32. –(1) Η Αρμόδια Αρχή απαιτεί από κάθε Ταμείο, να επενδύει σύμφωνα με τις επιταγές της συνετής διαχείρισης και ιδιαίτερα σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:
(α) Τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μελών και των δικαιούχων:
Νοείται ότι, σε περίπτωση πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, το Ταμείο ή ο φορέας που χειρίζεται το χαρτοφυλάκιό του εξασφαλίζει ότι η επένδυση γίνεται αποκλειστικά προς το συμφέρον των μελών και των δικαιούχων·
(β) τα στοιχεία του ενεργητικού επενδύονται κατά τρόπο, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια, ποιότητα, ρευστότητα και κερδοφορία του χαρτοφυλακίου στο σύνολό του:
Νοείται ότι, το ενεργητικό που προορίζεται για την κάλυψη των τεχνικών αποθεματικών επενδύεται κατά τρόπο προσιδιάζοντα στη φύση και τη διάρκεια των προσδοκώμενων συνταξιοδοτικών παροχών·
(γ) το ενεργητικό επενδύεται πρωτίστως σε οργανωμένες αγορές, ενώ το τμήμα που επενδύεται σε στοιχεία μη εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένες χρηματοοικονομικές αγορές, παραμένει σε κάθε περίπτωση, σε συνετά επίπεδα·
(δ) (i) η επένδυση σε παράγωγα μέσα είναι δυνατή όταν συμβάλλει στη μείωση των επενδυτικών κινδύνων ή διευκολύνει την αποτελεσματική διαχείριση του χαρτοφυλακίου·
(ii) η εκτίμηση των παραγώγων γίνεται με σύνεση, λαμβανομένου υπόψη του αντίστοιχου τμήματος του ενεργητικού, ενώ τα παράγωγα περιλαμβάνονται στην αποτίμηση του ενεργητικού του Ταμείου·
(iii) το Ταμείο αποφεύγει την υπερβολική έκθεση στους κινδύνους του ενός και μοναδικού αντισυμβαλλομένου, καθώς και άλλων πράξεων, με αντικείμενο παράγωγα μέσα·
(ε) (i) τα στοιχεία του ενεργητικού είναι διαφοροποιημένα όπως αρμόζει και κατά τρόπο, έτσι ώστε να αποφεύγεται η υπέρμετρη εξάρτηση από κάποιο συγκεκριμένο επενδυτικό στοιχείο του ή κάποιο συγκεκριμένο εκδότη ή όμιλο επιχειρήσεων αλλά και η συσσώρευση κινδύνων στο χαρτοφυλάκιο συνολικά·
(ii) οι επενδύσεις σε στοιχεία εκδοθέντα από τον ίδιο εκδότη ή από εκδότες, οι οποίοι ανήκουν στον ίδιο όμιλο, δεν εκθέτουν το Ταμείο σε συσσωρευμένους κινδύνους·
(στ) η επένδυση στη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει το πέντε επί τοις εκατόν (5%) του συνόλου του χαρτοφυλακίου και όταν η χρηματοδοτούσα επιχείρηση ανήκει σε όμιλο, η επένδυση στις επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τη χρηματοδοτούσα επιχείρηση δεν υπερβαίνει το δέκα επί τοις εκατόν (10%) του χαρτοφυλακίου:
Νοείται ότι, εάν το Ταμείο χρηματοδοτείται από περισσότερες της μίας επιχείρησης, η επένδυση στις επιχειρήσεις αυτές γίνεται με σύνεση.
(ζ) Οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (ε) και (στ) δεν εφαρμόζονται σε επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα.
(2) Το Ταμείο δεν δικαιούται να δανείζεται ή να ενεργεί ως εγγυητής υπέρ τρίτων:
Νοείται ότι, δανειοληπτικές πράξεις επιτρέπονται σε αυτό, όταν οι εν λόγω πράξεις διενεργούνται με σύνεση και μόνο σε προσωρινή βάση για λόγους ρευστότητας:
Νοείται περαιτέρω ότι, οι επενδύσεις του Ταμείου θα τηρούνται από το Ταμείο αυτό ελεύθερες κάθε υποθήκης, επιβάρυνσης, δέσμευσης ή δικαιώματος επισχέσεως.
(3) Το Ταμείο μπορεί να επενδύει στις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων που επιλέγει.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 23, οι επενδυτικές αποφάσεις του Ταμείου δεν υπόκεινται σε προηγούμενη έγκριση ή υποχρεωτική γνωστοποίηση, εκτός όπου αυτό απαιτείται από τους κανόνες λειτουργίας του Ταμείου.
(5)(α) Κάθε Ταμείο μπορεί να επενδύει μέχρι εβδομήντα επί τοις εκατόν (70%) του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθεματικά ή του συνολικού χαρτοφυλακίου, για συνταξιοδοτικά σχέδια, στα οποία τα μέλη φέρουν τον κίνδυνο επενδύσεων σε μετοχές, διαπραγματεύσιμα αξιόγραφα εξομοιούμενα προς μετοχές και σε εταιρικά ομόλογα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές, καθώς και να αποφασίζει για το μερίδιο των εν λόγω αξιογράφων στο επενδυτικό χαρτοφυλάκιο:
Νοείται ότι, εφόσον δικαιολογείται από πλευράς συνετής διαχείρισης, η Αρμόδια Αρχή μπορεί να επιβάλει χαμηλότερο όριο σε Ταμείο που καταβάλλει συνταξιοδοτικές παροχές με εγγύηση μακροπρόθεσμων επιτοκίων, το οποίο φέρει τον επενδυτικό κίνδυνο και ενεργεί ως εγγυητής.
(β) Κάθε Ταμείο μπορεί να επενδύει μέχρι τριάντα επί τοις εκατόν (30%) του ενεργητικού που καλύπτει τα τεχνικά αποθεματικά σε στοιχεία ενεργητικού εκπεφρασμένα σε νομίσματα διαφορετικά από εκείνα, στα οποία είναι εκπεφρασμένες οι υποχρεώσεις του·
(γ) Κάθε Ταμείο μπορεί να επενδύει σε επιχειρηματικά κεφάλαια.
(6)(α) Κανένα δάνειο οποιασδήποτε μορφής χορηγείται από το Ταμείο προς εργοδότη, ο οποίος εισφέρει στο Ταμείο αυτό.
(β) Οι κανόνες λειτουργίας του Ταμείου δύνανται να προνοούν για την χορήγηση δανείου σε μέλος υπό τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις:
(i) Ο σκοπός του δανείου είναι προς ανοικοδόμηση ή βελτίωση στέγης του μέλους ή τέκνου αυτού, εκπαίδευση αυτού ή τέκνου αυτού ή αντιμετώπιση εξόδων σε περίπτωση σοβαρής ασθενείας αυτού ή μέλους της οικογένειας του,
(ii) το ποσό του δανείου καθορίζεται λαμβανομένων υπ’ όψιν της ηλικίας του μέλους και της δυνατότητας αποπληρωμής του δανείου,
(iii) η Διαχειριστική Επιτροπή έχει ικανοποιητικές εξασφαλίσεις,
(iv) το δάνειο είναι αποπληρωτέον εντός περιόδου μη υπερβαινούσης τα είκοσι έτη, και
(v) το επιτόκιο δεν είναι χαμηλότερο του καταβαλλομένου υπό Τραπεζών δι’ εμπροθέσμους καταθέσεις.
(7) Τηρουμένων των εδαφίων (1) έως (6), η Αρμόδια Αρχή, με Οδηγίες της, μπορεί να απαιτεί αναλυτικότερες ρυθμίσεις για τα θέματα που καθορίζονται στο εδάφιο (5), συμπεριλαμβανομένων ποσοτικών κανόνων, με την προϋπόθεση ότι αυτές δικαιολογούνται από άποψη συνετής διαχείρισης, έτσι ώστε να καθίσταται εμφανές το πλήρες φάσμα των συνταξιοδοτικών καθεστώτων του Ταμείου.