Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«άδεια» σημαίνει άδεια που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 34·

«αιτητής» σημαίνει πρόσωπο, το οποίο υποβάλλει αίτηση για χορήγηση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37·

«ανανεώσιμες πηγές ενεργείας» σημαίνει τις ανανεώσιμες μη ορυκτές πηγές ενεργείας οι οποίες είναι η αιολική, η ηλιακή, η γεωθερμική, από τα κύματα, η παλιρροϊκή, η υδροηλεκτρική, από βιομάζα, από τα εκλυόμενα στους χώρους υγειονομικής ταφής αέρια, από τα αέρια που παράγονται σε μονάδες επεξεργασίας λυμάτων και από τα βιοαέρια·

«ανανεώσιμη, μορφή ενέργειας» [Διαγράφηκε]·

«απευθείας αγωγός» [Διαγράφηκε]·

«απευθείας γραμμή» σημαίνει γραμμή ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία συνδέει -

(α) Μια απομονωμένη μονάδα παραγωγής με έναν απομονωμένο πελάτη· ή

(β) έναν παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας και μια επιχείρηση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία προμηθεύει απευθείας τις δικές της εγκαταστάσεις, θυγατρικές επιχειρήσεις και επιλέγοντες πελάτες·

«απομονωμένο μικροσύστημα» σημαίνει κάθε σύστημα με κατανάλωση μικρότερη των 500 GWh το 1996, το οποίο δεν είναι συνδεδεμένο με άλλα συστήματα·

«απόφαση» σημαίνει απόφαση της ΡΑΕΚ, όπως καθορίζεται στο άρθρο 26·

«αρχείο» σημαίνει οποιοδήποτε βιβλίο, έγγραφο ή οποιοδήποτε άλλο γραπτό ή έντυπο υλικό σε οποιαδήποτε μορφή περιλαμβανομένης οποιασδήποτε πληροφορίας, αποθηκευόμενης, διατηρούμενης ή φυλασσόμενης διά μέσου οποιασδήποτε μηχανικής ή ηλεκτρονικής συσκευής, είτε αποθηκεύεται είτε όχι, διατηρείται ή φυλάσσεται σε αναγνώσιμη μορφή·

«ΑΗΚ» σημαίνει την Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου και έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«ασφάλεια» σημαίνει τόσο την ασφάλεια του εφοδιασμού και της παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, όσο και την τεχνική ασφάλεια·

«ασφάλεια του εφοδιασμού με ηλεκτρισμό» σημαίνει την ικανότητα ενός συστήματος ηλεκτρισμού να εφοδιάζει τους τελικούς καταναλωτές με ηλεκτρισμό όπως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο∙

«αυτοπαραγωγή» σημαίνει παραγωγή ηλεκτρισμού για ιδίαν χρήση˙

«Γραφείο της ΡΑΕΚ» σημαίνει τη νομική οντότητα, η οποία ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 7·

«δεσπόζουσα θέση» και «κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τους περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμους του 1989 μέχρι (Αρ. 2) του 2000·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«δημόσια θέση», «δημόσια υπηρεσία» και «δημόσιος υπάλληλος» έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς, από τους περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμους του 1990 μέχρι 2001·

«δημοσιευμένο» σημαίνει οποιοδήποτε έγγραφο το οποίο διατίθεται στο κοινό, είτε σε έντυπη είτε σε ηλεκτρονική μορφή·

«δείκτες απόδοσης» σημαίνει δείκτες που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από τη ΡΑΕΚ δυνάμει του άρθρου 95·

«διαδικασία πρόσκλησης προς υποβολή προσφορών» σημαίνει τη διαδικασία με την οποία καλύπτονται προγραμματισμένες πρόσθετες ανάγκες και ανάγκες αντικατάστασης δυναμικού με προμήθειες από νέες ή υπάρχουσες εγκαταστάσεις παραγωγής·

«διανομή» σε σχέση με τον ηλεκτρισμό, σημαίνει τη διανομή ηλεκτρισμού μέσω συστήματος μέσης και χαμηλής τάσης που αποτελείται από ηλεκτρικές γραμμές, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, ηλεκτρολογικό εξοπλισμό, μετασχηματιστές και μηχανισμούς τροφοδοσίας και διακοπής ηλεκτρικών κυκλωμάτων και που χρησιμοποιείται για τη διανομή ηλεκτρισμού τόσο στους πελάτες όσο και μεταξύ υποσταθμών, μη συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας·

«διασυνδεδεμένο σύστημα» σημαίνει το σύστημα που αποτελείται από αριθμό συστημάτων μεταφοράς και διανομής τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με μία ή περισσότερες διασυνδέσεις·

«διασύνδεση» σημαίνει εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τη διασύνδεση των ηλεκτρικών συστημάτων·

«Διαχειριστής Συστήματος Διανομής» ορίζεται από την ΑΗΚ και είναι  υπεύθυνος για τη λειτουργία, τη συντήρηση και, αν είναι αναγκαίο, την ανάπτυξη του συστήματος διανομής σε μία δεδομένη περιοχή και, κατά περίπτωση, των διασυνδέσεών του με άλλα συστήματα, και για τη μακροπρόθεσμη ικανότητα του συστήματος να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση διανομής ηλεκτρικής ενεργείας·

«Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου» σημαίνει τη Μονάδα Διαχείρισης του Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου η οποία συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 58 και είναι υπεύθυνος για το Σύστημα Μεταφοράς ως προνοούν τα άρθρα 62 και 63·

«διεσπαρμένη παραγωγή» σημαίνει τις μονάδες παραγωγής που συνδέονται με το σύστημα διανομής·

«Διευθυντής Διαχειριστή Συστήματος Διανομής» σημαίνει λειτουργό της ΑΗΚ στον οποίο η ΑΗΚ αναθέτει τη διεύθυνση της διαχείρισης του συστήματος διανομής·

«Διευθυντής Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο, το οποίο διορίζεται ως Διευθυντής του Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 58·

«Διευθυντής Συστήματος Μεταφοράς» [Καταργήθηκε]·

«ΔΣΜΚ» σημαίνει το Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου·

«έκθεση πρόβλεψης» σημαίνει την έκθεση το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται στο άρθρο 88·

«έλεγχος» σημαίνει τα δικαιώματα, συμβάσεις ή άλλα μέσα τα οποία, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό με άλλα, και λαμβανομένων υπόψη των σχετικών πραγματικών ή νομικών συνθηκών, παρέχουν τη δυνατότητα άσκησης καθοριστικής επιρροής σε επιχείρηση, και ιδίως μέσω:

(α) δικαιωμάτων κυριότητας ή χρήσης επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης·

(β) δικαιωμάτων ή συμβάσεων που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικής επιρροής επί της σύνθεσης, της ψηφοφορίας ή των αποφάσεων των οργάνων μιας επιχείρησης·

«εμπορικά ευαίσθητη πληροφορία» σημαίνει οποιαδήποτε πληροφορία, η αποκάλυψη της οποία είναι δυνατό να ζημιώσει ουσιαστικά τα οικονομικά συμφέροντα οποιουδήποτε προσώπου·

«ενεργειακή αποδοτικότητα/διαχείριση της ζήτησης» σημαίνει τη συνολική ή ολοκληρωμένη προσέγγιση, στόχος της οποίας είναι να επηρεάσει την ποσότητα και το χρονικό προγραμματισμό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας με σκοπό τη μείωση της κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας και των φορτίων αιχμής, δίνοντας το προβάδισμα στις επενδύσεις για μέτρα ενεργειακής αποδοτικότητας ή άλλα μέτρα όπως οι συμβάσεις προμήθειας με δικαίωμα διακοπής, έναντι των επενδύσεων για την αύξηση του δυναμικού παραγωγής, εάν οι πρώτες από τις προαναφερόμενες επενδύσεις αποτελούν την αποτελεσματικότερη και οικονομικότερη εναλλακτική λύση, λαμβανομένων υπόψη του θετικού περιβαλλοντικού αντίκτυπου που προκύπτει από τη μειωμένη κατανάλωση ενέργειας και των συναφών πτυχών της ασφάλειας του εφοδιασμού και του κόστους διανομής·

«εξαίρεση» σημαίνει εξαίρεση από την υποχρέωση για κατοχή άδειας που παραχωρείται δυνάμει του άρθρου 35·

«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει μέλος του προσωπικού του Γραφείου της ΡΑΕΚ το οποίο διορίζεται από τη ΡΑΕΚ δυνάμει του άρθρου 7 και εξουσιοδοτείται από τη ΡΑΕΚ να εκτελεί καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 98·

«εξουσιοδότηση κατασκευής απευθείας γραμμής» σημαίνει εξουσιοδότηση δυνάμει του άρθρου 87·

«έξυπνο σύστημα μέτρησης» ή «ευφυές σύστημα μέτρησης» σημαίνει το  ηλεκτρονικό σύστημα το οποίο μπορεί να μετρά την κατανάλωση ενέργειας, παρέχοντας περισσότερες πληροφορίες σε σύγκριση με ένα συμβατικό μετρητή και μπορεί να μεταδίδει και να λαμβάνει δεδομένα χρησιμοποιώντας μια μορφή ηλεκτρονικών επικοινωνιών·

«επικουρική υπηρεσία» σημαίνει υπηρεσία άλλη από την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που είναι αναγκαία για τη λειτουργία ενός σταθερού και αξιόπιστου ηλεκτρικού συστήματος και που περιλαμβάνει άεργο ισχύ λειτουργική εφεδρεία, ρύθμιση συχνότητας και ικανότητα κρύας εκκίνησης·

«επιλέγων πελάτης» σημαίνει τον πελάτη που είναι ελεύθερος να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από τον προμηθευτή της επιλογής του δυνάμει του άρθρου 43·

«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

«επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες δραστηριότητες: παραγωγή, μεταφορά, διανομή, προμήθεια ή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε κατόχου άδειας δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε πρόσωπου στο οποίο παρασχέθηκε Διάταγμα ή άδεια δυνάμει των άρθρων 4 και 9, αντίστοιχα, του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, και είναι υπεύθυνο για τα εμπορικά και τεχνικά καθήκοντα ή και τα καθήκοντα συντήρησης τα σχετικά με τις δραστηριότητες αυτές και στον ορισμό αυτό δεν περιλαμβάνονται οι τελικοί πελάτες·

«ηλεκτρική γραμμή» σημαίνει οποιαδήποτε γραμμή που χρησιμοποιείται αποκλειστικά ή μεταξύ άλλων, για τη ροή ηλεκτρισμού για οποιοδήποτε σκοπό και περιλαμβάνει-

(α) οποιοδήποτε στήριγμα για οποιαδήποτε τέτοια γραμμή, που περιλαμβάνει, οποιαδήποτε κατασκευή, πάσσαλο ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο εντός, επί, διά μέσου ή από το οποίο, μια τέτοια γραμμή δυνατόν να στηρίζεται, μεταφέρεται ή αναρτάται,

(β) οποιαδήποτε συσκευή η οποία συνδέεται με οποιαδήποτε τέτοια γραμμή για το σκοπό ροής ηλεκτρισμού ή παροχής άλλων υπηρεσιών, και

(γ) οποιοδήποτε σύρμα, καλώδιο, σωλήνα, αγωγό ή παρόμοιο αντικείμενο, περιλαμβανομένης της επένδυσης ή του καλύμματός του, το οποίο περιβάλλει ή στηρίζει ή που περιβάλλεται ή στηρίζεται από οποιαδήποτε τέτοια γραμμή, ή είναι εγκατεστημένο πολύ κοντά ή στηρίζεται, μεταφέρεται ή αναρτάται σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια γραμμή·

«ηλεκτρικός εξοπλισμός» σημαίνει οποιαδήποτε εγκατάσταση, μηχανισμό ή συσκευή που χρησιμοποιείται για παραγωγή, μεταφορά, διανομή ή προμήθεια ηλεκτρισμού ή για σκοπούς που σχετίζονται με τα πιο πάνω και δεν περιλαμβάνει-

(α) ηλεκτρική γραμμή,

(β) μετρητή που χρησιμοποιείται για την καταγραφή της ποσότητας του ηλεκτρισμού που παρέχεται σε οποιαδήποτε εγκατάσταση, ή

(γ) ηλεκτρική συσκευή κάτω από τον έλεγχο καταναλωτή·

«Ιδιοκτήτης Συστήματος Διανομής» σημαίνει την ΑΗΚ με την ιδιότητά της ως ιδιοκτήτριας του συστήματος διανομής·

«Ιδιοκτήτης Συστήματος Μεταφοράς» σημαίνει την ΑΗΚ με την ιδιότητα της ως ιδιοκτήτριας του συστήματος μεταφοράς·

«ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης» σημαίνει την κάλυψη της προβλέψιμης ζήτησης ηλεκτρισμού με τη διαθέσιμη παραγωγή χωρίς να είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα περιορισμού της κατανάλωσης∙

«κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση» σημαίνει επιχείρηση ηλεκτρικής ενεργείας ή όμιλος επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενεργείας, όπου το ίδιο πρόσωπο ή πρόσωπα δικαιούνται, άμεσα ή έμμεσα, να ασκούν τον έλεγχο, και όπου η εν λόγω επιχείρηση ή ο όμιλος επιχειρήσεων ασκούν τουλάχιστον μία από τις δραστηριότητες μεταφοράς ή διανομής, και τουλάχιστον μία από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας ηλεκτρικής ενεργείας·

«καθολική υπηρεσία προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας» σημαίνει την ικανοποίηση των εύλογων απαιτήσεων για προμήθεια ηλεκτρισμού συγκεκριμένης ποιότητας, σε λογικές, εύκολα και άμεσα συγκρίσιμες και διαφανείς τιμές που δεν εισάγουν διακρίσεις όλων των οικιακών πελατών και όπου κρίνεται σκόπιμο από τον Υπουργό με έκδοση σχετικού Διατάγματος και των μικρών επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως της γεωγραφικής τους τοποθεσίας, υπό το φως των συνθηκών που επικρατούν στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25(1)(λζ)·

«Κανόνες Αγοράς Ηλεκτρισμού» σημαίνει τους Κανόνες που διέπουν την αγοραπωλησία ηλεκτρισμού μεταξύ κατόχων αδειών, οι οποίοι ετοιμάζονται και δημοσιεύονται από το Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου σύμφωνα με το άρθρο 80·

«Κανόνες Μεταφοράς και Διανομής» σημαίνει τους Κανόνες σε σχέση με όλες τις τεχνικές πτυχές που σχετίζονται με τη σύνδεση και τη λειτουργία του συστήματος μεταφοράς και του συστήματος διανομής, οι οποίοι ετοιμάζονται από το Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου και το Διαχειριστή Συστήματος Διανομής και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 73·

«Κανονισμοί» σημαίνει οποιουσδήποτε Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 714/2009» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003∙

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1227/2011» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας∙

«καταναλωτής» [Διαγράφηκε]·

«κάτοχος άδειας» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο χορηγείται άδεια δυνάμει του άρθρου 34·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και/ή συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία γράφτηκε στο Οπόρτο την 2α Μαΐου 1992, και προσαρμόσθηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17 Μαΐου 1993 και όπως η Συμφωνία αυτής περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται∙

«λειτουργική ασφάλεια δικτύου» σημαίνει τη συνεχή λειτουργία του δικτύου μεταφοράς και, όπου αρμόζει, του δικτύου διανομής υπό προβλέψιμες συνθήκες∙

«Λογαριασμός ΔΣΜΚ» σημαίνει τον λογαριασμό που ανοίγεται από το Διευθυντή ΔΣΜΚ σε σχέση με τον οποίο μόνο ο Διευθυντής Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου και πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από το Διευθυντή ΔΣΜΚ έχουν δικαίωμα υπογραφής·

«μακροπρόθεσμος προγραμματισμός» σημαίνει τον προγραμματισμό των επενδυτικών αναγκών όσον αφορά το δυναμικό παραγωγής, μεταφοράς και διανομής σε μακροπρόθεσμη βάση, προκειμένου να καλύπτεται η ζήτηση ηλεκτρικής ενεργείας στο σύστημα και να εξασφαλίζεται ο εφοδιασμός των πελατών·

«μέλος της ΡΑΕΚ» σημαίνει πρόσωπο που διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 4 περιλαμβανομένου του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της ΡΑΕΚ.

«μεταφορά», σε σχέση με τον ηλεκτρισμό, σημαίνει τη μεταφορά ηλεκτρισμού μέσω ενός συστήματος μεταφοράς δηλαδή, ενός συστήματος που αποτελείται, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, από γραμμές και ηλεκτρικές εγκαταστάσεις υψηλής τάσης και το οποίο χρησιμοποιείται για τη μεταφορά ηλεκτρισμού από ένα σταθμό παραγωγής σε ένα υποσταθμό, ή από ένα σταθμό παραγωγής σε άλλο, ή από ένα υποσταθμό σε άλλο, ή προς ή από οποιαδήποτε διασύνδεση, ή σε τελικούς πελάτες, ή σε διανομείς μη συμπεριλαμβανομένης της προμήθειας και επίσης δεν θα περιλαμβάνει οποιεσδήποτε τέτοιες γραμμές τις οποίες η ΑΗΚ μπορεί, από καιρό σε καιρό, με την έγκριση της ΡΑΕΚ να καθορίζει ως μέρος του συστήματος διανομής, αλλά θα περιλαμβάνει οποιαδήποτε διασύνδεση η οποία ανήκει στην ΑΗΚ·

«μέση τάση» σημαίνει ονομαστική τάση της οποίας η τιμή ρίζας μέσου τετραγώνου (RMS) υπερβαίνει το 1kV αλλά δεν υπερβαίνει τα 36 kV·

«μη επιλέγων πελάτης» σημαίνει οποιοδήποτε πελάτη ο οποίος δεν καθορίζεται ως επιλέγων πελάτης δυνάμει Υπουργικού διατάγματος που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 44 και ο οποίος προμηθεύεται ηλεκτρισμό από την ΑΗΚ·

«μη οικιακός πελάτης» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια που δεν προορίζεται για τη δική του οικιακή χρήση, συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών και των πελατών χονδρικής·

«Μητρώο» σημαίνει το μητρώο το οποίο τηρείται από τη ΡΑΕΚ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20·

«μικρό απομονωμένο σύστημα» σημαίνει κάθε σύστημα με κατανάλωση μικρότερη των 3000 GWh το 1996, στο οποίο ποσοστό κάτω του 5 % της ετήσιας κατανάλωσης προέρχεται από διασύνδεση με άλλα συστήματα·

«μονάδα συμπαραγωγής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί της Προώθησης της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Νόμο.

«Οδηγία 2005/89/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Ιανουαρίου 2006 περί των μέτρων διασφάλισης του εφοδιασμού με ηλεκτρισμό και περί επενδύσεων υποδομής, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«οικιακός πελάτης» σημαίνει τον πελάτη που αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια για δική του οικιακή κατανάλωση, αποκλειομένων των εμπορικών ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων·

«οικονομική προτεραιότητα» σημαίνει την κατάταξη των πηγών προμήθειας ηλεκτρικής ενεργείας βάσει οικονομικών κριτηρίων·

«ολοκληρωμένη επιχείρηση ηλεκτρικής ενεργείας» σημαίνει την επιχείρηση που είναι κάθετα ή οριζόντια ολοκληρωμένη·

«Οργανισμός» σημαίνει τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, ο οποίος ιδρύεται με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας·

«οριζόντια ολοκληρωμένη επιχείρηση» σημαίνει την  επιχείρηση που ασκεί μία τουλάχιστον από τις δραστηριότητες παραγωγής με σκοπό την πώληση ή μεταφορά, διανομή ή προμήθεια ηλεκτρικής ενεργείας, και μια δραστηριότητα εκτός του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας·

«παράγω» παράγω σε σχέση με την ηλεκτρική ενέργεια σημαίνει παράγω ηλεκτρική ενέργεια·

«παραγωγός» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο παράγει ηλεκτρική ενέργεια σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

«παροχέας καθολικής υπηρεσίας ηλεκτρικής ενέργειας» [Διαγράφηκε]·

«πελάτης ή καταναλωτής» σημαίνει τον πελάτη χονδρικής ή τον τελικό πελάτη ηλεκτρικής ενεργείας·

«πελάτης χονδρικής» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια με σκοπό τη μεταπώλησή της εντός ή εκτός του συστήματος όπου είναι εγκατεστημένο·

«προμήθεια» σημαίνει την πώληση, συμπεριλαμβανομένης της μεταπώλησης, ηλεκτρικής ενέργειας σε πελάτες·

«προμηθευτής» σημαίνει πρόσωπο το οποίο είναι κάτοχος άδειας σύμφωνα με τις παραγράφους (β) ή (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 34·

«πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, δήμο, σωματείο, ίδρυμα, ή οποιαδήποτε άλλη ένωση ή σύνδεσμο προσώπων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα·

«προσχέδιο ρυθμιστικής απόφασης» σημαίνει προσχέδιο ρυθμιστικής απόφασης της ΡΑΕΚ που αναφέρεται στο άρθρο 26·

«Πρωτόκολλο Συστήματος Μεταφοράς» σημαίνει Πρωτόκολλο το οποίο συνάπτεται μεταξύ του Ιδιοκτήτη Συστήματος Μεταφοράς και του Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 67, το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται στο άρθρο 69·

«ρυθμιστική απόφαση» σημαίνει απόφαση της ΡΑΕΚ, η οποία σχετίζεται με οποιοδήποτε θέμα αφορά την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 26·

«ΡΑΕΚ» σημαίνει τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου·

«Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου» σημαίνει την Αρχή η οποία συστήνεται δυνάμει του άρθρου 4·

«σταθμός παραγωγής» σημαίνει σταθμό για την παραγωγή ηλεκτρισμού·

«σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας» σημαίνει τη σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας·

«Συμβουλευτική Επιτροπή Κανόνων Αγοράς Ηλεκτρισμού» σημαίνει την Επιτροπή που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 82·

«Συμβουλευτική Επιτροπή Κανόνων Μεταφοράς και Διανομής» σημαίνει την Επιτροπή που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 77·

«συμπαραγωγή» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί της Προώθησης της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Νόμο·

«συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού» [Διαγράφηκε]

«συμπαραγωγή  υψηλής απόδοσης»  έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί της Προώθησης της Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Νόμο·

«συνδεδεμένη επιχείρηση» σημαίνει τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 41 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενης στο άρθρο 44, παράγραφος 2, στοιχείο ζ) της συνθήκης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς, ή/και οι συγγενείς επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 33 παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας ή/και οι επιχειρήσεις που ανήκουν στους ίδιους μετόχους·

«σύστημα διανομής» σημαίνει σύστημα, που δεν περιλαμβάνει οποιοδήποτε μέρος του συστήματος μεταφοράς, το οποίο αποτελείται, κύρια ή εξ ολοκλήρου από-

(α) ηλεκτρικές γραμμές των δικτύων μέσης και χαμηλής τάσης μεταξύ αυτόματων διακοπτών κυκλώματος ή διακοπτών μέσης τάσης στους υποσταθμούς μεταφοράς που ανήκουν στον Διαχειριστή Συστήματος Διανομής και χρησιμοποιούνται για τη διανομή ηλεκτρισμού από μονάδες παραγωγής ή άλλα σημεία εισόδου μέχρι το σημείο παράδοσης σε πελάτες ή άλλους χρήστες, και

(β) οποιοδήποτε ηλεκτρολογικό εξοπλισμό ο οποίος ανήκει ή είναι υπό τη διαχείριση του Διαχειριστή Συστήματος Διανομής σε σχέση με τη διανομή ηλεκτρισμού,

«σύστημα μεταφοράς» σημαίνει το σύστημα που αποτελείται εξ ολοκλήρου ή κυρίως από ηλεκτρικές γραμμές υψηλής τάσης που ανήκουν στην ΑΗΚ και χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ηλεκτρισμού από ένα σταθμό παραγωγής σε υποσταθμό ή σε άλλο σταθμό παραγωγής ή μεταξύ υποσταθμών και περιλαμβάνει οποιοδήποτε εξοπλισμό, συσκευές και μετρητές που ανήκουν στην ΑΗΚ σε σχέση με τη μεταφορά ηλεκτρισμού·

«συστήματα αγωγού φυσικού αερίου» [Διαγράφηκε]·

«τελικός πελάτης» σημαίνει τον πελάτη που αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια για δική του χρήση·

«Υποχρέωση Δημόσιας Ωφέλειας» σημαίνει οποιαδήποτε υποχρέωση που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις ηλεκτρισμού δυνάμει του άρθρου 89 και λαμβάνει υπόψη τους γενικούς κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·

«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·

«ύστατος προμηθευτής» σημαίνει τον κάτοχο άδειας, ο οποίος σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο καθορίζεται για να παρέχει καθολική υπηρεσία προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας∙

«υψηλή τάση» σημαίνει ονομαστική τάση της οποίας η τιμή ρίζας μέσου τετραγώνου (RMS) υπερβαίνει τα 36 kV·

«φορέας συγκέντρωσης της ζήτησης» σημαίνει τον πάροχο υπηρεσιών στον τομέα της ζήτησης ο οποίος συνδυάζει πολλαπλά φορτία καταναλωτών βραχείας διάρκειας προς πώληση ή εκπλειστηριασμό σε οργανωμένες αγορές ενέργειας·

«φυσικό αέριο» σημαίνει οποιουσδήποτε υδρογονάνθρακες ή μίγμα υδρογονανθράκων και άλλων αερίων τα οποία αποτελούνται κυρίως από μεθάνιο και περιλαμβάνει το υγροποιημένο φυσικό αέριο·

«χαμηλή τάση» σημαίνει ονομαστική τάση της οποίας η ανώτερη τιμή ρίζας μέσου τετραγώνου (RMS) δεν υπερβαίνει 1 kV.

«χρήστης συστήματος» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τροφοδοτεί ένα σύστημα μεταφοράς ή διανομής ή που τροφοδοτείται από ένα τέτοιο σύστημα·