2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«βιομετρικοί κίνδυνοι» σημαίνει τους κινδύνους που συνδέονται με θάνατο, ανικανότητα ή/και μακροζωία·
«Διαχειριστική Επιτροπή» σημαίνει επιτροπή που έχει την ευθύνη διαχείρισης Ταμείου, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του·
«Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα» σημαίνει τα εκάστοτε σε ισχύ Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (International Accounting Standards (IASs)), τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (International Financial Reporting Standards (IFRSs)) και τις ερμηνείες τους (SIC-IFRIC interpretations), τις τροποποιήσεις των προτύπων αυτών και των ερμηνειών τους και οποιαδήποτε πρότυπα και ερμηνείες τους που εκάστοτε εκδίδονται ή εγκρίνονται από το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board (IASB)), όπως αυτά υιοθετούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων» όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 297/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2008·
«δικαιούχος» σημαίνει πρόσωπο που εισπράττει συνταξιοδοτική παροχή·
«Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών» έχει την έννοια που αποδίδουν στον ίδιο όρο ο περί Ετησίων Αδειών μετ΄ Απολαβών Νόμος, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«ΕΑΑΕΣ» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων η οποία συγκροτήθηκε από την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής»∙
«εγγεγραμμένο Ταμείο» σημαίνει Ταμείο εγγεγραμμένο δυνάμει του περί Ταμείων Προνοίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ή/και των περί της Ίδρυσης, των Δραστηριοτήτων και της Εποπτείας των Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εφόσον δεν έχει διαλυθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου·
«ελεγκτής» σημαίνει -
(α) ελεγκτή κατά τα προβλεπόμενα στον περί Εταιρειών Νόμο,
(β) το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας ή/και την Ελεγκτική Υπηρεσία Συνεργατικών Εταιρειών, αναφορικά με τα Ταμεία των οποίων ο έλεγχος υπάγεται στην αρμοδιότητα έκαστου από τους προαναφερόμενους·
«επιχείρηση» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί οικονομικής ή/και εμπορικής φύσης δραστηριότητες, ανεξάρτητα αν αυτές οι δραστηριότητες είναι κερδοσκοπικές ή όχι, και περιλαμβάνει κάθε επιχείρηση ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου στην οποία το Δημόσιο δύναται να ασκήσει αποφασιστική επιρροή, άμεσα ή έμμεσα, λόγω κυριότητας, οικονομικής συμμετοχής ή δυνάμει διατάξεων που διέπουν την επιχείρηση∙ για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού θεωρείται ότι ασκείται αποφασιστική επιρροή όταν το Δημόσιο άμεσα ή έμμεσα -
(α) διαθέτει την πλειοψηφία του καλυφθέντος κεφαλαίου της επιχείρησης, ή
(β) διαθέτει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με μερίδια της επιχείρησης, ή
(γ) δύναται να διορίζει πέραν του 50% του αριθμού των μελών των οργάνων της διοίκησης, διεύθυνσης ή εποπτείας της επιχείρησης˙
«εργοδότης» περιλαμβάνει και την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας˙
«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Έφορος» σημαίνει το πρόσωπο που ορίζεται ως Έφορος Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4˙
«θυγατρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον ίδιο όρο από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου˙
«κανόνες λειτουργίας» σημαίνει νομοθεσία, σύμβαση, συμφωνία, έγγραφο καταπιστεύματος, καταστατικό ή άλλο έγγραφο, ανάλογα με την περίπτωση, βάσει των οποίων ιδρύεται και λειτουργεί το Ταμείο˙
«Κανονισμοί» σημαίνει Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου˙
«Καταργούμενοι Νόμοι» σημαίνει τους νόμους που καταργούνται δυνάμει του άρθρου 55·
«κράτος μέλος» σημαίνει το κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο την 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το πρωτόκολλο, που υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993, όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει το κράτος μέλος, στο οποίο ένα Ταμείο έχει την έδρα του και το κύριο διοικητικό του γραφείο ή, εφόσον δεν έχει έδρα, το κύριο διοικητικό του γραφείο·
«κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει το κράτος μέλος, του οποίου η κοινωνική και εργατική νομοθεσία σχετικά με τις συνταξιοδοτικές παροχές διέπει τις σχέσεις μεταξύ χρηματοδοτούσας επιχείρησης και μελών·
«λογαριασμοί» σημαίνει την πλήρη σειρά οικονομικών καταστάσεων, όπως ορίζεται στα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα·
«μέλος» σημαίνει πρόσωπο του οποίου η επαγγελματική δραστηριότητα στοιχειοθετεί ή πρόκειται να στοιχειοθετήσει δικαίωμα για συνταξιοδοτικές παροχές, σύμφωνα με τις διατάξεις συνταξιοδοτικού σχεδίου·
«μητρική επιχείρηση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον ίδιο όρο από το άρθρο 148 του περί Εταιρειών Νόμου˙
«μητρώο» σημαίνει μητρώο στο οποίο είναι καταχωρημένο κάθε Ταμείο και το οποίο τηρείται από τον Έφορο κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5˙
«μισθωτός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον ίδιο όρο από τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Οδηγία 2002/83/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2008/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2008·
«Οδηγία 2003/41/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών», όπως τροποποιήθηκε από το Άρθρο 4 της Οδηγίας 2010/78/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010˙
«Οδηγία 2004/39/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2010/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010˙
«Οδηγία 2006/31/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2006/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2006, σχετικά με την τροποποίηση της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ως προς ορισμένες προθεσμίες»·
«Οδηγία 2006/48/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας «πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2010/78/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010·
«Οδηγία 2009/65/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κοινοτικές αξίες (ΟΣΕΚΑ)», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011·
«οδηγίες» σημαίνει τις κανονιστικού περιεχομένου οδηγίες που εκδίδονται από τον Έφορο και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
«όμιλος» σημαίνει όμιλο του οποίου η επιχείρηση είναι μέρος και ο οποίος αποτελείται από –
(α) τη μητρική επιχείρηση,
(β) τις θυγατρικές της,
(γ) τις επιχειρήσεις στις οποίες η μητρική επιχείρηση ή οι θυγατρικές της κατέχουν συμμετοχή, άμεσα ή μέσω ελέγχου, τουλάχιστον του 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του 20% του κεφαλαίου,
(δ) την επιχείρηση ή τις επιχειρήσεις που, χωρίς να συνδέονται με τη μητρική επιχείρηση με τις σχέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) -
(i) έχουν τεθεί με τη μητρική επιχείρηση υπό ενιαία διεύθυνση κατόπιν σύμβασης που έχει συναφθεί με τη μητρική επιχείρηση ή σύμφωνα με τους όρους των καταστατικών τους, ή
(ii) τα διοικητικά, διαχειριστικά ή εποπτικά τους όργανα αποτελούνται κατά πλειοψηφία από τα ίδια πρόσωπα, τα οποία ασκούν καθήκοντα κατά τη διάρκεια της υπό επισκόπηση περιόδου κατά την οποία γίνονται οικονομικές καταστάσεις και μέχρι την κατάρτιση των ενοποιημένων λογαριασμών˙
«Συμβούλιο Ταμείων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών» ή «Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο που καθιδρύεται από το άρθρο 46˙
«συνταξιοδοτικές παροχές» σημαίνει τις παροχές που καταβάλλονται, υπό μορφή πληρωμών, είτε εφ’ όρου ζωής είτε για προσωρινό χρονικό διάστημα είτε ως εφάπαξ ποσό, με γνώμονα ή αναμένοντας τη συνταξιοδότηση ή - εφόσον είναι συμπληρωματικές των εν λόγω συνταξιοδοτικών παροχών και παρέχονται επικουρικά - υπό μορφή πληρωμών σε περίπτωση θανάτου, αναπηρίας ή τερματισμού της απασχόλησης, ή υπό μορφή καταβολής ενισχύσεων ή παροχής υπηρεσιών σε περίπτωση ασθενείας, ένδειας ή θανάτου·
«συνταξιοδοτικό σχέδιο» σημαίνει σχέδιο που λειτουργεί με βάση νομοθεσία, σύμβαση, συμφωνία, έγγραφο καταπιστεύματος ή κανόνες, βάσει των οποίων καθορίζεται ποιες συνταξιοδοτικές παροχές χορηγούνται και υπό ποιους όρους·
«Ταμείο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών» ή «Ταμείο» σημαίνει Ταμείο το οποίο λειτουργεί, ανεξαρτήτως της νομικής του μορφής, σε κεφαλαιοποιητική βάση και ιδρύεται στη Δημοκρατία ξεχωριστά από οποιαδήποτε χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή επαγγελματική ένωση, με σκοπό να χορηγεί συνταξιοδοτικές παροχές στο πλαίσιο μιας επαγγελματικής δραστηριότητας, είτε με βάση νομοθεσία είτε με βάση συμφωνία ή σύμβαση που συνάπτεται-
(α) μεμονωμένα ή συλλογικά μεταξύ εργοδότη/ών και εργαζομένου/ων ή μεταξύ των αντιστοίχων εκπροσώπων τους, ή
(β) με ελεύθερους επαγγελματίες, κατά την ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία, και το οποίο αναπτύσσει δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με τον ανωτέρω σκοπό·
«Ταμείο κράτους μέλους» σημαίνει Ταμείο με έδρα κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία·
«Ταμείο Προνοίας» σημαίνει Ταμείο το οποίο παρέχει συνταξιοδοτικές παροχές οι οποίες καταβάλλονται υπό μορφή εφάπαξ πληρωμών·
«Ταμείο Συντάξεων» σημαίνει Ταμείο το οποίο παρέχει καθορισμένου ύψους συνταξιοδοτικές παροχές οι οποίες καταβάλλονται υπό μορφή περιοδικών πληρωμών ή εν μέρει υπό μορφή περιοδικών πληρωμών και εν μέρει υπό μορφή εφάπαξ πληρωμών·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων·
«χρηματοδοτούσα επιχείρηση» σημαίνει οποιαδήποτε επιχείρηση ή άλλο φορέα, ανεξαρτήτως του εάν περιλαμβάνει ή απαρτίζεται από ένα ή περισσότερα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που ενεργούν υπό την ιδιότητα εργοδότη ή ελεύθερου επαγγελματία ή οποιουδήποτε συνδυασμού αυτών και που καταβάλλει εισφορές σε Ταμείο.
(2) Στον παρόντα Νόμο, αναφορά σε πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και της τέως Ευρωπαϊκής Κοινότητας σημαίνει την εν λόγω πράξη, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.