36.-(1) Για τους σκοπούς των άρθρων 32, 34, 35 και 50, η Επιτροπή δύναται να ορίζει μέλος του Συμβουλίου ή και τον εκπρόσωπο του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ή και υπάλληλο της Επιτροπής ή και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, ως ερευνώντα λειτουργό.
(2) Η έρευνα διεξάγεται το ταχύτερο δυνατό.
(3) Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός -
(α) δύναται να συμβουλεύεται και να συνοδεύεται από επαγγελματικό σύμβουλο, από άτομο το οποίο εξουσιοδοτείται γραπτώς από την αρμόδια εποπτική αρχή του εξωτερικού ως αντιπρόσωπος της εν λόγω αρχής ή και απ’ οποιοδήποτε άλλο άτομο, και
(β) δύναται να ασκεί τις εξουσίες προς συλλογή πληροφοριών, είσοδο και έρευνα, με τις οποίες περιβάλλεται η Επιτροπή βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(4) Ο ερευνών λειτουργός δύναται να καλεί, να ακούει μαρτυρία και να παίρνει γραπτή ή ηχογραφημένη, κατά την κρίση του ερευνώντος λειτουργού, κατάθεση από πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν ο,τιδήποτε σχετικά με την υπόθεση, τα οποία οφείλουν να προσέρχονται ενώπιον του ερευνώντος λειτουργού και να παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν.
(5) Ο ερευνών λειτουργός, αφού ολοκληρώσει την έρευνα συντάσσει το πόρισμά του περιλαμβάνοντας τις απόψεις ή και τις εισηγήσεις του επί των ευρημάτων του, και το υποβάλλει στην Επιτροπή μαζί με όλα τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα: