3.(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε πρόσωπα που παρέχουν διοικητικές υπηρεσίες στην ή από τη Δημοκρατία.
(2) Εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Νόμου-
(α) τα εξαιρούμενα πρόσωπα και
(β) ΚΕΠΕΥ και πιστωτικά ιδρύματα που ασκούν διοικητικές υπηρεσίες στα πλαίσια των εργασιών τους, τα οποία εποπτεύονται από τις αντίστοιχες τους εποπτικές αρχές δυνάμει του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου:
(3) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (2) δύνανται, εάν και εφόσον επιθυμούν, να επιλέξουν να υποβάλουν αίτηση για απόκτηση άδειας από την Επιτροπή. Σε τέτοια περίπτωση, τα πρόσωπα αυτά εποπτεύονται από την Επιτροπή και υποχρεούνται σε συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(4) Εξαιρούνται επίσης του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Νόμου οι Εταιρείες Διαχείρισης και οι Εταιρείες Επενδύσεων Μεταβλητού Κεφαλαίου οι οποίες παρέχουν διοικητικές υπηρεσίες κατά την άσκηση των εργασιών τους δυνάμει του περί Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμου καθώς και τα ταμεία επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, τα οποία υπόκεινται στην εποπτεία του Εφόρου Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών κατά τα οριζόμενα στον περί της Ίδρυσης, των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμο.
(5) Νομικό πρόσωπο το οποίο ανήκει αποκλειστικά σε αδειούχο πρόσωπο και όχι σε πρόσωπο που εξαιρείται της εφαρμογής του Νόμου, δεν υπόκειται στις πρόνοιες του παρόντος Νόμου. Την ευθύνη για τις δυνάμει του παρόντος Νόμου ενέργειες του εν λόγω νομικού προσώπου υπέχει το αδειούχο πρόσωπο. Σε τέτοιες περιπτώσεις το αδειούχο πρόσωπο οφείλει να ενημερώνει άμεσα, και χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση, την Επιτροπή για την ύπαρξη τέτοιων νομικών προσώπων.
(6) Η παροχή διοικητικών υπηρεσιών, είτε αυτή παρέχεται από εργοδοτούμενο αδειούχου προσώπου είτε από τρίτο πρόσωπο μετά από εξωτερική ανάθεση δυνάμει του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου, θεωρείται ως παροχή διοικητικών υπηρεσιών από το ίδιο το αδειούχο πρόσωπο.
(7) Αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης και διοίκησης εμπιστευμάτων από δικαιούχα πρόσωπα και ή από πρόσωπα που κατά τα άλλα εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένων των προσώπων που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 4, οποιοδήποτε πρόσωπο παρέχει τέτοιες υπηρεσίες, θα πρέπει να προσδιορίζει και επαληθεύει την ταυτότητα των πραγματικών δικαιούχων εμπιστεύματος, που περιλαμβάνει ακριβή και επικαιροποιημένα στοιχεία αναφορικά με τις ακόλουθες κατηγορίες, όπου και εφόσον αυτές εφαρμόζονται ή ισχύουν:
(α) Εμπιστευματοδόχοι,
(β) Εμπιστευματοπάροχοι,
(γ) Δικαιούχοι ή στοιχεία της τάξης των δικαιούχων, περιλαμβανομένων δικαιούχων στους οποίους έχει γίνει οποιαδήποτε διανομή δυνάμει του εμπιστεύματος,
(δ) Προστάτης, εάν υπάρχει,
(ε) Σύμβουλος επενδύσεων, λογιστής, φοροτεχνικός, εάν υπάρχει,
(στ) Εργασίες του εμπιστεύματος,
(ζ) Οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο ασκεί τον ουσιαστικό έλεγχο επί του εμπιστεύματος: