49.-(1) Πρόσωπο, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες (£10.000) ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές αν -
(α) σκόπιμα καθυστερεί ή παρεμποδίζει Επιθεωρητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή την άσκηση των εξουσιών του, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(β) παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο, που εισήλθε στα υποστατικά μαζί με Επιθεωρητή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 22, το οποίο παρέχει βοήθεια στον Επιθεωρητή·
(γ) παραλείπει να συμμορφωθεί προς οδηγία που δίδεται σε αυτό από Επιθεωρητή, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του άρθρου 22·
(δ) παραλείπει να παρουσιάσει, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, οποιοδήποτε βιβλίο ή μητρώο ή έγγραφο ή στοιχείο, σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή, που απαιτείται να παρουσιάσει, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (στ) του άρθρου 22, εκτός αν αποδείξει ότι-
(i) δε γνώριζε ότι την παρουσίαση την απαιτούσε Επιθεωρητής, ή
(ii) δεν είχε πρόσβαση στα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (δ), ή
(iii) δεν είχε εξουσία να το πάρει·
(ε) ενώ είναι πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (ζ) του άρθρου 22, παραλείπει να δώσει, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, πληροφορίες που του ζητούνται από Επιθεωρητή, σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω παραγράφου ή δίνει πληροφορίες που είναι αναληθείς ή λανθασμένες ή ατελείς·
(στ) ενώ είναι πρόσωπο, που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (ζ) του άρθρου 22, παραλείπει, κατόπιν νόμιμης απαίτησης Επιθεωρητή, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα να -
(i) παράσχει σε Επιθεωρητή ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο που εισήλθε στο υποστατικό μαζί του, ασφαλή πρόσβαση σε οποιοδήποτε μέρος των υποστατικών, ή
(ii) θέσει στη διάθεση Επιθεωρητή ή οποιουδήποτε προσώπου που εισήλθε στο υποστατικό μαζί του, οποιαδήποτε μέσα για τη διεξαγωγή δοκιμών, μετρήσεων, επιθεωρήσεων ή εξετάσεων, νοουμένου ότι σε κάθε περίπτωση έχει την εξουσία να το πράξει και ότι τα μέσα που αναφέρονται στην παρούσα υποπαράγραφο είναι ευλόγως διαθέσιμα·
(ζ) πλαστογραφεί οποιαδήποτε διαπίστευση και/ ή έγκριση που απαιτείται δυνάμει ή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
(η) δίνει ή υπογράφει τέτοια διαπίστευση και/ ή έγκριση εν γνώσει του ότι είναι αναληθής, σε σχέση με οποιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο·
(θ) εν γνώσει του παρουσιάζει ή χρησιμοποιεί διαπίστευση και/ ή έγκριση που έχει πλαστογραφηθεί ή είναι ψευδής, σε σχέση με οποιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο·
(ι) παρουσιάζει ή χρησιμοποιεί ως αφορώντα οποιοδήποτε πρόσωπο διαπίστευση και/ ή έγκριση τα οποία, εν γνώσει του, δεν αφορούν το εν λόγω πρόσωπο·
(ια) παριστάνει πρόσωπο, που κατονομάζεται σε διαπίστευση και/ ή έγκριση που αναφέρεται στην παράγραφο (ι)·
(ιβ) προσποιείται ψευδώς ότι είναι Επιθεωρητής·
(ιγ) εσκεμμένα συγκατατίθεται στην πιο πάνω πλαστογράφηση, υπογραφή, χρήση, πλαστοπροσωπία ή προσποίηση·
(ιδ) εσκεμμένα προβαίνει σε ψευδή καταχώρηση σε κατάλογο, βιβλίο, μητρώο, ειδοποίηση, πιστοποιητικό ή έγγραφο ή ηλεκτρονικό αρχείο, που απαιτείται δυνάμει ή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
(ιε) εσκεμμένα προβαίνει σε ψευδή δήλωση ή υπογράφει ψευδή δήλωση, που απαιτείται από, με βάση ή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
(ιστ) εν γνώσει του κάνει χρήση τέτοιας ψευδούς καταχώρησης ή δήλωσης, όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ιε)·
(ιζ) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις απαγορευτικές ή επιτακτικές διατάξεις οποιωνδήποτε κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 54.
(2) Κάθε πρόσωπο, το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις -
(α) του άρθρου 6(1), (2), (4), (5), (6) και (7),
(β) του άρθρου 7(1),
(γ) του άρθρου 8
(δ) του άρθρου 14(1) και (2),
(ε) του άρθρου 15(1) και (2),
(στ) του άρθρου 28(1),
(ζ) του άρθρου 29(1), (2), (3), (4) και (5),
(η) του άρθρου 31,
(θ) του άρθρου 32(1),
(ι) του άρθρου 33
(ια) του άρθρου 35(1), (2)(α), (3), (4), (5), (6), (7), (8), (9), (10), (11) και (12)
(ιβ) των άρθρων 36, 37 και 38,
(ιγ) του άρθρου 39(4),
(ιδ) του άρθρου 40(1),
(ιε) των άρθρων 41, 42, 43, 44, 45 και 46,
(ιστ) του άρθρου 47(1) και (2),
(ιζ) του άρθρου 57(2) και (3),
είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (1).
(3) Πρόσωπο, το οποίο παραβαίνει ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (1).