20.-(1) Η αρμόδια αρχή -
(α) διοργανώνει και προβαίνει σε επιθεωρήσεις και έλεγχους σε τακτική βάση, ούτως ώστε να διαπιστώνεται κατά πόσο τα ιδρύματα ιστών εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα ελέγχου, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου· το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο επιθεωρήσεων της αρμόδιας αρχής δεν δύναται να υπερβαίνει τα δύο έτη·
(β) διοργανώνει και προβαίνει σε επιθεώρηση και έλεγχο των οργανισμών προμήθειας σε τακτική βάση ούτως ώστε να διαπιστώνεται κατά πόσο οι οργανισμοί προμήθειας εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα ελέγχου, ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου· το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο επιθεωρήσεων της αρμόδιας αρχής δεν δύναται να υπερβαίνει τα δύο έτη·
(2) Η αρμόδια αρχή οργανώνει επιθεωρήσεις και εκτελεί μέτρα ελέγχου, όπως αρμόζει, στην περίπτωση σοβαρής ανεπιθύμητης αντίδρασης ή σοβαρού ανεπιθύμητου συμβάντος. Οι εν λόγω επιθεωρήσεις διενεργούνται και στην περίπτωση δεόντως αιτιολογημένου αιτήματος της αρμόδιας αρχής άλλου κράτους μέλους, σε περίπτωση σοβαρής ανεπιθύμητης αντίδρασης ή σοβαρού ανεπιθύμητου συμβάντος.
(3)(α) Η αρμόδια αρχή, μετά την υποβολή αιτήματος από την Επιτροπή ή άλλο κράτος μέλος, παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και των μέτρων ελέγχου που εφαρμόζονται, όσον αφορά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(β) Η αρμόδια αρχή δύναται να ζητήσει από άλλο κράτος μέλος πληροφορίες, σχετικά με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων και των μέτρων ελέγχου που εφαρμόζει, με βάση τις διατάξεις των Οδηγιών 2004/23/ΕΚ και 2006/17/ΕΚ.