Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-

«Απόφαση Πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002 για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων,»

«Απόφαση Πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2003 για την καταπολέμηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας∙» και

με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο:
«Οδηγία 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με τον τίτλο παραμονής που χορηγείται στους υπηκόους τρίτων χωρών θύματα εμπορίας ανθρώπων ή συνέργειας στη λαθρομετανάστευση, οι οποίοι συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές∙» και

για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής του περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος και Πρωτοκόλλων (Κυρωτικού) Νόμου του 2003 και ιδιαίτερα του Πρωτοκόλλου για την Πρόληψη, Καταστολή και Τιμωρία της Εμπορίας Προσώπων, Ιδιαίτερα των Γυναικών και Παιδιών, το οποίο Συμπληρώνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών ενάντια στο Διεθνικό Οργανωμένο Έγκλημα, του περί της Συμβάσεως περί Καταστολής και Εξαλείψεως της Σωματεμπορίας και της Πορνείας Άλλων (Κυρωτικού) Νόμου του 1983, του περί του Προαιρετικού Πρωτοκόλλου στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, για την Πώληση Παιδιών, Παιδική Πορνεία και Παιδική Πορνογραφία (Κυρωτικού) Νόμου του 2006, καθώς και της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πάταξη της Εμπορίας Ανθρώπων που υπογράφηκε από τη Δημοκρατία στη Βαρσοβία στις 16 Μαΐου του 2005.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμος του 2007.

ΜΕΡΟΣ I ΕΡΜΗΝΕΙΑ, ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«ασυνόδευτος ανήλικος» σημαίνει το παιδί το οποίο είναι υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής που εισέρχεται στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές χωρίς να συνοδεύεται από ενήλικο πρόσωπο υπεύθυνο γι΄αυτό, σύμφωνα με το νόμο ή το έθιμο, και καθ΄ον χρόνο κανένα τέτοιο ενήλικο πρόσωπο δεν ασκεί στην πράξη την επιμέλειά του και περιλαμβάνει παιδί που βρέθηκε χωρίς συνοδεία μετά την είσοδό του στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές˙

«βία» σημαίνει οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη ή συμπεριφορά με την οποία προκαλείται σωματική, σεξουαλική ή ψυχική βλάβη στο θύμα·

«διωκτικές αρχές» σημαίνει το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή/και την Αστυνομία∙

«εθνικός μηχανισμός αναφοράς» σημαίνει το μηχανισμό συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, για την αναγνώριση των θυμάτων και την υλοποίηση των υποχρεώσεων που προβλέπει ο παρών Νόμος για την προστασία και την προώθηση των δικαιωμάτων των θυμάτων∙

«Εθνικός Συντονιστής» σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών ή το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, ως εκπρόσωπό του, όπως έχει οριστεί δυνάμει της Απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με Αρ.61.961 και ημερομηνία 12.5.2005∙

«εκμετάλλευση» περιλαμβάνει την εκμετάλλευση της εργασίας ή των υπηρεσιών προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της καταναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας ή υπηρεσιών, της δουλείας ή παρόμοιας πρακτικής ή της υποτέλειας, την αφαίρεση ή εμπορία ή διακίνηση ανθρωπίνων οργάνων, την εκπόρνευση ή άλλης μορφής σεξουαλική εκμετάλλευση, περιλαμβανομένης της πορνογραφίας, και σε περίπτωση παιδιών, περιλαμβάνει επίσης τις χειρότερες μορφές εργασίας των παιδιών κατά την έννοια του περί της Σύμβασης για την Απαγόρευση των Χειρότερων Μορφών Εργασίας των Παιδιών και την Άμεση Δράση με Σκοπό την Εξάλειψή τους (Κυρωτικού) Νόμου του 2000∙

«εμπλεκόμενες υπηρεσίες» σημαίνει τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, το Υπουργείο Εσωτερικών, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και την Υπηρεσία Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών, το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, την Αστυνομία, το Υπουργείο Εξωτερικών, τις προξενικές αρχές της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, το Υπουργείο Οικονομικών, το Τμήμα Εργασίας, το Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων, τις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το Υπουργείο Υγείας και τις καθ΄ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του, το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και τις καθ΄ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του∙

«εμπορία προσώπων» σημαίνει τη στρατολόγηση, μεταφορά, μεταβίβαση, υπόθαλψη ή παραλαβή προσώπου, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής ή μεταβίβασης του ελέγχου επί του προσώπου, μέσω απειλών ή χρήσης βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού, απαγωγής, δόλου, εξαπάτησης, κατάχρησης εξουσίας ή εκμετάλλευσης της ευάλωτης θέσης του ή παροχής ή λήψης πληρωμών ή ωφελημάτων για εξασφάλιση της συγκατάθεσης του προσώπου που ασκεί έλεγχο επί άλλου προσώπου με σκοπό την εκμετάλλευση αυτού.

«εξαναγκασμός» περιλαμβάνει -

(α) απειλές για σοβαρή βλάβη ή για φυσικό περιορισμό εναντίον οποιουδήποτε προσώπου∙

(β) οποιαδήποτε συμπεριφορά ή σχέδιο το οποίο στοχεύει στο να δημιουργήσει σε οποιοδήποτε πρόσωπο την εντύπωση ότι η παράλειψη εκτέλεσης μιας πράξης θα επιφέρει σοβαρή βλάβη ή το φυσικό περιορισμό εναντίον οποιουδήποτε προσώπου∙

(γ) κατάχρηση εξουσίας ή άλλης μορφής πίεσης εναντίον οποιουδήποτε προσώπου με στόχο την πλήρη οικονομική του εξάρτηση ή υποτέλεια∙

(δ) κατάχρηση ή απειλούμενη κατάχρηση νομικών ή διοικητικών διαδικασιών αναφορικά με το καθεστώς οποιουδήποτε προσώπου.

«Ευρωπαίος πολίτης» σημαίνει κάθε πρόσωπο το οποίο έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει πρόσωπα που έχουν την ιθαγένεια κράτους συμβαλλόμενου μέρους της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο τη 2α Μαΐου 1992 και η οποία κυρώθηκε με τον περί της Συμφωνίας Συμμετοχής της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και της Τελικής Πράξης (Κυρωτικό) Νόμο του 2004·

«εξαρτώμενο πρόσωπο» σημαίνει το πρόσωπο που έχει συγγένεια πρώτου και δεύτερου βαθμού με το θύμα και περιλαμβάνει άτομα που εξαρτώνται οικονομικά από αυτό χωρίς να υπάρχει συγγένεια∙

«ηλεκτρονικό σύστημα» σημαίνει κάθε μέσο ή ομάδα διασυνδεδεμένων ή συναφών μέσων εκ των οποίων ένα ή περισσότερα προβαίνουν σε αυτόματη επεξεργασία δεδομένων, σύμφωνα με συγκεκριμένο πρόγραμμα∙

«θύμα» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που υπέστη ζημιά, συμπεριλαμβανομένης σωματικής και ψυχικής βλάβης ή οικονομικής απώλειας, που προκαλείται απευθείας από τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο·

«κατάχρηση εξουσίας» περιλαμβάνει την περίπτωση που το θύμα βρίσκεται σε σχέση συγγένειας εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του τρίτου βαθμού με το πρόσωπο που διαπράττει τα ποινικά αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ή την περίπτωση που βρίσκεται σε οποιαδήποτε άλλη σχέση με το πρόσωπο αυτό το οποίο λόγω της θέσης του ασκεί εξουσία ή επιρροή στο θύμα περιλαμβανομένης της σχέσης με κηδεμόνα, εκπαιδευτικό, εργοδότη, υπεύθυνο οποιουδήποτε δημόσιου ιδρύματος το οποίο φιλοξενεί ή στο οποίο περιορίζονται ή κρατούνται πρόσωπα δυνάμει οποιουδήποτε νόμου ή απόφασης διοικητικών ή δικαστικών αρχών, καθώς και με άλλα πρόσωπα με ανάλογη θέση ή ιδιότητα∙

«Λειτουργός Μετανάστευσης» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης που εγκαθιδρύεται δυνάμει του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου.

«μεταφορέας» περιλαμβάνει την εταιρεία στην οποία ανήκει η διαχείριση, εποπτεία ή διεύθυνση μεταφορικών μέσων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ανθρώπων ή/ και αγαθών έναντι αμοιβής ή/ και μίσθωσης∙

«μη κυβερνητικοί οργανισμοί» σημαίνει μη κερδοσκοπικές οργανώσεις δεόντως εγγεγραμμένες δυνάμει του περί Σωματείων και Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, οι οποίες δυνάμει του καταστατικού τους έχουν στόχο να δραστηριοποιούνται στους τομείς της καταπολέμησης της εμπορίας και εκμετάλλευσης προσώπων ή της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή των δικαιωμάτων των μεταναστών και προσφύγων ή των εργατικών δικαιωμάτων και οι οποίες παρέχουν οποιεσδήποτε υποστηρικτικές υπηρεσίες δωρεάν∙

«νομικό πρόσωπο» σημαίνει κάθε οντότητα με νομική προσωπικότητα η οποία αναγνωρίζεται ως τέτοια δυνάμει των σχετικών νόμων της Δημοκρατίας ή οποιασδήποτε άλλης σχετικής εφαρμοστέας νομοθεσίας, εξαιρουμένων των κρατικών υπηρεσιών ή άλλων οργανισμών δημοσίου δικαίου όταν ασκούν κρατική εξουσία και των δημόσιων διεθνών οργανισμών∙

«παιδί » σημαίνει πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών∙

«παιδική πορνογραφία» σημαίνει το πορνογραφικό υλικό στο οποίο απεικονίζεται ή παριστάνεται -

(α) υπαρκτό παιδί που συμμετέχει ή επιδίδεται σε πράξη με σεξουαλικό χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της άσεμνης επίδειξης γεννητικών οργάνων ή της ηβικής χώρας του παιδιού, ή

(β) υπαρκτό πρόσωπο που εμφανίζεται ως παιδί το οποίο συμμετέχει ή επιδίδεται στις αναφερόμενες στην παράγραφο (α) του παρόντος ορισμού πράξεις, ή

(γ) ρεαλιστικές εικόνες που παριστάνουν παιδί να συμμετέχει ή να επιδίδεται στις αναφερόμενες στην παράγραφο (α) του παρόντος ορισμού πράξεις∙

«πολυθεματική συντονιστική ομάδα» σημαίνει την ομάδα που εγκαθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 47 του παρόντος Νόμου∙

«πορνογραφία» σημαίνει τη με οποιοδήποτε τρόπο οπτική ή οπτικοακουστική εγγραφή ή απεικόνιση οποιασδήποτε μορφής ή φύσης, πράξης ή ενέργειας με σεξουαλικό χαρακτήρα πάνω σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή με τη συμμετοχή αυτού και ο όρος «πορνογραφικό υλικό» θα ερμηνεύεται ανάλογα∙

«πράξη με σεξουαλικό χαρακτήρα» περιλαμβάνει μεταξύ άλλων συνουσία μεταξύ παιδιών ή παιδιού και ενήλικα του ίδιου ή αντίθετου φίλου, στοματικό έρωτα, κτηνοβασία, αυνανισμό, σαδιστική ή μαζοχιστική συμπεριφορά στα πλαίσια της σεξουαλικής πράξης·

«σεξουαλική εκμετάλλευση» περιλαμβάνει-

(α) τον εξαναγκασμό προσώπου σε πορνεία ή σε συμμετοχή σε πορνογραφικές παραστάσεις ή την κερδοσκοπία ή καθ΄οιονδήποτε τρόπο εκμετάλλευση προσώπου για παρόμοιους σκοπούς∙

(β) την εισαγωγή ή εξώθηση ή παρότρυνση ή στρατολόγηση ή οργάνωση ή κατεύθυνση προσώπου στην πορνεία ή σε συμμετοχή σε θεάματα πορνογραφίας∙

(γ) τη σεξουαλική δραστηριότητα με πρόσωπο, όταν -

(i) γίνεται χρήση εξαναγκασμού, βίας ή απειλής∙

(ii) γίνεται κατάχρηση αναγνωρισμένης θέσης εξουσίας ή επιρροής επί του προσώπου ή της κηδεμονίας ή φύλαξης προσώπου.

«σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και περιλαμβάνει τη σεξουαλική δραστηριότητα με παιδί, όταν προσφέρονται χρήματα ή άλλου είδους αμοιβές ή παροχές ως πληρωμή προκειμένου το παιδί να συμμετάσχει σε σεξουαλικές δραστηριότητες∙

«σοβαρή βλάβη» περιλαμβάνει τη σωματική βλάβη κατά προσώπου, βλάβη στην οικογένεια και στους εξαρτώμενούς του, στην περιουσία του και στη φήμη του∙

«σωματική βλάβη» σημαίνει σωματική βλάβη, ασθένεια ή διαταραχή, είτε μόνιμη είτε προσωρινή∙

«υπήκοος τρίτης χώρα» σημαίνει πρόσωπο που δεν είναι Ευρωπαίος πολίτης. και

«υποχρεωτική εργασία ή υπηρεσίες» περιλαμβάνει την υποχρεωτική εργασία ή υπηρεσίες που παρέχει το θύμα εκτός των όρων εργασίας του ή παροχής υπηρεσιών του.

Σκοπός του παρόντος Νόμου

3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η ποινικοποίηση της εμπορίας προσώπων, της εκμετάλλευσης προσώπων και της παιδικής πορνογραφίας, η λήψη μέτρων προστασίας και στήριξης των θυμάτων των εν λόγω αδικημάτων, καθώς και η δημιουργία μηχανισμού ελέγχου εφαρμογής των εν λόγω μέτρων.

Πεδίο εφαρμογής του Παρόντος Νόμου

4.- (1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται για την πρόληψη, έρευνα και δίωξη των αδικημάτων που καθορίζονται στο Μέρος ΙΙ αυτού, καθώς επίσης και για την προστασία των θυμάτων τέτοιων αδικημάτων, όπου-

(α) Τέτοια αδικήματα είναι διεθνικά στη φύση τους και στα οποία υπάρχει ανάμειξη εγκληματικής οργάνωσης κατά την έννοια του άρθρου 63Β του Ποινικού Κώδικα∙

(β) τέτοια αδικήματα είναι διεθνικά στη φύση τους χωρίς να υπάρχει ανάμειξη εγκληματικής οργάνωσης κατά την πιο πάνω έννοια∙ ή

(γ) τέτοια αδικήματα δεν είναι διεθνικά στη φύση τους και ανεξάρτητα από το κατά πόσο υπάρχει ή όχι ανάμειξη εγκληματικής οργάνωσης.

(2) Για την τιμωρία της απόπειρας, συνδρομής ή υποκίνησης για τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο θα εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 20 μέχρι 25 του Ποινικού Κώδικα.

(3) Για τους σκοπούς απόδειξης των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο δεν απαιτείται ενισχυτική μαρτύρια.

Εμπορία ενηλίκων προσώπων

5. Όποιος στρατολογεί, μεταφέρει, μεταβιβάζει, υποθάλπτει ή παραλαμβάνει πρόσωπο, ανταλλάσσει ή μεταβιβάζει τον έλεγχο επί του προσώπου αυτού, με σκοπό την εκμετάλλευση του, μέσω-

(α) απειλών,

(β) χρήσης βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού,

(γ) απαγωγής,

(δ) δόλου ή απάτης,

(ε) κατάχρησης εξουσίας ή μιας ευπαθούς θέσης τέτοιας φύσεως ώστε το εν λόγω πρόσωπο να μην έχει άλλη αποδεκτή δυνατότητα παρά να υποταχθεί στην κατάχρηση,

(στ) παροχής ή λήψης πληρωμών ή ωφελημάτων για εξασφάλιση της συγκατάθεσης του προσώπου που ασκεί έλεγχο επί άλλου προσώπου,

είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα πέντε έτη.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ
Εμπορία παιδιών

6. Όποιος στρατολογεί, μεταφέρει, μεταβιβάζει, υποθάλπτει ή παραλαμβάνει παιδί, ανταλλάσσει ή μεταβιβάζει τον έλεγχο επί του παιδιού αυτού, με σκοπό την εκμετάλλευσή του, είναι ένοχος κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα είκοσι έτη.

Εμπορία και εκμετάλλευση ανθρώπινων οργάνων

7.─(1) Όποιος στρατολογεί, μεταφέρει, μεταβιβάζει, υποθάλπτει ή παραλαμβάνει πρόσωπο, ανταλλάσσει ή μεταβιβάζει τον έλεγχο επί του προσώπου αυτού, με σκοπό την εκμετάλλευση ή πώληση ζωτικών του οργάνων, είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα είκοσι πέντε έτη.

(2) Όποιος κατά τη διάπραξη του αδικήματος που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου επιφέρει είτε σκόπιμα είτε λόγω παράλειψής του, το θάνατο του θύματος είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση διά βίου.

Εκμετάλλευση στην εργασία

8. Όποιος εκμεταλλεύεται την εργασία ή τις υπηρεσίες προσώπου, το υποβάλλει σε καταναγκαστική ή υποχρεωτική εργασία ή υπηρεσίες ή σε οποιασδήποτε μορφής δουλείας ή παρόμοιας πρακτικής ή υποτέλειας, μέσω-

(α) απειλών,

(β) χρήσης βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού,

(γ) απαγωγής,

(δ) δόλου ή απάτης,

(ε) κατάχρησης εξουσίας ή μιας ευπαθούς θέσης τέτοιας φύσεως ώστε το εν λόγω πρόσωπο να μην έχει άλλη αποδεκτή δυνατότητα παρά να υποταχθεί στην κατάχρηση,

(στ) παροχής ή λήψης πληρωμών ή ωφελημάτων για εξασφάλιση της συγκατάθεσης του προσώπου που ασκεί έλεγχο επί άλλου προσώπου,

είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα έξι έτη και σε περίπτωση που το εν λόγω πρόσωπο είναι ανήλικος, σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.

Σεξουαλική εκμετάλλευση ενηλίκων προσώπων

9. Όποιος εκμεταλλεύεται σεξουαλικά ή εκπορνεύει πρόσωπο μέσω-

(α) απειλών,

(β) χρήσης βίας ή άλλων μορφών εξαναγκασμού,

(γ) απαγωγής,

(δ) δόλου ή απάτης,

(ε) κατάχρησης εξουσίας ή μιας ευπαθούς θέσης τέτοιας φύσεως ώστε το εν λόγω πρόσωπο να μην έχει άλλη αποδεκτή δυνατότητα παρά να υποταχθεί στην κατάχρηση,

(στ) παροχής ή λήψης πληρωμών ή ωφελημάτων για εξασφάλιση της συγκατάθεσης του προσώπου που ασκεί έλεγχο επί άλλου προσώπου,

είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.

Σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών

10. Όποιος εκμεταλλεύεται σεξουαλικά ή εκπορνεύει παιδί είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα είκοσι έτη.

Παιδική πορνογραφία

11.─(1) Όποιος-

(α) παράγει παιδική πορνογραφία∙

(β) διανέμει, διαδίδει ή μεταδίδει παιδική πορνογραφία με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο, συμπεριλαμβανομένου και μέσω ηλεκτρονικού συστήματος∙

(γ) προσφέρει, παρέχει πληροφορίες ως προς τον τρόπο που μπορεί να καταστεί διαθέσιμη ή καθιστά διαθέσιμη παιδική πορνογραφία με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο, συμπεριλαμβανομένου και μέσω ηλεκτρονικού συστήματος∙

(δ) αποκτά ή κατέχει παιδική πορνογραφία σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή∙

(ε) προσκαλεί παιδί με οποιοδήποτε ηλεκτρονικό ή άλλο μέσο για συμμετοχή του σε παιδική πορνογραφία∙

διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι πέντε χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Οι πράξεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, δε συνιστούν αδίκημα στην περίπτωση των παραγράφων (α) και (β) εφόσον η παραγωγή και η κατοχή εικόνων παιδιών που έχουν φθάσει την ηλικία της σεξουαλικής συναίνεσης γίνεται με τη συγκατάθεσή τους και αποκλειστικά προς ιδίαν χρήση:

Νοείται ότι η συγκατάθεση του θύματος δε θεωρείται έγκυρη, εάν για την επίτευξή της υπήρξε κατάχρηση θέσης ή υπήρξε δόλια χρήση της μεγαλύτερης ηλικίας, της ωριμότητας, της θέσης, της κοινωνικής κατάστασης, της πείρας ή της εξάρτησης του θύματος από το πρόσωπο που διαπράττει τα αδικήματα του εδαφίου (1).

Επιβαρυντικές περιστάσεις

12. Κατά την εκδίκαση των ποινικών αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα 5 μέχρι 11 του παρόντος Νόμου, οι ακόλουθες περιστάσεις θεωρούνται ως επιβαρυντικές:

(α) Η διάπραξη του ποινικού αδικήματος εξέθεσε εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμελείας σε κίνδυνο τη ζωή του θύματος∙

(β) το ποινικό αδίκημα διεπράχθη εναντίον θύματος “ιδιαιτέρως ευάλωτου∙” το θύμα θεωρείται “ιδιαιτέρως ευάλωτο” στις περιπτώσεις που δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των δώδεκα ετών ή είναι παιδί με ειδικές ανάγκες∙

(γ) κατά τη διάπραξη του ποινικού αδικήματος χρησιμοποιήθηκε βία ή προξενήθηκε βαριά σωματική βλάβη στο θύμα∙ και

(δ) το ποινικό αδίκημα διεπράχθη στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 63Β του Ποινικού Κώδικα.

Παρακράτηση προσωπικών εγγράφων

13.─(1) Πρόσωπο το οποίο εκ προθέσεως καταστρέφει, αποκρύπτει, αφαιρεί από το νόμιμο κάτοχό του, παρακρατεί, κατάσχει ή κατέχει το διαβατήριο ή οποιοδήποτε άλλο ταξιδιωτικό ή άλλο έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητας οποιουδήποτε προσώπου, περιλαμβανομένης της άδειας διαμονής ή οποιωνδήποτε άλλων εγγράφων του προσώπου αυτού, εκδιδόμενων δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ή δυνάμει του περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμου, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται-

(α) στο πλαίσιο της διάπραξης των ποινικών αδικημάτων του παρόντος Νόμου∙ ή

(β) με πρόθεση να διαπράξει τα ποινικά αδικήματα του παρόντος Νόμου ∙ ή

(γ) με σκοπό να εμποδίσει ή να περιορίσει ή να αποπειραθεί να εμποδίσει ή να περιορίσει, παράνομα, την προσωπική ελευθερία οποιουδήποτε θύματος δυνάμει του παρόντος Νόμου,

είναι ένοχο κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Αποτελεί υπεράσπιση ότι οι πράξεις του εδαφίου (1) διενεργήθηκαν από το θύμα συνεπεία της εμπλοκής του στα αδικήματα του άρθρου 5 μέχρι 11 του παρόντος Νόμου.

Διατήρηση, κ.λ.π. οίκου ανοχής

14.─(1) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του -

(α) διατηρεί, διευθύνει ή χρηματοδοτεί ή συμβάλλει στη χρηματοδότηση οίκου ανοχής ή οποιουδήποτε άλλου χώρου εντός του οποίου ασκείται σεξουαλική εκμετάλλευση προσώπου ή συνεργεί στις πιο πάνω πράξεις∙

(β) μισθώνει το σύνολο ή μέρος ακινήτου ή άλλου χώρου με σκοπό την εκπόρνευση ή τη σεξουαλική εκμετάλλευση οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή συνεργεί στις πιο πάνω πράξεις∙

διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο το οποίο αποπειράται να διαπράξει τα αδικήματα του εδαφίου (1), διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Πρόσωπο το οποίο οργανώνει ή κατευθύνει άλλα πρόσωπα στη διάπραξη των αδικημάτων του εδαφίου (1) διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ίδιες ποινές με τον αυτουργό του αδικήματος.

(4) Πρόσωπο το οποίο προτρέπει ή βοηθά ή εξωθεί άλλο πρόσωπο να διαπράξει τα αδικήματα του εδαφίου (1) διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

Διαφθορά δημόσιων λειτουργών

15.─(1) Η υπόσχεση, προσφορά ή παραχώρηση από πρόσωπο σε δημόσιο λειτουργό, άμεσα ή έμμεσα, αθέμιτου οφέλους, για τον ίδιο το λειτουργό ή για άλλο πρόσωπο ή οντότητα, έτσι ώστε ο λειτουργός να ενεργεί ή να απέχει από ενέργειες κατά την άσκηση των νομίμων καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, συνιστά αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, το εν λόγω πρόσωπο υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Η πρόταση ή αποδοχή από δημόσιο λειτουργό, άμεσα ή έμμεσα, αθέμιτου οφέλους, για τον ίδιο το λειτουργό ή για άλλο πρόσωπο ή οντότητα, έτσι ώστε ο λειτουργός να ενεργεί ή να απέχει από ενέργειες κατά την άσκηση των νομίμων καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, συνιστά αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «δημόσιος λειτουργός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο άρθρο 4 του Ποινικού Κώδικα.

(4) Τα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ΄αναλογία στα πρόσωπα που παρέχουν είτε εθελοντικά είτε επί πληρωμή υπηρεσίες σε μη κυβερνητικούς οργανισμούς και έχουν επαφή με το θύμα.

Αποκλεισμός ορισμένων υπερασπίσεων

16. Τα πιο κάτω δεν αποτελούν υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο σχετικά με τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο:

(α) Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν γνώριζε ή δεν πίστευε ότι το θύμα του αδικήματος ήταν παιδί∙ ή

(β) το γεγονός ότι το θύμα συγκατατίθεται στην παράνομη πράξη που συνιστά το αδίκημα ή ότι λαμβάνει οποιαδήποτε χρηματική ή άλλη αμοιβή γι΄αυτήν∙ ή

(γ) το γεγονός ότι στο κράτος όπου έλαβε χώρα, εν όλω ή εν μέρει, η πράξη ή ενέργεια για την οποία κατηγορείται ο κατηγορούμενος δε συνιστά αδίκημα ή δεν απαγορεύεται.

Επιπρόσθετες ποινές

17.─(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου και ανεξάρτητα από την επιβολή οποιασδήποτε άλλης ποινής για τη διάπραξη των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, το δικαστήριο δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, να διατάξει-

(α) την προσωρινή ή μόνιμη απαγόρευση άσκησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων σχετιζόμενων με την εκπαίδευση, φροντίδα και φύλαξη παιδιών σε περίπτωση που το θύμα του εγκλήματος είναι παιδί∙

(β) την προσωρινή ή μόνιμη απαγόρευση άσκησης, είτε απ΄ευθείας είτε μέσω τρίτου, των επαγγελματικών δραστηριοτήτων με αφορμή τις οποίες διεπράχθη το αδίκημα∙

(γ) το προσωρινό ή μόνιμο κλείσιμο των υποστατικών ή εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος· και

(δ) τη δήμευση οποιουδήποτε αντικειμένου ή μέσου το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.

(2) Παράλειψη συμμόρφωσης με διάταγμα του δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει των παραγράφων (α) μέχρι (γ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου συνιστά ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Αυτεπάγγελτη διερεύνηση

18. Η διερεύνηση, η διεξαγωγή ανακρίσεων ή η άσκηση ποινικής δίωξης σε σχέση με τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο σε καμία περίπτωση δεν εξαρτώνται από την καταγγελία ή κατηγορία εκ μέρους του θύματος και οι αρμόδιες διωκτικές αρχές ενεργούν αυτεπάγγελτα για τη διερεύνηση, διεξαγωγή ανακρίσεων ή την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον προσώπων που ενέχονται στα αδικήματα αυτά.

Ευθύνη νομικών προσώπων

19.─(1) Νομικό πρόσωπο είναι υπεύθυνο για τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, όταν αυτά διαπράττονται προς όφελός του, από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου και το οποίο κατέχει στο νομικό αυτό πρόσωπο ηγετική ή διευθυντική θέση, βάσει –

(α) εξουσιοδότησης για εκπροσώπηση του νομικού προσώπου˙ ή

(β) εξουσίας λήψης αποφάσεων για λογαριασμό του νομικού προσώπου˙ ή

(γ) εξουσίας άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

(2) Νομικό πρόσωπο δύναται να θεωρηθεί υπεύθυνο για τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο σε περίπτωση κατά την οποία η ελλιπής εποπτεία ή ο ελλιπής έλεγχος από πρόσωπο που καθορίζεται στο πιο πάνω εδάφιο έχει καταστήσει δυνατή τη διάπραξη των εν λόγω αδικημάτων προς όφελος του νομικού προσώπου από πρόσωπο το οποίο ενεργεί υπό την εξουσία του.

(3) Η ευθύνη του νομικού προσώπου δυνάμει των πιο πάνω εδαφίων δεν αποκλείει την ποινική δίωξη των φυσικών προσώπων που ενεργούν ως αυτουργοί, ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί στα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

Κυρώσεις κατά νομικών προσώπων

20.─(1) Νομικό πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες λίρες, και το δικαστήριο δύναται, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινή, να διατάξει-

(α) Τον προσωρινό ή μόνιμο αποκλεισμό από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις˙

(β) την προσωρινή ή μόνιμη απαγόρευση άσκησης εμπορικής δραστηριότητας˙

(γ) την επιβολή δικαστικής εποπτείας˙

(δ) τη διάλυση του νομικού προσώπου˙

(ε) το προσωρινό ή μόνιμο κλείσιμο των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος˙

(στ) τη δήμευση οποιουδήποτε αντικειμένου ή μέσου το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.

(2) Παράλειψη συμμόρφωσης με διάταγμα του δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, συνιστά αδίκημα και το νομικό πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατόν χιλιάδες λίρες.

Ευθύνη μεταφορέων

21.─(1) Για σκοπούς εφαρμογής του Παρόντος Νόμου, όποιος μεταφορέας μεταφέρει στη Δημοκρατία πρόσωπο, το οποίο δεν κατέχει το διαβατήριό του ή οποιοδήποτε άλλο ταξιδιωτικό ή άλλο έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του, διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες.

(2) Οι πράξεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου δε συνιστούν ποινικό αδίκημα, όταν-

(α) Ο μεταφορέας πίστευε ότι τα έγγραφα που κατείχε ο επιβάτης αποτελούσαν ταξιδιωτικά έγγραφα για τη νόμιμη είσοδό του στη Δημοκρατία ∙ ή

(β) ο επιβάτης κατείχε τα ταξιδιωτικά του έγγραφα, όταν επιβιβάσθηκε στο μεταφορικό μέσο για να εισέλθει στη Δημοκρατία∙ ή

(γ) η παράνομη είσοδός του στη Δημοκρατία ήταν απαραίτητη, λόγω τραυματισμού ή αρρώστιας του επιβάτη πάνω στο μεταφορικό μέσο ή λόγω συνθηκών ή φαινομένων που ήταν πέραν από τον έλεγχο του μεταφορέα.

Δικαίωμα για αποζημιώσεις

22.─(1) Ανεξάρτητα και χωρίς επηρεασμό οποιουδήποτε άλλου ένδικου μέσου ή θεραπείας που προβλέπεται δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμών, το θύμα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου έχει θεσμικό αγώγιμο δικαίωμα αποζημιώσεων κατά παντός υπευθύνου για τα διαπραχθέντα ποινικά αδικήματα του παρόντος Νόμου, ο οποίος υπέχει αντίστοιχη αστική ευθύνη για την καταβολή ειδικών και γενικών αποζημιώσεων προς τα θύματά του, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε καθυστερημένων οφειλών από την εκμετάλλευση της εργασίας του θύματος.

(2) Οι πιο πάνω αναφερόμενες γενικές αποζημιώσεις πρέπει να είναι δίκαιες και εύλογες και κατά τον υπολογισμό τους το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα-

(α) Την έκταση της εκμετάλλευσης και το όφελος που ο δράστης αποκόμισε ή μπορούσε να αποκομίσει από την εκμετάλλευση του θύματος∙

(β) τις μελλοντικές προοπτικές του θύματος και σε ποια έκταση επηρεάστηκαν από την εκμετάλλευσή του∙

(γ) το βαθμό της υπαιτιότητας του δράστη∙

(δ) τη συγγένεια ή τη σχέση εξουσίας ή επιρροής του δράστη προς το θύμα του.

(3) Το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό βαναυσότητας της εκμετάλλευσης ή το βαθμό συγγένειας ή σχέσης εξουσίας του δράστη προς το θύμα, δύναται να επιδικάζει τιμωρητικές αποζημιώσεις.

(4) Το δικαστήριο κατά τον υπολογισμό των ειδικών αποζημιώσεων λαμβάνει υπόψη του κάθε δαπάνη, στην οποία υποβάλλεται το θύμα συνεπεία της εκμετάλλευσης, περιλαμβανομένων των εξόδων επαναπατρισμού του, όπου αυτό εφαρμόζεται.

(5) Σε περίπτωση θανάτου του θύματος, θεσμικό αγώγιμο δικαίωμα για αποζημίωση έχουν τα εξαρτώμενα πρόσωπα του θύματος.

Δικαίωμα αποζημίωσης από το κράτος

23. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 22, το θύμα έχει δικαίωμα αποζημίωσης από τη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις και υπό τις προϋποθέσεις του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Αποζημίωση Θυμάτων Βίαιων Εγκλημάτων (Κυρωτικού) Νόμου του 1997, όπου αυτός εφαρμόζεται.

Γενεσιουργά αδικήματα

24.─(1) Αδικήματα διαπραττόμενα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου θεωρούνται ως γενεσιουργά αδικήματα δυνάμει του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, ως εάν αυτά να είχαν περιληφθεί στον εν λόγω Νόμο.

(2) Έσοδα από εγκληματικές πράξεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και τα οποία δημεύονται δυνάμει των άρθρων 22 και 24 του παρόντος Νόμου, αξιοποιούνται από τη Δημοκρατία για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων προστασίας, στήριξης και επανένταξης των θυμάτων στο κοινωνικό σύνολο, καθώς και για την αποζημίωση των θυμάτων δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου.

Ο νόμος ως νομική βάση για έκδοση φυγόδικων

25. Ο παρών Νόμος συνιστά νομική βάση για σκοπούς έκδοσης φυγόδικων, σχετικά με τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται σ’αυτόν, στις περιπτώσεις όπου η έκδοση προσώπου θα πρέπει να βασίζεται στην ύπαρξη διμερούς σύμβασης μεταξύ της Δημοκρατίας και της αιτούσας την έκδοση χώρα, αλλά τέτοια διμερής σύμβαση δεν υφίσταται.

Επέκταση της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων

26.─(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5 του Ποινικού Κώδικα και παρά τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ποινικού Κώδικα, τα δικαστήρια της Δημοκρατίας έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, εφόσον αυτά διαπράττονται για λογαριασμό νομικού προσώπου το οποίο είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5 του Ποινικού Κώδικα και παρά τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ποινικού Κώδικα, τα δικαστήρια της Δημοκρατίας έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, εφόσον αυτά διαπράττονται με τη βοήθεια ηλεκτρονικού συστήματος στο οποίο υπάρχει πρόσβαση από το έδαφος της Δημοκρατίας, ασχέτως εάν το ηλεκτρονικό σύστημα ευρίσκεται ή όχι στο έδαφος της Δημοκρατίας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ
Ενημέρωση των εμπλεκόμενων υπηρεσιών

27. Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν το προσωπικό τους για τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.

Βασικές αρχές που διέπουν την προστασία των θυμάτων

28. Τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο μέτρα προστασίας των θυμάτων εφαρμόζονται σε όλα τα φυσικά πρόσωπα που είναι ή υπήρξαν θύματα -

(α) ακόμα και στην περίπτωση που τα εν λόγω θύματα είναι υπήκοοι τρίτης χώρας και εισήλθαν ή διαμένουν στη Δημοκρατία κατά παράβαση των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου∙

(β) ανεξάρτητα από το κατά πόσο συνεργάζονται με τις διωκτικές αρχές για την προσαγωγή των υπευθύνων ενώπιον δικαστηρίων∙

(γ) χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων, των υποχρεώσεων της Δημοκρατίας και οποιουδήποτε προσώπου υπό το διεθνές δίκαιο, περιλαμβανομένου του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ιδιαίτερα, όπου αυτή εφαρμόζεται, της Σύμβασης η οποία αφορά την Νομική Κατάσταση των Προσφύγων που έγινε στη Γενεύη, στις 26 Ιουλίου του 1951 και περιλαμβάνει το Πρωτόκολλο το οποίο κυρώθηκε με τον περί Πρωτοκόλλου για τη Νομική Κατάσταση των Προσφύγων (Κυρωτικό) Νόμο του 1968 και του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, και την αρχή της μη επαναπροώθησης όπως καθορίζεται σ΄αυτά∙

(δ) κατά τρόπο που δε συνιστά διάκριση σε πρόσωπα για το λόγο ότι αυτά είναι θύματα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, και σύμφωνα με την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων όπως αυτή καθορίζεται στο Σύνταγμα και στους Νόμους της Δημοκρατίας.

Αναγνώριση και ενημέρωση των θυμάτων

29.─(1) Στην περίπτωση που εμπλεκόμενη υπηρεσία ή μη κυβερνητικός οργανισμός κρίνει ή έχει βάσιμες υποψίες ότι οποιοδήποτε πρόσωπο ενδέχεται να είναι θύμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το παραπέμπει στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας οι οποίες το ενημερώνουν για τα δικαιώματα και τις δυνατότητες που έχει δυνάμει του παρόντος Νόμου, και το παραπέμπουν άμεσα στην Αστυνομία, η οποία είναι αρμόδια να διαπιστώσει και να αναγνωρίσει κατά πόσο το εν λόγω πρόσωπο είναι θύμα.

(2) Βάσει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δίνουν σε κατανοητή στο θύμα γλώσσα τις πληροφορίες που χρειάζονται για την προστασία των συμφερόντων τους ως θύματα, οι οποίες μπορεί, όπου είναι δυνατό, να δίνονται και γραπτώς, και οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα-

(α) Το όνομα των κρατικών υπηρεσιών ή μη κυβερνητικών οργανώσεων στις οποίες μπορούν να προσφεύγουν για να τους παραχωρηθεί υποστήριξη∙

(β) το είδος της υποστήριξης που δικαιούνται να λάβουν∙

(γ) τη διαδικασία σχετικά με την υποβολή καταγγελίας τους στις διωκτικές αρχές, τη διαδικασία εκδίκασης τέτοιων υποθέσεων καθώς και το ρόλο τους στο πλαίσιο των διαδικασιών αυτών∙

(δ) τους όρους και τη διαδικασία βάσει των οποίων να απολαύουν ασφάλειας και προστασίας∙

(ε) το βαθμό και τους όρους βάσει των οποίων τους παρέχονται νομικές συμβουλές ή/και νομική αρωγή∙

(στ) τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων δικαιούνται αποζημιώσεις δυνάμει του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου∙ και

(ζ) τους μηχανισμούς που είναι διαθέσιμοι για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους σε περίπτωση που κατοικούν σε άλλο κράτος ή σε περίπτωση επαναπατρισμού τους.

(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) ενημέρωση είναι δυνατόν να παρέχεται από μη κυβερνητικό οργανισμό, εφόσον αυτό προβλέπεται στο πρωτόκολλο συνεργασίας του με την εμπλεκόμενη υπηρεσία.

Παροχή άδειας διαμονής στα θύματα από τρίτες χώρες για περίσκεψη

30.─(1) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης παραχωρεί ατελώς σε υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος είναι θύμα, ακόμα και αν αυτός εισήλθε ή διαμένει παράνομα στη Δημοκρατία, προσωρινή άδεια διαμονής με σκοπό να του παραχωρηθεί προθεσμία περίσκεψης, η οποία να του επιτρέπει να συνέλθει και να ξεφύγει από την επιρροή των δραστών των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ώστε να μπορεί να λάβει απόφαση, με πλήρη επίγνωση των δικαιωμάτων του, κατά πόσο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές για τη διερεύνηση του αδικήματος ή τη δικαστική διαδικασία.

(2) Η πιο πάνω αναφερόμενη άδεια διαμονής για περίσκεψη είναι διάρκειας τουλάχιστον ενός μηνός και δύναται να ανανεώνεται επίσης ατελώς, εφόσον ο Λειτουργός Μετανάστευσης κρίνει αυτό σκόπιμο, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη το συμφέρον του παιδιού σε περίπτωση που το θύμα είναι ανήλικος.

(3) Κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας διαμονής για περίσκεψη, ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει πρόσβαση στην περίθαλψη που προβλέπεται στο άρθρο 34 του παρόντος Νόμου και κανένα μέτρο απέλασης δεν μπορεί να εκτελεστεί εναντίον του.

(4) Η προσωρινή άδεια διαμονής για περίσκεψη δε δημιουργεί δικαίωμα διαμονής δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσεως Νόμου.

(5) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει την προσωρινή άδεια διαμονής για περίσκεψη, εφόσον οποιαδήποτε εμπλεκόμενη υπηρεσία διαπιστώσει ότι ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας επανασυνέδεσε ενεργώς, εκουσίως και ιδία πρωτοβουλία τις σχέσεις του με τους δράστες των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 5 μέχρι 11 του παρόντος Νόμου ή για λόγους σχετικούς με τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια.

(6) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης εγκρίνει σε υπηκόους τρίτων χωρών που είναι θύματα και οι οποίοι διαμένουν στη Δημοκρατία με άδεια απασχόλησης, αλλαγή στον τομέα απασχόλησης σε περίπτωση που η άδεια απασχόλησής τους υπόκειται σε περιορισμούς δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου.

(7) Κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας διαμονής για περίσκεψη, τα ταξιδιωτικά έγγραφα του θύματος κατόπιν συγκατάθεσής του, παραδίδονται στην Αστυνομία η οποία φροντίζει να του τα επιστρέψει μετά την περάτωση της ποινικής διαδικασίας της υπόθεσής του.

Δικαιώματα του θύματος από τρίτη χώρα κατά τη διάρκεια διαμονής του στη Δημοκρατία

31.─(1) Κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας διαμονής για περίσκεψη ή της άδειας απασχόλησης, ανάλογα με την περίπτωση, τα θύματα έχουν τα δικαιώματα που καθορίζονται στα άρθρα 34 μέχρι 38 του παρόντος Νόμου.

(2) Η ισχύς της προσωρινής άδειας διαμονής για περίσκεψη ή της άδειας απασχόλησης του θύματος δεν επηρεάζει το δικαίωμά του να αιτηθεί άσυλο δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

Έκδοση και ανανέωση άδειας διαμονής θύματος από τρίτη χώρα

32.─(1) Μετά τη λήξη της προσωρινής άδειας διαμονής για περίσκεψη ή νωρίτερα, εφόσον ο Λειτουργός Μετανάστευσης κρίνει, κατόπιν ενημέρωσης από την αρμόδια εμπλεκόμενη υπηρεσία, ότι, ο υπήκοος τρίτης χώρας πληροί ήδη το κριτήριο της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, εξετάζει:

(α) Κατά πόσο είναι σκόπιμο να παραταθεί η διαμονή του προσώπου αυτού στη Δημοκρατία προς διευκόλυνση της έρευνας ή της δικαστικής διαδικασίας˙

(β) κατά πόσο το εν λόγω πρόσωπο έχει επιδείξει σαφή βούληση συνεργασίας˙

(γ) κατά πόσο το εν λόγω πρόσωπο έχει διακόψει κάθε σχέση με τους υπόπτους για τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(2) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης, εφόσον ικανοποιείται, κατόπιν ενημέρωσης από την αρμόδια εμπλεκόμενη υπηρεσία, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1), παραχωρεί άδεια διαμονής διάρκειας ισχύος τουλάχιστον έξι μηνών, με την επιφύλαξη των λόγων που συνδέονται με τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια, η οποία ανανεώνεται εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι εν λόγω προϋποθέσεις.

(3) Οι κάτοχοι της πιο πάνω άδειας διαμονής έχουν τα δικαιώματα που καθορίζονται στο άρθρο 30 και στα άρθρα 34 μέχρι 38 του παρόντος Νόμου.

Μη ανανέωση ή ανάκληση της άδειας διαμονής

33.─(1) Η άδεια διαμονής που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 32, δεν ανανεώνεται εφόσον δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1) αυτού ή εφόσον η ποινική διαδικασία έχει περατωθεί με απόφαση αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου.

(2) Η άδεια διαμονής που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 32, του παρόντος Νόμου δύναται να ανακαλείται οποτεδήποτε από το Λειτουργό Μετανάστευσης, εφόσον δε συντρέχουν πλέον οι προϋποθέσεις της έκδοσής της, και ειδικότερα στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) Εάν το θύμα επανασυνδέσει τις σχέσεις του ενεργά, εκούσια και ιδία πρωτοβουλία με τους ύποπτους διάπραξης των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο˙

(β) εάν οι διωκτικές ή άλλες εμπλεκόμενες υπηρεσίες κρίνουν ότι η συνεργασία του θύματος είναι δόλια ή ότι η καταγγελία του είναι δόλια ή καταχρηστική˙

(γ) όταν το θύμα παύσει να συνεργάζεται˙

(δ) όταν οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν να σταματήσουν τη δικαστική διαδικασία·

(ε) για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ασφάλειας.

Δικαιώματα του θύματος κατά την αναγνώρισή του

34.─(1) Οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο το οποίο αναγνωρίζεται ως θύμα, ανεξαρτήτως της υπηκοότητάς του και του κατά πόσον επιθυμεί να είναι μάρτυρας κατηγορίας στα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, πριν την έκδοση και κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας διαμονής για περίσκεψη, έχει δικαίωμα -

(α) Ενημέρωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του παρόντος Νόμου∙

(β) δημόσιου βοηθήματος, εφόσον δεν έχει επαρκείς πόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, πως αυτός εκάστοτε τροποποιείται∙

(γ) πρόσβασης σε έκτακτη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και περαιτέρω δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, εφόσον δεν έχει επαρκείς πόρους, από το Υπουργείο Υγείας∙

(δ) περίθαλψης και ψυχολογικής στήριξης, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, και εφόσον το θύμα είναι παιδί, έγκυος γυναίκα, άτομο με ειδικές ανάγκες ή/και θύμα των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή των αδικημάτων που διαπράχθηκαν υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις κατά την έννοια του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου, περίθαλψης και ψυχολογικής στήριξης από το Υπουργείο Υγείας·

(ε) ασφάλειας και προστασίας από την Αστυνομία∙

(στ) δωρεάν υπηρεσίες μετάφρασης και διερμηνείας, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο∙

(ζ) νομικής αρωγής εφόσον πληρούνται οι διατάξεις του περί Νομικής Αρωγής Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται·

(η) προστασίας των προσωπικών του δεδομένων σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται∙ και

(θ) πρόσβασης σε προγράμματα ή συστήματα που παρέχονται από το κράτος ή από μη κυβερνητικούς οργανισμούς που έχουν πρωτόκολλο συνεργασίας ή ειδικές συμφωνίες με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, ανάλογα με την περίπτωση, που στόχο έχουν την αποκατάσταση της κοινωνικής ζωής των θυμάτων, τα οποία δυνατό να περιλαμβάνουν μαθήματα βελτίωσης των επαγγελματικλών τους ικανοτήτων.

(2) Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή ή/και για το συντονισμό άλλων εμπλεκόμενων υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου είναι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.

(3) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας εγκαθιδρύουν και λειτουργούν καταφύγια για τη διαμονή των θυμάτων, η λειτουργία των οποίων και οι διαδικασίες εισαγωγής των θυμάτων σε αυτά, καθορίζονται με Κανονισμούς:

Νοείται ότι τα καταφύγια θα λειτουργούν με τέτοιο τρόπο και βάσει τέτοιων διαδικασιών ώστε τα θύματα να είναι σε θέση να απολαμβάνουν τα δικαιώματα και την προστασία που τους παρέχονται στον παρόντα Νόμο.

(4) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δύνανται να αναθέτουν τις αρμοδιότητές τους δυνάμει του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου σε μη κυβερνητικό οργανισμό ή στις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης βάσει πρωτοκόλλου συνεργασίας ή ειδικής συμφωνίας μεταξύ τους.

Μεταχείριση θυμάτων υπηκόων τρίτων χωρών με άδεια διαμονής

35. Οποιοδήποτε θύμα το οποίο είναι υπήκοος τρίτης χώρας και ο οποίος είναι κάτοχος άδειας διαμονής εκδιδόμενης δυνάμει του άρθρου 32 του παρόντος Νόμου, κατά τη διάρκεια της άδειας διαμονής του έχει τα δικαιώματα που καθορίζονται στο άρθρο 34 και στα άρθρα 36 μέχρι 38 του παρόντος Νόμου και επιπρόσθετα έχει τα ακόλουθα δικαιώματα-

(α) Πρόσβαση στην αγορά εργασίας μέσω των εγκεκριμένων από τη Δημοκρατία γραφείων εξεύρεσης εργασίας όπου το θύμα θα έχει την ίδια πρόσβαση στην αγορά εργασίας όπως και οι Ευρωπαίοι πολίτες,

(β) πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση που παρέχει η Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις των σχεδίων της, καθώς και των εκάστοτε εν ισχύι εθνικών διαδικασιών και αποφάσεων πολιτικής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναφορικά με την απασχόληση, κατάρτιση και εκπαίδευση, και

(γ) πρόσβαση σε προγράμματα ή συστήματα που παρέχονται από το κράτος ή από μη κυβερνητικούς οργανισμούς που έχουν πρωτόκολλο συνεργασίας ή ειδικές συμφωνίες με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, ανάλογα με την περίπτωση, που στόχο έχουν την αποκατάσταση της κοινωνικής ζωής των θυμάτων, τα οποία δυνατό να περιλαμβάνουν μαθήματα βελτίωσης των επαγγελματικών τους ικανοτήτων ή προετοιμασία της υποστηριζόμενης επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους.

Ειδικές διατάξεις για παιδιά

36.─(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Κυρωτικού) Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, και του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Άσκηση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικού) Νόμου, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες λαμβάνουν υπόψη το ύψιστο συμφέρον του παιδιού κατά την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και φροντίζουν για την πλήρη εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, λαμβάνοντας υπόψη την ωριμότητα και την ηλικία του παιδιού.

(2) Παιδί θύμα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, το οποίο είναι υπήκοος τρίτης χώρας έχει δικαίωμα για πρόσβαση στη δημόσια εκπαίδευση υπό τους ίδιους όρους και τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τους πολίτες της Δημοκρατίας.

(3) Σε περίπτωση ασυνόδευτου παιδιού θύματος, εφαρμόζονται επιπρόσθετα οι διατάξεις των άρθρων 37 έως 39 του παρόντος Νόμου.

(4) Σε περίπτωση παιδιού θύματος κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την παροχή κατάλληλης συνδρομής και στήριξης στην οικογένειά του και όπου αυτό ενδείκνυται ή είναι απαραίτητο, τα μέτρα προστασίας και στήριξης του θύματος που προβλέπονται στο παρόν Μέρος εφαρμόζονται σε σχέση με τα μέλη της οικογένειας του παιδιού.

(5) Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου ή/και για το συντονισμό των εμπλεκόμενων αρχών για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου είναι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.

Ασυνόδευτοι ανήλικοι

37.─(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου καθώς και των άρθρων 28, 29, 30(1), 34 και 35 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε όλους τους ασυνόδευτους ανηλίκους, τηρουμένων των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, αναφορικά με ασυνόδευτους ανηλίκους που ζητούν ή τεκμαίρεται ότι ζητούν άσυλο.

(2) Οπoιαδήπoτε απόφαση τoυ Λειτουργού Μετανάστευσης ή oπoιασδήπoτε άλλης αρμόδιας κατά περίπτωση αρχής της Δημοκρατίας αvαφoρικά με ασυνόδευτο αvήλικo, λαμβάvει δεόvτως υπόψη τα πραγματικά συμφέρovτα τoυ παιδιoύ και τις διατάξεις του περί της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Κυρωτικού) Νόμου.

(3) Ασυνόδευτος ανήλικος, ο οποίος παρουσιάζεται σε εγκεκριμένο σημείο εισόδου με σκοπό την είσοδο στη Δημοκρατία είτε με, είτε χωρίς τα απαραίτητα προς το σκοπό αυτό έγγραφα ή άδειες ή εντοπίζεται στο έδαφος της Δημοκρατίας είτε με είτε χωρίς τα πιο πάνω απαιτούμενα έγγραφα, τίθεται αμέσως υπό τη φροντίδα του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας δυνάμει των διατάξεων του περί Παίδων Νόμου, ο οποίος εκπροσωπεί τον ασυνόδευτο ανήλικο και ενεργεί προς το συμφέρον αυτού.

(4) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης εκδίδει άδεια διαμονής για περίσκεψη σε ασυvόδευτο αvήλικo, η οποία δύναται να παραταθεί για όσο χρόvo δεv μπoρoύv vα ικαvoπoιηθoύv oι πρoϋπoθέσεις τoυ άρθρου 39.

(5) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης πρoσπαθεί vα εντοπίσει τα μέλη της oικoγέvειας ασυvόδευτου αvηλίκoυ τo ταχύτερo δυvατό, ή vα εvτoπίσει τoν τόπο διαμονής τωv μελώv της oκoγέvειάς του, αvεξάρτητα από τo voμικό καθεστώς τoυς και χωρίς vα πρoδικάζεται η ουσία oπoιασδήπoτε αίτησης για παραμovή.

(6) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης πρoσπαθεί vα διαπιστώσει τηv ταυτότητα εvός αvήλικoυ τo ταχύτερo δυvατό μετά τηv άφιξή του στη Δημοκρατία, καθώς επίσης και κατά πόσο πρόκειται πράγματι για ασυνόδευτο ανήλικο. Πληρoφoρίες για τηv ταυτότητα και την κατάσταση τoυ αvηλίκoυ δύvαvται vα λαμβάvovται με διάφoρα μέσα, ιδιαίτερα με κατάλληλη συvέvτευξη, η oπoία διεξάγεται τo ταχύτερo δυvατό και με τρόπo πoυ vα συvάδει με τηv ηλικία τoυ ανηλίκου.

Κοινωνικά δικαιώματα ασυνόδευτων ανηλίκων

38.─(1) Όταv ασυvόδευτος αvήλικoς σχoλικής ηλικίας προβλέπεται ότι θα παραμείνει στη Δημοκρατία για παρατεταμέvη περίoδo και εν πάσει περιπτώσει το αργότερο μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές έλαβαν γνώση της εισόδου ή διαμονής στη Δημοκρατία ασυνόδευτου ανηλίκου , o ασυνόδευτος αvήλικoς έχει πρόσβαση στις γεvικές εκπαιδευτικές διευκoλύvσεις όπως και οι πολίτες της Δημοκρατίας ή εvαλλακτικά πρόσβαση σε κατάλληλες ειδικές εκπαιδευτικές διευκoλύvσεις,ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ασυνόδευτος ανήλικος.

(2) Ασυνόδευτοι αvήλικoι έχουν δικαίωμα σε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, καθώς και σε ειδική ιατρική ή άλλη βoήθεια και ιδιαίτερα σε περίπτωση πoυ υπήρξαv αvτικείμεvo oπoιασδήπoτε μoρφής παραμέλησης, εκμετάλλευσης ή κακoπoίησης, βασαvισμoύ ή oπoιασδήπoτε μoρφής βάvαυσης, απάvθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή υπέφεραv λόγω έvοπλωv συγκρoύσεωv.

Επιστροφή ασυνόδευτου ανηλίκου

39.─(1) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, δύvαται vα διατάξει την επιστρoφή ασυνόδευτου αvηλίκου στη χώρα καταγωγής του ή σε άλλη χώρα στην οποία έχει το δικαίωμα μόνιμης διαμονής πoυ είvαι διατεθειμένη vα τo δεχθεί ή σε τρίτη χώρα για σκοπούς οικογενειακής επανένωσης. Η επιστροφή του ασυνόδευτου αvηλίκου γίνεται μόνο σε περίπτωση που διασφαλίζεται ότι, κατά τηv άφιξή τoυ στην εν λόγω χώρα είvαι διαθέσιμη κατάλληλη υπoδoχή και φρovτίδα, αvάλoγα με τις αvάγκες τoυ ασυνόδευτου ανηλίκου, λαμβαvoμέvης υπόψη της ηλικίας και τoυ βαθμού αvεξαρτησίας του, η οποία παρέχεται από τους γovείς ή άλλoυς εvήλικες πoυ νόμιμα ασκούν την κηδεμονία του ανηλίκου.

(2) Ο Λειτουργός Μετανάστευσης για το σκoπό της επιστρoφής ασυνόδευτου αvηλίκoυ, δύναται να συvεργάζεται:

(α) Με μέλη της oικoγέvειας τoυ ασυνόδευτου ανηλίκου, είτε στη χώρα καταγωγής τoυ αvηλίκoυ είτε σε χώρα όπoυ διαμέvoυv τα μέλη αυτά με στόχο την οικογενειακή επανένωση˙

(β) με τις αρχές της χώρας καταγωγής τoυ ασυνόδευτου ανηλίκoυ, vooυμέvoυ ότι αυτός δεν είναι αιτητής ασύλου ή με τις αρχές άλλης χώρας, πρoς τo σκoπό της εξεύρεσης κατάλληλης και διαρκoύς λύσης˙

(γ) με διεθvείς oργαvισμoύς που έχουν ως στόχο τους την προστασία των ανηλίκων και πoυ ήδη διαδραματίζoυv εvεργό ρόλo στo vα συμβoυλεύoυv κυβερvήσεις για τις κατευθυvτήριες γραμμές, σχετικά με το χειρισμό των περιπτώσεων των ασυvόδευτων αvήλικων˙

(δ) όπoυ αυτό εvδείκvυται, με μη κυβερvητικές oργαvώσεις προς το σκοπό της διαπίστωσης της διαθεσιμότητας διευκoλύvσεωv υπoδoχής και φρovτίδας στη χώρα στηv oπoία θα επιστρέψει o αvήλικoς.

Συνεργασία του θύματος με τις διωκτικές αρχές

40.─(1) Θύμα το οποίο, μετά από πλήρη επίγνωση των δικαιωμάτων του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας θεωρείται μάρτυρας που χρήζει βοήθειας κατά την έννοια του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου του 2001, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται.

(2) Θύμα το οποίο αποφασίζει να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές έχει δικαίωμα ενημέρωσης, αναφορικά με-

(α) Τη συνέχεια που δόθηκε από τις διωκτικές αρχές στην καταγγελία του∙

(β) τα στοιχεία που του επιτρέπουν, σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης, να πληροφορηθεί για την εξέλιξη της ποινικής διαδικασίας σχετικά με το διωκόμενο πρόσωπο για τις εγκληματικές πράξεις που το αφορούν, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων κατά τις οποίες είναι δυνατό να διαταραχθεί η ομαλή διεξαγωγή της υπόθεσης∙

(γ) για την απόφαση που εξέδωσε το δικαστήριο.

(3) Η Δημοκρατία αποζημιώνει τα θύματα τα οποία συνεργάζονται με τις διωκτικές αρχές ως μάρτυρες σε ποινική διαδικασία για οποιαδήποτε έξοδα στα οποία αυτά υπόκεινται λόγω της συμμετοχής τους στην ποινική διαδικασία εναντίον του κατηγορουμένου για τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(4) Κατά τη διάρκεια της άδειας διαμονής για περίσκεψη, το θύμα απολαμβάνει τα δικαιώματα που προβλέπονται στα άρθρα 31, 34 και 36 μέχρι 38 του παρόντος Νόμου, ανεξάρτητα αν αυτό επιθυμεί σε αυτό το στάδιο να συνεργαστεί με τις αρμόδιες αρχές ή όχι.

Ασφάλεια και προστασία του θύματος

41.─(1) Σε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει σοβαρός κίνδυνος πράξεων αντιποίνων ή πιθανολογείται σοβαρή και εσκεμμένη διατάραξη της ιδιωτικής ζωής του θύματος από το δράστη, οι διωκτικές αρχές, έχουν υποχρέωση να διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας του θύματος και όταν αυτό ενδείκνυται να διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας και για την οικογένειά του ή για πρόσωπα εξομοιούμενα με μέλη της οικογένειάς του, ιδίως όσον αφορά την ασφάλειά τους και την προστασία της ιδιωτικής τους ζωής.

(2) Οι διωκτικές αρχές έχουν υποχρέωση ενημέρωσης του θύματος κατά την απόλυση του διωχθέντος ή του καταδικασθέντος για αδίκημα προβλεπόμενο στον παρόντα Νόμο, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο και ιδιαίτερα όταν υπάρχει κίνδυνος για το θύμα, τουλάχιστον στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το θύμα συνεργάστηκε με τις διωκτικές αρχές για τη δίωξη ή καταδίκη του δράστη.

Προστασία θυμάτων από την ποινικοποίηση

42.─(1) Τα θύματα δε διώκονται ποινικά σε περίπτωση διάπραξης αδικημάτων που σχετίζονται άμεσα με το καθεστώς τους ως θύματα, εφόσον έχουν χρησιμοποιηθεί βία, εξαναγκασμός και κατάχρηση εξουσίας και στην περίπτωση παιδιών, ανεξάρτητα από το κατά πόσο έχουν χρησιμοποιηθεί τα πιο πάνω μέσα.

(2) Υπήκοοι τρίτων χωρών οι οποίοι αποτελούν θύματα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, δε διώκονται ποινικά σε περίπτωση διάπραξης αδικημάτων που σχετίζονται άμεσα με το καθεστώς τους ως θύματα και ειδικότερα στην περίπτωση της διάπραξης των αδικημάτων της παράνομης εισόδου, παράνομης διαμονής, παράνομης απασχόλησης ή απασχόλησης κατά παράβαση των όρων εργασίας τους, όπως αυτά καθορίζονται στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, εφόσον έχουν χρησιμοποιηθεί βία, εξαναγκασμός και κατάχρηση εξουσίας και σε περίπτωση παιδιών ανεξάρτητα από το κατά πόσο έχουν χρησιμοποιηθεί τα μέσα αυτά.

(3) Σε περίπτωση δίωξης θύματος για διάπραξη αδικημάτων κατά την περίοδο της θυματοποίησής του, αποτελεί υπεράσπιση το γεγονός ότι τελούσε υπό απειλή ή χρήση βίας ή άλλες μορφές εξαναγκασμού, απαγωγή, δόλο, εξαπάτηση, κατάχρηση εξουσίας ή εκμετάλλευση της ευάλωτης θέσης του.

Έγγραφα δηλωτικά της ταυτότητας του θύματος

43. Σε περίπτωση που το θύμα λόγω της θυματοποίησής του, δεν έχει στην κατοχή του κανένα έγγραφο δηλωτικό της ταυτότητάς του, το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής εφόσον αυτό είναι απαραίτητο, με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται, μεριμνά για την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων ή άλλων εγγράφων δηλωτικών της ταυτότητάς του.

Επαναπατρισμός των θυμάτων

44.─(1) Ο επαναπατρισμός του θύματος, ο οποίος είναι προτιμητέο να γίνεται εθελοντικά, πρέπει να:

(α) Γίνεται υπό συνθήκες ασφάλειας, προστασίας και αξιοπρεπείας του θύματος∙

(β) μην εμπερικλείει κινδύνους ως προς την επιτυχία οποιωνδήποτε νομικών διαδικασιών που σχετίζονται με το γεγονός ότι το πρόσωπο αυτό είναι θύμα, περιλαμβανομένων των διαδικασιών που κινεί το θύμα για καταβολή αποζημιώσεων δυνάμει του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου∙

(γ) γίνεται σε συνεργασία με τη χώρα καταγωγής του ούτως ώστε να αποφευχθεί επαναθυματοποιήση του∙

(δ) γίνεται εντός ενός μηνός από την έκδοση της απόφασης του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου.

ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΝΟΜΟΥ
Εθνικός μηχανισμός αναφοράς των θυμάτων

45.─(1) Οποιοσδήποτε λειτουργός οποιασδήποτε εμπλεκόμενης υπηρεσίας κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του, κρίνει ότι ένα πρόσωπο πιθανόν να είναι θύμα ή υπήρξε θύμα, έχει υποχρέωση άμεσης παραπομπής του εν λόγω προσώπου στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, οι οποίες το ενημερώνουν για τα δικαιώματα και τις δυνατότητες που έχει δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Αμέσως μετά την ενημέρωση του πιθανολογούμενου θύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, γίνεται αναφορά της υπόθεσής του στις διωκτικές αρχές οι οποίες διεξάγουν συνέντευξη του εν λόγω προσώπου και δέουσα έρευνα για να διαπιστώσουν ότι είναι θύμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και στην περίπτωση που το θύμα προέρχεται από τρίτη χώρα του εκδίδεται άδεια προσωρινής διαμονής για περίσκεψη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου.

(3) Σε κάθε περίπτωση προτεραιότητα έχει η παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών και προστασίας στο θύμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(4) Οι διωκτικές αρχές δύνανται να προσεγγίζουν το θύμα για να διαπιστώσουν κατά πόσο είναι πρόθυμο να συνεργαστεί με αυτές μόνο μετά την αξιολόγηση της κατάστασης του θύματος από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας και τη σύμφωνο γνώμη τους.

(5) Κατά τα στάδια που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (4) του παρόντος άρθρου οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες, καθώς και οι μη κυβερνητικοί οργανισμοί όπου αυτό εφαρμόζεται, έχουν υποχρέωση να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του θύματος και σχετικά με την πορεία της διαδικασίας της υπόθεσής του ενώπιον των δικαστηρίων.

Βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν τα πρωτόκολλα συνεργασίας

46. Τα πρωτόκολλα συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων αρχών ή μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και των μη κυβερνητικών οργανώσεων πρέπει να διέπονται τουλάχιστον από τις πιο κάτω βασικές αρχές-

(α) Στόχο της συνεργασίας αποτελεί η καταπολέμηση των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο μέσω της παροχής στήριξης και προστασίας στα θύματα και της επιτυχημένης δίωξης των δραστών των αδικημάτων∙

(β) διαφανή και σαφή καθορισμό των υποχρεώσεων των συνεργαζομένων μερών ως προς την επίτευξη του πιο πάνω στόχου∙

(γ) διαφανείς και σαφείς διαδικασίες που θα πρέπει να ακολουθούνται από τα μέρη που συνεργάζονται όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙

(δ) την προστασία των προσωπικών δεδομένων του θύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται∙ και

(ε) το σεβασμό και την αξιοπρεπή μεταχείριση του θύματος σε όλα τα στάδια της διαδικασίας.

Πολυθεματική συντονιστική ομάδα

47.─(1) Εγκαθιδρύεται πολυθεματική συντονιστική ομάδα για την καταπολέμηση των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, για την προστασία των θυμάτων και για τη λήψη όλων των κατάλληλων μέτρων για την αντιμετώπιση της εμπορίας και της εκμετάλλευσης προσώπων, της οποίας προεδρεύει ο Εθνικός Συντονιστής και η οποία απαρτίζεται από τα ακόλουθα πρόσωπα:

(α) το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή εκπρόσωπό του,

(β) τον Αρχηγό Αστυνομίας ή εκπρόσωπό του,

(γ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ή εκπρόσωπό του,

(δ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών ή εκπρόσωπό του,

(ε) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή εκπρόσωπό του,

(στ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου  Παιδείας και Πολιτισμού ή εκπρόσωπό του,

(ζ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας ή εκπρόσωπό του,

(η) το Διευθυντή του Τμήματος Εργασίας, του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ή εκπρόσωπό του,

(θ) το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, του Υπουργείου Εσωτερικών, ή εκπρόσωπό του,

(ι) το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ή εκπρόσωπό του,

(ια) τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, του Υπουργείου Εσωτερικών, ή εκπρόσωπό του,

(ιβ) εκπρόσωπο του Εθνικού Μηχανισμού για τα Δικαιώματα της Γυναίκας,

(ιγ) από εκπροσώπους μέχρι και τεσσάρων μη κυβερνητικών οργανισμών που καθορίζονται από τον Εθνικό Συντονιστή, ένας εκ των οποίων να ασχολείται απαραίτητα με την παροχή στήριξης στα θύματα, η θητεία των οποίων είναι διάρκειας δύο (2) ετών:

Νοείται ότι, με τη λήξη της θητείας τους, ο Εθνικός Συντονιστής καθορίζει τους μη κυβερνητικούς οργανισμούς που θα συμμετέχουν στην πολυθεματική συντονιστική ομάδα τα επόμενα δύο (2) έτη:

Νοείται περαιτέρω ότι, για τον καθορισμό των μη κυβερνητικών  οργανισμών που συμμετέχουν στην πολυθεματική συντονιστική ομάδα, ο Εθνικός Συντονιστής λαμβάνει υπόψη τη δράση και το έργο τους∙

(2) Καθήκοντα και αρμοδιότητες της πολυθεματικής συντονιστικής ομάδας αποτελούν:

(α) Η Αναθεώρηση ή τροποποίηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης το οποίο εγκρίθηκε με την Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με Αρ.61.961 και ημερομηνία 12.5.2005, για:

(i) Την καταπολέμηση και αποτελεσματική καταστολή των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο,

(ii) την προστασία και υποστήριξη των θυμάτων κατά την έννοια του παρόντος Νόμου και την κοινωνική τους επανένταξη όσο αυτά παραμένουν στη Δημοκρατία,

(iii) την πρόληψη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας αναφορικά με τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των θυμάτων,

(iv) τη συνεργασία με τις χώρες καταγωγής ή τις χώρες διέλευσης ή άλλες χώρες προορισμού των θυμάτων για την ανάπτυξη των δυνατοτήτων καταπολέμησης των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και της προστασίας των θυμάτων, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

(β) η παρακολούθηση της υλοποίησης και η αξιολόγηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης·

(γ) η λήψη μέτρων για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή, την παρακολούθηση και αξιολόγηση του εθνικού μηχανισμού αναφοράς των θυμάτων∙

(δ) η συλλογή, ανταλλαγή πληροφοριών, στοιχείων και στατιστικών δεδομένων μεταξύ των μελών της αναφορικά με τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και την προστασία των θυμάτων∙

(ε) η σύνταξη εγχειριδίων και εκπαιδευτικού υλικού για τις καλές πρακτικές που πρέπει να ακολουθούνται από όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και μη κυβερνητικούς οργανισμούς για την προστασία των θυμάτων∙

(στ) η υποβολή προτάσεων για τροποποίηση του παρόντος Νόμου ή άλλων σχετικών με αυτό σχετικών νομοθεσιών, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο∙

(ζ) η διοργάνωση σεμιναρίων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τους λειτουργούς των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και των μη κυβερνητικών οργανώσεων∙

(η) η ανάληψη και διοργάνωση άλλων δράσεων για την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας ειδικότερα με τα θέματα ισότητας και καταπολέμησης οποιασδήποτε διάκρισης, λόγω φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, χρώματος, θρησκείας και γενικότερα για τα θέματα που άπτονται του παρόντος Νόμου στο βαθμό που τα αναφερόμενα δεν παρέχονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης∙

(θ) η ετοιμασία και συζήτηση πρωτοκόλλων συνεργασίας μεταξύ των μη κυβερνητικών οργανώσεων και οποιασδήποτε από τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες κατά την έννοια του παρόντος Νόμου∙ και

(ι) η παρακολούθηση και μελέτη των διεθνών εξελίξεων και του διεθνούς δικαίου στους τομείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.

(3) Η πολυθεματική συντονιστική ομάδα συντάσσει ετήσια έκθεση την οποία υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο μέσω του Εθνικού Συντονιστή, αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και την κατάσταση που επικρατεί τόσο στη Δημοκρατία όσο και σε διεθνές επίπεδο σε σχέση με το αντικείμενο του παρόντος Νόμου, μαζί με την οποία υποβάλλει προς το Υπουργικό Συμβούλιο το αναθεωρημένο κάθε φορά Εθνικό Σχέδιο Δράσης για αντιμετώπιση της εμπορίας και εκμετάλλευσης προσώπων. Η ετήσια έκθεση και το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο Δράσης, όταν εγκριθούν από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για σκοπούς ενημέρωσης.

(4) Ο Εθνικός Συντονιστής, όταν το κρίνει απαραίτητο, δύναται να προσκαλεί στις συνεδριάσεις της πολυθεματικής συντονιστικής ομάδας εκπροσώπους, εμπειρογνώμονες και ειδικούς άλλων κρατικών υπηρεσιών, τοπικών αρχών και άλλων οργανισμών ή φορέων.

Διαδικασίες και δομές της συντονιστικής πολυθεματικής ομάδας

48.─(1) Η συντονιστική πολυθεματική ομάδα συνέρχεται τακτικά και σε ολομέλεια κάθε τρεις μήνες.

(2) Η συντονιστική πολυθεματική ομάδα δύναται να συνέρχεται και σε έκτακτη βάση οποτεδήποτε αυτό κρίνεται απαραίτητο από τον Εθνικό Συντονιστή, για σοβαρούς, έκτακτους και επείγοντες λόγους.

(3) Η συντονιστική πολυθεματική ομάδα δύναται να συγκροτηθεί σε ομάδες εργασίας με πιο εξειδικευμένο η κάθε μια αντικείμενο για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της, οι οποίες δύνανται να συνέρχονται σε τακτική και έκτακτη βάση.

(4) Ομάδες εργασίας οι οποίες συγκροτούνται δυνάμει του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου καθορίζουν την εμπλεκόμενη υπηρεσία η οποία θα τις συντονίζει και θα τις συγκαλεί.

(5) Οι ομάδες εργασίας ενημερώνουν την πολυθεματική συντονιστική ομάδα για τις εργασίες, αποφάσεις και τα πρακτικά μέτρα που λαμβάνουν αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου κατά τις τακτικές συνεδριάσεις της τελευταίας.

Εθνικός Συντονιστής

49. Ο Εθνικός Συντονιστής προεδρεύει των συνεδριάσεων της πολυθεματικής συντονιστικής ομάδας και έχει αρμοδιότητα και καθήκον να-

(α) συγκαλεί τις τακτικές και έκτακτες συνεδριάσεις της πολυθεματικής συντονιστικής ομάδας ή συγκεκριμένης ομάδας εργασίας, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο∙

(β) συντονίζει και παρακολουθεί την εφαρμογή και υλοποίηση των μέτρων και δράσεων οι οποίες αποφασίζονται στο πλαίσιο της πολυθεματικής συντονιστικής ομάδας και στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης∙

(γ) εκπροσωπεί την πολυθεματική συντονιστική ομάδα στο Υπουργικό Συμβούλιο οποτεδήποτε συζητούνται θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου∙

(δ) υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο για συζήτηση και λήψη αποφάσεων την ετήσια έκθεση της πολυθεματικής συντονιστικής ομάδας και το Εθνικό Σχέδιο Δράσης∙ και

(ε) εκπροσωπεί την πολυθεματική συντονιστική ομάδα, όπου αυτό είναι απαραίτητο, σε διμερείς επαφές σε σχέση με τα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου με εκπροσώπους άλλων κρατών ή διεθνών οργανισμών.

Εκπαίδευση κρατικών λειτουργών και δικαστών

50.─(1) Η Δημοκρατία έχει υποχρέωση παραχώρησης των αναγκαίων πόρων προς τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες για την εκπαίδευση και κατάρτιση των λειτουργών τους, με ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες των ιδιαίτερα ευάλωτων θυμάτων, οι οποίοι παρεμβαίνουν σε οποιαδήποτε προβλεπομένη από τον παρόντα Νόμο διαδικασία ή έρχονται σε επαφή με άλλο τρόπο με τα θύματα.

(2) Η Δημοκρατία έχει υποχρέωση παραχώρησης των αναγκαίων πόρων για την εκπαίδευση και κατάρτιση των δικαστών και λειτουργών των δικαστηρίων στα θέματα που ρυθμίζει ο παρόν Νόμος.

Ενημέρωση

51.─(1) Το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης σε συνεργασία με το Υπουργείο Εξωτερικών και τις προξενικές αρχές της Δημοκρατίας στο εξωτερικό, έχουν υποχρέωση παραχώρησης ενημερωτικού υλικού αναφορικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νόμιμη μετανάστευση των υπηκόων τρίτων χωρών στη Δημοκρατία και τους κινδύνους που εμπεριέχονται στη λαθρομετανάστευση και ιδιαίτερα τους κινδύνους αναφορικά με την εμπορία και εκμετάλλευση προσώπων, σε υπηκόους τρίτων χωρών που αιτούνται χορήγηση θεώρησης για είσοδο στη Δημοκρατία ή άδεια διαμονής στη Δημοκρατία και τα οποία ανήκουν σε ομάδα προσώπων υψηλού κινδύνου ή ιδιαίτερα ευάλωτα σε σχέση με τις συνθήκες διαμονής και/ή απασχόλησής τους στη Δημοκρατία αναφορικά με την εκμετάλλευσή τους.

(2) Η πολυθεματική συντονιστική ομάδα-

(α) Οργανώνει εκστρατείες ενημέρωσης στη Δημοκρατία αναφορικά με την εμπορία και εκμετάλλευση προσώπων, καθώς και για τις προϋποθέσεις και τους όρους παραχώρησης αδειών διαμονής σε υπηκόους τρίτων χωρών στη Δημοκρατία, τα δικαιώματά τους και τους μηχανισμούς που έχουν στη διάθεσή τους για καταγγελία φαινομένων εκμετάλλευσής τους κατά την έννοια του παρόντος Νόμου∙

(β) εκδίδει ενημερωτικά φυλλάδια για το φαινόμενο της εμπορίας και εκμετάλλευσης προσώπων που αποτείνονται τόσο σε ευάλωτες στην εκμετάλλευση ομάδες προσώπων, σε γραφεία εξευρέσεως εργασίας όσο και στην ευρύτερη κοινωνία και ιδιαίτερα στα παιδιά∙

(γ) μεριμνά για την ενημέρωση και την εκπαίδευση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης αναφορικά με την εμπορία και εκμετάλλευση προσώπων∙

(δ) οργανώνει εκστρατείες και λαμβάνει μέτρα για τη διαπαιδαγώγηση και ευαισθητοποίηση της κοινωνίας για αποθάρρυνση της ζήτησης που ευνοεί όλες τις μορφές εκμετάλλευσης προσώπων, ιδιαίτερα των γυναικών και παιδιών.

Διμερείς συμφωνίες

52. Η Δημοκρατία μεριμνά για τη σύναψη διμερών συμβάσεων με τις χώρες καταγωγής των θυμάτων ή με χώρες καταγωγής υψηλού κινδύνου για συνεργασία-

(α) Στην καταπολέμηση των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο∙

(β) στην προστασία και κοινωνική επανένταξη των θυμάτων και των οικογενειών τους είτε στη Δημοκρατία ή σε περίπτωση επαναπατρισμού τους στη χώρα καταγωγής∙

(γ) στην ανταλλαγή πληροφοριών, στοιχείων και δεδομένων αναφορικά με την εμπορία και εκμετάλλευση προσώπων∙

(δ) στην ενημέρωση των θυμάτων ή των πιθανών θυμάτων αναφορικά με τη νόμιμη μετανάστευση και τους κινδύνους που εμπεριέχει η παράνομη μετανάστευση.

ΜΕΡΟΣ V ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Κανονισμοί

53. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς οι οποίοι κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση, για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.

Καταργήσεις

54. Με την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, ο περί Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων και περί Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Ανηλίκων Νόμος του 2000 καταργείται.

Σημείωση
58 του Ν. 91(Ι)/2014Κατάργηση Νόμων

58. Οι περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας Θυμάτων Νόμοι του 2007 και 2012 καταργούνται.