128. (1) Όταν κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, μεταξύ των φορολογικών αποθηκών διαπιστωθεί παράβαση η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, αυτός επιβάλλεται και εισπράττεται από το Τελωνείο και βαρύνει το πρόσωπο που έχει εγγυηθεί την καταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 10, χωρίς να επηρεάζεται το δικαίωμα για άσκηση ποινικής δίωξης όταν στοιχειοθετείται αδίκημα.
(2) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του ή λόγω βαριάς αμέλειας ενέχεται με οποιοδήποτε τρόπο στην αποφυγή ή απόπειρα αποφυγής της καταβολής των οφειλόμενων στα προϊόντα φόρων κατανάλωσης ή στη μη τήρηση των διατυπώσεων, που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο, με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων κατανάλωσης, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.
(3) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου κάτω από περιστάσεις οι οποίες αποκλείουν την ενοχή του σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες.
(4) Οποιοδήποτε ποσό πρόσθετης επιβάρυνσης και χρηματικής ποινής που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος Νόμου, εισπράττεται ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.