2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«βασικό επιτόκιο» σημαίνει το επιτόκιο προσφοράς για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης, όπως αυτό καθορίζεται στις εκάστοτε αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας∙
«Δημόσιο» σημαίνει την κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων των υπουργείων, τμημάτων, υπηρεσιών και των ανεξάρτητων γραφείων ή/και υπηρεσιών αυτής, αλλά δεν περιλαμβάνει νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, δήμο ή κοινότητα ή άλλη αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης∙
«δημόσιο επιτόκιο υπερημερίας» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 4 εκάστοτε καθοριζόμενο επιτόκιο∙
«δημόσιος τόκος υπερημερίας» σημαίνει τον τόκο που προβλέπεται ευθέως εκ του νόμου ως πληρωτέος ή καταβλητέος από ή προς το Δημόσιο συνεπεία παράλειψης ή καθυστέρησης στην εξόφληση οποιασδήποτε ληξιπρόθεσμης οφειλής ή χρέους οφειλόμενου από ή προς το Δημόσιο, αλλά δεν περιλαμβάνει:
(i) οποιαδήποτε πρόσθετη επιβάρυνση ή πρόστιμο που προβλέπεται από νόμο να καταβάλλεται σε ορισμένες περιπτώσεις επιπρόσθετα και ανεξάρτητα από την καταβολή τόκου υπερημερίας∙
(ii) τον τόκο που προβλέπεται ως καταβλητέος δυνάμει της παραγράφου (ιδ) του άρθρου 10 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου∙
(iii) τον τόκο που προβλέπεται ως καταβλητέος δυνάμει του άρθρου 6 του περί της Καταπολέμησης των Καθυστερήσεων Πληρωμών στις Εμπορικές Συναλλαγές Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«επιτόκιο» σημαίνει μονάδα υπολογισμού του τόκου∙ και
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.