Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αρμόδια αρχή» σημαίνει -

(α) για τις τράπεζες και τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης, την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου· και

(β) για τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα, την Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών

«Επιτροπή» σημαίνει τη διαχειριστική επιτροπή του Ταμείου·

«Έφορος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο·

«καλυπτόμενο πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο υπόκειται σε τέλος συνεισφοράς·

«κράτος-μέλος» σημαίνει κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο στις 2 Μαΐου 1992, και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993, ως η Συμφωνία αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ως αρμόδια αρχή για τη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος·

«Κεντρικός Φορέας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου·

«Οδηγία Κεφαλαιακών Απαιτήσεων» σημαίνει τις Οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας του 2006 έως (Αρ. 2) του 2011 προς τις Τράπεζες ή την Κανονιστική Απόφαση της Επιτροπής της Υπηρεσίας Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών, για τον Υπολογισμό των Κεφαλαιακών Απαιτήσεων και των Μεγάλων Χρηματοδοτικών Ανοιγμάτων, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·

«πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει -

(α) τράπεζα, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τις διατάξεις του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου·

(β) συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου·

(γ) τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης που έχει συσταθεί και λειτουργεί δυνάμει του περί Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης Νόμου.

«Ταμείο» σημαίνει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που συστήνεται δυνάμει του άρθρου 3∙

«τέλος συνεισφοράς» σημαίνει το οφειλόμενο ποσό, το οποίο το καλυπτόμενο πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να καταβάλλει στο Ταμείο δυνάμει των διατάξεων του Μέρους III∙

«Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών» ή κατά ταυτόσημη έννοια, «ΥΕΑΣΕ», έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο.