34.-(1)(α) Οι ελεγκτές που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο καταρτίζουν έκθεση ελέγχου απευθυνόμενη στα μέλη της ελεγχόμενης οντότητας, για όλες τις οικονομικές καταστάσεις που ελέγχθηκαν από αυτούς κατά τη διάρκεια του χρόνου που κατέχουν τη θέση τους.
(β) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «ελεγκτής» σημαίνει νόμιμο ελεγκτή και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο.
(2) Η έκθεση ελέγχου των ελεγκτών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει δηλώσεις σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:
(α) Κατά πόσο οι ελεγκτές εξασφάλισαν όλες τις πληροφορίες και επεξηγήσεις που από όσα καλύτερα γνωρίζουν και πιστεύουν ήταν αναγκαίες για τους σκοπούς του ελέγχου που τους ανατέθηκε να διενεργήσουν.
(β) Κατά πόσο, κατά την γνώμη των ελεγκτών, τηρήθηκαν κατάλληλα βιβλία από την ελεγχόμενη οντότητα, στην έκταση που φαίνεται από την εξέταση από αυτούς εκείνων των βιβλίων, και λήφθηκαν από αυτούς οι κατάλληλες εκθέσεις ελέγχου ικανοποιητικές για τους σκοπούς του ελέγχου τους από παραρτήματα της οντότητας που δεν επισκέφτηκαν οι ίδιοι.
(γ) (i) Προσδιορισμός των οικονομικών καταστάσεων που αποτελούν αντικείμενο του ελέγχου, καθώς και το συγκεκριμένο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που εφαρμόσθηκε κατά την κατάρτισή τους.
(ii) Περιγραφή του εύρους του ελέγχου, στην οποία αναφέρονται τουλάχιστο τα πρότυπα ελέγχου, βάσει των οποίων διενεργήθηκε ο υποχρεωτικός έλεγχος.
(iii) Κατά πόσο οι οικονομικές καταστάσεις ή οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που πραγματεύονται οι ελεγκτές στην έκθεση ελέγχου είναι σύμφωνες με τα λογιστικά βιβλία και εκθέσεις και, επίσης, κατά πόσο η έκθεση ή η ενοποιημένη έκθεση διαχειρίσεως συνάδει με τους λογαριασμούς ή τους ενοποιημένους λογαριασμούς της ίδιας χρήσεως.
(iv) Κατά πόσο, κατά τη γνώμη των ελεγκτών και από όσα καλύτερα έχουν πληροφορηθεί και σύμφωνα με τις εξηγήσεις που τους δόθηκαν, οι οικονομικές καταστάσεις ή οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες από τον περί Εταιρειών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, με τον απαιτούμενο τρόπο και παρέχουν μια αληθινή και δίκαιη εικόνα:
της οικονομικής κατάστασης της ελεγχόμενης οντότητας κατά το τέλος του οικονομικού έτους. και του κέρδους ή της ζημιάς για το οικονομικό έτος.
(δ) Στην περίπτωση μητρικής επιχείρησης που υποβάλλει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, κατά πόσο, κατά τη γνώμη των ελεγκτών, οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις ετοιμάστηκαν κατάλληλα, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, ώστε να παρέχουν μια αληθινή και δίκαιη εικόνα της κατάστασης των περιουσιακών στοιχείων και του κέρδους ή της ζημιάς της μητρικής επιχείρησης και των θυγατρικών της επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται σε αυτές, στην έκταση που ενδιαφέρει μέλη της μητρικής επιχείρησης.
(3) Όπου οι ελεγκτές αποφαίνονται ότι η έκθεση των συμβούλων δεν συνάδει προς τις οικονομικές καταστάσεις, σημειώνουν την απόκλιση και δίνουν μία εικόνα του πώς θα έπρεπε να έχει το σχετικό σημείο στην έκθεση.
(4) Αν ο υποχρεωτικός έλεγχος διενεργείται από νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, η έκθεση ελέγχου υπογράφεται από το νόμιμο ελεγκτή ή τους νόμιμους ελεγκτές που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.
(5) Η έκθεση των ελεγκτών διαβάζεται ενώπιον της ελεγχόμενης οντότητας σε γενική συνέλευση, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά από τη γενική συνέλευση, και η έκθεση είναι ανοικτή για επιθεώρηση από οποιοδήποτε μέλος.
(6) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται με απόφασή της, να ορίσει τις περιπτώσεις όπου η υπογραφή του ελεγκτή που διενήργησε τον έλεγχο δυνάμει του εδαφίου (1) δεν απαιτείται να γνωστοποιηθεί στο κοινό, αν η εν λόγω γνωστοποίηση ενδέχεται να προκαλέσει άμεση και σημαντική απειλή για την προσωπική ασφάλεια οποιουδήποτε προσώπου:
Νοείται ότι, παρά τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου, το όνομα κάθε εμπλεκόμενου προσώπου γνωστοποιείται σε κάθε περίπτωση στην Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας.
(7) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με βάση το άρθρο 5, να εφαρμόσει απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με την οποία αυτή υιοθετεί κοινό πρότυπο για τις εκθέσεις ελέγχου των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών που καταρτίστηκαν σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.