Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με τίτλο-

(α) Οδηγία 92/12 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 1992 σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, όπως έχει τροποποιηθεί ,

(β) Οδηγία 92/81 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή, όπως έχει τροποποιηθεί,

(γ) Οδηγία 92/82 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή, όπως έχει τροποποιηθεί,

(δ) Οδηγία 95/60 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1995 για τη φορολογική επισήμανση του καθαρού και του ακάθαρτου πετρελαίου,

(ε) Οδηγία 92/83 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά,

(στ) Οδηγία 92/84 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης για τα αλκοολούχα ποτά και την αλκοόλη,

(ζ) Οδηγία 92/79 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης για τα τσιγάρα, όπως έχει τροποποιηθεί,

(η) Οδηγία 92/80 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την προσέγγιση των συντελεστών των ειδικών φόρων κατανάλωσης για τα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός από τα τσιγάρα, όπως έχει τροποποιηθεί,

(θ) Οδηγία 95/59 ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1995 περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των επεξεργασμένων καπνών, όπως έχει τροποποιηθεί,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ I ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Συνοπτικός Τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμος του 2003.

Ορισμοί

2. (1) Στον παρόντα Νόμο εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:

"γνωστοποίηση" σημαίνει τη γνωστοποίηση που εκδίδει ο Διευθυντής και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

"Δημοκρατία" σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία.

"Διευθυντής" σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων.

"εγγεγραμμένος επιτηδευματίας" σημαίνει το πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 12 και έχει άδεια από το Διευθυντή.

"εγκεκριμένος αποθηκευτής" σημαίνει το πρόσωπο που είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 12 και έχει άδεια από το Διευθυντή με βάση το άρθρο 8 να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να παραλαμβάνει και να αποστέλλει κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, τελούν υπό καθεστώς αναστολής και βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη.

"ειδικός φόρος κατανάλωσης" σημαίνει το φόρο κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ.

"εισαγωγή" σημαίνει τη δια θαλάσσης ή αέρος μεταφορά προϊόντων στη Δημοκρατία από το εξωτερικό.

"ελεύθερη ζώνη" σημαίνει τη ζώνη (που λειτουργεί με βάση τον περί Ελευθέρων Ζωνών Νόμο του 1975).

"ελεύθερη λιμενική περιοχή" σημαίνει την περιοχή, (που λειτουργεί με βάση τον περί Ελευθέρων Λιμενικών Περιοχών Νόμο του 1989).

"εξαγωγή" σημαίνει τη δια θαλάσσης ή αέρος μεταφορά προϊόντων από τη Δημοκρατία στην αλλοδαπή.

"καθεστώς αναστολής" σημαίνει το φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και κυκλοφορία των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ και τελούν υπό αναστολή της καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

"Κανονισμοί" σημαίνει τους Κανονισμούς που εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

"καπνοβιομήχανος" σημαίνει κάθε πρόσωπο που μεταποιεί τον καπνό σε επεξεργασμένα προϊόντα, τα οποία προορίζονται για λιανική πώληση.

"λειτουργός" σημαίνει πρόσωπο εξουσιοδοτημένο δυνάμει της εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής νομοθεσίας.

"μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά" σημαίνει τα υπολείμματα βιομηχανοποίησης του καπνού.

"μη εγγεγραμμένος επιτηδευματίας" σημαίνει το πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, δύναται όμως κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του να παραλαμβάνει περιστασιακά, προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, κάτω από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11.

“νομικό πρόσωπο" περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο, λέσχη, σύλλογο, σύνδεσμο, οργανισμό ή οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων, ανεξάρτητα από το αν έχει συσταθεί ή όχι σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού.

“παραγωγή προϊόντων" περιλαμβάνει και την κατασκευή.

“προϊόντα" σημαίνει όλα τα προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης εκτός αν στον παρόντα Νόμο προνοείται διαφορετικά.

"πρόσωπο" περιλαμβάνει φυσικό και νομικό πρόσωπο.

“Συνθήκη Εγκαθίδρυσης" σημαίνει τη Συνθήκη που αφορά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας της Κύπρου η οποία υπογράφτηκε στη Λευκωσία στις 16 Αυγούστου 1960, περιλαμβάνει δε την Ανταλλαγή Επιστολών της ίδιας ημερομηνίας, που αφορά τους τελωνειακούς δασμούς και φόρους κατανάλωσης.

"Συνθήκη Συμμαχίας" σημαίνει τη Συνθήκη που υπογράφτηκε μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας στις 16 Αυγούστου 1960.

“τελωνειακό καθεστώς αναστολής" σημαίνει την αναστολή καταβολής τελωνειακών δασμών και φόρων κατανάλωσης των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX, X και XI, τα οποία έχουν υπαχθεί σε καθεστώς διαμετακόμισης, τελωνειακής αποταμίευσης, τελειοποίησης προς επανεξαγωγή με τη μορφή του συστήματος αναστολής, μεταποίησης υπό τελωνειακό έλεγχο και προσωρινής εισαγωγής.

“τελωνειακοί δασμοί" σημαίνει τους δασμούς που καθορίζονται στον εκάστοτε σε ισχύ περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο.

“Τελωνείο" σημαίνει το Τμήμα Τελωνείων.

“υποστατικά" σημαίνει κάθε τόπο, κτίριο, κτιριακό συγκρότημα, υπόστεγο, χώρο ή συνδυασμό αυτών, περιλαμβανομένων των ανοικτών περιφραγμένων χώρων ως και κάθε έγγεια ιδιοκτησία ή πλωτό μέσο ανεφοδιασμού που χρησιμοποιείται στην παραγωγή, μεταποίηση για την κατοχή και τη φύλαξη των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX, X και ΧΙ.

“Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.

"φορολογική αποθήκη" σημαίνει κάθε υποστατικό όπου παράγονται, μεταποιούνται, κατέχονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του, προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και X, τα οποία υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και τελούν υπό καθεστώς αναστολής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7.

"φορολογικός εκπρόσωπος" σημαίνει το πρόσωπο όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 13.

“φόρος κατανάλωσης" περιλαμβάνει και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

(2) Οι τίτλοι και οι κωδικοί αριθμοί της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.), που περιλαμβάνονται στον παρόντα Νόμο νοούνται ως οι τίτλοι και κωδικοί αριθμοί της εκάστοτε εν ισχύι Συνδυασμένης Ονοματολογίας όπως αυτοί αναφέρονται στον περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμο του 2003, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(3) Λέξεις και όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια.

ΜΕΡΟΣ IΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ - ΦΟΡΟΛΟΓΗΤΕΑ ΑΞΙΑ - ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
Πεδίο εφαρμογής

3. Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, επιβάλλονται, εισπράττονται και καταβάλλονται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας φόροι κατανάλωσης στα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX, Χ και ΧΙ σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο Δεύτερο, Τρίτο, Τέταρτο και Πέμπτο Παράρτημα και τα οποία:

(α) παράγονται στο έδαφος της Δημοκρατίας, ή

(β) εισάγονται στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι εισαγόμενα προϊόντα τα οποία έχουν τεθεί κατά την είσοδο τους στη Δημοκρατία σε καθεστώς αναστολής ή σε τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη λιμενική περιοχή, λογίζεται ότι εισάγονται κατά τη στιγμή της εξόδου τους από το καθεστώς αναστολής, ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή την ελεύθερη ζώνη ή την ελεύθερη λιμενική περιοχή, για θέση των προϊόντων αυτών σε ανάλωση,

(γ) αν και αναγράφονται στο δηλωτικό εισαγωγής σκάφους ή αεροσκάφους, δεν προσκομίζονται στον αρμόδιο λειτουργό και δεν παρέχονται επαρκείς εξηγήσεις.

Φορολογητέα αξία

4. Όταν με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης κατ’ αξία στα προϊόντα του Μέρους ΧΙ, η φορολογητέα αξία:

(1) Στην περίπτωση εισαγομένων προϊόντων είναι η δασμολογητέα αξία όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 159 των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων.

(2) Στην περίπτωση προϊόντων επιτόπιας παραγωγής είναι η τιμή την οποία δυνατόν να αποκομίσουν τα προϊόντα πωλούμενα στην ελεύθερη αγορά μεταξύ ανεξάρτητου αγοραστή και πωλητή κατά την έκδοση ή μετακίνηση των προϊόντων από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής σύμφωνα με τις διατάξεις του Πρώτου Παραρτήματος.

Απαιτητό του φόρου κατανάλωσης

5. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο και με την επιφύλαξη των εδαφίων (2), (3) και (4) ο φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση ή κατά τη διαπίστωση των ελλειμμάτων που είναι φορολογητέα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 9 και του άρθρου 102.

Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ως θέση σε ανάλωση θεωρείται:

(α) κάθε έξοδος για κατανάλωση στη Δημοκρατία των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, ακόμα και αντικανονική από καθεστώς αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή,

(β) κάθε παραγωγή των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, ΙΧ και Χ ακόμα και αντικανονική εκτός καθεστώτος αναστολής,

(γ) κάθε εισαγωγή ακόμη και αντικανονική των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, ΙΧ και Χ, εφόσον δεν τίθενται υπό καθεστώς αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής, ή ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή,

(δ) κάθε έξοδος για κατανάλωση στη Δημοκρατία των προϊόντων που καθορίζονται στο Μέρος ΧΙ από τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή,

(ε) εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, κάθε έκδοση ή μετακίνηση από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής για κατανάλωση στη Δημοκρατία, των προϊόντων που καθορίζονται στο Μέρος ΧΙ, ακόμα και αντικανονική, εξαιρουμένης της εναπόθεσης των προϊόντων μετά την παραγωγή τους σε αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 101,

(στ) κάθε εισαγωγή, ακόμα και αντικανονική των προϊόντων του Μέρους ΧΙ, εφόσον δεν τίθενται υπό τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή.

(2) (α) Ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται:

(i) στις περιπτώσεις των παραγράφων (α) και (δ) του εδαφίου (1) με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία εξόδου για κατανάλωση στη Δημοκρατία, των προϊόντων από το καθεστώς αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή ανάλογα με την περίπτωση,

(ii) στην περίπτωση της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία παραγωγής εκτός καθεστώτος αναστολής,

(iii) στις περιπτώσεις των παραγράφων (γ) και (στ) του εδαφίου (1) με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία αποδοχής της διασάφησης εισαγωγής:

Νοείται ότι στην περίπτωση της παραγράφου (γ) του άρθρου 3, ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης ή ο κύριος ή κυβερνήτης του αεροσκάφους ή ο αντιπρόσωπός του οφείλει να καταβάλει τον οφειλόμενο για τα προϊόντα φόρο κατανάλωσης όπως βεβαιώνεται από το Διευθυντή, σύμφωνα με τους ισχύοντες συντελεστές κατά το χρόνο της κατάθεσης του δηλωτικού.

(iv) στην περίπτωση της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία έκδοσης ή μετακίνησης των προϊόντων από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής για κατανάλωση στη Δημοκρατία.

(β) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (4) στην περίπτωση αντικανονικής εξόδου από καθεστώς αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή ή αντικανονικής παραγωγής ή αντικανονικής εισαγωγής, ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά το χρόνο διαπίστωσης των παραβάσεων αυτών.

(3) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (4) ο φόρος κατανάλωσης επί ελλειμμάτων καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία διαπίστωσης των ελλειμμάτων αυτών από το Τελωνείο.

(4) Όταν από τα στοιχεία που διαθέτει το Τελωνείο διαπιστώνεται ότι:

(α) η αντικανονική έξοδος από καθεστώς αναστολής ή τελωνειακό καθεστώς αναστολής ή ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη λιμενική περιοχή, ή

(β) η αντικανονική παραγωγή, ή αντικανονική έκδοση ή μετακίνηση από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής, ή

(γ) η αντικανονική εισαγωγή, ή

(δ) το έλλειμμα,

πραγματοποιήθηκε ή υπήρξε, ανάλογα με την περίπτωση, σε χρόνο προγενέστερο της διαπίστωσης, τότε ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά το χρόνο αυτό.

(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να καταβάλει τους αναλογούντες φόρους κατανάλωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(6) Παρά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου εφόσον κατατίθεται η δήλωση που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 16, ο Διευθυντής δύναται να παραχωρήσει αναβολή της καταβολής του φόρου κατανάλωσης στο υπόχρεο προς τούτο πρόσωπο, για καθορισμένο χρονικό διάστημα, μετά από αίτηση του προσώπου αυτού, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει σε γνωστοποίησή του.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΣ
Παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης

6. Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, η παραγωγή, η μεταποίηση και η κατοχή υπό καθεστώς αναστολής των ειδικά καθοριζομένων στα Μέρη VIII, IX και Χ προϊόντων, πραγματοποιείται σε φορολογικές αποθήκες και ρυθμίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.

Έγκριση σύστασης και λειτουργία φορολογικών αποθηκών

7. (1) Ο Διευθυντής δύναται μετά από γραπτή αίτηση προσώπου η οποία δύναται να υποβληθεί και σε μηχανογραφημένη μορφή, να εγκρίνει υπό όρους και με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών, υποστατικά που χρησιμοποιούνται ή προτίθενται να χρησιμοποιηθούν ως φορολογικές αποθήκες:

(α) για την παραγωγή, μεταποίηση και κατοχή στο έδαφος της Δημοκρατίας υπό καθεστώς αναστολής των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ.

(β) για την κατοχή υπό καθεστώς αναστολής των εισαγομένων από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, εξαιρουμένων των προϊόντων που είτε κατά την εισαγωγή τους υπάγονται σε τελωνειακό καθεστώς αναστολής εκτός της τελωνειακής αποταμίευσης, είτε εισέρχονται σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη λιμενική περιοχή.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίηση του να καθορίσει:

(α) τον τύπο και την μορφή της αίτησης,

(β) τις προϋποθέσεις με τις οποίες παρέχεται έγκριση για τη σύσταση και λειτουργία των φορολογικών αποθηκών,

(γ) τον χρόνο παραμονής των προϊόντων κατά κατηγορία, στη φορολογική αποθήκη,

(δ) τη διαδικασία παραλαβής ή αποστολής των προϊόντων,

(ε) τους όρους αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των προϊόντων,

(στ) τον τρόπο παρακολούθησης των προϊόντων και της άσκησης ελέγχου σε αυτά,

(ζ) κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την έγκριση ή λειτουργία των φορολογικών αποθηκών.

Εγκεκριμένος αποθηκευτής

8. (1) Ο Διευθυντής δύναται υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε γνωστοποίησή του, να εγκρίνει μετά από γραπτή αίτηση, η οποία δύναται να υποβληθεί και σε μηχανογραφημένη μορφή, πρόσωπο, ως εγκεκριμένο αποθηκευτή και να εκδώσει την ειδική για τον σκοπό αυτό άδεια.

(2) Η άδεια που προβλέπεται στο εδάφιο (1) εκδίδεται όταν το πρόσωπο παράγει, μεταποιεί, κατέχει, παραλαμβάνει και αποστέλλει κατά την άσκηση του επιτηδεύματος του προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής και βρίσκονται σε φορολογικές αποθήκες.

Απώλειες και ελλείμματα προϊόντων

9. (1) (α) Εφόσον αποδειχθεί στο Διευθυντή από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή ότι προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ και βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής παρουσιάζουν:

(i) απώλειες που οφείλονται σε τυχαία περιστατικά ή σε ανωτέρα βία,

(ii) απώλειες (φύρες) που είναι εγγενείς στη φύση των προϊόντων κατά τη διαδικασία παραγωγής, μεταποίησης, αποθήκευσης και μεταφοράς των προϊόντων,

ο Διευθυντής απαλλάσσει τα προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στην έκταση των πιο πάνω απωλειών.

(β) Οι απαλλαγές των υποπαραγράφων (i) και (ii) της παραγράφου (α) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και κατά τη μεταφορά των προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής από τους επιτηδευματίες που αναφέρονται στο άρθρο 11.

(γ) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τις απώλειες (φύρες) των προϊόντων, τα ποσοστά της φύρας καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 128, σε περίπτωση άλλων απωλειών ή ελλειμμάτων, ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται με τους συντελεστές που ισχύουν κατά το χρόνο που επισυνέβησαν οι βεβαιωμένες από το Τελωνείο απώλειες ή κατά περίπτωση, κατά το χρόνο της διαπίστωσης των ελλειμμάτων.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ
Κυκλοφορία προϊόντων μεταξύ φορολογικών αποθηκών

10. (1) Με την επιφύλαξη των άρθρων 11 και 22(2) η κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ πραγματοποιείται μόνο μεταξύ φορολογικών αποθηκών.

(2) Η κυκλοφορία υπό καθεστώς αναστολής καλύπτεται με την παροχή εγγύησης είτε από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή αποστολής είτε αλληλεγγύως και κεχωρισμένως από τον αποστολέα και το μεταφορέα ή μόνο από το μεταφορέα ή τον ιδιοκτήτη των προϊόντων. Πέραν των παρεχομένων ανωτέρω εγγυήσεων, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο από το Διευθυντή, απαιτείται η παροχή εγγύησης και από τον παραλήπτη.

(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 128, η ευθύνη των προσώπων που αναφέρονται στο εδάφιο (2), αίρεται μόνο με την απόδειξη της παραλαβής των προϊόντων από τον παραλήπτη.

(4) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίηση του να καθορίσει τις λεπτομέρειες, τους όρους και τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Παραλαβή προϊόντων από εγγεγραμμένο ή μη επιτηδευματία

11. (1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 10, προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ και προέρχονται από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δύνανται να κυκλοφορούν υπό καθεστώς αναστολής, με παραλήπτη επιτηδευματία εγγεγραμμένο ή μη. Ο επιτηδευματίας αυτός, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του δύναται να παραλαμβάνει τα εν λόγω προϊόντα, δεν δύναται όμως να κατέχει ή να αποστέλλει αυτά υπό καθεστώς αναστολής.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την παραλαβή προϊόντων από εγγεγραμμένους ή μη επιτηδευματίες και για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

(3) Ο επιτηδευματίας που κατ’ επάγγελμα ασχολείται με την παραλαβή υπό καθεστώς αναστολής των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, οφείλει με γραπτή αίτησή του να ζητήσει την έκδοση από το Διευθυντή ειδικής για το σκοπό αυτό άδειας. Οι όροι και προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας καθορίζονται από το Διευθυντή.

Μητρώο δεδομένων

12. (1) Ο Διευθυντής τηρεί Μητρώο με την ονομασία «Μητρώο Δεδομένων» στο οποίο περιλαμβάνονται οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές και οι εγγεγραμμένοι επιτηδευματίες για τους σκοπούς των ειδικών φόρων κατανάλωσης, καθώς και τα υποστατικά που είναι εγκεκριμένα ως φορολογικές αποθήκες. Το Μητρώο είναι δυνατό να τηρείται σε οποιαδήποτε μορφή καθορίσει ο Διευθυντής περιλαμβανομένης και της μηχανογραφημένης μορφής.

(2) Κάθε πρόσωπο για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) οφείλει να εγγραφεί στο Μητρώο Δεδομένων.

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο με διάταγμά του καθορίζει τη διαδικασία, τις υποχρεώσεις των προσώπων που αφορά το εδάφιο (1) και οτιδήποτε άλλο κρίνει αναγκαίο ή σκόπιμο για την καλύτερη εκπλήρωση των σκοπών του άρθρου αυτού ή για τη ρύθμιση οποιουδήποτε ζητήματος που είναι συναφές με τις διατάξεις του.

Φορολογικός εκπρόσωπος

13. (1) Σε περίπτωση που αποστέλλονται από εγκεκριμένο αποθηκευτή προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και παραλαμβάνονται στο έδαφος της Δημοκρατίας από πρόσωπα που δεν έχουν την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, τις φορολογικές υποχρεώσεις κατά την άφιξη των προϊόντων αναλαμβάνει φορολογικός εκπρόσωπος, εξουσιοδοτημένος από τον αποστολέα, ο οποίος είναι εγκατεστημένος στη Δημοκρατία και έχει εγκριθεί από το Διευθυντή.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίζει τους όρους και προϋποθέσεις χορήγησης της έγκρισης που προβλέπεται στο εδάφιο (1).

Έλεγχος των προϊόντων κατά τη διακίνηση

14. (1) Ανεξάρτητα από τη χρησιμοποίηση μηχανογραφημένων διαδικασιών, κάθε αποστολή ή παραλαβή των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ και κυκλοφορούν υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ φορολογικών αποθηκών διενεργείται επί τη βάσει διοικητικού εγγράφου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τις διαδικασίες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Λήξη καθεστώτος αναστολής

15. Το καθεστώς αναστολής των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ λήγει στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5·

(β) με την πιστοποίηση της υπαγωγής των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ σε ελεύθερη ζώνη ή σε τελωνειακό καθεστώς αναστολής εξαιρουμένης της τελωνειακής αποταμίευσης·

(γ) με την πιστοποίηση της εξαγωγής των προϊόντων από το έδαφος της Δημοκρατίας·

(δ) με την κατάσχεση των προϊόντων ως υποκειμένων σε δήμευση·

(ε) με την καταστροφή ή εγκατάλειψη τους σύμφωνα με την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία

(στ) με την αποδοχή των απωλειών που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9.

ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ, ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ - ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Διαδικασία επιβολής και είσπραξης του φόρου κατανάλωσης

16. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται και εισπράττεται κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5.

(2) Η επιβολή και είσπραξη του φόρου κατανάλωσης διενεργείται με την υποβολή δήλωσης σε τέτοιο τύπο και κατά τέτοιο τρόπο και το οποίο περιέχει τέτοια στοιχεία, όπως δύναται να καθορίσει ο Διευθυντής από το υπόχρεο προς τούτο πρόσωπο ή από δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

Βεβαίωση του φόρου κατανάλωσης

17. (1) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να υποβάλει τη δήλωση που απαιτείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή δεν τηρεί τα αναγκαία έγγραφα ούτε παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση της δήλωσης, ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι η δήλωση που υποβλήθηκε είναι ελλιπής ή ότι περιέχει σφάλματα ή όταν ελλείπουν τα ενισχυτικά προς υποστήριξη αυτής έγγραφα, τότε ο Διευθυντής μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου κατανάλωσης χρησιμοποιώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να το γνωστοποιήσει στο πρόσωπο αυτό.

(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί ή αρνείται ή παραλείπει να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και λόγω της άρνησης ή της παράλειψης του προκύπτει ποσό οφειλόμενο τότε ο Διευθυντής δύναται ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του να βεβαιώσει το οφειλόμενο ποσό.

(3) Ποσό φόρου κατανάλωσης μέχρι ΛΚ2,00 που βεβαιώθηκε δυνάμει των εδαφίων (1) και (2) δεν εισπράττεται. Το ποσό αυτό δύναται να τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού.

Κυρώσεις για παράλειψη καταβολής του φόρου κατανάλωσης

18. (1) Αν το υπόχρεο για την καταβολή του φόρου κατανάλωσης πρόσωπο αμελεί ή αρνείται να καταβάλει στο Διευθυντή οποιοδήποτε ποσό φόρου κατανάλωσης ή οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο ο Διευθυντής απαιτεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή οποιωνδήποτε κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, τότε το υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο οφείλει να καταβάλει πρόσθετη επιβάρυνση ίση προς το δέκα τοις εκατό (10%) του ποσού που αμελεί ή αρνείται να καταβάλει. Σε περίπτωση δε που η αμέλεια ή άρνηση να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό, εξακολουθεί πέραν των τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία που το ποσό καθίσταται απαιτητό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, τότε καταβάλλεται απλούς τόκος προς εννέα τοις εκατόν (9%) κατ’ έτος επί παντός οφειλόμενου ποσού περιλαμβανομένης και της πρόσθετης επιβάρυνσης.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου, εάν το υπόχρεο στο φόρο κατανάλωσης πρόσωπο εξακολουθεί να αμελεί ή να αρνείται να καταβάλει στο Διευθυντή οποιοδήποτε ποσό που ο Διευθυντής απαιτεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, περιλαμβανομένης και της πρόσθετης επιβάρυνσης και του τόκου που καταβάλλεται δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου, και η άρνηση ή παράλειψη εξακολουθεί για διάστημα μεγαλύτερο των εξήντα (60) ημερών από την ημέρα που τα ποσά καθίστανται πληρωτέα, τότε αγαθά αξίας ίσης προς το τριπλάσιο του οφειλόμενου ποσού, που βρίσκονται στην κατοχή ή υπό τη φύλαξη του προσώπου αυτού ή οποιουδήποτε αντιπροσώπου του ή άλλου προσώπου το οποίο ενεργεί για λογαριασμό του, υπόκεινται σε δήμευση.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί ή αρνείται να καταβάλει στο Διευθυντή οποιαδήποτε ποσό το οποίο ο Διευθυντής απαιτεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ως πρόσθετη επιβάρυνση και τόκο είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Ο φόρος κατανάλωσης, η πρόσθετη επιβάρυνση και ο τόκος εισπράττονται ως χρέος προς τη Δημοκρατία

19. Οποιαδήποτε ποσά φόρου κατανάλωσης, πρόσθετης επιβάρυνσης και τόκου που δεν καταβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εισπράττονται ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

ΜΕΡΟΣ VΙ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
Επιστροφή ειδικού φόρου κατανάλωσης

20. (1) Τα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ που έχουν τεθεί σε ανάλωση στη Δημοκρατία δύνανται να αποτελέσουν, μετά από αίτηση επιτηδευματία στα πλαίσια της άσκησης του επιτηδεύματος του, αντικείμενο επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης από το Διευθυντή, εφόσον τα προϊόντα αυτά δεν πρόκειται να καταναλωθούν στη Δημοκρατία.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο με Κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζει:

(α) τις περιπτώσεις που είναι δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με το εδάφιο (1),

(β) τους όρους και τις προϋποθέσεις επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης καθώς και τις διαδικασίες και τις μεθόδους ελέγχου που εφαρμόζονται κατά την επιστροφή του.

Αχρεωστήτως καταβληθείς φόρος κατανάλωσης

21. (1) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο έχει καταβάλει στο Διευθυντή οποιοδήποτε ποσό φόρου κατανάλωσης το οποίο δεν ήταν οφειλόμενο, ολόκληρο ή μέρος αυτού, τότε ο Διευθυντής είναι υπόχρεος να επιστρέψει στο πρόσωπο αυτό ολόκληρο το ποσό ή τη διαφορά αυτού.

(2) Ο αχρεωστήτως καταβληθείς στο Διευθυντή φόρος κατανάλωσης επιστρέφεται στο δικαιούχο αν εντός τριών ετών από την ημερομηνία καταβολής αυτού υποβληθεί στο Τελωνείο σχετική αίτηση συνοδευόμενη με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα.

(3) Η μη εμπρόθεσμη υποβολή της αίτησης επιστροφής που αναφέρεται στο εδάφιο (2) συνεπάγεται την παραγραφή του δικαιώματος του δικαιούχου.

(4) Οποιαδήποτε ποσά από φόρους κατανάλωσης μέχρι ΛΚ2,00 που καταβλήθηκαν αχρεώστητα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν επιστρέφονται. Το ποσό αυτό δύναται να τροποποιείται με απόφαση του Υπουργού.

ΜΕΡΟΣ VIΙ ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ
Γενικές Απαλλαγές για τα προϊόντα των Μερών VIII, IX και Χ

22. (1) Τα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ και υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, απαλλάσσονται από την καταβολή του φόρου, εφόσον προορίζονται:

(α) για κατανάλωση στα πλαίσια διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων,

(β) για αναγνωρισμένους από τη Δημοκρατία διεθνείς οργανισμούς και για τα μέλη των οργανισμών αυτών, μέσα στα όρια και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυση τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους,

(γ) να καταναλωθούν στα πλαίσια συμφωνίας που έχει συναφθεί με κράτη μη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή διεθνείς οργανισμούς, εφόσον αυτή η συμφωνία γίνεται δεκτή ή επιτρέπεται να υπαχθεί σε καθεστώς απαλλαγής από το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας,

(δ) για κατανάλωση στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης και τη Συνθήκη Συμμαχίας.

Νοείται ότι οι υπό αναφορά απαλλαγές δυνατόν να παραχωρούνται με διαδικασία επιστροφής των ειδικών φόρων κατανάλωσης, εφόσον κατά την κρίση του Υπουργού οι περιστάσεις υπό τις οποίες συνήθως γίνεται η προμήθεια των προϊόντων αυτών είναι τέτοιες ώστε να μην είναι εύκολη ή άμεση, η προμήθεια των προϊόντων αυτών από αφορολόγητα αποθέματα.

(2) Οι ένοπλες δυνάμεις και οργανισμοί που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δύνανται να παραλαμβάνουν προϊόντα από φορολογικές αποθήκες υπό καθεστώς αναστολής.

(3) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις των απαλλαγών που αναφέρονται στο εδάφιο (1), διαδικασία επιστροφής των ειδικών φόρων κατανάλωσης καθώς και τις χορηγούμενες ποσότητες και οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Απαλλαγή προϊόντων που προορίζονται για εφόδια πλοίων και αεροσκαφών

23. Τα προϊόντα που προορίζονται για εφόδια πλοίων και αεροσκαφών απαλλάσσονται από το φόρο κατανάλωσης. Για την εφαρμογή της απαλλαγής εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις της εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής νομοθεσίας.

Απαλλαγή προϊόντων που εισάγονται προσωρινά

24. Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία για απαλλαγές από τελωνειακούς δασμούς σε προϊόντα που εισάγονται προσωρινά στη Δημοκρατία, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για απαλλαγές από φόρους κατανάλωσης σε προϊόντα που εισάγονται προσωρινά στη Δημοκρατία με σκοπό την επανεξαγωγή τους.

Άλλες απαλλαγές προϊόντων

25. Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή Κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, οι διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας αναφορικά με απαλλαγές από τελωνειακούς δασμούς που παρέχονται σε οποιαδήποτε πρόσωπα, οργανισμούς, αρχές και οργανώσεις, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για απαλλαγές από φόρους κατανάλωσης με τέτοιες εξαιρέσεις ή προσαρμογές όπως με Κανονισμούς ήθελε καθορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο.

ΜΕΡΟΣ VIII ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΗ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Ορισμοί

26. Ως πετρελαιοειδή προϊόντα για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου θεωρούνται:

(α) Οι πίσσες (κωδ. Σ.Ο. 27.06)(β)

(β) - Οι βενζόλες (κωδ. Σ.Ο.27.07.10)

- Οι τολουόλες (κωδ. Σ.Ο.27.07.20)

-  Οι ξυλόλες (κωδ. Σ.Ο.27.07.30)

- Τα άλλα μείγματα αρωματικών υδρογονανθράκων που αποστάζουν 65% ή περισσότερο του όγκου τους (με τις απώλειες στους 250º C, σύμφωνα με τη μέθοδο ASTM D86): (κωδ.Σ.Ο. 27.07.50).

- Tα λάδια κρεοζώτου (κωδ. Σ.Ο. 27.07.91.00.00)

- Τα άλλα ακατέργαστα λάδια (κωδ. Σ.Ο.27.07.99.11.00 και 27.07.99.19.00).

(γ) Τα ακατέργαστα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (ακατέργαστο πετρέλαιο), (κωδ. Σ.Ο.27.09).

(δ) Τα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα λάδια. Τα παρασκευάσματα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού, που περιέχουν κατά βάρος 70% ή περισσότερο λάδια από πετρέλαιο ή ασφαλτούχα ορυκτά και στα οποία τα λάδια αυτά αποτελούν το βασικό συστατικό (κωδ. Σ.Ο.27.10).

(ε) Τα αέρια πετρελαίου και οι άλλοι αέριοι υδρογονάνθρακες (κωδ. Σ.Ο. ΕΧ 27.11), συμπεριλαμβανομένου και του χημικώς καθαρού μεθανίου και προπανίου, με εξαίρεση το φυσικό αέριο.

(στ) - Βαζελίνη (κωδ. Σ.Ο. 27.12.10)

- Παραφίνη που περιέχει κατά βάρος λιγότερο του 0,75% λάδι (κωδ. Σ.Ο.27.12.20).

- Παραφίνη που περιέχει κατά βάρος περισσότερο του 0.75% λάδι, το κερί πετρελαίου μικροκρυστάλλινο.

- Άλλα ορυκτά κεριά SLACK WAX και παρόμοια προϊόντα, που λαμβάνονται με σύνθεση ή άλλες μεθόδους, έστω και χρωματισμένα (κωδ. Σ.Ο. 27.12.90.31.00, 27.12.90.33.00, 27.12.90.39.00, 27.12.90.91.00, 27.12.90.99.00)

(ζ ) Τα ασφαλτικά μείγματα με βάση τη φυσική άσφαλτο εν γένει, η πίσσα του πετρελαίου, η ορυκτή πίσσα ή το υπόλειμμα αυτής (π.χ. μαστίχες ασφαλτούχες, CUTBACKS (κωδ. Σ.Ο.27.15).

(η) Οι άκυκλοι υδρογονάνθρακες (κωδ. Σ.Ο.29.01).

(θ) Το κυκλοεξάνιο (κωδ. Σ.Ο.29.02.11.00.00), οι άλλοι κυκλανικοί ή κυκλενικοί υδρογονάνθρακες του κωδ. Σ.Ο.29.02.19.90.00, το βενζόλιο (κωδ. Σ.Ο. 29.02.20.00.00), το τολουόλιο (κωδ. Σ.Ο.29.02.30.00.00), τα ξυλόλια (κωδ. Σ.Ο.29.02.41.00.00, 29.02.42.00.00 και 29.02.43.00.00), και τα ισομερή του ξυλολίου σε μείγμα (κωδ. Σ.Ο.29.02. 44.00.00).

(ι) Τα παρασκευάσματα που περιέχουν λάδια από πετρέλαια ή ασφαλτούχα ορυκτά των κωδ. της Σ.Ο.34.03.11.00.00 και 34.03.19.

(ια) Τα αντικροτικά παρασκευάσματα, τα ανασχετικά της οξείδωσης, τα προσθετικά εξουδετέρωσης καταλοίπων, τα βελτιωτικά του ιξώδους των λιπαντικών λαδιών, τα προσθετικά κατά της διάβρωσης και τα άλλα παρασκευασμένα προσθετικά για ορυκτά λάδια (στα οποία περιλαμβάνεται και η βενζίνη) ή για άλλα υγρά, που χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς με τα ορυκτά λάδια (κωδ. Σ.Ο.3811).

(ιβ) Τα αλκυλοβενζόλια σε μείγματα και αλκυλοναφθαλένια σε μείγματα, άλλα από εκείνα των κλάσεων 2707 ή 2902 (κωδ. Σ.Ο.3817).

Πεδίο εφαρμογής και ειδικός φόρος κατανάλωσης πετρελαιοειδών

27. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας, ειδικός φόρος κατανάλωσης:

(α) στα πετρελαιοειδή προϊόντα που καθορίζονται ειδικά στο Δεύτερο Παράρτημα του παρόντος Νόμου σύμφωνα με τους συντελεστές οι οποίοι εκτίθενται σε αυτόν απέναντι από κάθε προϊόν αντίστοιχα,

(β) στα πετρελαιοειδή προϊόντα εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο Δεύτερο Παράρτημα, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν, προσφέρονται προς πώληση ή και χρησιμοποιούνται ως καύσιμο θέρμανσης ή καύσιμο κίνησης. Ο συντελεστής του επιβλητέου ειδικού φόρου κατανάλωσης καθορίζεται, ανάλογα με τη χρήση, με βάση το συντελεστή για το ισοδύναμο καύσιμο θέρμανσης ή καύσιμο κίνησης,

(γ) σε κάθε προϊόν το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης ή ως πρόσθετο ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου αυτού και φορολογείται ως καύσιμο κίνησης με βάση το συντελεστή για το αντίστοιχο προϊόν που καθορίζεται στο Δεύτερο Παράρτημα.

(δ) σε κάθε άλλο υδρογονάνθρακα, εκτός από τον άνθρακα, το λιγνίτη, την τύρφη ή άλλους παρόμοιους στερεούς υδρογονάνθρακες ή το φυσικό αέριο, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, προσφέρεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο για θέρμανση και φορολογείται με βάση το συντελεστή για το αντίστοιχο πετρελαιοειδές προϊόν που καθορίζεται στο Δεύτερο Παράρτημα.

Νοείται ότι οι παράγραφοι (γ) και (δ) εφαρμόζονται σε προϊόντα άλλα από τα πετρελαιοειδή προϊόντα που καθορίζονται στο άρθρο 26.

Προσδιορισμός του ειδικού φόρου κατανάλωσης Δεύτερο Παράρτημα

28. Για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα πετρελαιοειδή προϊόντα που φορολογούνται με βάση τα χίλια λίτρα σύμφωνα με το Δεύτερο Παράρτημα, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος 15 βαθμών Κελσίου.

Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του ειδικού φόρου κατανάλωσης

29. (1) Εκτός από τις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 5, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης για τα πετρελαιοειδή προϊόντα καθίσταται απαιτητός και:

(α) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (γ) και (δ) του άρθρου 27.

(β) στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή δεν πληρούται πλέον κάποιος όρος τελικής χρήσης για την πλήρη απαλλαγή ή την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.

(2) Η κατανάλωση πετρελαιοειδών προϊόντων μέσα στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους δεν θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφόσον η κατανάλωση γίνεται για τους σκοπούς της παραγωγής αυτής:

Νοείται ότι σε περίπτωση που η κατανάλωση αυτή γίνεται για σκοπούς ξένους προς την παραγωγή και ειδικότερα για την κίνηση οχημάτων, θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Μεταβολή συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης

30. Σε περίπτωση μεταβολής ενός ή περισσότερων συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης, στα αποθέματα πετρελαιοειδών τα οποία έχουν διατεθεί για κατανάλωση στη Δημοκρατία, ο Υπουργός δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να επιβάλει αυξημένο ή μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαιοειδών προϊόντων

31. (1) Απαγορεύεται από οποιοδήποτε πρόσωπο η παραγωγή πετρελαιοειδών προϊόντων εκτός αν πραγματοποιείται από εγκεκριμένο αποθηκευτή σε εγκατάσταση παραγωγής πετρελαιοειδών που εγκρίνεται ως φορολογική αποθήκη δυνάμει του άρθρου 7.

(2) Με την επιφύλαξη του άρθρου 32 η εγκατάσταση παραγωγής των πετρελαιοειδών προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 26, θεωρείται το υποστατικό στο οποίο τα προϊόντα αυτά παράγονται ή υπόκεινται σε καθορισμένη κατεργασία, σύμφωνα με την έννοια της συμπληρωματικής σημείωσης 4 του Κεφαλαίου 27 του Δεύτερου Πίνακα του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 2003:

Νοείται ότι, δεν θεωρούνται ως εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαιοειδών, οι εγκαταστάσεις στις οποίες τα μόνα παρασκευαζόμενα προϊόντα είναι πετρελαιοειδή προϊόντα για τα οποία δεν καθορίζεται συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης στο Δεύτερο Παράρτημα.

(3) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη λειτουργία, τον έλεγχο των εγκαταστάσεων παραγωγής πετρελαιοειδών προϊόντων και κάθε λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της επιβολής και είσπραξης του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψη του παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το πιο πάνω εδάφιο είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και τα προϊόντα αυτά υπόκεινται σε δήμευση.

Πράξεις και επεξεργασίες που δεν θεωρούνται ως παραγωγή πετρελαιοειδών

32. Τηρουμένων των όρων και περιορισμών που ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει, οι ακόλουθες πράξεις και επεξεργασίες δεν θεωρούνται ως παραγωγή πετρελαιοειδών:

(α) οι πράξεις συνεπεία των οποίων ο χρήστης ενός πετρελαιοειδούς προϊόντος καθιστά δυνατή την επαναχρησιμοποίησή του μέσα στη δική του επιχείρηση, εφόσον τα ποσά των ειδικών φόρων κατανάλωσης τα οποία έχουν ήδη καταβληθεί για το συγκεκριμένο προϊόν, δεν είναι μικρότερα από το ποσό των ειδικών φόρων κατανάλωσης που θα οφειλόταν αν το επαναχρησιμοποιημένο προϊόν υπέκειτο εκ νέου στον ειδικό φόρο κατανάλωσης,

(β) η πράξη η οποία συνίσταται στην ανάμειξη, εκτός του χώρου εγκατάστασης παραγωγής ή αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης, πετρελαιοειδών προϊόντων με άλλα πετρελαιοειδή ή άλλες ουσίες εφόσον:

(i) στις περιπτώσεις που δεν απαλλάσσεται το μείγμα, έχει καταβληθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των βασικών συστατικών, και

(ii) το καταβληθέν ποσό δεν είναι μικρότερο από το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, το οποίο θα οφειλόταν για το μείγμα.

Ανάμιξη πετρελαιοειδών προϊόντων

33. Οποιοδήποτε πρόσωπο προβαίνει σε ανάμιξη πετρελαιοειδών προϊόντων ή οποιαδήποτε άλλη πράξη εκτός του χώρου εγκατάστασης παραγωγής προϊόντων ή αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή, η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και το μείγμα υπόκειται σε δήμευση.

Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

34. (1) Εφόσον αποδειχθεί στο Διευθυντή ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για πετρελαιοειδή προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή αναμειχθεί τυχαία και συνεπεία του γεγονότος αυτού κατέστησαν ακατάλληλα να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που προορίζονταν, δύναται να επιστρέψει ή συμψηφίσει τον καταβληθέντα ειδικό φόρο κατανάλωσης εφόσον τα προϊόντα αυτά επιστρέφονται σε φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.

(2) Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1) δύνανται να καθορίζονται με γνωστοποίηση που εκδίδει ο Διευθυντής.

Ειδικές απαλλαγές και μειώσεις

35. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει οποιοδήποτε από τα πιο κάτω πετρελαιοειδή προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης, εν όλω ή εν μέρει, υπό τους όρους και προϋποθέσεις, που ήθελε εκάστοτε επιβάλει:

(α) τα πετρελαιοειδή προϊόντα που καθορίζονται ειδικά στο Δεύτερο Παράρτημα, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης ή θέρμανσης,

(β) το ειδικό καύσιμο αεριωθουμένου (κωδ. ΣΟ 2710 19 21 00), που παραδίδεται με σκοπό τον εφοδιασμό αεροσκαφών που εκτελούν αεροπορικές μεταφορές με εξαίρεση το καύσιμο που προορίζεται για τον εφοδιασμό αεροσκαφών που εκτελούν ιδιωτικές πτήσεις αναψυχής.

Ως "ιδιωτική πτήση αναψυχής" νοείται η χρησιμοποίηση του αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από το πρόσωπο που το χρησιμοποιεί δυνάμει σύμβασης μίσθωσης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν το χρησιμοποιεί για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών με αντάλλαγμα ή για σκοπούς του Δημοσίου.

(γ) τα πετρελαιοειδή προϊόντα που παραδίδονται για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για την ναυσιπλοΐα στα ύδατα της Δημοκρατίας συμπεριλαμβανομένης της αλιείας με εξαίρεση την περίπτωση της χρησιμοποίησης τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής,

Ως "ιδιωτικό σκάφος αναψυχής" νοείται οποιοδήποτε σκάφος χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη του ή από το πρόσωπο που το χρησιμοποιεί δυνάμει σύμβασης μίσθωσης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών με αντάλλαγμα ή για τις ανάγκες του Δημοσίου,

(δ) τα πετρελαιοειδή που εγχέονται στους υψικαμίνους με σκοπό να διευκολυνθεί η χημική διεργασία αναγωγής, σε συνδυασμό με το κωκ που χρησιμοποιείται ως κύριο καύσιμο,

(ε) πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος και σε μονάδες συνδυασμένης παραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας,

(στ) πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται στον τομέα των προτύπων σχεδίων για την τεχνολογική ανάπτυξη λιγότερο ρυπαντικών προϊόντων, και ειδικότερα σε σχέση με καύσιμα από ανανεώσιμες πηγές,

(ζ) πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται στον τομέα της κατασκευής, εξέλιξης, δοκιμής και συντήρησης αεροσκαφών και πλοίων,

(η) πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τη βυθοκόρηση λιμένων,

(θ) πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στη γεωργία, δενδροκομία, δασοκομία και λιμναία ιχθυοκαλλιέργεια,

(ι) τα πετρελαιοειδή προϊόντα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τσιμέντου.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει μειωμένους συντελεστές, υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει, στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil) ή/και το φωτιστικό πετρέλαιο (kerosene) ή/και το υγραέριο ή/και το μεθάνιο που χρησιμοποιούνται στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) κινητήρες σταθερής θέσης,

(β) εξοπλισμός και μηχανήματα που χρησιμοποιούνται σε οικοδομές, έργα πολιτικού μηχανισμού και δημόσια έργα,

(γ) οχήματα που σύμφωνα με τον προορισμό τους χρησιμοποιούνται, εκτός οδικού δικτύου ή τα οποία δεν έχουν λάβει άδεια για κύρια χρήση στις δημόσιες οδούς.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας που βρίσκεται σε ισχύ, οι παρεχόμενες στα εδάφια (1) και (2) απαλλαγές ή μειώσεις του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφαρμόζονται ανάλογα και σε προϊόντα άλλα από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 26, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα πετρελαιοειδών προϊόντων και προορίζονται για τις ίδιες με τα προϊόντα που υποκαθιστούν χρήσεις.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί πετρελαιοειδή προϊόντα ή υποκατάστατα αυτών, για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές ή μειώσεις που καθορίζονται στα εδάφια (1) και (2) σκοπό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα πετρελαιοειδή προϊόντα ή υποκατάστατα αυτών, οχήματα ή οποιαδήποτε μεταφορικά μέσα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(5) Διάταγμα που εκδίδεται με βάση το άρθρο αυτό μπορεί να περιέχει και διατάξεις για την επιβολή ποινών στις περιπτώσεις παράβασης του, σε καμιά όμως περίπτωση δεν μπορεί να προβλέπει ποινή βαρύτερη από την βαρύτερη ποινή η οποία προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.

Απαλλαγές καυσίμων αυτοκινήτων οχημάτων και εμπορευματοκιβωτίων ειδικών χρήσεων

36. (1) Απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης κατά την εισαγωγή τους στη Δημοκρατία τα πετρελαιοειδή προϊόντα:

(α) όταν περιέχονται σε κανονικές δεξαμενές καυσίμων:

(i) μηχανοκινήτων οχημάτων δημόσιας και ιδιωτικής χρήσης και μοτοσικλετών·

(ii) εμπορευματοκιβωτίων ειδικής χρήσης·

(β) όταν περιέχονται σε φορητές δεξαμενές καυσίμων που βρίσκονται επί μηχανοκινήτων οχημάτων ιδιωτικής χρήσης και των μοτοσικλετών, σε ανώτατο όριο 10 λίτρων ανά όχημα.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως:

"όχημα δημόσιας χρήσης" κάθε οδικό όχημα με κινητήρα (περιλαμβανομένων και των ελκυστήρων με ή χωρίς ρυμουλκούμενα), το οποίο, ανάλογα με τον τύπο κατασκευής του και τον εξοπλισμό του, είναι κατάλληλο και προορίζεται για την πραγματοποίηση μεταφορών, με ή χωρίς κόμιστρο -

- περισσοτέρων των εννέα προσώπων, περιλαμβανομένου και του οδηγού, ή

- εμπορευμάτων,

καθώς και κάθε οδικό όχημα ειδικής χρήσης, άλλης από τη μεταφορά αυτή καθαυτή.

«όχημα ιδιωτικής χρήσης» κάθε αυτοκίνητο όχημα που δεν καλύπτεται από τον ορισμό του οχήματος δημόσιας χρήσης πιο πάνω.

«κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:

- οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί σε όλα τα μεταφορικά μέσα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο μεταφορικό μέσο και η τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και ενδεχομένως για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων,

- οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε μεταφορικά μέσα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου καθώς και οι δεξαμενές που είναι προσαρμοσμένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το μεταφορικό μέσο,

- οι μόνιμες δεξαμενές καυσίμων, που ο κατασκευαστής τοποθετεί σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια ειδικής χρήσης.

«εμπορευματοκιβώτιο ειδικής χρήσης», κάθε εμπορευματοκιβώτιο που φέρει ειδικά προσαρμοσμένες διατάξεις για τα συστήματα ψύξης, οξυγόνωσης, θερμικής μόνωσης ή άλλα συστήματα.

(3) Όσον αφορά τα πετρελαιοειδή προϊόντα που περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων των μηχανοκίνητων οχημάτων δημοσίας χρήσης και εμπορευματοκιβωτίων ειδικών χρήσεων, η εφαρμογή της απαλλαγής περιορίζεται ως ακολούθως:

(α) Όταν το όχημα προέρχεται από κράτος που δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε 200 λίτρα ανά όχημα και ανά ταξίδι.

(β) Όταν το όχημα προέρχεται από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

(i) σε 200 λίτρα ανά όχημα και ανά ταξίδι, στην περίπτωση των οχημάτων που είναι κατάλληλα και προορίζονται για τις μεταφορές, με ή χωρίς κόμιστρο, εμπορευμάτων,

(ii) σε 600 λίτρα ανά όχημα και ανά ταξίδι, στην περίπτωση των οχημάτων που είναι κατάλληλα και προορίζονται για τις μεταφορές, με ή χωρίς κόμιστρο, περισσοτέρων των εννέα προσώπων στα οποία περιλαμβάνεται και ο οδηγός,

(iii) 200 λίτρα ανά εμπορευματοκιβώτιο ειδικών χρήσεων και ανά ταξίδι.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα πετρελαιοειδή προϊόντα υπόκεινται σε δήμευση.

Όροι απαλλαγής

37. (1) Τα απαλλασσόμενα πετρελαιοειδή δυνάμει του άρθρου 33 δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε άλλο όχημα εκτός από εκείνο με το οποίο έγινε η εισαγωγή τους ούτε να αφαιρεθούν από το όχημα αυτό ούτε να αποθηκευτούν (παρά μόνο κατά τη διάρκεια των απαραίτητων για το όχημα επισκευών) ούτε να μεταβιβαστούν με ή χωρίς αντιπαροχή, εκ μέρους του δικαιούχου της απαλλαγής.

(2) Σε περίπτωση μη τήρησης των διατάξεων της παραγράφου (1) πιο πάνω επιβάλλεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αυτά κατά την εισαγωγή, με το συντελεστή που ισχύει, την ημερομηνία πραγματοποίησης της εισαγωγής και με βάση το είδος και την ποσότητα που αναγνωρίζει ή αποδέχεται ο Διευθυντής κατά την ίδια ημερομηνία.

ΜΕΡΟΣ ΙΧ AΛΚΟΟΛΗ-ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΟΡΙΣΜΟΙ - ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ - ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ ΚΛΠ
Ορισμοί

38. Στον παρόντα Νόμο,

"αιθυλική αλκοόλη" καλύπτει:

(i) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο.2207 και 2208, ακόμη και όταν τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν μέρος προϊόντος υπαγομένου σε άλλο κεφάλαιο της Σ.Ο.,

(ii) τα προϊόντα των κωδικών Σ.Ο. 2204, 2205, 2206 με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 22% vol.,

(iii) τα ποτά που περιέχουν ακέραια προϊόντα ή άλλα φυτικά προϊόντα σε διάλυμα.

"αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά" θεωρούνται:

(i) Μπύρα

(ii) Κρασί

(iii) Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και τη μπύρα

(iv) Ενδιάμεσα προϊόντα

(v) Αιθυλική αλκοόλη.

"αμπελοοινικό απόσταγμα": σημαίνει το προϊόν το οποίο προκύπτει από την πρωταρχική απόσταξη σε απλό άμβυκα, ζυμωμένων σταφυλιών ή σταφίδας ή οποιωνδήποτε υπολειμμάτων αυτών·

"απλός άμβυκας": σημαίνει το γνωστό ως "καζάνι" το οποίο αποτελείται από το λέβητα για βρασμό του περιεχομένου μείγματος (ζυμωμένων σταφυλιών ή σταφίδας ή οποιωνδήποτε υπολειμμάτων αυτών) με σκοπό την εξάτμιση, το κάλυμμα με το τόξο, το ψυκτικό σωλήνα για υγροποίηση των ατμών και περισυλλογή του αμπελοοινικού αποστάγματος·

"απόσταγμα στεμφύλων σταφυλιών": σημαίνει το προϊόν που λαμβάνεται με απευθείας απλή απόσταξη στεμφύλων σταφυλιών μετά ή άνευ υγιούς οινολάσπης, μετά ή άνευ κρασιού με αλκοολικό τίτλο από 43% vol μέχρι 52% vol στους 20 βαθμούς Κελσίου, έχει δε μεγίστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 200g/hl αλκοόλης 100% vol και συνολική περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες, εκτός μεθυλικής και αιθυλικής αλκοόλης, ανώτερη των 140 g/hl αλκοόλης 100% vol·

"αποστακτήρας": σημαίνει συσκευή συνεχούς ή ασυνεχούς λειτουργίας εξαιρουμένου του απλού άμβυκα για απόσταξη διαφόρων αλκοολούχων ουσιών με την οποία είναι δυνατή η κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης·

"ενδιάμεσα προϊόντα" θεωρούνται:

(α) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 22% vol., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο.2204, 2205 και 2206 και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των όρων "μπύρα", "κρασί" και "ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και τη μπύρα",

(β) κάθε απλό ποτό προερχόμενο από ζύμωση, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του όρου "λοιπά απλά ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" και το οποίο έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 5,5% vol., η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση, καθώς και κάθε αφρώδες ποτό προερχόμενο από ζύμωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του όρου "λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 8,5% vol., η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

"εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης": σημαίνει πρόσωπο το οποίο εξουσιοδοτείται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 57·

"ζιβανία": σημαίνει το απόσταγμα στεμφύλων που πληροί τους όρους των σχετικών Κανονισμών περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων (Έλεγχος Ζιβανίας» Κανονισμοί του 1998 (ΚΔΠ 263/98), όπως έχουν τροποποιηθεί με τον Κανονισμό με αριθμό (ΚΔΠ 83/2000), οι οποίοι εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το άρθρο 13 των περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων Νόμων του 1965 μέχρι 1989, και του οποίου η ποιότης είναι σύμφωνη με τον περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμο και έχει αλκοολικό τίτλο όχι μικρότερο των 43% vol και μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 200 g/hl αλκοόλης 100% vol και περιλαμβάνει τις ονομασίες "τζιβανία" και "ζιβάνα"·

"κατασκευαστής ζιβανίας": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατόπιν άδειας παρεχομένης δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 44, προβαίνει στην παραγωγή αποστάγματος στέμφυλων σταφυλιών του κατάλληλου για την παραγωγή ζιβανίας·

"κατασκευαστής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 57·

"κατασκευαστής μπύρας": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατόπιν αδείας παρεχομένης δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 62 και του άρθρου 63 προβαίνει στην κατασκευή μπύρας·

"κρασί" περιλαμβάνει το «απλό κρασί και τα αφρώδη κρασιά»:

- "απλό κρασί" περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο.2204 και 2205, εκτός από τα αφρώδη κρασιά τα οποία:

(i) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 15% vol. μέχρι και 18% vol., με την προϋπόθεση ότι έχουν παραχθεί χωρίς εμπλουτισμό και η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

- "αφρώδη κρασιά" περιλαμβάνουν όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2204 10, 2204 21 10, 2204 29 10 και 2205, και τα οποία πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

(i) περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, τα οποία συγκρατούνται με σύρματα ή συνδετήρες ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστο 3 bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

"μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη": σημαίνει αιθυλική αλκοόλη στην οποία έχουν προστεθεί μετουσιωτικές ύλες σύμφωνα με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου όπως προβλέπεται στο άρθρο 58·

"μπύρα" θεωρείται κάθε προϊόν που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2203, καθώς και κάθε προϊόν το οποίο περιέχει μίγμα μπύρας με μη αλκοολούχα ποτά, που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2206 και στις δύο περιπτώσεις με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του 0,5% vol·

"οινοπνευματοποιείο": σημαίνει εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό όπου ο οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας και ο κατασκευαστής ζιβανίας προβαίνουν στην κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης και αποστάγματος στεμφύλων σταφυλιών για την κατασκευή της ζιβανίας αντίστοιχα καθώς και το υποστατικό όπου ο οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας ανακαθαρίζει αιθυλική αλκοόλη·

"οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου 1 του άρθρου 44·

"οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας (ανακαθαριστής): σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 46 και περιλαμβάνει κάθε οινοπνευματοποιό Α΄ κατηγορίας ο οποίος δυνάμει του άρθρου αυτού ενεργεί ως εξουσιοδοτημένος οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας·

"παραγωγός αμπελοοινικού αποστάγματος": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του άρθρου 53 καθώς και κάθε πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παράχθηκε αμπελοοινικό απόσταγμα από πρόσωπο που κατέχει άδεια δυνάμει του ίδιου άρθρου.

"ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και τη μπύρα" περιλαμβάνουν λοιπά απλά ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση και τα λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση:

- "λοιπά απλά ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2204 και 2205 και δεν περιλαμβάνονται στον όρο "κρασί", καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 2206, με εξαίρεση τα «λοιπά αφρώδη ποτά που παρασκευάζονται με ζύμωση" καθώς και όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από τον όρο "μπύρα" τα οποία:

(i) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 10% vol.,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του 10% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

- "λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2206 00 31 και 2206 00 39 καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2204 10, 2204 21 10, 2204 29 10 και 2205, τα οποία δεν αναφέρονται στον όρο "κρασί" και πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

(i) περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, που συγκρατούνται με σύρμα ή συνδετήρα ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον 3 bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2% vol. μέχρι και 13% vol.,

(iii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 13% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

"ποτό": σημαίνει οινοπνευματώδες ποτό εξαιρουμένης της ζιβανίας, το οποίο κατά βάση περιέχει πόσιμη αιθυλική αλκοόλη που δυνατόν να περιέχει άλλα επιτρεπτά αρωματικά και ουσίες. Στον όρο αυτό δεν περιλαμβάνεται η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη.

"ποτοποιία": σημαίνει τη διεργασία κατασκευής ή εμφιάλωσης ποτών.

"ποτοποιός": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 46 και περιλαμβάνει κάθε οινοπνευματοποιό Α΄ και Β΄ κατηγορίας οι οποίοι δυνάμει του άρθρου αυτού ενεργούν ως εξουσιοδοτημένοι ποτοποιοί Α΄ και Β΄ κατηγορίας.

"χονδρική πώληση": σε ότι αφορά την πώληση αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών σημαίνει την πώληση των ποτών αυτών σε ποσότητες 10 τουλάχιστον λίτρων.

Ειδικός φόρος κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης

39. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στην αιθυλική αλκοόλη που καθορίζεται στο Μέρος Α του Τρίτου Παραρτήματος σύμφωνα με το συντελεστή ο οποίος εκτίθεται στο ίδιο Παράρτημα.

(2) Για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στην αιθυλική αλκοόλη που φορολογείται με βάση τα 100 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης σύμφωνα με το Μέρος Α του Τρίτου Παραρτήματος, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος 20°C.

Ειδικές απαλλαγές

40. (1) Προϊόντα που περιλαμβάνονται στον όρο «αιθυλική αλκοόλη» απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή τυγχάνουν επιστροφής του φόρου αυτού εφόσον έχει καταβληθεί, στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) όταν διανέμονται με τη μορφή αλκοόλης η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 58,

(β) όταν έχουν υποστεί μετουσίωση, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 58 και χρησιμοποιούνται για την παρασκευή οποιουδήποτε προϊόντος που δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση,

(γ) όταν χρησιμοποιούνται για ενδυνάμωση των κυπριακών κρασιών,

(δ) όταν χρησιμοποιούνται από τις ιατρικές υπηρεσίες της Δημοκρατίας με την έγκριση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας,

(ε) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φαρμάκων. "Φάρμακο" σημαίνει κάθε ουσία ή σύνθεση ουσιών, που χαρακτηρίζεται ως έχουσα θεραπευτικές ή προληπτικές ιδιότητες έναντι ασθενειών ανθρώπων ή ζώων ή που δύναται να χορηγηθεί σε άνθρωπο ή ζώο, για σκοπούς ιατρικής διάγνωσης ή αποκατάστασης ή βελτίωσης ή τροποποίησης οργανικών λειτουργιών στον άνθρωπο ή στο ζώο· περιλαμβάνει τα ραδιοφαρμακευτικά προϊόντα, τα φαρμακευτικά προϊόντα με βάση το ανθρώπινο αίμα ή το πλάσμα ανθρώπινου αίματος, τα ανοσολογικά προϊόντα τα οποία συνίστανται σε εμβόλια τοξίνες ορούς ή αλλεργιογόνα προϊόντα, τα ομοιοπαθητικά φαρμακευτικά προϊόντα,

(ζ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων, εφόσον πιστοποιείται από το Γενικό Χημείο ότι η χρήση μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης για την παραγωγή αυτή θα ήταν ακατάλληλη ή επιβλαβής.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει τα προϊόντα που εμπίπτουν στον όρο "αιθυλική αλκοόλη" από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού, σύμφωνα με τον ορισμό του κωδικού Σ.Ο. 2209,

(β) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αρωματικών ουσιών που προορίζονται για την παραγωγή ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, με ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μέχρι 1,2%,

(γ) όταν χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ή ως συστατικά ημιτελών προϊόντων για την παραγωγή ειδών διατροφής, γεμιστών ή μη, εφόσον σε κάθε περίπτωση η περιεχόμενη αλκοόλη δεν υπερβαίνει τα 8,5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος για τις σοκολάτες και τα 5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος, για άλλα προϊόντα,

(δ) όταν χρησιμοποιούνται ως δείγματα για αναλύσεις για τη διεξαγωγή των αναγκαίων δοκιμών παραγωγής ή για επιστημονικούς σκοπούς,

(ε) όταν χρησιμοποιούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας.

(3) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει διαδικασία επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης καθώς και όρους και προϋποθέσεις για διασφάλιση των δημοσίων προσόδων.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί αιθυλική αλκοόλη για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές των εδαφίων (1) και (2) σκοπό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα είδη στην κατασκευή των οποίων χρησιμοποιήθηκαν προϊόντα που περιλαμβάνονται στον όρο αιθυλική αλκοόλη, υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδικός φόρος κατανάλωσης μπύρας, κρασιού, ποτών παρασκευαζόμενων με ζύμωση και ενδιάμεσων προϊόντων

41. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στην μπύρα, στο κρασί, στα ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση μη συμπεριλαμβανομένου του κρασιού και της μπύρας και στα ενδιάμεσα προϊόντα που καθορίζονται στο Μέρος Β του Τρίτου Παραρτήματος σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο ίδιο Παράρτημα.

Απαλλαγή μπύρας

42. Όταν μπύρα η οποία έχει κατασκευαστεί στη Δημοκρατία, παραδίδεται στα Ναυτικά, Στρατιωτικά και Αεροπορικά Ιδρύματα (Ν.Α.Α.Φ.Ι.) για αποκλειστική χρήση ή κατανάλωση από αυτά ή για πώληση στα μέλη τους, η μπύρα αυτή θα απαλλάσσεται από την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις οι οποίοι δύναται να επιβληθούν σε γνωστοποίηση που εκδίδει ο Διευθυντής.

Παραγωγή προϊόντων εκτός φορολογικών αποθηκών

43. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε επιβάλει όπως τα προϊόντα του παρόντος Μέρους να μην παράγονται σε φορολογικές αποθήκες οι οποίες εγκρίνονται δυνάμει του άρθρου 7, από αλκοολούχα συστατικά προϊόντα τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, νοουμένου ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των συστατικών έχει καταβληθεί εκ των προτέρων και ο συνολικός καταβλητέος φόρος για τα αλκοολούχα συστατικά προϊόντα δεν είναι λιγότερος από τον καταβλητέο φόρο για το προϊόν που προκύπτει από την ανάμιξη τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΟΠΟΙΟΣ Α ΚΑΙ Β ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ - ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΣ ΖΙΒΑΝΙΑΣ - ΠΟΤΟΠΟΙΟΣ - ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΣ ΜΠΥΡΑΣ - ΜΕΤΟΥΣΙΩΤΗΣ ΚΤΛ
Άδεια κατασκευής αιθυλικής αλκοόλης

44. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει αιθυλική αλκοόλη:

(α) με απόσταξη ζυμωθεισών υλών ή με άλλη μέθοδο, εκτός αν κατέχει ειδική για το σκοπό αυτό άδεια οινοπνευματοποιού Α΄ κατηγορίας που παρέχεται από το Διευθυντή˙

(β) με απόσταξη ζυμωθέντων στεμφύλων σταφυλιών, εκτός αν κατέχει ειδική για το σκοπό αυτό άδεια κατασκευαστή ζιβανίας που παρέχεται από το Διευθυντή, ή άδεια κατοχής και χρήσης απλού άμβυκα:

Νοείται ότι με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των όρων τους οποίους ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει, ο Οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας δύναται σύμφωνα με την άδεια την οποία κατέχει να προβαίνει στην απόσταξη ζυμωθέντων στεμφύλων σταφυλιών με σκοπό την κατασκευή ζιβανίας.

(2) Οι άδειες οινοπνευματοποιού Α΄ κατηγορίας και κατασκευαστή ζιβανίας υπόκεινται στην καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών. Η ισχύς των αδειών αυτών εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοση τους μηνός Δεκεμβρίου.

(3) Η άδεια κατασκευαστή ζιβανίας παρέχει στον κάτοχό της το δικαίωμα παραγωγής μόνο του αποστάγματος στεμφύλων σταφυλιών του κατάλληλου για την παραγωγή ζιβανίας.

(4) Οι άδειες οινοπνευματοποιού Α΄ κατηγορίας και κατασκευαστή ζιβανίας παρέχουν στους κατόχους τους το δικαίωμα να πωλούν χονδρικά αιθυλική αλκοόλη και ζιβανία αντίστοιχα, δικής τους κατασκευής, στα εγκεκριμένα από το Διευθυντή υποστατικά τους.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης σχετικά με την κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης κλπ

45. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τα πιο κάτω:

(α) την κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης από τον οινοπνευματοποιό Α΄ κατηγορίας, είτε με απόσταξη ζυμωθεισών υλών είτε με άλλη μέθοδο˙

(β) την παραγωγή αποστάγματος στεμφύλων σταφυλιών και ζιβανίας από αδειούχους "κατασκευαστές ζιβανίας"˙

(γ) την παραλαβή, αποθήκευση, μεταφορά και παράδοση αιθυλικής αλκοόλης από οινοπνευματοποιείο˙

(δ) την κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης για διαφορετικούς σκοπούς ή με διαφορετικές μεθόδους.

(ε) κάθε λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(2) Όταν ο Διευθυντής -

(α) πεισθεί ότι οποιαδήποτε μέθοδος κατασκευής αιθυλικής αλκοόλης αποβλέπει πρωταρχικά στην κατασκευή άλλου προϊόντος εκτός αιθυλικής αλκοόλης˙ ή

(β) κρίνει σκόπιμο στην περίπτωση οποιουδήποτε προσώπου που κατασκευάζει αιθυλική αλκοόλη με άλλη μέθοδο εκτός από αυτή της απόσταξης ζυμωθεισών υλών,

δύναται να ορίσει με γνωστοποίηση του ότι, εφόσον τηρηθούν οι όροι, τους οποίους ήθελε, υπό τις περιστάσεις, επιβάλει, ορισμένες από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, που αφορούν την κατασκευή ή τους κατασκευαστές αιθυλικής αλκοόλης ή ορισμένες γνωστοποιήσεις δυνάμει του παρόντος Μέρους, δεν θα εφαρμόζονται στην περίπτωση του προσώπου αυτού.

(3) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του, παραβαίνει τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, η δε αιθυλική αλκοόλη και οποιαδήποτε αγγεία, σκεύη και υλικά, τα οποία είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για την απόσταξη ή με άλλο τρόπο για την κατασκευή ή παρασκευή αιθυλικής αλκοόλης και σχετίζονται με τη διάπραξη του αδικήματος, υπόκεινται σε δήμευση.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο πράττει οτιδήποτε κατά παράβαση ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιοδήποτε όρο που επιβλήθηκε δυνάμει του εδαφίου (2), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, η δε αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

Άδεια ανακαθαρισμού αιθυλικής αλκοόλης και ποτοποιία

46. (1) Απαγορεύεται ο ανακαθαρισμός αιθυλικής αλκοόλης από οποιοδήποτε πρόσωπο και η διατήρηση αποστακτήρα για τον σκοπό αυτό, εκτός αν κατέχει άδεια οινοπνευματοποιού Β΄ κατηγορίας που παρέχεται από το Διευθυντή:

Νοείται ότι, με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των όρων, τους οποίους ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει, ο οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας δύναται σύμφωνα με την άδεια την οποία κατέχει να προβαίνει στον ανακαθαρισμό αμπελοοινικού αποστάγματος, που παραλαμβάνεται από το Διευθυντή του Συμβουλίου Αμπελουργικών προϊόντων ή παραγωγό αμπελοοινικού αποστάγματος, ή αιθυλική αλκοόλη δικής του κατασκευής· κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με αυτό τον τρόπο, αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας".

(2) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να προβαίνει στην κατασκευή ή και εμφιάλωση ποτών, εκτός αν κατέχει άδεια ποτοποιού που παρέχεται από το Διευθυντή, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε αυτός εκάστοτε επιβάλει, μετά από αίτηση προσώπου:

Νοείται ότι, με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των όρων, τους οποίους ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει ο οινοπνευματοποιός Α΄ και Β΄ κατηγορίας δύναται σύμφωνα με την άδεια την οποία κατέχει να προβαίνει στην κατασκευή και εμφιάλωση ποτών· κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με αυτό τον τρόπο αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος ποτοποιός".

(3) Οι άδειες "οινοπνευματοποιού Β΄ κατηγορίας" και "ποτοποιού" υπόκεινται στην καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών. Η ισχύς των αδειών αυτών εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου, της έκδοσής τους, μηνός Δεκεμβρίου˙

(4) Άδεια ή εξουσιοδότηση που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό επιτρέπει στον κάτοχό της τη χονδρική εμπορία αιθυλικής αλκοόλης, δικής του παραγωγής, στο εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό του.

Απώλειες ανακαθαρισμού

47. Σε περίπτωση παραλαβής αμπελοοινικού αποστάγματος από τις αποθήκες του Διευθυντή του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων ή από παραγωγούς αμπελοοινικού αποστάγματος για σκοπούς ανακαθαρισμού από οινοπνευματοποιό Β΄ κατηγορίας, ο Υπουργός θα επιτρέπει την παραλαβή, χωρίς την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης, τόσης ποσότητας, επιπλέον εκείνης για την οποία ο πληρωτέος ειδικός φόρος κατανάλωσης καταβλήθηκε, όσης κατά τη γνώμη του αντιπροσωπεύει το μέσο όρο των απωλειών που πιθανό να επέλθουν κατά τη διάρκεια του συνηθισμένου ανακαθαρισμού της.

Γνωστοποίηση για τον ανακαθαρισμό αιθυλικής αλκοόλης και την ποτοποιία

48. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις για -

(α) τον ανακαθαρισμό αιθυλικής αλκοόλης και τη ποτοποιία˙

(β) την παραλαβή, αποθήκευση, μεταφορά και παράδοση αιθυλικής αλκοόλης από οινοπνευματοποιό Β΄ κατηγορίας και ποτοποιό.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται στη γνωστοποίηση, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και η αιθυλική αλκοόλη και οποιαδήποτε αγγεία, σκεύη και υλικά, αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Περιορισμοί που αφορούν τους οινοπνευματοποιούς Β΄ κατηγορίας

49. (1) Ο οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας δεν δύναται να επαναποστάζει ή εξάγει αιθυλική αλκοόλη από ύλες άλλες εκτός από τη νόμιμα λαμβανόμενη ή παραγόμενη από αυτόν αιθυλική αλκοόλη.

(2) Ο οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας δεν δύναται να έχει στην κατοχή του:

(α) εκτός από την πιο πάνω αιθυλική αλκοόλη, οποιαδήποτε ύλη από την οποία είναι δυνατή η απόσταξη αιθυλικής αλκοόλης˙

(β) αιθυλική αλκοόλη για την οποία αυτός δεν κατέχει ούτε παρέδωσε στον λειτουργό την προβλεπόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο.

(3) Κάθε οινοπνευματοποιός Β’ κατηγορίας, ο οποίος παραβαίνει οποιαδήποτε από τις πιο πάνω διατάξεις του άρθρου αυτού, ή του οποίου ο αποστακτήρας εξευρίσκεται να περιέχει ύλες που είναι δυνατό να αποσταχθούν, εκτός από τη νόμιμα παραληφθείσα από αυτόν αιθυλική αλκοόλη, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί σε ποσότητα αιθυλικής αλκοόλης σε λίτρα άνυδρης αλκοόλης, ίση με την ποσότητα των υλών ή της αιθυλικής αλκοόλης, αναφορικά με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιεσδήποτε τέτοιες ύλες υπόκεινται σε δήμευση.

Αποθήκη ωρίμανσης

50. (1) Ο Οινοπνευματοποιός Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ο ποτοποιός δύναται να εναποθέτει σε τόπο ασφαλούς αποθήκευσης εγκεκριμένο από το Διευθυντή, αιθυλική αλκοόλη με σκοπό την παλαίωση χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή με επιστροφή του καταβληθέντος ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(2) Κάθε τόπος ασφαλούς εναπόθεσης αιθυλικής αλκοόλης με σκοπό την παλαίωση, ο οποίος έχει εγκριθεί από το Διευθυντή δυνάμει του εδαφίου (1), αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως "αποθήκη ωρίμανσης".

(3) Ο οινοπνευματοποιός Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ο ποτοποιός ο οποίος, μετά την έγκριση της αποθήκης ωρίμανσης, προβαίνει χωρίς προηγούμενη άδεια του Διευθυντή σε οποιαδήποτε αλλαγή ή προσθήκη σε αυτή, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

(4) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για:

(α) την αποθήκευση αιθυλικής αλκοόλης σε αποθήκες ωρίμανσης˙

(β) την εξασφάλιση των ειδικών φόρων κατανάλωσης που αναλογούν στην αποθηκευμένη αιθυλική αλκοόλη.

(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει οποιοδήποτε όρο ή προϋπόθεση σύμφωνα με το εδάφιο (4), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω και η αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

Αδικήματα κατά τη μεταφορά αιθυλικής αλκοόλης από οινοπνευματοποιείο κτλ

51. Οποιοδήποτε πρόσωπο με γνώση του και με σκοπό την καταδολίευση της Δημοκρατίας από τους καταβλητέους ειδικούς φόρους κατανάλωσης:

(α) αποκρύπτει σε οινοπνευματοποιείο ή μεταφέρει χωρίς τη συναίνεση του λειτουργού από το οινοπνευματοποιείο οποιαδήποτε αιθυλική αλκοόλη˙ ή

(β) αγοράζει ή λαμβάνει αιθυλική αλκοόλη, η οποία αποκρύπτεται ή μεταφέρεται όπως αναφέρεται στην παράγραφο (α)˙ ή

(γ) αγοράζει ή λαμβάνει ή έχει στην κατοχή του αιθυλική αλκοόλη, η οποία μεταφέρθηκε από τον τόπο όπου αυτή έπρεπε σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο να βρίσκεται, πριν να επιβληθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που αναλογεί σε αυτή και καταβληθεί ή παρασχεθεί για αυτόν εγγύηση,

το πρόσωπο αυτό είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί σε αυτή, ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και η αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση.

Ποινή για παράνομη κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης, κτλ

52. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, οποιοδήποτε πρόσωπο:

(α) κατασκευάζει αιθυλική αλκοόλη είτε με απόσταξη ζυμωθεισών υλών είτε με άλλη μέθοδο˙ ή

(β) έχει στην κατοχή του ή χρησιμοποιεί αποστακτήρα για την απόσταξη ή ανακαθαρισμό αιθυλικής αλκοόλης,

χωρίς να είναι κάτοχος άδειας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας που του παρασχέθηκε είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής.

(2) Σε περίπτωση που τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν δεν επαρκούν για την καταδίκη κάποιου προσώπου σύμφωνα με το εδάφιο (1), αποδεικνύεται όμως ότι διαπράχθηκε αυτό το αδίκημα σε κάποιο μέρος υποστατικού που ανήκει ή κατέχεται από το πρόσωπο αυτό, υπό τέτοιες περιστάσεις ώστε θα ήταν αδύνατη η διάπραξη του αδικήματος χωρίς τη γνώση του, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

(3) Η αιθυλική αλκοόλη, οι αποστακτήρες, άμβυκες, τα αγγεία, σκεύη και υλικά που προορίζονται για την κατασκευή, απόσταξη ή παραλαβή αιθυλικής αλκοόλης -

(α) τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή οποιουδήποτε προσώπου, το οποίο διέπραξε αδίκημα σύμφωνα με το εδάφιο (1)˙ ή

(β) τα οποία εξευρίσκονται σε οποιοδήποτε υποστατικό στο οποίο διαπράχθηκε τέτοιο αδίκημα,

υπόκεινται σε δήμευση.

Άδεια κατοχής και χρήσης απλού άμβυκα

53. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατέχει ή και χρησιμοποιεί απλό άμβυκα εκτός αν είναι κατασκευαστής ή πωλητής τέτοιων αμβύκων ή κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή.

(2) Η ισχύς της άδειας αυτής λήγει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσης της μηνός Δεκεμβρίου:

Νοείται ότι δεν εκδίδεται άδεια για κατοχή και χρήση απλού άμβυκα, εκτός αν ο αιτητής ικανοποιήσει το Διευθυντή ότι ο άμβυκας αυτός θα εγκατασταθεί σε χωριό όπου καλλιεργούνται σταφύλια για την παραγωγή αμπελοοινικού αποστάγματος.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο που με πράξη ή παράλειψη του παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου αυτού είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και τις δύο ποινές και ο άμβυκας αναφορικά με τον οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

(4) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να ρυθμίσει κάθε λεπτομέρεια για την κατασκευή, κατοχή, χρήση και διάθεση αμπελοοινικού αποστάγματος.

Περιορισμοί στη διάθεση αμπελοοινικού αποστάγματος

54. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να πωλεί ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο να διαθέτει το αμπελοοινικό απόσταγμα, εκτός αν είναι παραγωγός και πωλεί ή διαθέτει αυτό στο Διευθυντή του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων ή/και σε οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας.

(2) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός του παραγωγού ή προσώπου που νόμιμα κομίζει ή μεταφέρει αμπελοοινικό απόσταγμα, κατά την ενάσκηση της επιχείρησής του, να έχει στην κατοχή του ή κάτω από τον έλεγχο του αμπελοοινικό απόσταγμα:

Νοείται ότι ο παραγωγός δύναται να κατέχει ποσότητα αμπελοοινικού αποστάγματος μέχρι πέντε λίτρα, για προσωπική χρήση ή για κατανάλωση στο σπίτι του.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου αυτού είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στο αμπελοοινικό απόσταγμα αναφορικά με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, το δε αμπελοοινικό απόσταγμα, υπόκειται σε δήμευση.

Μεταφορά ή αποστολή αμπελοοινικού αποστάγματος

55. Απαγορεύεται η μεταφορά ή αποστολή αμπελοοινικού αποστάγματος, σε οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή στο Διευθυντή του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων ή η παραλαβή αμπελοοινικού αποστάγματος από τα πρόσωπα αυτά εκτός αν αυτή συνοδεύεται από έγγραφο που εκδίδει ο Διευθυντής.

Όροι παραλαβής αμπελοοινικού αποστάγματος

56. (1) Απαγορεύεται σε οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας να παραλαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα από τους παραγωγούς, οποιοδήποτε αμπελοοινικό απόσταγμα, εκτός με άδεια του Διευθυντή και με όρους που ήθελε επιβάλει κατά την κρίση της. Οι οινοπνευματοποιοί Α΄ και Β΄ κατηγορίας δύνανται να παραλαμβάνουν αμπελοοινικό απόσταγμα και από το Διευθυντή του Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει όρους που τίθενται στην άδεια που αναφέρεται στο εδάφιο (1), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στο αμπελοοινικό απόσταγμα αναφορικά με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι ένα χρόνο ή και στις δύο ποινές αυτές και το αμπελοοινικό απόσταγμα, υπόκειται σε δήμευση.

Εξουσιοδότηση και άδεια κατασκευής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης

57. (1) Ο Διευθυντής δύναται μετά από αίτηση να εξουσιοδοτήσει υπό όρους που επιβάλλει κατά την κρίση της, τον οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ποτοποιό ή κατασκευαστή ζιβανίας, για μετουσίωση αιθυλικής αλκοόλης. Κάθε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο με τον τρόπο αυτό, αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης".

(2) Με την εξαίρεση του εξουσιοδοτημένου κατασκευαστή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, απαγορεύεται από οποιοδήποτε πρόσωπο η κατασκευή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, εκτός αν κατέχει άδεια κατασκευαστή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης που παρέχεται από το Διευθυντή, υπό όρους που επιβάλλει κατά την κρίση του.

(3) Κάθε άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή σύμφωνα με το εδάφιο (2), υπόκειται στην καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσής της μηνός Δεκεμβρίου.

(4) Η εξουσιοδότηση ή άδεια κατασκευής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης παρέχει στον κάτοχο της το δικαίωμα να πωλεί χονδρικά μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη δικής του κατασκευής, στα εγκεκριμένα από το Διευθυντή υποστατικά του.

Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, "χοντρική εμπορία" σημαίνει τη πώληση σε οποιοδήποτε χρόνο σε ένα πρόσωπο ποσότητας μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης όχι λιγότερης των δεκαπέντε λίτρων.

(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο προβαίνει στη μετουσίωση αιθυλικής αλκοόλης χωρίς να κατέχει εξουσιοδότηση ή άδεια κατασκευής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης ή κατά παράβαση των όρων της εξουσιοδότησης ή άδειας που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2) είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και η αιθυλική αλκοόλη ή η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έκδοσης Διατάγματος που αφορά τη μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη

58. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια για τη μετουσίωση, προμήθεια, αποθήκευση, μεταφορά, πώληση, παράδοση, παραλαβή και χρήση της μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και των υλών που χρησιμοποιούνται για μετουσίωση.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει οποιοδήποτε όρο που τίθεται με διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και η αιθυλική αλκοόλη ή η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από το Διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), στην προμήθεια οποιουδήποτε είδους μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης με γνώση του προμηθεύει τέτοια αιθυλική αλκοόλη σε πρόσωπο μη εξουσιοδοτημένο από το Διάταγμα στην παραλαβή της, ανεξάρτητα οποιασδήποτε ποινικής ευθύνης, την οποία δυνατό να έχει, οφείλει να καταβάλει τον καταβλητέο σε αυτή ειδικό φόρο κατανάλωσης.

(4) Με εξαίρεση τους εξουσιοδοτημένους ή αδειούχους κατασκευαστές μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, οποιοδήποτε πρόσωπο έχει στην κατοχή του μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη την οποία αυτός παρέλαβε κατά παράβαση των όρων του πιο πάνω Διατάγματος, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση.

Επιθεώρηση υποστατικών κτλ

59. Ανεξάρτητα οποιασδήποτε άλλης εξουσίας η οποία παραχωρείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, οποιοσδήποτε λειτουργός δύναται κατά τη διάρκεια της ημέρας να εισέλθει και επιθεωρήσει οποιοδήποτε υποστατικό, εξαιρουμένης της κατοικίας, κάθε προσώπου εξουσιοδοτημένου με το Διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 58 στην παραλαβή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και να επιθεωρήσει και εξετάσει την ευρισκόμενη σε αυτό μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη και λάβει δείγματά της καθώς και δείγματα κάθε προϊόντος, το οποίο δυνατό να περιέχει μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη.

Απαγόρευση χρήσης μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης ως ποτού ή φαρμάκου

60. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο -

(α) παρασκευάζει ή αποπειράται να παρασκευάσει οποιοδήποτε υγρό για πόσιν ή ως μείγμα ποτού με τη χρήση μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης ˙ ή

(β) πωλεί ή με άλλο τρόπο διαθέτει αυτό το υγρό, το οποίο παρασκευάζεται με αυτό τον τρόπο, ως ποτό ή αναμεμιγμένο με ποτό˙ ή

(γ) χρησιμοποιεί αυτό ή οποιοδήποτε παράγωγό του στην παρασκευή είδους το οποίο είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί εξ ολοκλήρου ή μερικώς ως ποτό ή φάρμακο για εσωτερική χρήση˙ ή

(δ) πωλεί ή έχει στην κατοχή του οποιοδήποτε τέτοιο είδος, για την παρασκευή του οποίου χρησιμοποιήθηκε το υγρό αυτό ή παράγωγό του˙ ή

(ε) εκτός αν διαφορετικά ήθελε ο Διευθυντής επιτρέψει και σύμφωνα με τους από αυτόν επιβληθέντες όρους, αποπειράται ή προβαίνει στον ανακαθαρισμό τέτοιου υγρού ή μετά από προηγούμενη χρήση τέτοιου υγρού επανακτά ή αποπειράται να επανακτήσει την περιεχόμενη αιθυλική αλκοόλη με απόσταξη ή συμπύκνωση ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο,

είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, το δε ποτό αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα υπόκειται σε δήμευση.

(2) Η χρήση μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και κάθε μίγματος το οποίο περιέχει μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη ή οποιουδήποτε παραγώγου τους δεν απαγορεύεται:

(α) στην παρασκευή θειικού αιθέρα ή χλωροφορμίου ή κάθε άλλου είδους, το οποίο το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε με Διάταγμά του καθορίσει ως φάρμακο για εξωτερική χρήση˙ ή

(β) σε οποιαδήποτε τέχνη ή βιομηχανία.

Εξουσιοδότηση κατασκευής ενδιάμεσων προϊόντων και αφρωδών κρασιών

61. (1) Ο οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας και ο αδειούχος ποτοποιός είναι δυνατόν να εξουσιοδοτηθούν από το Διευθυντή υπό τους όρους τους οποίους ήθελε εκάστοτε καθορίσει, όπως κατασκευάζουν ενδιάμεσα προϊόντα ή αφρώδη κρασιά.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση ενδιάμεσων προϊόντων και αφρωδών κρασιών καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την καταβολή των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

Άδεια κατασκευής μπύρας

62. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει μπύρα εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της μήνα Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Η άδεια κατασκευής μπύρας εξουσιοδοτεί τον κατασκευαστή μπύρας όπως εμπορεύεται χονδρικά μπύρα δικής του κατασκευής στο εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό του.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει μπύρα χωρίς να κατέχει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και η μπύρα ή τα αγγεία, σκεύη και υλικά κατασκευής μπύρας τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδική άδεια κατασκευής μπύρας σε εστιατόρια κλπ

63. Ο Διευθυντής δύναται να χορηγήσει ειδική άδεια κατασκευής μπύρας για επιτόπια κατανάλωση σε εστιατόρια, ταβέρνες και λοιπές ομοειδείς επιχειρήσεις, υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει και με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων τελών.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης που αφορά στην κατασκευή μπύρας

64. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση μπύρας καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την καταβολή των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιαδήποτε αντικείμενα, είδη ή υλικά, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Αδικήματα κατασκευαστών μπύρας

65. (1) Κάθε κατασκευαστής μπύρας ο οποίος αποκρύπτει μπύρα για να παρεμποδίσει τον έλεγχό της από λειτουργό, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και η μπύρα, αναφορικά με την οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

(2) Ο κατασκευαστής μπύρας ο οποίος προσθέτει στη μπύρα, πριν αυτή παραδοθεί από το εγκεκριμένο υποστατικό του, οποιαδήποτε άλλη ουσία εκτός από νερό, διαυγαστικές ή άλλες παρόμοιες ουσίες, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε εγκρίνει, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις διακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών˙ αν εξευρεθεί οποιαδήποτε μπύρα στην κατοχή κατασκευαστή μπύρας η οποία περιέχει οποιαδήποτε πρόσθετη ουσία εκτός τις πιο πάνω αναφερόμενες, ο κατασκευαστής μπύρας υπόκειται στην ίδια χρηματική ποινή η δε μπύρα υπόκειται σε δήμευση.

Άδεια κατασκευής προϊόντων που εμπίπτουν στον ορισμό "αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά"

66. (1) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν Κεφάλαιο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στον ορισμό "αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά", εξαιρουμένων των προϊόντων που υπόκεινται σε μηδενικό συντελεστή φόρου κατανάλωσης, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών. η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της, μηνός Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση έλεγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Η άδεια κατασκευής των πιο πάνω αναφερομένων προϊόντων εξουσιοδοτεί τον κατασκευαστή τους όπως εμπορεύεται χονδρικά τα προϊόντα δικής του κατασκευής και στο αδειούχο υποστατικό του.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης χωρίς να κατέχει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα προϊόντα ή τα αγγεία, σκεύη και υλικά κατασκευής των προϊόντων αυτών τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης που αφορά την κατασκευή προϊόντων που εμπίπτουν στον ορισμό «αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά»

67. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση των προϊόντων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 66 καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την καταβολή των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή το σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιαδήποτε αντικείμενα, είδη ή προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ - ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Εισαγωγή και εξαγωγή αιθυλικής αλκοόλης

68. (1) Εκτός αν παρασχεθεί άδεια από το Διευθυντή, απαγορεύεται η εισαγωγή ή εξαγωγή αιθυλικής αλκοόλης -

(α) με πλοίο καθαρής χωρητικότητας κατώτερης από σαράντα τόνους˙

(β) σε δοχεία, τα οποία έχουν το καθένα περιεκτικότητα μικρότερη των δέκα λίτρων, εκτός μέσα σε φιάλες κατάλληλα συσκευασμένες σε κιβώτια.

(2) Η αιθυλική αλκοόλη, η οποία εισάγεται, εξάγεται, μεταφέρεται ή κομίζεται κατά παράβαση του άρθρου αυτού, υπόκειται σε δήμευση.

(3) Όταν πλοίο οποιαδήποτε χωρητικότητας βρίσκεται ή ήταν μέσα στα δώδεκα ναυτικά μίλια από τις ακτές της Δημοκρατίας, μεταφέρει αιθυλική αλκοόλη μέσα σε δοχεία τα οποία δεν συνάδουν με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το πλοίο και η εξευρισκόμενη σε αυτό αιθυλική αλκοόλη υπόκεινται σε δήμευση.

Απόδειξη καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

69. Αν σε οποιοδήποτε χρόνο, οποιοδήποτε πρόσωπο που κατέχει, πωλεί, ή παραδίδει αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά σύμφωνα με άδεια που εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα ή οποιοδήποτε άλλο Νόμο, δεν είναι σε θέση να αποδείξει ότι κατέβαλε τον αναλογούντα στα προϊόντα ειδικό φόρο κατανάλωσης, αφού κληθεί από λειτουργό προς τούτο, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα προϊόντα αυτά υπόκεινται σε δήμευση.

Ποινή για αναληθή χαρακτηρισμό ποτού ως αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών

70. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο -

(α) με σκοπό την πώληση οποιουδήποτε ποτού, χαρακτηρίζει αυτό με γνωστοποίηση, διαφήμιση, ετικέτα, περιτύλιγμα ή άλλο τρόπο με ονομασίες ή λέξεις, οι οποίες υποδηλώνουν αναληθώς ότι το ποτό αυτό ανήκει σε οποιαδήποτε κατηγορία αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών ή είναι υποκατάστατο ή φέρει οποιαδήποτε ομοιότητα προς αυτή την κατηγορία αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών˙ ή

(β) πωλεί, προσφέρει προς πώληση ή έχει στην κατοχή του προς πώληση, οποιοδήποτε σύμφωνα με την παράγραφο (α) χαρακτηριζόμενο ποτό,

είναι ένοχο αδικήματος.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο κρίνεται ένοχο αδικήματος σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και κάθε ποτό και άλλο είδος, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν, ή αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Απόδειξη ορισμένων ζητημάτων

71. Αν σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία αμφισβητηθεί η ακρίβεια του χαρακτηρισμού οποιασδήποτε αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών σε άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο το βάρος της απόδειξης, ότι η αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά ανταποκρίνονται στο χαρακτηρισμό αυτό, φέρει ο ισχυριζόμενος ότι αυτά πράγματι ανταποκρίνονται στο χαρακτηρισμό αυτό:

Νοείται ότι ο χαρακτηρισμός της αλκοόλης και των αλκοολούχων ποτών δεν λογίζεται ανακριβής από το γεγονός και μόνο ότι η πραγματική της δύναμη είναι διαφορετική από αυτή που καθορίζεται στην άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, εφόσον η διαφορά της δεν είναι περισσότερη από 0,5% vol κατ’ όγκο αλκοολικό τίτλο ή κατώτερο από 1% vol κατ’ όγκο αλκοολικό τίτλο.

Δήμευση αιθυλικής αλκοόλης

72. Όταν σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση ως αποτέλεσμα διάπραξης αδικήματος από οποιοδήποτε πρόσωπο υποκείμενο στις διατάξεις του παρόντος Νόμου -

(α) αν η διάταξη αυτή καθορίζει την ποσότητα της αιθυλικής αλκοόλης η οποία υπόκειται σε δήμευση, δεν καθορίζει όμως ειδικά ποια αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση, ο Διευθυντής δύναται να κατάσχει το ισοδύναμο της ποσότητας αυτής, η οποία υπολογίζεται σε λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης από οποιαδήποτε αιθυλική αλκοόλη στα αποθέματα του προσώπου αυτού· και

(β) όταν η διάταξη καθορίζει ειδικά την αιθυλική αλκοόλη η οποία υπόκειται σε δήμευση, ο Διευθυντής δύναται να κατάσχει αντί της καθοριζομένης αιθυλικής αλκοόλης, ισοδύναμη ποσότητα, η οποία υπολογίζεται σε λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης, από οποιαδήποτε αιθυλική αλκοόλη στα αποθέματα του προσώπου αυτού.

Βεβαίωση δύναμης, του ειδικού βάρους, βάρους και όγκου αιθυλικής αλκοόλης κτλ

73. Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τα μέσα τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται για βεβαίωση της δύναμης, του ειδικού βάρους, του βάρους ή του όγκου της αιθυλικής αλκοόλης, της μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και κάθε υγρού που έχει υποστεί ζύμωση.

Μικροί οινοπαραγωγοί

74. Οι οινοπαραγωγοί που παράγουν κατά μέσο όρο μέχρι 1000 εκατόλιτρα κρασιού ετησίως απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται σχετικά με τις φορολογικές αποθήκες και την κυκλοφορία των προϊόντων όπως αυτές καθορίζονται στα Μέρη ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου, υπό όρους και προϋποθέσεις που δυνατόν να καθορίζει ο Υπουργός σε Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

ΜΕΡΟΣ Χ ΚΑΠΝΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ
Ορισμοί

75. (1) Στον παρόντα Νόμο «βιομηχανοποιημένα καπνά» θεωρούνται:

(α) τα τσιγάρα:

(i) οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή σιγαρίλος,

(ii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων,

(iii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.

(β) τα πούρα ή σιγαρίλος:

(i) οι κύλινδροι καπνού που αποτελούνται εξ ολοκλήρου από φυσικό καπνό,

(ii) οι κύλινδροι καπνού που είναι εφοδιασμένοι με εξωτερικό περίβλημα από φυσικό καπνό,

(iii) οι κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι και το συνδετικό όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι και τα δύο από ανακατεργασμένο καπνό, όπου το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα δεν είναι μικρότερο από 1,2g και όπου το περιτύλιγμα προσαρμόζεται σε σπειροειδές σχήμα με οξεία γωνία τουλάχιστον 30° στον άξονα κατά μήκος του πούρου,

(iv) οι κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανακατεργασμένο καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, εκτός από το ακροστόμιο καλαμάκι όσον αφορά τα πούρα με ακροστόμιο καλαμάκι, όπου το βάρος της μονάδας, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του τμήματος που εισέρχεται στο στόμα, δεν είναι μικρότερο από 2,3g και όπου η περίμετρος σε πάνω από το ένα τρίτο τουλάχιστο του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34mm.

(γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων:

(i) O κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση, και του οποίου τουλάχιστον το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από ένα (1) χιλιοστόμετρο,

(ii) ο καπνός καπνίσματος στον οποίο περισσότερο από 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μεγαλύτερο από ένα (1) χιλιοστόμετρο και ο οποίος πωλήθηκε ή προορίζεται να πωληθεί για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων.

(δ) άλλα καπνά για κάπνισμα:

(i) Ο κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση.

(ii) τα συσκευασμένα υπολείμματα καπνού για λιανική πώληση, που δεν εμπίπτουν στους παραπάνω ορισμούς (α), (β) και (γ), τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα.

(2) Εξομοιώνονται με πούρα και σιγαρίλος τα προϊόντα που αποτελούνται κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα λοιπά κριτήρια του ορισμού (β) του εδαφίου (1), εφόσον τα προϊόντα αυτά φέρουν αντίστοιχα:

(α) περίβλημα από φυσικό καπνό,

(β) περίβλημα και υποπερίβλημα από ανακατεργασμένο καπνό,

(γ) περίβλημα από ανακατεργασμένο καπνό.

(3) Εξομοιώνονται με τσιγάρα και άλλα καπνά για κάπνισμα τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό ανταποκρίνονται όμως στα άλλα κριτήρια των ορισμών (α) και (δ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

(4) Τα τσιγάρα και τα άλλα καπνά για κάπνισμα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση .

Ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά

76. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά που καθορίζονται στο Τέταρτο Παράρτημα σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο ίδιο Παράρτημα.

(2) (α) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των τσιγάρων καθορίζεται σε ποσοστό επί της πλέον ζητούμενης τιμής λιανικής πώλησής τους, το οποίο διαρθρώνεται σε ένα πάγιο στοιχείο και σε ένα αναλογικό στοιχείο.

(β) Το πάγιο στοιχείο είναι ίσο προς ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ 5% έως 55% της συνολικής επιβάρυνσης, η οποία προκύπτει από άθροισμα του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας που επιβάλλονται στην πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων και είναι το ίδιο (πάγιο στοιχείο) για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, ανεξάρτητα από την τιμή λιανικής πώλησής τους:

Νοείται ότι το ύψος του ποσοστού του πάγιου στοιχείου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

(γ) Το αναλογικό στοιχείο είναι αποτέλεσμα του κλάσματος που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης επί την πλέον ζητούμενη τιμή, μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την πλέον ζητούμενη τιμή.

(3) Η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα, καθορίζεται ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή τους, σύμφωνα με τα στοιχεία συνολικών πωλήσεων που είναι γνωστά την 1ην Ιανουαρίου κάθε έτους, με γνωστοποίηση του Διευθυντή και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1 και 15 Ιανουαρίου κάθε έτους.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τιμή λιανικής πώλησης, είναι η ανώτερη τιμή λιανικής πώλησης προς τους καταναλωτές, κάθε συγκεκριμένου προϊόντος βιομηχανοποιημένου καπνού, στην οποία περιλαμβάνονται και οι επιβαλλόμενοι τελωνειακοί δασμοί, ειδικοί φόροι κατανάλωσης και Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.

Βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων καπνών για ατομική χρήση

77. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών που εισάγονται και μεταφέρονται από ιδιώτες ή παραλαμβάνονται με ταχυδρομικά δέματα από ιδιώτες αποκλειστικά για την ατομική τους χρήση, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, υπολογίζεται με βάση πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης που καθορίζονται από το Διευθυντή κατά δικαία κρίση.

Μήκος τσιγάρων για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης

78. Για σκοπούς υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης ένας κύλινδρος κατά την έννοια της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 75, με βάση το μήκος του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο του, θεωρείται:

(α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι εννέα (9) εκατοστά,

(β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από εννέα (9) και μέχρι δεκαοκτώ (18) εκατοστά,

(γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από δεκαοκτώ (18) μέχρι και εικοσιεπτά (27) εκατοστά και ούτω καθεξής.

Καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης

79. (1) Οι ανώτερες τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που καταναλώνονται στη Δημοκρατία καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή τους εισαγωγείς των.

(2) Τα πρόσωπα του εδαφίου (1) υποχρεούνται, 15 ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε σκοπούμενη μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως στο Διευθυντή παρέχοντας τέτοιες λεπτομέρειες που ήθελε εκάστοτε καθορίσει ο Διευθυντής.

Ειδικές απαλλαγές βιομηχανοποιημένων καπνών

80. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει τα πιο κάτω προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει:

(α) τα μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά τα οποία:

(i) χρησιμοποιούνται στη Δημοκρατία για γεωπονικούς ή άλλους σκοπούς μετά από προηγούμενη αχρήστευσή τους, ή

(ii) εξάγονται αυτούσια, ή

(iii) καταστρέφονται από τις καπνοβιομηχανίες, ή

(iv) χρησιμοποιούνται για τη βιομηχανική παραγωγή ανακατεργασμένου καπνού,

(β) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές, καθώς και για δοκιμές σχετικές με την ποιότητα αυτών,

(γ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που χρησιμοποιούνται εκ νέου από τον καπνοβιομήχανο.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί βιομηχανοποιημένα καπνά για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές του εδαφίου (1) σκοπό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα βιομηχανοποιημένα καπνά αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα βιομηχανοποιημένα καπνά υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδική περίπτωση επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

81. (1) Τηρουμένων των όρων τους οποίους ήθελε ο Διευθυντής επιβάλει επιστρέφεται ο καταβληθείς ειδικός φόρος κατανάλωσης σε βιομηχανοποιημένα καπνά τα οποία λόγω υπερβολικής ξηρότητας ή άλλης φυσικής αιτίας καθίστανται ακατάλληλα για κατανάλωση και καταστρέφονται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου. Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν το πρόσωπο αυτό.

(2) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται σύμφωνα με το εδάφιο (1) επιστρέφεται εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβάλλεται στο Διευθυντή εντός τριετίας από τη λήξη του έτους επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης και η αίτηση για την επιστροφή υποβληθεί εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία πραγματοποίησης της καταστροφής.

Ενδείξεις βιομηχανοποιημένων καπνών

82. Με γνωστοποίηση του Διευθυντή δύναται να καθορίζονται ενδείξεις που θα αναγράφονται ή επιτίθενται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, τα οποία προορίζονται για τις ξένες πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές ή για τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών ή για εφοδιασμό των πλοίων και αεροσκαφών που αναχωρούν για το εξωτερικό, ή με άλλο τρόπο διατίθενται χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ Ή ΜΗ ΚΑΠΝΑ
Ορισμοί

83. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οι ακόλουθοι ορισμοί έχουν την πιο κάτω έννοια:

"εγχώριος καπνός" σημαίνει καπνό που παράχθηκε στη Δημοκρατία·

"έμπορος εγχώριου καπνού" σημαίνει πρόσωπο που κατέχει άδεια σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 93, να εμπορεύεται εγχώριο καπνό·

"μη βιομηχανοποιημένα καπνά", θεωρούνται τα καπνά παντός χαρακτηρισμού περιλαμβανομένων των μίσχων και απορριμμάτων καπνού, που δεν εμπίπτουν στον ορισμό βιομηχανοποιημένα καπνά του εδαφίου (1) του άρθρου 75.

Άδεια βιομηχανοποίησης καπνού

84. (1) Απαγορεύεται η από οποιοδήποτε πρόσωπο βιομηχανοποίηση καπνού, εκτός αν:

(α) κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό και

(β) η βιομηχανοποίηση γίνεται σε φορολογική αποθήκη από εγκεκριμένο αποθηκευτή ή σε ελεύθερη ζώνη

(2) Κάθε άδεια που παρέχεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) υπόκειται στα υπό του Υπουργού καθοριζόμενα ετήσια τέλη και εκπνέει την τελευταία ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσης της μηνός Δεκεμβρίου.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο βιομηχανοποιεί καπνό κατά παράβαση του παρόντος άρθρου, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δώδεκα μήνες ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και κάθε βιομηχανοποιημένος ή μη καπνός, όργανο, μηχάνημα ή εργαλείο, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Έκδοση γνωστοποιήσεων που αφορούν την βιομηχανοποίηση καπνού

85. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις που:

(α) προνοούν για την τήρηση, προσαγωγή και επιθεώρηση των βιβλίων και λογαριασμών, σχετικά με τα αποθέματα των καπνοβιομηχάνων σε καπνό και άλλες ύλες˙

(β) διέπουν τη βιομηχανοποίηση καπνού σε φορολογική αποθήκη, ή σε ελεύθερη ζώνη˙

(γ) διέπουν την παραλαβή φύλλων καπνού και άλλου μη βιομηχανοποιημένου καπνού από τους καπνοβιομήχανους˙

(δ) διέπουν τη μεταφορά μίσχων και απορριμμάτων καπνού˙

(ε) διασφαλίζουν την καταβολή των τελωνειακών δασμών και φόρων κατανάλωσης στον καπνό, που βιομηχανοποιείται.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους των γνωστοποιήσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα ή το οποίο εξευρίσκεται σε υποστατικό, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

(3) Αν σε οποιοδήποτε χρόνο λειτουργός διενεργήσει έλεγχο σε αποθέματα καπνού που είναι αποταμιευμένα από καπνοβιομήχανο, για χρήση στη βιομηχανία καπνού, μέσα σε φορολογική αποθήκη ή άλλο εγκεκριμένο για το σκοπό αυτό υποστατικό και διαπιστωθεί ότι, η κατά βάρος ποσότητα του καπνού, η οποία εναπομένει στην αποθήκη, είναι λιγότερη της ποσότητας, η οποία έπρεπε να βρισκόταν σε αυτή σύμφωνα με τους λογαριασμούς που τηρούνται και δεν είναι δυνατό να δοθούν εξηγήσεις οι οποίες ικανοποιούν το Διευθυντή για τη διαφορά αυτή ή μέρος της, τότε αυτή λογίζεται ως βιομηχανοποιημένος καπνός και υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με τον εκάστοτε σε ισχύ μεγαλύτερο συντελεστή όπως αυτός καθορίζεται στο Τέταρτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και ο καπνοβιομήχανος υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Άδεια εμπορίας ή πώλησης βιομηχανοποιημένου καπνού

86. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να εμπορεύεται ή πωλεί βιομηχανοποιημένο καπνό, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται για το σκοπό αυτό σύμφωνα με το άρθρο αυτό.

(2) Κάθε άδεια που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται στην καταβολή των υπό του Υπουργού καθοριζομένων ετήσιων τελών και εκπνέει τη δωδέκατη ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσής της, μηνός Μαρτίου. Ο τρόπος έκδοσης της άδειας και διάθεσης των πληρωτέων για αυτή τελών καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(3) Η άδεια πώλησης, προσφοράς ή έκθεσης προς πώληση βιομηχανοποιημένου καπνού καθορίζει και το υποστατικό στο οποίο δυνατό να λάβει χώρα οποιαδήποτε από τις πράξεις αυτές.

(4) Καπνός ο οποίος βιομηχανοποιήθηκε ή παράχθηκε στη Δημοκρατία από πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό είναι δυνατό να πωληθεί χωρίς άδεια -

(α) στον τόπο της βιομηχανοποίησης ή ανάλογα με την περίπτωση της παραγωγής του˙ ή

(β) σε οποιοδήποτε άλλο τόπο αν η προμήθειά του διενεργείται στον αγοραστή απευθείας από τον τόπο βιομηχανοποίησης ή παραγωγής, από τον κάτοχο της άδειας ή υπάλληλο ή αντιπρόσωπό του.

(5) Δεν απαιτείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό για την πώληση βιομηχανοποιημένου καπνού σε επιβατικό αεροσκάφος ή πλοίο.

Ποινές για τη νοθεία καπνού

87. Αν σε βιομηχανοποιημένο καπνό προστεθεί, μετά τη θέση του σε ανάλωση οποιαδήποτε ουσία, ο καπνός υπόκειται σε δήμευση και -

(α) αν η ουσία προστέθηκε από τον καπνοβιομήχανο ή καπνέμπορο, αυτός υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες˙ και

(β) κάθε καπνοβιομήχανος ή έμπορος εγχώριου καπνού, ο οποίος λαμβάνει, έχει στην κατοχή του, πωλεί ή αποστέλλει τέτοιο καπνό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

Εισαγωγή και εξαγωγή βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού

88. (1) Απαγορεύεται η εισαγωγή βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού:

(α) σε οποιοδήποτε λιμάνι, το οποίο δεν είναι εγκεκριμένο από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό˙

(β) με οποιοδήποτε πλοίο καθαρής χωρητικότητας κατώτερης από εκατόν είκοσι τόνους, εκτός σύμφωνα με άδεια και με τους όρους της άδειας αυτής, η οποία εκδόθηκε αναφορικά με αυτό το πλοίο από το Διευθυντή.

(2) Απαγορεύεται η εξαγωγή βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού από λιμάνι το οποίο δεν είναι εγκεκριμένο για την εισαγωγή του.

Αποθήκευση μη βιομηχανοποιημένου καπνού

89. Εκτός αν ο Διευθυντής αποφασίσει διαφορετικά κάθε μη βιομηχανοποιημένος καπνός, οποιασδήποτε κατηγορίας, εναποτίθεται κατά την εισαγωγή του σε εγκεκριμένη αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης.

Απαγόρευση μεταφοράς μη βιομηχανοποιημένου καπνού χωρίς άδεια

90. Απαγορεύεται η μεταφορά φύλλων καπνού ή άλλου μη βιομηχανοποιημένου καπνού από το χώρο στον οποίο εναποτέθηκε δυνάμει του άρθρου 89 ή από οποιοδήποτε άλλο χώρο, εκτός αν πρόκειται περί δειγμάτων και η μεταφορά γίνεται σύμφωνα με άδεια του Διευθυντή.

Μετουσίωση μη βιομηχανοποιημένου καπνού κτλ

91. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει όπως μη βιομηχανοποιημένος καπνός:

(α) μετουσιωθεί˙ ή

(β) μετατραπεί σε νικοτίνη, παρασιτοκτόνο ή άλλο είδος ή παρασκεύασμα για γεωργικούς, κτηνοτροφικούς ή άλλους σκοπούς,

κατά τον τρόπο που αυτός ήθελε καθορίσει και εφόσον πεισθεί ότι δεν είναι κατάλληλος προς χρήση ως καπνός ή στη βιομηχανία καπνού.

Άδεια καλλιέργειας καπνού

92. (1) Εκτός όπως ήθελε επιτρέψει ο Διευθυντής, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να φυτεύει ή καλλιεργεί καπνό στη Δημοκρατία, εκτός αν κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό˙ η ισχύς της άδεια αυτής εκπνέει την τελευταία ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσής της μηνός Οκτωβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, αναφορικά με οποιαδήποτε γη ή υποστατικό εφόσον ένεκα του μεγέθους ή θέσης του ή για άλλη εύλογη αιτία, ήθελε κρίνει ότι αντενδείκνυται η σε αυτό καλλιέργεια καπνού.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο φυτεύει ή καλλιεργεί καπνό στη Δημοκρατία χωρίς άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και ο καπνός υπόκειται σε δήμευση:

Νοείται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν τυγχάνουν εφαρμογής στη σπορά καπνού σε φυτώριο με σκοπό την καλλιέργεια φυτών καπνού, τα οποία εκριζώνονται ή καταστρέφονται πριν από την τελευταία ημέρα του μήνα Μαΐου κάθε έτους.

Άδεια εμπορίας εγχώριου καπνού και εγκεκριμένη αποθήκη εγχώριου καπνού

93. (1) (α) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να αγοράζει από οποιοδήποτε καπνοπαραγωγό, καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία, εκτός αν κατέχει άδεια εμπορίας εγχώριου καπνού σε εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό. Κάθε υποστατικό για το οποίο παρέχεται άδεια αναφέρεται ως "αποθήκη εγχώριου καπνού".

(β) Η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την πρώτη ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσης της μηνός Ιουνίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας, αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό εφόσον:

(α) ένεκα του μεγέθους, κατασκευής, θέσης ή για άλλη εύλογη αιτία, ήθελε κρίνει ότι αντενδείκνυται η διενέργεια σε αυτό εμπορίας εγχώριου καπνού ή

(β) εφόσον δεν κατατεθεί ικανοποιητική εγγύηση αναφορικά με τον τυχόν πληρωτέο φόρο κατανάλωσης στον καπνό, ο οποίος είναι εναποθηκευμένος και υπόκειται σε επεξεργασία, υφίσταται συσκευασία ή με άλλο τρόπο εμπορία σύμφωνα με την άδεια.

(3) Εκτός αν ο Διευθυντής ήθελε επιτρέψει διαφορετικά, ο κάτοχος άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δύναται να αγοράζει καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία, μόνο από καπνοπαραγωγό ο οποίος κατέχει για αυτό το σκοπό άδεια, ή από άλλο αδειούχο έμπορο εγχώριου καπνού και μόνο ο αγοραζόμενος με τον τρόπο αυτό καπνός δυνατό να παραληφθεί, υποστεί οποιαδήποτε επεξεργασία, συσκευαστεί, αποθηκευτεί ή με άλλο τρόπο αποτελέσει το αντικείμενο εμπορίας, σε οποιαδήποτε αποθήκη εγχώριου καπνού.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο αγοράζει καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία χωρίς να κατέχει άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και ο καπνός υπόκειται σε δήμευση.

(5) Αν σε οποιοδήποτε χρόνο μετά τον έλεγχο των αποθεμάτων καπνού σε αποθήκη εγχώριου καπνού από λειτουργό προκύπτει ότι το βάρος του εναπομένοντος σε αυτή καπνού είναι λιγότερο της ποσότητας η οποία έπρεπε να βρισκόταν σε αυτή και δεν δοθούν εξηγήσεις που να ικανοποιούν το Διευθυντή για τη διαφορά αυτή ή οποιοδήποτε μέρος της, τότε αυτή λογίζεται ως βιομηχανοποιημένος καπνός και υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με τον εκάστοτε σε ισχύ μεγαλύτερο συντελεστή ο οποίος επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, όπως αυτός καθορίζεται στο Τέταρτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και ο έμπορος υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Γνωστοποίηση που αφορά την καλλιέργεια κτλ. καπνού

94. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει κάθε λεπτομέρεια και τους όρους και τις προϋποθέσεις που:

(α) διέπουν τη φύτευση, καλλιέργεια, επεξεργασία, μεταφορά και αποθήκευση του καλλιεργημένου στη Δημοκρατία καπνού˙

(β) καθορίζουν τη μέθοδο επιβολής φόρου κατανάλωσης που τυχόν επιβάλλεται στο καλλιεργημένο με τον πιο πάνω τρόπο καπνό˙

(γ) διασφαλίζουν την είσπραξη τυχόν πληρωτέου φόρου κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα υπόκειται σε δήμευση.

ΜΕΡΟΣ ΧI ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ, ΑΕΡΙΟΥΧΑ ΑΝΑΨΥΚΤΙΚΑ ΠΟΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΡΟΪΌΝΤΑ
Φόρος Κατανάλωσης σε μηχανοκίνητα οχήματα, αεριούχα αναψυκτικά ποτά και άλλα προϊόντα του Πέμπτου Παραρτήματος

95. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας φόρος κατανάλωσης σε μηχανοκίνητα οχήματα, αεριούχα αναψυκτικά ποτά και άλλα προϊόντα τα οποία καθορίζονται ειδικά στο Πέμπτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται σε αυτόν το Παράρτημα απέναντι από κάθε προϊόν αντίστοιχα.

Εξουσία επιστροφής του φόρου κατανάλωσης

96. Όταν προϊόντα του παρόντος Μέρους παραδίδονται σε ορισμένα πρόσωπα, οργανισμούς, αρχές ή οργανώσεις και κατά την κρίση του Υπουργού οι περιστάσεις υπό τις οποίες συνήθως γίνεται η προμήθεια αυτών των προϊόντων είναι τέτοιες ώστε να μην είναι εύκολη ή άμεση η προμήθεια των προϊόντων αυτών από αφορολόγητα αποθέματα, ο Διευθυντής μπορεί να επιστρέψει τον φόρο κατανάλωσης ο οποίος καταβλήθηκε πάνω σε αυτά.

Άδεια κατασκευής αεριούχων αναψυκτικών ποτών

97. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει αεριούχα αναψυκτικά ποτά, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της μηνός Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Η άδεια κατασκευής αεριούχων αναψυκτικών ποτών εξουσιοδοτεί τον κατασκευαστή αεριούχων αναψυκτικών ποτών όπως εμπορεύεται χονδρικά αεριούχα αναψυκτικά ποτά δικής του κατασκευής στο αδειούχο υποστατικό του.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει αεριούχα αναψυκτικά ποτά, χωρίς να κατέχει άδεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα αεριούχα αναψυκτικά ποτά αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, τα δε αεριούχα αναψυκτικά ποτά ή τα αγγεία, σκεύη και υλικά κατασκευής αεριούχων αναψυκτικών ποτών τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του, υπόκεινται σε δήμευση.

Συσκευές δοσομετρικής άντλησης αεριούχων αναψυκτικών ποτών

98. (1) Ο Διευθυντής, δύναται να επιτρέπει την κατασκευή και διάθεση αεριούχων αναψυκτικών ποτών με τη χρήση συστημάτων δοσομετρικής άντλησης αεριούχων αναψυκτικών ποτών, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών:

Νοείται ότι ο τύπος και οι προδιαγραφές των συστημάτων δοσομετρικής αντλήσεως αεριούχων αναψυκτικών ποτών που θα χρησιμοποιούνται θα τυγχάνουν της προηγούμενης έγκρισης του Διευθυντή.

Νοείται περαιτέρω ότι ο Διευθυντής κατά την παραχώρηση έγκρισης για χρήση τέτοιων συστημάτων δοσομετρικής άντλησης αεριούχων αναψυκτικών ποτών, θα δύναται κατά την κρίση του να επιβάλλει όρους που θα διέπουν την κατασκευή αεριούχων αναψυκτικών με το σύστημα δοσομετρικής άντλησης προς εξασφάλιση των καταβλητέων φόρων καταναλώσεως στα αεριούχα αναψυκτικά ποτά.

(2) Εάν μετά την έγκριση λειτουργίας συστήματος δοσομετρικής άντλησης αεριούχων αναψυκτικών ποτών ο κάτοχός του προβεί σ’ οποιαδήποτε μετατροπή ή επέμβαση σ΄αυτό, χωρίς προηγούμενη άδεια του Διευθυντή, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει οποιοδήποτε όρο ή οδηγία που εκδόθηκε από το Διευθυντή δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες.

Άδεια κατασκευής προϊόντων του Πέμπτου Παραρτήματος

99. (1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 93 απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει προϊόντα που καθορίζονται στο Πέμπτο Παράρτημα, εξαιρουμένων των προϊόντων που υπόκεινται σε μηδενικό συντελεστή φόρου κατανάλωσης, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της μηνός Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει προϊόντα του Πέμπτου Παραρτήματος που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης χωρίς να κατέχει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα προϊόντα ή ο εξοπλισμός, σκεύη και υλικά κατασκευής των προϊόντων αυτών τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποιήσεων που αφορούν την κατασκευή προϊόντων του Πέμπτου Παραρτήματος

100. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση των προϊόντων που καθορίζονται στο Πέμπτο Παράρτημα καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την καταβολή των φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιαδήποτε αντικείμενα, είδη ή προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Αποταμίευση και προσωρινή μετακίνηση επιτοπίως παραγομένων προϊόντων του Πέμπτου Παραρτήματος

101. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε καθορίσει όπως προϊόντα καθοριζόμενα στο Πέμπτο Παράρτημα εναποτεθούν μετά την παραγωγή τους σε εγκεκριμένες αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ή μετακινηθούν προσωρινά από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής τους χωρίς την καταβολή του αναλογούντος σ’ αυτά φόρου κατανάλωσης.

Απώλειες και ελλείμματα

102. Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 9 που αφορούν την καταβολή ή μη του φόρου κατανάλωσης λόγω απωλειών εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις των προϊόντων του παρόντος Μέρους κατά την παραγωγή ή κατά τη διακίνηση τους εντός του τόπου παραγωγής τους.

ΜΕΡΟΣ ΧIΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΔΕΙΕΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΝΟΜΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΑΔΕΙΕΣ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άδειες

103. (1) Οι άδειες εκδίδονται σε τέτοιο τύπο που δύναται να είναι και σε μηχανογραφημένη μορφή και περιέχουν τέτοια στοιχεία, όπως ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει και χορηγούνται από τον λειτουργό με την καταβολή του νενομισμένου τέλους, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει ο Διευθυντής.

(2) Οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο σε σχέση με υποστατικά, αφορούν ένα μόνο υποστατικό δυνατό όμως να εκδίδονται περισσότερες από μία άδειες σε αδειούχο πρόσωπο για τον ίδιο σκοπό, εφόσον το πρόσωπο αυτό χρησιμοποιεί περισσότερα από ένα υποστατικά.

(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη που περιέχεται στον παρόντα Νόμο, ως προς την προσαγωγή αδειών, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια ενάσκησης οποιασδήποτε εμπορίας ή πώλησης ή κατασκευής προϊόντων, παραλείπει να προσαγάγει αυτή προς έλεγχο μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, όταν κληθεί να πράξει τούτο από κάποιο λειτουργό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις εκατό λίρες.

(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 12 το Τελωνείο τηρεί αρχείο δεδομένων σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή στο οποίο καταχωρούνται οι άδειες των υποκειμένων στους φόρους κατανάλωσης προσώπων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και άλλα στοιχεία αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταβίβαση αδειών

104. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 105 οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο στο όνομα κάποιου προσώπου δεν μεταβιβάζονται.

Καταβολή τελών κατά τη μεταβίβαση αδειών και μεταφορά επιχείρησης

105. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου όταν ο κάτοχος άδειας αποβιώσει, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει τη νόμιμη ενάσκηση της επιχείρησης, χωρίς πρόσθετη καταβολή τέλους, σε κάποιο άλλο πρόσωπο για τον υπόλοιπο της ισχύος της άδειας αυτής χρόνο, με τον τρόπο και με τους όρους και προϋποθέσεις που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει.

(2) Όταν πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, μεταφέρει την επιχείρηση του σε άλλο υποστατικό, στο οποίο μπορεί νόμιμα να την ενασκήσει, ο λειτουργός δύναται να επιτρέψει με τον τρόπο που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει, χωρίς πρόσθετη καταβολή τέλους, την ενάσκηση της επιχείρησης αυτής στο άλλο υποστατικό για τον υπόλοιπο της ισχύος της άδειας αυτής χρόνο.

(3) Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, όταν σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο νομοθέτημα το οποίο αφορά την άδεια αυτή, απαιτείται για τη μεταβίβαση ή μεταφορά της, εξουσιοδότηση δικαστηρίου ή κάποιας άλλης αρχής ή η προσκόμιση κάποιου πιστοποιητικού, δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση ή μεταφορά άδειας ενάσκησης της επιχείρησης αυτής, εκτός αν αποδειχθεί στον αρμόδιο λειτουργό ότι παρασχέθηκε η απαιτούμενη εξουσιοδότηση ή πιστοποιητικό.

Ακύρωση ή ανάκληση αδειών

106. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) ο Διευθυντής δύναται να ακυρώσει ή ανακαλέσει οποιαδήποτε άδεια η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, αφού γνωστοποιήσει γραπτώς την πρόθεση του αυτή στον κάτοχο της άδειας και προσδιορίσει την ημερομηνία της ανάκλησης.

(2) Η άδεια ακυρώνεται ή ανακαλείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) εφόσον διαπιστωθεί ότι η έκδοσή της βασίστηκε σε αναληθή ή ανακριβή στοιχεία, χωρίς τη συνδρομή των οποίων δεν θα εκδίδετο,

(β) όταν εξέλειπαν μερικά ή ολικά οι προϋποθέσεις στις οποίες βασίστηκε η έκδοσή της,

(γ) όταν ο κάτοχος της άδειας δεν συμμορφώνεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου,

(δ) όταν ο κάτοχος της άδειας έχει καταδικαστεί για συμμετοχή σε εγκληματικές δραστηριότητες,

(ε) όταν ο κάτοχος της άδειας ενέχεται σε υποθέσεις φοροδιαφυγής και

(στ) όταν ο κάτοχος της άδειας αποδεδειγμένα δεν χρησιμοποιεί την εκδοθείσα άδεια.

Αδικήματα για ορισμένες άδειες

107. Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια πώλησης προϊόντων, παραβαίνει τους όρους αυτής ή πωλεί με άλλο τρόπο από εκείνο που προβλέπεται στην άδεια, ή με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος ή άλλου Νόμου ο οποίος εφαρμόζεται για την άδεια και δεν προβλέπεται άλλη ποινή για το αδίκημα αυτό, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες.

Εξουσία ελέγχου άδειας για μεταφερόμενα προϊόντα

108. Κάθε λειτουργός δύναται να σταματήσει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο μεταφέρει ή, για το οποίο αυτός δικαιολογημένα πιστεύει ότι μεταφέρει προϊόντα, τα οποία σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, πρέπει να συνοδεύονται, κατά την μεταφορά τους από άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο και να απαιτήσει την προσαγωγή του εγγράφου που εξουσιοδοτεί τη μεταφορά και να γράψει σε αυτό, τον τόπο και χρόνο διενέργειας του ελέγχου.

Αδικήματα για τις άδειες και πιστοποιητικά

109. (1) Όταν, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο απαιτείται άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο για τη μεταφορά οποιωνδήποτε προϊόντων, σε τέτοια περίπτωση οποιοδήποτε πρόσωπο -

(α) αποστέλλει, μεταφέρει ή λαμβάνει στην κατοχή του ή προκαλεί την αποστολή, μεταφορά ή την παραλαβή τέτοιων προϊόντων, τα οποία δεν συνοδεύονται από την απαιτούμενη σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο ή ενεργεί κατά παράβαση των όρων αυτής της άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου, ή

(β) δεν μεριμνά για την ακύρωση και επιστροφή της εκδοθείσας άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε από αυτό, ή

(γ) ζητεί, λαμβάνει, χρησιμοποιεί, προκαλεί, επιτρέπει όπως ζητηθεί, ληφθεί ή χρησιμοποιηθεί άδεια ή πιστοποιητικό για οποιοδήποτε σκοπό κατά παράβαση των όρων του, ή

(δ) με οποιοδήποτε τρόπο χρησιμοποιεί ή προκαλεί ή επιτρέπει τη χρήση οποιασδήποτε άδειας ή πιστοποιητικού ή του εντύπου οποιουδήποτε πιστοποιητικού συμπληρωμένου ή μη, κατά τρόπο που μπορεί να ματαιώσει ή αποτρέψει τη λήψη ή έλεγχο οποιωνδήποτε λογαριασμών ή τη διενέργεια ελέγχου από κάποιο λειτουργό, ή

(ε) προσκομίζει, προκαλεί ή επιτρέπει την προσκόμιση οποιασδήποτε άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου σε λειτουργό, το οποίο παραλήφθηκε με προϊόντα άλλα από εκείνα τα οποία αυτό αφορά,

υπόκειται, σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

(2) Προϊόντα για τα οποία απαιτείται άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, τα οποία αποστέλλονται, μεταφέρονται ή παραλαμβάνονται χωρίς αυτή την άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο ή τα οποία συνοδεύονται από αλλοιωμένη ή αναληθή άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, υπόκεινται σε δήμευση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗ ΔΗΛΩΣΗ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΛΠ
Διενέργεια δηλώσεων

110. (1) Όταν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου απαιτείται από κάποιο πρόσωπο διενέργεια δήλωσης υποστατικού ή αντικειμένου:

(α) η δήλωση πρέπει να διενεργείται με τον τύπο και μορφή η οποία δύναται να είναι σε μηχανογραφημένη μορφή και να περιέχει τέτοια στοιχεία, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει, και

(β) το υποστατικό ή αντικείμενο σημαδεύεται και παραμένει σημασμένο, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει.

(2) Η δήλωση δεν είναι έγκυρη εκτός αν το πρόσωπο που τη διενεργεί -

(α) έχει συμπληρωμένη, κατά το χρόνο της διενέργειας της δήλωσης, την ηλικία των δεκαοκτώ ετών και

(β) κατά το χρόνο αυτό ήταν και εξακολουθεί να είναι ο πραγματικός κύριος της επιχείρησης, αναφορικά με την οποία έγινε η δήλωση.

(3) Όταν ο υπόχρεος προς διενέργεια δήλωσης είναι νομικό πρόσωπο, η δήλωση πρέπει να φέρει την υπογραφή διευθύνοντος συμβούλου, γενικού διευθυντή, γραμματέα ή άλλου παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου, καθώς και τη σφραγίδα του νομικού προσώπου, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η προς υπογραφή εξουσιοδότηση του προσώπου αυτού παρασχέθηκε με τη σφραγίδα του νομικού προσώπου.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατά τη διενέργεια δήλωσης κάποιου υποστατικού ή αντικειμένου παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

Νέα δήλωση του ιδίου υποστατικού

111. (1) Ο Διευθυντής δύναται οποτεδήποτε με έγγραφη ειδοποίησή της, η οποία απευθύνεται προς το πρόσωπο, από το οποίο έχει υπογραφεί η υφιστάμενη δήλωση για συγκεκριμένο υποστατικό ή αντικείμενο, να απαιτήσει τη διενέργεια νέας δήλωσης του υποστατικού ή αντικειμένου, η δε υφιστάμενη δήλωση, καθίσταται άκυρη με την πάροδο δεκατεσσάρων ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης χωρίς να επηρεάζεται οποιαδήποτε ευθύνη.

(2) Εκτός εάν επιτρέψει ο Διευθυντής και με τους όρους τους οποίους ήθελε επιβάλει, κανένα πρόσωπο δύναται να δηλώσει για οποιοδήποτε σκοπό, υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο έχει δηλωθεί από άλλο πρόσωπο, εφόσον η δήλωση αυτή παραμένει σε ισχύ. Οποιαδήποτε δήλωση που γίνεται κατά παράβαση του εδαφίου αυτού είναι άκυρη.

(3) Όταν το πρόσωπο, από το οποίο έγινε η δήλωση υποστατικού, φυγοδικεί ή εγκαταλείπει την κατοχή του υποστατικού και διακόπτει την επιχείρηση, αναφορικά με την οποία έγινε η δήλωση και ο Διευθυντής επιτρέπει τη διενέργεια νέας δήλωσης από κάποιο άλλο πρόσωπο, η προηγούμενη δήλωση λογίζεται ότι ανακλήθηκε και καθίσταται άκυρη.

Απόδειξη δηλώσεων

112. Για τους σκοπούς οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εφόσον ανακύψει αμφισβήτηση για τη διενέργεια δήλωσης από κάποιο πρόσωπο για υποστατικό ή αντικείμενο ή για οποιοδήποτε σκοπό -

(α) έγγραφο το οποίο προσάγεται στο Δικαστήριο ως πρωτότυπο της δήλωσης από λειτουργό, συνιστά, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, επαρκή απόδειξη της διενέργειας της δήλωσης· και

(β) αν λειτουργός στη φύλαξη του οποίου τελεί οποιαδήποτε δήλωση που γίνεται με αυτό τον τρόπο, προσέλθει στο Δικαστήριο και μαρτυρήσει ότι, οι δηλώσεις που προσκομίζονται από αυτόν στο Δικαστήριο είναι όλες οι πρωτότυπες δηλώσεις που βρίσκονται στη φύλαξή του και ότι η δήλωση για την οποία υπάρχει αμφισβήτηση δεν περιλαμβάνεται σε αυτές, τεκμαίρεται, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, ότι η δήλωση αυτή ουδέποτε διενεργήθηκε.

Αδικήματα για τις δηλώσεις

113. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο έπρεπε να δηλωθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, παραλείπει να πράξει αυτό, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες και κάθε τέτοιο αντικείμενο και όλα τα προϊόντα, τα οποία εξευρίσκονται σε αυτό το υποστατικό ή αντικείμενο υπόκεινται σε δήμευση.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει δηλώσει οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο, χρησιμοποιεί αυτό για σκοπό άλλο από εκείνο για τον οποίο έχει δηλωθεί, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών

114. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας σχετικά με την προστασία φορολογικών ή διοικητικών απορρήτων το Τελωνείο ανταλλάσσει με τις φορολογικές αρχές κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε πληροφορία που απαιτείται όπως αποκαλύπτεται σχετικά με τη βεβαίωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης επί των πετρελαιοειδών, επί της αλκοόλης και των αλκοολούχων ποτών και επί των βιομηχανοποιημένων καπνών, δυνάμει της Οδηγίας του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ημερομηνίας 19 Δεκεμβρίου 1977, Αρ. 77/799/EOK:

Νοείται ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Φορολογικά επισήματα ή άλλα αναγνωριστικά σήματα ή στοιχεία

115. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να απαιτήσει τη φορολογική επισήμανση ή επίθεση άλλων αναγνωριστικών σημάτων ή στοιχείων σε προϊόντα που υπόκεινται σε φόρους κατανάλωσης και να καθορίσει:

(α) περί των φορολογικών επισημάτων ή άλλων αναγνωριστικών σημάτων ή στοιχείων που είναι δυνατό να φέρουν τα προϊόντα, με σκοπό την κατανάλωσή τους στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.

(β) τους όρους και τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της σχετικής διαδικασίας για την ορθή εφαρμογή και χρήση των φορολογικών επισημάτων ή άλλων αναγνωριστικών σημάτων ή στοιχείων.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει τους όρους του διατάγματος που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο έτη ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Ισοτιμία Ευρώ έναντι Λίρας Κύπρου

116. Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να καθορίζουν τη χρησιμοποιούμενη ισοτιμία του Ευρώ έναντι της Λίρας Κύπρου για τον καθορισμό των συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα που αναφέρονται στα Μέρη VIII, IX και Χ.

ΜΕΡΟΣ ΧΙV ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΛΠ
Παροχή πληροφοριών και προσαγωγή εγγράφων κλπ

117. (1) Οποιοσδήποτε λειτουργός δύναται να απαιτήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο που υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου όπως:

(α) παράσχει σ’ αυτόν οποιεσδήποτε πληροφορίες που σχετίζονται με την εισαγωγή, εξαγωγή, παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και κυκλοφορία των προϊόντων,

(β) προσαγάγει ή μεριμνήσει να προσαχθούν για επιθεώρηση ή έλεγχο οποιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα ή αποσπάσματα εγγράφων ή βιβλίων που τηρούνται σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή και σχετίζονται με τα προϊόντα αυτά,

(γ) επιτρέψει σ’ αυτόν όπως αντιγράφει αποσπάσματα ή λαμβάνει αντίτυπα βιβλίων ή εγγράφων τα οποία προσαγάγονται δυνάμει της παραγράφου (β) πιο πάνω.

(δ) προσαγάγει ή μεριμνήσει να προσαχθούν για επιθεώρηση ή έλεγχο ο ηλεκτρονικός υπολογιστής ή συνδυασμός ηλεκτρονικών υπολογιστών που χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιούνται για την τήρηση των στοιχείων που σχετίζονται με τα προϊόντα.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει να συμμορφωθεί στις διατάξεις του εδαφίου (1), μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει της πεντακόσιες λίρες και σε πρόσθετη επιβάρυνση πενήντα λιρών για κάθε επόμενη ημέρα ή μέρος της ημέρας κατά την οποία εξακολουθεί η παράβαση.

Εξουσία διεξαγωγής ελέγχων

118. Οποιοσδήποτε λειτουργός με σκοπό τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου δύναται να διεξαγάγει ελέγχους επί όλων των προϊόντων, ανεξάρτητα με την προέλευσή τους, κατά το στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας, ή της εισαγωγής ή εξαγωγής τους, της διακίνησης τους και κατά το στάδιο της εναπόθεσής τους σε χώρους της ασκούμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς και επί των υφιστάμενων αποθεμάτων.

Εξουσία εισόδου σε υποστατικό

119. (1) Οποιοσδήποτε λειτουργός με σκοπό τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να εισέλθει σε υποστατικό το οποίο δηλώθηκε ή έπρεπε να δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή σε οποιοδήποτε άλλο υποστατικό, το οποίο ανήκει κατά κυριότητα ή χρησιμοποιείται από κάτοχο άδειας για τους σκοπούς της επιχείρησής του, και να επιθεωρήσει αυτό, διεξαγάγει έρευνες, εξετάσει και καταμετρήσει τα μηχανήματα, αγγεία, σκεύη, εμπορεύματα ή υλικά, τα οποία ανήκουν ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο σχετίζονται με αυτή την επιχείρηση.

(2) Πρόσωπο το οποίο αρνείται ή παρεμποδίζει την είσοδο λειτουργού σε υποστατικό για σκοπούς επιθεώρησης ή ερευνών, παρόλο που του δηλώθηκε το όνομα και η ιδιότητα του λειτουργού, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες και σε πρόσθετη επιβάρυνση η οποία δεν υπερβαίνει τις πενήντα λίρες για κάθε επόμενη ημέρα ή μέρος της ημέρας κατά την οποία εξακολουθεί η παράβαση.

Εξουσία διεξαγωγής έρευνας για κρυμμένους σωλήνες κλπ

120. (1) Οποιοσδήποτε λειτουργός ο οποίος εύλογα υποψιάζεται ότι πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διατηρεί ή χρησιμοποιεί μυστικό σωλήνα ή άλλον αγωγό, κρουνό, αγγείο ή σκεύος, δύναται οποτεδήποτε να διεξαγάγει έρευνες στο υποστατικό του για την ανεύρεση του σωλήνα, αγωγού, κρουνού, αγγείου ή σκεύους και να λάβει οποιαδήποτε μέτρα που να διασφαλίζουν τον ακριβή έλεγχο των προϊόντων.

(2) Κάθε σωλήνας ή άλλος αγωγός, κρουνός, αγγείο ή σκεύος καθώς και όλα τα προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης ή τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους, τα οποία εξευρίσκονται στο υποστατικό, υπόκεινται σε δήμευση, ο δε κάτοχός τους είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Εξουσία προς απαίτηση διευκολύνσεων, κλπ

121. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο υποκείμενο στις διατάξεις του παρόντος Νόμου έχει υποχρέωση όπως σε περίπτωση ελέγχου των προϊόντων από λειτουργό:

(α) παρέχει κάθε εύλογα αναγκαίο κατά τη κρίση του Διευθυντή μέσο και διευκόλυνση, για να μπορέσει ο λειτουργός να ελέγξει ή εξετάσει ή ερευνήσει ή ενασκήσει οποιοδήποτε άλλο καθήκον σε υποστατικό κατόχου άδειας ή άλλο εγκεκριμένο τόπο,

(β) φυλάττει τα παρεχόμενα για το σκοπό αυτό μέσα, σε κατάλληλο μέρος το οποίο εγκρίνεται για το σκοπό αυτό από τον αρμόδιο λειτουργό και

(γ) επιτρέπει στον λειτουργό, όπως σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα χρησιμοποιήσει κάθε τέτοιο μέσο και παρέχει σε αυτό κάθε αναγκαία βοήθεια για εκτέλεση των καθηκόντων του,

οποιοδήποτε δε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του εδαφίου αυτού, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου οφείλει να παρέχει και φυλάττει όλα τα σύνεργα τα αναγκαία για την τοποθέτηση κλειδαριών από τον λειτουργό σε υποστατικό ή τόπο ή σε οποιοδήποτε διαμέρισμα αυτού του υποστατικού ή σε κάθε αγγείο, σκεύος ή συσκευή οποιασδήποτε φύσης η οποία φυλάττεται σε αυτό, και αν παραλείψει να πράξει με αυτό τον τρόπο, ο λειτουργός προμηθεύεται τα σύνεργα και εκτελεί κάθε αναγκαία εργασία για τη συντήρησή τους, και οι δαπάνες που διενεργούνται για το σκοπό αυτό, καταβάλλονται, αφού απαιτηθούν, από το πρόσωπο αυτό:

Νοείται ότι σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό παραλείπει να καταβάλει τις δαπάνες αυτές, υπόκειται επιπρόσθετα σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

(3) Εάν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιοσδήποτε υπάλληλος αυτού -

(α) με τη θέλησή του καταστρέφει ή προκαλεί ζημιά σε τέτοιο σύνεργο ή κλειδαριά ή κλειδί που χρησιμοποιείται σε αυτή ή οποιαδήποτε επιγραφή ή σφραγίδα, ή

(β) παράνομα επιτύχει πρόσβαση σε τόπο ή αντικείμενο που είναι ασφαλισμένο από κλειδαριά ή σφραγίδα, ή

(γ) έχει σύνεργο ή αντικείμενο, με το οποίο σκοπείται η ασφάλεια, κατασκευασμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να ματαιώνεται ο αντικειμενικός αυτός σκοπός,

είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

Εξουσία λήψης δειγμάτων

122. (1) Ο λειτουργός δύναται οποτεδήποτε να λαμβάνει δείγματα προϊόντων τα οποία επιβαρύνονται με φόρους κατανάλωσης.

(2) Όταν λειτουργός λαμβάνει από οποιοδήποτε σκεύος, σωλήνα ή αγγείο ή οποιοδήποτε άλλο εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στο υποστατικό κατόχου άδειας, δείγματα οποιουδήποτε προϊόντος ή υλικού κατασκευής, το δείγμα αυτό λογίζεται ως αντιπροσωπευτικό ολόκληρου του περιεχομένου του σκεύους αυτού, σωλήνα ή αγγείου ή εξοπλισμού εφόσον το περιεχόμενο του σκεύους, σωλήνα ή αγγείου ανακινείται και αναμιγνύεται στο βαθμό που απαιτείται από τη φύση του προϊόντος πριν ληφθεί το δείγμα.

(3) Όλα τα δείγματα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό διατίθενται, με τον τρόπο που ο Διευθυντής εκάστοτε καθορίζει.

(4) Σε περίπτωση που σύμφωνα με το άρθρο αυτό διενεργείται δειγματοληψία από προϊόντα στα οποία έχει καταβληθεί ο φόρος κατανάλωσης και σκοπείται κατακράτηση του δείγματος, ο λειτουργός που διενεργεί τη δειγματοληψία οφείλει, όπως μετά από αίτηση του προσώπου το οποίο κατέχει τα προϊόντα, να καταβάλει για το δείγμα, εκ μέρους του Διευθυντή, εύλογο ποσό ανάλογο με την χονδρική του αξία:

Νοείται ότι εξαιρούνται από τις διατάξεις του εδαφίου αυτού:

(α) δείγματα τα οποία λαμβάνονται όταν κατατίθεται διασάφηση κατά την εισαγωγή τους,

(β) δείγματα τα οποία λαμβάνονται από προϊόντα, αναφορικά με τα οποία προβάλλεται αξίωση επιστροφής, έκπτωσης, απαλλαγής ή απόδοσης του φόρου αυτού.

Εξουσία απαγόρευσης της χρήσης ορισμένων ουσιών σε προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης

123. (1) Εφόσον αποδειχθεί στον Υπουργό, ότι οποιαδήποτε ουσία ή υγρό χρησιμοποιείται ή δυνατό να χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή ή παρασκευή για πώληση οποιωνδήποτε προϊόντων που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, και ότι η ουσία αυτή ή υγρό είναι μολυσματικής ή επιβλαβούς φύσης ή, εφόσον πρόκειται για χημικό ή τεχνητό απόσταγμα ή προϊόν το οποίο δύναται να επηρεάσει δυσμενώς τα δημόσια έσοδα η χρήση της ουσίας αυτής ή υγρού στην κατασκευή ή παρασκευή για πώληση οποιωνδήποτε προϊόντων τα οποία καθορίζονται στο διάταγμα που εκδίδεται από τον Υπουργό, απαγορεύεται.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο εν γνώσει του χρησιμοποιεί οποιαδήποτε απαγορευμένη ουσία ή υγρό, στην κατασκευή ή παρασκευή για πώληση προϊόντων, που καθορίζονται στο διάταγμα, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες.

(3) Απαγορευμένες ουσίες ή υγρά, τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή προσώπου το οποίο κατέχει άδεια κατασκευής ή πώλησης οποιωνδήποτε προϊόντων, που καθορίζονται στο διάταγμα, καθώς και όλα τα προϊόντα, στην κατασκευή ή παρασκευή των οποίων χρησιμοποιήθηκε τέτοια ουσία ή υγρό κατά παράβαση οποιουδήποτε διατάγματος, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έρευνας υποστατικών

124. (1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παραχωρείται από τον παρόντα Νόμο, εφόσον υπάρχει εύλογη υποψία ότι οποιοδήποτε πράγμα που υπόκειται σε δήμευση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιοδήποτε βιβλίο ή άλλο έγγραφο οποιασδήποτε μορφής που σχετίζεται με τη διάπραξη αδικήματος, φυλάττεται ή αποκρύπτεται σε οποιοδήποτε υποστατικό, με εξαίρεση τις κατοικίες, οποιοσδήποτε λειτουργός μπορεί να εισέλθει στο υποστατικό αυτό, κατά οποιοδήποτε χρόνο, κατά τη διάρκεια της ημέρας ή της νύκτας και να ελέγξει, ερευνήσει, κατακρατήσει, κατάσχει, ή μεταφέρει οποιοδήποτε τέτοιο πράγμα, βιβλίο ή έγγραφο, επιπρόσθετα δε, κατά την έκταση που είναι εύλογα αναγκαία προς το σκοπό αυτό, να διαρρήξει οποιαδήποτε πόρτα, παράθυρο ή δοχείο και να παραβιάσει και μετακινήσει οποιοδήποτε άλλο κώλυμα θα παρουσιασθεί:

Νοείται ότι δεν επιτρέπεται είσοδος κατά τη διάρκεια της νύκτας εκτός παρά μόνο με τη συνοδεία αστυνομικού.

Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση κατάσχεσης βιβλίου ή άλλου εγγράφου οι διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας που αφορούν την κατάσχεση εγγράφων χωρίς ένταλμα, εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1) ή οποιασδήποτε άλλης εξουσίας που παραχωρείται με βάση τον παρόντα Νόμο, εάν δικαστής επαρχιακού Δικαστηρίου πεισθεί με την ένορκη καταγγελία λειτουργού, ότι υπάρχει εύλογη υποψία ότι οποιοδήποτε πράγμα που υπόκειται σε δήμευση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιοδήποτε βιβλίο ή άλλο έγγραφο σχετίζεται με τη διάπραξη αδικήματος, φυλάττεται ή αποκρύπτεται σε οποιαδήποτε κατοικία, μπορεί με ένταλμα που φέρει την υπογραφή του και που εκδίδεται σε οποιαδήποτε ημέρα, να εξουσιοδοτήσει το λειτουργό αυτό ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που κατονομάζεται στο ένταλμα, να εισέλθει και ερευνήσει οποιαδήποτε κατονομαζόμενη κατοικία.

Εξουσία έρευνας οχημάτων και σκαφών

125. (1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παραχωρείται δυνάμει του παρόντος Νόμου, όταν οποιοσδήποτε λειτουργός έχει λόγους να πιστεύει ότι οποιοδήποτε όχημα ή σκάφος είναι εφοδιασμένο ή μεταφέρει ή δυνατό να μεταφέρει προϊόντα, τα οποία -

(α) υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης που δεν έχει καταβληθεί ή για τον οποίο δεν κατατέθηκε εγγύηση,

(β) μεταφέρονται παράνομα από κάποιο τόπο σε άλλο,

(γ) υπόκεινται σε δήμευση δυνάμει του παρόντος Νόμου,

μπορεί να σταματήσει και ερευνήσει το όχημα ή σκάφος.

(2) Εάν ο υπεύθυνος του οχήματος ή σκάφους, εφόσον κληθεί από λειτουργό, αρνηθεί να σταματήσει ή επιτρέψει τη διεξαγωγή της έρευνας του οχήματος ή σκάφους, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

Εγγυητήρια και εγγύηση

126. (1) Ο Διευθυντής δύναται κατά την κρίση του να απαιτήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο τη σύσταση εγγύησης για την τήρηση οποιουδήποτε όρου που έχει σχέση με τους φόρους κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε εγγυητήριο το οποίο εκδίδεται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου -

(α) εκδίδεται για τη Δημοκρατία·

(β) είναι έγκυρο έστω και αν υπογράφηκε από πρόσωπο που δεν συμπλήρωσε το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του·

(γ) είναι δυνατό να ακυρωθεί σε οποιοδήποτε χρόνο από το Διευθυντή ή με εντολή του.

ΜΕΡΟΣ ΧV ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ενστάσεις

127. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να υποβάλει ένσταση στον Υπουργό για οποιαδήποτε απόφαση του Διευθυντή αναφορικά με τα θέματα που καθορίζονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και στους κανονισμούς, διατάγματα, γνωστοποιήσεις και οδηγίες του Διευθυντή που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού, μέσα σε εξήντα ημέρες από την ημερομηνία της γνωστοποίησης στο πιο πάνω πρόσωπο της απόφασης του Διευθυντή.

Νοείται ότι ο Υπουργός δεν επιλαμβάνεται οποιασδήποτε ένστασης εκτός αν ο Διευθυντής βεβαιώσει ότι το πρόσωπο που υποβάλλει την ένσταση κατέβαλε όλα τα ποσά που επιβλήθηκαν από το Τελωνείο ή οποιοδήποτε ποσό που ο Διευθυντής βεβαίωσε ως καταβλητέο φόρο κατανάλωσης ή ότι κατέθεσε ανάλογη εγγύηση στο Διευθυντή.

(2) Ο Υπουργός εξετάζει την ένσταση και αποφασίζει, το αργότερο μέσα σε εξήντα ημέρες από την υποβολή της, κατά πόσο αυτή θα πρέπει να γίνει δεκτή ή να απορριφθεί ή κατά πόσο η απόφαση του Διευθυντή εναντίον της οποίας υποβλήθηκε η ένσταση είναι αποδεκτή ή απορρίπτεται εξ ολοκλήρου ή μερικώς.

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Παραβάσεις και γενικά αδικήματα

128. (1) Όταν κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας των προϊόντων που καθορίζονται στα Μέρη VIII, IX και Χ, μεταξύ των φορολογικών αποθηκών διαπιστωθεί παράβαση η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, αυτός επιβάλλεται και εισπράττεται από το Τελωνείο και βαρύνει το πρόσωπο που έχει εγγυηθεί την καταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 10, χωρίς να επηρεάζεται το δικαίωμα για άσκηση ποινικής δίωξης όταν στοιχειοθετείται αδίκημα.

(2) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του ή λόγω βαριάς αμέλειας ενέχεται με οποιοδήποτε τρόπο στην αποφυγή ή απόπειρα αποφυγής της καταβολής των οφειλόμενων στα προϊόντα φόρων κατανάλωσης ή στη μη τήρηση των διατυπώσεων, που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο, με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων κατανάλωσης, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(3) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου κάτω από περιστάσεις οι οποίες αποκλείουν την ενοχή του σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες.

(4) Οποιοδήποτε ποσό πρόσθετης επιβάρυνσης και χρηματικής ποινής που επιβάλλεται δυνάμει του παρόντος Νόμου, εισπράττεται ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

Ποινική ευθύνη συμβούλων κλπ

129. Όταν αποδειχθεί ότι αδίκημα που διαπράχθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου από νομικό πρόσωπο, με τη συναίνεση ή συνέργεια ή που δυνατόν να αποδοθεί σε αμέλεια συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή άλλου παρόμοιου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή από πρόσωπο που φέρεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, το πρόσωπο αυτό μαζί με το νομικό πρόσωπο λογίζεται ένοχο του αδικήματος αυτού και υπόκειται επίσης σε ποινική δίωξη και ανάλογη ποινή.

Στο άρθρο αυτό ο όρος "σύμβουλος" αναφορικά με νομικό πρόσωπο ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, η διαχείριση του οποίου είναι εμπεπιστευμένη στα μέλη του, σημαίνει μέλος του νομικού αυτού προσώπου ή οργανισμού.

Ευθύνη προσώπου το οποίο παρουσιάζεται ως ιδιοκτήτης

130. Οποιοδήποτε πρόσωπο παρουσιάζεται ως ιδιοκτήτης ή το οποίο είναι ο διευθυντής επιχείρησης κατόχου άδειας υποκείμενης στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, σχετικά με την οποία δηλώθηκε οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο, ή ο οποίος κατέχει, ή χρησιμοποιεί οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο δηλώθηκε, έχει την ίδια ευθύνη όπως και ο πραγματικός ιδιοκτήτης της επιχείρησης.

Δήμευση προϊόντων και νομικές διαδικασίες

131. Οι διατάξεις που αφορούν την κατάσχεση και δήμευση και συναφείς διαδικασίες σύμφωνα με την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία εφαρμόζονται για προϊόντα που υπόκεινται σε δήμευση σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.

Εξουσία για συμβιβασμό αδικημάτων

132. (1) Ο Διευθυντής και οποιοσδήποτε ειδικά εξουσιοδοτημένος για το σκοπό αυτό από το Υπουργικό Συμβούλιο, δύναται να συμβιβάζει οποιοδήποτε αδίκημα ή πράξη, η οποία διαπράχθηκε ή για την οποία υπάρχει εύλογη υποψία ότι διαπράχθηκε από κάποιο πρόσωπο κατά παρέκκλιση ή παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου υπό όρους που καθορίζονται από αυτό κατά την κρίση του, έχει δε πλήρη εξουσία να αποδέχεται από το πρόσωπο αυτό χρηματική πληρωμή, που δεν υπερβαίνει την ανώτατη χρηματική ποινή που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο για το αδίκημα ή την πράξη αυτή.

(2) Με την πληρωμή του ποσού αυτού στο Διευθυντή ή εξουσιοδοτημένο λειτουργό, απαγορεύεται η λήψη περαιτέρω δικαστικών μέτρων για το εν λόγω αδίκημα ή πράξη εναντίον του συμβιβασθέντος προσώπου, εάν δε αυτό βρίσκεται υπό κράτηση αφήνεται ελεύθερο.

Εκτέλεση και κατάσχεση

133. Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου οφείλει κάποιο ποσό αναφορικά με οποιοδήποτε φόρο κατανάλωσης ή για ποινή η οποία επιβλήθηκε σε αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Νόμου, προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, ανεξάρτητα εάν ο φόρος κατανάλωσης που αναλογεί σε αυτά καταβλήθηκε ή όχι και υλικά κατασκευής ή παραγωγής αυτών των προϊόντων καθώς και οι συσκευές, εξοπλισμός, μηχανήματα, εργαλεία, σκεύη και αγγεία, τα οποία χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ή παραγωγή ή στην παρασκευή αυτών των υλικών ή με τα οποία ενασκείται η επιχείρηση, αναφορικά με την οποία οφείλεται ο φόρος αυτός, τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή ή στη φύλαξη του προσώπου αυτού ή του αντιπροσώπου του ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου το οποίο ενεργεί για λογαριασμό του υπόκεινται σε κατάσχεση σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού αυτού, στην έκταση που κατά την κρίση του Διευθυντή πωλούμενα αποκομίζουν το ισάξιο του οφειλόμενου ποσού.

Επίδοση αποφάσεων κτλ

134. Οποιαδήποτε απαίτηση, απόφαση ή οδηγία που πρέπει να επιδοθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου γνωστοποιείται με συστημένη επιστολή που απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο, λογίζεται δε ως δεόντως επιδοθείσα εφόσον αποστέλλεται ταχυδρομικά στην τελευταία δηλωθείσα ή συνηθισμένη διαμονή ή έδρα της επιχείρησης του προσώπου αυτού ή του αντιπροσώπου του ή παραδίδεται προσωπικά στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται ή τον αντιπρόσωπό του.

Τρόπος υποβολής δήλωσης ή εγγράφου

135. (1) Οποιαδήποτε δήλωση ή έγγραφο το οποίο απαιτείται να κατατεθεί στο Διευθυντή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου υποβάλλεται:

(α) γραπτώς ή

(β) με χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου εφόσον η χρήση της εγκρίνεται από το Διευθυντή,

και συνοδεύεται με έγγραφα των οποίων η προσκόμιση είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Όταν δήλωση ή έγγραφο υποβάλλεται με χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου, ο Διευθυντής δυνατό να επιτρέπει να μην υποβάλλεται μαζί με την εν λόγω δήλωση ή έγγραφο οποιαδήποτε συνοδευτικά έγγραφα. Στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω έγγραφα φυλάττονται από το υπόχρεο για την κατάθεσή τους πρόσωπο ή από δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, το οποίο έχει υποχρέωση να παρέχει κάθε διευκόλυνση προς εξέταση των εγγράφων αυτών. Σε περίπτωση που το υπόχρεο για τη φύλαξή τους πρόσωπο παραλείψει να φυλάξει τα συνοδευτικά έγγραφα, ή γνωστοποιήσει στο Διευθυντή το πρόσωπο που φυλάττει τα έγγραφα, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

Υποχρέωση τήρησης βιβλίων, αρχείων και στοιχείων

136. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οφείλει να τηρεί έγγραφα, βιβλία, αρχεία και στοιχεία σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή για σκοπούς εξακρίβωσης της εισαγωγής, εξαγωγής, παραγωγής, μεταποίησης, κατοχής, παράδοσης ή παραλαβής των προϊόντων.

(2) Τα πιο πάνω έγγραφα, βιβλία και αρχεία φυλάττονται από το υπόχρεο προς τούτο πρόσωπο για επτά τουλάχιστο χρόνια μετά τη συμπλήρωση των πράξεων οι οποίες αναγράφονται σ’ αυτά, εκτός εάν ο Διευθυντής με σχετική ειδοποίηση προς τον ενδιαφερόμενο, ορίσει διαφορετικά.

(3) Ο τόπος φύλαξης, το είδος, ο τύπος, ο τρόπος τήρησης και ο χρόνος ενημέρωσης των εγγράφων, βιβλίων και αρχείων του εδαφίου (1), καθώς και οποιεσδήποτε άλλες λεπτομέρειες αναφορικά με το περιεχόμενο και τον έλεγχό τους, δύναται να καθορίζονται με γνωστοποίηση του Διευθυντή.

(4) Σε περίπτωση που το υπόχρεο για την τήρηση βιβλίων ή αρχείων πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή όρους της γνωστοποίησης εκδοθείσας δυνάμει του εδαφίου (3), είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες και σε πρόσθετη επιβάρυνση πενήντα λίρες για κάθε επόμενη ημέρα ή μέρος της ημέρας κατά την οποία εξακολουθεί η παράβαση.

Συνδρομή Αστυνομίας

137. Τηρουμένων των εκάστοτε οδηγιών του Διευθυντή τα μέλη της Κυπριακής Αστυνομίας, έχουν καθήκον όπως συνδράμουν στην εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας που εκάστοτε τελεί σε ισχύ και αφορά αρμοδιότητα που παραχωρήθηκε.

Έκδοση γνωστοποιήσεων

138. Ο Διευθυντής δύναται να εκδίδει γνωστοποιήσεις για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Εφαρμογή διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας

139. Οι διατάξεις τις εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής νομοθεσίας οι οποίες αφορούν παραχωρηθείσα στο Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων αρμοδιότητα ή οι οποίες ρυθμίζουν οποιοδήποτε ζήτημα σχετικό με τις εξουσίες του, ή οποιοδήποτε άλλο θέμα που σχετίζεται με την επιβολή, είσπραξη και καταβολή τελωνειακών δασμών, ισχύουν κατ’ αναλογία και εφαρμόζονται και για σκοπούς του παρόντος Νόμου εκτός εάν ο παρών Νόμος προβλέπει διαφορετικά.

Επιφυλάξεις, καταργήσεις και μεταβατικές διατάξεις

140. (1) Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καταργούνται εν όλω ή εν μέρει τα νομοθετήματα που εκτίθενται στο Έκτο Παράρτημα, τα οποία αφορούν ζητήματα που ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Οποιοδήποτε διάταγμα, κανονισμός, γνωστοποίηση, οδηγία, έντυπο ή άλλη πράξη η οποία ισχύει αμέσως πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου σύμφωνα με κάποια άλλη νομοθετική πράξη και η οποία αφορά τους φόρους κατανάλωσης, τυγχάνει εφαρμογής στην έκταση που δεν αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου μέχρι να ανακληθεί ή τροποποιηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ή τον Υπουργό ή το Διευθυντή ως αν είχε εκδοθεί, παρασχεθεί ή επιβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου

141. Ο παρών Νόμος ή οποιαδήποτε άρθρα ή διατάξεις του τίθενται σε εφαρμογή σε ημερομηνία που θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Σημείωση
152(1) του Ν.91(I)/2004Καταργήσεις

Ο περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμος του 2003 και οποιεσδήποτε διατάξεις αυτού καταργούνται.