10.(1) Οποιοσδήποτε παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 9 υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς που δεν υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων λιρών (Λ.Κ. 500.000) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, ποσό που δεν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο λίρες (Λ.Κ. 1.000.000) ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος από την παράβαση αυτή, το οποίο όφελος υπερβαίνει τα ποσά των διοικητικών προστίμων τα οποία καθορίζονται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την περίπτωση, η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα προσπορίστηκε από την παράβαση.
((3) (α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), παράβαση του άρθρου 9 συνιστά ποινικό αδίκημα που σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δέκα έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι εκατόν χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 100.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(β) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα που στοιχειοθετείται σύμφωνα με το παρόν εδάφιο στερείται, αυτόματα, του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, σε χρηματοοικονομικά μέσα για διάστημα πέντε ετών από την καταδίκη του, εκτός εάν πρόκειται για την ολοκλήρωση προγενέστερων της καταδίκης του νόμιμων πράξεων.
(γ) Παράβαση των διατάξεων της παραγράφου (β) συνιστά ποινικό αδίκημα που σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή με χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 5.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(δ) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα που στοιχειοθετείται σύμφωνα με την παράγραφα (γ) στερείται του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, σε κινητές αξίες, υπό τις ίδιες όπως και στην παράγραφο (β) προϋποθέσεις, για περαιτέρω διάστημα πέντε ετών από τη νέα αυτή καταδίκη.
(4) (α) Ποινική ευθύνη για το αδίκημα του εδαφίου (3) που τελείται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, ή ελεγκτικών οργάνων του που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε, με οποιοδήποτε τρόπο, στην τέλεση του αδικήματος.
(β) Πρόσωπα που, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλήψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.