Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο-
"Οδηγία 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τον καθορισμό των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη διερεύνηση των ατυχημάτων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου", εξαιρουμένου του Άρθρου 24 αυτής,
Για σκοπούς ορθότερης εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο-
"Οδηγία 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τον καθορισμό των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη διερεύνηση των ατυχημάτων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου",
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων Νόμος του 2012.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«αιγιαλίτιδα ζώνη» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό ο περί Αιγιαλίτιδος Ζώνης Νόμος·
«βάση δεδομένων EMCIP» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Πλατφόρμα Πληροφοριών Ναυτικών Ατυχημάτων (European Marine Casualty Information Platform - EMCIP), η οποία προβλέπεται στο Άρθρο 17 της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ·
«Γενικός Διευθυντής» σημαίνει τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«διερεύνηση» έχει ταυτόσημη έννοια με τον όρο «διερεύνηση θεμάτων ασφάλειας έπειτα από ναυτικό ατύχημα ή συμβάν», όπως ο τελευταίος ορίζεται στον Κώδικα·
«Διερευνητές» σημαίνει τους Διερευνητές Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων, οι οποίοι εκτελούν διερευνήσεις για λογαριασμό της Επιτροπής, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο και περιλαμβάνει τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας·
«ΔΝΟ» σημαίνει το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (International Maritime Organization)·
«Επιτροπή» σημαίνει την κατά το άρθρο 4 τριμελή Επιτροπή Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων·
«εσωτερικά ύδατα» σημαίνει τα εσωτερικά ύδατα της Δημοκρατίας ως αυτά καθορίζονται από τις διατάξεις της Σύμβασης UNCLOS, η οποία κυρώθηκε με τον περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Κυρωτικό) Νόμο και περιλαμβάνει και τους λιμένες της Δημοκρατίας·
«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2011» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2011 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2011, για την καθιέρωση κοινής μεθοδολογίας διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων που αναπτύχθηκε σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου»·
«κατευθυντήριες γραμμές του ΔΝΟ για τη δίκαιη μεταχείριση των πληρωμάτων σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος» σημαίνει τις κατευθυντήριες γραμμές που επισυνάπτονται στην Απόφαση LEG.3(91) της Νομικής Επιτροπής του ΔΝΟ, της 27ης Απριλίου 2006, όπως εγκρίθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας κατά τη 296η σύνοδό της, στις 12-16 Ιουνίου 2006·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κυπριακό πλοίο» σημαίνει πλοίο που είναι εγγεγραμμένο -
(α) στο Νηολόγιο Κυπριακών Πλοίων και φέρει τη σημαία της Δημοκρατίας, δυνάμει των διατάξεων του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγηση, Πώληση και Υποθήκευση Πλοίων) Νόμου· ή
(β) στο Μητρώο Μικρών Σκαφών που τηρείται από το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας δυνάμει των περί Εκτάκτων Εξουσιών (Έλεγχος Μικρών Σκαφών) Κανονισμών∙
«κύριο κράτος διερεύνησης» έχει την έννοια που του αποδίδει ο Κώδικας·
«Κώδικας» σημαίνει τον Κώδικα για τη Διερεύνηση Ναυτικών Ατυχημάτων και Περιστατικών, που επισυνάφθηκε στην Απόφαση Α.849(20) της Συνέλευσης του ΔΝΟ, της 27ης Νοεμβρίου 1997, όπως αυτός τροποποιήθηκε με την Απόφαση της Συνέλευσης του ΔΝΟ Α. 884(21) και όπως αυτός εκάστοτε περαιτέρω τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«ναυτικό ατύχημα» έχει την έννοια που του αποδίδει ο Κώδικας·
«ναυτικό συμβάν» έχει την έννοια που του αποδίδει ο Κώδικας·
«ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου» σημαίνει τον πλοιοκτήτη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όπως το διαχειριστή ή το ναυλωτή γυμνού πλοίου (bareboat charterer), ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας πλοίου από τον πλοιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα παρεπόμενα καθήκοντα, ευθύνες και υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον παρόντα Νόμο, και περιλαμβάνει νομικό πρόσωπο·
«Οδηγία 95/46/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί προσαρμογής στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου των διατάξεων των σχετικών με τις επιτροπές που επικουρούν την Επιτροπή στην άσκηση των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της, οι οποίες προβλέπονται από πράξεις υποκείμενες στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης ΕΚ·
«Οδηγία 2009/18/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τον καθορισμό των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη διερεύνηση των ατυχημάτων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου»·
«όργανο VDR», σημαίνει το όργανο καταγραφής δεδομένων ταξιδίου (Voyage Data Recorder), όπως ορίζεται στην Απόφαση Α.861(20) της Συνέλευσης του ΔΝΟ και την Απόφαση MSC.163(78) της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας του ΔΝΟ·
«ουσιαστικώς ενδιαφερόμενο κράτος» έχει την έννοια που του αποδίδει ο Κώδικας·
«οχηματαγωγό ro-ro» έχει την έννοια που του αποδίδει ο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Υποχρεωτικές Επιθεωρήσεις για την Ασφαλή Εκτέλεση Τακτικών Γραμμών από Οχηματαγωγά Ro-Ro και Ταχύπλοα Επιβατηγά Σκάφη) Νόμος·
«πολύ σοβαρό ατύχημα» έχει την έννοια που του αποδίδει ο Κώδικας·
«πράκτορας» σημαίνει πρόσωπο που έχει εντολή ή/ και είναι εξουσιοδοτημένο να παρέχει πληροφορίες για λογαριασμό του έχοντος την εκμετάλλευση πλοίου·
«Πρόεδρος» σημαίνει τον Πρόεδρο της Επιτροπής ή το μέλος που τον αναπληροί, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο·
«σοβαρό ατύχημα» σημαίνει σοβαρό ατύχημα σύμφωνα με τους προσαρμοσμένους στα πρόσφατα δεδομένα ορισμούς της εγκυκλίου MSC-MEPC.3/Circ.3, ημερομηνίας 18 Δεκεμβρίου 2008, της Επιτροπής Ναυτικής Ασφάλειας, του ΔΝΟ και της Επιτροπής Προστασίας του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος·
«Σύμβαση SOLAS» σημαίνει τη Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα του 1974 (SOLAS), η οποία κυρώθηκε διά του περί της Διεθνούς Συμβάσεως περί Ασφάλειας της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα (Κυρωτικού) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου·
«Σύμβαση UNCLOS» σημαίνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1983, η οποία κυρώθηκε διά του περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Κυρωτικού) Νόμου του 1988·
«σύσταση ασφαλείας» σημαίνει οποιαδήποτε πρόταση, ακόμη και για σκοπούς καταγραφής και ελέγχου, προερχόμενη -
(α) είτε από οργανισμό διερεύνησης του κράτους που διενεργεί ή είναι κύριο κράτος διερεύνησης και βασίζεται σε πληροφορίες που προέκυψαν από τη διερεύνηση·
(β) είτε, κατά περίπτωση, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ενεργεί βάσει συνοπτικής ανάλυσης δεδομένων και των αποτελεσμάτων των διερευνήσεων θεμάτων ασφάλειας που διενεργήθηκαν·
«ταχύπλοο επιβατηγό σκάφος» έχει την έννοια που του αποδίδουν οι περί της Εμπορικής Ναυτιλίας (Υποχρεωτικές Επιθεωρήσεις για την Ασφαλή Εκτέλεση Τακτικών Γραμμών από Οχηματαγωγά Ro-Ro και Ταχύπλοα Επιβατηγά Σκάφη) Νόμοι του 2002 και 2004·
«Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας» σημαίνει το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων·
«Υπηρεσία» σημαίνει την κατά το άρθρο 12 Υπηρεσία Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων.
(2) Στον παρόντα Νόμο, αναφορά σε πράξη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή/και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(3) Όροι που δεν ορίζονται στον παρόντα Νόμο και οι οποίοι συναντώνται στον Κώδικα, έχουν την έννοια που τους αποδίδει ο Κώδικας.
3.–(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα-
(α) στα οποία εμπλέκεται κυπριακό πλοίο, ανεξαρτήτως του τόπου όπου συνέβη το ναυτικό ατύχημα ή/ και το ναυτικό συμβάν· ή
(β) τα οποία λαμβάνουν χώρα εντός της αιγιαλίτιδας ζώνης ή των εσωτερικών υδάτων της Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως της σημαίας που φέρει οποιοδήποτε πλοίο που εμπλέκεται στο ναυτικό ατύχημα ή/ και στο ναυτικό συμβάν· ή
(γ) τα οποία αφορούν άλλα ουσιαστικά συμφέροντα της Δημοκρατίας, ανεξαρτήτως του τόπου όπου λαμβάνει χώρα το ναυτικό ατύχημα ή και το ναυτικό συμβάν, και ανεξαρτήτως της σημαίας που φέρει οποιοδήποτε πλοίο που εμπλέκεται στο ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν.
(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα που αφορούν μόνο-
(α) πολεμικά και οπλιταγωγά πλοία και άλλα πλοία, την κυριότητα ή τη διαχείριση των οποίων έχει κράτος μέλος και τα οποία χρησιμοποιούνται μόνο για την παροχή δημόσιων μη εμπορικών υπηρεσιών·
(β) μη μηχανοκίνητα πλοία, ξύλινα πλοία πρωτόγονης κατασκευής, θαλαμηγούς ή/ και σκάφη αναψυχής που δεν χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς, εκτός αν είναι επανδρωμένα ή πρόκειται να επανδρωθούν με πλήρωμα και μεταφέρουν περισσότερους από δώδεκα (12) επιβάτες για εμπορικούς σκοπούς·
(γ) σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας που πλέουν σε εσωτερικές πλωτές οδούς·
(δ) αλιευτικά σκάφη μήκους μικρότερου των 15 μέτρων ·
(ε) μόνιμες υπεράκτιες μονάδες γεώτρησης.
4.–(1)(α) Ιδρύεται ανεξάρτητη τριμελής Επιτροπή, καλούμενη «Επιτροπή Διερεύνησης Ναυτικών Ατυχημάτων και Συμβάντων», η οποία έχει τη συγκρότηση, τη λειτουργία, τις αρμοδιότητες, τις εξουσίες και τα καθήκοντα που καθορίζονται από τον παρόντα Νόμο.
(β) Η Επιτροπή επικουρείται από την Υπηρεσία.
(2) Άνευ επηρεασμού της ανεξαρτησίας της Επιτροπής κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14, η Επιτροπή-
(α) τελεί, για σκοπούς κοινοβουλευτικού ελέγχου, υπό τη γενική εποπτεία του Υπουργού·
(β) εφοδιάζεται, όπως και η Υπηρεσία που την επικουρεί, από τον Υπουργό, με τα απαραίτητα μέσα και με επαρκείς πόρους ούτως ώστε να είναι σε θέση να κινητοποιείται άμεσα μόλις της γνωστοποιείται ατύχημα ή/και συμβάν και να εκτελεί με ανεξαρτησία τα καθήκοντά της.
(3) Αποστολή της Επιτροπής είναι –
(α) η ταχεία και αποτελεσματική διεξαγωγή διερευνήσεων θεμάτων ασφάλειας και η κατάλληλη ανάλυση έπειτα από ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα προκειμένου να διαπιστωθούν τα αίτια που τα προκάλεσαν·
(β) η υποβολή έγκαιρης και ακριβούς αναφοράς για τα αποτελέσματα διερεύνησης και προτάσεων για διορθωτικά μέτρα·
(γ) η εκτέλεση των καθηκόντων της που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, σύμφωνα με τον Κώδικα καθώς, επίσης, και με τα συναφή νομοθετήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με τα διεθνή νομοθετήματα.
5.-(1) Η Επιτροπή είναι τριμελής και απαρτίζεται από τον Πρόεδρο και δύο άλλα κανονικά μέλη, οι οποίοι διορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, μετά από πρόταση του Υπουργού. Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει επιπλέον και δύο αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7).
(2)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει ως Πρόεδρο και δύο άλλα κανονικά μέλη της Επιτροπής, πρόσωπα προτεινόμενα από τον Υπουργό, τα οποία κατέχουν συνδυαστικά, ως ομάδα, ειδικευμένη γνώση και εκτενή πείρα σε ναυτιλιακά θέματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση ή/και επιθεώρηση πλοίων, διερεύνηση ατυχημάτων στη βιομηχανία γενικότερα καθώς, επίσης, νομική κατάρτιση.
(β) Ο Πρόεδρος και τα δύο άλλα κανονικά μέλη της Επιτροπής υπηρετούν υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης. Το καθεστώς απασχόλησης του Προέδρου και των δύο άλλων κανονικών μελών δύναται να διαφοροποιηθεί από μερική σε πλήρη απασχόληση με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
(3) Δεν επιτρέπεται στον Πρόεδρο, στα δύο άλλα κανονικά μέλη και στα δύο αναπληρωματικά μέλη να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον, δυνάμενο να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης τους κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της Επιτροπής. Σε δε περίπτωση που προκύψει οποιοδήποτε τέτοιο συμφέρον του Προέδρου ή άλλου κανονικού ή αναπληρωματικού μέλους, ο Πρόεδρος ή το άλλο μέλος έχει υποχρέωση να το δηλώσει στον Υπουργό και στα λοιπά μέλη της Επιτροπής και να αυτοεξαιρεθεί από την σχετική εργασία της Επιτροπής.
(4) Η θητεία του Προέδρου και των δύο άλλων κανονικών μελών της Επιτροπής είναι τριετής και δύναται να ανανεωθεί μόνο μία φορά, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2).
(5)(α) Σε περίπτωση που η θέση του Προέδρου ή άλλου κανονικού μέλους της Επιτροπής κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση του Υπουργού, προβαίνει στο διορισμό νέου Προέδρου ή άλλου νέου μέλους για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του Προέδρου ή του μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, του οποίου η θέση έχει κενωθεί, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2). Η θητεία του Προέδρου ή άλλου μέλους της Επιτροπής, που διορίζεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, δύναται να ανανεωθεί μέχρι δύο φορές.
(β) Η τυχόν κενή θέση του Προέδρου ή άλλου κανονικού μέλους της Επιτροπής δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότησή της και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.
(γ)(i) Σε περίπτωση που η θέση κανονικού μέλους της Επιτροπής, πλην του Προέδρου, κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, μέχρι το διορισμό νέου μέλους δυνάμει της παραγράφου (α), στην Επιτροπή συμμετέχει το αναπληρωματικό μέλος, το οποίο διορίζεται δυνάμει του εδαφίου (7) για το μέλος του οποίου η θέση έχει κενωθεί.
(ii) Σε περίπτωση που η θέση του Προέδρου κενωθεί πριν από τη λήξη της θητείας του, μέχρι το διορισμό νέου Προέδρου δυνάμει της παραγράφου (α), η Επιτροπή συνεχίζει να λειτουργεί με τα λοιπά κανονικά μέλη της, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7).
(6) Σε περίπτωση που –
(α) ο Πρόεδρος κωλύεται προσωρινά στην άσκηση των καθηκόντων του από οποιαδήποτε αιτία, ή
(β) η θέση του Προέδρου είναι κενή, μέχρι το διορισμό νέου Προέδρου,
χρέη προεδρεύοντος εκτελεί το πρεσβύτερο κανονικό μέλος της Επιτροπής.
(7)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση του Υπουργού, διορίζει ως αναπληρωματικό μέλος, για κάθε μέλος της Επιτροπής, πλην του Προέδρου, πρόσωπα με ειδικευμένη γνώση και εκτενή πείρα σε ναυτιλιακά θέματα που έχουν σχέση με τη διαχείριση ή/και επιθεώρηση πλοίων ή, στη διερεύνηση ατυχημάτων στη βιομηχανία γενικότερα, καθώς, επίσης, με νομική κατάρτιση. Το αναπληρωματικό μέλος αναπληροί το μέλος της Επιτροπής στην άσκηση των καθηκόντων του –
(i) όταν το μέλος της Επιτροπής κωλύεται προσωρινά από οποιαδήποτε αιτίαֹ ή
(ii) κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (δ).
(β) Η θητεία των αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής είναι τριετής και δύναται να ανανεώνεται.
(γ) Σε περίπτωση που η Επιτροπή σε συνεδρία της (στο εξής, «η τρέχουσα συνεδρία») απασχολείται με θέμα το οποίο την απασχόλησε σε προηγούμενη συνεδρία (στο εξής, «η προηγούμενη συνεδρία») και στην τρέχουσα συνεδρία συμμετέχει –
(i) κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου ή την υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής το οποίο δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνεδρία, ή/ και
(ii) μέλος της Επιτροπής το οποίο δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνεδρία, είτε στην προηγούμενη συνεδρία συμμετείχε αντί αυτού το αναπληρωματικό του μέλος είτε όχι,
δεν επαναλαμβάνεται η διαδικασία και συζήτηση που προηγήθηκε στην προηγούμενη συνεδρία, χωρίς να επηρεάζεται η εγκυρότητα οποιασδήποτε απόφασης της Επιτροπής επί του θέματος, υπό την προϋπόθεση ότι το μέλος ή, κατά περίπτωση, το αναπληρωματικό μέλος ενημερώνεται για τα πρακτικά και τα λοιπά στοιχεία της προηγούμενης συνεδρίας και αυτή του η ενημέρωση αναφέρεται στα πρακτικά της τρέχουσας συνεδρίας.
(δ) Σε περίπτωση που, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής συμμετέχει σε συνεδρία της Επιτροπής κατά την οποία συζητείται ορισμένο θέμα, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει όπως το αναπληρωματικό μέλος συνεχίσει να αναπληροί το μέλος της Επιτροπής σε οποιαδήποτε ή όλες τις επόμενες συνεδρίες στις οποίες η Επιτροπή απασχολείται με το ίδιο θέμα.
(8) Ελάττωμα αναφορικά με το διορισμό του Προέδρου, άλλου μέλους ή αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότησή της και την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.
6. Το Υπουργικό Συμβούλιο καθορίζει με απόφασή του τους όρους εργασίας και την αποζημίωση που καταβάλλεται στον Πρόεδρο, στα λοιπά κανονικά και αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής.
7.- (1) Η θέση του Προέδρου, άλλου κανονικού μέλους ή αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής κενούται -
(α) σε περίπτωση λήξης της θητείας του· ή
(β) σε περίπτωση θανάτου του. ή
(γ) σε περίπτωση παραίτησής του κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2). ή
(δ) σε περίπτωση κωλύματος στην άσκηση των καθηκόντων του για περίοδο πέραν των έξι μηνών. ή
(ε) σε περίπτωση έκπτωσής του, η οποία κηρύσσεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3).
(2) Ο Πρόεδρος, άλλο κανονικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής δύναται να υποβάλει γραπτώς στο Υπουργικό Συμβούλιο την παραίτησή του από τη θέση του αυτή. Η προαναφερόμενη παραίτηση δεν υπόκειται σε ανάκληση, επενεργεί δε αμέσως χωρίς να προαπαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(3)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, κατόπιν εισήγησης του Υπουργού, να κηρύξει έκπτωτο τον Πρόεδρο, άλλο κανονικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής, εάν συντρέχει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) εάν κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους κηρύχτηκε σε κατάσταση πτώχευσης.
(ii) εάν καταδικάστηκε για ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
(iii) εάν λόγω φυσικής αναπηρίας ή/ και φυσικής ή/ και διανοητικής ασθένειας αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του.
(iv) εάν κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους πάσχει από διανοητική νόσο που τον καθιστά ανίκανο να ασκήσει τα καθήκοντά του.
(v) εάν διατήρησε ή απέκτησε οικονομικό ή άλλο συμφέρον δυνάμενο να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του και δεν υπέβαλε την παραίτησή του.
(vi) εάν καταχράστηκε τη θέση του κατά τρόπο ώστε τυχόν συνέχιση της θητείας του να αποβεί επιβλαβής για το δημόσιο συμφέρον.
(vii) σε περίπτωση αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του και ιδιαίτερα ύστερα από αδικαιολόγητη απουσία από τις συνεδρίες της Επιτροπής για τρεις συνεχείς φορές.
(β) Πριν κηρύξει έκπτωτο οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει της παραγράφου (α), το Υπουργικό Συμβούλιο παρέχει την ευκαιρία στο πρόσωπο αυτό να του υποβάλει τις απόψεις του. Σε αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται τα εδάφια (3), (4) και (6) του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου.
8. Ο Πρόεδρος προεδρεύει της Επιτροπής, συγκαλεί την Επιτροπή σε συνεδρία κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9, και υπογράφει τα πρακτικά, τις εκθέσεις διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών συμβάντων, την ετήσια έκθεση της Επιτροπής και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
9.-(1) Ο Πρόεδρος συγκαλεί σε τακτική συνεδρία την Επιτροπή μία φορά το μήνα και εκτάκτως, σε περίπτωση πολύ σοβαρού ατυχήματος καθώς, επίσης, για την εξέταση και έγκριση έκθεσης διερεύνησης πολύ σοβαρού ατυχήματος. Η συχνότητα των τακτικών συνεδριάσεων δύναται να διαφοροποιηθεί με Διάταγμα του Υπουργού δημοσιευόμενο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται στα μέλη της Επιτροπής τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από την ορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία. Κατ’ εξαίρεση, σε έκτακτες περιπτώσεις, συνεδρία της Επιτροπής συγκαλείται με πρόσκληση, που κυκλοφορεί μεταξύ των μελών αμέσως πριν από τη συνεδρίαση.
(3) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο και κοινοποιείται μαζί με την πρόσκληση σε συνεδρία. Τα λοιπά μέλη της Επιτροπής μπορούν να εισαγάγουν θέμα προς συζήτηση νοουμένου ότι πληροφορήσουν σχετικά τον Πρόεδρο είκοσι τέσσερις (24) ώρες προηγουμένως. Κατεπείγοντα θέματα εκτός ημερήσιας διάταξης, μπορούν να συζητηθούν κατά τη συνεδρία, κατόπιν έγκρισης του Προέδρου.
10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5)(γ), (6) και (7) του άρθρου 5, η Επιτροπή συνεδριάζει νομίμως εάν στη συνεδρία παρίστανται τουλάχιστον δύο μέλη.
(2) Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και, σε περίπτωση ισοψηφίας, επικρατεί η ψήφος του προεδρεύοντος.
11.–(1) Οι αρμοδιότητες της Επιτροπής συνίστανται στις ακόλουθες:
(α) εξετάζει πληροφορίες αναφορικά με ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου και αποφαίνεται ποια από αυτά θα τύχουν διερεύνησης·
(β) αναθέτει στην Υπηρεσία τη διερεύνηση κάθε ναυτικού ατυχήματος ή/ και ναυτικού συμβάντος. Σε περίπτωση πολύ σοβαρού ατυχήματος που απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις ή σε περίπτωση αδυναμίας του προσωπικού να καλύψει αριθμό ατυχημάτων δυσανάλογο προς τον αριθμό του υπάρχοντος προσωπικού δύναται να διαπραγματεύεται την ανάθεση όλης ή μέρους της εργασίας σε εμπειρογνώμονα με αγορά υπηρεσιών, εξασφαλίζοντας τελική έγκριση, αναφορικά με το ποσό που θα διατεθεί, από το Γενικό Διευθυντή·
(γ) διασφαλίζει πως κάθε Διερευνητής διαθέτει γνώσεις και πρακτική εμπειρία για θέματα που αφορούν στα συνήθη καθήκοντα διερεύνησης·
(δ) εξασφαλίζει ταχεία πρόσβαση στην κατάλληλη εμπειρογνωμοσύνη, όταν χρειάζεται, και εξετάζει τα προσόντα των υποψήφιων εμπειρογνωμόνων και υποβάλλει σχετικές εισηγήσεις στον Υπουργό·
(ε) καθορίζει πολιτική αναφορικά με τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών συμβάντων, την έκταση και το περιεχόμενο της διερεύνησης·
(στ) εξετάζει τις εκθέσεις διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών συμβάντων που καταρτίζει η Υπηρεσία, και αποφαίνεται για την πληρότητα, τη μεθοδολογία και την αντικειμενικότητά τους, καθώς και την αξιοπιστία και ποιότητα και γενικότερα της λήψης και της επεξεργασίας των πληροφοριών·
(η) αποφαίνεται για τη μορφή της δημοσιοποίησης των εκθέσεων και των πορισμάτων τους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ, η δε ενημέρωση των μέσων μαζικής επικοινωνίας γίνεται από τον Πρόεδρο·
(θ) υποβάλλει τις τελικές εκθέσεις ναυτικών ατυχημάτων ή/ και ναυτικών ατυχημάτων της Επιτροπής στον Υπουργό και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22·
(ι) εγκρίνει και υποβάλλει στον Υπουργό την Ετήσια Έκθεση της Επιτροπής.
(2) Οι δραστηριότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή δύναται να επεκτείνονται στη συγκέντρωση και ανάλυση δεδομένων που αφορούν την ασφάλεια στη θάλασσα, ιδιαιτέρως για προληπτικούς λόγους, στο βαθμό που οι δραστηριότητες αυτές δεν επηρεάζουν την αμεροληψία ή δεν συνεπάγονται ευθύνη σε θέματα κανονιστικά, διοικητικά ή τυποποίησης.
(3) Για κάθε συνεδρία της Επιτροπής τηρούνται συνοπτικά πρακτικά αναφορικά με τα θέματα που συζητήθηκαν και τις αποφάσεις που λήφθηκαν.
12. -(1) Η Υπηρεσία, η οποία επικουρεί την Επιτροπή, έχει τη στελέχωση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες που καθορίζονται από τον παρόντα Νόμο.
(2) (α) Τα μέλη του προσωπικού της Υπηρεσίας, περιλαμβανομένου του Προϊσταμένου και των Διερευνητών, είναι μέλη της δημόσιας υπηρεσίας και διορίζονται σύμφωνα με τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο. Τα προσόντα των Διερευνητών καθορίζονται στο Παράρτημα του παρόντος Νόμου. Η Υπηρεσία δύναται να υποβοηθείται στην εκτέλεση των καθηκόντων της με αγορά υπηρεσιών κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους (β) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 11.
(β) Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας είναι υπεύθυνος για την ομαλή, αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία της Υπηρεσίας.
(3) Τα μέλη του προσωπικού της Υπηρεσίας επιτρέπεται να παρίστανται στις συνεδριάσεις και διαδικασίες ενώπιον της Επιτροπής, περιλαμβανομένων των διαβουλεύσεων της Επιτροπής για τη λήψη απόφασης και να ενημερώνουν ή/και να εκφράζουν άποψη προς την Επιτροπή αναφορικά με θέματα που τους έχουν ανατεθεί ή/και να τηρούν πρακτικά:
Νοείται ότι η παρουσία τους αυτή δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των αποφάσεων της Επιτροπής, ενώ δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.
(4) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (5), ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας προΐσταται διοικητικά και είναι υπεύθυνος για την Υπηρεσία.
(5) Ο Πρόεδρος είναι η αρμόδια αρχή για τους σκοπούς του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, ο οποίος ενεργεί συνήθως μέσω του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας.
13.-(1) Η Υπηρεσία είναι αρμόδια για-
(α) την εκτέλεση καθηκόντων γραμματείας της Επιτροπής·
(β) τη συλλογή των πληροφοριών αναφορικά με τα ναυτικά ατυχήματα και ναυτικά συμβάντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου και την ενημέρωση της Επιτροπής·
(γ) την άμεση ενημέρωση της Επιτροπής σε περίπτωση πολύ σοβαρού ατυχήματος και την υποβολή σχετικής εισήγησης προς τον Πρόεδρο για σύγκληση έκτακτης συνεδρίας·
(δ) τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων και ναυτικών συμβάντων κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο και την υποβολή της σχετικής έκθεσης διερεύνησης στην Επιτροπή·
(ε) την υποβολή εισηγήσεων στην Επιτροπή για έκτακτη πρόσληψη κατάλληλων διερευνητών ατυχημάτων στην Υπηρεσία συμπεριλαμβανομένων και εμπειρογνωμόνων·
(στ) την ετοιμασία της ετήσιας έκθεσης της Επιτροπής με, μεταξύ άλλων, περιγραφή των δραστηριοτήτων της Επιτροπής, στατιστικά στοιχεία ναυτικών ατυχημάτων και ναυτικών συμβάντων και κατάλογο συστάσεων ασφαλείας που εκδόθηκαν·
(ζ) την υποβολή στην Επιτροπή εισηγήσεων για όλα τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας·
(η) τη συμμετοχή και τήρηση πρακτικών στις συνεδρίες της Επιτροπής χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου·
(θ) τη συλλογή και τον έλεγχο πληροφοριών αναγκαίων για την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της Επιτροπής.
(ι) τη διενέργεια των κατά τον παρόντα Νόμο αναγκαίων κοινοποιήσεων και δημοσιεύσεων για λογαριασμό της Επιτροπής.
(ια) την παροχή προς την Επιτροπή κάθε δυνατής διευκόλυνσης προς εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της.
14.-(1) Πέραν της άσκησης του αναφερόμενου στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 4 κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο Υπουργός και οποιοδήποτε άλλο διοικητικό όργανο ή κυβερνητική αρχή, δεν επεμβαίνουν με οποιοδήποτε τρόπο στην ενάσκηση των καθηκόντων της Επιτροπής που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο.
(2) Η Επιτροπή είναι διοικητικά και λειτουργικά ανεξάρτητη από οποιοδήποτε όργανο ή τρίτο πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα θα μπορούσαν να έλθουν σε σύγκρουση με τις αρμοδιότητες της Επιτροπής.
(3) Διερευνήσεις που διεξάγει η Επιτροπή κατά τον παρόντα Νόμο-
(α) είναι ανεξάρτητες από δικαστικές ή άλλες παράλληλες έρευνες που διενεργούνται για να καθοριστεί η υπαιτιότητα ή/ και να αποδοθούν ευθύνες· και
(β) δεν παρακωλύονται, αναβάλλονται ή/ και καθυστερούν αδικαιολόγητα εξαιτίας δικαστικών ή/ και άλλων παράλληλων ερευνών που διενεργούνται για να καθοριστεί η υπαιτιότητα ή/ και να αποδοθούν ευθύνες.
(4) Η Επιτροπή δεν αποφεύγει να υποβάλει πλήρη αναφορά στον Υπουργό όσον αφορά τα αίτια του ναυτικού ατυχήματος ή/ και ναυτικού συμβάντος, για τον λόγο ότι από τα πορίσματα θα μπορούσε να προκύψει σφάλμα ή υπαιτιότητα.
15.–(1) Η Επιτροπή αναλαμβάνει τη διερεύνηση κάθε πολύ σοβαρού ναυτικού ατυχήματος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
(2) Σε περιπτώσεις σοβαρών ατυχημάτων, η Επιτροπή προβαίνει σε προκαταρκτική εκτίμηση προκειμένου να αποφασίσει εάν πρέπει να διενεργήσει διερεύνηση. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή αποφασίζει να μην προβεί σε διερεύνηση, οι λόγοι για την εν λόγω απόφαση καταγράφονται και αποτελούν αντικείμενο κοινοποίησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατά τον τύπο του Παραρτήματος ΙΙ της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ, και σύμφωνα με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας Πληροφοριών Ναυτικών Ατυχημάτων.
(3) Σε περίπτωση οποιουδήποτε ναυτικού ατυχήματος ή ναυτικού συμβάντος, άλλου από τα αναφερόμενα στα εδάφια (1) και (2), η Επιτροπή αποφασίζει προκαταρκτικά εάν θα προβεί σε διερεύνηση.
(4) Κατά τη λήψη των κατά τα εδάφια (2) και (3) αποφάσεων, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα του ναυτικού ατυχήματος ή του ναυτικού συμβάντος, τον τύπο του πλοίου ή/και του φορτίου που αφορά, και την πιθανότητα τα ευρήματα της διερεύνησης να χρησιμεύσουν στην πρόληψη μελλοντικών ατυχημάτων ή/ και συμβάντων.
(5) Όταν η Δημοκρατία είναι το κύριο κράτος διερεύνησης, οι πρακτικές διευθετήσεις για τη διερεύνηση καθορίζονται από την Επιτροπή σε συνεργασία με τους αντίστοιχους οργανισμούς άλλων ουσιαστικώς ενδιαφερόμενων κρατών, κατά τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο για την επίτευξη του σκοπού του παρόντος Νόμου, και με στόχο την πρόληψη μελλοντικών ατυχημάτων και συμβάντων.
(6) Κατά τη διερεύνηση, οι Διερευνητές τηρούν την κοινή μεθοδολογία για τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων που προβλέπεται στο παράρτημα του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2011. Οι Διερευνητές μπορούν να αποκλίνουν από τη μεθοδολογία αυτή σε κάθε περίπτωση κατά την οποία δικαιολογείται δεόντως κατά την επαγγελματική τους κρίση και απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της διερεύνησης.
(7) Η διερεύνηση αρχίζει όσο το δυνατόν ταχύτερα έπειτα από ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν και, εν πάση περιπτώσει, το αργότερο δύο (2) μήνες από το ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν.
(8) Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις σχετικές διατάξεις των κατευθυντήριων γραμμών του ΔΝΟ για τη δίκαιη μεταχείριση των πληρωμάτων σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
16.-(1) Ο πλοίαρχος πλοίου, ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου και ο πράκτορας πλοίου, το οποίο πλοίο εμπλέκεται σε ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν, έχουν έκαστος την υποχρέωση να γνωστοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν. Τα στοιχεία επικοινωνίας της Επιτροπής γνωστοποιούνται με Διάταγμα του Υπουργού δημοσιευόμενο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Η κατά το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου γνωστοποίηση περιλαμβάνει, στο βαθμό του δυνατού, τα πιο κάτω-
(α) όνομα, διεθνές διακριτικό σήμα, αριθμό ΔΝΟ του εμπλεκόμενου πλοίου ή πλοίων·
(β) στοιχεία αναφορικά με τους πλοιοκτήτες και τους έχοντες την εκμετάλλευση του εμπλεκόμενου πλοίου ή πλοίων·
(γ) ημερομηνία, ώρα και τοποθεσία όπου επισυνέβη το ναυτικό ατύχημα ή ναυτικό συμβάν καθώς επίσης και τη τοποθεσία του εμπλεκόμενου πλοίου ή πλοίων κατά το χρόνο της γνωστοποίησης·
(δ) αναφορά σε σχέση με την κατάσταση του πληρώματος και των επιβατών του εμπλεκόμενου πλοίου ή πλοίων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν τραυματισμών, θανάτων ή απωλειών·
(ε) αναφορά σε σχέση με την κατάσταση του εμπλεκόμενου πλοίου ή πλοίων συμπεριλαμβανομένων των σημείων όπου έχει επέλθει ζημιά·
(στ) αναφορά σε σχέση με την πρόκληση οιασδήποτε ζημιάς στο περιβάλλον και τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες·
(ζ) σύντομη περιγραφή του ναυτικού ατυχήματος ή/ και ναυτικού συμβάντος.
(3) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με το εδάφιο (1) και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
(4) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (1), οι ακόλουθες υπηρεσίες της Δημοκρατίας γνωστοποιούν αμέσως στην Επιτροπή ναυτικά ατυχήματα ή/ και ναυτικά συμβάντα τα οποία περιέρχονται στη γνώση τους:
(α) το Κέντρο Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης·
(β) η Λιμενική και Ναυτική Αστυνομία·
(γ) το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας·
(δ) η Αρχή Λιμένων Κύπρου·
(ε) το Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών.
17.-(1) Οι Διερευνητές ή πρόσωπα που εκτελούν τις διερευνήσεις της Επιτροπής ή πρόσωπα που εκτελούν τις διερευνήσεις εκ μέρους οποιουδήποτε οργανισμού διερεύνησης άλλου κράτους στον οποίο έχει ανατεθεί διερεύνηση από την Επιτροπή, και όταν ενδείκνυται σε συνεργασία με τις αρμόδιες για τη δικαστική έρευνα αρχές, έχουν εξουσία πρόσβασης σε κάθε σχετική πληροφορία για τη διενέργεια της διερεύνησης, καθώς και τις ακόλουθες εξουσίες:
(α) να έχουν ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε σχετική περιοχή ή τόπο ατυχήματος ή/ και συμβάντος, καθώς και σε οποιοδήποτε πλοίο, ναυάγιο ή κατασκευή, συμπεριλαμβανομένων φορτίων, εξοπλισμού ή συντριμμιών·
(β) να εξασφαλίζουν την άμεση καταγραφή αποδεικτικών στοιχείων και την ελεγχόμενη αναζήτηση και απομάκρυνση υπολειμμάτων ναυαγίου, συντριμμιών ή άλλων κατασκευαστικών στοιχείων, μηχανημάτων, εξοπλισμού, οργάνων ή ουσιών, προκειμένου να εξεταστούν ή/ και να αναλυθούν·
(γ) να απαιτούν την εξέταση ή/ και την ανάλυση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) και να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων ή/ και αναλύσεων·
(δ) να έχουν ελεύθερη πρόσβαση, να αντιγράφουν και να χρησιμοποιούν οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες και καταγεγραμμένα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων του οργάνου VDR που αφορούν το πλοίο, το ταξίδι, το φορτίο, το πλήρωμα ή/ και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, αντικείμενο, κατάσταση ή/ και περίσταση·
(ε) να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στα αποτελέσματα εξετάσεων που διενεργήθηκαν στις σορούς των θυμάτων ή/ και δοκιμών που διενεργήθηκαν σε δείγματα τα οποία λήφθηκαν από τις σορούς των θυμάτων·
(στ) να ζητούν και να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στα αποτελέσματα εξετάσεων που έγιναν σε πρόσωπα που εμπλέκονται στην λειτουργία του πλοίου ή/ και οποιοδήποτε άλλου εμπλεκόμενου προσώπου, ή/ και στα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σε δείγματα τα οποία λήφθηκαν από αυτούς·
(ζ) να κλητεύουν μάρτυρες, αφού βεβαιωθούν για την φυσική τους κατάσταση και να θέτουν ερωτήσεις σε αυτούς, χωρίς να παρίσταται οποιοδήποτε πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα μπορεί να θεωρηθεί ότι θα εμποδίσουν τη διενέργεια της διερεύνησης, υπό την προϋπόθεση ότι καταβάλλονται λογικά έξοδα παραστάσεως στα κλητευόμενα ως μάρτυρες πρόσωπα·
(η) να λαμβάνουν φακέλους επιθεωρήσεων και σχετικές πληροφορίες που διαθέτει το κράτος σημαίας, οι έχοντες την εκμετάλλευση πλοίου, οι νηογνώμονες ή/ και οποιοδήποτε άλλο σχετικό μέρος, εφόσον τα μέρη αυτά ή/ και οι αντιπρόσωποί τους είναι εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία·
(θ) να ζητούν τη συνδρομή των αρμοδίων αρχών των οικείων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των επιθεωρητών του κράτους σημαίας και του κράτους του λιμένα, των αξιωματικών της ακτοφυλακής, της υπηρεσίας εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, των ομάδων έρευνας και διάσωσης, των πλοηγών και του λοιπού λιμενικού προσωπικού ή ναυτικών·
(ι) να ζητούν από τον πλοίαρχο ή/ και το πλήρωμα πλοίου να επιδείξουν λειτουργίες πλοίου, μηχανημάτων ή/ και εξοπλισμού του·
(ια) να παραλαμβάνουν έγγραφα, δείγματα ουσιών, κινητά μέρη ή/ και μηχανήματα και εξοπλισμό του πλοίου, εφόσον εκδοθεί απόδειξη παραλαβής.
(2) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο πλοίαρχος, τα μέλη του πληρώματος πλοίου καθώς, επίσης, και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο του οποίου δύναται να ζητηθεί η συνεργασία ή/ και παροχή διευκόλυνσης ή/ και πληροφορίας ή μαρτυρίας κατά την εκτέλεση εξουσίας δυνάμει του εδαφίου (1), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στους Διερευνητές τέτοια συνεργασία, διευκόλυνση ή πληροφορία και μαρτυρία.
(3) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο -
(α) στο οποίο το εδάφιο (2) επιβάλλει υποχρέωση και το οποίο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωση, ή
(β) το οποίο, χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της παραγράφου (α)-
-αποκρύπτει, καταστρέφει ή/ και παραποιεί πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή/ και έγγραφο,
-παρέχει σε Διερευνητή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, μαρτυρία, στοιχεία, βιβλίο ή/ και έγγραφο,
-αρνείται ή παραλείπει να παράσχει σε Διερευνητή πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή/ και έγγραφο,
την οποία πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή/ και έγγραφο ο Διερευνητής απαιτεί κατά την άσκηση των εξουσιών που του χορηγεί το παρόν άρθρο, ή
(γ) το οποίο παρεμποδίζει, παρακωλύει τη συνεργασία ή/ και αρνείται να συνεργαστεί με Διερευνητή που απαιτεί συνεργασία κατά την άσκηση των εξουσιών που του χορηγεί το παρόν άρθρο,
και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
(4) Η διαδικασία άσκησης των κατά το εδάφιο (1) εξουσιών των Διερευνητών δύναται να καθοριστεί με Γνωστοποίηση του Προέδρου, δημοσιευόμενη στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
18.–(1) Σε περιπτώσεις διερεύνησης στις οποίες εμπλέκεται άλλο από τη Δημοκρατία κράτος μέλος, η Επιτροπή συνεργάζεται με το εν λόγω κράτος μέλος με στόχο να συμφωνηθεί ταχέως ποιο κράτος μέλος θα είναι το κύριο κράτος μέλος διερεύνησης, λαμβανομένης υπόψη της αρχής πως, κάθε ναυτικό ατύχημα ή ναυτικό συμβάν υπόκειται σε μία μόνο διερεύνηση που διενεργεί κράτος μέλος ή το κύριο κράτος μέλος διερεύνησης με τη συμμετοχή τυχόν λοιπών ουσιαστικώς ενδιαφερομένων κρατών μελών.
(2) Η Επιτροπή καταβάλλει κάθε προσπάθεια να συμφωνεί με τα άλλα κράτη μέλη επί των διαδικασιών διερεύνησης. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, άλλα ουσιαστικώς ενδιαφερόμενα κράτη μέλη έχουν τα ίδια δικαιώματα και πρόσβαση σε μάρτυρες και αποδεικτικά στοιχεία, όπως η Επιτροπή. Εάν η διερεύνηση διεξάγεται από τη Δημοκρατία, τότε η Επιτροπή οφείλει να λάβει υπόψη την άποψη των άλλων ουσιαστικώς ενδιαφερομένων κρατών.
(3) Ανεξαρτήτως του εδαφίου (1), η Επιτροπή παραμένει υπεύθυνη για τη διερεύνηση αναφορικά με ατυχήματα ή/ και συμβάντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, καθώς, επίσης, και για το συντονισμό με άλλα ουσιαστικώς ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, μέχρις ότου συμφωνηθεί αμοιβαίως το κύριο κράτος διερεύνησης.
(4) Η διενέργεια, από την Επιτροπή, παράλληλης διερεύνησης για το ίδιο ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν είναι δυνατή μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η Επιτροπή κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους λόγους για τη διενέργεια παράλληλης διερεύνησης. Η Επιτροπή συνεργάζεται με τις αρχές άλλων κρατών μελών που διενεργούν παράλληλες διερευνήσεις. Στα πλαίσια αυτά, η Επιτροπή ανταλλάζει κάθε σχετική πληροφορία που συνέλεξε κατά τη διάρκεια της δικής της διερεύνησης, ιδίως προκειμένου να καταλήξει σε όσο το δυνατόν πιο κοινά συμπεράσματα με άλλα κράτη μέλη που διενεργούν παράλληλη διερεύνηση.
(5) Η Επιτροπή απέχει από τη λήψη οιουδήποτε μέτρου που θα μπορούσε να παρακωλύσει, αναβάλει ή/ και καθυστερήσει αδικαιολόγητα διερεύνηση, η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
(6) Χωρίς να απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του παρόντος Νόμου και της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ, η Επιτροπή δύναται, ανάλογα με την περίπτωση, να αναθέτει σε άλλο κράτος μέλος, κατόπιν κοινής συμφωνίας, το καθήκον του κύριου κράτους μέλους διερεύνησης, ή συγκεκριμένα καθήκοντα στο πλαίσιο της έρευνας.
(7) (α) Όταν ένα ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν αφορά οχηματαγωγό ro-ro ή/ και ταχύπλοο επιβατηγό σκάφος, τη διαδικασία διερεύνησης κινεί η Επιτροπή εάν -
(i) το ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν συμβαίνει στην αιγιαλίτιδα ζώνη ή στα εσωτερικά ύδατα της Δημοκρατίας· ή
(ii) το ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν συμβαίνει σε άλλα ύδατα και η Δημοκρατία συνιστά το τελευταίο κράτος μέλος το οποίο επισκέφθηκε το οχηματαγωγό ή/ και το ταχύπλοο επιβατηγό σκάφος.
(β) Στις περιπτώσεις διερευνήσεων κατά την παράγραφο (α), η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διερεύνηση και για το συντονισμό με άλλα ουσιαστικώς ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, έως ότου συμφωνηθεί αμοιβαίως το κύριο κράτος διερεύνησης.
19. Τηρουμένων των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου οι ακόλουθες πληροφορίες παρέχονται στην Επιτροπή και στους Διερευνητές αποκλειστικώς και μόνο για τους σκοπούς της διερεύνησης, εκτός εάν ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα αποφασίσει ότι υπέρτατο δημόσιο συμφέρον δικαιολογεί την αποκάλυψη των κάτωθι πληροφοριών-
(α) όλες τις καταθέσεις μαρτύρων και άλλες δηλώσεις, εξηγήσεις και σημειώσεις που καταγράφηκαν ή παραλήφθηκαν από την Επιτροπή κατά τη διερεύνηση·
(β) στοιχεία που αποκαλύπτουν την ταυτότητα των προσώπων που κατέθεσαν στο πλαίσιο διερεύνησης ·
(γ) δεδομένα προσώπων που εμπλέκονται στο ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν, τα οποία έχουν ιδιαίτερα ευαίσθητο ή ιδιωτικό χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων που αφορούν στην υγεία τους:
Νοείται ότι το παρόν άρθρο εφαρμόζεται ανεξάρτητα από το άρθρο 67 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
20.–(1) Η Επιτροπή συνεργάζεται, στο μέγιστο δυνατό βαθμό, με άλλα ουσιαστικώς ενδιαφερόμενα κράτη για τη διερεύνηση.
(2) Επιτρέπεται σε ουσιαστικώς ενδιαφερόμενα κράτη, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να συμμετέχουν σε οποιοδήποτε στάδιο της διερεύνησης που διενεργείται από την Επιτροπή ως κύριο κράτος μέλος διερεύνησης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(3) Η συνεργασία που παρέχει η Επιτροπή σε διερεύνηση διεξαγόμενη από ουσιαστικώς ενδιαφερόμενο κράτος δεν θίγει τις απαιτήσεις για τη διερεύνηση και τις σχετικές απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο. Εάν ένα ουσιαστικώς ενδιαφερόμενο κράτος διεξάγει, ως κύριο κράτος, διερεύνηση στην οποία εμπλέκεται η Δημοκρατία, τότε η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει ότι δεν θα διεξαγάγει παράλληλη διερεύνηση, υπό τον όρο ότι η εν λόγω διερεύνηση διενεργείται από το ουσιαστικώς ενδιαφερόμενο κράτος, σύμφωνα με τον Κώδικα.
21.–(1) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο πλοίαρχος του πλοίου και τα μέλη του πληρώματος πλοίου, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ούτως ώστε-
(α) να αποθηκεύονται όλες οι πληροφορίες από χάρτες, ημερολόγια πλοίων, ηλεκτρονικές και μαγνητικές καταγραφές και βιντεοταινίες, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών από το όργανο VDR και από άλλες ηλεκτρονικές συσκευές, που αφορούν το χρονικό διάστημα πριν, κατά και μετά το ατύχημα·
(β) να αποτρέπεται η επεγγραφή (overwriting) ή άλλη αλλοίωση αυτών των πληροφοριών·
(γ) να αποτρέπεται η παρέμβαση σε οποιονδήποτε άλλο εξοπλισμό ο οποίος μπορεί ευλόγως να θεωρείται ότι έχει σημασία για τη διερεύνηση του ατυχήματος·
(δ) να συλλέγονται και να φυλάσσονται το ταχύτερο όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που χρησιμεύουν για τη διερεύνηση.
(2) Για σκοπούς διαφύλαξης της διατήρησης αποδεικτικών στοιχείων ναυτικού ατυχήματος ή και ναυτικού συμβάντος, η Επιτροπή δύναται με οδηγία της –
(α) να αναστέλλει λειτουργίες πλοίου και εργασίες επ’ αυτού ή/ και να ζητεί τη μετακίνηση πλοίου σε κατάλληλο σημείο φύλαξης του,
(β) να απαγορεύει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, περιλαμβανομένων του πλοιάρχου και του πληρώματος, την πρόσβαση σε πλοίο ή/ και σε εξοπλισμό και μηχανήματα του,
καλώντας εγκαίρως τις αστυνομικές αρχές να περιφρουρήσουν πλοίο ή/ και σκηνή ναυτικού ατυχήματος ή/ και ναυτικού συμβάντος που αφορά το πλοίο.
(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) εφαρμόζονται-
(α) έως ότου η Επιτροπή αποφασίσει ότι δεν διεξάγεται διερεύνηση ή ότι η διερεύνηση έχει λήξει·
(β) για διάστημα 30 ημερών αφ’ ότου ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης ή ο έχων την εκμετάλλευση ή ο πράκτορας του πλοίου έχει γνωστοποιήσει ατύχημα ή/ και συμβάν στην Επιτροπή χωρίς να λάβει ειδοποίηση για διερεύνηση του·
(γ) έως ότου η Επιτροπή γνωστοποιήσει ότι δεν υπάρχει ανάγκη διατήρησης των προβλεπομένων στο εδάφιο (1).
(4) Υπηρεσίες που εμπλέκονται στην αντιμετώπιση των συνεπειών ατυχήματος με σκοπό την διάσωση προσώπων ή/ και του πλοίου και του φορτίου του, λαμβάνουν, κατά το δυνατόν, μέτρα αποφυγής αλλοίωσης των στοιχείων του ατυχήματος.
(5) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με το εδάφιο (1) ή/ και με οδηγία της Επιτροπής που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (2) και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
22.-(1) Διερευνήσεις που διενεργούνται κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο έχουν ως κατάληξη τη δημοσίευση έκθεσης που υποβάλλεται σε μορφή που αποφασίζει η Επιτροπή, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ.
(2) Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει ότι μια έρευνα θεμάτων ασφάλειας που διενεργείται κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο, η οποία δεν αφορά πολύ σοβαρό ή, αναλόγως με την περίπτωση, σοβαρό ναυτικό ατύχημα και της οποίας τα ευρήματα δεν έχουν πιθανότητα να χρησιμεύσουν στην πρόληψη μελλοντικών ατυχημάτων και συμβάντων, έχει ως κατάληξη τη σύνταξη μιας απλούστερης μορφής έκθεσης, η οποία δημοσιεύεται.
(3) Η Επιτροπή καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε οι εκθέσεις που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων των συμπερασμάτων και τυχόν συστάσεων, είναι διαθέσιμες στο κοινό, και ειδικά στο ναυτιλιακό τομέα, εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία του ατυχήματος.
(4) Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατό να συνταχθεί η έκθεση εντός δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία του ατυχήματος, τότε δημοσιεύεται προσωρινή έκθεση εντός της ίδιας προθεσμίας.
(5) Προσχέδιο της έκθεσης κοινοποιείται στα πρόσωπα που ενεπλάκησαν στο ναυτικό ατύχημα ή/ και ναυτικό συμβάν, στον έχοντα την εκμετάλλευση του εμπλεκομένου πλοίου και σε άλλα εμπλεκόμενα μέρη, προς έκφραση απόψεων εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός.
(6) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία αποτελεί το κύριο κράτος μέλος διερεύνησης, η Επιτροπή αποστέλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αντίγραφο της τελικής, απλουστευμένης ή προσωρινής έκθεσης. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της τις ενδεχόμενες παρατηρήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί των τελικών εκθέσεων, που δεν επηρεάζουν την ουσία των πορισμάτων, για τη βελτίωση της ποιότητας της έκθεσης, κατά τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο για την επίτευξη του σκοπού του παρόντος Νόμου.
23.–(1) Η Επιτροπή διατυπώνει συστάσεις ασφαλείας τις οποίες κοινοποιεί άμεσα στους παραλήπτες τους. Τέτοιες συστάσεις ασφαλείας λαμβάνονται δεόντως υπόψη από τα πρόσωπα στα οποία απευθύνονται.
(1Α) Το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας, όταν ενδείκνυται περαιτέρω ενέργεια ή έλεγχος συμμόρφωσης με τις συστάσεις ασφαλείας, προβαίνει στις ενέργειες που προνοούνται από την ισχύουσα ναυτιλιακή νομοθεσία.
(2) Κατά περίπτωση, η Επιτροπή υποβάλλει συστάσεις ασφαλείας με βάση ανάλυση συνοπτικών δεδομένων και τα αποτελέσματα των ερευνών που διενεργήθηκαν.
(3) Σύσταση ασφαλείας σε καμία περίπτωση δεν περιλαμβάνει τον καθορισμό υπαιτιότητας ή την απόδοση ευθυνών για ατύχημα.
(4) Συστάσεις ασφαλείας διατυπώνονται και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
24.–(1) Σε περιπτώσεις ερευνών ατυχημάτων στις οποίες συμμετέχουν και άλλο ή άλλα κράτη μέλη, επιπροσθέτως της Δημοκρατίας, η συνδρομή σε αντίστοιχες δραστηριότητες παρέχεται δωρεάν.
(2) Σε περιπτώσεις όπου-
(α) ζητείται η συνδρομή της Επιτροπής, ενώ η Δημοκρατία δεν εμπλέκεται στη διερεύνηση συγκεκριμένου ατυχήματος, ή
(β) η Επιτροπή ζητεί τη συνδρομή άλλου κράτους μέλους το οποίο δεν εμπλέκεται στη διερεύνηση για συγκεκριμένο ατύχημα,
τότε η Επιτροπή και το άλλο κράτος μέλος συμφωνούν όσον αφορά την επιστροφή των δαπανών με τις οποίες επιβαρύνθηκαν αντιστοίχως.
(3) Η Επιτροπή, συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τη δημιουργία πλαισίου μόνιμης συνεργασίας κατά τα προβλεπόμενα στο Άρθρο 10 της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή, συνεργάζεται με άλλα κράτη μέλη ούτως ώστε-
(α) να χρησιμοποιεί από κοινού εγκαταστάσεις, διευκολύνσεις και εξοπλισμό για τεχνικές διερευνήσεις σε απομεινάρια ναυαγίων και εξοπλισμό πλοίων και άλλα αντικείμενα που αφορούν τη διερεύνηση, όπου συμπεριλαμβάνεται η εξαγωγή και η αξιολόγηση πληροφοριών από όργανα VDR και από ηλεκτρονικές συσκευές·
(β) να παρέχει και να λαμβάνει την τεχνική συνεργασία ή/ και την εμπειρογνωμοσύνη που απαιτείται για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·
(γ) να αποκτά και να ανταλλάσσει πληροφορίες σχετικά με τις αναλύσεις δεδομένων ατυχήματος και να προβαίνει στις κατάλληλες συστάσεις ασφαλείας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης·
(δ) να ορίζονται από κοινού θεμελιώδεις αρχές για την παρακολούθηση των συστάσεων για την ασφάλεια και για την προσαρμογή των μεθόδων διερεύνησης στις εξελίξεις της τεχνολογίας και της επιστήμης·
(ε) να γίνεται κατάλληλη διαχείριση των εγκαίρων προειδοποιήσεων κατά το εδάφιο (4)·
(στ) να καταρτίζονται κανόνες εμπιστευτικότητας για την ανταλλαγή, τηρουμένης της κυπριακής νομοθεσίας, καταθέσεων μαρτύρων και επεξεργασίας δεδομένων, και άλλων στοιχείων εκ των αναφερομένων στο άρθρο 19, περιλαμβανομένων των σχετικών με τρίτες χώρες·
(ζ) να διοργανώνονται, όπου χρειάζεται, κατάλληλες δραστηριότητες για την κατάρτιση προσώπων που εκτελούν διερευνήσεις·
(η) να προάγεται η συνεργασία με οργανισμούς διερευνήσεων από τρίτες χώρες και με τους διεθνείς οργανισμούς διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων σε θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο·
(θ) να παρέχεται στους οργανισμούς που διενεργούν διερεύνηση κάθε σχετική πληροφορία.
(4) Η Επιτροπή προβαίνει σε έγκαιρη προειδοποίηση, εφόσον κρίνει, σε οποιοδήποτε στάδιο διερεύνησης, ότι χρειάζεται επείγουσα δράση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πρόληψη του κινδύνου νέου ατυχήματος.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, και άνευ επηρεασμού του δικαιώματος που η Επιτροπή έχει δυνάμει του παρόντος εδαφίου, η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΟ σχετικά με την ανάγκη έγκαιρης προειδοποίησης.
(5) (α) Η Επιτροπή κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στη βάση δεδομένων EMCIP.
(β) Η Επιτροπή-
(i) κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα ναυτικά ατυχήματα και περιστατικά σύμφωνα με τον τύπο που προβλέπεται στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ·
(ii) παρέχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα δεδομένα που προκύπτουν από διερεύνηση, σύμφωνα με το σύστημα κανόνων της βάσης δεδομένων EMCIP·
(iii) συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη στην ανάπτυξη του συστήματος της βάσης δεδομένων EMCIP και της μεθόδου για την έγκαιρη κοινοποίηση δεδομένων.
25.-(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία να διατάζει με οδηγία της όπως πλοίο παραμείνει σε συγκεκριμένο χώρο ή μετακινηθεί σε συγκεκριμένο χώρο και παραμείνει εκεί, την οποία οδηγία διαβιβάζει δια χειρός ή μέσω τηλεομοιοτύπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου.
(2) ΄Εκαστη οδηγία που αναφέρεται στο εδάφιο (1) καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου και ισχύει μέχρις ότου είτε ανακληθεί κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (5) είτε ακυρωθεί στα πλαίσια προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(3) Σε κάθε οδηγία που αναφέρεται στο εδάφιο (1), η Επιτροπή -
(α) παραθέτει τους λόγους έκδοσής της, και
(β) πληροφορεί τον πλοίαρχο, στον οποίο η οδηγία διαβιβάζεται, περί του δικαιώματος του έχοντος την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου να προσβάλει την οδηγία με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(4) ΄Εκαστος εκ των πλοιάρχου και του έχοντος την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου, υποχρεούται κατά την περίοδο ισχύος της οδηγίας να συμμορφώνεται με αυτή.
(5) Σε περίπτωση που η Επιτροπή ικανοποιηθεί ότι εξέλειπαν οι λόγοι για τους οποίους εξέδωσε οδηγία δυνάμει του εδαφίου (1), ανακαλεί την οδηγία δια γραπτής απόφασής της την οποία διαβιβάζει δια χειρός ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον πλοίαρχο του επηρεαζόμενου πλοίου.
(6) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο που αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που του επιβάλλει το εδάφιο (4) και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή σε αμφότερες τις ποινές.
(7) Διαπράττει το κατά το εδάφιο (6) ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται στις καθοριζόμενες στο ίδιο εδάφιο ποινές οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο είναι αυτουργός, συνεργός ή σύμβουλος, κατά τα άρθρα 20 έως 23 του Ποινικού Κώδικα, αναφορικά με τη διάπραξη του προαναφερόμενου ποινικού αδικήματος.
26.-(1) Σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου ή ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στο οποίο ο παρών Νόμος επιβάλλει υποχρέωση, παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή/ και με οδηγία την οποία εκδίδει η Επιτροπή δυνάμει του παρόντος Νόμου, η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000), ανάλογα με την βαρύτητα αυτής της παράβασης και ανεξάρτητα από το εάν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος Νόμου ή άλλης νομοθεσίας.
(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η Επιτροπή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεση της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντας το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η Επιτροπή επιβάλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και –
(α) η οποία καθορίζει την παράβαση·
(β) διά της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο, με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος˙και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με τη εν λόγω διαβίβασή της.
(4) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου το οποίο επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, η Επιτροπή λαμβάνει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.
(5) Διοικητικό πρόστιμο επιβαλλόμενο δυνάμει του παρόντος άρθρου επί πλοιοκτήτη, αναφορικά με το πλοίο του, συνιστά επιβάρυνση επί του πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, όμως έπεται της τελευταίας υποθήκης.
(6) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου προσβλήθηκε επιτυχώς ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) τα εδάφια (4) και (5) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο·
(β) η Επιτροπή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν προαναφερόμενο διοικητικό πρόστιμο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.
27.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει κανονισμούς δημοσιευόμενους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για την καλύτερη λειτουργία ή εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(2) Οι κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσής τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, εκτός εάν προβλέπεται σε αυτούς διαφορετικά.
(3) Η έκδοση κανονισμών δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
28.–(1) Η ερμηνεία όρων του εδαφίου (1) του άρθρου 2 δύναται να τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί με Διάταγμα του Υπουργού δημοσιευόμενο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας εφόσον κάτι τέτοιο απαιτηθεί δυνάμει του Άρθρου 20 της Οδηγίας 2009/18/ΕΚ.
(2) Το Παράρτημα του παρόντος Νόμου, δύναται να τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί με Διάταγμα του Υπουργού δημοσιευόμενο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(άρθρο 12)
Καθορισμός των προσόντων των Διερευνητών
Α.Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας θα πρέπει να κατέχει:
(1) (α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στην ναυπηγική ή ναυτική μηχανική ή μηχανολογική μηχανική· ή
(β) Πιστοποιητικό Πλοιάρχου ή Πρώτου Μηχανικού.
(2) Πολύ καλή γνώση της περί εμπορικής ναυτιλίας νομοθεσίας και των διεθνών ναυτιλιακών συμβάσεων για θέματα ναυτικής ασφαλείας, προστασίας του περιβάλλοντος, ναυτικής εργασίας και προσόντων ναυτικών.
(3) Δεκαετή πείρα, μετά την απόκτηση του πιστοποιητικού, διπλώματος, τίτλου ή ισότιμου προσόντος, σχετική με την κατασκευή ή την επιθεώρηση, ή την τεχνική διαχείριση ή τη συντήρηση πλοίων ή τη διακυβέρνηση πλοίων και των μηχανών τους ή σε εξειδικευμένους τομείς απ’ όπου δυνατόν να προέλθουν αίτια ατυχήματος (π.χ. πυρασφάλεια, μεταφορά επικίνδυνων φορτίων, ασφάλεια και υγεία στην εργασία).
(4) Εκτενή πρακτική εμπειρία στη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων και ενεργό συμμετοχή στη διερεύνηση τριών τουλάχιστον πολύ σοβαρών ναυτικών ατυχημάτων.
(5) Πολύ καλή γνώση της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας.
(6) Σωματική αρτιμέλεια και φυσική κατάσταση που να επιτρέπει την εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης.
(7) Ακεραιότητα χαρακτήρα, αμεροληψία, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, ευθυκρισία και ψυχραιμία.
Β. Οι Διερευνητές της Υπηρεσίας θα πρέπει να κατέχουν:
(1) (α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στην ναυπηγική ή ναυτική μηχανική ή μηχανολογική μηχανική· ή
(β) Πιστοποιητικό Πλοιάρχου ή Πρώτου Μηχανικού.
(2) Πολύ καλή γνώση της περί εμπορικής ναυτιλίας νομοθεσίας και των διεθνών ναυτιλιακών συμβάσεων για θέματα ναυτικής ασφαλείας, προστασίας του περιβάλλοντος, ναυτικής εργασίας και προσόντων ναυτικών.
(3) Πενταετή πείρα, μετά την απόκτηση του πιστοποιητικού, διπλώματος, τίτλου ή ισότιμου προσόντος, σχετική με την κατασκευή ή την επιθεώρηση ή την τεχνική διαχείριση ή τη συντήρηση πλοίων ή τη διακυβέρνηση πλοίων και των μηχανών τους ή σε εξειδικευμένους τομείς απ’ όπου δυνατόν να προέλθουν αίτια ατυχήματος (π.χ. πυρασφάλεια, μεταφορά επικίνδυνων φορτίων, ασφάλεια και υγεία στην εργασία).
(4) Εμπειρία στη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων.
(5) Πολύ καλή γνώση της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας.
(6) Σωματική αρτιμέλεια και φυσική κατάσταση που να επιτρέπει την εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης.
(7) Ακεραιότητα χαρακτήρα, αμεροληψία, διοικητική και οργανωτική ικανότητα, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα, ευθυκρισία και ψυχραιμία.