεί και συμπληρωματική μείωση απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Επιτροπής. |
Ύψος τέλους το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
8. (α) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει ποσό το οποίο αντιστοιχεί στο πραγματικό κόστος ελέγχου των αλιευτικών προϊόντων στις εγκαταστάσεις οι οποίες δεν έχουν άλλες δραστηριότητες εκτός από την ψύξη, την κατάψυξη, τη συσκευασία ή την αποθήκευση. (β) Εάν το τέλος που εισπράττεται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 5 και την υποπαράγραφο (α) της παραγράφου 6 του παρόντος Τμήματος καλύπτει όλα τα έξοδα επιθεώρησης που προκύπτουν από τους ελέγχους που προβλέπονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με το κεφάλαιο V του παραρτήματος της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ, η αρμόδια αρχή δεν εισπράττει το τέλος που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (α), της παρούσας παραγράφου. |
Διατυπώσεις σχετικά με την είσπραξη τελών.
|
9. (α) Τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 4 και 8 του παρόντος Τμήματος, τέλη καταβάλλονται από τον φορέα εκμετάλλευσης ή ιδιοκτήτη της εγκατάστασης που εκτελεί τις. εν λόγω εργασίες, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει το τέλος που κατέβαλε για την εν λόγω εργασία από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου εκτελέστηκε η εργασία. (β) Για τα νωπά αλιευτικά προϊόντα που πρόκειται να παρασκευαστούν και ή να μεταποιηθούν περαιτέρω στο έδαφος της Δημοκρατίας, η αρμόδια αρχή μπορεί να εισπράξει, μία μόνο φορά και σε ένα μόνο μέρος, ένα συνολικό τέλος το οποίο περιλαμβάνει τα διάφορα ποσά, και σε περίπτωση που αυτή, επιθυμεί να χρησιμοποιήσει αυτή τη δυνατότητα ενημερώνει σχετικά προηγουμένως την Επιτροπή. |
Απόδειξη καταβολής τελών.
|
10. (α) Η αρμόδια αρχή θεσπίζει σύστημα με το οποίο εξακριβώνεται κατά πόσο τα τέλη που προβλέπονται στο παρόν Κεφάλαιο έχουν πράγματι καταβληθεί από τους υπόχρεους επιχειρηματίες. (β) Ειδικότερα, η αρμόδια αρχή μεριμνά, σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία, ώστε να προμηθεύει τους επιχειρηματίες με γραπτή βεβαίωση ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο που να αποδεικνύει την ατομική ή γενική πληρωμή των τελών που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος Τμήματος, εκτός εάν πρόκειται για αλιευτικά προϊόντα που προορίζονται για παρασκευή ή μεταποίηση στο έδαφος της Δημοκρατίας στο οποίο έχουν εκφορτωθεί, εφόσον το συνολικό ποσό του τέλους καταβάλλεται στην εγκατάσταση μεταποίησης ή παρασκευής. (γ) Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. |
Τμήμα II | |
Επιβολή τελών εισαγωγή | 1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλη στα αλιευτικά προϊόντα που υπάγονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με το κεφάλαιο II της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ. |
Ύψος τέλους το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
2. (α) Επί των αλιευτικών προϊόντων που προβλέπονται στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με το άρθρο 10, δεύτερο εδάφιο, της Οδηγίας 91/493/ΕΟΚ εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του Τμήματος I, του παρόντος Κεφαλαίου. (β) Επιπλέον, η αρμόδια αρχή εισπράττει συμπληρωματικό ποσό για την κάλυψη των εξόδων επιθεώρησης των συναφών με το συγκεκριμένο τύπο πλοίου, καθώς και των εξόδων εκφόρτωσης, με ελάχιστο ποσό το 1 ευρώ ανά εκφορτωθέντα τόνο. |
Ποσό τα οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
3. (α) Για τα αλιευτικά προϊόντα εκτός από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 2, του παρόντος Τμήματος, δηλαδή για όλα τα αλιευτικά προϊόντα πού υποχρεωτικώς διέρχονται από συνοριακό σταθμό ελέγχου, το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1 τέλος, καθορίζεται στο ελάχιστο ποσό των 5 ευρώ ανά τόνο, με ένα ελάχιστο ποσό 30 ευρώ ανά αποστολή, υπό την προϋπόθεση ότι, πέραν των 100 τόνων, το ελάχιστο ποσό των 5 ευρώ θα μειώνεται σε: (i) 1,5 ευρώ ανά πρόσθετο τόνο για τα αλιευτικά προϊόντα που δεν έχουν υποστεί καμία επεξεργασία, πλην της αφαίρεσης των εντοσθίων και (ii) 2,5 ευρώ ανά πρόσθετο τόνο για τα λοιπά αλιευτικά προϊόντα. (β) Η αρμόδια αρχή μπορεί να παρεκκλίνει των διατάξεων της υποπαραγράφου (α) της παρούσας παραγράφου, επιβάλλοντας υψηλότερα ποσά, μέχρι το ύψος του πραγματικού κόστους. |
Υποχρέωση καταβολής τελών. | 4. Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 3 του παρόντος Τμήματος, τέλος καταβάλλεται από τον εισαγωγέα ή τον εκτελωνιστή του και εισπράττεται στο τελωνείο όπου υπάγεται ο συνοριακός σταθμός ελέγχου ή απευθείας στον συνοριακό σταθμό ελέγχου. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
(Άρθρα 3, 4, 5, 6, 7, 8(β),.9(2), 10, 11)
Επιβολή τελών. | 1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλη για τα έξοδα ελέγχων και επιθεωρήσεων στα ζώντα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που ρυθμίζονται με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει σε εναρμόνιση με την Οδηγία 96/23/ΕΚ. |
Ποσό το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
2. Τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, του παρόντος Παραρτήματος, τέλη καθορίζονται ως ακολούθως: (α) Για τα ζώντα ζώα που προορίζονται για σφαγή και τα κρέατα που εμπίπτουν στο Κεφάλαιο I του Παραρτήματος Α : 1,35 ευρώ ανά τόνο κρέατος, (β) για τα προϊόντα της υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο Κεφάλαιο III του Παραρτήματος Α : 0,1 ευρώ ανά τόνο προϊόντος που διατίθεται στο εμπόριο, (γ) για το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα: 0,02 ευρώ ανά χίλια λίτρα νωπού γάλακτος ως πρώτη ύλη, (δ) για τα προϊόντα αυγών: το ποσό που καλύπτει το πραγματικό κόστος του ελέγχου, (ε) για το μέλι: το ποσό που καλύπτει το πραγματικό κόστος του ελέγχου. |
Καθεστώτα είσπραξης.
|
3. Τηρουμένων των επιπέδων που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος Παραρτήματος, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιλέξει ένα από τα ακόλουθα καθεστώτα για την είσπραξη των τελών που καθορίζονται σε αυτή, είτε: (α) Να εισπράττεται εξ ολοκλήρου στις ακόλουθες εγκαταστάσεις που εντάσσονται στο κύκλωμα παραγωγής: (i) σφαγείο για το προβλεπόμενο στην υποπαράγραφο (α), της παραγράφου 2, του παρόντος Παραρτήματος τέλος, (ii) εγκατάσταση ή εκμετάλλευση για το προβλεπόμενο στην υποπαράγραφο (β) της παραγράφου 2, του παρόντος Παραρτήματος τέλος, (iii) εγκατάσταση συλλογής νωπού γάλακτος για το προβλεπόμενο στην παράγραφο (γ) της παραγράφου 2, του παρόντος Παραρτήματος τέλος, είτε, (β) να κατανέμεται σε όλο το κύκλωμα παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της κτηνοτροφίας σύμφωνα με κριτήρια που θα καθορίζονται από την αρμόδια αρχή- |
Υποχρέωση καταβολής τελών. | 4. Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 2, του παρόντος Παραρτήματος τέλος καταβάλλεται από τον επιχειρηματία, ο οποίος ωστόσο έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει το τέλος που κατέβαλε από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου εκτέλεσε τις σχετικές εργασίες. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
(Άρθρα 3, 4, 5. 6, 7, 8(β), 9(2), 10, 11)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
Επιβολή τέλους. | 1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλη για τα έξοδα των ελέγχων και επιθεωρήσεων στα ζώντα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης που εμπίπτουν στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 90/425/ΕΟΚ. |
Διατυπώσεις, σχετικά με το τέλος. | 2. Το πεδίο εφαρμογής, το ύψος και οι λεπτομέρειες εφαρμογής του προβλεπόμενου στην παράγραφο 1 του παρόντος Κεφαλαίου τέλους και, κυρίως, ο καθορισμός των υπόχρεων προς καταβολή τελών προσώπων, καθώς και οι εξαιρέσεις καθορίζονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
Επιβολή τελών.
|
1. Η αρμόδια αρχή επιβάλλει τέλη για τα έξοδα των ελέγχων και επιθεωρήσεων στα ζώντα ζώα που προορίζονται για εισαγωγή και εμπίπτουν στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στην εναρμόνιση με την Οδηγία 91/496/ΕΟΚ. |
Ποσό το οποίο επιβάλλει η αρμόδια αρχή.
|
2. (α) Τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, του παρόντος Κεφαλαίου τέλη καθορίζονται ως ακολούθως: (i) για τα ζώα από τα είδη που αναφέρονται στο Κεφάλαιο I του Παραρτήματος Α: 5 ευρώ ανά τόνο βάρους ζώντος με ελάχιστο ποσό 30 ευρώ ανά αποστολή, (ii) για τα ζώα από τα λοιπά είδη: το πραγματικό κόστος επιθεώρησης εκφραζόμενο, είτε ανά ζώο είτε ανά εισαγόμενο τόνο, με ελάχιστο ποσό 30 ευρώ ανά αποστολή, εφόσον όμως το ελάχιστο αυτό δεν εφαρμόζεται επί των εισαγωγών των ειδών που καλύπτει η Απόφαση 97/794/ΕΚ. (β) Η αρμόδια αρχή μπορεί να παρεκκλίνει από τα προβλεπόμενα στην υποπαράγραφο (α), της παρούσας παραγράφου ποσά εφαρμόζοντας υψηλότερα ποσά, μέχρι να καλυφθεί το πραγματικό κόστος. |
Υποχρέωση καταβολής τελών. | 3. Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1, του παρόντος Κεφαλαίου, τέλος καταβάλλεται από τον εισαγωγέα ή τον εκτελωνιστή του και εισπράττεται στο τελωνείο όπου υπάγεται ο συνοριακός σταθμός ελέγχου ή απευθείας στον συνοριακό σταθμό ελέγχου. |
Εφαρμογή μειωμένου τέλους. | 4. Με αίτηση της αρμόδιας αρχής συνοδευομένης από τα κατάλληλα δικαιολογητικά, μπορεί να εφαρμοστεί μειωμένο τέλος επί των εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες με Απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Επιτροπής. |
Διάθεση μέρους του προϊόντος των τελών για ενίσχυση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών. | 5. Η αρμόδια αρχή μπορεί να διαθέσει μέρος του προϊόντος των τελών του παρόντος κεφαλαίου για την ενίσχυση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ώστε να αντιμετωπίζουν άμεσα κάθε περίπτωση εμφάνισης εξωτικής ασθένειας. |