31.-(1)(α) Τηρούμενων των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 30 του παρόντος Νόμου και νοουμένου ότι το πλοίο ή το σκάφος, ανεξάρτητα από τη σημαία που αυτό φέρει, το οποίο μεταφέρει προς το κυπριακό πλοίο-
(i) τους ιδιωτικούς φρουρούς πλοίων ή άλλα πρόσωπα που εργάζονται για ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων που θα επιβιβαστούν σε αυτό στα πλαίσια των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου∙ ή/και
(ii) τα όπλα ή/και τον ειδικό εξοπλισμό ασφαλείας που θα φορτωθούν σε αυτό για χρήση στα πλαίσια των διατάξεων της παραγράφου (α) αντίστοιχα των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου∙
έχει συμμορφωθεί και ικανοποιήσει, κατά την αναχώρηση του από τα εσωτερικά ή χωρικά ύδατα ή τη συνορεύουσα ζώνη του κράτους στο οποίο οι πιο πάνω επιβιβάστηκαν σε αυτό ή τα πιο πάνω φορτώθηκαν σε αυτό, τις απαιτήσεις των διατάξεων των νόμων και των αρμοδίων αρχών του σχετικού κράτους, δεν απαγορεύεται-
(αα) η μεταφορά από το πλοίο ή το σκάφος και η επιβίβαση στο κυπριακό πλοίο σε διεθνή ύδατα των όσων αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) της παρούσας παραγράφου∙ ή
(ββ) η μεταφορά από το πλοίο ή το σκάφος και η φόρτωση στο κυπριακό πλοίο σε διεθνή ύδατα των όσων αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παρούσας παραγράφου.
(β) Τηρούμενων κατά αναλογία των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου δεν απαγορεύεται-
(i) η αποβίβαση από το κυπριακό πλοίο και η μεταφορά σε πλοίο ή σκάφος, ανεξάρτητα από τη σημαία που αυτό φέρει, σε διεθνή ύδατα των όσων αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου∙ ή
(ii) η εκφόρτωση σε διεθνή ύδατα από το κυπριακό πλοίο και η μεταφορά σε πλοίο ή σκάφος, ανεξάρτητα από τη σημαία που αυτό φέρει, των όσων αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου∙
νοουμένου ότι το πλοίο ή το σκάφος, κατά την άφιξη του στα εσωτερικά ή χωρικά ύδατα ή τη συνορεύουσα ζώνη του κράτους στο οποίο οι πιο πάνω θα αποβιβαστούν από αυτό ή τα πιο πάνω θα εκφορτωθούν από αυτό, θα συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των διατάξεων των νόμων και των αρμοδίων άρχων του σχετικού κράτους.
(γ) Η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων, ο έχων την εκμετάλλευση του κυπριακού πλοίου και ο πλοίαρχος του κυπριακού πλοίου έχουν έκαστος την υποχρέωση να εξασφαλίζουν από τον πλοίαρχο του πλοίου ή του σκάφους το οποίο θα εμπλακεί στη δραστηριότητα μεταφόρτωσης, ανεξάρτητα από τη σημαία που αυτό φέρει, στην περίπτωση μεταφόρτωσης-
(i) προς το κυπριακό πλοίο, γραπτή βεβαίωση ότι έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου∙ ή/και
(ii) από το κυπριακό πλοίο, γραπτή βεβαίωση και δέσμευση έναντι τους ότι θα συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των διατάξεων της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου∙
πριν την έναρξη της δραστηριότητας μεταφόρτωσης καθώς και την υποχρέωση να υποβάλουν αυτές στην Αρμόδια Αρχή όταν τους ζητηθεί.
(2)(α) Ο πλοίαρχος του κυπριακού πλοίου δύναται και έχει την υποχρέωση-
(i) να καθορίζει τις προϋποθέσεις και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα διεξάγεται οποιαδήποτε δραστηριότητα μεταφόρτωσης από πλοίο σε πλοίο∙
(ii) τα μέτρα ασφαλείας και τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος που θα πρέπει να λαμβάνονται πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη της μεταφόρτωσης∙ και
(iii) να συμφωνεί τα όσα αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παρούσας παραγράφου με τον πλοίαρχο του πλοίου ή του σκάφους, ανεξάρτητα από τη σημαία που αυτό φέρει, που θα εμπλακεί στη μεταφόρτωση∙
πριν την έναρξη της δραστηριότητας μεταφόρτωσης καθώς και την υποχρέωση να υποβάλουν σχετικές, με τα όσα αναφέρονται στις πιο πάνω υποπαραγράφους της παρούσας παραγράφου, πληροφορίες και τεκμήρια στην Αρμοδία Αρχή όταν τους ζητηθεί.
(β) Ο πλοίαρχος του κυπριακού πλοίου δύναται και έχει την υποχρέωση να αναστείλει ή και να διακόπτει οποιαδήποτε δραστηριότητα μεταφόρτωσης από πλοίο σε πλοίο όταν κρίνει αυτό σκόπιμο υπό τις περιστάσεις.
(γ) Ο πλοίαρχος του κυπριακού πλοίου έχει την υποχρέωση να καταχωρεί στο επίσημο ημερολόγιο του πλοίου όλα τα σχετικά, με την κάθε δραστηριότητα μεταφόρτωσης από πλοίο σε πλοίο, γεγονότα.
(3) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των απαγορεύσεων που τίθενται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή που δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διαπράττει ποινικό αδίκημα, τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης μέχρι δεκαπέντε (15) έτη ή χρηματική ποινή μέχρι εβδομήντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€75 000) ή με αμφότερες τις ποινές.