8. (1) Κάθε πρόσωπο που οδηγεί όχημα σε οδό οφείλει, μετά από υπόδειξη Επόπτη εν στολή, που βρίσκεται σε οδό ή εντός οχήματος που φέρει διακριτικά και εν χρήσει αναλάμποντες φανούς, όπως ο Έφορος θα τα καθορίσει με γνωστοποίηση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας -
(α) να ελαττώνει την ταχύτητα του οχήματος, να ακολουθεί τα σήματα και τις εντολές του Επόπτη και να σταματά το όχημα του μέχρις ότου ο Επόπτης επιτρέψει σε αυτόν να συνεχίσει την πορεία του,
(β) να σταματά και να επιτρέπει έλεγχο από Επόπτη, οφείλει δε να του παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια ως προς τον έλεγχο και να ακολουθεί οποιεσδήποτε οδηγίες που εύλογα δίνονται για τους σκοπούς του ελέγχου,
(γ) να παρουσιάσει και παραδώσει στον Επόπτη σχετικά έγγραφα που κατέχει ή βρίσκονται υπό τη φύλαξη του ή βρίσκονται στο όχημα,
(δ) να δίνει στον Επόπτη τα ακριβή στοιχεία της ταυτότητας του και τη διεύθυνση του, καθώς και τα στοιχεία της ταυτότητας και τον τόπο διαμονής ή εργασίας του ιδιοκτήτη του μηχανοκίνητου οχήματος.
(2) Εφόσον υπάρχει ισχυρισμός ότι έχει διαπραχθεί αδίκημα αναφορικά με τη χρήση μηχανοκίνητου οχήματος και εφόσον κριθεί αναγκαία η διακρίβωση της ταυτότητος του οδηγού -
(α) ο ιδιοκτήτης του μηχανοκινήτου οχήματος οφείλει να παράσχει κάθε πληροφορία που εύλογα γνωρίζει σε Επόπτη, καθ’ όσον αφορά την ταυτότητα του οδηγού και κάθε προσώπου που χρησιμοποίησε το όχημα· και
(β) κάθε άλλο πρόσωπο που κληθεί να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία που εύλογα γνωρίζει και είναι δυνατόν να οδηγήσει στην ανακάλυψη της ταυτότητας του οδηγού ή άλλου προσώπου που χρησιμοποίησε το όχημα οφείλει να παράσχει την ζητηθείσα πληροφορία.
(3) Κάθε πρόσωπο που βρίσκεται σε υποστατικό ή χώρο που αναφέρεται στις παραγράφους (δ), (ε), (στ) και (ζ) του άρθρου 6, οφείλει να παράσχει σε Επόπτη κάθε δυνατή βοήθεια προς τον σκοπό άσκησης των εξουσιών του, όπως καθορίζονται στις εν λόγω παραγράφους.