10.(1) H ειδική διαπραγματευτική ομάδα είναι υπεύθυνη με την κεντρική διεύθυνση για τον καθορισμό, μαζί με γραπτή συμφωνία, του πεδίου δράσης, της σύνθεσης, των καθηκόντων και της διάρκειας της θητείας του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή των ευρωπαϊκών συμβουλίων εργαζομένων ή τις ρυθμίσεις της διαδικασίας για την ενημέρωση των εργαζομένων και τη διαβούλευση με αυτούς.
(2) Mε την προοπτική σύναψης συμφωνίας δυνάμει του άρθρου 11, η κεντρική διεύθυνση συγκαλεί συνεδρίαση με την ειδική διαπραγματευτική ομάδα και ενημερώνει τις τοπικές διευθύνσεις σχετικά:
Νοείται ότι και μετά από κάθε συνεδρίαση με την κεντρική διεύθυνση, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα έχει το δικαίωμα να συνεδριάζει, με τα απαραίτητα μέσα για την επικοινωνία των μελών της, χωρίς την παρουσία των εκπροσώπων της κεντρικής διεύθυνσης.
(3) Για τους σκοπούς των διαπραγματεύσεων, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα δύναται να ζητεί να επικουρείται στο έργο της από εμπειρογνώμονες της επιλογής της, στους οποίους είναι δυνατόν να συμπεριλαμβάνονται εκπρόσωποι των αρμοδίων αναγνωρισμένων συνδικαλιστικών οργανώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι εμπειρογνώμονες και οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι δύνανται να παρευρίσκονται, με συμβουλευτική ιδιότητα, στις διαπραγματευτικές συνεδριάσεις, κατόπιν αιτήματος της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας.
(4)(α) H ειδική διαπραγματευτική ομάδα, με πλειοψηφία τουλάχιστον δύο τρίτων, δύναται να αποφασίζει είτε να μην ξεκινήσει διαπραγματεύσεις σύμφωνα με το εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου είτε να ακυρώσει τις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται ήδη.
(β) H απόφαση αυτή τερματίζει τη διαδικασία για τη σύναψη συμφωνίας που προβλέπεται στο άρθρο 11. Όταν λαμβάνεται η απόφαση αυτή, οι διατάξεις των άρθρων 12 έως 16 δεν έχουν εφαρμογή.
(γ) Nέο αίτημα σύγκλησης της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας μπορεί να υποβληθεί το ενωρίτερο δύο έτη μετά την προαναφερόμενη απόφαση, εκτός εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη ορίσουν συντομότερη προθεσμία.
(5) Tις δαπάνες τις σχετικές με τις διαπραγματεύσεις που αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) και (3), τις αναλαμβάνει η κεντρική διεύθυνση, κατά τρόπο ώστε η ειδική διαπραγματευτική ομάδα να δύναται να εκπληρώνει την αποστολή της αποτελεσματικότερα. Συγκεκριμένα η κεντρική διεύθυνση αναλαμβάνει τις ακόλουθες δαπάνες:
(α) της εκλογής ή του διορισμού των μελών της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας·
(β) της οργάνωσης των συναντήσεων της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών διερμηνείας, διαμονής, οδοιπορικών εξόδων, συντήρησης των μελών της και εξόδων εκτύπωσης και κοινοποίησης των αποτελεσμάτων· και
(γ) ενός εμπειρογνώμονα από την ειδική διαπραγματευτική ομάδα προκειμένου να τη βοηθήσει στα καθήκοντά της.