Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο:

«Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου», όπως αυτή τελευταία τροποποιήθηκε με την «Οδηγία 2008/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή»,

Για σκοπούς εναρμόνισης με το Άρθρο 35 της πράξης της Ευρωπαϊκή Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου»,

H Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμος του 2009.

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«άδεια» σημαίνει την άδεια που παρέχεται σε ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο δυνάμει του άρθρου 9 ή 19 ή 51 ή 57, ανάλογα με την περίπτωση, και με την οποία εξουσιοδοτείται να διεξάγει τον υποχρεωτικό έλεγχο λογαριασμών οποιασδήποτε οντότητας στη Δημοκρατία που υπόκειται σε τέτοιο έλεγχο∙

«αρμόδια αρχή» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 4.

«ασφαλιστική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου∙

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία.

«Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου (International Standards on Auditing (ISAs)) και τα συναφή πρότυπα και πρακτικές, στην έκταση που αφορούν τον υποχρεωτικό έλεγχο.

«Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (International Accounting Standards (IASs)), τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (International Financial Reporting Standards (IFRSs)) και τις ερμηνείες τους (SIC-IFRIC interpretations), τις τροποποιήσεις των προτύπων αυτών και των ερμηνειών τους και οποιαδήποτε πρότυπα και ερμηνείες τους που εκάστοτε εκδίδονται ή εγκρίνονται από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board (IASΒ)), όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.

«δίκτυο» σημαίνει την ευρύτερη διάρθρωση συνεργασίας, στην οποία ανήκει ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, και η οποία αποσκοπεί σαφώς στον καταμερισμό του κέρδους ή του κόστους ή μοιράζεται κοινή ιδιοκτησία, έλεγχο ή διαχείριση, κοινές πολιτικές και διαδικασίες ελέγχου ποιότητας, κοινή επιχειρηματική στρατηγική, χρήση κοινού διακριτού τίτλου ή σημαντικό μέρος των επαγγελματικών πόρων.

«Έβδομη Οδηγία 83/349/ΕΟΚ» σημαίνει την Έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«έκθεση ελέγχου» σημαίνει την έκθεση που εκδίδει ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο επί των ετήσιων ή ενοποιημένων λογαριασμών, τους οποίους η επιχείρηση καταρτίζει και υποβάλλει για έλεγχο.

«ελεγκτής του συγκροτήματος» σημαίνει το νόμιμο ελεγκτή ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο των ενοποιημένων λογαριασμών.

«ελεγκτής τρίτης χώρας» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που διενεργεί ελέγχους των ετήσιων ή ενοποιημένων λογαριασμών εταιρείας ιδρυθείσας σε τρίτη χώρα.

«ελεγκτική οντότητα τρίτης χώρας» σημαίνει οντότητα, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, η οποία διενεργεί ελέγχους των ετησίων ή ενοποιημένων λογαριασμών εταιρείας ιδρυθείσας σε τρίτη χώρα.

«Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών που καθιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 19 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙

«Επίσημη Εφημερίδα» σημαίνει την Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

«Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας» σημαίνει την Επιτροπή, η οποία διορίζεται δυνάμει του άρθρου 39.

«Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς» σημαίνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, η οποία συστάθηκε και λειτουργεί δυνάμει του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου∙

«εταιρεία» σημαίνει εταιρεία που συστάθηκε δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου.

«Έφορος Ασφαλίσεων» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου∙

«Έφορος Εταιρειών» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Εταιρειών Νόμου.

«Έφορος Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει τον Έφορο που διορίζεται δυνάμει του άρθρου 4 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙

«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

«ηλεκτρονική υπογραφή» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί του Νομικού Πλαισίου για τις Ηλεκτρονικές Υπογραφές καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμου∙

«θυγατρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα∙

«ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος» σημαίνει νομικό πρόσωπο, άλλο από τράπεζα ή συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο χορηγήθηκε άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος δυνάμει του περί των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η οποία λειτουργεί δυνάμει του περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου∙

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«λογαριασμοί» σημαίνει την πλήρη σειρά οικονομικών καταστάσεων, όπως ορίζεται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.

«μητρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα∙

«Μητρώο» σημαίνει το δημόσιο μητρώο που τηρείται δυνάμει του Μέρους IV του παρόντος Νόμου.

«μικρή και μεσαία επιχείρηση» σημαίνει επιχείρηση, η οποία σύμφωνα με τους τελευταίους ετήσιους ή ενοποιημένους λογαριασμούς της, πληροί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια:

(α) ο μέσος αριθμός εργαζομένων κατά τη διάρκεια της χρήσης είναι μικρότερος των 250·

(β) ο συνολικός ισολογισμός της δεν υπερβαίνει τα 43.000.000 (σαράντα τρία εκατομμύρια) ευρώ· και

(γ) ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών της δεν υπερβαίνει τα 50.000.000 (πενήντα εκατομμύρια) ευρώ.

«νόμιμο ελεγκτικό γραφείο» σημαίνει το ελεγκτικό γραφείο (εταιρεία ή συνεταιρισμό ή οποιοδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο), το οποίο έχει λάβει άδεια∙

«νόμιμος ελεγκτής» σημαίνει τον ελεγκτή (φυσικό πρόσωπο), που έχει λάβει άδεια∙

«νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Έλεγχος Λογαριασμών) Νόμου∙

«Οδηγία 86/635/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1986, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«Οδηγία 91/674/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«Οδηγία 2003/71/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποιήση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«Οδηγία 2006/43/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«οντότητα δημοσίου συμφέροντος» περιλαμβάνει:

(i) οντότητα που διέπεται από το δίκαιο της Δημοκρατίας, της οποίας οι μεταβιβάσιμοι τίτλοι είναι εισηγμένοι προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά.

(ii) πιστωτικό ίδρυμα.

(iii) ασφαλιστική επιχείρηση.

(iv) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 3, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου∙

(v) άλλη οντότητα, την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του ήθελε ορίσει, όπως οντότητα που έχει ουσιαστικό χαρακτήρα δημοσίου συμφέροντος λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων της, του μεγέθους της ή του αριθμού του προσωπικού της.

«οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες» ή «ΟΣΕΚΑ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου∙

«πιστωτικό ίδρυμα» περιλαμβάνει-

(α) «τράπεζα», κατά την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου·

(β) «συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα», κατά την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου· και

(γ) ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος·

«ρυθμιζόμενη αγορά» ή «οργανωμένη αγορά» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου∙

«συνδεδεμένη επιχείρηση ελεγκτικού γραφείου» σημαίνει κάθε επιχείρηση, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, η οποία συνδέεται με ελεγκτικό γραφείο μέσω κοινής ιδιοκτησίας, κοινού ελέγχου ή κοινής διοίκησης.

«συνεργατική εταιρεία» σημαίνει εγγεγραμμένη εταιρεία δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙

«συνεταιρισμός» σημαίνει συνεταιρισμό που εγγράφεται δυνάμει του περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου∙

«Τέταρτη Οδηγία 78/660/ΕΟΚ» σημαίνει την Τέταρτη οδηγία 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙

«τίτλοι εξασφαλισμένοι με περιουσιακά στοιχεία» σημαίνει κινητές αξίες που:

(i) αντιπροσωπεύουν ένα συμφέρον σε περιουσιακά στοιχεία, περιλαμβανομένου του δικαιώματος στην εξασφάλιση της εξυπηρέτησής τους ή την είσπραξη από τους κατόχους των περιουσιακών στοιχείων, ποσών που οφείλονται για τα περιουσιακά αυτά στοιχεία ή την τήρηση των προθεσμιών, στις οποίες πρέπει να γίνουν οι πληρωμές των ποσών αυτών.

(ii) εξασφαλίζονται με περιουσιακά στοιχεία και συνοδεύονται από όρους που προβλέπουν την πραγματοποίηση των πληρωμών που σχετίζονται με πληρωμές ή με εύλογες προβλέψεις πληρωμών υπολογιζόμενες κατ’ αναφορά προς προσδιορισμένα ή δυνάμενα να προσδιοριστούν περιουσιακά στοιχεία∙

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών∙

«υποχρεωτικός έλεγχος» σημαίνει τον έλεγχο των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών που απαιτείται να διενεργείται βάσει του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου της Δημοκρατίας∙

«χρεόγραφα ή χρεωστικοί τίτλοι» σημαίνει ομολογίες ή άλλες μορφές μεταβιβάσιμων τιτλοποιημένων χρεών, πλην των κινητών αξιών, οι οποίες ισοδυναμούν με μετοχές εταιρειών ή οι οποίες, εάν μετατραπούν ή εάν ασκηθούν τα δικαιώματα που αυτές οι κινητές αξίες ενσωματώνουν, δημιουργούν το δικαίωμα απόκτησης μετοχών ή κινητών αξιών ισοδύναμων με μετοχές.

(2) Ο παρών Νόμος θα διαβάζεται μαζί με τον περί Εταιρειών Νόμο ή τον περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμο ή τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, και οποιοσδήποτε όρος αναφέρεται στον παρόντα Νόμο σχετικά με οντότητα η σύσταση της οποίας γίνεται δυνάμει τέτοιου νόμου θα ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις εκείνου του νόμου, εκτός εάν ο εν λόγω όρος ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο.

Πεδίο εφαρμογής

3.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), ο παρών Νόμος εφαρμόζεται αναφορικά με τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών:

(α) των εταιρειών που ιδρύονται δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου∙

(β) των συνεταιρισμών που εγγράφονται δυνάμει του περί Ομμορύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου∙

(γ) των συνεργατικών εταιρειών∙

(δ) των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου∙

(ε) οποιωνδήποτε οντοτήτων που ιδρύονται δυνάμει του δικαίου της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας και των οποίων οι λογαριασμοί υπόκεινται σε υποχρεωτικό έλεγχο στη Δημοκρατία.

(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται αναφορικά με τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών στο βαθμό που αυτός διενεργείται από το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας.

(3) Η διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών των συνεργατικών εταιρειών από την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένης της διάταξης που επιβάλλει την υποχρέωση εξασφάλισης άδειας δυνάμει του άρθρου 9.

(4) Σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν παρόμοιες διατάξεις στον παρόντα Νόμο και στον περί Εταιρειών Νόμο ή τον περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμο ή τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, οι οποίες είναι αντιφατικές μεταξύ τους, θα υπερισχύουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ
Αρμόδια αρχή

4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, αρμόδια αρχή για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι το Υπουργικό Συμβούλιο, εκτός αν ο παρών Νόμος καθορίζει ρητά τον Υπουργό ή οποιαδήποτε άλλη αρχή ως αρμόδια για την άσκηση συγκεκριμένης αρμοδιότητας.

(2) Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δύνανται να εκχωρήσουν ορισμένες από τις αρμοδιότητές τους σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, υπό όρους ή άνευ όρων:

Νοείται ότι, δεν δύνανται να εκχωρηθούν σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, είτε υπό όρους είτε άνευ όρων-

(α) οι αρμοδιότητες του Υπουργικού Συμβουλίου που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 6, στο άρθρο 8, στο άρθρο 32 και στο εδάφιο (1) του άρθρου 39·

(β) οι αρμοδιότητες των αρμοδίων αρχών του άρθρου 45 που αναφέρονται στα άρθρα 46 και 47· και

(γ) η αρμοδιότητα της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας που αναφέρεται στην επιφύλαξη της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 48.

Υιοθέτηση αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

5.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του, υιοθετεί τις αποφάσεις που εκάστοτε εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ που αναφέρονται στην πρώτη στήλη του ακόλουθου πίνακα, ασκώντας την εξουσία που του χορηγείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου που αναφέρονται στη δεύτερη στήλη του ιδίου πίνακα:

ΠΙΝΑΚΑΣ
Διατάξεις Οδηγίας 2006/43/ΕΚ Διατάξεις παρόντος Νόμου
άρθρο 8, παράγραφος 3 Εδάφιο (3) του άρθρου 13
άρθρο 21, παράγραφος 2 Εδάφιο (2) του άρθρου 27
άρθρο 22, παράγραφος 4 Εδάφιο (6) του άρθρου 28
άρθρο 26, παράγραφος 1 Δεύτερη επιφύλαξη εδαφίου (1) του άρθρου 32
άρθρο 28, παράγραφος 2 Εδάφιο (7) του άρθρου 34
άρθρο 29, παράγραφος 2 Εδάφιο (3) του άρθρου 36
άρθρο 36, παράγραφος 7 Εδάφιο (10) του άρθρου 42
άρθρο 45, παράγραφος 6 Εδάφιο (7) του άρθρου 52
άρθρο 46, παράγραφος 2 Εδάφιο (2) του άρθρου 53
άρθρο 47, παράγραφοι 3 και 5 Εδάφια (3) και (5) του άρθρου 54

 

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο, προτού υιοθετήσει οποιαδήποτε απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναφέρεται στο εδάφιο (1), διαβουλεύεται με αναγνωρισμένο σώμα λογιστών και οποιοδήποτε άλλο σώμα ή πρόσωπο ή επιτροπή, του οποίου τις απόψεις ήθελε κρίνει χρήσιμες.

(3) Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 56.

(4) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναφέρονται στο εδάφιο (1) έχουν άμεση ισχύ στη Δημοκρατία.

Αναγνώριση σώματος λογιστών

6.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν δύναται να αναγνωρίσει σώμα λογιστών, εκτός εάν ικανοποιηθεί ότι το σώμα αυτό:

(α) εφαρμόζει, για τη χορήγηση άδειας στα μέλη του, τα αναφερόμενα στα άρθρα 10 έως 17, αμφοτέρων περιλαμβανομένων, ελάχιστα κριτήρια ως προς το επίπεδο προσόντων, γνώσεων και εκπαίδευσης. και

(β) διασφαλίζει ότι τα μέλη του τηρούν το απαιτούμενο από το Μέρος V επίπεδο επαγγελματικής δεοντολογίας, ανεξαρτησίας, αντικειμενικότητας, εμπιστευτικότητας, επαγγελματικού απορρήτου και τις απαιτήσεις του ιδίου Μέρους αναφορικά με την αμοιβή. και

(γ) εφαρμόζει αποδεδειγμένα, κατά τη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου, κώδικα συμπεριφοράς, κανόνες πρακτικής και πειθαρχικής διαδικασίας. και

(δ) υπόκειται σε σύστημα δημόσιας εποπτείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΧ.

(2) Με την αναγνώριση σώματος λογιστών δυνάμει του εδαφίου (1), το αναγνωρισμένο σώμα καθίσταται αρμόδια αρχή για τη χορήγηση άδειας σε ελεγκτές και για την άσκηση άλλων αρμοδιοτήτων που εκχωρούνται σε αυτό από το Υπουργικό Συμβούλιο, Υπουργό ή άλλη αρχή ή που παρέχονται ρητώς σε αυτό δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Διαδικασία για την αναγνώριση σώματος λογιστών

7.-(1) Σώμα λογιστών, το οποίο επιδιώκει να τύχει αναγνώρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο, δυνάμει του άρθρου 6, υποβάλλει σχετική αίτηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο.

(2) Η αίτηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1):

(α) υποβάλλεται κατά τον τρόπο που το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει με απόφασή του· και

(β) συνοδεύεται από τέτοια στοιχεία και πληροφορίες όπως το Υπουργικό Συμβούλιο εύλογα ορίζει με απόφασή του.

(3) Εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά τη λήψη αίτησης, που αναφέρεται στο εδάφιο (1) και προτού λάβει απόφαση, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να απαιτήσει την προσκόμιση επιπρόσθετων στοιχείων και πληροφοριών.

(4) Οι απαιτήσεις του Υπουργικού Συμβουλίου που αναφέρονται στο εδάφιο (3) δύνανται να διαφέρουν ανάλογα με την κάθε αίτηση.

(5) Οποιεσδήποτε πληροφορίες ή στοιχεία τα οποία προσκομίζονται στο Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του παρόντος άρθρου υποβάλλονται γραπτώς.

(6) Κάθε αίτηση συνοδεύεται από πιστό αντίγραφο των εσωτερικών κανονισμών του σώματος λογιστών στο οποίο αφορά η αίτηση.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται είτε να εγκρίνει αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, αναγνωρίζοντας το αιτούν σώμα λογιστών για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου είτε να απορρίψει την αίτηση, κοινοποιώντας γραπτώς στο αιτούν σώμα την απόφασή του και παραθέτοντας ταυτόχρονα τους λόγους απόρριψης της αίτησης.

(8) Σε περίπτωση που το Υπουργικό Συμβούλιο απορρίψει αίτηση για αναγνώριση σώματος λογιστών και δεν υπάρχει άλλη αίτηση για αναγνώριση ή άλλο ήδη εγγεγραμμένο σώμα, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (6) του άρθρου 8.

Αφαίρεση αναγνώρισης σώματος λογιστών

8.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με απόφασή του να αφαιρέσει αναγνώριση σώματος λογιστών οποτεδήποτε ήθελε διαπιστώσει ότι το σώμα λογιστών δεν ικανοποιεί οποιεσδήποτε από τις απαιτήσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο πριν από τη λήψη απόφασης για αφαίρεση αναγνώρισης σώματος λογιστών οφείλει:

(α) να δώσει γραπτώς ειδοποίηση στο επηρεαζόμενο σώμα σχετικά με την πρόθεσή του να εξετάσει τέτοιο ζήτημα· και

(β) να λάβει τέτοια μέτρα τα οποία ήθελε κρίνει ευλόγως πρακτικά για να φέρει την εν λόγω πρόθεσή του σε γνώση όλων των προσώπων που κατά τη γνώμη του ενδέχεται να επηρεαστούν από τη λήψη της εν λόγω απόφασης.

(3) Στην ειδοποίηση που δίδεται δυνάμει του εδαφίου (2) αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους το Υπουργικό Συμβούλιο προτίθεται να εξετάσει θέμα αφαίρεσης της αναγνώρισης του σώματος λογιστών.

(4) Το σώμα λογιστών στο οποίο δίδεται ειδοποίηση δυνάμει του εδαφίου (2) ή οποιοδήποτε επηρεαζόμενο πρόσωπο δύναται εντός ενός μηνός από την ημερομηνία της ειδοποίησης να προβεί σε γραπτές παραστάσεις προς το Υπουργικό Συμβούλιου, οι οποίες λαμβάνονται δέοντως υπόψη κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την αφαίρεση αναγνώρισης του εν λόγω σώματος.

(5) Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για αφαίρεση αναγνώρισης σώματος λογιστών-

(α) κοινοποιείται στο εν λόγω σώμα και σε όλα τα επηρεαζόμενα πρόσωπα.

(β) δυνατό να περιέχει τέτοιες μεταβατικές πρόνοιες, όπως το Υπουργικό Συμβούλιο θεωρεί απαραίτητες. Τέτοιες πρόνοιες είναι ιδίως απαραίτητες στην περίπτωση που το σώμα λογιστών του οποίου η αναγνώριση αφαιρείται είναι το μοναδικό σώμα που είναι αναγνωρισμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο-

(α) στις περιπτώσεις αφαίρεσης αναγνώρισης σώματος λογιστών, δύναται, και

(β) στην περίπτωση όπου το εν λόγω σώμα είναι το μοναδικό σώμα που είναι αναγνωρισμένο δυνάμει του παρόντος Νόμου, οφείλει,

να αναλάβει το ίδιο τις αρμοδιότητες του σώματος αυτού, προσωρινά, μέχρις ότου τύχει αναγνώρισης άλλο σώμα λογιστών, (περιλαμβανομένου και του σώματος η αναγνώριση του οποίου αφαιρέθηκε) ή να διορίσει προσωρινή επιτροπή με όλες ή ορισμένες από τις αρμοδιότητες αναγνωρισμένου σώματος λογιστών:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις όπου αίτηση για αναγνώριση σώματος λογιστών απορρίπτεται, νοουμένου ότι δεν υπάρχει άλλη παρόμοια αίτηση από άλλο σώμα ή δεν υπάρχει άλλο αναγνωρισμένο σώμα.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ, ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ
Χορήγηση άδειας σε ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία

9.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 3, ο υποχρεωτικός έλεγχος διενεργείται μόνο από ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία που έχουν εξασφαλίσει άδεια δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(2) Στην άδεια που χορηγεί η αρμόδια αρχή, αναφέρεται, ανάλογα με την περίπτωση:

(α) ο νόμιμος ελεγκτής, ως «Εγκεκριμένος Λογιστής και Εγγεγραμμένος Ελεγκτής» (Certified Public Accountant and Registered Auditor)· και

(β) το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ως «Εγκεκριμένοι Λογιστές και Εγγεγραμμένοι Ελεγκτές» (Certified Public Accountants and Registered Auditors).

(3) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (6) του άρθρου 8 και των άρθρων 16 και 17, αναγνωρισμένο σώμα λογιστών, ως αρμόδια αρχή, χορηγεί άδεια σε ελεγκτές που πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια που αναφέρονται στα άρθρα 10 έως 15, αμφοτέρων περιλαμβανομένων.

(4) Ο Υπουργός ή οποιοδήποτε άλλο όργανο, στο οποίο ο Υπουργός δύναται να εκχωρήσει την εξουσία αυτή, με απόφασή του κατόπιν σχετικής αίτησης, χορηγεί άδεια σε ελεγκτικό γραφείο, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) τα φυσικά πρόσωπα που διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους για λογαριασμό του ελεγκτικού γραφείου έχουν λάβει άδεια στη Δημοκρατία∙

(β) η πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου των εταίρων ή των μετόχων του ελεγκτικού γραφείου, ανάλογα με την περίπτωση, κατέχεται από ελεγκτικά γραφεία στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια διενέργειας υποχρεωτικού ελέγχου ή από νόμιμους ελεγκτές∙ και

(γ) το εβδομήντα πέντε τοις εκατόν (75%) των ομόρρυθμων εταίρων, σε περίπτωση συνεταιρισμού, ή των μελών του διοικητικού συμβουλίου, σε περίπτωση εταιρείας, είναι νόμιμοι ελεγκτές:

Νοείται ότι, εάν οι ομόρρυθμοι εταίροι, σε περίπτωση συνεταιρισμού, ή τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, σε περίπτωση εταιρείας, δεν είναι περισσότερα από δύο, ένα από αυτά πρέπει να είναι νόμιμος ελεγκτής.

(5) Πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων των εδαφίων (1) μέχρι (4), αμφότερων περιλαμβανομένων, διαπράττει ποινικό αδίκημα, και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000) ή/και ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια.

(6) Κάθε νόμιμος ελεγκτής οφείλει να καταστεί μέλος αναγνωρισμένου σώματος λογιστών εντός ενός μηνός από την εξασφάλιση άδειας δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Εντιμότητα

10. Η αρμόδια αρχή δύναται να χορηγεί άδεια μόνο σε ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία που έχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας.

Τίτλοι σπουδών

11. Με την επιφύλαξη του άρθρου 16, φυσικό πρόσωπο δύναται να εξασφαλίσει άδεια, μόνο εάν πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) έχει φθάσει σε επίπεδο εισαγωγής στο πανεπιστήμιο ή σε ισοδύναμο επίπεδο·

(β) έχει συμπληρώσει πρόγραμμα θεωρητικής διδασκαλίας σύμφωνα με το άρθρο 13.

(γ) έχει πραγματοποιήσει πρακτική άσκηση σύμφωνα με το άρθρο 15∙ και

(δ) έχει επιτύχει σε εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας σύμφωνα με το άρθρο 12.

Εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας

12. Οι εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας είναι επιπέδου τελικών πανεπιστημιακών σπουδών ή ισοδύναμου επιπέδου, τις οποίες διοργανώνει ή αναγνωρίζει η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας για τη χορήγηση άδειας. Οι εξετάσεις διεξάγονται γραπτώς. Οι εξετάσεις αυτές εγγυώνται το επίπεδο των απαιτούμενων θεωρητικών γνώσεων σε θέματα υποχρεωτικού ελέγχου και την ικανότητα της πρακτικής εφαρμογής τους.

Έλεγχος θεωρητικών γνώσεων

13.-(1) Ο έλεγχος θεωρητικών γνώσεων που περιλαμβάνεται στις εξετάσεις καλύπτει τους τομείς που καθορίζονται στο Παράρτημα.

(2) Ο αναφερόμενος στο εδάφιο (1) έλεγχος καλύπτει, επίσης, τουλάχιστον τα ακόλουθα θέματα, στην έκταση που αυτά σχετίζονται με τον υποχρεωτικό έλεγχο:

(α) το εταιρικό δίκαιο και την εταιρική διακυβέρνηση.

(β) το πτωχευτικό δίκαιο και τις παρεμφερείς διαδικασίες.

(γ) το φορολογικό δίκαιο.

(δ) το αστικό και το εμπορικό δίκαιο.

(ε) το δίκαιο κοινωνικής ασφάλισης και το εργατικό δίκαιο.

(στ) την τεχνολογία της πληροφορικής και τα συστήματα πληροφορικής.

(ζ) την οικονομική των επιχειρήσεων, τα γενικά οικονομικά και τη χρηματοοικονομική.

(η) μαθηματικά και στατιστική.

(θ) τις βασικές αρχές χρηματοοικονομικής διοίκησης επιχειρήσεων.

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με διάταγμά του, υιοθετώντας αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 3, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, να προσαρμόζει τον κατάλογο θεμάτων που πρέπει να καλύπτει ο έλεγχος των θεωρητικών γνώσεων και ο οποίος κατάλογος καθορίζεται στο Παράρτημα.

Απαλλαγές

14.-(1) Παρά τις διατάξεις των άρθρων 12 και 13, η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9 δύναται, με απόφασή της, να απαλλάσσει πρόσωπα που έχουν επιτύχει σε πανεπιστημιακές ή ισοδύναμες εξετάσεις ή κατέχουν πανεπιστημιακό πτυχίο ή ισοδύναμο τίτλο σε έναν ή περισσότερους από τους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 13 από τον έλεγχο θεωρητικών γνώσεων στους τομείς που καλύπτονται από τις υπό αναφορά εξετάσεις ή πτυχίο.

(2) Παρά τις διατάξεις του άρθρου 12, η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9 δύναται να απαλλάσσει κατόχους πανεπιστημιακών πτυχίων ή ισοδύναμων διπλωμάτων σε ένα ή περισσότερους από τους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 13, από τον έλεγχο της ικανότητας πρακτικής εφαρμογής των θεωρητικών τους γνώσεων στους τομείς αυτούς, αν οι γνώσεις αυτές έχουν αποτελέσει αντικείμενο πρακτικής άσκησης επικυρωμένης με εξέταση ή δίπλωμα αναγνωρισμένο από την εν λόγω αρμόδια αρχή.

Πρακτική άσκηση

15.-(1) Με σκοπό την εξασφάλιση της ικανότητας πρακτικής εφαρμογής των θεωρητικών γνώσεων που αποτελούν αντικείμενο εξέτασης, οι ασκούμενοι πραγματοποιούν πρακτική άσκηση διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών, η οποία καλύπτει μεταξύ άλλων τον έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών, των ενοποιημένων λογαριασμών ή παρόμοιων οικονομικών λογαριασμών. Η εν λόγω πρακτική άσκηση γίνεται, τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα της τριετούς περιόδου, σε ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο, που έχει λάβει άδεια σε οποιοδήποτε κράτος μέλος για τη διενέργεια του κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, υποχρεωτικού ελέγχου.

(2) Η πρακτική άσκηση πραγματοποιείται κοντά σε πρόσωπα που παρέχουν εγγύηση για την ικανότητά τους να προσφέρουν πρακτική άσκηση.

Απόκτηση προσόντων λόγω μακροχρόνιας πρακτικής πείρας

16. Η αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9 δύναται να χορηγήσει άδεια νόμιμου ελεγκτή σε πρόσωπο που δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11, αν το πρόσωπο αυτό είναι σε θέση να αποδείξει ότι:

(α) έχει ασκήσει, για περίοδο δεκαπέντε ετών, επαγγελματικές δραστηριότητες οι οποίες του επέτρεψαν να αποκτήσει επαρκή πείρα στο χρηματοοικονομικό, νομικό και λογιστικό τομέα και ότι έχει πετύχει τις εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας που αναφέρονται στο άρθρο 12, ή

(β) έχει ασκήσει, για περίοδο επτά ετών, επαγγελματική δραστηριότητα στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο (α) και επιπλέον πραγματοποίησε την πρακτική άσκηση που αναφέρεται στο άρθρο 15 και έχει επιτύχει στις εξετάσεις επαγγελματικής ικανότητας που αναφέρονται στο άρθρο 12.

Συνδυασμός πρακτικής άσκησης και θεωρητικής διδασκαλίας

17.-(1) Οι περίοδοι θεωρητικής διδασκαλίας στους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 13 συνυπολογίζονται στις περιόδους επαγγελματικής δραστηριότητας που αναφέρονται στο άρθρο 16, εφόσον η διδασκαλία αυτή έχει επικυρωθεί με εξετάσεις αναγνωριζόμενες από την Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας. Η θεωρητική διδασκαλία είναι διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους και δεν δύναται να μειώσει την περίοδο επαγγελματικής δραστηριότητας κατά περισσότερο από τέσσερα έτη.

(2) Η περίοδος επαγγελματικής δραστηριότητας και πρακτικής άσκησης δεν δύναται να είναι μικρότερη από τη διάρκεια του προγράμματος θεωρητικής διδασκαλίας μαζί με την πρακτική άσκηση που αναφέρεται στο άρθρο 15.

Συνεχής εκπαίδευση

18.-(1) Οι νόμιμοι ελεγκτές υποχρεούνται να συμμετέχουν σε κατάλληλα προγράμματα συνεχούς εκπαίδευσης για τη διατήρηση επαρκών θεωρητικών γνώσεων, επαγγελματικών προσόντων και αρχών αρκούντως υψηλού επιπέδου.

(2) Η μη συμμόρφωση με την απαίτηση συνεχούς εκπαίδευσης επισύρει τις δέουσες κυρώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 37.

Χορήγηση άδειας σε ελεγκτές από άλλα κράτη μέλη

19.-(1) Αναγνωρισμένο σώμα λογιστών δύναται να χορηγεί άδεια σε ελεγκτές οι οποίοι έχουν λάβει άδεια σε άλλο κράτος μέλος να διενεργούν υποχρεωτικό έλεγχο κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ.

(2)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, σε συνεννόηση με την Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας, εκδίδει κανονισμούς για τη ρύθμιση της διαδικασίας σχετικά με τη χορήγηση της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) άδειας.

(β) Η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο (α) δεν δύναται να υπερβαίνει την υποχρεωτική δοκιμασία επάρκειας (aptitude test) σύμφωνα με το άρθρο 7 του περί Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου. Η δοκιμασία αυτή διεξάγεται σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας ή, κατόπιν άδειας του Υπουργικού Συμβουλίου, σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα και καλύπτει μόνο την επάρκεια των γνώσεων του ελεγκτή σχετικά με την Κυπριακή νομοθεσία, στην έκταση που αυτή σχετίζεται με τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου.

(3) Μέχρις ότου εκδοθούν κανονισμοί δυνάμει του εδαφίου (2), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να χορηγήσει άδεια σε ελεγκτή, ο οποίος έχει αποκτήσει άδεια να διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ σε άλλο κράτος μέλος, αφού ικανοποιηθεί, κατόπιν διεξαγωγής γραπτών εξετάσεων, ότι τα υπό εξέταση προσόντα δεν είναι χαμηλότερου επιπέδου από αυτά που απαιτούνται για τη χορήγηση άδειας, δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Ανάκληση της άδειας

20.-(1) Η αρμόδια αρχή δύναται να ανακαλεί άδεια που χορηγεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, εάν αμφισβητείται σοβαρά η εντιμότητα του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, στο οποίο έχει παρασχεθεί η εν λόγω άδεια.

(2) Η αρμόδια αρχή ανακαλεί την άδεια νόμιμου ελεγκτικού γραφείου εάν παύει να πληρούται οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις του εδαφίου (4) του άρθρου 9.

(3) Προτού ανακαλέσει την άδεια, η αρμόδια αρχή δύναται να ορίσει εύλογο χρόνο εντός του οποίου ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο πρέπει να μεριμνήσει για την τήρηση των απαιτήσεων εντιμότητας ή των προϋποθέσεων του εδαφίου (4) του άρθρου 9, ανάλογα με την περίπτωση. Εάν παρέλθει ο καθορισθέντας χρόνος και η αρμόδια αρχή δεν ικανοποιηθεί για την τήρηση των υπό αναφορά απαιτήσεων ή προϋποθέσεων, η αρμόδια αρχή ανακαλεί την άδεια.

(4) Όταν ανακαλείται για οποιοδήποτε λόγο η άδεια νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί το γεγονός αυτό και τους λόγους της ανάκλησης στον ίδιο τον ελεγκτή ή το ελεγκτικό γραφείο του οποίου η άδεια ανακαλείται, καθώς και στις οικείες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία έχει επίσης χορηγηθεί άδεια στο ίδιο πρόσωπο και τα στοιχεία των αρχών αυτών καταχωρίζονται στο Μητρώο σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 22.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΜΗΤΡΩΟ
Δημόσιο μητρώο

21.-(1) Τηρουμένης της παραγράφου (α) του εδαφίου (7) του άρθρου 39, ο Έφορος Εταιρειών τηρεί Μητρώο στο οποίο εγγράφονται οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία σύμφωνα με τα άρθρα 22 και 23.

(2) Ο Έφορος Εταιρειών φροντίζει ώστε σε κάθε νόμιμο ελεγκτή και κάθε νόμιμο ελεγκτικό γραφείο να αντιστοιχεί ένας ατομικός αριθμός στο Μητρώο. Οι απαιτούμενες για την εγγραφή στο Μητρώο πληροφορίες αποθηκεύονται σε αυτό ηλεκτρονικά και είναι προσιτές στο κοινό.

(3) Το Μητρώο περιέχει επίσης το όνομα και τη διεύθυνση των αρμοδίων αρχών που είναι υπεύθυνες για τη χορήγηση της άδειας για τους σκοπούς του άρθρου 9, για τη διασφάλιση της ποιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 36, για τις έρευνες και κυρώσεις με αντικείμενο νόμιμους ελεγκτές και νόμιμα ελεγκτικά γραφεία που αναφέρονται στο άρθρο 37 και για τη δημόσια εποπτεία που αναφέρεται στο άρθρο 38.

(4)(α) Ο Έφορος Εταιρειών, σε συνεννόηση με αναγνωρισμένο σώμα λογιστών, δύναται να αναθέσει στο εν λόγω σώμα, όλες ή μερικές από τις αρμοδιότητες που του χορηγούνται δυνάμει του παρόντος Μέρους, με όρους ή άνευ όρων.

(β) Η απόφαση του Εφόρου Εταιρειών, που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου (α), δημοσιεύεται εντός τριάντα (30) ημερών με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα, εκθέτοντας σε αυτήν την έκταση της εντολής και τυχόν όρους που ήθελαν επιβληθεί για την άσκηση των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται.

(γ) Οποιαδήποτε πληροφορία υποβαλλόμενη στον Έφορο Εταιρειών δυνάμει του παρόντος Μέρους θα θεωρείται ότι υποβάλλεται νομίμως σε αυτόν, αν υποβληθεί στο σώμα στο οποίο ο Έφορος Εταιρειών έχει αναθέσει σχετική αρμοδιότητα κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) ύστερα από τη γνωστοποίηση της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β).

(δ) Ο Έφορος Εταιρειών δύναται, για εύλογη αιτία, να ανακαλέσει απόφαση ανάθεσης που έχει ληφθεί δυνάμει της παραγράφου (α).

Εγγραφή των νόμιμων ελεγκτών στο Μητρώο

22.-(1) Όσον αφορά τους νόμιμους ελεγκτές, το Μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 21 περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό εγγραφής.

(β) όπου εφαρμόζεται, το όνομα, τη διεύθυνση, τη διεύθυνση δικτυακού τόπου και αριθμό εγγραφής του ελεγκτικού γραφείου στο οποίο απασχολείται ο νόμιμος ελεγκτής ή με το οποίο αυτός είναι συνδεδεμένος ως εταίρος, μέτοχος ή με άλλο τρόπο.

(γ) κάθε άλλη εγγραφή νόμιμου ελεγκτή από τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών και ελεγκτή τρίτης χώρας που αναφέρεται στο άρθρο 52, περιλαμβανομένου του ονόματος της αρχής εγγραφής στο μητρώο του άλλου κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας και, εφόσον υπάρχει, του αριθμού εγγραφής.

(2) Οι ελεγκτές τρίτης χώρας που έχουν εγγραφεί στο Μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 52 εμφανίζονται σε αυτό σαφώς υπό την ιδιότητά τους αυτή και όχι ως νόμιμοι ελεγκτές.

Εγγραφή των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων στο Μητρώο

23.-(1) Όσον αφορά τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία, το Μητρώο περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό εγγραφής.

(β) τη νομική μορφή.

(γ) τη διεύθυνση κέντρου παροχής πληροφοριών, τον κύριο υπεύθυνο πληροφόρησης και τη διεύθυνση δικτυακού τόπου, αν υπάρχει.

(δ) τη διεύθυνση όλων των γραφείων του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου στη Δημοκρατία.

(ε) το όνομα και τον αριθμό εγγραφής όλων των νόμιμων ελεγκτών που εργάζονται στο νόμιμο ελεγκτικό γραφείο ή είναι συνδεδεμένοι με αυτό ως εταίροι, μέτοχοι ή με άλλο τρόπο.

(στ) το όνομα και την εμπορική διεύθυνση όλων των ιδιοκτητών και των μετόχων.

(ζ) το όνομα και την εμπορική διεύθυνση όλων των μελών του διοικητικού ή διαχειριστικού οργάνου.

(η) όπου εφαρμόζονται, τη συμμετοχή σε δίκτυο και τον κατάλογο ονομάτων και διευθύνσεων των ελεγκτικών γραφείων που είναι μέλη του δικτύου ή συνδέονται με αυτό ή ένδειξη του τόπου, στον οποίο οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες στο κοινό.

(θ) κάθε άλλη εγγραφή σε μητρώο ως ελεγκτικό γραφείο από τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών και ως ελεγκτική οντότητα από τρίτες χώρες, περιλαμβανομένου του ονόματος της αρχής εγγραφής στο εν λόγω Μητρώο και του αριθμού εγγραφής, όπου αυτός υπάρχει.

(2) Οι ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών που έχουν εγγραφεί στο Μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 52, εμφανίζονται σε αυτό σαφώς υπό την ιδιότητά τους αυτή και όχι ως νόμιμα ελεγκτικά γραφεία.

Κοινοποίηση στον Έφορο Εταιρειών των πληροφοριών που περιέχονται στο Μητρώο

24.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 26, σώμα λογιστών το οποίο τυγχάνει αναγνώρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 6, υποχρεούται να κοινοποιεί στον Έφορο Εταιρειών το όνομα και τη διεύθυνση κάθε νόμιμου ελεγκτή που είναι μέλος του, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία κατά την οποία αυτό καθίσταται μέλος του.

(2) Κάθε νόμιμος ελεγκτής και κάθε νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που έχει λάβει άδεια δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 9 ή του άρθρου 19 ή του άρθρου 51 ή του εδαφίου (1) του άρθρου 57, κοινοποιεί στον Έφορο Εταιρειών, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία εξασφάλισης της άδειας, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 22 ή το εδάφιο (1) του άρθρου 23, ανάλογα με την περίπτωση.

(3) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) κοινοποιούν στον Έφορο Εταιρειών κάθε μεταβολή των πληροφοριών που περιέχονται στο Μητρώο. Ο Έφορος ενημερώνει το Μητρώο αμέσως μετά την κοινοποίηση σε αυτόν των υπό αναφορά μεταβληθέντων πληροφοριών.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1000):

Νοείται ότι, νόμιμος ελεγκτής που είναι μέλος αναγνωρισμένου σώματος λογιστών, δεν διαπράττει αδίκημα δυνάμει του παρόντος εδαφίου, αν ο υπεύθυνος φορέας για την παροχή των πληροφοριών ή για την τήρηση του Μητρώου είναι το αναγνωρισμένο σώμα λογιστών, στο οποίο ανήκει ο νόμιμος ελεγκτής ή, ανάλογα με την περίπτωση, το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο.

Υπογραφή πληροφοριών που περιέχονται στο Μητρώο

25. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 22, 23 και 24, οι οποίες παρέχονται στον Έφορο Εταιρειών, υπογράφονται από το αναγνωρισμένο σώμα λογιστών, το νόμιμο ελεγκτή ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ανάλογα με το πρόσωπο που παρέχει τις πληροφορίες. Οποτεδήποτε ο Έφορος Εταιρειών ζητεί παροχή πληροφοριών ηλεκτρονικώς, οι πληροφορίες είναι δυνατόν να υπογράφονται με ηλεκτρονική υπογραφή.

Γλώσσα καταχώρισης των πληροφοριών στο Μητρώο

26.-(1) Οι πληροφορίες που καταχωρούνται στο Μητρώο γράφονται σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας και σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του, ήθελε επιτρέψει.

(2) Στις περιπτώσεις όπου επιτρέπεται, σύμφωνα με το εδάφιο (1), να καταχωρίζονται πληροφορίες σε οποιαδήποτε γλώσσα άλλη από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας, η μετάφραση της πληροφορίας επικυρώνεται με σχετική πράξη. Το γεγονός ότι η μετάφραση είναι επικυρωμένη αναφέρεται στο Μητρώο.

ΜΕΡΟΣ V ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ
Επαγγελματική δεοντολογία

27.-(1) Όλοι οι νόμιμοι ελεγκτές και όλα τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία υπόκεινται σε αρχές επαγγελματικής δεοντολογίας, οι οποίες καλύπτουν τουλάχιστον την ιδιότητά τους ως προστατών του δημοσίου συμφέροντος, την ακεραιότητα και την αντικειμενικότητά τους, καθώς και την επαγγελματική τους ικανότητα και τη δέουσα επιμέλεια.

(2) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται να θεσπίζει μέτρα εφαρμογής βασιζόμενα επί των αρχών της επαγγελματικής δεοντολογίας που περιέχονται στον Κώδικα Δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (International Federation of Accountants (IFAC)) και υιοθετώντας, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις σχετικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκάστοτε εκδίδονται από αυτήν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ:

Νοείται ότι, μέχρις ότου εκδοθούν αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, εφαρμόζεται ο Κώδικας Δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (International Federation of Accountants (IFAC)).

Ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα νόμιμων ελεγκτών και νόμιμων ελεγκτικών γραφείων

28.-(1) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία οφείλουν, κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου, να είναι ανεξάρτητοι από την ελεγχόμενη οντότητα και να μην συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεών της.

(2) Δεν διενεργείται υποχρεωτικός έλεγχος από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, όταν υφίσταται οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση οικονομική ή επαγγελματική σχέση, σχέση απασχόλησης ή άλλη σχέση μεταξύ του νόμιμου ελεγκτή, του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή του δικτύου - περιλαμβανομένης της παροχής συμπληρωματικών μη ελεγκτικών υπηρεσιών – και της ελεγχόμενης οντότητας, εξαιτίας της οποίας ένας αντικειμενικός, συνετός και ενημερωμένος τρίτος θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι διακυβεύεται η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου απειλείται από καταστάσεις, όπως αυτοέλεγχος, ίδιο συμφέρον, ιδιότητα δικηγόρου, οικειότητα, εμπιστοσύνη ή εκφοβισμός, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο εφαρμόζει διασφαλίσεις προκειμένου να περιορίσει τους κινδύνους. Αν όμως η έκταση των κινδύνων συγκρινόμενη με τις εφαρμοζόμενες διασφαλίσεις είναι τέτοια ώστε να κινδυνεύει η ανεξαρτησία του, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο δεν διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο.

(4) Όσον αφορά τις οντότητες δημοσίου συμφέροντος, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο δεν διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο σε τέτοια οντότητα σε περίπτωση αυτοελέγχου ή ιδίου συμφέροντος, εφόσον τούτο απαιτείται για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(5) Κάθε νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλουν να καταγράφουν στα φύλλα εργασίας του ελέγχου όλες τις σημαντικές απειλές κατά της ανεξαρτησίας τους, καθώς και τις διασφαλίσεις που εφαρμόστηκαν προς περιορισμό των απειλών.

(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο υιοθετεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις αποφάσεις που εκάστοτε εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22, παράγραφος 4, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, και με τις οποίες η Επιτροπή ορίζει μέτρα εφαρμογής βασιζόμενα σε αρχές σχετικά με:

(α) τις απειλές και τις διασφαλίσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2), (3) και (4).

(β) τις καταστάσεις, στις οποίες η σοβαρότητα των απειλών όπως αναφέρεται στα εδάφια (2), (3) και (4) είναι τέτοια που τίθεται σε κίνδυνο η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(γ) τις περιπτώσεις αυτοελέγχου και ιδίου συμφέροντος που αναφέρονται στο εδάφιο (3), στις οποίες η διενέργεια υποχρεωτικών ελέγχων επιτρέπεται ή δεν επιτρέπεται.

Εμπιστευτικότητα και επαγγελματικό απόρρητο

29.-(1) Όλες οι πληροφορίες και όλα τα έγγραφα στα οποία ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο έχει πρόσβαση κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου προστατεύονται από επαρκείς κανόνες εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου, οι οποίοι εκδίδονται από την αρμόδια αρχή.

(2) Σε περίπτωση όπου ένας νόμιμος ελεγκτής ή ένα νόμιμο ελεγκτικό γραφείο αντικαθίσταται από άλλο νόμιμο ελεγκτή ή άλλο νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ο προηγούμενος ελεγκτής ή το προηγούμενο νόμιμο ελεγκτικό γραφείο παρέχει στον αντικαταστάτη του πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την ελεγχόμενη οντότητα.

(3) Νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που έχει πάψει να συμμετέχει σε συγκεκριμένο έλεγχο που του έχει ανατεθεί και κάθε πρώην νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο συνεχίζει να υπόκειται στις διατάξεις του εδαφίου (1) όσον αφορά τον εν λόγω έλεγχο που του έχει ανατεθεί.

Απαγόρευση των παρεμβάσεων στον έλεγχο που διενεργούν οι νόμιμοι ελεγκτές

30. Οι ιδιοκτήτες ή οι μέτοχοι νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή της συνδεδεμένης επιχείρησης δεν επιτρέπεται να παρεμβαίνουν στη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου κατά τρόπο δυνάμενο να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα του νόμιμου ελεγκτή που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

Αμοιβή νόμιμων ελεγκτών

31. Η αμοιβή των νόμιμων ελεγκτών δεν δύναται:

(α) να επηρεάζεται ή να προσδιορίζεται από την παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών στην ελεγχόμενη οντότητα.

(β) να βασίζεται στην πραγματοποίηση οποιασδήποτε μορφής μελλοντικών γεγονότων.

ΜΕΡΟΣ VΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ
Πρότυπα ελέγχου

32.-(1) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου, τα οποία υιοθετεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή:

Νοείται ότι, μέχρις ότου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υιοθετήσει Διεθνές Πρότυπο Ελέγχου με το ίδιο αντικείμενο, οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία δύνανται να εφαρμόζουν το πρότυπο ελέγχου που εφάρμοζαν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου:

Νοείται, περαιτέρω, ότι σε περίπτωση υιοθέτησης Διεθνών Προτύπων Ελέγχου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Υπουργικό Συμβούλιο υιοθετεί τα Πρότυπα αυτά με απόφασή του που εκδίδεται τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5.

(2) Παρά τις πρόνοιες Διεθνών Προτύπων Ελέγχου που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε υιοθετήσει, το Υπουργικό Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας, δύναται, το αργότερο μέχρι τις 29 Ιουνίου 2010, να επιβάλλει διαδικασίες ελέγχου ή απαιτήσεις, επιπρόσθετες εκείνων που επιβάλλουν τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου, εφόσον αυτές-

(α) απορρέουν από νομικές απαιτήσεις της Δημοκρατίας σχετιζόμενες με το εύρος του υποχρεωτικού ελέγχου∙

(β) συμβάλλουν σε υψηλό βαθμό αξιοπιστίας και ποιότητας στους ετήσιους λογαριασμούς σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

(i) οι ετήσιοι λογαριασμοί πρέπει να δίδουν την αληθινή και δίκαιη εικόνα του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής θέσης και των αποτελεσμάτων χρήσεως της εταιρείας.

(ii) οι ενοποιημένοι λογαριασμοί πρέπει να δίδουν αληθινή και δίκαιη εικόνα του ενεργητικού, του παθητικού, της οικονομικής θέσης, καθώς και των αποτελεσμάτων του συνόλου των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση∙

(γ) προάγουν το ευρωπαϊκό δημόσιο συμφέρον.

(3) Οι συμπληρωματικές διαδικασίες ελέγχου ή απαιτήσεις γνωστοποιούνται από το Υπουργικό Συμβούλιο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη πριν από την έγκρισή τους.

(4)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας, δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να αποσύρει και να επιτρέψει όπως μη εφαρμοστεί στη Δημοκρατία μέρος των Διεθνών Προτύπων Ελέγχου που ήθελε εκάστοτε υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

(β) Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο (α), το Υπουργικό Συμβούλιο κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη τις συγκεκριμένες εσωτερικές νομικές απαιτήσεις της Δημοκρατίας, καθώς και τους λόγους διατήρησης των εν λόγω απαιτήσεων, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την έγκρισή τους ή σε περίπτωση απαιτήσεων οι οποίες υπάρχουν ήδη κατά τη θέσπιση Διεθνούς Προτύπου Ελέγχου, η κοινοποίηση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη, γίνεται εντός τριών μηνών από τη θέσπιση του σχετικού Διεθνούς Προτύπου Ελέγχου.

Υποχρεωτικός έλεγχος ενοποιημένων λογαριασμών

33. Κατά τον υποχρεωτικό έλεγχο των ενοποιημένων λογαριασμών συγκροτήματος επιχειρήσεων ισχύουν τα ακόλουθα:

(α) Ο ελεγκτής του συγκροτήματος ευθύνεται πλήρως για την έκθεση ελέγχου όσον αφορά τους ενοποιημένους λογαριασμούς.

(β) Ο ελεγκτής του συγκροτήματος επιβλέπει και διατηρεί αποδεικτικά έγγραφα για την εκ μέρους του επίβλεψη του ελέγχου που διενήργησε ο ελεγκτής τρίτης χώρας ή ο νόμιμος ελεγκτής ή η ελεγκτική οντότητα τρίτης χώρας ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο για τους σκοπούς του ελέγχου του συγκροτήματος. Τα αποδεικτικά έγγραφα που διατηρεί ο ελεγκτής του συγκροτήματος είναι τέτοια που επιτρέπουν στην αρμόδια αρχή να ελέγχει καταλλήλως το έργο του.

(γ) Σε περίπτωση που οντότητα που ανήκει σε συγκρότημα επιχειρήσεων ελέγχεται από ελεγκτή τρίτης χώρας ή ελεγκτική οντότητα τρίτης χώρας η οποία δεν έχει συνάψει συμφωνία συνεργασίας όπως αναφέρεται στο άρθρο 54, ο ελεγκτής του συγκροτήματος είναι υπεύθυνος να διασφαλίσει, εφόσον του ζητηθεί, την κατάλληλη παράδοση στις αρχές δημόσιας εποπτείας των αποδεικτικών εγγράφων του ελεγκτικού έργου που διενεργήθηκε από τον ελεγκτή τρίτης χώρας ή το ελεγκτικό γραφείο περιλαμβανομένων των φύλλων εργασίας που είναι απαραίτητα για τον έλεγχο του συγκροτήματος. Ο ελεγκτής του συγκροτήματος για να διασφαλίσει την παράδοση αυτή διατηρεί αντίγραφο των εγγράφων αυτών ή, εναλλακτικά, συμφωνεί με τον ελεγκτή τρίτης χώρας ή το ελεγκτικό γραφείο, ότι έχει δικαίωμα απεριόριστης πρόσβασης κατόπιν αιτήσεως ή λήψεως οποιουδήποτε άλλου ενδεδειγμένου μέτρου. Αν νομικά ή άλλα κωλύματα παρεμποδίζουν τη διαβίβαση των φύλλων εργασίας ελέγχου από μια τρίτη χώρα στον ελεγκτή του συγκροτήματος, τα αποδεικτικά έγγραφα που διατηρεί ο ελεγκτής του συγκροτήματος περιλαμβάνουν απόδειξη ότι προέβη σε κατάλληλες ενέργειες προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση στα αποδεικτικά έγγραφα του ελέγχου και, σε περίπτωση κωλυμάτων πέραν εκείνων της νομοθεσίας της χώρας, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα κωλύματα αυτά.

Έκθεση ελέγχου

34.-(1)(α) Οι ελεγκτές που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο καταρτίζουν έκθεση ελέγχου απευθυνόμενη στα μέλη της ελεγχόμενης οντότητας, για όλες τις οικονομικές καταστάσεις που ελέγχθηκαν από αυτούς κατά τη διάρκεια του χρόνου που κατέχουν τη θέση τους.

(β) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «ελεγκτής» σημαίνει νόμιμο ελεγκτή και νόμιμο ελεγκτικό γραφείο.

(2) Η έκθεση ελέγχου των ελεγκτών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Κατά πόσο οι ελεγκτές εξασφάλισαν όλες τις πληροφορίες και επεξηγήσεις που από όσα καλύτερα γνωρίζουν και πιστεύουν ήταν αναγκαίες για τους σκοπούς του ελέγχου που τους ανατέθηκε να διενεργήσουν.

(β) κατά πόσο, κατά την γνώμη των ελεγκτών, τηρήθηκαν κατάλληλα βιβλία από την ελεγχόμενη οντότητα, στην έκταση που φαίνεται από την εξέταση από αυτούς εκείνων των βιβλίων, και λήφθηκαν από αυτούς οι κατάλληλες εκθέσεις ελέγχου ικανοποιητικές για τους σκοπούς του ελέγχου τους από παραρτήματα της οντότητας που δεν επισκέφτηκαν οι ίδιοι.

(γ)(i) εισαγωγή στην οποία προσδιορίζονται τουλάχιστον οι οικονομικές καταστάσεις που αποτελούν αντικείμενο του υποχρεωτικού ελέγχου, καθώς και το συγκεκριμένο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης που εφαρμόστηκε κατά την κατάρτισή τους,

(ii) περιγραφή του πεδίου του υποχρεωτικού ελέγχου, στην οποία αναφέρονται τουλάχιστον τα πρότυπα ελέγχου, βάσει των οποίων διενεργήθηκε ο υποχρεωτικός έλεγχος,

(iii) ελεγκτική γνώμη, η οποία διατυπώνεται ως γνώμη χωρίς επιφύλαξη, γνώμη με επιφύλαξη ή αντίθετη γνώμη και στην οποία οι νόμιμοι ελεγκτές διατυπώνουν με σαφήνεια τη γνώμη τους για το κατά πόσο οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις παρέχουν αληθινή και δίκαιη εικόνα σύμφωνα με το αντίστοιχο πλαίσιο χρηματοοικονομικής πληροφόρησης και, κατά περίπτωση, εάν οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις συνάδουν με τις νομικές απαιτήσεις:

Νοείται ότι εάν ο νόμιμος ελεγκτής αδυνατεί να εκφέρει ελεγκτική γνώμη, στην έκθεση περιλαμβάνεται άρνηση γνώμης,

(iv) αναφορά σε θέματα στα οποία οι νόμιμοι ελεγκτές επιθυμούν να επιστήσουν την προσοχή χωρίς να διατυπώσουν επιφυλάξεις στην ελεγκτική γνώμη,

(v) κατά πόσο οι οικονομικές καταστάσεις που πραγματεύονται οι νόμιμοι ελεγκτές στην έκθεση ελέγχου είναι σύμφωνες με τα λογιστικά βιβλία και εκθέσεις, και

(vi) κατά πόσο, κατά τη γνώμη των ελεγκτών και από όσα καλύτερα έχουν πληροφορηθεί και σύμφωνα με τις εξηγήσεις που τους δόθηκαν, οι οικονομικές καταστάσεις παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες από τον περί Εταιρειών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, με τον απαιτούμενο τρόπο.

(δ) σε σχέση με την έκθεση διαχείρισης, οι ελεγκτές:

(i) Διατυπώνουν γνώμη σχετικά με το αν η έκθεση διαχείρισης συνάδει με τις οικονομικές καταστάσεις του ιδίου οικονομικού έτους και αν έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες νομικές απαιτήσεις, και

(ii) δηλώνουν αν, σύμφωνα με τη γνώμη και την κατανόηση της επιχείρησης και του περιβάλλοντός της που αποκτήθηκαν κατά τον έλεγχο, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο έχει εντοπίσει ουσιώδεις ανακρίβειες στην έκθεση διαχείρισης και δίνουν ενδείξεις σχετικά με τη φύση των ανακριβειών αυτών.

(ε) στην περίπτωση μητρικής επιχείρησης που υποβάλλει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, κατά πόσο, κατά τη γνώμη των ελεγκτών, οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις ετοιμάστηκαν κατάλληλα, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, ώστε να παρέχουν μια αληθινή και δίκαιη εικόνα της κατάστασης των περιουσιακών στοιχείων και του κέρδους ή της ζημιάς της μητρικής επιχείρησης και των θυγατρικών της επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται σε αυτές, στην έκταση που ενδιαφέρει μέλη της μητρικής επιχείρησης.

(3) [Διαγράφηκε].

(4)(α) Η έκθεση ελέγχου φέρει ημερομηνία και την υπογραφή των νόμιμων ελεγκτών.

(β)  Αν ο υποχρεωτικός έλεγχος διενεργείται από νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, η έκθεση ελέγχου υπογράφεται από το νόμιμο ελεγκτή ή τους νόμιμους ελεγκτές που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου

(5) Η έκθεση των ελεγκτών διαβάζεται ενώπιον της ελεγχόμενης οντότητας σε γενική συνέλευση, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά από τη γενική συνέλευση, και η έκθεση είναι ανοικτή για επιθεώρηση από οποιοδήποτε μέλος.

(6) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται με απόφασή της, να ορίσει τις περιπτώσεις όπου η υπογραφή του ελεγκτή που διενήργησε τον έλεγχο δυνάμει του εδαφίου (1) δεν απαιτείται να γνωστοποιηθεί στο κοινό, αν η εν λόγω γνωστοποίηση ενδέχεται να προκαλέσει άμεση και σημαντική απειλή για την προσωπική ασφάλεια οποιουδήποτε προσώπου:

Νοείται ότι, παρά τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου, το όνομα κάθε εμπλεκόμενου προσώπου γνωστοποιείται σε κάθε περίπτωση στην Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας.

(7) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με βάση το άρθρο 5, να εφαρμόσει απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με την οποία αυτή υιοθετεί κοινό πρότυπο για τις εκθέσεις ελέγχου των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών που καταρτίστηκαν σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.

(8)(α) Η έκθεση ελέγχου για τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των εδαφίων (2) και (4).

(β) Όταν υποβάλλουν την έκθεσή τους για τη συνοχή της έκθεσης διαχείρισης και τις οικονομικές καταστάσεις, ως απαιτείται από τις υποπαράγραφους (i) και (ii) της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2), ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο εξετάζουν τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και την ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης.

(γ) Σε περίπτωση που οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της μητρικής επιχείρησης επισυνάπτονται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, οι εκθέσεις ελέγχου που απαιτούνται βάσει του παρόντος άρθρου μπορούν να συνδυάζονται μεταξύ τους.

 

Δικαίωμα νόμιμων ελεγκτών για πρόσβαση σε πληροφορίες και συμμετοχή σε συνελεύσεις

35.-(1) Κάθε νόμιμος ελεγκτής έχει το δικαίωμα πρόσβασης πάντοτε στα βιβλία και στους λογαριασμούς και στα εντάλματα δαπανών της ελεγχόμενης οντότητας και δικαιούται να ζητήσει από τους αξιωματούχους της ελεγχόμενης οντότητας τέτοιες πληροφορίες και εξηγήσεις, όπως κρίνει αναγκαίο για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

(2) Οι νόμιμοι ελεγκτές δικαιούνται να παρίστανται σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση της ελεγχόμενης οντότητας και να λαμβάνουν όλες τις ειδοποιήσεις και άλλες κοινοποιήσεις σχετικά με οποιαδήποτε γενική συνέλευση, τις οποίες οποιοδήποτε μέλος δικαιούται να λαμβάνει και να ακούγονται σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση αναφορικά με οποιοδήποτε μέρος των εργασιών της συνέλευσης, το οποίο τους ενδιαφέρει ως νόμιμους ελεγκτές.

ΜΕΡΟΣ VIΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ
Συστήματα διασφάλισης ποιότητας

36.-(1) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας διασφαλίζει την εφαρμογή για κάθε νόμιμο ελεγκτή και κάθε νόμιμο ελεγκτικό γραφείο συστήματος διασφάλισης ποιότητας που πληροί τουλάχιστον τα ακόλουθα κριτήρια:

(α) το σύστημα είναι οργανωμένο ώστε να είναι ανεξάρτητο από τους εξεταζόμενους νόμιμους ελεγκτές και νόμιμα ελεγκτικά γραφεία και υπόκειται στη δημόσια εποπτεία, όπως προβλέπεται στο Μέρος ΙΧ.

(β) η χρηματοδότηση του συστήματος είναι εξασφαλισμένη και ελεύθερη από οποιοδήποτε ενδεχόμενο αθέμιτο επηρεασμό από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο.

(γ) το σύστημα διαθέτει επαρκείς πόρους.

(δ) τα πρόσωπα που είναι επιφορτισμένα με τους ελέγχους διασφάλισης ποιότητας έχουν κατάλληλη επαγγελματική εκπαίδευση και πείρα στον τομέα του υποχρεωτικού ελέγχου και της χρηματοοικονομικής πληροφόρησης συνδυασμένη με ειδική κατάρτιση στον τομέα του ελέγχου διασφάλισης ποιότητας.

(ε) η επιλογή των προσώπων στα οποία θα ανατεθεί συγκεκριμένη αποστολή ελέγχου διασφάλισης ποιότητας γίνεται με αντικειμενική διαδικασία που αποβλέπει στην αποφυγή κάθε σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ των προσώπων αυτών και του εξεταζόμενου νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(στ) η έκταση του ελέγχου διασφάλισης ποιότητας βασίζεται σε επαρκή έλεγχο επιλεγμένων φακέλων ελέγχου και περιλαμβάνει εκτίμηση της συμμόρφωσης με τα εφαρμοστέα πρότυπα ελέγχου και τις απαιτήσεις ανεξαρτησίας, της ποσότητας και της ποιότητας των δαπανηθέντων πόρων, των αμοιβών που καταβλήθηκαν και του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης ποιότητας του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(ζ) για τον έλεγχο διασφάλισης ποιότητας συντάσσεται έκθεση με τα κυριότερα συμπεράσματα του ελέγχου.

(η) ο έλεγχος διασφάλισης ποιότητας διενεργείται τουλάχιστον κάθε έξι χρόνια.

(θ) τα συνολικά αποτελέσματα του συστήματος διασφάλισης ποιότητας δημοσιεύονται κάθε χρόνο.

(ι) ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο εφαρμόζουν εντός εύλογου χρονικού διαστήματος τις συστάσεις που γίνονται κατά τον έλεγχο ποιότητας.

(2) Σε περίπτωση μη εφαρμογής των αναφερόμενων στην παράγραφο (ι) του εδαφίου (1) συστάσεων, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο διαπράττουν πειθαρχικό παράπτωμα και υπόκεινται σε πειθαρχικά μέτρα ή κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με τον πειθαρχικό κώδικα αναγνωρισμένου σώματος λογιστών και τις διατάξεις του άρθρου 37.

(3) Για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να θεσπίσει μέτρα, υιοθετώντας, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκάστοτε εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 29 της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ.

ΜΕΡΟΣ VIII ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Συστήματα διερεύνησης και κυρώσεων

37.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας, εκδίδει κανονισμούς σύμφωνα με το άρθρο 58 για τη θέσπιση συστήματος αποτελεσματικής διερεύνησης και κυρώσεων για τον εντοπισμό, τη διόρθωση και την πρόληψη ανεπαρκούς εκτέλεσης του υποχρεωτικού ελέγχου.

(2) Άνευ επηρεασμού της αστικής ευθύνης των νόμιμων ελεγκτών και των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων για μη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οι κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (1) προβλέπουν για την επιβολή αποτελεσματικών, αποτρεπτικών και ανάλογων κυρώσεων.

(3) Οι εκδιδόμενοι δυνάμει του εδαφίου (1) κανονισμοί, προβλέπουν για τον τρόπο με τον οποίο τα μέτρα που λαμβάνονται και οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε κάθε νόμιμο ελεγκτή και σε κάθε νόμιμο ελεγκτικό γραφείο δημοσιοποιούνται.

(4) Σε περίπτωση ανάκλησης άδειας κατ’ εφαρμογήν των εκδιδόμενων δυνάμει του εδαφίου (1) κανονισμών, τηρούνται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 20.

ΜΕΡΟΣ IΧ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΉ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ
Υποχρέωση δημόσιας εποπτείας

38. Όλοι οι νόμιμοι ελεγκτές και όλα τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία υπόκεινται σε δημόσια εποπτεία, η οποία ασκείται από την Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας, η οποία συγκροτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39.

Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας

39.-(1) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας απαρτίζεται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τρία μέλη, οι οποίοι είναι κατά πλειοψηφία μη επαγγελματίες, εγνωσμένου κύρους και ήθους και γνωρίζουν καλά τα θέματα που σχετίζονται με τον υποχρεωτικό έλεγχο.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), «μη επαγγελματίας» σημαίνει φυσικό πρόσωπο, το οποίο, τουλάχιστον τρία έτη πριν από το διορισμό του ως Προέδρου ή μέλους της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας, δεν διενήργησε υποχρεωτικούς ελέγχους, δεν είχε δικαιώματα ψήφου σε ελεγκτικό γραφείο, δεν υπήρξε μέλος του διοικητικού ή διαχειριστικού οργάνου ελεγκτικού γραφείου και δεν απασχολήθηκε ούτε συνδέθηκε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο με ελεγκτικό γραφείο.

(3) Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας είναι ο εκάστοτε Γενικός Λογιστής της Δημοκρατίας και ο εκάστοτε Βοηθός Γενικός Λογιστής της Δημοκρατίας, αντίστοιχα.  Τα τρία μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας επιλέγονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(4) Η διάρκεια της θητείας της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας είναι πενταετής και δύναται να ανανεωθεί μόνο μια φορά, εκτός στην περίπτωση του Γενικού Λογιστή και του Βοηθού Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας, για τους οποίους δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός.

(5) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας εκδίδει εσωτερικούς κανονισμούς προς ρύθμιση κάθε ζητήματος που έχει σχέση ή συμβάλλει στην ομαλή λειτουργία της για επίτευξη των σκοπών και αρμοδιοτήτων της.

(6)(α) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας έχει τη δική της διοίκηση με επαρκές προσωπικό, σε αριθμούς και δομή, για την εκτέλεση των εποπτικών λειτουργιών της.

(β) Μέχρι να καλυφθούν οι θέσεις που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων της που καθορίζονται στο εδάφιο (7), η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας λειτουργεί και ασκεί τις αρμοδιότητές της με προσωπικό που διατίθεται σε αυτήν με απόσπαση από υπηρεσίες του δημοσίου ή από φορείς του δημόσιου τομέα.

(γ) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας χρηματοδοτείται επαρκώς με χορηγία από τον κρατικό προϋπολογισμό.

(7) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας έχει την τελική ευθύνη για την εποπτεία:

(α) της έγκρισης και εγγραφής στο Μητρώο των νόμιμων ελεγκτών και των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων.

(β) της υιοθέτησης προτύπων επαγγελματικής δεοντολογίας και εσωτερικού ελέγχου ποιότητας των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων καθώς και ελεγκτικών προτύπων. και

(γ) της συνεχούς εκπαίδευσης, της διασφάλισης ποιότητας και των συστημάτων διερεύνησης και κυρώσεων.

(8) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, να απαιτεί την υποβολή στοιχείων και να διεξάγει έρευνες στα γραφεία των νόμιμων ελεγκτών και ελεγκτικών γραφείων για σκοπούς διερεύνησης ενδεχόμενης παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς επίσης για σκοπούς εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της αναφορικά με την προβλεπόμενη από τον παρόντα Νόμο συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές άλλης χώρας, και να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

(9) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας εκτελεί τα καθήκοντά της με διαφάνεια και δημοσιεύει ετήσια προγράμματα εργασίας και εκθέσεις δραστηριότητας.

Συνεργασία μεταξύ των συστημάτων δημόσιας εποπτείας σε κοινοτικό επίπεδο

40. H Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας έχει την ευθύνη για διασφάλιση της αποτελεσματικής συνεργασίας όσον αφορά την εποπτική δραστηριότητα στη Δημοκρατία με τις αντίστοιχες αρχές που ασκούν δημόσια εποπτεία σε άλλα κράτη μέλη.

Αμοιβαία αναγνώριση

41.-(1) Για τα θέματα που διέπει ο παρών Νόμος, εφαρμόζονται οι νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και έχουν αρμοδιότητα εποπτείας οι αρχές του κράτους μέλους στο οποίο έλαβε άδεια ο ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο, το οποίο διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ και στο οποίο βρίσκεται το εγγεγραμμένο γραφείο της ελεγχόμενης οντότητας.

(2) Σε περίπτωση υποχρεωτικού ελέγχου ενοποιημένων λογαριασμών που απαιτείται από το δίκαιο της Δημοκρατίας, δεν επιβάλλονται για τους σκοπούς του εν λόγω ελέγχου, συμπληρωματικές απαιτήσεις για την εγγραφή στο Μητρώο, τον έλεγχο διασφάλισης ποιότητας, τα ελεγκτικά πρότυπα, τα πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας και την ανεξαρτησία στο νόμιμο ελεγκτή ή στο νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο θυγατρικής εταιρείας εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος.

(3) Σε περίπτωση εταιρείας που έχει το εγγεγραμμένο της γραφείο σε άλλο κράτος μέλος και της οποίας οι τίτλοι είναι εισηγμένοι για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στη Δημοκρατία, δεν επιβάλλονται, για τους σκοπούς διενέργειας του υποχρεωτικού ελέγχου, συμπληρωματικές απαιτήσεις για –

(α) την εγγραφή στα μητρώα,

(β) τον έλεγχο της διασφάλισης ποιότητας,

(γ) τα πρότυπα ελέγχου,

(δ) τα πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας, και

(ε) την ανεξαρτησία,

στο νόμιμο ελεγκτή ή στο ελεγκτικό γραφείο, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφοι 2 και 3, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων ή των ενοποιημένων λογαριασμών της εταιρείας σε σχέση με τις απαιτήσεις που επιβάλλονται δυνάμει του δικαίου του κράτους μέλους όπου η εταιρεία έχει το εγγεγραμμένο της γραφείο.

Επαγγελματικό απόρρητο και συνεργασία για την ανταλλαγή πληροφοριών

42.-(1) Οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου συνεργάζονται για τα θέματα της αρμοδιότητάς τους με τις αντίστοιχες αρχές των άλλων κρατών μελών σχετικά με τη χορήγηση άδειας σε ελεγκτές, την εγγραφή στα μητρώα, τη διασφάλιση ποιότητας, τον έλεγχο και την πειθαρχία. Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας ανταλλάσσουν πληροφορίες και συνεργάζονται στο πλαίσιο ερευνών που αφορούν τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου με τις αντίστοιχες αρχές των άλλων κρατών μελών.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), η υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου ισχύει για όσους εργάζονται ή έχουν εργαστεί για λογαριασμό αρμόδιας αρχής που αναφέρεται στο εδάφιο (1). Οι πληροφορίες που καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο δεν αποκαλύπτονται σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή αρχή, εκτός αν αυτό απαιτείται από οποιασδήποτε μορφής νομοθετική (κανονιστική ή διοικητική) διάταξη.

(3) Οι διατάξεις του εδαφίου (2) δεν παρεμποδίζουν τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας που αναφέρονται στο εδάφιο (1) να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες με τις αρχές άλλων κρατών μελών. Οι ανταλλασσόμενες κατ’ αυτόν τον τρόπο πληροφορίες καλύπτονται από την υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου στο οποίο υπόκεινται όσοι εργάζονται ή έχουν εργαστεί για τις αρμόδιες αρχές.

(4) Οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας που αναφέρονται στο εδάφιο (1) διαβιβάζουν αμελλητί, κατόπιν αιτήσεως, όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για τους σκοπούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1). Εφόσον απαιτείται, όταν η αρμόδια αρχή παραλάβει αίτηση παροχής πληροφοριών, λαμβάνει αμελλητί όλα τα αναγκαία μέτρα για να συλλέξει τις αιτούμενες πληροφορίες:

Νοείται ότι, οι πληροφορίες που διαβιβάζονται με τον τρόπο αυτό καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο, από το οποίο δεσμεύονται τα πρόσωπα που εργοδοτούνται ή έχουν εργοδοτηθεί από την αρμόδια αρχή που λαμβάνει τις πληροφορίες:

Νοείται, περαιτέρω, ότι, όταν η αρμόδια αρχή δεν δύναται να δώσει πληροφορίες χωρίς υπερβολική καθυστέρηση, ενημερώνει την αιτούσα αρχή σχετικά με τους λόγους.

(5) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (4), η αρμόδια αρχή δύναται να αρνηθεί να ανταποκριθεί σε αίτημα παροχής πληροφοριών αν:

(α) η παροχή των πληροφοριών ενδέχεται να προσβάλει την κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας. ή

(β) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τα ίδια πραγματικά περιστατικά και κατά των ίδιων νόμιμων ελεγκτών ή νόμιμων ελεγκτικών γραφείων ενώπιον των δικαστηρίων της Δημοκρατίας. ή

(γ) έχει ήδη εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση εναντίον των ίδιων νόμιμων ελεγκτών ή νόμιμων ελεγκτικών γραφείων για τα ίδια πραγματικά περιστατικά από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας:

Νοείται ότι, άνευ επηρεασμού των υποχρεώσεων, στις οποίες οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία υπόκεινται σε δικαστική διαδικασία, αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1), όταν λαμβάνει πληροφορίες δυνάμει του εδαφίου (1), τις χρησιμοποιεί αποκλειστικά για την άσκηση των προβλεπόμενων από τον παρόντα Νόμο καθηκόντων της και εντός του πλαισίου των διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται ειδικά με την άσκηση αυτών των καθηκόντων.

(6) Σε περίπτωση κατά την οποία αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) συμπεραίνει ότι πράξεις αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, το ανακοινώνει και το γνωστοποιεί με το λεπτομερέστερο δυνατό τρόπο στην αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους. Στις περιπτώσεις που αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) είναι παραλήπτης τέτοιας γνωστοποίησης, αυτή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα και ενημερώνει την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους που είχε προβεί στην προς αυτήν γνωστοποίηση για τα αποτελέσματα των μέτρων που έλαβε και, στο μέτρο του δυνατού, για τις κυριότερες ενδιάμεσες εξελίξεις.

(7) Οποιαδήποτε αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να ζητήσει τη διενέργεια έρευνας, από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, στο έδαφος του τελευταίου.

(8) Η αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας που ζητά τη διενέργεια έρευνας όπως αναφέρεται στο εδάφιο (7) δύναται, επίσης, να ζητήσει να επιτραπεί σε μέλη του προσωπικού της να συνοδεύσουν το προσωπικό της αρμόδιας αρχής του άλλου κράτους μέλους κατά τη διενέργεια της έρευνας.

(9)(α) Η έρευνα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) υπόκειται στον πλήρη έλεγχο του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου διενεργείται.

(β) Οι διατάξεις του παρόντος εδαφίου εφαρμόζονται και στην περίπτωση που η έρευνα θα διεξαχθεί εντός του εδάφους της Δημοκρατίας.

(γ) Αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να αρνηθεί να διενεργήσει έρευνα που ζητείται από άλλη αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους ή να μην επιτρέψει στο προσωπικό της εν λόγω αρχής να συνοδεύσει το δικό της προσωπικό κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (8), στις περιπτώσεις όπου:

(i) η έρευνα ενδέχεται να προσβάλει την κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας.

(ii) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τα ίδια πραγματικά περιστατικά και κατά των ίδιων προσώπων ενώπιον δικαστηρίων της Δημοκρατίας.

(iii) έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση εναντίον των προσώπων αυτών από τις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας.

(10) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβεί στη λήψη εκτελεστικών μέτρων, υιοθετώντας, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις αποφάσεις που εκάστοτε εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 36, παράγραφος 7 της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ.

ΜΕΡΟΣ Χ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΥΣΗ ΕΛΕΓΚΤΩΝ
Διορισμός νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου

43.-(1) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 19 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο διορίζονται από τη γενική συνέλευση των μετόχων ή μελών της ελεγχόμενης οντότητας ή, σε περίπτωση που η ελεγχόμενη οντότητα είναι συνεταιρισμός, από την πλειοψηφία των ομμόρυθμων συνεταίρων, ή σε περίπτωση που η ελεγχόμενη οντότητα είναι οντότητα που δεν διαθέτει μετόχους ή μέλη, από την πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή τέτοιου άλλου οργάνου, όπως προβλέπεται στο νόμο που διέπει τη σύσταση της ελεγχόμενης οντότητας.

(2) Ο Υπουργός, με απόφασή του, δύναται να επιτρέπει εναλλακτικά συστήματα ή όρους για το διορισμό του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, νοουμένου ότι τα εν λόγω συστήματα ή οι όροι αποσκοπούν στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου από τα εκτελεστικά μέλη του διοικητικού οργάνου ή από το διαχειριστικό όργανο της ελεγχόμενης οντότητας.

(3) Κανένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται πιο κάτω δεν δύναται να διοριστεί ως νόμιμος ελεγκτής:

(α) Αξιωματούχος, μέτοχος ή υπάλληλος της ελεγχόμενης οντότητας.

(β) πρόσωπο το οποίο υπήρξε αξιωματούχος ή υπάλληλος της ελεγχόμενης οντότητας κατά τη διάρκεια περιόδου σε σχέση με την οποία οι λογαριασμοί της εν λόγω οντότητας θα ετύγχαναν ελέγχου από το εν λόγω πρόσωπο, αν διοριζόταν ως ελεγκτής της ελεγχόμενης οντότητας.

(γ) γονέας, σύζυγος, αδελφός, αδελφή ή τέκνο αξιωματούχου της ελεγχόμενης οντότητας.

(δ) συνέταιρος ή εργοδοτούμενος αξιωματούχου ή υπαλλήλου της ελεγχόμενης οντότητας.

(ε) πρόσωπο το οποίο δεν δύναται δυνάμει του παρόντος εδαφίου να διοριστεί ως ελεγκτής θυγατρικής ή μητρικής επιχείρησης της ελεγχόμενης οντότητας ή θυγατρικής της μητρικής επιχείρησης της εν λόγω οντότητας.

(4) Πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000).

Παύση και παραίτηση νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου

44.-(1) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία μπορούν να παυθούν από το υπεύθυνο για το διορισμό τους όργανο μόνο για βάσιμους λόγους:

Νοείται ότι, η διάσταση απόψεων σχετικά με λογιστικούς χειρισμούς ή με ελεγκτικές διαδικασίες δεν αποτελεί βάσιμο λόγο για παύση.

(2) Η ελεγχόμενη οντότητα, καθώς επίσης και ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ανάλογα με την περίπτωση, έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν την Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας σχετικά με την παύση ή την παραίτηση του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου κατά τη διάρκεια της θητείας τους, παρέχοντας επαρκείς εξηγήσεις για τους λόγους της παύσης ή παραίτησης.

ΜΕΡΟΣ ΧΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ
Αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Μέρους

45. Αρμόδιες αρχές, σε σχέση με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Μέρους που αφορά:

(α) την υποχρέωση για σύσταση Επιτροπής Ελέγχου ή οποιεσδήποτε άλλες υποχρεώσεις της οντότητας δημοσίου συμφέροντος και ενδεχόμενες εξαιρέσεις από τις υποχρεώσεις αυτές, και

(β) τον καθορισμό του τρόπου εφαρμογής συγκεκριμένης διάταξης σε ό,τι αφορά την οντότητα δημοσίου συμφέροντος σε περίπτωση παραχώρησης εξαιρέσεων, είναι οι ακόλουθες:

(i) η Κεντρική Τράπεζα, για τις τράπεζες και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που δεν είναι συνεργατικές εταιρείες∙

(ii) ο Έφορος Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών για τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα και τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι συνεργατικές εταιρείες∙

(iii) ο Έφορος Ασφαλίσεων, για τις ασφαλιστικές εταιρείες∙

(iv) η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, για τις οντότητες που διέπονται από το δίκαιο της Δημοκρατίας και των οποίων οι μεταβιβάσιμοι τίτλοι είναι εισηγμένοι προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά∙ και

(v) το Υπουργικό Συμβούλιο, για οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή για οποιαδήποτε άλλη οντότητα την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε ορίσει ως οντότητα δημοσίου συμφέροντος.

Επιτροπή Ελέγχου οντότητας δημοσίου συμφέροντος

46.-(1) Κάθε οντότητα δημοσίου συμφέροντος συστήνει Επιτροπή Ελέγχου.

(2)(α) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) Επιτροπή Ελέγχου αποτελείται από τουλάχιστο δύο μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού οργάνου της ελεγχόμενης οντότητας, με όρους εντολής οι οποίοι καθορίζουν σαφώς τις εξουσίες και τα καθήκοντά της, περιλαμβανομένων τουλάχιστο των εξουσιών και καθηκόντων που αναφέρονται στο εδάφιο (4).

(β) Σχετικά με μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, επιτρέπεται η εκτέλεση των καθηκόντων της Επιτροπής Ελέγχου από το διοικητικό όργανο ως σύνολο, νοουμένου ότι, όταν ο πρόεδρος του οργάνου αυτού είναι εκτελεστικό μέλος, αυτός δεν προΐσταται της Επιτροπής Ελέγχου.

(3) Ένα τουλάχιστο μέλος της Επιτροπής Ελέγχου είναι ανεξάρτητο και έχει επάρκεια γνώσεων σε λογιστικά ή ελεγκτικά θέματα:

(4) Άνευ επηρεασμού της ευθύνης των μελών του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού συμβουλίου ή άλλων μελών που έχουν διοριστεί από τη γενική συνέλευση των μετόχων της ελεγχόμενης οντότητας, η Επιτροπή Ελέγχου οφείλει, μεταξύ άλλων:

(α) να παρακολουθεί τη διαδικασία χρηματοοικονομικής πληροφόρησης.

(β) να παρακολουθεί την αποτελεσματικότητα των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου και, όπου αυτό εφαρμόζεται, των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων.

(γ) να επιβλέπει τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών.

(δ) να ελέγχει και να παρακολουθεί την ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, και ειδικότερα την παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών στην ελεγχόμενη οντότητα.

(5) Η πρόταση της διοικούσας επιτροπής ή του εποπτικού συμβουλίου οντότητας δημοσίου συμφέροντος για το διορισμό νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου πρέπει να βασίζεται σε σύσταση που γίνεται από την Επιτροπή Ελέγχου.

(6) Ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή Ελέγχου σχετικά με βασικά ζητήματα, τα οποία ανακύπτουν κατά τον υποχρεωτικό έλεγχο και ειδικότερα σχετικά με κάθε ουσιαστική αδυναμία του εσωτερικού ελέγχου σχετιζόμενη με τη διαδικασία χρηματοοικονομικής πληροφόρησης.

(7) Οι αρμόδιες αρχές όπως αναφέρονται στο άρθρο 45 δύνανται, με απόφασή τους, να επιτρέψουν τη μη εφαρμογή των εδαφίων (1) έως (6), αμφοτέρων περιλαμβανομένων, για οποιαδήποτε οντότητα δημοσίου συμφέροντος που έχει όργανο ισοδύναμο με την Επιτροπή Ελέγχου, το οποίο έχει συσταθεί και λειτουργεί σύμφωνα με άλλο νόμο. Σε τέτοια περίπτωση, η οντότητα αποκαλύπτει ποιο όργανο εκτελεί αυτές τις λειτουργίες και ποια είναι η σύνθεσή του.

(8) Οι αρμόδιες αρχές όπως αναφέρονται στο άρθρο 45 δύνανται να εξαιρούν από την υποχρέωση σύστασης Επιτροπής Ελέγχου:

(α) οποιαδήποτε οντότητα δημοσίου συμφέροντος η οποία είναι θυγατρική επιχείρηση, αν η οντότητα αυτή πληροί τις προϋποθέσεις των εδαφίων (1) έως (6), αμφοτέρων περιλαμβανομένων, σε επίπεδο συγκροτήματος.

(β) οντότητα δημοσίου συμφέροντος η οποία είναι οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες.

(γ) οντότητα δημοσίου συμφέροντος, αποκλειστικός σκοπός της οποίας είναι οι συλλογικές επενδύσεις κεφαλαίων που προέρχονται από το δημόσιο, η οποία λειτουργεί με βάση την αρχή του καταμερισμού του κινδύνου και δεν επιδιώκει να αποκτήσει νομικό ή διαχειριστικό έλεγχο οποιουδήποτε από τους εκδότες των σχετικών επενδύσεών της, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω οντότητα έχει εξουσιοδοτηθεί και υπόκειται στην εποπτεία της αρμόδιας αρχής και διαθέτει θεματοφύλακα που ασκεί λειτουργίες ισοδύναμες με αυτές που καθορίζει το Κεφάλαιο VΙΙΙ του περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου.

(δ) οντότητα δημοσίου συμφέροντος, αποκλειστικό αντικείμενο της οποίας είναι να ενεργεί ως εκδότης τίτλων εξασφαλισμένων με περιουσιακά στοιχεία. Στις περιπτώσεις αυτές, ο Υπουργός απαιτεί από την οντότητα να εξηγήσει στο κοινό τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι δεν είναι σκόπιμο η εν λόγω οντότητα να διαθέτει Επιτροπή Ελέγχου ή διοικητικό ή εποπτικό όργανο επιφορτισμένο με τις λειτουργίες Επιτροπής Ελέγχου.

(ε) πιστωτικό ίδρυμα του οποίου οι μετοχές δεν έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά οποιουδήποτε κράτους μέλους και το οποίο συστηματικά και κατ΄ επανάληψη, εκδίδει μόνο χρεόγραφα, όταν το συνολικό ονομαστικό ποσό όλων αυτών των χρεογράφων δεν υπερβαίνει τα εκατόν εκατομμύρια ευρώ (€100.000.000) και δεν έχει δημοσιεύσει ενημερωτικά δελτία βάσει της Οδηγίας 2003/71/ΕΚ.

Δυνατότητα εξαίρεσης οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος από ορισμένες απαιτήσεις του παρόντος Μέρους

47. Οι αρμόδιες αρχές όπως αναφέρονται στο άρθρο 45 δύνανται, με απόφασή τους, να εξαιρούν οντότητες δημοσίου συμφέροντος που δεν έχουν εκδώσει μεταβιβάσιμους τίτλους εισηγμένους για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη ή οργανωμένη αγορά και το νόμιμο ελεγκτή τους ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο τους από μια ή περισσότερες από τις απαιτήσεις του Μέρους αυτού.

Έκθεση διαφάνειας

48.-(1) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος δημοσιεύουν στην ιστοσελίδα τους ή καταθέτουν στον Έφορο Εταιρειών εντός τριών μηνών από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους ετήσια έκθεση διαφάνειας στην οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) περιγραφή της νομικής μορφής και του ιδιοκτησιακού καθεστώτος.

(β) αν το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο ανήκει σε δίκτυο, περιγραφή του δικτύου και των νομικών και διαρθρωτικών σχέσεων στο δίκτυο.

(γ) περιγραφή της διοικητικής δομής του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(δ) περιγραφή του εσωτερικού συστήματος διασφάλισης ποιότητας του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου και δήλωση του διοικητικού ή διαχειριστικού οργάνου σχετικά με την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας του.

(ε) ημερομηνία του τελευταίου ελέγχου διασφάλισης ποιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 36 .

(στ) κατάλογο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος, στις οποίες το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο διενήργησε υποχρεωτικό έλεγχο κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος:

Νοείται ότι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται με απόφασή της να εξαιρέσει νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο από την υποχρέωση εφαρμογής της παρούσας παραγράφου στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο προκείμενου να περιοριστεί άμεση και σημαντική απειλή για την προσωπική ασφάλεια οποιουδήποτε προσώπου∙

(ζ) δήλωση σχετικά με τις πρακτικές ανεξαρτησίας που εφαρμόζει το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, η οποία επιβεβαιώνει ότι διενεργήθηκε εσωτερικός έλεγχος ανεξαρτησίας.

(η) δήλωση σχετικά με την πολιτική που ακολουθεί το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο αναφορικά με τη συνεχή εκπαίδευση των νόμιμων ελεγκτών σύμφωνα με το άρθρο 18 .

(θ) χρηματοοικονομικές πληροφορίες που καταδεικνύουν την επιφάνεια του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, όπως ο συνολικός κύκλος εργασιών, κατανεμημένος σε αμοιβές για υποχρεωτικούς ελέγχους ετησίων και ενοποιημένων λογαριασμών και σε αμοιβές για άλλες υπηρεσίες διαβεβαιώσεων, υπηρεσίες φορολογικών συμβουλών και άλλες μη ελεγκτικές υπηρεσίες.

(ι) πληροφορίες σχετικά με τη βάση αμοιβής των εταίρων.

(2) Η έκθεση διαφάνειας υπογράφεται από το νόμιμο ελεγκτή ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ανάλογα με την περίπτωση. Η υπογραφή δύναται να είναι ηλεκτρονική υπογραφή.

Πρόσθετες απαιτήσεις ανεξαρτησίας νομίμων ελεγκτικών γραφείων

49.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 28 και 30, οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο μιας οντότητας δημοσίου συμφέροντος:

(α) επιβεβαιώνουν κάθε χρόνο γραπτώς στην Επιτροπή Ελέγχου την ανεξαρτησία τους έναντι της ελεγχόμενης οντότητας δημοσίου συμφέροντος.

(β) γνωστοποιούν κάθε χρόνο στην Επιτροπή Ελέγχου οποιεσδήποτε συμπληρωματικές υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί στην ελεγχόμενη οντότητα. Και

(γ) εξετάζουν από κοινού με την Επιτροπή Ελέγχου οποιεσδήποτε απειλές στην ανεξαρτησία των νόμιμων ελεγκτών ή των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων και τις διασφαλίσεις που εφαρμόζονται για τον περιορισμό των απειλών αυτών, όπως τεκμηριώνονται από τους νόμιμους ελεγκτές ή τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 28.

(2) Ο κύριος εταίρος ελέγχου (key audit partner) που είναι υπεύθυνος για τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου αντικαθίσταται εκ περιτροπής στα καθήκοντα υποχρεωτικού ελέγχου που ασκεί το αργότερο εντός περιόδου επτά ετών μετά την ημερομηνία διορισμού του και έχει δικαίωμα να συμμετέχει εκ νέου στο λογιστικό έλεγχο της ελεγχόμενης οντότητας ύστερα από περίοδο τουλάχιστον δύο ετών.

(3) Δεν επιτρέπεται στο νόμιμο ελεγκτή ή τον κύριο εταίρο ελέγχου που διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου να αναλάβει διοικητική θέση-κλειδί στην ελεγχόμενη οντότητα πριν από την πάροδο δύο ετών τουλάχιστον από την παραίτησή του ως νομίμου ελεγκτή ή κυρίου εταίρου ελέγχου από τα καθήκοντα υποχρεωτικού ελέγχου.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «κύριος εταίρος ελέγχου» είναι:

(α) ο νόμιμος ελεγκτής που έχει οριστεί από ένα νόμιμο ελεγκτικό γραφείο για συγκεκριμένη ελεγκτική αποστολή ως κυρίως υπεύθυνος για τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου, ή

(β) στην περίπτωση ελέγχου συγκροτήματος, ο νόμιμος ελεγκτής που έχει οριστεί από νόμιμο ελεγκτικό γραφείο ως κυρίως υπεύθυνος για τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου σε επίπεδο συγκροτήματος και ο νόμιμος ελεγκτής που έχει οριστεί ως πρωτίστως υπεύθυνος σε επίπεδο μεγάλων εταιρικών συμμετοχών, ή

(γ) ο νόμιμος ελεγκτής που υπογράφει την έκθεση ελέγχου.

Συχνότητα διενέργειας ελέγχου διασφάλισης ποιότητας

50. Ο έλεγχος διασφάλισης ποιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 36 διενεργείται τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια για τους νόμιμους ελεγκτές ή τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος.

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΠΤΥΧΕΣ
Χορήγηση άδειας σε ελεγκτή τρίτης χώρας

51.-(1) Ο Υπουργός δύναται, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, να χορηγήσει άδεια σε ελεγκτή τρίτης χώρας αν αυτός αποδείξει ότι πληροί απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπουν τα άρθρα 10 έως 18.

(2) Ο Υπουργός, προτού χορηγήσει άδεια νόμιμου ελεγκτή σε ελεγκτή τρίτης χώρας που πληροί τις απαιτήσεις του εδαφίου (1), εφαρμόζει τις απαιτήσεις του άρθρου 19.

(3) Ο Υπουργός δύναται να αναστείλει για συγκεκριμένη περίοδο και με οποιουσδήποτε όρους τυχόν θεωρήσει αναγκαίους την ισχύ οποιασδήποτε άδειας που χορηγήθηκε δυνάμει του εδαφίου (1), αν παύσουν να συντρέχουν οι όροι και προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο.

Εγγραφή στο Μητρώο και εποπτεία ελεγκτών τρίτης χώρας και ελεγκτικών οντοτήτων τρίτης χώρας

52.-(1) Ο Υπουργός κοινοποιεί στον Έφορο Εταιρειών, για εγγραφή στο Μητρώο σύμφωνα με τα άρθρα 21, 22 και 23, όλα τα προβλεπόμενα στοιχεία και τις πληροφορίες αναφορικά με τους ελεγκτές τρίτων χωρών και τις ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών που υποβάλλουν έκθεση ελέγχου σχετικά με ετήσιους ή ενοποιημένους λογαριασμούς εταιρείας συσταθείσας εκτός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της οποίας οι μεταβιβάσιμοι τίτλοι είναι εισηγμένοι για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά της Δημοκρατίας, εκτός αν η εταιρεία έχει εκδώσει αποκλειστικά χρεόγραφα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά κράτους μέλους, η ονομαστική αξία των οποίων ανέρχεται τουλάχιστον σε πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ανά μονάδα ή, σε περίπτωση χρεογράφων εκπεφρασμένων σε άλλο νόμισμα, ισοδύναμο, κατά την ημερομηνία της έκδοσης, σε τουλάχιστον πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000).

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται τα άρθρα 24 και 25.

(3) Οι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο ελεγκτές τρίτων χωρών και οι ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών υπόκεινται στα συστήματα εποπτείας, διασφάλισης ποιότητας και ερευνών και κυρώσεων που λειτουργούν δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(4) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (3), η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται να εξαιρεί εγγεγραμμένους ελεγκτές τρίτων χωρών και ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών από την υπαγωγή τους σε σύστημα διασφάλισης ποιότητας που λειτουργεί στη Δημοκρατία, αν το σύστημα διασφάλισης ποιότητας άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας που έχει εκτιμηθεί ως ισοδύναμο σύμφωνα με το άρθρο 53 έχει ήδη διενεργήσει έλεγχο ποιότητας του ελεγκτή τρίτης χώρας ή της ελεγκτικής οντότητας τρίτης χώρας κατά τη διάρκεια των τριών προηγηθέντων ετών.

(5) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 53, οι εκθέσεις ελέγχου σχετικά με τους ετήσιους ή τους ενοποιημένους λογαριασμούς που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, οι οποίες εκδίδονται από ελεγκτές τρίτων χωρών ή ελεγκτικές οντότητες τρίτων χωρών που δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο, δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα στη Δημοκρατία.

(6) Ο Υπουργός δύναται να εγγράψει στο Μητρώο ελεγκτική οντότητα τρίτης χώρας, μόνο αν:

(α) πληροί απαιτήσεις ισοδύναμες με αυτές που αναφέρονται στα εδάφια (3) του άρθρου 9.

(β) η πλειοψηφία των μελών του διοικητικού ή διαχειριστικού οργάνου της ελεγκτικής οντότητας τρίτης χώρας πληροί απαιτήσεις ισοδύναμες με τις ελάχιστες απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 10 μέχρι 15.

(γ) ο ελεγκτής τρίτης χώρας που διενεργεί τον έλεγχο για λογαριασμό της ελεγκτικής οντότητας τρίτης χώρας πληροί απαιτήσεις ισοδύναμες με τις ελάχιστες απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 10 μέχρι 15.

(δ) οι έλεγχοι των ετήσιων ή ενοποιημένων λογαριασμών του εδαφίου (1) διενεργούνται σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 32 και με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 28, 30 και 31 ή σύμφωνα με ισοδύναμα πρότυπα και απαιτήσεις.

(ε) δημοσιεύει στο δικτυακό της τόπο ετήσια έκθεση διαφάνειας που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 48 ή πληροί ισοδύναμες απαιτήσεις γνωστοποίησης.

(7) Η ισοδυναμία που αναφέρεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (6) αξιολογείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και αποφασίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 45, παράγραφος 6, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ. Σε αναμονή της απόφασης αυτής από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται να αξιολογήσει την ισοδυναμία που αναφέρεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (6) ενόσω η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει λάβει απόφαση. Εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει λάβει απόφαση, ο Υπουργός συμμορφώνεται με αυτήν. Η οποιαδήποτε απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υιοθετείται από το Υπουργικό Συμβούλιο, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5.

Παρέκκλιση σε περίπτωση ισοδυναμίας

53.-(1) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, να μην εφαρμόσει ή να τροποποιήσει τις απαιτήσεις των εδαφίων (1), (3) και (4) του άρθρου 52, μόνο αν οι αναφερόμενοι ελεγκτές τρίτης χώρας ή ελεγκτικής οντότητας τρίτης χώρας υπόκεινται, στην οικεία τρίτη χώρα σε συστήματα δημόσιας εποπτείας, διασφάλισης ποιότητας, ερευνών και κυρώσεων που πληρούν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες των άρθρων 36 έως 39, αμφοτέρων περιλαμβανομένων.

(2) Η ισοδυναμία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αξιολογείται και αποφασίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 46, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται να αξιολογεί την ισοδυναμία του εδαφίου (1) ή να βασίζεται στις αξιολογήσεις που έχουν διενεργήσει άλλα κράτη μέλη σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει λάβει απόφαση. Αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει λάβει απόφαση, η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας συμμορφώνεται με αυτήν. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υιοθετείται από το Υπουργικό Συμβούλιο, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5.

(3) Ο Υπουργός κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή:

(α) τις αξιολογήσεις της για την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) ισοδυναμία, και

(β) τα κύρια στοιχεία της συνεργασίας που έχουν συμφωνηθεί, βάσει του εδαφίου (1), μεταξύ των αρμοδίων αρχών της Δημοκρατίας και των συστημάτων τρίτων χωρών σχετικά με-

(i) τη δημόσια εποπτεία,

(ii) τη διασφάλιση ποιότητας, και

(iii) τις έρευνες και κυρώσεις.

Συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών

54.-(1) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας επιτρέπει τη διαβίβαση στις αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας των φύλλων εργασίας του ελέγχου ή άλλων εγγράφων που βρίσκονται στην κατοχή νόμιμων ελεγκτών ή νόμιμων ελεγκτικών γραφείων στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια υπό τους ακόλουθους όρους:

(α) τα ανωτέρω φύλλα εργασίας του ελέγχου ή τα άλλα έγγραφα αφορούν ελέγχους εταιρειών που έχουν εκδώσει αξίες σε αυτή την τρίτη χώρα ή που μετέχουν σε συγκρότημα που εκδίδει υποχρεωτικούς ενοποιημένους λογαριασμούς σε αυτή την τρίτη χώρα.

(β) η διαβίβαση γίνεται μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας στις αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας, ύστερα από αίτημά τους.

(γ) οι αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας πληρούν τις απαιτήσεις που έχουν αναγνωριστεί ως επαρκείς σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) .

(δ) η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας έχει συμφωνήσει με τις αρχές της τρίτης χώρας για τις διευθετήσεις συνεργασίας επί τη βάση της αμοιβαιότητας.

(ε) η μεταφορά προσωπικών δεδομένων σε τρίτη χώρα διεξάγεται σύμφωνα με το κεφάλαιο IV της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(2) Οι διευθετήσεις συνεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) εξασφαλίζουν ότι:

(α) οι αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας αιτιολογούν το αίτημα διαβίβασης των φύλλων εργασίας του ελέγχου και των άλλων εγγράφων.

(β) τα πρόσωπα που απασχολούνται ή απασχολήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας που έλαβε τις πληροφορίες υπόκεινται σε υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου.

(γ) οι αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα φύλλα εργασίας του ελέγχου και τα άλλα έγγραφα μόνο για την άσκηση καθηκόντων δημόσιας εποπτείας, διασφάλισης ποιότητας και ερευνών που πληρούν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες των άρθρων 36, 37 και 38.

(δ) το αίτημα αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας για διαβίβαση φύλλων εργασίας του ελέγχου ή άλλων εγγράφων που βρίσκονται στην κατοχή νόμιμου ελεγκτή ή νόμιμου ελεγκτικού γραφείου μπορεί να απορριφθεί –

(i) αν η παροχή των φύλλων εργασίας ή άλλων εγγράφων δυνατό να επηρεάσει δυσμενώς την κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή της Δημοκρατίας ως αποδέκτη του αιτήματός της, ή

(ii) αν έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τα ίδια πραγματικά περιστατικά και κατά των ιδίων προσώπων ενώπιον των δικαστηρίων της Δημοκρατίας.

(3) Η επάρκεια που αναφέρεται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) αποφασίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 47, παράγραφος 3, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ. Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας συμμορφώνεται με την απόφαση που εκάστοτε εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το Υπουργικό Συμβούλιο υιοθετεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(4) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του εδαφίου (1), η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται να επιτρέψει στους νόμιμους ελεγκτές εταιρειών και στα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια να διαβιβάσουν τα φύλλα εργασίας του ελέγχου και άλλα έγγραφα απευθείας στις αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας, νοουμένου ότι:

(α) οι έρευνες κινήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας.

(β) η διαβίβαση δεν αντιβαίνει προς τις υποχρεώσεις που υπέχουν οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία ως προς τη διαβίβαση φύλλων εργασίας ελέγχου ή άλλων εγγράφων στις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας.

(γ) υπάρχουν διευθετήσεις συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας οι οποίες παρέχουν στην Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας αμοιβαία και άμεση πρόσβαση στα φύλλα εργασίας του ελέγχου και σε άλλα έγγραφα των ελεγκτικών οντοτήτων της τρίτης χώρας.

(δ) η αιτούσα αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας πληροφορεί εκ των προτέρων την Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας για κάθε αίτημα παροχής πληροφοριών που υποβάλλεται απευθείας εκθέτοντας τους σχετικούς λόγους.

(ε) πληρούνται οι όροι του εδαφίου (2).

(5) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας συμμορφώνεται με τις αποφάσεις που εκάστοτε εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 47, παράγραφος 5, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ και οι οποίες εξειδικεύουν τις εξαιρετικές περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (4). Το Υπουργικό Συμβούλιο υιοθετεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις υπό αναφορά αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(6) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας ανακοινώνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις διευθετήσεις συνεργασίας που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (4).

ΜΕΡΟΣ ΧΙΙΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΥΘΥΝΗΣ
Ευθύνη ελεγκτών και συμφωνίες περιορισμού ευθύνης

55.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «ελεγκτής» σημαίνει κάθε νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, στο οποίο ανατίθεται η διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), το ποσό της ευθύνης του ελεγκτή, αναφορικά με αμέλεια, παραβίαση καθήκοντος ή εμπιστοσύνης κατά τη διεξαγωγή του υποχρεωτικού ελέγχου των λογαριασμών της ελεγχόμενης οντότητας, για τα οποία ο ελεγκτής δυνατό να είναι ένοχος έναντι της εταιρείας, δεν δύναται να υπερβαίνει το συμφωνηθέν ποσό για την αμοιβή του ελεγκτή για το οικονομικό έτος στο οποίο αφορά ο υποχρεωτικός έλεγχος σε σχέση με τον οποίο ο ελεγκτής είναι ένοχος αμέλειας ή παραβίασης καθήκοντος ή εμπιστοσύνης, πολλαπλασιαζόμενο:

(α) επί επτά (7), για οντότητες δημοσίου συμφέροντος∙

(β) επί τρία (3), για άλλες ελεγχόμενες οντότητες.

(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις:

(α) εσκεμμένης παραβίασης των επαγγελματικών καθηκόντων του ελεγκτή∙

(β) αγωγών που ηγέρθηκαν πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(4) Οποιαδήποτε αγωγή για απαίτηση σχετικά με αποζημιώσεις αναφορικά με αμέλεια, παραβίαση καθήκοντος ή εμπιστοσύνης εκ μέρους του ελεγκτή δεν δύναται να καταχωριστεί μετά τη συμπλήρωση τεσσάρων ετών από την ημέρα έκδοσης της έκθεσης του ελεγκτή κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 34.

(5) Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις συμβάσεων για το διορισμό ελεγκτή που συνομολογήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.

ΜΕΡΟΣ XIV ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου

56. Οι αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο για συγκεκριμένη απόφαση, δημοσιεύονται με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία που η εν λόγω απόφαση λαμβάνεται.

Μεταβατικές διατάξεις

57.-(1) Όσοι, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, κατείχαν τα προσόντα για να διοριστούν ως ελεγκτές σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113, δικαιούνται να διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους ως εάν να έχουν εξασφαλίσει άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2)(α) Σώμα λογιστών το οποίο κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου είναι αναγνωρισμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, θεωρείται ότι έχει αναγνωριστεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ασκεί τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 6.

(β) Παρά τις διατάξεις της παραγράφου (α), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να επιβάλει σε σώμα λογιστών που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (α), εύλογους όρους για τη συνέχιση της αναγνώρισης, αν κρίνει ότι αυτοί είναι απαραίτητοι ενόψει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Το Μητρώο Ελεγκτών που τηρείται στο γραφείο του Εφόρου Εταιρειών δυνάμει του άρθρου 155ΣΤ του περί Εταιρειών Νόμου, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου θα θεωρείται με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου ότι τηρείται και λειτουργεί δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, ο Έφορος Εταιρειών οφείλει να μεριμνήσει όπως το εν λόγω Μητρώο αναπροσαρμοστεί το αργότερο μέχρι τις 29 Ιουνίου 2009, για να πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος Νόμου αναφορικά με την τήρηση Μητρώου.

(4) Κανόνες εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου που εφαρμόζονται από σώμα λογιστών αναγνωρισμένο δυνάμει νόμου κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου θα συνεχίσουν να ισχύουν στην έκταση που δεν αντιβαίνουν με ρητή διάταξη του παρόντος Νόμου. Σε τέτοια περίπτωση, το εν λόγω σώμα επιφέρει σε εύλογο χρονικό διάστημα τέτοιες αλλαγές στους κανονισμούς του ώστε να συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(5) Σε περίπτωση που σώμα λογιστών, το οποίο είναι ήδη αναγνωρισμένο κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, έχει εκδώσει κανονισμούς για την αμοιβή των νομίμων ελεγκτών που είναι μέλη του, οι εν λόγω κανονισμοί, αφού εγκριθούν από το Υπουργικό Συμβούλιο, θα θεωρούνται ως να έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου. Σε περίπτωση ρητής αντίθεσης των κανονισμών του αναγνωρισμένου σώματος λογιστών με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οι εν λόγω αντίθετες διατάξεις αναπροσαρμόζονται για να συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

(6) Σε περίπτωση που αναγνωρισμένο σώμα λογιστών έχει μεριμνήσει για την έκδοση και εφαρμογή κανονισμών για την εφαρμογή συστήματος διασφάλισης ποιότητας, καθώς και για τη διερεύνηση και την επιβολή κυρώσεων, οι κανονισμοί αυτοί θα συνεχίσουν να είναι σε ισχύ μέχρις ότου τροποποιηθούν ή καταργηθούν από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Έκδοση κανονισμών

58.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ύστερα από διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), οι κανονισμοί δύνανται να προβλέπουν για όλα ή μερικά από τα ακόλουθα θέματα:

(α) Οποιοδήποτε θέμα σχετιζόμενο με τη διαδικασία υιοθέτησης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει του άρθρου 5.

(β) Οποιοδήποτε θέμα δυνάμενο να ρυθμιστεί με κανονισμό σχετικά με την αναγνώριση σώματος λογιστών, την ακολουθούμενη διαδικασία και την αφαίρεση της αναγνώρισης που αναφέρονται στα άρθρα 6, 7 και 8.

(γ) Τη διαδικασία χορήγησης άδειας σε ελεγκτές που έχουν λάβει άδεια από άλλο κράτος μέλος για τη διενέργεια υποχρεωτικών ελέγχων κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1 της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ και οποιοδήποτε άλλο θέμα δυνάμενο να ρυθμιστεί με κανονισμούς που αναφέρεται στο άρθρο 19.

(δ) Οποιοδήποτε θέμα δυνάμενο να ρυθμιστεί με κανονισμό αναφορικά με την ανάκληση άδειας σύμφωνα με το άρθρο 20.

(ε) Οποιοδήποτε θέμα σχετιζόμενο με την τήρηση Μητρώου, εγγραφή σε αυτό, παροχή πληροφοριών στον Έφορο Εταιρειών και οποιοδήποτε άλλο συναφές θέμα αναφορικά με τα άρθρα 22, 23, 24 και 25.

(στ) Τη διασφάλιση των αρχών για την αμοιβή των ελεγκτών που αναφέρονται στο άρθρο 31.

(ζ) Οποιοδήποτε θέμα σχετιζόμενο με τη δημιουργία διαδικασίας και λειτουργίας συστημάτων αποτελεσματικής διερεύνησης και κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 37.

(η) Οποιοδήποτε θέμα δυνάμενο να ρυθμιστεί με κανονισμό αναφερόμενο στο άρθρο 42 σχετικά με τη συνεργασία για την ανταλλαγή πληροφοριών.

(θ) Οποιοδήποτε θέμα σχετιζόμενο με τη σύσταση και λειτουργία Επιτροπής Ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 46.

(3) Οι κανονισμοί κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς ενημέρωση εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοσή τους.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

59. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από ημερομηνία που ο Υπουργός ήθελε ορίσει με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Παράρτημα

(άρθρο 13(1))

Κατάλογος θεμάτων που πρέπει να καλύπτει ο έλεγχος των θεωρητικών γνώσεων

 

(α) τη θεωρία και τις αρχές της γενικής λογιστικής.

(β) τις νομικές απαιτήσεις και τα πρότυπα για την κατάρτιση των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών.

(γ) τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.

(δ) τη χρηματοοικονομική ανάλυση.

(ε) την αναλυτική λογιστική εκμετάλλευσης (cost and management accounting) .

(στ) τη διαχείριση κινδύνων και τον εσωτερικό έλεγχο.

(ζ) τις ελεγκτικές και επαγγελματικές δεξιότητες.

(η) τις νομικές απαιτήσεις και τα επαγγελματικά πρότυπα που αφορούν τον υποχρεωτικό έλεγχο και τους νόμιμους ελεγκτές.

(θ) τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου.

(ι) την επαγγελματική δεοντολογία και ανεξαρτησία.

Σημείωση
113 του Ν. 53(Ι)/2017Μεταβατικές διατάξεις

113.-(1)(α) Οι νόμιμοι ελεγκτές ή τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία που έχουν λάβει άδεια από τις αρχές της Δημοκρατίας πριν την 29η Ιουνίου 2008 βάσει του περί Εταιρειών Νόμου ως διορθώθηκε, θεωρούνται ότι έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν. 53(Ι)/2017] και εντός έξι μηνών από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 53(Ι)/2017] υποχρεούνται να εγγραφούν ως μέλη σε αναγνωρισμένα σώματα ελεγκτών της Δημοκρατίας.

(β) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του άρθρου 10 του περί Ερμηνείας Νόμου, η εγκυρότητα και η ισχύς άδειας που χορηγήθηκε δυνάμει των περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμων [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 42(Ι)/2009] δεν επηρεάζεται από την κατάργηση των εν λόγω Νόμων διά του άρθρου 115.

(2) Ο Σύνδεσμος Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου ο οποίος κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 53(Ι)/2017] είναι αναγνωρισμένος από το Υπουργικό Συμβούλιο, δυνάμει των διατάξεων του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 42(Ι)/2009], θεωρείται ότι έχει αναγνωριστεί κατά τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν. 53(Ι)/2017], ως αναγνωρισμένο σώμα ελεγκτών και ασκεί αρμοδιότητες που διέπονται από τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν. 53(Ι)/2017].

(3) Ο Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης καταργεί το Μητρώο Ελεγκτών που τηρούσε δυνάμει των διατάξεων του περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 42(Ι)/2009].

(4) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του άρθρου 10 του περί Ερμηνείας Νόμου, οι πράξεις, αποφάσεις και εσωτερικοί κανονισμοί της Επιτροπής Δημόσιας Εποπτείας, που εκδόθηκαν δυνάμει των περί των Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμων [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 42(Ι)/2009], συνεχίζουν να ισχύουν έως να είχαν εκδοθεί από την ΑΔΕΕλΕπ, εκτός εάν τροποποιηθούν ή ανακληθούν από την τελευταία.

Σημείωση
115 του Ν. 53(Ι)/2017Κατάργηση Νόμου

115.  Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 53(Ι)/2017], ο περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμος καταργείται [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 42(Ι)/2009].