7.- (1) Η θέση του Προέδρου, άλλου κανονικού μέλους ή αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής κενούται -
(α) σε περίπτωση λήξης της θητείας του· ή
(β) σε περίπτωση θανάτου του. ή
(γ) σε περίπτωση παραίτησής του κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2). ή
(δ) σε περίπτωση κωλύματος στην άσκηση των καθηκόντων του για περίοδο πέραν των έξι μηνών. ή
(ε) σε περίπτωση έκπτωσής του, η οποία κηρύσσεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3).
(2) Ο Πρόεδρος, άλλο κανονικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής δύναται να υποβάλει γραπτώς στο Υπουργικό Συμβούλιο την παραίτησή του από τη θέση του αυτή. Η προαναφερόμενη παραίτηση δεν υπόκειται σε ανάκληση, επενεργεί δε αμέσως χωρίς να προαπαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(3)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, κατόπιν εισήγησης του Υπουργού, να κηρύξει έκπτωτο τον Πρόεδρο, άλλο κανονικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής, εάν συντρέχει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) εάν κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους κηρύχτηκε σε κατάσταση πτώχευσης.
(ii) εάν καταδικάστηκε για ποινικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
(iii) εάν λόγω φυσικής αναπηρίας ή/ και φυσικής ή/ και διανοητικής ασθένειας αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του.
(iv) εάν κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους πάσχει από διανοητική νόσο που τον καθιστά ανίκανο να ασκήσει τα καθήκοντά του.
(v) εάν διατήρησε ή απέκτησε οικονομικό ή άλλο συμφέρον δυνάμενο να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του και δεν υπέβαλε την παραίτησή του.
(vi) εάν καταχράστηκε τη θέση του κατά τρόπο ώστε τυχόν συνέχιση της θητείας του να αποβεί επιβλαβής για το δημόσιο συμφέρον.
(vii) σε περίπτωση αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του και ιδιαίτερα ύστερα από αδικαιολόγητη απουσία από τις συνεδρίες της Επιτροπής για τρεις συνεχείς φορές.
(β) Πριν κηρύξει έκπτωτο οποιοδήποτε πρόσωπο δυνάμει της παραγράφου (α), το Υπουργικό Συμβούλιο παρέχει την ευκαιρία στο πρόσωπο αυτό να του υποβάλει τις απόψεις του. Σε αυτή την περίπτωση, εφαρμόζονται τα εδάφια (3), (4) και (6) του άρθρου 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου.