23.- (1) Το σύνολο του χρόνου των μελών της Αστυνομίας τελεί στη διάθεση της Δημοκρατίας, εκτός αν προβλέπεται, ρητά, διαφορετικά στους όρους του διορισμού τους.
(2) Μέλος της Αστυνομίας του οποίου το σύνολο του χρόνου τελεί στη διάθεση της Δημοκρατίας δεν επιτρέπεται να ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα ή επιτήδευμα ή να ασχολείται ή μετέχει σε οποιαδήποτε εργασία ή επιχείρηση:
(α) κρίνεται ότι αυτή δεν επηρεάζει την άρτια εκτέλεση των καθηκόντων του,
(β) εξασφαλίζεται προς τούτο η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και
(γ) χορηγείται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο για την παραχώρηση άδειας μερικής ιδιωτικής απασχόλησης στους δημόσιους υπαλλήλους:
(3) Κάθε μέλος της Αστυνομίας του οποίου μέλος της οικογένειας διατηρεί κατάστημα ή ασκεί εμπόριο ή προτίθεται να ανοίξει κατάστημα ή να ασκήσει εμπόριο οφείλει να δώσει γι’ αυτό γραπτή ειδοποίηση στον Αρχηγό.
Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού “μέλος της οικογένειας” σημαίνει σύζυγο με την οποία το μέλος της Αστυνομίας δε βρίσκεται σε διάσταση και τέκνο του μέλους της Αστυνομίας που διαμένει μαζί του.
(4)(α) Δεν επιτρέπεται σε μέλος της Αστυνομίας να-
(i) συμμετέχει στη διοίκηση οποιασδήποτε μη δημόσιας εταιρείας ή συνεταιρισμού ή άλλης επιχείρησης ιδιωτικής φύσης∙ και
(ii) κατέχει μετοχές, ή άλλο συμφέρον σε οποιαδήποτε μη δημόσια εταιρεία ή συνεταιρισμό ή άλλη επιχείρηση ιδιωτικής φύσης∙
εφόσον δεν έχει προηγουμένως εξασφαλίσει άδεια από τον Υπουργό, η οποία δύναται να χορηγηθεί κατόπιν σύστασης του Αρχηγού, με τέτοιους όρους όπως ήθελε καθορίσει ο Υπουργός, υπό την προϋπόθεση ότι η χορήγηση τέτοιας άδειας δεν είναι ασυμβίβαστη με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως μέλους της Αστυνομίας.
(β) Δεν επιτρέπεται σε μέλος της Αστυνομίας να συμμετέχει στη διοίκηση οποιασδήποτε δημόσιας εταιρείας.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (4), ο Υπουργός χορηγεί σε μέλος της Αστυνομίας άδεια, όπως αυτή προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου (α) αυτού, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όταν η χορήγησή της εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον∙
(β) όταν το συμφέρον του μέλους της Αστυνομίας στην εταιρεία, στον συνεταιρισμό ή στην επιχείρηση ιδιωτικής φύσης προήλθε από κληρονομική διαδοχή και η κατοχή των μετοχών δεν επηρεάζει το μέλος στην εκτέλεση των καθηκόντων του.
(6) Μέλος της Αστυνομίας δύναται να κατέχει μετοχές δημόσιων εταιρειών, ο αριθμός των οποίων δεν υπερβαίνει το ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου, το οποίο καθορίζει ο Υπουργός Οικονομικών, για ανάλογες περιπτώσεις, για τους δημόσιους υπαλλήλους της Δημοκρατίας:
(7) Κάθε μέλος της Αστυνομίας, μετά τον διορισμό του στην Αστυνομία και στη συνέχεια κάθε έτος, δηλώνει στον Αρχηγό τα στοιχεία οποιασδήποτε επένδυσης ή συμφέροντος τα οποία τυχόν έχει σε οποιαδήποτε εταιρεία ή συνεταιρισμό ή επιχείρηση ιδιωτικής φύσης, οι εργασίες της οποίας σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα καθήκοντά του.