2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άδεια» σημαίνει την άδεια που παρέχεται σε ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο δυνάμει του άρθρου 9 ή 19 ή 51 ή 57, ανάλογα με την περίπτωση, και με την οποία εξουσιοδοτείται να διεξάγει τον υποχρεωτικό έλεγχο λογαριασμών οποιασδήποτε οντότητας στη Δημοκρατία που υπόκειται σε τέτοιο έλεγχο∙
«αρμόδια αρχή» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 4.
«ασφαλιστική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου∙
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία.
«Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου (International Standards on Auditing (ISAs)) και τα συναφή πρότυπα και πρακτικές, στην έκταση που αφορούν τον υποχρεωτικό έλεγχο.
«Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (International Accounting Standards (IASs)), τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (International Financial Reporting Standards (IFRSs)) και τις ερμηνείες τους (SIC-IFRIC interpretations), τις τροποποιήσεις των προτύπων αυτών και των ερμηνειών τους και οποιαδήποτε πρότυπα και ερμηνείες τους που εκάστοτε εκδίδονται ή εγκρίνονται από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board (IASΒ)), όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
«δίκτυο» σημαίνει την ευρύτερη διάρθρωση συνεργασίας, στην οποία ανήκει ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, και η οποία αποσκοπεί σαφώς στον καταμερισμό του κέρδους ή του κόστους ή μοιράζεται κοινή ιδιοκτησία, έλεγχο ή διαχείριση, κοινές πολιτικές και διαδικασίες ελέγχου ποιότητας, κοινή επιχειρηματική στρατηγική, χρήση κοινού διακριτού τίτλου ή σημαντικό μέρος των επαγγελματικών πόρων.
«Έβδομη Οδηγία 83/349/ΕΟΚ» σημαίνει την Έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«έκθεση ελέγχου» σημαίνει την έκθεση που εκδίδει ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο επί των ετήσιων ή ενοποιημένων λογαριασμών, τους οποίους η επιχείρηση καταρτίζει και υποβάλλει για έλεγχο.
«ελεγκτής του συγκροτήματος» σημαίνει το νόμιμο ελεγκτή ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο των ενοποιημένων λογαριασμών.
«ελεγκτής τρίτης χώρας» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που διενεργεί ελέγχους των ετήσιων ή ενοποιημένων λογαριασμών εταιρείας ιδρυθείσας σε τρίτη χώρα.
«ελεγκτική οντότητα τρίτης χώρας» σημαίνει οντότητα, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, η οποία διενεργεί ελέγχους των ετησίων ή ενοποιημένων λογαριασμών εταιρείας ιδρυθείσας σε τρίτη χώρα.
«Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών που καθιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 19 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙
«Επίσημη Εφημερίδα» σημαίνει την Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
«Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας» σημαίνει την Επιτροπή, η οποία διορίζεται δυνάμει του άρθρου 39.
«Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς» σημαίνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, η οποία συστάθηκε και λειτουργεί δυνάμει του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου∙
«εταιρεία» σημαίνει εταιρεία που συστάθηκε δυνάμει του περί Εταιρειών Νόμου.
«Έφορος Ασφαλίσεων» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου∙
«Έφορος Εταιρειών» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Εταιρειών Νόμου.
«Έφορος Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» σημαίνει τον Έφορο που διορίζεται δυνάμει του άρθρου 4 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙
«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
«ηλεκτρονική υπογραφή» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί του Νομικού Πλαισίου για τις Ηλεκτρονικές Υπογραφές καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμου∙
«θυγατρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα∙
«ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος» σημαίνει νομικό πρόσωπο, άλλο από τράπεζα ή συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο χορηγήθηκε άδεια έκδοσης ηλεκτρονικού χρήματος δυνάμει του περί των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η οποία λειτουργεί δυνάμει του περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου∙
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«λογαριασμοί» σημαίνει την πλήρη σειρά οικονομικών καταστάσεων, όπως ορίζεται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.
«μητρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα∙
«Μητρώο» σημαίνει το δημόσιο μητρώο που τηρείται δυνάμει του Μέρους IV του παρόντος Νόμου.
«μικρή και μεσαία επιχείρηση» σημαίνει επιχείρηση, η οποία σύμφωνα με τους τελευταίους ετήσιους ή ενοποιημένους λογαριασμούς της, πληροί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια:
(α) ο μέσος αριθμός εργαζομένων κατά τη διάρκεια της χρήσης είναι μικρότερος των 250·
(β) ο συνολικός ισολογισμός της δεν υπερβαίνει τα 43.000.000 (σαράντα τρία εκατομμύρια) ευρώ· και
(γ) ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών της δεν υπερβαίνει τα 50.000.000 (πενήντα εκατομμύρια) ευρώ.
«νόμιμο ελεγκτικό γραφείο» σημαίνει το ελεγκτικό γραφείο (εταιρεία ή συνεταιρισμό ή οποιοδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο), το οποίο έχει λάβει άδεια∙
«νόμιμος ελεγκτής» σημαίνει τον ελεγκτή (φυσικό πρόσωπο), που έχει λάβει άδεια∙
«νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Έλεγχος Λογαριασμών) Νόμου∙
«Οδηγία 86/635/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 86/635/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1986, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των τραπεζών και λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Οδηγία 91/674/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 91/674/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, για τους ετήσιους και τους ενοποιημένους λογαριασμούς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Οδηγία 2003/71/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποιήση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Οδηγία 2006/43/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«οντότητα δημοσίου συμφέροντος» περιλαμβάνει:
(i) οντότητα που διέπεται από το δίκαιο της Δημοκρατίας, της οποίας οι μεταβιβάσιμοι τίτλοι είναι εισηγμένοι προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά.
(ii) πιστωτικό ίδρυμα.
(iii) ασφαλιστική επιχείρηση.
(iv) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 3, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου∙
(v) άλλη οντότητα, την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του ήθελε ορίσει, όπως οντότητα που έχει ουσιαστικό χαρακτήρα δημοσίου συμφέροντος λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων της, του μεγέθους της ή του αριθμού του προσωπικού της.
«οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες» ή «ΟΣΕΚΑ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου∙
«πιστωτικό ίδρυμα» περιλαμβάνει-
(α) «τράπεζα», κατά την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου·
(β) «συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα», κατά την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου· και
(γ) ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος·
«ρυθμιζόμενη αγορά» ή «οργανωμένη αγορά» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου∙
«συνδεδεμένη επιχείρηση ελεγκτικού γραφείου» σημαίνει κάθε επιχείρηση, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, η οποία συνδέεται με ελεγκτικό γραφείο μέσω κοινής ιδιοκτησίας, κοινού ελέγχου ή κοινής διοίκησης.
«συνεργατική εταιρεία» σημαίνει εγγεγραμμένη εταιρεία δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου∙
«συνεταιρισμός» σημαίνει συνεταιρισμό που εγγράφεται δυνάμει του περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμου∙
«Τέταρτη Οδηγία 78/660/ΕΟΚ» σημαίνει την Τέταρτη οδηγία 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«τίτλοι εξασφαλισμένοι με περιουσιακά στοιχεία» σημαίνει κινητές αξίες που:
(i) αντιπροσωπεύουν ένα συμφέρον σε περιουσιακά στοιχεία, περιλαμβανομένου του δικαιώματος στην εξασφάλιση της εξυπηρέτησής τους ή την είσπραξη από τους κατόχους των περιουσιακών στοιχείων, ποσών που οφείλονται για τα περιουσιακά αυτά στοιχεία ή την τήρηση των προθεσμιών, στις οποίες πρέπει να γίνουν οι πληρωμές των ποσών αυτών.
(ii) εξασφαλίζονται με περιουσιακά στοιχεία και συνοδεύονται από όρους που προβλέπουν την πραγματοποίηση των πληρωμών που σχετίζονται με πληρωμές ή με εύλογες προβλέψεις πληρωμών υπολογιζόμενες κατ’ αναφορά προς προσδιορισμένα ή δυνάμενα να προσδιοριστούν περιουσιακά στοιχεία∙
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών∙
«υποχρεωτικός έλεγχος» σημαίνει τον έλεγχο των ετησίων και των ενοποιημένων λογαριασμών που απαιτείται να διενεργείται βάσει του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου της Δημοκρατίας∙
«χρεόγραφα ή χρεωστικοί τίτλοι» σημαίνει ομολογίες ή άλλες μορφές μεταβιβάσιμων τιτλοποιημένων χρεών, πλην των κινητών αξιών, οι οποίες ισοδυναμούν με μετοχές εταιρειών ή οι οποίες, εάν μετατραπούν ή εάν ασκηθούν τα δικαιώματα που αυτές οι κινητές αξίες ενσωματώνουν, δημιουργούν το δικαίωμα απόκτησης μετοχών ή κινητών αξιών ισοδύναμων με μετοχές.
(2) Ο παρών Νόμος θα διαβάζεται μαζί με τον περί Εταιρειών Νόμο ή τον περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων Εταιρειών και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμο ή τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο ή οποιοδήποτε άλλο νόμο, ανάλογα με το νομικό καθεστώς της ελεγχόμενης οντότητας, και οποιοσδήποτε όρος αναφέρεται στον παρόντα Νόμο σχετικά με οντότητα η σύσταση της οποίας γίνεται δυνάμει τέτοιου νόμου θα ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις εκείνου του νόμου, εκτός εάν ο εν λόγω όρος ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο.