4.-(1) Κάθε πρόσωπο που με δόλιο τρόπο κατασκευάζει παραχαραγμένο νόμισμα ή αλλοιώνει νόμισμα με πρόθεση να το προσφέρει σε άλλο, να το θέσει σε κυκλοφορία ή να το διαθέσει ως γνήσιο νόμισμα, είτε ο ίδιος είτε μέσω άλλου προσώπου, είναι ένοχο κακουργήματος.
(2) Κάθε πρόσωπο που, κατά παράβαση των αποκλειστικών δικαιωμάτων των αρμόδιων εκδοτικών αρχών ή κατά παράβαση των όρων και των προϋποθέσεων έκδοσης νομίσματος και χωρίς την εξουσιοδότηση των εκδοτικών αρχών, έχει κατασκευάσει ή προτίθεται να κατασκευάσει νόμισμα με τη χρήση νόμιμων εγκαταστάσεων ή υλικών, είναι ένοχο κακουργήματος.
(3) Κάθε πρόσωπο που κρίνεται ένοχο για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.