36. –(1)(α) Τηρουμένης της ισχύουσας κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας σε θέματα οργάνωσης των συνταξιοδοτικών σχεδίων, συμπεριλαμβανομένης της υποχρεωτικής συμμετοχής σ’ αυτά και των αποτελεσμάτων των συλλογικών διαπραγματεύσεων, επιχειρήσεις στη Δημοκρατία μπορούν να χρηματοδοτούν Ταμείο κράτους μέλους.
(β) Ταμείο έχει δικαίωμα να δεχθεί χρηματοδότηση από επιχείρηση άλλου κράτους μέλους.
(2)(α) Ταμείο, το οποίο επιθυμεί να δεχθεί χρηματοδότηση από χρηματοδοτούσα επιχείρηση που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος, υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από την Αρμόδια Αρχή, σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 19.
(β) ΄Όταν το Ταμείο προτίθεται να δεχθεί χρηματοδότηση από νέα χρηματοδοτούσα επιχείρηση άλλου κράτους μέλους, γνωστοποιεί στην Αρμόδια Αρχή την πρόθεσή του αυτή παρέχοντας τις ακόλουθες πληροφορίες:
(i) Το κράτος μέλος υποδοχής·
(ii) την επωνυμία της χρηματοδοτούσας επιχείρησης·
(iii) τα κύρια χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού σχεδίου που θα διαχειρισθεί το Ταμείο για λογαριασμό της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.
(3)(α) Όταν η Αρμόδια Αρχή ειδοποιηθεί, σύμφωνα με το εδάφιο (2), και εφόσον δεν υπάρχουν λόγοι αμφιβολίας για το αν η διοικητική ή η οικονομική κατάσταση του Ταμείου ή η φήμη και τα επαγγελματικά προσόντα ή η πείρα των διαχειριστών του είναι συμβατά με τις πράξεις, των οποίων προτείνεται η διενέργεια στο κράτος μέλος υποδοχής, ανακοινώνει εντός τριμήνου από την παραλαβή των πληροφοριών του εδαφίου (2) τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και ενημερώνει αναλόγως το Ταμείο.
(β) Αν η Αρμόδια Αρχή έχει λόγους αμφιβολίας για το αν η διοικητική ή η οικονομική κατάσταση του Ταμείου ή η φήμη και τα επαγγελματικά προσόντα ή η πείρα των διαχειριστών του είναι συμβατά με τις πράξεις, των οποίων προτείνεται η διενέργεια στο κράτος μέλος υποδοχής, αυτή δεν προβαίνει στην ανακοίνωση των πληροφοριών που προβλέπεται στο εδάφιο (2) στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής.
(γ) Ταμείο, το οποίο θίγεται από την απόφαση της παραγράφου (β) έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
(4)(α) Η Αρμόδια Αρχή πληροφορείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, πριν το Ταμείο αρχίσει να διαχειρίζεται συνταξιοδοτικό σχέδιο για χρηματοδοτούσα επιχείρηση σε άλλο κράτος μέλος και εντός δύο μηνών από τη λήψη των πληροφοριών του εδαφίου (2), εάν ενδείκνυται, για τις διατάξεις της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας σχετικά με την επαγγελματική σύνταξη, οι οποίες τηρούνται κατά τη διαχείριση του συνταξιοδοτικού σχεδίου που χρηματοδοτείται από επιχείρηση στο κράτος μέλος υποδοχής και κάθε διάταξη εφαρμοστέα σύμφωνα με το άρθρο 34 και με το εδάφιο (6).
(β) Η Αρμόδια Αρχή ανακοινώνει τις πληροφορίες που αυτή λαμβάνει από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής στο Ταμείο.
(5) Μόλις το Ταμείο λάβει την ανακοίνωση κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (4) ή αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία διαβίβασης της ανακοίνωσης από την Αρμόδια Αρχή, το Ταμείο μπορεί να αρχίσει να διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό σχέδιο που χρηματοδοτείται από επιχείρηση στο κράτος μέλος υποδοχής, σύμφωνα με την κοινωνική και εργατική νομοθεσία του κράτους αυτού σχετικά με τις επαγγελματικές συντάξεις και κάθε διάταξη εφαρμοστέα σύμφωνα με το άρθρο 34 και με το εδάφιο (6).
(6) Ταμείο που χρηματοδοτείται από επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, υπόκειται, για το αντίστοιχο κράτος μέλος, στις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών που επιβάλλουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής σε Ταμεία εγκατεστημένα στο εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 22.
(7) Όταν η Αρμόδια Αρχή ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ταμείου κράτους μέλους, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του εν λόγω Ταμείου για κάθε σημαντική μεταβολή των διατάξεων της εργατικής και κοινωνικής νομοθεσίας στη Δημοκρατία σχετικά με τα σχέδια επαγγελματικής σύνταξης, που μπορεί να επηρεάσει τα χαρακτηριστικά του συνταξιοδοτικού σχεδίου, κατά το μέρος εκείνο που αφορά στη λειτουργία του συνταξιοδοτικού σχεδίου που χρηματοδοτείται από επιχείρηση στη Δημοκρατία.
(8)(α) Κάθε Ταμείο κράτους μέλους υπόκειται σε συνεχή έλεγχο από την Αρμόδια Αρχή όταν αυτή ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, όσον αφορά στη συμμόρφωση των δραστηριοτήτων του με τις απαιτήσεις της εργατικής και κοινωνικής νομοθεσίας στη Δημοκρατία σχετικά με τις επαγγελματικές συντάξεις, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (4), καθώς και με τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (6).
(β) Εφόσον, κατά τον έλεγχο που αναφέρεται στην παράγραφο (α), προκύψουν παρατυπίες, η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής:
Νοείται ότι, η Αρμόδια Αρχή συντονίζεται με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής για τη λήψη των απαραίτητων μέτρων από την τελευταία.
(9) Εάν, παρά τη λήψη από την αρμόδια αρχή του κράτους καταγωγής των μέτρων ή ελλείψει κατάλληλων μέτρων στο κράτος μέλος καταγωγής, το Ταμείο εξακολουθεί να παραβιάζει οποιαδήποτε ισχύουσα διάταξη της κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας στη Δημοκρατία σχετικά με τα συνταξιοδοτικά σχέδια, η Αρμόδια Αρχή, μπορεί, αφού ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να προληφθούν ή να μην προκύπτουν περαιτέρω κολάσιμες παραβάσεις και μπορεί, εάν κρίνεται απολύτως αναγκαίο, να απαγορεύσει στο εν λόγω Ταμείο κράτους μέλους να λειτουργεί στη Δημοκρατία για λογαριασμό της χρηματοδοτούσας επιχείρησης.