ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ

Μέρος I:  Κριτήριο του κυρίου οφέλους

Γενικά διακριτικά της κατηγορίας Α και ειδικά διακριτικά της κατηγορίας Β και της κατηγορίας Γ παράγραφος 1 στοιχείων (β)(i), (γ) και (δ) μπορούν να λαμβάνονται υπόψη μόνον όταν πληρούν το “κριτήριο του κυρίου οφέλους”.

Το ανωτέρω  κριτήριο πληρούται εάν δύναται να αποδειχθεί ότι το κύριο όφελος ή ένα από τα κύρια οφέλη που μπορεί κάποιος να αναμένει ευλόγως από μια ρύθμιση, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων, συνίσταται στην απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος, αναφορικά με τους φόρους που καθορίζονται στο άρθρο 4.

Για σκοπούς του παρόντος Παραρτήματος, φορολογικό πλεονέκτημα περιλαμβάνει-

(i) ελάφρυνση ή αυξημένη ελάφρυνση από το φόρο·

(ii) επιστροφή ή αυξημένη επιστροφή φόρου·

(iii) αποφυγή ή μείωση επιβαλλόμενου φόρου ή βεβαίωσης φόρου·

(iv) αναβολή  πληρωμής φόρου ή επίσπευση επιστροφής φόρου·

(v) αποφυγή της υποχρέωσης για παρακράτηση φόρου.

Η ύπαρξη προϋποθέσεων που καθορίζονται στην κατηγορία Γ, παράγραφος 1, στοιχεία (β)(i), (γ) ή (δ) δεν δύναται από μόνη της να αποτελεί λόγο για να θεωρείται ότι μία ρύθμιση πληροί το κριτήριο του κυρίου οφέλους.

Μέρος II: Κατηγορίες διακριτικών

Α. Γενικά διακριτικά που συνδέονται με κριτήριο του κυρίου οφέλους

1. Ρύθμιση βάσει της οποίας ο ενδιαφερόμενος φορολογούμενος ή ένας συμμετέχων στη ρύθμιση αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμμορφώνεται με προϋπόθεση εμπιστευτικότητας που μπορεί να απαιτεί από αυτόν να μην αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίον η ρύθμιση θα μπορούσε να εξασφαλίσει φορολογικό πλεονέκτημα έναντι άλλων ενδιάμεσων ή των φορολογικών αρχών.

2. Ρύθμιση βάσει της οποίας ο ενδιάμεσος δικαιούται να λάβει αμοιβή ή τόκο, αντιπαροχή για χρηματοδοτικές δαπάνες και άλλες επιβαρύνσεις για τη ρύθμιση και η εν λόγω αμοιβή καθορίζεται σε σχέση με:

(α) το ποσό του φορολογικού πλεονεκτήματος που προκύπτει από τη ρύθμιση· ή

(β) το αν πράγματι προκύπτει φορολογικό πλεονέκτημα από τη ρύθμιση· αυτό περιλαμβάνει την υποχρέωση του ενδιάμεσου για μερική ή πλήρη επιστροφή της αμοιβής εφόσον το επιδιωκόμενο φορολογικό πλεονέκτημα που προκύπτει από τη ρύθμιση δεν επιτεύχθηκε εν μέρει ή πλήρως.

3. Ρύθμιση που περιέχει ουσιαστικά τυποποιημένη τεκμηρίωση και/ή δομή και είναι διαθέσιμη σε περισσότερους από έναν ενδιαφερόμενους φορολογούμενους χωρίς να χρειάζεται να εξειδικεύεται ουσιωδώς προκειμένου να εφαρμοστεί.

Β. Ειδικά διακριτικά που συνδέονται με τη δοκιμή του κυρίου οφέλους

1. Ρύθμιση με την οποία ένας συμμετέχων στη ρύθμιση προβαίνει τεχνητά σε ενέργειες οι οποίες συνίστανται στην απόκτηση ζημιογόνου εταιρείας, την παύση της κύριας δραστηριότητας αυτής και τη χρησιμοποίηση των ζημιών της για τη μείωση των φορολογικών του υποχρεώσεων, περιλαμβανομένου μέσω της μεταφοράς των εν λόγω ζημιών σε άλλη δικαιοδοσία ή με την επιτάχυνση της χρήσης των εν λόγω ζημιών.

2. Ρύθμιση που έχει ως αποτέλεσμα τη μετατροπή εισοδημάτων σε κεφάλαιο, δωρεές ή άλλες κατηγορίες εισοδημάτων τα οποία φορολογούνται σε χαμηλότερο επίπεδο ή απαλλάσσονται από τη φορολογία.

3. Ρύθμιση που περιλαμβάνει συναλλαγές κυκλικού χαρακτήρα από τις οποίες προκύπτουν κυκλικές διαδρομές κεφαλαίων, συγκεκριμένα μέσω της συμμετοχής παρεμβαλλόμενων οντοτήτων χωρίς άλλη κύρια εμπορική λειτουργία ή μέσω συναλλαγών που αντισταθμίζουν ή ακυρώνουν η μία την άλλη ή που έχουν άλλα παρόμοια χαρακτηριστικά.

Γ. Ειδικά διακριτικά που συνδέονται με διασυνοριακές συναλλαγές

1. Ρύθμιση η οποία περιλαμβάνει εκπιπτόμενες διασυνοριακές πληρωμές που πραγματο-ποιούνται μεταξύ δύο ή περισσότερων συνδεδεμένων επιχειρήσεων εφόσον συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) ο αποδέκτης δεν είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς σε οποιανδήποτε φορολογική δικαιοδοσία·

(β) μολονότι ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς σε μια δικαιοδοσία, η δικαιοδοσία αυτή είτε:

(i) δεν επιβάλλει φόρο εταιρειών ή επιβάλλει φόρο εταιρειών με μηδενικό ή σχεδόν μηδενικό συντελεστή· ή

(ii) περιλαμβάνεται σε κατάλογο με δικαιοδοσίες τρίτων χωρών που έχουν αξιολογηθεί από τα κράτη μέλη συλλογικά ή στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ ως μη συνεργάσιμες·

(γ) η καταβολή τυγχάνει πλήρους απαλλαγής από τη φορολογία στην περιοχή δικαιοδοσίας όπου ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς·

(δ) η καταβολή υπάγεται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς στην περιοχή δικαιοδοσίας όπου ο αποδέκτης είναι κάτοικος για φορολογικούς σκοπούς·

2. Μειώσεις για την ίδια απόσβεση περιουσιακού στοιχείου διεκδικούνται σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες.

3. Ελάφρυνση από τη διπλή φορολόγηση για το ίδιο στοιχείο εισοδήματος ή κεφαλαίου διεκδικείται σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες.

4. Ρύθμιση που περιλαμβάνει μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων και υπάρχει ουσιαστική διαφορά στο ποσό που θεωρείται πληρωτέο σε αντάλλαγμα για τα περιουσιακά στοιχεία στις εμπλεκόμενες δικαιοδοσίες.

Δ. Ειδικά διακριτικά σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και τους πραγματικούς δικαιούχους:

1. Ρύθμιση που μπορεί να έχει ως συνέπεια να υπονομεύσει την υποχρέωση αναφοράς δυνάμει των νόμων για την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ισοδύναμων συμφωνιών σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών με τρίτες χώρες, ή που εκμεταλλεύεται την απουσία τέτοιας νομοθεσίας ή συμφωνιών·

Η ρύθμιση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής:

(α) Τη χρήση λογαριασμού, προϊόντος, περιουσιακού στοιχείου, ασφαλιστήριου συμβολαίου, συμβολαίου ετήσιων αποζημιώσεων ή επένδυσης που δεν είναι ή παρουσιάζεται ότι δεν είναι χρηματοοικονομικός λογαριασμός, αλλά διαθέτει χαρακτηριστικά που είναι ουσιαστικά παρόμοια με τα χαρακτηριστικά χρηματοοικονομικού λογαριασμού·

(β) τη μεταφορά χρηματοοικονομικών λογαριασμών ή περιουσιακών στοιχείων σε δικαιοδοσίες που δεν δεσμεύονται από την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών με το κράτος της κατοικίας του ενδιαφερομένου φορολο-γουμένου ή τη χρήση τέτοιων δικαιοδοσιών·

(γ) την εκ νέου ταξινόμηση εισοδημάτων και κεφαλαίου σε προϊόντα ή πληρωμές που δεν υπόκεινται στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών·

(δ) τη μεταβίβαση ή τη μετατροπή χρηματοπιστωτικού ιδρύματος ή χρηματοοικονομικού λογαριασμού ή των περιουσιακών στοιχείων τους σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικό λογαριασμό ή περιουσιακά στοιχεία που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση αναφοράς δυνάμει της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών·

(ε) τη χρήση νομικών οντοτήτων, μορφωμάτων ή δομών που εξαλείφουν ή επιδιώκουν να εξαλείψουν την υποχρέωση υποβολής στοιχείων ενός ή περισσοτέρων δικαιούχων λογαριασμού ή προσώπων που ασκούν έλεγχο δυνάμει της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών·

(στ) ρυθμίσεις που υπονομεύουν ή εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες στις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που χρησιμοποιούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους αναφοράς πληροφοριών επί χρηματοοικονομικών λογαριασμών, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης δικαιοδοσιών με ανεπαρκή ή αδύναμα καθεστώτα επιβολής της νομοθεσίας περί νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με μη αυστηρές απαιτήσεις διαφάνειας για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές ρυθμίσεις.

2. Ρύθμιση που περιλαμβάνει μη διαφανή αλυσίδα νομικής ή πραγματικής κυριότητας με χρήση προσώπων, νομικών ρυθμίσεων ή δομών-

(α) που δεν ασκούν ουσιαστική οικονομική δραστηριότητα υποστηριζόμενη από επαρκές προσωπικό, εξοπλισμό, περιουσιακά στοιχεία και εγκαταστάσεις· 

(β) που έχουν συσταθεί, διευθύνονται, έχουν κατοικία, ελέγχονται ή είναι εγκατεστημένα σε δικαιοδοσία άλλη εκτός της δικαιοδοσίας της κατοικίας ενός ή περισσοτέρων από τους πραγματικούς δικαιούχους των περιουσιακών στοιχείων που διατηρούν αυτά τα πρόσωπα, νομικές ρυθμίσεις ή δομές· και

(γ) όπου οι πραγματικοί δικαιούχοι τέτοιων προσώπων,  νομικών ρυθμίσεων ή δομών, όπως ορίζονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2015/849, έχουν καταστεί μη αναγνωρίσιμοι.

Ε. Ειδικά διακριτικά σχετικά με την ενδοομιλική τιμολόγηση

1. Ρύθμιση που περιλαμβάνει τη χρήση μονομερών κανόνων “ασφαλούς λιμένα”.

2. Ρύθμιση που περιλαμβάνει τη μεταβίβαση άυλων περιουσιακών στοιχείων δύσκολης αποτίμησης× ο όρος «άυλα περιουσιακά στοιχεία δύσκολης αποτίμησης» καλύπτει άυλα περιουσιακά στοιχεία ή δικαιώματα επί αυτών για τα οποία, κατά το χρόνο της μεταβίβασής τους μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων-

(α) δεν υπάρχουν αξιόπιστα συγκρίσιμα στοιχεία. και

(β) κατά την πραγματοποίηση της συναλλαγής, οι προβλέψεις για τις μελλοντικές ταμειακές ροές ή τα έσοδα που αναμένεται να αντληθούν από το μεταβιβαζόμενο άυλο στοιχείο ή οι παραδοχές που υιοθετήθηκαν κατά την αποτίμηση του άυλου περιουσιακού στοιχείου είναι εξαιρετικά αβέβαιες, γεγονός που καθιστά δύσκολο να προβλεφθεί το επίπεδο τελικής επιτυχίας του άυλου στοιχείου κατά τη στιγμή της μεταβίβασης.

3. Ρύθμιση που περιλαμβάνει ενδοομιλική διασυνοριακή μεταβίβαση λειτουργιών και/ή κινδύνων και/ή περιουσιακών στοιχείων, εφόσον τα προβλεπόμενα ετήσια κέρδη προ τόκων και φόρων (EBIT) του μεταβιβάζοντος ή των μεταβιβαζόντων κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου μετά τη μεταβίβαση, είναι κατώτερα του 50% των προβλεπόμενων ετήσιων κερδών προ τόκων και φόρων (EBIT) του εν λόγω  μεταβιβάζοντος ή των μεταβιβαζόντων εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση.