ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Αστυνομίας Νόμος του 2004.

Ερμηνεία

2.- (1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενό του προκύπτει διαφορετική έννοια -

“άδεια” περιλαμβάνει συγκατάθεση, πιστοποιητικό ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που σχετίζεται με οποιοδήποτε αντικείμενο ή πράγμα·

“Ανώτερος Αξιωματικός” σημαίνει κάθε μέλος της Αστυνομίας βαθμού Αστυνόμου Β΄ και ανώτερου·

“Αξιωματικός” σημαίνει κάθε μέλος της Αστυνομίας βαθμού Ανώτερου Υπαστυνόμου και Υπαστυνόμου·

“Αρχηγός” σημαίνει τον Αρχηγό της Αστυνομίας·

“αστυνομική διαταγή” σημαίνει οποιαδήποτε διάταξη ή διαταγή που εκδίδεται από τον Αρχηγό για την ευταξία και τη χρηστή διοίκηση της Αστυνομίας και την καθοδήγηση των μελών της Αστυνομίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους·

“Αστυνομία” σημαίνει την προβλεπόμενη στο άρθρο 3 Αστυνομία Κύπρου και περιλαμβάνει τους τακτικούς ειδικούς αστυνομικούς και τους ειδικούς αστυνομικούς·

“Αστυνομία για τα Ζώα” σημαίνει το κλιμάκιο που συγκροτείται από μέλη της Αστυνομίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 28Α·

“αστυνομικός” σημαίνει μέλος της Αστυνομίας που κατέχει βαθμό του Αστυφύλακα·

“Αστυνομικός Διευθυντής” σημαίνει τον Ανώτερο Αξιωματικό, ο οποίος είναι υπεύθυνος Διεύθυνσης Επαρχίας και περιλαμβάνει οποιοδήποτε υπεύθυνο Διεύθυνσης και Τμήματος του Αρχηγείου και το Διευθυντή Μελετών.

“Αστυνόμος” σημαίνει Ανώτερο Αστυνόμο, Αστυνόμο Α΄ και Αστυνόμο Β΄·

“Βοηθός” σημαίνει Βοηθό Αρχηγού Αστυνομίας·

“δακτυλικό αποτύπωμα” περιλαμβάνει αποτύπωμα αντίχειρα, παλάμης και πέλματος·

“Διεύθυνση” και όλες οι συγγενείς εκφράσεις σημαίνει Αστυνομική Διεύθυνση·

“Δικαστήριο” σημαίνει Δικαστήριο αρμόδιας δικαιοδοσίας·

“Διοικητής Μονάδας” σημαίνει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας που ορίζεται από τον Αρχηγό ως Διοικητής στην Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου (Α.Α.Κ) ή στη Μηχανοκίνητη Μονάδα Άμεσης Δράσης (ΜΜΑΔ) ή στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΥΑΜ) ή στην Υπηρεσία Καταπολέμησης Ναρκωτικών (ΥΚΑΝ) ή στη Μονάδα Προεδρικής Φρουράς (ΜΠΦ) ή στη Λιμενική και Ναυτική Αστυνομία, (Λ.Ν.Α)·

“ειδικός αστυνομικός” σημαίνει το μέλος της Αστυνομίας που διορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 39 του παρόντος Νόμου·

“εξειδικευμένο μέλος της Αστυνομίας” σημαίνει τον κάτοχο θέσης των εδαφίων 35, 42 και 100 του Κεφαλαίου 13.03 – Αστυνομία,  του εκάστοτε εν ισχύ κρατικού προϋπολογισμού.

“Επαρχιακή Επιτροπή Ευημερίας των Ζώων” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «Επαρχιακή Επιτροπή» στις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμου·

“ζώα” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμου·

“Κανονισμοί” σημαίνει οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

“Κοινοτική Αστυνόμευση” σημαίνει το θεσμό της κοινοτικής αστυνόμευσης όπως αυτός προβλέπεται σε σχετική αστυνομική διαταγή που εκδίδεται δυνάμει των προνοιών του Κανονισμού 46 των περί Αστυνομίας (Γενικών) Κανονισμών·

“Λοχίας” περιλαμβάνει Αναπληρωτή Λοχία·

“μέλος της Αστυνομίας” σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο που διορίζεται με βάση τον παρόντα Νόμο·

“μέλος της Αστυνομίας για τα Ζώα” σημαίνει κάθε μέλος της Αστυνομίας που ορίζεται από τον Αρχηγό για την άσκηση καθηκόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου  28Α·

“μεταφορικό μέσο” σημαίνει οποιοδήποτε αεροσκάφος, ζώο, άμαξα, σκάφος, σιδηροδρομικό βαγόνι, ποδήλατο, μηχανοκίνητο όχημα οποιασδήποτε περιγραφής ή οποιοδήποτε άλλο όχημα που χρησιμοποιείται για το σκοπό μεταφοράς προσώπων ή αγαθών·

“πράξεις διαφθοράς” σημαίνει τα αδικήματα που προβλέπονται στον περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ποινικοποίηση της Διαφθοράς (Κυρωτικό) Νόμο, στον περί του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την ποινικοποίηση της Διαφθοράς (Κυρωτικό) Νόμο, στον περί Πρόληψης της Διαφθοράς Νόμο, στον περί Αθέμιτης Κτήσης Περιουσιακού Οφέλους από Αξιωματούχους και Λειτουργούς του Δημοσίου Νόμο, καθώς και τα αδικήματα που περιλαμβάνονται στον περί Ποινικού Κώδικα Νόμο, εναντίον της άσκησης νόμιμης εξουσίας, τα οποία εμπεριέχουν το στοιχείο του δεκασμού, ή της κατάχρησης εξουσίας ή εμπιστοσύνης ή εναντίον της άσκησης νόμιμης εξουσίας, και οποιαδήποτε άλλα αδικήματα που από τη φύση τους θα συνιστούσαν πράξη διαφθοράς·

“πράξεις εν δυνάμει διαφθοράς” σημαίνει καταχρηστικές ή αθέμιτες συμπεριφορές, ενέργειες, παραλείψεις ή πρακτικές, οι οποίες παραβιάζουν ή σκοπό έχουν να παραβιάσουν οποιαδήποτε νομική υποχρέωση, περιλαμβανομένης της κατάχρησης εξουσίας και περιλαμβάνει τη συγκάλυψη όλων ή οποιουδήποτε από τα ανωτέρω·

“Σταθμός” σημαίνει αστυνομικό σταθμό·

“συμβασιούχος ειδικός αστυνομικός” σημαίνει πρόσωπο που προσλαμβάνεται στην Αστυνομία δυνάμει των διατάξεων του Μέρους VIA∙

“συνδυασμένη θέση” σημαίνει δύο ή περισσότερες χωριστές θέσεις ή δύο ή περισσότερες τάξεις ή βαθμούς της ίδιας θέσης, οι οποίες έχουν ενιαίο τον ανώτατο αριθμό θέσεων.

“Συντεχνία” έχει την ίδια έννοια όπως στον περί Συντεχνιών Νόμο ή σε οποιοδήποτε Νόμο που τροποποιεί ή αντικαθιστά αυτόν·

“Υπαρχηγός” σημαίνει τον Υπαρχηγό Αστυνομίας·

“Υπαστυνόμος” σημαίνει μέλος της Αστυνομίας βαθμού Υπαστυνόμου και Ανώτερου Υπαστυνόμου·

“Υπεύθυνος Αστυνομίας” σημαίνει το μέλος της Αστυνομίας που διορίζεται από τον Αρχηγό ως υπεύθυνος Αστυνομίας σε οποιοδήποτε τόπο·

“Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας σημαίνει την υπηρεσία που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3 του περί Σύστασης και Λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας Νόμου·

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.

(2) Η περιοχή στην οποία ο αστυνομικός ορίζεται για υπηρεσία, είτε γενικά ή για ορισμένη περίοδο ωρών, θα είναι γνωστή ως «Τομέας Περιπολίας». Αριθμός τέτοιων τομέων ενωμένων για σκοπούς εποπτείας από Λοχία ή Αξιωματικό θα είναι γνωστός ως «Σταθμός». Αριθμός Σταθμών ενωμένων για σκοπούς εποπτείας από Αξιωματικό θα είναι γνωστός ως «Σύμπλεγμα». Αριθμός Συμπλεγμάτων ενωμένων για σκοπούς εποπτείας από Ανώτερο Αξιωματικό θα είναι γνωστός ως «Αστυνομική Διεύθυνση.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
Καθίδρυση Αστυνομίας Κύπρου

3. Στην Κυπριακή Δημοκρατία υφίσταται και λειτουργεί δύναμη ασφάλειας γνωστή ως Αστυνομία Κύπρου.

Εξουσίες Υπουργού

4. Ο Υπουργός φέρει την ευθύνη της εφαρμογής του Νόμου αυτού, έχει τη γενική εποπτεία της Αστυνομίας και εκδίδει προς την Αστυνομία τέτοιες οδηγίες αναφορικά με την εκτέλεση αρμοδιοτήτων που θα ήταν αναγκαίες χάριν του γενικού συμφέροντος της Δημοκρατίας.

Συγκρότηση Αστυνομίας

5.- (1) Η Αστυνομία συγκροτείται σύμφωνα με τις εκάστοτε εγκεκριμένες οργανικές θέσεις και διάρθρωση από τέτοια μέλη των ακόλουθων βαθμών όπως το Υπουργικό Συμβούλιο δυνατό να ορίζει, δηλαδή από τους-

Αρχηγό,

Υπαρχηγό,

Βοηθό Αρχηγό,

Ανώτερο Αστυνόμο,

Αστυνόμο Α΄,

Αστυνόμο Β΄,

Ανώτερο Υπαστυνόμο,

Υπαστυνόμο,

Λοχία,

Αστυφύλακα:

Νοείται ότι ο Αρχηγός δύναται, σε περιπτώσεις που καθορίζεται σε Κανονισμούς, να διορίσει μέλος της Αστυνομίας ως αναπληρωτή για χρονική περίοδο, που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια, νοουμένου ότι αυτό κατέχει τα προσόντα για προαγωγή στη θέση στην οποία διορίζεται να ενεργεί αναπληρωματικά:

Νοείται περαιτέρω ότι ο Αρχηγός δύναται πριν, κατά ή μετά τη λήξη της ως άνω αναφερόμενης χρονικής περιόδου των δύο (2) χρόνων και εφόσον οι λόγοι για τους οποίους διενεργήθηκε ο αναπληρωματικός διορισμός εξακολουθούν να υφίστανται, να παρατείνει τη χρονική διάρκεια του αναπληρωματικού διορισμού ή να επαναδιορίσει το ίδιο μέλος της Αστυνομίας, για να ενεργεί αναπληρωματικά στην ίδια θέση, για ακόμα μία μόνο φορά για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι η συνολική χρονική διάρκεια του αναπληρωματικού διορισμού στην ίδια θέση δεν υπερβαίνει για το ίδιο μέλος τα τέσσερα (4) χρόνια:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι ο αναπληρωματικός διορισμός ή η παράταση αναπληρωματικού διορισμού ή ο αναπληρωματικός επαναδιορισμός σε θέση βαθμού Ανώτερου Αξιωματικού διενεργείται μετά από έγκριση του Υπουργού.

(2) Ο Αρχηγός, ο Υπαρχηγός και οι Βοηθοί Αρχηγοί αποτελούν την Ανώτατη Ηγεσία της Αστυνομίας.

Εξουσίες της Αστυνομίας

6. Η Αστυνομία ασκεί τις εξουσίες της σε όλο τον εδαφικό χώρο της Δημοκρατίας για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης, τη διαφύλαξη της ειρήνης, την πρόληψη και εξιχνίαση του εγκλήματος και τη σύλληψη και δίωξη των παρανομούντων. Για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών τα μέλη της Αστυνομίας δικαιούνται να μεταφέρουν όπλα.

Καθήκοντα της Αστυνομίας σε καιρούς πολέμου ή έκτακτης ανάγκης

7. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, στην περίπτωση πολέμου ή άλλης έκτακτης ανάγκης, να αναθέτει στην Αστυνομία ή σε οποιοδήποτε τμήμα αυτής καθήκοντα σχετικά με την άμυνα της Δημοκρατίας και στη διάρκεια που ισχύει η ανάθεση αυτή τα μέλη της υπόκεινται στο στρατιωτικό νόμο.

Γενικές εξουσίες του Αρχηγού

8. Ο Αρχηγός, τηρουμένης οποιασδήποτε διαταγής ή οδηγίας από το Υπουργικό Συμβούλιο, έχει τη διοίκηση και διεύθυνση της Αστυνομίας και είναι υπόλογος στο Υπουργικό Συμβούλιο για την τήρηση του νόμου και της τάξης σε όλο τον εδαφικό χώρο της Δημοκρατίας, για την επαρκή διοίκηση και διακυβέρνηση της Αστυνομίας και για τη νόμιμη διάθεση όλων των δημοσίων χρημάτων που προορίζονται για την εξυπηρέτησή της.

Υπηρεσία στο εξωτερικό

8Α. (1) Ο Αρχηγός αφού εξασφαλίσει έγκριση από το Υπουργικό Συμβούλιο για να προβεί σε αριθμό αποσπάσεων στο εξωτερικό δύναται, λαμβανομένων υπόψη των προσωπικών καταστάσεων του επηρεαζομένου-

(α) να αποσπάσει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας σε οποιαδήποτε Πρεσβεία ή σε άλλη Διπλωματική Αποστολή της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, για την εκεί εκτέλεση οποιωνδήποτε ειδικών καθηκόντων.

(β) να διατάξει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας όπως μεταβεί στο εξωτερικό για να υπηρετήσει σε διεθνή οργανισμό ή σε οποιαδήποτε υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή για να λάβει μέρος σε ειρηνευτική αποστολή διεθνούς ή Ευρωπαϊκού Οργανισμού για σκοπούς εκπλήρωσης διεθνών υποχρεώσεων ή δεσμεύσεων της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, η χρονική περίοδος της υπηρεσίας μέλους σε οποιαδήποτε Πρεσβεία ή σε Διπλωματική Αποστολή ή άλλη αποστολή της Δημοκρατίας  στο εξωτερικό δεν δύναται να υπερβαίνει τη χρονική περίοδο υπηρεσίας μέλους της Εξωτερικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, όπως αυτή καθορίζεται στους περί Εξωτερικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας (Ειδικοί Εφημερίδα  Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς.

(2)  Όταν ο Αρχηγός προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια, δυνάμει του εδαφίου (1), εκδίδει ταυτόχρονα και σχετική διαταγή, στην οποία καθορίζει-

(α) τα καθήκοντα και τις εξουσίες που θα ασκούν τα μέλη της Αστυνομίας κατά την υπηρεσία τους στο εξωτερικό,

(β) οποιαδήποτε πρόσθετα επιδόματα ή άλλα ωφελήματα που θα χορηγούνται στα εν λόγω μέλη κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στο εξωτερικό, σύμφωνα με τα κατά καιρούς ισχύοντα στη δημόσια υπηρεσία,

(γ) τον οπλισμό, τα τεχνικά, μηχανικά ή άλλα μέσα που θα χρησιμοποιούν τα μέλη αυτά, κατά την υπηρεσία τους στο εξωτερικό.

(3) Τηρουμένων των εδαφίων (1) και (2), τα μέλη της Αστυνομίας που υπηρετούν στο εξωτερικό, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων αυτών, εξακολουθούν, καθ’ όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας αυτής, να υπάγονται διοικητικά στον Αρχηγό της Αστυνομίας και να υπόκεινται σε όλες τις διατάξεις του Νόμου και των Κανονισμών, που εκδίδονται με βάση αυτόν περιλαμβανομένων και των περί Αστυνομίας (Πειθαρχικών) Κανονισμών.

Τήρηση Αρχείου Προηγούμενων Καταδικών

9.  Ο Αρχηγός Αστυνομίας ή κατάλληλα εξουσιοδοτημένο από αυτόν μέλος της Αστυνομίας τηρεί Αρχείο Προηγούμενων Καταδικών για σκοπούς έκδοσης πιστοποιητικών ποινικού μητρώου ή παρουσίασης καταδικών ενώπιον αρμόδιου δικαστηρίου, στα πλαίσια ποινικής διαδικασίας, ή εκπλήρωσης υποχρεώσεων της Δημοκρατίας που προκύπτουν με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο, διεθνή σύμβαση ή ισχύοντα  νόμο στη Δημοκρατία.

Έκδοση πιστοποιητικών ποινικού μητρώου

10.- (1) Ο Αρχηγός ή κατάλληλα εξουσιοδοτημένο από αυτόν μέλος της Αστυνομίας εκδίδει, ύστερα από σχετική αίτηση αιτητή ή δεόντως εξουσιοδοτημένου από τον αιτητή προσώπου, αφού βεβαιωθεί ότι το μητρώο του αιτητή είναι λευκό, πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου-

(α) σε πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας ή

(β) σε αλλοδαπό που διαμένει νόμιμα στην Κύπρο για έξι τουλάχιστο μήνες ή

(γ)σε εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο ή άλλο πρόσωπο ή ένωση προσώπων με νομική προσωπικότητα.

(2) Ο Αρχηγός ή κατάλληλα εξουσιοδοτημένο από αυτόν μέλος της Αστυνομίας εκδίδει, ύστερα από σχετική αίτηση του αιτητή ή δεόντως εξουσιοδοτημένου από τον αιτητή προσώπου, πιστοποιητικό ποινικού μητρώου στο οποίο αναφέρονται οι καταδίκες που τον αφορούν-

(α) σε πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας ή

(β) σε αλλοδαπό που διαμένει νόμιμα στην Κύπρο για έξι τουλάχιστο μήνες ή

(γ) σε εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο ή άλλο πρόσωπο ή ένωση προσώπων με νομική προσωπικότητα.

(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου και του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, παρέχεται πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου και σε όσους έχουν καταδικαστεί για πρώτη φορά για αδίκημα για το οποίο τους επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης όχι μεγαλύτερη των τριών μηνών ή πρόστιμο όχι μεγαλύτερο των χιλίων λιρών.

(4) Ανεξάρτητα από την επιβληθείσα ποινή και νοουμένου ότι οι καταδίκες δεν έχουν αποκατασταθεί, σύμφωνα με τον περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμο, δεν εκδίδεται πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου αναφορικά με καταδίκη για τα ακόλουθα αδικήματα:

(α) Αδικήματα εναντίον της δημόσιας τάξεως (άρθρα 36-42, Κεφ. 154).

(β) Φόνο εκ προμελέτης και απόπειρα (άρθρο 203, Κεφ. 154).

(γ) Ανθρωποκτονία και απόπειρα (άρθρα 205, 209, 214, Κεφ. 154).

(δ) Αδικήματα κατά των ηθών (άρθρα 144-177, Κεφ. 154).

(ε) Ληστεία και απόπειρα (άρθρα 282-286, Κεφ. 154).

(στ) Διάρρηξη (άρθρα 291-296, Κεφ. 154).

(ζ) Κλοπή (άρθρα 255-272, Κεφ. 154).

(η) Εμπρησμό και απόπειρα (άρθρα 315-316, Κεφ. 154).

(θ) Οποιοδήποτε αδίκημα κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου.

(ι) Εκρηκτικές ύλες, εκτός από φυσίγγια [άρθρο 4(4), Κεφ. 54].

(ια) Εισαγωγή/ κατοχή/ μεταφορά/ χρήση απαγορευμένου τύπου πυροβόλου όπλου, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Πυροβόλων Όπλων Νόμου.

Υπαρχηγός

11. Ο Υπαρχηγός ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς, εκτελεί τα καθήκοντα που του κατανέμονται από τον Αρχηγό και ασκεί όλες τις αρμοδιότητες του Αρχηγού όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται να εκτελεί τα καθήκοντά του για οποιοδήποτε λόγο.

Διοίκηση της Αστυνομίας

12.- (1) Η διοίκηση της Αστυνομίας σε όλο τον εδαφικό χώρο της Δημοκρατίας ανατίθεται στον Αρχηγό, ο οποίος για το σκοπό αυτό δύναται να εκδίδει αστυνομικές διαταγές.

(2) Ο έλεγχος της αστυνομίας σε οποιοδήποτε τόπο ανατίθεται σε τέτοια μέλη της Αστυνομίας που δυνατό να διορίζονται από τον Αρχηγό, για να είναι υπεύθυνοι αυτού. Τέτοια μέλη είναι υπόλογα προς τον Αρχηγό και εκτελούν τις διαταγές του για όλα τα θέματα που αφορούν την πειθαρχία, την εσωτερική οικονομία και την εκπαίδευση των υφισταμένων αυτού μελών της Αστυνομίας.

(3) Ο Αρχηγός δύναται να απονέμει σε μέλη της Αστυνομίας ηθικές και υλικές αμοιβές, βραβεία, μετάλλια, κύπελλα και διαμνημονεύσεις, σύμφωνα με σχετικές αστυνομικές διαταγές.

Αστυνομικοί Κανονισμοί

13.- (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί, αφού λάβει υπόψη τη γνώμη του Αρχηγού, να εκδίδει από καιρό σε καιρό Κανονισμούς για την ευταξία, διοίκηση και διακυβέρνηση της Αστυνομίας, οι οποίοι κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση.

(2) Άνευ βλάβης της γενικότητας των εξουσιών που χορηγούνται δυνάμει του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί θα προνοούν για όλα ή για οποιαδήποτε από τα ακόλουθα ζητήματα:

(α) Τους όρους υπηρεσίας, περιλαμβανομένων των ωρών καθήκοντος·

(β) τα πειθαρχικά αδικήματα και την πειθαρχική διαδικασία·

(γ) [Διαγράφηκε]·

(δ) τη διαθεσιμότητα·

(ε) τη διαμονή και την καταβολή επιδόματος ενοικίου·

(στ) την καταβολή επιδομάτων·

(ζ) την άδεια απουσίας, περιλαμβανομένων των ημεραργιών και των δημόσιων αργιών·

(η) το ταμείο προστίμων και αμοιβών·

(θ) τους ειδικούς αστυνομικούς·

(ι) [Διαγράφηκε]·

(ια) τη χορήγηση ή στέρηση επιδόματος καλής διαγωγής ή ευδόκιμης υπηρεσίας·

(ιβ) τη στολή και εξάρτυση, περιλαμβανομένου οπλισμού·

(ιγ) την εκπαίδευση περιλαμβανομένης της εκγύμνασης·

(ιδ) την άδεια ασθένειας·

(ιε) τις γυναίκες αστυνομικούς·

(ιστ) τα προσωπικά αρχεία και ατομικά δελτία·

(ιζ) τη μίσθωση αστυνομικών υπηρεσιών·

(ιη) τους περιορισμούς σε δραστηριότητες μελών της Αστυνομίας·

(ιθ) την ευημερία·

(κ) τους αναπληρωματικούς διορισμούς μελών της Αστυνομίας·

(κα) την αξιολόγηση μελών της Αστυνομίας μέσω ετήσιων εμπιστευτικών εκθέσεων·

(κβ) την ηλικία και άλλα προσόντα για διορισμό·

(κγ) τον τύπο της αίτησης και το τέλος για έκδοση πιστοποιητικού ποινικού μητρώου, τον τύπο του πιστοποιητικού λευκού ποινικού μητρώου και του πιστοποιητικού ποινικού μητρώου:

Νοείται ότι, μέχρι την έκδοση Κανονισμών, ο τύπος της αίτησης για έκδοση ποινικού μητρώου είναι όπως καθορίζεται στον Πίνακα, Μέρος Ι, ο τύπος του πιστοποιητικού λευκού ποινικού μητρώου είναι όπως καθορίζεται στον Πίνακα, Μέρος ΙΙ και ο τύπος του πιστοποιητικού ποινικού μητρώου είναι όπως καθορίζεται στον Πίνακα, Μέρος ΙΙΙ:

Νοείται περαιτέρω ότι, μέχρι την έκδοση Κανονισμών, το τέλος της αίτησης για την έκδοση των πιο πάνω πιστοποιητικών είναι είκοσι ευρώ·

(κδ) τους όρους υπηρεσίας μελών της Αστυνομίας που υπηρετούν σε αποστολές ή με απόσπαση στο εξωτερικό·

(κε) την ασφαλιστική κάλυψη μελών της Αστυνομίας για εκτέλεση επικίνδυνης εργασίας·

(κστ) τη διεκπεραίωση τεχνικών, εκπαιδευτικών και επιστημονικών ζητημάτων που άπτονται των διαδικασιών αξιολόγησης των υποψηφίων για διορισμό.

(3) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου αυτού δύναται να προνοούν την επιβολή των πιο κάτω ποινών στα μέλη της Αστυνομίας τα οποία ήθελαν παραβεί τους Κανονισμούς αυτούς:

(α) Απόλυση·

(β) υποχρεωτική αφυπηρέτηση·

(γ) υποβιβασμό σε βαθμό ή τάξη·

(δ) κατακράτηση, διακοπή ή αναβολή ετήσιας προσαύξησης·

(ε) πειθαρχική μετάθεση για χρονική περίοδο ενός (1) μέχρι πέντε (5) ετών·

(στ) χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000)·

(ζ) αυστηρή επίπληξη·

(η) επίπληξη.

(4) Κανονισμοί οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύναται να προνοούν για την αναδρομική εφαρμογή όλων ή ορισμένων από τις πρόνοιες των Κανονισμών αυτών:

Νοείται ότι Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) και του εδαφίου (3) δεν δύναται να έχουν αναδρομική ισχύ:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση έκδοσης κανονισμών με αναδρομική ισχύ, αυτοί δεν εφαρμόζονται ούτε επηρεάζουν με οποιοδήποτε τρόπο πράξεις ή παραλείψεις, με την έννοια του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αναφορικά με τις οποίες είτε δεν έχει παρέλθει η προβλεπόμενη στο Άρθρο 146.3 του Συντάγματος προθεσμία κατά την ημέρα της δημοσίευσης των Κανονισμών αυτών είτε εκκρεμεί αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου είτε, σε περίπτωση πρωτόδικης ακύρωσης αυτών, δεν έχει παρέλθει η προθεσμία εφέσεως ή εκκρεμεί έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης.

Βιβλία, αρχεία και αναφορές από μέλη της Αστυνομίας

14. Κάθε μέλος της Αστυνομίας τηρεί τέτοια βιβλία και αρχεία και υποβάλλει τέτοιες αναφορές στον Αρχηγό, όπως ο Αρχηγός δύναται από καιρό σε καιρό να ορίζει.

Αποθήκες και δημόσια χρήματα

15. Κάθε μέλος της Αστυνομίας είναι υπεύθυνο για όλες τις δημόσιες αποθήκες και δημόσια χρήματα που δίδονται σε αυτό ή που τελούν υπό τη φροντίδα του και λογοδοτεί για αυτά στον Αρχηγό.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΙ, ΕΓΓΡΑΦΗ, ΠΡΟΑΓΩΓΕΣ, ΟΡΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΣΗ
Προαγωγές κ.λπ. Ανώτερων Αξιωματικών της Αστυνομίας

16.- (1) Τηρουμένων των επόμενων διατάξεων, οι Ανώτεροι Αξιωματικοί προάγονται και απολύονται από τον Υπουργό, κατόπιν σύστασης του Αρχηγού.

(2) (α) Για το σκοπό υποβολής της σύστασής του, ο Αρχηγός αξιολογεί τους υποψηφίους για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Αξιωματικού και αποστέλλει δεόντως αιτιολογημένη έκθεση για κάθε έναν από αυτούς στον Υπουργό, η οποία περιέχει επίσης κατά αλφαβητική σειρά τα ονόματα των προσώπων που συστήνονται για προαγωγή:

Νοείται ότι για κάθε κενή θέση συστήνονται όχι λιγότεροι από τέσσερις, εφόσον υπάρχουν κατάλληλα πρόσωπα για τέτοια σύσταση.

(β) Ο Αρχηγός ενεργώντας σύμφωνα με την παράγραφο (α) λαμβάνει υπόψη την αξιολόγηση των υποψηφίων που διενεργείται από Επιτροπή, η οποία συστήνεται για το σκοπό αυτό και η οποία, αφού αξιολογήσει τους υποψηφίους με βάση την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, συντάσσει αιτιολογημένη έκθεση για κάθε υποψήφιο για προαγωγή και την παραδίδει στον Αρχηγό.

(3) Ο Υπουργός προβαίνει στην προαγωγή των υποψηφίων που συστήνονται από τον Αρχηγό με δεόντως αιτιολογημένη απόφασή του.

(4) Οι όροι και η διαδικασία προαγωγής και απόλυσης των Ανώτερων Αξιωματικών προβλέπονται με Κανονισμούς που εκδίδονται, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, από το Υπουργικό Συμβούλιο, εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, δυνάμει του άρθρου αυτού, και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(5) [Διαγράφηκε]

Διορισμοί κ.λπ. μελών της Αστυνομίας μέχρι και του βαθμού του Ανώτερου Υπαστυνόμου

17.- (1) Τα μέλη της Αστυνομίας μέχρι και του βαθμού του Ανώτερου Υπαστυνόμου διορίζονται, εγγράφονται, προάγονται και απολύονται από τον Αρχηγό με την έγκριση του Υπουργού:

Νοείται ότι, για την προαγωγή μέλους της Αστυνομίας στο βαθμό του Υπαστυνόμου αποτελεί προϋπόθεση η επιτυχία του στην εκπαίδευση που καθορίζεται στους περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμούς.

(2) (α) Οι όροι και η διαδικασία διορισμού, εγγραφής, προαγωγής, υπηρεσίας και απόλυσης μελών της Αστυνομίας μέχρι και το βαθμό Ανώτερου Υπαστυνόμου προβλέπονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, οι οποίοι εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται μετά την έγκρισή τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(β) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου αυτού κατοχυρώνουν και διασφαλίζουν κατά τις προσλήψεις στην Αστυνομία τη δίκαιη μεταχείριση όλων των υποψηφίων, ώστε να εκλέγονται οι άξιοι, τηρουμένων των γενικών αρχών της ισότητας.

(3) (α)  Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (2), πριν από κάθε προαγωγή στη θέση Λοχία, Υπαστυνόμου, ή Ανώτερου Υπαστυνόμου, ο Αρχηγός-

(i) ζητά τη συμβουλή του Συμβουλίου Κρίσης που συστήνεται για το σκοπό αυτό.

(ii) δύναται, μετά από έγκριση του Υπουργού, να αποφασίσει τη διεξαγωγή γραπτής εξέτασης και σε τέτοια περίπτωση, το Συμβούλιο Κρίσης αναθέτει τη διενέργειά τους σε ανεξάρτητη επιτροπή που συστήνεται για το σκοπό αυτό, όπως καθορίζεται σε κανονισμούς.

(β) Το Συμβούλιο Κρίσης λαμβάνει υπόψη του την αξιολόγηση των υποψηφίων που διενεργείται από την Επιτροπή Αξιολόγησης, η οποία συστήνεται για το σκοπό αυτό, και η οποία αξιολογεί τους υποψηφίους με βάση την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, όπως καθορίζεται σε κανονισμούς.

(γ) Οι ενστάσεις των υποψηφίων για την αξιολόγησή τους από την Επιτροπή Αξιολόγησης εξετάζονται από την Επιτροπή Εξέτασης Ενστάσεων που συστήνεται για το σκοπό αυτό, όπως καθορίζεται σε κανονισμούς.

(4) Το Συμβούλιο Κρίσης καταρτίζει κατ’ έτος Πίνακες, οι οποίοι περιέχουν τα ονόματα όλων όσοι συστήνονται για προαγωγή κατά σειρά επιτυχίας. Σε περίπτωση που ο Πίνακας των συστημένων για προαγωγή εξαντληθεί και υπάρχουν ακόμα κενές θέσεις, η διαδικασία καταρτισμού του Πίνακα αρχίζει εκ νέου.

(5) Ο Αρχηγός προβαίνει στην επιλογή όλων όσοι θα προαχθούν από τους Πίνακες που καταρτίζονται από το Συμβούλιο Κρίσης:

Νοείται ότι σε περίπτωση μη τήρησης της κατάταξης κατά σειρά επιτυχίας υποψηφίου στους Πίνακες, απαιτείται ειδική αιτιολογία του Αρχηγού.

(6) Οι Πίνακες που καταρτίζονται κατ’έτος από το Συμβούλιο Κρίσης ισχύουν μέχρι τη σύνταξη κατά το ερχόμενο έτος νέων Πινάκων από το Συμβούλιο Κρίσης.

(7) Η σύσταση, οι αρμοδιότητες, η διαδικασία και οι μέθοδοι ενεργείας του Συμβουλίου Κρίσης καθορίζονται με Κανονισμούς, που εκδίδονται, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, από το Υπουργικό Συμβούλιο, εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται, μετά την έγκρισή τους, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Οι Κανονισμοί αυτοί δύνανται επίσης να προνοούν για τη σύσταση, τις αρμοδιότητες, τη διαδικασία και τις μεθόδους ενεργείας της Επιτροπής Αξιολόγησης των υποψηφίων για προαγωγή.

(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ο Αρχηγός δύναται, με την έγκριση του Υπουργού, να προβαίνει σε προαγωγή μέλους της Αστυνομίας:

(α) επ’ ανδραγαθία·

(β) αν το μέλος αποδεδειγμένα έχει επιδείξει ιδιαίτερα αξιόλογο ενδιαφέρον, ζήλο και αφοσίωση προς την υπηρεσία πέραν του συνήθους κατά τα τελευταία πέντε χρόνια της υπηρεσίας του:

Νοείται ότι η διαδικασία προαγωγών βάσει του παρόντος εδαφίου καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, από το Υπουργικό Συμβούλιο και εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων:

Νοείται περαιτέρω ότι ο αριθμός των μελών της Αστυνομίας που προάγονται δυνάμει της υποπαραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, δεν υπερβαίνει το 5% των θέσεων που υπάρχουν για πλήρωση κάθε χρόνο.

(9) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ο Αρχηγός δύναται, με την έγκριση του Υπουργού, να προβαίνει-

(α) Σε διορισμό στο βαθμό Αστυφύλακα, ειδικού ή τακτικού ειδικού αστυνομικού, ο οποίος έπεσε υπέρ πατρίδος ή έχασε τη ζωή του ή αγνοείται από πράξη ανδραγαθίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του·

(β) σε προαγωγή στο βαθμό Λοχία, ειδικού ή τακτικού ειδικού αστυνομικού, αμέσως μετά το διορισμό του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α):

Νοείται ότι προαγωγή που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου δεν συνεπάγεται οποιαδήποτε πρόσθετα συνταξιοδοτικά ωφελήματα·

(γ) σε διορισμό στο βαθμό Αστυφύλακα, ειδικού ή τακτικού ειδικού αστυνομικού, ο οποίος υπέστη επικίνδυνη σωματική βλάβη που εξέθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του ή αποδεδειγμένα αντιμετώπισε σοβαρά το ενδεχόμενο να υποστεί σωματική βλάβη που δυνατό να έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του από πράξη ανδραγαθίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του·

(δ) σε προαγωγή στο βαθμό Λοχία, ειδικού ή τακτικού ειδικού αστυνομικού, αμέσως μετά το διορισμό του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ):

Νοείται ότι, ειδικός ή τακτικός ειδικός αστυνομικός, ο οποίος έπεσε  υπέρ πατρίδος ή έχασε τη ζωή του ή αγνοείται από πράξη ανδραγαθίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του προασπιζόμενος τη δημοκρατία  και τη συνταγματική τάξη, ή την ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της  Δημοκρατίας πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των διατάξεων του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2019 και ο οποίος δεν  έχει μέχρι την ημερομηνία αυτή διοριστεί στο βαθμό Αστυφύλακα ή προαχθεί στο βαθμό Λοχία, δύναται να διοριστεί και να προαχθεί βάσει των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) ανωτέρω, μετά την εν λόγω ημερομηνία, χωρίς οποιοδήποτε χρονικό περιορισμό:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο διορισμός ή/και η προαγωγή που διενεργείται βάσει των διατάξεων των παραγράφων (γ) και (δ), διενεργούνται χωρίς καθυστέρηση και, εν πάση περιπτώσει, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία εκτελέστηκε η πράξη ανδραγαθίας:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι διορισμοί ή/και οι προαγωγές που διενεργούνται δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ) και (δ), δυνατόν να αφορούν πράξεις ανδραγαθίας που εκτελέστηκαν μέχρι δώδεκα (12) μήνες πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των διατάξεων του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2019 και, στην περίπτωση αυτή, ο διορισμός ή/και η προαγωγή διενεργείται εντός δύο (2) μηνών από την εν λόγω ημερομηνία και τίθεται σε ισχύ αναδρομικά, το αργότερο δύο (2) μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία εκτελέστηκε η πράξη ανδραγαθίας:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, η διαδικασία διενέργειας διορισμού και προαγωγής βάσει των παραγράφων (γ) και (δ), καθορίζεται με Κανονισμούς που εκδίδονται, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, από το Υπουργικό Συμβούλιο και εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(10) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (2), πριν από κάθε πρόσληψη στην Αστυνομία, ο Αρχηγός ζητά τη συμβουλή του Συμβουλίου Προσλήψεων που συστήνεται για το σκοπό αυτό, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες του οποίου καθορίζονται με Κανονισμούς που εκδίδονται, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, από το Υπουργικό Συμβούλιο και εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(11) (α)Το Συμβούλιο Προσλήψεων, που συστήνεται δυνάμει του εδαφίου (10), για το σκοπό της πρόσληψης αστυνομικών ή ειδικών αστυνομικών, ανάλογα με την περίπτωση, καταρτίζει Πίνακα Διοριστέων, όπου αναγράφονται οι υποψήφιοι κατά σειράν επιτυχίας όπως καθορίζεται σε κανονισμούς.

(β) Ο Πίνακας Διοριστέων που καταρτίζεται από το Συμβούλιο Προσλήψεων χρησιμοποιείται για την πλήρωση των θέσεων που είναι κενές κατά την ημερομηνία καταρτισμού του και για θέσεις που θα κενωθούν στο διάστημα ενός έτους από την ημερομηνία αυτή.  Σε περίπτωση που όλοι οι υποψήφιοι που περιλαμβάνονται στον Πίνακα Διοριστέων διοριστούν ή διαγραφούν λόγω της μη αποδοχής από αυτούς διορισμού σε θέση που τους προσφέρθηκε και υπάρχουν ακόμα κενές θέσεις, η διαδικασία καταρτισμού του Πίνακα Διοριστέων αρχίζει εκ νέου:

Νοείται ότι, ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε διατάξεις του περί Αξιολόγησης Υποψηφίων για Διορισμό στη Δημόσια Υπηρεσία Νόμου ή του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτών, ο τελευταίος Πίνακας Διοριστέων, ο οποίος κατά την ημερομηνία έναρξης του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2012 χρησιμοποιείται για την πλήρωση κενών θέσεων, θα συνεχίσει να χρησιμοποιείται τόσο για την πλήρωση των θέσεων που είναι κενές κατά την ημερομηνία αυτή όσο και για θέσεις που θα κενωθούν στο διάστημα ενός έτους από την ημερομηνία που θα συμπληρωθεί ένα έτος από την ημερομηνία καταρτισμού του:

Νοείται περαιτέρω ότι ο πρώτος Πίνακας Διοριστέων που θα καταρτιστεί μετά την ημερομηνία έναρξης του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2012 θα χρησιμοποιηθεί για την πλήρωση των θέσεων που θα παραμείνουν κενές μετά την εξάντληση του Πίνακα ο οποίος αναφέρεται στην πιο πάνω επιφύλαξη και για τις θέσεις που θα κενωθούν στο διάστημα δύο ετών από την ημερομηνία του καταρτισμού του εν λόγω πρώτου Πίνακα.

Διορισμοί, προαγωγές κ.λπ. εξειδικευμένων μελών της Αστυνομίας

17Α. (1) Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου και τηρουμένων των λοιπών διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Αρχηγός δύναται ύστερα από έγκριση του Υπουργού, να διορίζει ως εξειδικευμένο μέλος της Αστυνομίας στη συνδυασμένη θέση Αστυφύλακα, Λοχία, Υπαστυνόμου, Ανώτερου Υπαστυνόμου και Αστυνόμου Β’, όπως αυτή προβλέπεται στον εκάστοτε εν ισχύ κρατικό προϋπολογισμό, πρόσωπο, το οποίο κατέχει αναγνωρισμένο με βάση την κειμένη νομοθεσία πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή άλλο ισοδύναμο προσόν συναφές προς τα  καθήκοντα της συνδυασμένης θέσης, όπως αυτά θα καθορίζονται κατά την προκήρυξή της:

Νοείται ότι:

(α) ο διορισμός προσώπου που είναι κάτοχος πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή άλλου ισοδύναμου προσόντος, περιλαμβανομένης σε ισχύ επαγγελματικής άδειας χειριστή, ηλεκτρολόγου, μηχανικού ή ηλεκτρονικού πτητικών μέσων, ανάλογα με την περίπτωση,  διενεργείται στο βαθμό του Λοχία,

(β) στις περιπτώσεις ειδικοτήτων, ο διορισμός προσώπου που είναι κατάλληλο και κατέχει αναγνωρισμένο με βάση την κειμένη νομοθεσία δίπλωμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή τριετούς μεταλυκειακού κύκλου σπουδών, διενεργείται στο βαθμό του Αστυφύλακα,

(γ) σε περίπτωση που μέλος της Αστυνομίας που φέρει το βαθμό του Λοχία ή ανώτερο βαθμό διορίζεται ως εξειδικευμένο μέλος της Αστυνομίας σε συνδυασμένη θέση, εντάσσεται στο βαθμό της συνδυασμένης θέσης που αντιστοιχεί στο βαθμό  που κατείχε πριν το διορισμό του ως εξειδικευμένο μέλος της Αστυνομίας. και

(δ) στις περιπτώσεις των ειδικοτήτων χειριστών πτητικών μέσων, μηχανικών πτητικών μέσων, ηλεκτρονικών μηχανικών πτητικών μέσων, κυβερνητών αστυνομικών ακάτων, ηλεκτρολόγων αστυνομικών ακάτων, ηλεκτρονικών αστυνομικών ακάτων, μηχανολόγων μηχανικών αστυνομικών ακάτων, οι υποψήφιοι για διορισμό πρέπει να μην έχουν συμπληρώσει το τεσσαρακοστό (40ο) έτος της ηλικίας τους, εκτός εάν οι υποψήφιοι υπηρετούν ήδη στην Αστυνομία και εκτελούν τα καθήκοντα της κενής προς πλήρωση θέσης, όπως αυτά καθορίζονται κατά την προκήρυξή της:

Νοείται περαιτέρω ότι έγκυρη και σε ισχύ επαγγελματική άδεια χειριστή, μηχανικού, ηλεκτρολόγου ή ηλεκτρονικού πτητικών μέσων θεωρείται μόνον η άδεια που έχει νόμιμα εκδοθεί ή ανανεωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες πολιτικής αεροπορίας της χώρας έκδοσης, εφόσον η εν λόγω χώρα είναι μέλος του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας και η εν λόγω άδεια τυγχάνει αναγνώρισης από το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας της Δημοκρατίας.

(2) Για σκοπούς διορισμού δυνάμει της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:

(α) Πριν από την προκήρυξη της θέσης, ο Αρχηγός, με την έγκριση του Υπουργού, διορίζει Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής, αποτελούμενη από ένα Βοηθό Αρχηγό, ως πρόεδρο, τρεις Ανώτερους Αξιωματικούς και ένα μέλος της δημόσιας υπηρεσίας που κατέχει θέση με μισθολογική κλίμακα Α13 ή ανώτερη, με εξειδικευμένες γνώσεις στον τομέα που πρόκειται να απασχοληθεί ο υποψήφιος για διορισμό:              Νοείται ότι το μέλος της δημόσιας υπηρεσίας διορίζεται από τον Υπουργό μετά από συνεννόηση με την αρμοδία αρχή του διοριζόμενου μέλους.

(β) Ο Αρχηγός, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, προβαίνει σε προκήρυξη της θέσης με δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, στην οποία αναφέρονται τα απαιτούμενα προσόντα, οι προϋποθέσεις διορισμού  και τα καθήκοντα της θέσης, καθώς και η προθεσμία υποβολής αιτήσεων:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κένωσης θέσης, λόγω αφυπηρέτησης του κατόχου της, η προκήρυξη της θέσης αυτής μπορεί να γίνει οποτεδήποτε μέσα σε χρονική περίοδο έξι μηνών πριν από την κένωσή της.

(γ) Η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής, αφού αξιολογήσει τις αιτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει της προηγούμενης παραγράφου, καλεί τους υποψηφίους που ικανοποιούν τα απαιτούμενα στην προκήρυξη προσόντα σε προφορική ή/και γραπτή εξέταση σε θέματα συναφή με τα  καθήκοντα της  θέσης.

(δ) Η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής μετά την ολοκλήρωση της προφορικής και/ή γραπτής εξέτασης, ανάλογα με την περίπτωση, υποβάλλει αιτιολογημένη έκθεση για κάθε υποψήφιο στον Αρχηγό, ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου.

(2Α)(α) Τα εξειδικευμένα μέλη της Αστυνομίας κατατάσσονται, με βάση τα ακαδημαϊκά τους προσόντα ή την ειδικότητα την οποία κατέχουν, σε κατηγορίες/ομάδες, όπως αυτές προβλέπονται στον εκάστοτε εν ισχύι κρατικό προϋπολογισμό.

(β) Για κάθε μία από τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) κατηγορίες/ομάδες προβλέπονται στον εκάστοτε εν ισχύι κρατικό προϋπολογισμό θέσεις προαγωγής σε Αστυνόμο Α΄, οι οποίες δύναται να πληρωθούν μόνο από μέλος το οποίο ανήκει στην αντίστοιχη κατηγορία/ομάδα και υπηρετεί στον βαθμό Αστυνόμου Β΄.

(3) (α) Η προαγωγή εξειδικευμένου μέλους της Αστυνομίας στους βαθμούς της συνδυασμένης θέσης Αστυφύλακα, Λοχία, Υπαστυνόμου, Ανώτερου Υπαστυνόμου και Αστυνόμου Β΄ διενεργείται από τον Αρχηγό με έγκριση του Υπουργού, εκτός αν με αιτιολογημένη απόφασή του θεωρήσει ότι αυτό είναι ακατάλληλο να ανταποκριθεί στα καθήκοντα του επόμενου βαθμού.  Η προαγωγή εξειδικευμένου μέλους της Αστυνομίας στο βαθμό του Αστυνόμου Α΄ διενεργείται από τον Υπουργό με σύσταση του Αρχηγού.

(β) Οι όροι και διαδικασία προαγωγής των εξειδικευμένων μελών της Αστυνομίας στους βαθμούς της συνδυασμένης θέσης Αστυφύλακα, Λοχία, Υπαστυνόμου, Ανώτερου Υπαστυνόμου και Αστυνόμου Β΄ και προαγωγής στο βαθμό του Αστυνόμου Α΄ προβλέπονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, αφού ληφθεί υπόψη η γνώμη του Αρχηγού, οι οποίοι εγκρίνονται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Υπεράριθμες προαγωγές

18.- (1) Ο Υπουργός μπορεί, ύστερα από σύσταση του Αρχηγού, να προβεί σε υπεράριθμη προαγωγή σε θέση Ανώτερου Αξιωματικού, όταν η κενή θέση ανώτερου βαθμού δεν μπορεί να πληρωθεί λόγω μη υπάρξεως προσοντούχου υποψηφίου:

Νοείται ότι ο Αρχηγός δύναται να μη συστήσει την πλήρωση κενής θέσης με υπεράριθμη προαγωγή στις περιπτώσεις που κρίνει σύμφωνα με τους σχετικούς Κανονισμούς, ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι με βάση τους οποίους δεν είναι αναγκαία η συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου υπηρεσίας στον κατώτερο βαθμό.

(2) Ο Αρχηγός μπορεί, με την έγκριση του Υπουργού, να προβεί σε υπεράριθμη προαγωγή σε θέση μέχρι και το βαθμό Ανώτερου Υπαστυνόμου, όταν η κενή θέση ανώτερου βαθμού δεν μπορεί να πληρωθεί λόγω μη υπάρξεως προσοντούχου υποψηφίου.

(3) Κάθε υπεράριθμη προαγωγή γίνεται σε προσωρινή βάση και ισχύει για όσο χρονικό διάστημα παραμένει κενή η θέση ανώτερου βαθμού. Με την πλήρωση της θέσης ανώτερου βαθμού, το πρόσωπο που προήχθη στην κατώτερη θέση με υπεράριθμη προαγωγή καταλαμβάνει την οργανική θέση του βαθμού χωρίς οποιαδήποτε άλλη διαδικασία.

Αποκατάσταση μελών της Αστυνομίας των οποίων η προαγωγή ακυρώθηκε

19. (1) Σε περίπτωση κατά την οποία η προαγωγή μέλους της αστυνομίας ακυρώνεται, ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, ο Αρχηγός, με την έγκριση του Υπουργού στις περιπτώσεις μελών της Αστυνομίας μέχρι και του βαθμού Ανώτερου Υπαστυνόμου και ο Υπουργός, ύστερα από σύσταση του Αρχηγού στις περιπτώσεις Ανώτερων Αξιωματικών, μπορεί, αν κατά την επανεξέταση δεν αποφασίσει την εκ νέου προαγωγή του στο βαθμό αυτό και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στο εδάφιο (2), να αποφασίσει την προαγωγή ή την υπεράριθμη προαγωγή του, ανεξάρτητα με το αν υπάρχει ή όχι κενή θέση, σε θέση στην οποία κατά πάσα λογική πιθανότητα θα προαγόταν, αν δε γινόταν η προαγωγή του που ακυρώθηκε.

(2) Η δυνάμει του εδαφίου (1) εξουσία του Αρχηγού ή του Υπουργού, αναλόγως της περιπτώσεως, ασκείται μόνο όταν αυτοί, αφού λάβουν υπόψη όλα τα στοιχεία που αφορούν το μέλος της Αστυνομίας, περιλαμβανομένων των στοιχείων της Επιτροπής Αξιολόγησης και του Συμβουλίου Κρίσης, καθώς και του αριθμού των κενών θέσεων οι οποίες πληρώθηκαν κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της απόφασής του και της ακύρωσης αυτής, πεισθούν ότι επηρεάστηκε πράγματι η σταδιοδρομία του μέλους της Αστυνομίας.

(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου, όταν αποφασίζεται η υπεράριθμη προαγωγή ενός μέλους της Αστυνομίας, δυνάμει του εδαφίου (1), το μέλος της Αστυνομίας υπηρετεί στο βαθμό αυτό έχοντας όλα τα δικαιώματα και ωφελήματα του βαθμού, μέχρις ότου υπάρξει κενή θέση με τον ίδιο βαθμό, οπότε το μέλος της Αστυνομίας την καταλαμβάνει με προαγωγή σ’ αυτή.

Απολαβές και ωφελήματα αφυπηρέτησης

20. (1) Οι απολαβές μέλους της Αστυνομίας περιλαμβάνουν το μισθό του και τα εκάστοτε καθορισμένα επιδόματα.

(2) Τα ωφελήματα αφυπηρέτησης μέλους της Αστυνομίας είναι αυτά που καθορίζονται στον περί Συντάξεων Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο Νόμο που τον τροποποιεί ή τον αντικαθιστά και σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

Διαβεβαίωση

21. Κάθε μέλος της Αστυνομίας κατά την εγγραφή ή την επανεγγραφή του δίνει και υπογράφει ενώπιον του Αρχηγού ή εκπροσώπου του, την ακόλουθη διαβεβαίωση:

“Διαβεβαιώ επισήμως πίστιν και σεβασμόν εις το Σύνταγμα και τους συνάδοντας αυτώ νόμους και εις την διατήρησιν της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητος της Δημοκρατίας της Κύπρου”:

Νοείται ότι ο Αρχηγός και ο Υπαρχηγός δίδουν και υπογράφουν την πιο πάνω διαβεβαίωση ενώπιον του Υπουργού.

Οπλισμός και εξαρτύσεις παραδίδονται, όταν μέλος παύσει να ανήκει στην Αστυνομία

22.- (1) Μέλος της Αστυνομίας που παύει να ανήκει στην Αστυνομία ή που παύει να βρίσκεται σε ενεργό υπηρεσία, παραδίδει αμέσως στο πρόσωπο που διορίζεται από τον Αρχηγό για το σκοπό αυτό ή στον προϊστάμενο του μέρους στο οποίο το μέλος στάθμευσε τελευταίως όλο τον οπλισμό, τα πυρομαχικά, τις εξαρτύσεις, τη στολή και τα άλλα εφόδια με τα οποία εφοδιάστηκε και που αποτελούν περιουσία της κυβέρνησης.

(2) Μέλος της Αστυνομίας το οποίο, ενώ έπαυσε να ανήκει στην Αστυνομία ή έπαυσε να βρίσκεται σε ενεργό υπηρεσία, παραλείπει να παραδώσει τον οπλισμό, τα πυρομαχικά, τις εξαρτύσεις, της στολή ή τα άλλα εφόδια, όπως απαιτείται από το άρθρο αυτό, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει ένταλμα έρευνας και κατάσχεσης όλου του οπλισμού, των πυρομαχικών, των εξαρτύσεων, της στολής και των άλλων εφοδίων τα οποία δεν παραδόθηκαν με τον τρόπο αυτό.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Ιδιωτική απασχόληση

23.- (1) Το σύνολο του χρόνου των μελών της Αστυνομίας τελεί στη διάθεση της Δημοκρατίας, εκτός αν προβλέπεται, ρητά, διαφορετικά στους όρους του διορισμού τους.

(2) Μέλος της Αστυνομίας του οποίου το σύνολο του χρόνου τελεί στη διάθεση της Δημοκρατίας δεν επιτρέπεται να ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα ή επιτήδευμα ή να ασχολείται ή μετέχει σε οποιαδήποτε εργασία ή επιχείρηση:

Νοείται ότι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και με τη σύσταση του Αρχηγού, ο Υπουργός δύναται να χορηγήσει άδεια σε μέλος της Αστυνομίας για μερική ιδιωτική απασχόληση ή πρόσληψη, εφόσον-

(α) κρίνεται ότι αυτή δεν επηρεάζει την άρτια εκτέλεση των καθηκόντων του,

(β) εξασφαλίζεται προς τούτο η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και

(γ) χορηγείται σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο για την παραχώρηση άδειας μερικής ιδιωτικής απασχόλησης στους δημόσιους υπαλλήλους:

Νοείται περαιτέρω ότι κάθε τέτοια άδεια δυνατό να υπόκειται στον όρο ότι το σύνολο ή οποιοδήποτε μέρος κάθε αμοιβής πληρωτέας σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια απασχόληση ή πρόσληψη θα καταβάλλεται στο δημόσιο ταμείο.

(3) Κάθε μέλος της Αστυνομίας του οποίου μέλος της οικογένειας διατηρεί κατάστημα ή ασκεί εμπόριο ή προτίθεται να ανοίξει κατάστημα ή να ασκήσει εμπόριο οφείλει να δώσει γι’ αυτό γραπτή ειδοποίηση στον Αρχηγό.

Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού “μέλος της οικογένειας” σημαίνει σύζυγο με την οποία το μέλος της Αστυνομίας δε βρίσκεται σε διάσταση και τέκνο του μέλους της Αστυνομίας που διαμένει μαζί του.

(4)(α) Δεν επιτρέπεται σε μέλος της Αστυνομίας να-

(i) συμμετέχει στη διοίκηση οποιασδήποτε μη δημόσιας εταιρείας ή συνεταιρισμού ή άλλης επιχείρησης ιδιωτικής φύσης∙ και

(ii) κατέχει μετοχές, ή άλλο συμφέρον σε οποιαδήποτε μη δημόσια εταιρεία ή συνεταιρισμό ή άλλη επιχείρηση ιδιωτικής φύσης∙

εφόσον δεν έχει προηγουμένως εξασφαλίσει άδεια από τον Υπουργό, η οποία δύναται να χορηγηθεί κατόπιν σύστασης του Αρχηγού, με τέτοιους όρους όπως ήθελε καθορίσει ο Υπουργός, υπό την προϋπόθεση ότι η χορήγηση τέτοιας άδειας δεν είναι ασυμβίβαστη με την εκτέλεση των καθηκόντων του ως μέλους της Αστυνομίας.

(β) Δεν επιτρέπεται σε μέλος της Αστυνομίας να συμμετέχει στη διοίκηση οποιασδήποτε δημόσιας εταιρείας.

(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (4), ο Υπουργός χορηγεί σε μέλος της Αστυνομίας άδεια, όπως αυτή προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου (α) αυτού, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όταν η χορήγησή της εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον∙

(β) όταν το συμφέρον του μέλους της Αστυνομίας στην εταιρεία, στον συνεταιρισμό ή στην επιχείρηση ιδιωτικής φύσης προήλθε από κληρονομική διαδοχή και η κατοχή των μετοχών δεν επηρεάζει το μέλος στην εκτέλεση των καθηκόντων του.

(6) Μέλος της Αστυνομίας δύναται να κατέχει μετοχές δημόσιων εταιρειών, ο αριθμός των οποίων δεν υπερβαίνει το ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου, το οποίο καθορίζει ο Υπουργός Οικονομικών, για ανάλογες περιπτώσεις, για τους δημόσιους υπαλλήλους της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, μέλος της Αστυνομίας δεν δύναται να κατέχει μετοχές σε δημόσια εταιρεία, οι οποίες του παρέχουν δικαίωμα για έλεγχο ή διοίκηση σε αυτή.

(7) Κάθε μέλος της Αστυνομίας, μετά τον διορισμό του στην Αστυνομία και στη συνέχεια κάθε έτος, δηλώνει στον Αρχηγό τα στοιχεία οποιασδήποτε επένδυσης ή συμφέροντος τα οποία τυχόν έχει σε οποιαδήποτε εταιρεία ή συνεταιρισμό ή επιχείρηση ιδιωτικής φύσης, οι εργασίες της οποίας σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τα καθήκοντά του.

Γενικές εξουσίες και καθήκοντα μελών της Αστυνομίας

24.- (1) Κάθε μέλος της Αστυνομίας ασκεί τέτοιες εξουσίες και εκτελεί τέτοια καθήκοντα που δυνατό να ανατίθενται ή επιβάλλονται σε μέλος της Αστυνομίας βάσει οποιουδήποτε νόμου και υπακούει σε όλες τις νόμιμες διαταγές σε σχέση με την άσκηση του αξιώματός του, τις οποίες δύναται από καιρό σε καιρό να λαμβάνει από τους ανωτέρους του στην Αστυνομία.

(2) Είναι καθήκον κάθε μέλους της Αστυνομίας πρόθυμα να υπακούει και να εκτελεί όλες τις διαταγές και εντάλματα που νόμιμα εκδίδονται σε αυτόν από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή, να συλλέγει και να μεταδίδει πληροφορίες που επηρεάζουν τη δημόσια γαλήνη και την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, να εμποδίζει τη διάπραξη αδικημάτων και δημόσιας οχληρίας, να ανακαλύπτει και να προσάγει παραβάτες ενώπιον της δικαιοσύνης και να συλλαμβάνει όλα τα πρόσωπα τα οποία είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένος να συλλαμβάνει, για τη σύλληψη των οποίων υπάρχει ικανοποιητικός λόγος.

(3) Κάθε μέλος της Αστυνομίας θεωρείται ότι βρίσκεται σε καθήκον πάντοτε και δύναται, οποτεδήποτε, να κληθεί σε καθήκον σε οποιοδήποτε μέρος της Δημοκρατίας.

(4) Όταν μέλος της Αστυνομίας εκτελεί τα καθήκοντα δεσμοφύλακα, το μέλος αυτό της Αστυνομίας, ενώ είναι απασχολημένο με οποιοδήποτε τέτοιο καθήκον, θεωρείται ως δεσμοφύλακας και έχει όλες τις εξουσίες, την προστασία και τα προνόμια που δίδονται σε τέτοιο λειτουργό.

Μετρήσεις, φωτογραφίες, δακτυλικά αποτυπώματα κ.λπ. προσώπων που τελούν υπό νόμιμη κράτηση

25.- (1) Κάθε μέλος της Αστυνομίας με βαθμό Λοχία ή ανώτερο μπορεί να λάβει ή να μεριμνήσει ώστε να ληφθούν από οποιοδήποτε πρόσωπο που τελεί υπό νόμιμη κράτηση ή το οποίο υπόκειται σε αστυνομική επιτήρηση, για σκοπούς καταχώρισης, σύγκρισης, αναγνώρισης και γενικά για σκοπούς διερεύνησης οποιουδήποτε αδικήματος:

(α) μετρήσεις, φωτογραφίες, δακτυλικά αποτυπώματα, αποτυπώματα παλάμης και πέλματος, δείγματα γραφικού χαρακτήρα, αποκόμματα ονύχων, δείγματα τριχών, σάλιου, κατάλοιπα ξένης ουσίας στο σώμα οποιουδήποτε από τα πρόσωπα αυτά με συναίνεσή του ή κατόπιν διαταγής του Δικαστηρίου, αν αυτό δε συναινεί.

(β) με τη βοήθεια ιατρικού λειτουργού δείγματα αίματος και ούρων οποιουδήποτε από τα πρόσωπα αυτά με συναίνεσή του ή κατόπιν διαταγής του Δικαστηρίου, αν αυτό δε συναινεί.

(2) Εάν το πρόσωπο στο οποίο αφορούν τα στοιχεία που λήφθηκαν με βάση το εδάφιο (1) δεν κατηγορηθεί στο δικαστήριο για αδίκημα ή εάν απολυθεί χωρίς να διατυπωθούν εναντίον του κατηγορίες ή αθωωθεί από το Δικαστήριο και δε βαρύνεται με προηγούμενη καταδίκη για ποινικό αδίκημα, τότε όλες οι καταχωρίσεις των μετρήσεων, φωτογραφιών, δακτυλικών αποτυπωμάτων και αποτυπωμάτων παλάμης και πέλματος και οποιαδήποτε αρνητικά αντίγραφα των φωτογραφιών αυτών ή των φωτογραφιών των δακτυλικών αυτών αποτυπωμάτων καταστρέφονται αμέσως ή παραδίδονται στο πρόσωπο στο οποίο αφορούν.

(3) Πρόσωπο που τελεί υπό νόμιμη κράτηση ή το οποίο υπόκειται σε αστυνομική επιτήρηση και αρνείται ή παρεμποδίζει ή δεν επιτρέπει να ληφθούν τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή μέχρι τετρακόσιες πενήντα λίρες ή και στις δυο αυτές ποινές.

Εξουσίες μήνυσης

26. Τηρουμένης οποιασδήποτε οδηγίας του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, θα είναι νόμιμο για οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας να προβαίνει σε μήνυση ή κατηγορία εναντίον οποιουδήποτε προσώπου ενώπιον των Δικαστηρίων και να αιτείται την έκδοση κλήσης, εντάλματος, εντάλματος έρευνας ή τέτοιας άλλης νομικής διαδικασίας που δυνατό να εκδοθεί με νόμο εναντίον οποιουδήποτε προσώπου και να καλεί ενώπιον των Δικαστηρίων οποιοδήποτε πρόσωπο που κατηγορείται για αδίκημα και να διευθύνει δημόσιες ποινικές διώξεις εναντίον οποιουδήποτε τέτοιου προσώπου.

Νοείται ότι κανένα μέλος της Αστυνομίας δεν εμφανίζεται και ενεργεί ως δημόσιος κατήγορος, αν δεν κατέχει όλα τα προσόντα που προβλέπει ο περί Δημόσιων Κατηγόρων Νόμος.

Καμιά ευθύνη για πράξη που γίνεται βάσει εξουσιοδότησης εντάλματος

27.- (1) Όταν η υπεράσπιση σε οποιαδήποτε αγωγή που εγείρεται εναντίον μέλους της Αστυνομίας είναι ότι η πράξη για την οποία γίνεται η μήνυση διενεργείται προς υπακοή εντάλματος που φέρεται ότι εκδόθηκε από Δικαστήριο, το Δικαστήριο που εκδικάζει την αγωγή αυτή, με την προσαγωγή του εντάλματος που περιέχει την υπογραφή μέλους του Δικαστηρίου που αναφέρεται και με την απόδειξη ότι η πράξη για την οποία γίνεται η μήνυση διενεργήθηκε προς υπακοή προς στο ένταλμα αυτό, δύναται να εκδώσει απόφαση υπέρ του μέλους αυτού της Αστυνομίας:

Νοείται ότι η υπεράσπιση αυτή δεν παρέχεται σε μέλος της Αστυνομίας, αν αποδειχθεί ότι το ένταλμα εκδόθηκε ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε ψευδούς δήλωσης ή απόκρυψης που έγινε στο Δικαστήριο από το μέλος της Αστυνομίας που επικαλείται την προστασία που προβλέπεται στο εδάφιο αυτό.

(2) Καμιά απόδειξη της υπογραφής του μέλους του Δικαστηρίου δεν απαιτείται, εκτός αν το Δικαστήριο που εκδικάζει την αγωγή έχει λόγο να αμφισβητεί τη γνησιότητά της και, όταν αποδειχθεί ότι η υπογραφή αυτή δεν είναι γνήσια, ανεξάρτητα από αυτό εκδίδεται απόφαση υπέρ του μέλους αυτού της Αστυνομίας, αν αποδειχθεί ότι, κατά το χρόνο κατά τον οποίο διαπράχθηκε η πράξη για την οποία γίνεται η μήνυση, είχε εύλογους λόγους να πιστεύει ότι η υπογραφή ήταν γνήσια.

Εξουσία μελών της Αστυνομίας προς επιθεώρηση αδειών και έρευνα προσώπων και μεταφορικών μέσων

28.- (1) Οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας-

(α) δύναται να ανακόπτει, κατακρατά και ερευνά οποιοδήποτε πρόσωπο για το οποίο έχει εύλογη υποψία ότι ενέχεται στη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος, κατά παράβαση οποιουδήποτε νόμου και ιδιαίτερα όταν-

(i) το βλέπει να προβαίνει σε οποιαδήποτε παράνομη πράξη ή ενέργεια ή

(ii) εύλογα υποψιάζεται ότι αυτό προβαίνει ή προτίθεται να προβεί σε οποιαδήποτε παράνομη πράξη ή ενέργεια ή ότι έχει παράνομα στην κατοχή του οποιοδήποτε αντικείμενο ή

(iii) το βλέπει να έχει παράνομα στην κατοχή του οποιοδήποτε αντικείμενο για το οποίο απαιτείται άδεια βάσει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου την οποία και δύναται να απαιτήσει να του παρουσιάσει, ή

(β) δύναται να ανακόπτει και ερευνά οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο για το οποίο έχει εύλογη υποψία ότι χρησιμοποιείται ή εμπλέκεται στη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος κατά παράβαση οποιουδήποτε νόμου.

(2) Πρόσωπο που παραλείπει να παρουσιάσει άδεια που ζητείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιοδήποτε λογικό σήμα μέλους της Αστυνομίας δύναται να συλληφθεί χωρίς ένταλμα, εκτός αν δώσει το όνομα και τη διεύθυνσή του και διαφορετικά ικανοποιήσει το μέλος της Αστυνομίας ότι θα ανταποκριθεί δεόντως σε οποιαδήποτε κλήση ή άλλη διαδικασία η οποία δυνατό να εγερθεί εναντίον του.

(3) Πρόσωπο που παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιοδήποτε λογικό σήμα μέλους της Αστυνομίας, που τον καλεί να σταματήσει οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο βάσει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, ή το οποίο παρεμποδίζει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του που ασκείται βάσει των διατάξεων του εδαφίου αυτού, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό πενήντα λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές και οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας δύναται να συλλάβει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο χωρίς ένταλμα και δύναται να φροντίσει όπως οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο που βρέθηκε από αυτόν ότι χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη αδικήματος κατά παράβαση οποιουδήποτε νόμου μεταφερθεί στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό ή σε οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο μέρος και να κρατηθεί εκεί, μέχρις ότου αφεθεί ελεύθερο από τον υπεύθυνο του αστυνομικού αυτού σταθμού:

Νοείται ότι καμιά τέτοια σύλληψη δεν ενεργείται, αν το πρόσωπο αυτό δώσει το όνομα και διεύθυνσή του και ικανοποιήσει το μέλος αυτό της Αστυνομίας, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου αυτού.

Συγκρότηση και αρμοδιότητα της Αστυνομίας για τα Ζώα

28A.-(1)  Ο Αρχηγός ορίζει-

(α) μέλη της Αστυνομίας, τα οποία συγκροτούν την Αστυνομία για τα Ζώα, αρμοδιότητα της οποίας είναι η διερεύνηση υποθέσεων κακοποίησης και κακομεταχείρισης ζώων, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (2)· και

(β) Αξιωματικό, ο οποίος προΐσταται αυτής.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 39 ή οποιωνδήποτε άλλων αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Αστυνομία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου και χωρίς επηρεασμό των αρμοδιοτήτων άλλων αρμόδιων αρχών σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία αυτών, τα μέλη της Αστυνομίας για τα Ζώα διερευνούν υποθέσεις που αφορούν παραβάσεις των διατάξεων του περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμου και του περί Σκύλων Νόμου.

(3) Τα μέλη της Αστυνομίας για τα Ζώα παρέχουν την αναγκαία βοήθεια στα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα των αρμόδιων τοπικών αρχών, σε περίπτωση που-

(α) τα πρόσωπα αυτά αδυνατούν να εφαρμόσουν τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, λόγω άρνησης συμμόρφωσης των ελεγχόμενων προσώ-πων με τις υποδείξεις τους·

(β) προκύπτουν θέματα που εγκυμονούν κινδύνους για την ασφάλεια των εξουσιοδοτημένων προσώπων, άλλων προσώπων ή ζώων.

(4) Τα μέλη της Αστυνομίας για τα Ζώα λαμβάνουν,  αμέσως μετά τον ορισμό τους από τον Αρχηγό και ανά τακτά χρονικά διαστήματα, κατάλληλη και ειδική εκπαίδευση σε θέματα διερεύνησης υποθέσεων κακομεταχείρισης και κακοποίησης ζώων που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (2).

(5)(α) Τα μέλη της Αστυνομίας για τα Ζώα ασκούν τις αρμοδιότητές τους σε όλο τον εδαφικό χώρο στη Δημοκρατία και συνεργάζονται με τις Επαρχιακές Επιτροπές Ευημερίας των Ζώων και την Κοινοτική Αστυνόμευση, τα μέλη της οποίας λαμβάνουν κατάλληλη και ειδική εκπαίδευση.

(β) Η οργάνωση και η λειτουργία της Αστυνομίας για τα Ζώα ρυθμίζεται με αστυνομική διαταγή που εκδίδεται από τον Αρχηγό δυνάμει των προνοιών του Κανονισμού 46 των περί Αστυνομίας (Γενικών) Κανονισμών.

(γ) Τα μέλη της Αστυνομίας για τα Ζώα έχουν τα ίδια δικαιώματα, τις ίδιες υποχρεώσεις, τα ίδια καθήκοντα και τις ίδιες εξουσίες και υπόκεινται στις ίδιες διαδικασίες με τα υπόλοιπα μέλη της Αστυνομίας, όπως προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και στους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς.

Καθήκον της Αστυνομίας να τηρεί την τάξη σε δημόσιους δρόμους

29.- (1) Είναι καθήκον κάθε μέλους της Αστυνομίας-

(α) να ρυθμίζει και να ελέγχει την τροχαία κίνηση·

(β) να μεταβάλλει την κατεύθυνση όλων ή οποιουδήποτε είδους τροχοφόρων, όταν κατά τη γνώμη του υπεύθυνου μέλους της Αστυνομίας, το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει τέτοια ενέργεια·

(γ) να τηρεί την τάξη σε δημόσιους δρόμους, οδούς, διαβάσεις, αεροδρόμια και χώρους αποβίβασης και σε άλλους χώρους δημόσιας αναψυχής ή χώρους στους οποίους το κοινό έχει πρόσβαση· και

(δ) να ρυθμίζει την κίνηση και την τήρηση της τάξης σε περιπτώσεις εμφράξεων σε δημόσιους δρόμους και οδούς ή σε άλλους χώρους δημόσιας αναψυχής ή χώρους στους οποίους το κοινό έχει πρόσβαση.

(2) Πρόσωπο το οποίο ανθίσταται ή παρακούει οποιαδήποτε νόμιμη διαταγή που δίνεται από μέλος της Αστυνομίας κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του βάσει του άρθρου αυτού, δύναται να συλληφθεί χωρίς ένταλμα, εκτός αν δώσει το όνομα και τη διεύθυνσή του και διαφορετικά ικανοποιήσει το μέλος της Αστυνομίας ότι θα συμμορφωθεί δεόντως σε οποιαδήποτε κλήση ή άλλη διαδικασία η οποία δυνατό να εγερθεί εναντίον του.

(3) Πρόσωπο το οποίο ανθίσταται ή παρακούει οποιαδήποτε νόμιμη διαταγή που δίνεται από μέλος της Αστυνομίας κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του βάσει του άρθρου αυτού είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(4) Οι εξουσίες που παρέχονται με το άρθρο αυτό θα είναι επιπρόσθετες και όχι ακυρωτικές οποιασδήποτε εξουσίας την οποία το μέλος της Αστυνομίας δύναται να ασκεί για το σκοπό αυτό βάσει οποιουδήποτε άλλου νόμου.

Εξουσία Αρχηγού να απαγορεύει ή να περιορίζει την τροχαία κίνηση σε ορισμένες περιπτώσεις

30.- (1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη που περιέχεται στον παρόντα Νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, ο Αρχηγός δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν κατά τη γνώμη του το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί, να εκδίδει διάταγμα, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με το οποίο να απαγορεύει ή να περιορίζει, είτε γενικά είτε κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων ωρών εντός οποιασδήποτε ορισμένης περιοχής ή σε οποιοδήποτε ορισμένο δρόμο, τέτοιο είδος τροχαίας κίνησης, που ορίζεται στο διάταγμα, εκτός από πεζούς.

(2) Διάταγμα που εκδίδεται βάσει του εδαφίου (1) παραμένει σε ισχύ για τέτοια περίοδο, που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα, όπως δυνατό να ορίζεται σ’αυτό, εκτός αν στο μεταξύ διάστημα το διάταγμα επικυρωθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και το διάταγμα αυτό δύναται οποτεδήποτε να ακυρωθεί ή τροποποιηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(3) Πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί όχημα, ή προκαλεί ή επιτρέπει τη χρησιμοποίηση οχήματος ή προβαίνει σε οποιαδήποτε άλλη πράξη, κατά παράβαση διατάγματος που εκδόθηκε βάσει του άρθρου αυτού, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες πενήντα λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(4) Ο Αρχηγός δύναται, με ενυπόγραφη απόφασή του, να εκχωρεί σε οποιοδήποτε Αστυνομικό Διευθυντή, σχετικά με την περιοχή της Περιφέρειας του Αστυνομικού αυτού Διευθυντή και τηρουμένων τέτοιων περιορισμών και οδηγιών όπως ο Αρχηγός δυνατό να καθορίσει στην απόφαση αυτή, οποιεσδήποτε από τις εξουσίες που παρέχονται σε αυτόν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

Οδοφράγματα

31.- (1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη που περιέχεται στον παρόντα Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, οποιοσδήποτε Ανώτερος Αξιωματικός, δύναται, αν θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να πράξει με τον τρόπο αυτό για τη διατήρηση και προστασία του Νόμου και της τάξης ή για πρόληψη ή εξιχνίαση του εγκλήματος, να ανεγείρει ή τοποθετεί φράγματα σε ή κατά πλάτος οποιουδήποτε δρόμου ή δημόσιου χώρου εντός της Δημοκρατίας με τέτοιο τρόπο τον οποίο δυνατό να θεωρεί κατάλληλο.

(2) Οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας δύναται να λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για να εμποδίσει οποιοδήποτε όχημα από του να οδηγείται διαμέσου οποιουδήποτε τέτοιου οδοφράγματος και οποιοσδήποτε οδηγός που παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε λογικό σήμα μέλους της Αστυνομίας, που απαιτεί όπως το πρόσωπο αυτό ακινητοποιεί τέτοιο όχημα, πριν να πλησιάσει οποιοδήποτε τέτοιο φράγμα, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Κανένα μέλος της Αστυνομίας δεν ευθύνεται για οποιαδήποτε απώλεια ή ζημιά προκαλείται σε οποιοδήποτε όχημα ή για οποιαδήποτε σωματική βλάβη του οδηγού ή οποιουδήποτε άλλου επιβάτη του οχήματος αυτού, ως αποτέλεσμα παράλειψης του οδηγού του οχήματος αυτού να υπακούσει οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας ενεργεί βάσει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού.

Διάθεση αζήτητης περιουσίας

32.- (1) Είναι καθήκον κάθε μέλους της Αστυνομίας να λαμβάνει τον έλεγχο κάθε αζήτητης περιουσίας και να την παραδίνει στον Αστυνομικό Διευθυντή, ο οποίος μεριμνά ώστε να τοιχοκολληθεί σε περίοπτο μέρος στους αστυνομικούς σταθμούς της Διεύθυνσης ειδοποίηση που περιγράφει την περιουσία αυτή και που καλεί οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο δυνατό να έχει οποιαδήποτε αξίωση σε αυτή να εμφανιστεί και αποδείξει την αξίωσή του εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της ειδοποίησης αυτής.

(2) Αν κανένα πρόσωπο δεν αποδείξει την αξίωσή του στην περιουσία αυτή εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της ειδοποίησης που αναφέρθηκε, η περιουσία αυτή δύναται να πωληθεί ή να διατεθεί διαφορετικά ή να καταστραφεί με τέτοιο τρόπο όπως ο Αρχηγός δυνατό να ορίσει:

Νοείται ότι, αν η περιουσία αυτή υπόκειται σε γρήγορη φθορά ή αν ο Αρχηγός είναι της γνώμης ότι η άμεση πώλησή της θα είναι προς όφελος του ιδιοκτήτη της περιουσίας αυτής, ο Αρχηγός δύναται να διατάξει την πώλησή της ή, αν θεωρεί ότι είναι επιθυμητό να πράξει με τον τρόπο αυτό, δύναται να μεριμνήσει, ώστε η περιουσία αυτή να καταστραφεί.

(3) Το προϊόν πώλησης της περιουσίας αυτής, αν δεν αποδειχθεί οποιαδήποτε αξίωση εντός της περιόδου που αναφέρεται πιο πάνω και μετά την αφαίρεση οποιωνδήποτε εξόδων που προκλήθηκαν από την πώληση αυτή, διατίθεται με τέτοιο τρόπο όπως το Υπουργικό Συμβούλιο δυνατόν να καθορίσει.

ΜΕΡΟΣ V ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ
Στάση, λιποταξία κ.λπ

33.- (1) Οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας το οποίο-

(α) αρχίζει, εγείρει, υποκινεί, ενθαρρύνει εξέγερση ή στάση·

(β) προκαλεί ή μετέχει σε οποιαδήποτε στάση ή ταραχή οποιασδήποτε μορφής·

(γ) ενώ βρίσκεται σε οποιαδήποτε συγκέντρωση που τείνει σε οχλαγωγία, τηρουμένων οποιωνδήποτε υπαρχουσών οδηγιών ή οποιασδήποτε διαταγής η οποία δυνατό να δοθεί από παριστάμενο ανώτερο μέλος της Αστυνομίας, δεν καταβάλλει κάθε δυνατή από μέρους του προσπάθεια, για να καταστείλει τη συγκέντρωση αυτή·

(δ) στην περίπτωση οποιασδήποτε στάσης ή σκοπούμενης στάσης ή ανταρσίας που περιέρχεται στη γνώση του, παραλείπει να πληροφορήσει γι’ αυτήν χωρίς καθυστέρηση τον ανώτερό του·

(ε) λιποτακτεί ή βοηθά ή υποκινεί τη λιποταξία οποιουδήποτε μέλους της Αστυνομίας από την Αστυνομία·

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.

(2) Μέλος της Αστυνομίας δύναται να διωχθεί, βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού, για λιποταξία χωρίς αναφορά στο χρόνο κατά τη διάρκεια του οποίου δυνατόν να απουσίαζε και γι’ αυτό δυνατό να βρεθεί ένοχο είτε λιποταξίας είτε απουσίας χωρίς άδεια:

Νοείται ότι μέλος της Αστυνομίας δεν καταδικάζεται ως λιποτάκτης ή για απόπειρα λιποταξίας, εκτός αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι υπήρξε πρόθεση από μέρους του μέλους αυτού είτε να μην επιστρέψει στην Αστυνομία είτε να αποφύγει ειδική σοβαρή υπηρεσία.

Πειθαρχικά αδικήματα

34. Μέλος της Αστυνομίας είναι ένοχο πειθαρχικού αδικήματος, αν διαπράξει οποιαδήποτε από τις πράξεις ή παραλείψεις που εκτίθενται στον περί Σύστασης και Λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας Νόμο, ή στον παρόντα Νόμο ή στον Πειθαρχικό Κώδικα που περιέχεται στους Κανονισμούς που εκδίδονται βάσει του παρόντος Νόμου και υπόκειται σε τέτοια ποινή ή ποινές που δυνατόν να επιβληθούν σε αυτόν βάσει των Κανονισμών που αναφέρονται στο πειθαρχικό αδίκημα.

Σύλληψη για αδίκημα κατά παράβαση του παρόντος Νόμου

35.- (1) Κάθε μέλος της Αστυνομίας βαθμού Λοχία ή ανώτερου, δύναται να συλλάβει ή να διατάξει τη σύλληψη οποιουδήποτε άλλου μέλους της Αστυνομίας, που δεν είναι του ιδίου ή ανώτερου βαθμού, το οποίο διαπράττει οποιοδήποτε αυτόφωρο αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση κατά παράβαση του Νόμου αυτού.

(2) Πριν από την έναρξη της διαδικασίας για καταχώριση αίτησης για έκδοση δικαστικού εντάλματος σύλληψης εναντίον οποιουδήποτε μέλους της Αστυνομίας πληροφορείται γι’ αυτό ο Αρχηγός.

Υποχρέωση παρουσίασης μαρτύρων

36. Κάθε πρόσωπο το οποίο, αφού κληθεί να προσέλθει, για να δώσει μαρτυρία κατά την ακρόαση πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον οποιουδήποτε μέλους της Αστυνομίας, παραλείπει, χωρίς εύλογη αιτία, να προσέλθει κατά το χρόνο και τόπο που ορίστηκε στην κλήση ή κατά το χρόνο και τόπο που ορίστηκε κατά τη διάρκεια της υπόθεσης είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι κανένα πρόσωπο δεν υποχρεώνεται να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση η οποία τείνει να τον ενοχοποιήσει.

Συμβούλιο Παραπόνων

37. [Διαγράφηκε]
Υποχρέωση αναφοράς και παροχής πληροφοριών σε σχέση με πράξεις διαφθοράς ή πράξεις εν δυνάμει διαφθοράς

38. Κάθε μέλος της Αστυνομίας οφείλει να καταγγείλει ή να αναφέρει στο Διευθυντή της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας ή να παράσχει σ΄ αυτόν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχεία που αφορούν πράξεις ή και παραλείψεις άλλου μέλους που συνιστούν πράξεις διαφθοράς ή πράξεις εν δυνάμει διαφθοράς που υπέπεσαν στην αντίληψή του ή/και περιήλθαν σε γνώση του ή στη κατοχή του ή/και εύλογα πιστεύει ότι έχουν τελεστεί είτε εν ώρα καθήκοντος είτε οποτεδήποτε.

Διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος από μέλος της Αστυνομίας για πράξεις διαφθοράς

38Α. Μέλος της Αστυνομίας που διαπράττει, συμμετέχει, συμπράττει, συνεργάζεται, συνωμοτεί για να διαπραχθεί ή αποπειράται να διαπράξει ή/και παρέχει συνδρομή, βοήθεια, καθοδήγηση ή συμβουλή στη διάπραξη οποιασδήποτε πράξης διαφθοράς διαπράττει πειθαρχικό αδίκημα, και σε περίπτωση που διαπιστωθεί πειθαρχική ευθύνη, υπόκειται στην ποινή της απόλυσης ή της υποχρεωτικής αφυπηρέτησης.

Αδικήματα συγκάλυψης.

38Β. (1) Μέλος της Αστυνομίας που εν γνώσει του, αμελεί ή παραλείπει ή συγκαλύπτει ή αποκρύπτει αληθή γεγονότα ή ανέχεται τέτοια γεγονότα και δεν αναφέρει στο Διευθυντή της  Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας τη διάπραξη αδικημάτων διαφθοράς ή πράξεων εν δυνάμει διαφθοράς από άλλο μέλος, ανώτερου ή κατώτερου βαθμού του βαθμού που κατέχει, ανεξάρτητα αν το ποινικό αδίκημα που διαπράχτηκε είναι πράγματι το ίδιο ή διαφορετικό από εκείνο το οποίο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει, νοουμένου ότι η εκτέλεση του ποινικού αδικήματος που διαπράχτηκε είναι πιθανή συνέπεια των περιστατικών που ήταν σε γνώση του, ή παρέχει πληροφορίες σχετικά με έρευνες που γίνονται για συγκάλυψή τους, διαπράττει αδίκημα, και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι, η γνώση, η πρόθεση ή ο σκοπός που απαιτούνται ως συστατικά στοιχεία των πιο πάνω αδικημάτων, δύνανται να συναχθούν από αντικειμενικές πραγματικές περιστάσεις:

Νοείται περαιτέρω, ότι η παράλειψη μέλους της Αστυνομίας, που ασκεί καθήκοντα διοικητικού προϊστάμενου να αναφέρει ή να παραδώσει ή να διαβιβάσει στο Διευθυντή της  Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας οποιαδήποτε στοιχεία ή οποιαδήποτε καταγγελία ή πληροφορία, επώνυμη ή ανώνυμη, που περιήλθαν στην αντίληψή του ή στην κατοχή του, συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα που προσμετράται κατά την επιβολή της ποινής.

(2) Μέλος της Αστυνομίας που προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια, η οποία αποσκοπεί ή είναι ενδεχόμενο να αποτρέψει άλλο μέλος της Αστυνομίας από το να ενεργήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 ή η οποία ενδέχεται να παρεμποδίσει ή με οποιοδήποτε τρόπο να επηρεάσει τις εξουσίες ή αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας ή έρευνα που διεξάγεται με βάση τις διατάξεις του περί Σύστασης και Λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου της Αστυνομίας Νόμου, διαπράττει αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Προστασία μελών που αναφέρουν πράξεις διαφθοράς

38Γ. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, χωρίς επηρεασμό των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, δύναται με διαταγές ή οδηγίες να λαμβάνει επιπρόσθετα μέτρα ή να εφαρμόζει μηχανισμούς για την προστασία των μελών της Αστυνομίας που καταγγέλλουν ή παρέχουν στοιχεία ή πληροφορίες για πράξεις διαφθοράς ή πράξεις εν δυνάμει διαφθοράς ή για την διευκόλυνση αντίστοιχων καταγγελιών ή την παροχή στοιχείων ή πληροφοριών.

ΜΕΡΟΣ VI ΕΙΔΙΚΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ
Διορισμός ειδικών αστυνομικών

39.- (1) Ο Αρχηγός αποφασίζει, από καιρού εις καιρόν, το διορισμό ειδικών αστυνομικών για την εκτέλεση γραφειακών και βοηθητικών καθηκόντων, καθηκόντων φρούρησης κτιρίων και εγκαταστάσεων οργανισμών κοινής ωφελείας και νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, προστασίας επίσημων προσώπων και ξένων αποστολών, εφαρμογής των διατάξεων, που αναθέτουν καθήκοντα στην Αστυνομία, του περί Σκύλων Νόμου και του περί Προστασίας και Ευημερίας των Ζώων Νόμου, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται και επίδοσης και εκτέλεσης δικαστικών ενταλμάτων ή/και οποιωνδήποτε άλλων ενταλμάτων:

Νοείται ότι ειδικός αστυνομικός σε περίπτωση που, κατά την εκτέλεση των πιο πάνω καθηκόντων του, αντιληφθεί οποιαδήποτε παράβαση που τιμωρείται δυνάμει του περί Εξωδίκου Ρυθμίσεως Αδικημάτων Νόμου, δύναται να εκτελέσει και καθήκοντα εφαρμογής του υπό αναφορά Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι ειδικός αστυνομικός που υπηρετεί στην Αστυνομία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου και εκτελεί καθήκοντα άλλα από τα καθήκοντα που προβλέπονται στο εδάφιο αυτό δύναται να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά του αν αυτό κριθεί αναγκαίο από τον Αρχηγό, λόγω της ειδικής εκπαίδευσης ή των ικανοτήτων του.

(2) Οι διαδικασίες διορισμού και οι λοιποί όροι υπηρεσίας ειδικών αστυνομικών καθορίζονται με Κανονισμούς.

(3) Κάθε ειδικός αστυνομικός που διορίζεται με βάση το άρθρο αυτό δίδει τη διαβεβαίωση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 21 του παρόντος Νόμου, ενώπιον του Αρχηγού ή εξουσιοδοτούμενου από αυτόν Ανώτερου Αξιωματικού.

Εξάρτυση ειδικών αστυνομικών

40. Είναι νόμιμο για τον Αρχηγό να προμηθεύει, με δημόσια δαπάνη, για χρήση από τους ειδικούς αστυνομικούς ρόπαλα, όπλα και άλλη αναγκαία εξάρτυση για την κατάλληλη εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης τους.

Καθήκοντα και εξουσίες ειδικών αστυνομικών

41. Κάθε ειδικός αστυνομικός που διορίζεται με βάση τον παρόντα Νόμο, υποχρεούται να εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται και, στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων του, έχει τις ίδιες εξουσίες, τα ίδια προνόμια, την ίδια προστασία, υπόκειται στις ίδιες ποινές και υπάγεται στις ίδιες αρχές με των αστυνομικών.

Συντάξεις και φιλοδωρήματα

42. Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να χορηγεί σε ειδικούς αστυνομικούς συντάξεις και φιλοδωρήματα, που καθορίζονται με Κανονισμούς.

Άρνηση προσώπου που διορίζεται ως ειδικός αστυνομικός να δώσει διαβεβαίωση

43. Αν οποιοδήποτε πρόσωπο που διορίστηκε ειδικός αστυνομικός δυνάμει του άρθρου 39 του παρόντος Νόμου αρνείται να δώσει τη διαβεβαίωση που προνοείται στο εδάφιο (3) του άρθρου 39 του παρόντος Νόμου ή, καλούμενο να υπηρετήσει, αρνείται ή παραλείπει να υπηρετήσει ή να συμμορφωθεί με τέτοιες νόμιμες διαταγές και οδηγίες που δυνατό να δοθούν σε αυτόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης του είναι ένοχο πειθαρχικού αδικήματος.

Τερματισμός υπηρεσιών ειδικού αστυνομικού

44. Ο Αρχηγός μπορεί με απόφασή του να αναστείλει ή να τερματίσει τις υπηρεσίες ειδικού αστυνομικού, σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο.

Αφυπηρέτηση ειδικού αστυνομικού

44Α. (1) Η ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης ειδικού αστυνομικού είναι η ηλικία των εξήντα δύο (62) ετών.

(2) Ο Αρχηγός εγκρίνει υποχρεωτικά την αίτηση για πρόωρη  αφυπηρέτηση, η οποία υποβάλλεται από ειδικό αστυνομικό, που υπηρετεί κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του περί Αστυνομίας (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2016, με τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60) έτους της ηλικίας του ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο.

ΜΕΡΟΣ VIA ΕΙΔΙΚΟΙ ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ
Πρόσληψη ειδικών συμβασιούχων αστυνομικών

44Β. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 5, ο Αρχηγός δύναται, με την έγκριση του Υπουργού και  με στόχο την άμεση και έγκαιρη ενίσχυση της Αστυνομίας σε προσωπικό, να προσλαμβάνει με σύμβαση στην Αστυνομία ως συμβασιούχους ειδικούς αστυνομικούς, πρόσωπα τα οποία έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή έχουν νόμιμα απαλλαγεί από αυτές, για λόγους άλλους από λόγους υγείας, για την εκτέλεση βοηθητικών και υποστηρικτικών καθηκόντων για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών και γενικά θεμάτων μετανάστευσης στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Αστυνομίας:

Νοείται ότι, ενόσω η εκπλήρωση στρατιωτικής υπηρεσίας δεν είναι υποχρεωτική για τις γυναίκες, η προϋπόθεση εκπλήρωσης ή νόμιμης απαλλαγής από την υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας δεν απαιτείται για τις υποψήφιες για πρόσληψη γυναίκες.

Διαδικασία πρόσληψης και όροι υπηρεσίας συμβασιούχων ειδικών αστυνομικών

44Γ. Η διαδικασία πρόσληψης των συμβασιούχων ειδικών αστυνομικών, τα απαιτούμενα προσόντα, η διάρκεια της υπηρεσίας τους, τα καθήκοντα που θα εκτελούν, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, αφού ληφθεί προηγουμένως η γνώμη του Αρχηγού:

Νοείται ότι, η αμοιβή, το ωράριο εργασίας, η άδεια απουσίας με ή χωρίς απολαβές, η άδεια ασθενείας των συμβασιούχων ειδικών αστυνομικών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια καθορίζονται με Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ύστερα από πρόταση του Υπουργού.

Χρονική περίοδος σύμβασης

44Δ. Οι υποψήφιοι που επιλέγονται, προσλαμβάνονται με σύμβαση για χρονική περίοδο υπηρεσίας διάρκειας δεκαοκτώ (18) μηνών, η οποία δύναται, εφόσον υπάρχει γραπτή συγκατάθεση του ενδιαφερομένου, να ανανεωθεί με απόφαση του Αρχηγού και την έγκριση του Υπουργού, για μία μόνο φορά για χρονική περίοδο δέκα (10) μηνών:

Νοείται ότι, η ανώτατη συνολική διάρκεια της σύμβασης δεν δύναται να υπερβαίνει τους είκοσι οκτώ (28) μήνες.

Τοποθετήσεις, μεταθέσεις και αποσπάσεις συμβασιούχων ειδικών αστυνομικών

44Ε. Οι τοποθετήσεις, μεταθέσεις και αποσπάσεις συμβασιούχων ειδικών αστυνομικών διενεργούνται από τον Αρχηγό με βάση τις υπηρεσιακές και επιχειρησιακές ανάγκες της Αστυνομίας για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών και γενικά θεμάτων μετανάστευσης στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της Αστυνομίας.

ΜΕΡΟΣ VII ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Πυροσβεστική Υπηρεσία

45. [Διαγράφηκε]
Διοίκηση και αριθμητική δύναμη

46. [Διαγράφηκε]
Όροι διορισμού, κ.λπ. έκτακτων πυροσβεστών

47. [Διαγράφηκε]
Καθήκοντα της Υπηρεσίας

48. [Διαγράφηκε]
Παροχή υπηρεσιών πυρόσβεσης

49. [Διαγράφηκε]
Συμπληρωματικές εξουσίες Αρχηγού

50. [Διαγράφηκε]
Εξουσίες πυροσβεστών και μελών της Αστυνομίας κατά την κατάσβεση πυρκαγιών

51. [Διαγράφηκε]
Ψευδείς κλήσεις για πυρκαγιά

52. [Διαγράφηκε]
Ζημιά

53. [Διαγράφηκε]
Κανονισμοί

54. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ VIII ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Δικαίωμα μέλους της Αστυνομίας να είναι μέλος συντεχνίας

55.- Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 27 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιτρέπεται σε κάθε μέλος της Αστυνομίας να είναι μέλος:

(α) οποιασδήποτε συντεχνίας ή σώματος ή συνδέσμου που συνδέεται με συντεχνία· ή

(β) οποιουδήποτε σώματος ή συνδέσμου, ο σκοπός ή ένας από τους σκοπούς του οποίου είναι να ελέγχει ή να επηρεάζει τις συνθήκες εργασίας σε οποιαδήποτε απασχόληση ή επάγγελμα· ή

(γ) οποιουδήποτε σώματος ή συνδέσμου, ο σκοπός ή ένας από τους σκοπούς του οποίου είναι να ελέγχει ή να επηρεάζει τη μισθοδοσία, τις συντάξεις ή τους όρους υπηρεσίας της Αστυνομίας:

Νοείται ότι απαγορεύεται σε μέλη της Αστυνομίας, όταν είναι ένστολα, να διαδηλώνουν σε ανοικτούς χώρους θέματα που αφορούν τη μισθοδοσία, τη σύνταξη και τους όρους υπηρεσίας τους. Παράβαση των εν λόγω διατάξεων συνιστά πειθαρχικό αδίκημα.

Επαγγελματικοί σύνδεσμοι

56.- (1) Για σκοπούς δυνατότητας μελέτης και υποβολής προς τον Αρχηγό και τον Υπουργό από μέλη της Αστυνομίας θεμάτων που επηρεάζουν την ευημερία και την επαγγελματική επάρκεια των μελών της Αστυνομίας, περιλαμβανομένων θεμάτων αναφορικά με τη μισθοδοσία, σύνταξη και τους όρους υπηρεσίας τους, δύνανται να ιδρυθούν από αυτούς επαγγελματικοί σύνδεσμοι.

(2) Οι επαγγελματικοί σύνδεσμοι που ιδρύονται δυνάμει του άρθρου αυτού δεν μπορεί να είναι περισσότεροι από δύο, δηλαδή ένας για τους Ανώτερους Αξιωματικούς και ένας για τους υπόλοιπους βαθμούς.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε επαγγελματικός σύνδεσμος διέπεται από το δικό του καταστατικό.

(4) Κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να είναι μέλος επαγγελματικού συνδέσμου που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου αυτού, αν δεν είναι μέλος της Αστυνομίας.

Πλαστοπροσωπία μέλους της Αστυνομίας

57. Πρόσωπο που δεν είναι μέλος της Αστυνομίας και το οποίο ενδύεται ή υποδύεται, είτε εξ ολοκλήρου είτε μερικώς, τη στολή, το όνομα, την ιδιότητα ή την περιγραφή μέλους της Αστυνομίας ή οποιαδήποτε στολή, όνομα ή ιδιότητα που μοιάζει και που έχει σκοπό να μοιάσει με τη στολή, το όνομα ή την ιδιότητα μέλους της Αστυνομίας ή με οποιοδήποτε τρόπο προσποιείται ότι είναι μέλος της Αστυνομίας με σκοπό να επιτύχει είσοδο σε οποιαδήποτε οικία ή άλλο τόπο ή για να πράξει ή να υποσχεθεί ότι θα πράξει οποιαδήποτε άλλη πράξη την οποία το πρόσωπο αυτό δε δικαιούται σύμφωνα με το Νόμο να πράξει ή να υποσχεθεί ότι θα πράξει με δική του εξουσία είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Καθήκον παροχής βοήθειας στα μέλη της Αστυνομίας

58. Είναι νόμιμο για μέλος της Αστυνομίας το οποίο, ενώ ενεργεί κατά την εκτέλεση του καθήκοντός του, υφίσταται επίθεση ή αντιμετωπίζει αντίσταση ή κινδυνεύει να υποστεί επίθεση ή να αντιμετωπίσει αντίσταση να καλεί πρόσωπο να το βοηθήσει και πρόσωπο που καλείται με τον τρόπο αυτό και το οποίο, χωρίς εύλογη δικαιολογία, αρνείται ή αμελεί να παράσχει τέτοια βοήθεια στο μέτρο των ικανοτήτων του είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Υποχρεώσεις συνδρομητών στο τηλεφωνικό σύστημα της Αστυνομίας

59.- (1) Κάθε πρόσωπο στο οποίο παρέχεται διευκόλυνση σύνδεσης αυτόματων συστημάτων ανίχνευσης πυρκαγιών ή διαρρήξεων με Σταθμό οφείλει να καταβάλλει ετήσιο τέλος για κάθε αυτόματη σύνδεση, το ύψος του οποίου καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Για κάθε λανθασμένη κλήση λόγω κακής λειτουργίας του συστήματος ή λόγω κακού χειρισμού του συστήματος από το πρόσωπο στο οποίο παρέχεται η πιο πάνω διευκόλυνση το τελευταίο καταβάλλει αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται σύμφωνα με σχετικό διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, χωρίς κατάλληλη εξουσιοδότηση από την Αστυνομία, επεμβαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο σε σύστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (1), διαπράττει αδίκημα, και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο ποινές.

Δίωξη σύμφωνα με άλλο νόμο δεν επηρεάζεται

60. Καμιά διάταξη του παρόντος Νόμου δεν εξαιρεί οποιοδήποτε πρόσωπο από του να διωχθεί βάσει οποιουδήποτε άλλου νόμου, σε σχέση με αδίκημα που τιμωρείται από τον παρόντα Νόμο ή από του να υπόκειται βάσει οποιουδήποτε άλλου νόμου, σε οποιαδήποτε άλλη ή μεγαλύτερη ποινή ή τιμωρία από αυτήν που προνοείται για τέτοιο αδίκημα από τον παρόντα Νόμο:

Νοείται ότι κανένα πρόσωπο δεν τιμωρείται δύο φορές για το ίδιο αδίκημα.

Εξουσία του Αρχηγού για αφαίρεση ποσού από το βασικό μισθό μέλους της Αστυνομίας προς αποπληρωμή χρέους

61. Ο Αρχηγός δύναται να διατάσσει την αφαίρεση μηνιαίως από το βασικό μισθό μέλους της Αστυνομίας τέτοιου ποσού το οποίο ήθελε καθοριστεί από το Δικαστήριο για αποπληρωμή χρέους του μέλους αυτού της Αστυνομίας από δικαστική απόφαση και την πληρωμή του ποσού που αφαιρείται με τον τρόπο αυτό στο πρόσωπο που δικαιούται το πληρωτέο ποσό σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου.

ΜΕΡΟΣ ΙΧ ΔΙΑΦΥΛΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Διαφυλάξεις

62.- (1) Κανονισμοί που έχουν εκδοθεί βάσει οποιουδήποτε νόμου που καταργείται από τον παρόντα Νόμο και οι οποίοι ισχύουν αμέσως πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, από την ημερομηνία αυτή και μέχρις ότου εκδοθούν άλλοι Κανονισμοί, βάσει του παρόντος Νόμου, θεωρούνται ότι εκδίδονται βάσει του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι δε συγκρούονται με τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.

(2) Όλα τα πρόσωπα τα οποία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου υπηρετούν στην Αστυνομία που ιδρύθηκε βάσει οποιουδήποτε νόμου που καταργήθηκε από τον παρόντα Νόμο θεωρούνται ότι διορίστηκαν ή γράφτηκαν βάσει του παρόντος Νόμου και η υπηρεσία τους βάσει νόμου που καταργήθηκε θεωρείται, για τους σκοπούς επιδομάτων καλής διαγωγής, ευδόκιμης υπηρεσίας, σύνταξης και φιλοδωρημάτων, ως υπηρεσία βάσει του παρόντος Νόμου.

(3) Όλοι οι αστυνομικοί που γράφτηκαν βάσει του άρθρου 13Α του περί Αστυνομίας Νόμου που καταργήθηκε από το Νόμο αυτό (όπως εκτίθεται στο άρθρο 3 του Νόμου 10 του 1956) και οι οποίοι υπηρετούν στην Αστυνομία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου συνεχίζουν να υπηρετούν για το υπόλοιπο της περιόδου υπηρεσίας τους βάσει των διατάξεων του αναφερόμενου άρθρου 13Α ως αν το άρθρο αυτό δεν είχε καταργηθεί.

(4) Καμιά διάταξη που περιλαμβάνεται στον παρόντα Νόμο δεν περιορίζει οποιαδήποτε δικαιώματα που αποκτήθηκαν από οποιοδήποτε πρόσωπο βάσει νόμου που καταργήθηκε από το Νόμο αυτό.

Διαφύλαξη εξουσιών Γενικού Εισαγγελέα

63. Η θέσπιση του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζει τις εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας σε σχέση με την Αστυνομία που πηγάζουν από την παράγραφο 2 του Άρθρου 113 του Συντάγματος.

Μεταβατικές διατάξεις

64.- (1) Οποιοιδήποτε αναπληρωματικοί διορισμοί έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, δεν επηρεάζονται με οποιοδήποτε τρόπο από τις διατάξεις αυτού.

(2) Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν, τακτικοί ειδικοί αστυνομικοί που υπηρετούν στην Αστυνομία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου δύνανται:

(α) να συνεχίσουν να εκτελούν τα αστυνομικά καθήκοντά τους·

(β) να είναι υποψήφιοι για εγγραφή ή διορισμό στην Αστυνομία, σύμφωνα με τους περί Αστυνομίας (Γενικούς ) Κανονισμούς, ανεξαρτήτως ηλικίας.

(3) Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν, ειδικοί αστυνομικοί που υπηρετούν στην Αστυνομία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου δύνανται να είναι υποψήφιοι για εγγραφή ή διορισμό στην Αστυνομία, σύμφωνα με τους περί Αστυνομίας (Γενικούς) Κανονισμούς, ανεξαρτήτως ηλικίας.

Κατάργηση

65. Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ο περί Αστυνομίας Νόμος καταργείται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΙΝΑΚΑΣ

 

ΠΙΝΑΚΑΣ

ΜΕΡΟΣ Ι

[Άρθρο 13(2)(κε)]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ "PHOTO" ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΥΠΡΟΥ

----------------

 

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΜΗΤΡΩΟΥ

1. Ονοματεπώνυμο: .............................................................................................................................

(Κεφαλαία)

 

2. Παρούσα διεύθυνση και από πότε ......................................................................................................

(Αναφέρετε χωριό/πόλη, οδό, αριθμό και ταχυδρομικό τομέα)

3. Υπηκοότητα (μόνο για αλλοδαπούς) ...................................................................................................

4. Αρ. διαβατηρίου ............................................... Ημερ. έκδοσης ..........................................................

Τόπος έκδοσης .............................................................................................................................

5. Σκοπός που ζητείται το πιστοποιητικό ..................................................................................................

6. Αρ. δελτίου ταυτότητας .....................................................................................................................

 

 

Ημερομηνία ................................... ..................................................
Υπογραφή αιτητή

_______________________________________________________________________________________________________

Κάθε αίτηση να συνοδεύεται από:

1. Απόδειξη πληρωμής (F. 107) για το ποσό των £10 από τον Αστυνομικό Διευθυντή της επαρχίας ή το Αρχείο Προηγούμενων Καταδικών.

2. Δελτίο ταυτότητας ή διαβατήριο.

3. Έντυπα αιτήσεως μπορούν να εξασφαλίζονται από οποιοδήποτε αστυνομικό σταθμό ή το διαδίκτυο στην ιστοσελίδα της Αστυνομίας Κύπρου στη διεύθυνση www.police.gov.cy.

 

 

 

"PHOTO"

MONO ΓΙΑ ΕΠΙΣΗΜΗ ΧΡΗΣΗ

------------------------

 

ΑΝΑΦΟΡΑ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑΔΙΚΩΝ

 

Α. Έλεγχος στοιχείων

 

Ι. Ημερομηνία παραλαβής ..........................................................................................................

ΙΙ. Τα στοιχεία που περιέχονται στην αίτηση ελέγχθηκαν και βρέθηκαν όρθα/λανθασμένα.

 

Ημερομηνία ................................... ..................................................
Υπογραφή αιτητή



 

Β. Έλεγχος ποινικού μητρώου

Ι. Ο αιτητής δε βαρύνεται με καταδίκες.

ΙΙ. Ο αιτητής βαρύνεται με καταδίκες.

(Αρ. ποινικού μητρώου ...........................)

Καταδίκη .................................................................................................................................

...............................................................................................................................................

 

Ημερομηνία ................................... ..................................................
Υπογραφή αιτητή

 

 

Γ. Στοιχεία πιστοποιητικού

Πιστοποιητικό με αριθμό ................. εκδόθηκε την ................................. με τις ακόλουθες οπισθογραφήσεις:

 

Ημερομηνία ................................... ..................................................
Υπογραφή αιτητή

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΙΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ "PHOTOS" ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΥΠΡΟΥ

-----------------

 

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΛΕΥΚΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΜΗΤΡΩΟΥ

 

Αριθμός απόδειξης: ............................. Λευκωσία, ..........................

Βεβαιούται ότι ο/η .................................................................................................. από

.............................................................. δεν έχει οποιαδήποτε προηγούμενη καταδίκη.

 

Ο έλεγχος έγινε από τα αρχεία που τηρούνται στο Αρχείο Προηγούμενων

Καταδικών που τηρεί η Αστυνομία Κύπρου.

 

----------------------------------

 

ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ/ΔΕΛΤΙΟ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ
(μόνο για αλλοδαπούς)
Αρ. ........................................................... ................................................................
Ημερομηνία έκδοσης ............................... ................................................................
Τόπος έκδοσης ........................................ Αρ. Δ.Τ....................................................

 

Αρχηγός Αστυνομίας

 

 

 

 

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ "PHOTO" ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΥΠΡΟΥ

-----------------

 

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΜΗΤΡΩΟΥ

 

Αριθμός απόδειξης ..................................... Λευκωσία, ................................................

Βεβαιούται ότι ο/η ............................................................................................. έχει τις πιο κάτω καταδίκες:

1. ...............................................................................................................................................................................

2. ...............................................................................................................................................................................

3. ...............................................................................................................................................................................

 

Ο έλεγχος έγινε από τα αρχεία που τηρούνται στο Αρχείο Προηγούμενων

Καταδικών που τηρεί η Αστυνομία Κύπρου.

---------------------------------

 

ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ ή ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ
ΔΕΛΤΙΟ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ (μόνο για αλλοδαπούς)
Αρ. .................................................................... ...............................................................................
Ημερομηνία έκδοσης ........................................ ...............................................................................
Τόπος έκδοσης ................................................. ...............................................................................
Αρ. Δ.Τ. .................................................................

 

 

 

................................................

Αρχηγός Αστυνομίας

 

Σημείωση
3 του Ν.52(I)/2012Έναρξη της ισχύος του Ν.52(I)/2012

Η ισχύς του Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.52(I)/2012] θεωρείται ότι άρχισε την 6η Απριλίου 2012.

Σημείωση
5 του Ν. 146(Ι)/2021Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 146(Ι)/2021]

Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 146(Ι)/2021] τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 100(Ι)/2021].