37.-(1) Η Επιτροπή, σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι πρόσωπο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη κατά παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών ή οδηγιών ή της κειμένης νομοθεσίας, δύναται να του επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο -
(α) που δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ, και
(β) σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, χωρίς επηρεασμό οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του παρόντος Νόμου ή της κειμένης νομοθεσίας περί επιβολής διοικητικών κυρώσεων.
(2) Η Επιτροπή σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος, το οποίο υπερβαίνει το ύψος των διοικητικών προστίμων, τα οποία καθορίζονται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να επιβάλλει στον υπαίτιο διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα προσπορίστηκε.
(3) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (1), η Επιτροπή δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο:
(α) σε νομικό πρόσωπο, ή και
(β) σε σύμβουλο, διευθυντή ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια.
(3Α) Ανεξάρτητα από τα εδάφια (1), (2) και (3), η Επιτροπή δεν επιβάλλει σε οποιοδήποτε πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο βάσει του παρόντος άρθρου, αν στο ίδιο πρόσωπο ήδη επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο από την Επιτροπή ή άλλη αρχή, σε σχέση με την ίδια παράβαση και τα ίδια γεγονότα που τη στοιχειοθετούν.
(4) Η Επιτροπή δύναται να προβαίνει σε συμβιβασμό οποιασδήποτε παράβασης ή ενδεχόμενης παράβασης, πράξης ή παράλειψης για την οποία υπάρχει εύλογη υποψία ότι διαπράχθηκε από οποιοδήποτε πρόσωπο κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών ή οδηγιών ή της κειμένης νομοθεσίας.