13.─(1) Πρόσωπο το οποίο εκ προθέσεως καταστρέφει, αποκρύπτει, αφαιρεί από το νόμιμο κάτοχό του, παρακρατεί, κατάσχει ή κατέχει το διαβατήριο ή οποιοδήποτε άλλο ταξιδιωτικό ή άλλο έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητας οποιουδήποτε προσώπου, περιλαμβανομένης της άδειας διαμονής ή οποιωνδήποτε άλλων εγγράφων του προσώπου αυτού, εκδιδόμενων δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ή δυνάμει του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται-
(α) στο πλαίσιο της διάπραξης των ποινικών αδικημάτων του παρόντος Νόμου∙ ή
(β) με πρόθεση να διαπράξει τα ποινικά αδικήματα του παρόντος Νόμου ∙ ή
(γ) με σκοπό να εμποδίσει ή να περιορίσει ή να αποπειραθεί να εμποδίσει ή να περιορίσει, παράνομα, την προσωπική ελευθερία οποιουδήποτε θύματος δυνάμει του παρόντος Νόμου,
είναι ένοχο κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Αποτελεί υπεράσπιση ότι οι πράξεις του εδαφίου (1) διενεργήθηκαν από το θύμα συνεπεία της εμπλοκής του στα αδικήματα του άρθρου 5 μέχρι 11 του παρόντος Νόμου.