25.-(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία να διατάζει με οδηγία της όπως πλοίο παραμείνει σε συγκεκριμένο χώρο ή μετακινηθεί σε συγκεκριμένο χώρο και παραμείνει εκεί, την οποία οδηγία διαβιβάζει δια χειρός ή μέσω τηλεομοιοτύπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου.
(2) ΄Εκαστη οδηγία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου και ισχύει μέχρις ότου είτε ανακληθεί κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (5) είτε ακυρωθεί στα πλαίσια προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(3) Σε κάθε οδηγία που αναφέρεται στο εδάφιο (1), η Επιτροπή -
(α) παραθέτει τους λόγους έκδοσής της, και
(β) πληροφορεί τον πλοίαρχο, στον οποίο η οδηγία διαβιβάζεται, περί του δικαιώματος του έχοντος την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου να προσβάλει την οδηγία με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(4) ΄Εκαστος εκ των πλοιάρχου και του έχοντος την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου, υποχρεούται κατά την περίοδο ισχύος της οδηγίας να συμμορφώνεται με αυτή.
(5) Σε περίπτωση που η Επιτροπή ικανοποιηθεί ότι εξέλειπαν οι λόγοι για τους οποίους εξέδωσε οδηγία δυνάμει του εδαφίου (1), ανακαλεί την οδηγία δια γραπτής απόφασής της την οποία διαβιβάζει δια χειρός ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου.
(6) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο που αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που του επιβάλλει το εδάφιο (4) και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
(7) Διαπράττει το κατά το εδάφιο (6) ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται στις καθοριζόμενες στο ίδιο εδάφιο ποινές οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο είναι αυτουργός, συνεργός ή σύμβουλος, κατά τα άρθρα 20 έως 23 του Ποινικού Κώδικα, αναφορικά με τη διάπραξη του προαναφερόμενου ποινικού αδικήματος.